(Ἐφημ. «ΒΗΜΑ τῆς Αἰγιάλειας, 18/7/2011)
Σε ποιό Ευαγγέλιο άραγε πιστεύει;
Αναφορά στο ΗΘΟΣ και το ΥΦΟΣ
του ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ κ. ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ
Σε πρόσφατη επιστολή του ο Καλαβρύτων κ. Αμβρόσιος, αποτυπώνει το ήθος και το ύφος των επισκόπων, που αντί να υπηρετούν τον Θεό και τους πιστούς, διαβάλλουν την Εκκλησία.
Θυμίζω, πως απέστειλα στον κ. Αμβρ. βιβλίο, στο οποίο αναλύονταν οι λόγοι που η ίδια η Εκκλησία θεσπίζει την Αποτείχιση, δηλ. την απομάκρυνση των πιστών από τον επίσκοπο που σκανδαλίζει, αιρετίζει και αδιαφορεί για την αλλοίωση της Πίστεως.
1. Όποιος δεν έχει επιχειρήματα, επιστρατεύει παραπληροφόρηση και ύβρεις.
Μη δυνάμενος να απαντήσει στις αιτιάσεις, αποδέχτηκε την Αποτείχισή μου και την κοινοποίησε ο ίδιος στους Αιγιώτες, μόνο και μόνο για να πληροφορήσει ότι ο αποτειχισμένος δεν έχει πλέον ...λόγο στα της μητροπόλεως! Δεν έδειξε καμιά διάθεση προσεγγίσεως και απέφυγε επιμελώς να εξηγήσει στους πιστούς που προβληματίστηκαν, αν ευσταθούν οι λόγοι που οδήγησαν στην Αποτείχιση, καταθέτοντας τις θεολογικές του θέσεις. Γιατί φαίνεται, πως κριτήριό του δεν είναι η αναζήτηση της αλήθειας υπό το φως των Πατέρων, αλλά το πώς θα διασώσει το προφίλ του.
Αυτό φάνηκε, όταν απάντησα στο άρθρο του. Δεν άντεξε στην κριτική και χωρίς να δώσει ουσιαστική απάντηση, εκτράπηκε με οργή σε ύβρεις, όπως: Ο Π. Σημάτης (Π.Σ.) «έχει καρδιά που έχει στεγνώσει από αγάπη, είναι αδέσποτο πρόβατο, έχει μισαλλοδοξία, το μικρόβιο της μισανθρωπίας, αρτηριοσκλήρυνσιν, μίσος ...φωλιάζει στην ψυχή του, αυτομαστιγώνεται, είναι “αναρχικός” του εκκλησιαστικού χώρου, ζει εκτός τόπου και χρόνου, ...με πετροβολάει, “ας κάθεται στα αυγά του”, ας περιπλανάται μέσα εις τους λαβυρίνθους της ιδεοληψίας του, “ας τρώγεται με τα ρούχα του”, [αφού αποτειχίστηκε] έρριξε "μαύρη πέτρα" πίσω του»· ο Π.Σ. «δια την ι. μητρόπολιν τυγχάνει ανύπαρκτον πρόσωπον!». Αυτό είναι το «ευγενικό» ύφος πνευματικού πατρός, ήθος δεσποτικής «αγάπης»!
2. Είναι ιδιοκτησία του Δεσπότη η Εκκλησία;
Ένας πιστός είναι υπαρκτό πρόσωπο για τον Χριστό και την Εκκλησία και ανύπαρκτο για τον κ. Αμβρόσιο;
Ο κ. Αμβρ. νομίζει ότι είναι ιδιοκτησία του η Εκκλησία. Δεν θέλει να καταλάβει ότι ο αποτειχισμός, δεν είναι απομάκρυνση από την Εκκλησία, αλλά από τον παρανομούντα επίσκοπο που αδιαφορεί για την ακεραιότητα της Πίστεως, που καλύπτει πρόσωπα διαβεβλημένα, που φέρεται εξουσιαστικά (π.χ. παράνομοι αφορισμοί) κ.ά. Φαίνεται ότι δεν σκέφτηκε ποτέ του, πως μπορεί ο ίδιος να έχει απομακρυνθεί από την Αλήθεια της Εκκλησίας, έστω κι αν τυπικά εμφανίζεται ως ο εκφραστής της· ότι οι πρακτικές του θυμίζουν «μισθωτό» ποιμένα που αδιαφορεί για τους πιστούς. Η φράση πως ο Π.Σ. «δια την Ι. Μητρόπολιν τυγχάνει ανύπαρκτος», είναι ένας εύσχημος τρόπος για να «καθησυχάσει» την συνείδησή του! Αναλυόμενη ψυχολογικά, ποιες άραγε συνειδησιακές διεργασίες και μύχιους ...πόθους του θα αποκάλυπτε;
Ένα μικρό παράδειγμα, που δείχνει με ποιόν τρόπο συμπεριφέρονται οι πραγματικοί ποιμένες: Ο άγ. Ιωάννης, όταν έμαθε ότι ένας μαθητής του είχε γίνει λήσταρχος, ανέβηκε στο βουνό για να τον αναζητήσει με κίνδυνο της ζωής του, κάτι που συγκίνησε βαθύτατα τον λήσταρχο, γι’ αυτό μετανόησε και ακολούθησε τον Άγιο στην πόλη! Ο κ. Αμβρ. αντίθετα, αρνήθηκε τον δια του Τύπου ουσιαστικό θεολογικό διάλογο–συμφιλίωση, κατά πάγια τακτική του· αρκέστηκε στις ύβρεις και την παρερμηνεία των Αγίων Γραφών και, επειδή δεν ήταν δυνατόν να αρνηθεί την ύπαρξη εκκλησιαστικού Κανόνα που νομοθετεί την Αποτείχιση, χαρακτήρισε ως «ανύπαρκτον» εκείνον που τον εφαρμόζει! Βέβαια έτσι, εμφανίζεται συνεπής με την παποκεντρικής προελεύσεως θεωρία του, ότι ο επίσκοπος είναι υπεράνω κριτικής.
3. Δεν είναι υπεράνω κριτικής ο επίσκοπος. Εκτός αν ταυτίζεται με τον Πάπα.
Ο κ. Αμβρ., λοιπόν, βλέπει τον εαυτόν του ως διοικητή και όχι ως πατέρα και ισχυρίζεται αθεολόγητα ότι είναι υπεράνω ανθρωπίνης κριτικής. Γράφει: Ο κ. Π.Σ. «ούτε συνδιοικητής εις τα της Μητροπόλεως είναι, ούτε κριτής του Επισκόπου του. Το δικαίωμα αυτό δεν το έχει». Και σε άλλη ευκαιρία έλεγε: «ο κάθε επίσκοπος λογοδοτεί εις τον Θεόν. Είναι υπεύθυνος στη συνείδησή του και στον Θεό». Ιδού η εφαρμογή του παπικού Πρωτείου, από ένα κατά φαντασίαν πολέμιό του.
Η Παράδοση της Εκκλησίας, όμως, τα εντελώς αντίθετα διδάσκει. α) Ο ι. Χρυσόστομος γράφει: Οι ποιμένες ας μη «παρορώμεν τους τα δέοντα συμβουλεύοντας» ακόμα κι αν εκείνος που συμβουλεύει είναι ελάχιστος· ούτε όσα ως ποιμένες προτείνουμε, να επιμένουμε «ταύτα πάντως κρατείν». β) Είναι ασφαλώς Εντολή του Χριστού το να μη κατακρίνουμε. Εδώ όμως δεν πρόκειται περί κατακρίσεως. Πρόκειται για αιρετικές ενέργειες «ορθοδόξων» επισκόπων! Και επειδή γνώριζαν οι Άγιοι ότι θα συνέβαινε αυτό, μας προτρέπουν να εξετάζουμε πρώτα, αν οι επίσκοποι εφαρμόζουν τις Εντολές του Θεού σε θέματα Πίστεως, Δικαιοσύνης και Ήθους και μόνο τότε να τους υπακούμε (1Κορ. 5, 11· Εβρ. 13, 7), διαφορετικά καθιστάμεθα συνυπεύθυνοι.
Παραδείγματα: οι πρώτοι χριστιανοί ήλεγξαν ακόμα και τον απ. Πέτρο. Κι αυτός δεν τους περιφρόνησε, δεν ισχυρίστηκε ότι λογοδοτεί μόνο στον Θεό, ούτε τους ύβρισε (όπως ο κ. Αμβρ.), αλλά έδωσε πειστικές εξηγήσεις (Πράξ. 11, 3). Ο Μ. Αθανάσιος επικροτούσε συγκεκριμένη πρακτική χριστιανών, οι οποίοι έφευγαν από το Ναό, όταν εμφανιζόταν ο επίσκοπος που είχαν κρίνει ως ανάξιο! Και αλλού λέγει πως, αν οι επίσκοποι «κακώς αναστρέφωνται και σκανδαλίζωσι τον λαόν», πρέπει να τους απομακρύνουμε. Ο Μ. Βασίλειος δίδασκε πως επιβάλλεται να κρίνουν οι πιστοί, αν τα λεγόμενα των ποιμένων είναι σύμφωνα με τις Γραφές. Ο π. Γ. Φλορόφσκυ έγραφε: «όταν ο επίσκοπος ξεφεύγη» από το ορθόδοξο «πρότυπο, ο λαός έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήση». Ο καθ. Φαράντος γράφει πως ο επίσκοπος «αγιοποιείται, αλλά και δαιμονοποιείται, αναλόγως των πράξεών του, δια τούτο και υπόκειται εις έλεγχον και εις καθαίρεσιν».
Άρα ο κ. Αμβρ. είναι ορθόδοξος επίσκοπος, θεωρών εαυτόν υπεράνω κριτικής και μη υπακούων στην Ορθόδοξη Παράδοση;
4. Η «υπέρβαση» του κ. Αμβρ., δεν είναι αρετή, αλλά αιρετική οικουμενιστική πρακτική.
Επισημάνθηκε στον κ. Αμβρ. ότι παραβαίνει τους Ι. Κανόνες και αποδεικνύεται ανακόλουθος, όταν φέρνει στο Αίγιο τους Μητροπολίτες Ζακύνθου και Βρεσθένης (πρ. Θεσσαλιώτιδος) και συλλειτουργεί μαζί τους, αν και εναντίον τους είχε εκτοξεύσει βαριές κατηγορίες. Ο κ. Αμβρ. επιμένει ότι καλά έκανε και συμφιλιώθηκε μαζί τους και με δικολαβίστικες αναφορές στις Γραφές αποφαίνεται ότι όποιοι τον κατηγορούν για τη συμφιλίωση αυτή με τους ανωτέρω, είναι μισαλλόδοξοι: «Εάν δεν έχεις την αρετήν να χαίρεσαι», όταν συμφιλιώνονται δύο πρόσωπα, «τα οποία πρότερον είχον ...διενέξεις, τότε δεν είσαι χριστιανός!».
Ας δούμε νηφάλια τα γεγονότα και τα αγιογραφικά κείμενα, για να καταλάβει και ο τελευταίος πιστός, ότι ο κ. Αμβρ. διαστρέφει το Ευαγγέλιο, κάνει το μαύρο άσπρο και την κακία ονομάζει αρετή!
α) Για τον κ. Θεόκλητο Κουμαριανό (Θ.Κ.) είχε πει μετά λόγου γνώσεως ο κ. Αμβρ., ότι είναι ακατάλληλος για να γίνει επίσκοπος. Η «πρόβλεψή» αυτή περί ακαταλληλότητος επιβεβαιώθηκε, αφού το όνομά του Θ.Κ. ενεπλάκη στο παραδικαστικό κύκλωμα και σε άλλες «αταξίες» που επιφέρουν καθαίρεση. Μάλιστα αποτρέποντας ο κ. Θεόκλητος την διεξαγωγή εκκλησιαστικής δίκης που θα τον καθαιρούσε (με την στήριξη του τότε αρχιεπ. Χριστόδουλου), υπέβαλε «αυτοβούλως» την παραίτησή του! Αφού πέρασαν, όμως, έξι χρόνια, αιφνιδίως ο κ. Αμβρ. άλλαξε γνώμη για την καταλληλότητα του Θ.Κ. Και μετερχόμενος τακτικές πολιτικών συμβιβασμών, τώρα, όχι μόνο θεωρεί τον Θ.Κ. κατάλληλο ως επίσκοπο, αλλά τον προορίζει για ...διάδοχό του! Και για να επηρεάσει το αγνοούντα λαό, πλέκει εγκώμιο στο Θ.Κ., για πράξεις που μας κατασκανδάλισαν, παρουσιάζοντάς τον με φωτοστέφανο μάρτυρος και δηλώνει: «τον τιμώ υπερβαλλόντως», γιατί «θυσιάστηκε» για τον Αρχιεπ. Χριστόδουλο! Ω, της υποκρισίας!
Δηλαδή, όταν ένα «ακατάλληλο» πρόσωπο κατηγορηθεί επιπλέον και για διάπραξη παραπτωμάτων, καθίσταται κατάλληλο για βοηθός του κ. Αμβρόσιου!!! Αυτό το ήθος μας διδάσκει, που αποδέχονται αδιαμαρτύρητα οι συνεπίσκοποί του!
Να θυμήσω πάλι ότι, επειδή οι κατηγορίες για τον Θ.Κ. είναι απαγορευτικές της αρχιερωσύνης, όταν προτάθηκε για επίσκοπος Καλαμάτας και Κορίνθου, οι κάτοικοι απαίτησαν να μη γίνει επίσκοπός τους, αφού δεν έγινε εκκλησιαστική δίκη για την διερεύνηση των κατηγοριών εναντίον του. Τι κρύβεται πίσω από την επίμονη προσπάθεια του κ. Αμβρόσιου να τον επιβάλλει ως επίσκοπο στην πόλη μας;
β) Επίσης, ενώ ο κ. Αμβρ. κατηγόρησε τον Ζακύνθου Χρυσόστομο για ετεροδιδασκαλία σε θέματα ηθικής, κατόπιν έβαλε, για κάποιον λόγο, νερό στο κρασί του και συμφιλιώθηκε μαζί του, χωρίς ο Ζακύνθου να διορθώσει τις κακοδοξίες του δημόσια!
Ας δούμε τί είχε πει το 1995 ο κ. Αμβρ., παρουσιαζόμενος ως υπέρμαχος της Ορθοδοξίας: Ο Ζακύνθου «υπέπεσε στο αδίκημα της “ετεροδιδασκαλίας” [=αίρεσης]. Όσα εγγράφως διετύπωσε ...είναι αντίθετα προς τον ευαγγελικό Νόμο». Και γι’ αυτή την αίρεση ο Ζακύνθου δικάστηκε, αλλά η υπόθεσή του «κουκουλώθηκε». Αυτό εξόργισε σφόδρα τον κ. Αμβρ. γι’ αυτό κατηγόρησε τους δικαστές επισκόπους ως άδικους δικαστάς! Για τον Ζακύνθου δε, που όταν «εξήλθε της αιθούσης εδήλωσε, ότι αισθάνεται δικαιωμένος…», σχολίαζε πικρόχολα ο κ. Αμβρ.: «Βλέπετε ό,τι έχει κανείς, αυτό και πωλεί! Οι άγιοι μεταδίδουν την αγιότητά τους…, οι φιλήδονοι [όπως ο Ζακύνθου] την φιληδονία τους διαφημίζουν!». Αλλά και οι Αιγιώτες ιερείς ονόμασαν τον Ζακύνθου «αναθεματισμένον»!
Λοιπόν, με αυτόν που οι ιερείς χαρακτήρισαν ως “αναθεματισμένον”, που «μεταδίδει και διαφημίζει την φιληδονία του» και που ποτέ δεν ανακάλεσε την κακοδοξία του, συμφιλιώθηκε ο κ. Αμβρ. και μας τον έφερε στο Αίγιο, για να παραδειγματιστούμε από το «φιλήδονο» ήθος του και να δεχθούμε τις ευλογίες του!!!
Αλλά και η υποκρισία έχει όρια. Πώς θεωρεί, ο κ. Αμβρ., ευαγγελική αρετή την καρικατούρα συμφιλίωσής του με τον Ζακύνθου και μας ζητάει να χαρούμε γι’ αυτό; Μάλλον να κλάψουμε πρέπει, γιατί συμφιλιώθηκε με τον αμετανόητο στις ιδέες του Ζακύνθου, ο οποίος κατηγόρησε με επιστολή τον κ. Αμβρ. με αήθη γλώσσα. Και ο κ. Αμβρ. ανταπάντησε: «…Αν υπάρχει κάτι που δεν μπορεί να μας αγγίξει είναι (η κατηγορία) ότι “παράγουμε” ...κληρικούς με ”ειδική συμπεριφορά”». Και αφήνοντας έκπληκτο το χριστεπώνυμο πλήρωμα δήλωνε: «Μέχρι τώρα είχαμε την υποψία ότι η αλητεία έχει εισέλθει και στον ι. χώρο της Εκκλησίας... Τώρα όμως υπάρχει η απόδειξις. Η επιστολή του κ. Χρυσοστόμου είναι υπόδειγμα και οδηγός αλητείας»! («Ελ. Τύπος» 27.8.95 και «Ορθ. Τύπος» 1-9-95).
Εξοικειωμένος, λοιπόν, ο κ. Αμβρ., με τις νεοεποχίτικες άθεες ιδέες της «ανοχής», της συνύπαρξης αλήθειας και ψεύδους (που προπαγανδίζει ο οικουμενισμός), μας καλεί να χαρούμε για τη «συμφιλίωση» αυτή, διαφορετικά «δεν είμαστε χριστιανοί», αλλά άνθρωποι «κυριαρχούμενοι υπό μισαλλοδοξίας, (γιατί) δεν κατανοούμε την υπέρβασιν των ανθρωπίνων αδυναμιών»!
Άρα κι εδώ, με φτηνό ταχυδακτυλουργικό τρόπο διαστρεβλώνει την αλήθεια, αφού εξισώνει δύο διαφορετικά πράγματα: Ι) την «υπέρβαση των ανθρωπίνων διαφορών» δια της συμφιλιώσεως (γεγονός που ασφαλώς φέρνει χαρά), ΙΙ) με την υπέρβαση-συμφιλίωση εκείνων που διαφώνησαν για θέματα αληθείας και αιρέσεως και οι οποίοι –παραδόξως– στη συνέχεια συμφιλιώθηκαν, χωρίς να αρνηθεί ο ένοχος το λάθος του! Αυτού του είδους η «συμφιλίωση» και η «υπέρβαση» του κ. Αμβρ. είναι κάλπικη, είναι η «αγάπη» του Οικουμενισμού· στην πράξη δε, πρόκειται για «λυκοφιλία» των συμφιλιωθέντων!
Τι μας συμβουλεύουν, όμως, οι Άγιοι; Τα αντίθετα από όσα διδάσκει ο κ. Αμβρ.: όχι μόνο να μη συμφιλιωνόμαστε με τους «ατάκτως περιπατούντας» και τους αιρετίζοντας, αλλά «μηδέ χαίρειν αυτοίς λέγειν», δηλ. να μη έχουμε επικοινωνία, χαιρετισμό εκκλησιαστικό μαζί τους, όσο επιμένουν στις κακοδοξίες τους. Αυτή ήταν ανέκαθεν η στάση της Εκκλησίας, που ενδιαφέρεται για την σωτηρία του ανθρώπου κι όχι για την επίδειξη μιας επικοινωνιακού και επιδερμικού τύπου αγάπης.
Προκαλεί, πράγματι, πολλές απορίες η άνεση με την οποία ο κ. Αμβρ. προχωρεί από την μία διαστρέβλωση στην άλλη. Σε άλλο σημείο του άρθρου του, φέρνει ως παράδειγμα –για να στηρίξει τις αντι-ευαγγελικές θέσεις του περί «συμφιλιώσεως» – τον απ. Παύλο, που είχε «εντονωτάτην διαφωνίαν... με τον Απ. Πέτρον, τον οποίον μάλιστα δημοσίως αποκαλεί “αξιοκατάκριτον”!». Επειδή, όμως, –συνεχίζει– «οι άνθρωποι του Θεού συνηθίζουν να υπερβαίνουν τα λάθη της ζωής των» οι δύο απόστολοι συμφιλιώθηκαν. Πράγματι, οι δύο Απόστολοι διαφώνησαν και μετά συμφιλιώθηκαν. Όμως, πότε επήλθε η συμφιλίωση; Όταν ο απ. Πέτρος αντελήφθη το λάθος του, μετανόησε και το διόρθωσε δημόσια.
Ποιά σύγκριση μπορεί να υπάρξει, άραγε, μεταξύ αυτής της συμφιλίωσης των Αποστόλων και εκείνης του κ. Αμβρ. με τους δύο μητροπολίτες; Ουδεμία. Γιατί στην δεύτερη δεν υπάρχει μετάνοια. Και όμως, τολμά να συγκρίνει ο κ. Αμβρ. την κατά Θεό συμφιλίωση των Αγίων Αποστόλων, με τη δική τους καταχρηστική συμφιλίωση!
Άλλη μία διαστροφή του Ευαγγελίου από τον κ. Αμβρ., στην προσπάθειά του να ντύσει με ένδυμα αγιογραφικό την συμφιλίωση. Γράφει: «Στην Εκκλησία μαθαίνουμε... την "υπέρβαση"! ...[Ο Χριστός είπε:] "Εάν δε αμαρτήση εις σε ο αδελφός σου, ύπαγε και έλεγξον αυτόν μεταξύ σου και αυτού μόνου· εάν σου ακούση, εκέρδησας τον αδελφόν σου"...».
Η παραπάνω διαδικασία συνδιαλλαγής ισχύει για τα προσωπικά αμαρτήματα («εις σε») και όχι για αιρετικές θέσεις που εκφέρονται από επισκόπους δημοσίως και επιμόνως. Γι’ αυτές ισχύει το: όσα δημοσίως λέγονται, πρέπει δημοσίως και να διορθώνονται.
Αλήθεια, ποιό ήθος ακολουθεί ο κ. Αμβρ.; Σε ποιό άραγε Ευαγγέλιο πιστεύει; Πώς είπαν με τον «ετεροδοξούντα» Ζακύνθου το «εν ομονοία ομολογήσωμεν» χωρίς να έχουν την ίδια «ομολογία»; Έχει ξεπεράσει, άραγε, ο κ. Αμβρ. σε αγάπη και συγχωρητικότητα τον Χριστό και τους Αγίους, που άλλα διδάσκουν; Είναι παραπάνω από την Εκκλησία;
Ας αναρωτηθούμε οι Αιγιώτες: έχουμε δώσει την εντύπωση στον κ. Αμβρόσιο ότι απευθύνεται σε εκκλησιαστικά αναλφάβητους;
Σημάτης Παναγιώτης, θεολόγος