(Απόσπασμα από άρθρο του Φώτη Κόντογλου στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 15/8/1950)
Έχω την ιδέα πως ο πραγματικός χαρακτήρας της Παναγίας διατηρήθηκε στην ορθόδοξη λατρεία. Και ποιος είναι ο αληθινός χαρακτήρας της Παναγίας; Και πως μπορεί να παραμορφωθεί ένας πνευματικός τύπος που βρίσκεται μέσα στο Ευαγγέλιο κι από εκεί τον πήρανε όλοι οι Χριστιανοί; Ναι, όλα τα της θρησκείας μας βρίσκονται σωστά στα ιερά βιβλία, αλλά πολλά παραμορφωθήκανε από την ματαιοδοξία και από τη μικρολογία των ανθρώπων, που τα φέρνουνε στα μέτρα τους και τα λατρεύουνε κατά την καρδιά τους, Αν η καρδιά δεν είναι καθαρή από τα πάθη, δεν μπορεί να δει σωστά αυτά τα πνευματικά πράγματα αλλά τα βλέπει παραμορφωμένα, σαν το βλαμμένο μάτι είτε σαν τον καθρέφτη που το γυαλί του είναι λερωμένο ή καλύτερα σαν τον καθρέφτη που το γυαλί του έχει νερά και δεν είναι ίσιο και για τούτο παραμορφώνει εκείνο που καθρεφτίζει και το κάνει αγνώριστο, ολότελα άλλο πράγμα.
Έτσι κι ο χαρακτήρας της Παναγίας βρίσκεται μεν μέσα στο Ευαγγέλιο και σε όσα μας μετέδωσε γι αυτήν η ιερά Παράδοση, πλην παραμορφώθηκε ολότελα μέσα στις ψυχές από τον τρόπο που την λατρεύουνε κάποια θρησκευτικά συστήματα. Η ορθοδοξία δεν άλλαξε τίποτα απ’ ό,τι πήρε από τους Αποστόλους κι από τους πρώτους πατέρες και γι αυτό η ουσία της λατρείας έμεινε πνευματική, δηλαδή αληθινή. Δεν παραμορφώθηκε. Η ανταπόκριση ανάμεσα στη ουσία του Ευαγγελίου και στον τύπο της λατρείας είναι σωστή.
Σ’ αυτό συνετέλεσε πολύ και το ότι η Ανατολική Εκκλησία πέρασε από κατατρεγμούς, από σκληρά βάσανα και καθαρίσθηκε «ως χρυσός εν χωνευτηρίω», γιατί ο πόνος κι οι δοκιμασίες φέρνουνε ταπείνωση. Και χωρίς ταπείνωση δεν μπορεί να νιώσει ο χριστιανός αληθινά την πνευματική ουσία του Χριστιανισμού, αλλά την ψευτίζει και την παραμορφώνει.
Η θλίψη της καρδιάς είναι το θεμέλιο της θρησκείας του Χριστού και αν δε υπάρχει αυτή δεν θεμελιώνεται η μυστική Σιών, αλλά κάποιο άλλο σύστημα, ψεύτικο, που του δίνουνε οι άνθρωποι το ψεύτικο όνομα της Σιών. Γιατί όπου δεν υπάρχει καρδιά συντετριμμένη και τεταπεινωμένη, πως θα επιφοιτήσει το Πνεύμα το Άγιον, το Πνεύμα της Αληθείας, αφού λέγεται Παράκλητος, δηλαδή Παρηγορητής; Πως μπορεί να έλθει Εκείνος που παρηγορεί και που στερεώνει, εκεί που δεν υπάρχει θλίψη και κράξιμο για αλήθεια; Όπου υπάρχει θλίψη εκεί υπάρχει πάντα και η ταπείνωση. Να γιατί χωρίς την πνευματική θλίψη ο μέσα άνθρωπος δεν είναι μπορετό να καθρεφτίσει σωστά και αληθινά τα ιερά αρχέτυπα που βρίσκονται μέσα στο Ευαγγέλιο.
Στη καρδιά που δεν έχει μέσα της την ταπείνωση, παραμορφώνονται όλα τα πνευματικά της θρησκείας και γίνονται σαρκικά. Επειδή ο τέτοιος άνθρωπος δεν έχει πνευματικές αισθήσεις αλλά μονάχα σαρκικές και ό,τι αισθάνεται είναι σαρκικό και θαρρεί πως είναι πνευματικό. Τότε και το σύστημα της λατρείας που φτιάνει ο τέτοιος άνθρωπος γίνεται μια λειτουργία σαρκική με την οποία λατρεύει άλλα αντίς άλλα, τα ψεύτικα αντί τα αληθινά, μ’ όλο που θαρρεί πως λατρεύει τα αληθινά. Αυτό γίνεται κατά τη γνώμη μου στα θρησκευτικά συστήματα που δεν ήβρανε στο δρόμο τους διωγμούς και θλίψεις αλλά δόξα κοσμική και κυριαρχία κι από τούτο καταντήσανε συστήματα κοσμικά, σαρκικά και αντιπνευματικά, επειδή από τη καλοπέραση και από την κοσμική εξουσία έρχεται η αντιχριστιανική αλαζονεία και λείπουνε ολότελα οι πνευματικοί θησαυροί που έρχονται από την ταπείνωση
Έτσι ο Χριστιανισμός παραμορφώνεται κι ο άνθρωπος φτιάνει ένα σύστημα ολότελα ξένο κι ανάποδο από τη θρησκεία του Χριστού και το λέγει Χριστιανισμό. Αντί να πάγει ο άνθρωπος στα μέτρα του Χριστού «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού», φέρνει το Χριστό στα μέτρα του, βολεύει το μάταιό του φρόνημα με κάποιον νεκρό τύπο και μ’ αυτόν τον τρόπο θαρρεί πως είναι Χριστιανός.
Αυτά τα είπα για να φανεί πόσο παραμορφώθηκε ο χαρακτήρας της Παναγίας από αυτόν τον παραμορφωμένο Χριστιανισμό, μέσα στον οποίο όλα είναι παραμορφωμένα από την μικρολογία και από την ματαιοδοξία του ανθρώπου, από τον οποίο λείπει η μακάρια ρίζα της αληθινής ταπεινοφροσύνης. Η Παναγία απάνω απ’ όλα είναι ταπεινή, ταπεινοτάτη, αυτή η ίδια ή ρίζα της ταπείνωσης, απ’ όπου ξεκλαδίζουνται όλα τα αμάραντα χαρίσματα της βασιλείας του Θεού. Τα λιγοστά λόγια που είναι γραμμένα στο ιερό Ευαγγέλιο είναι ο απλός και συγκινητικός ύμνος της ταπείνωσης :
«Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου· ¨ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού· ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί· ότι εποίησέ με μεγαλεία ο δυνατός και άγιον το όνομα αυτού· και το έλεος αυτού εις γενεάν και γενεάν τοις φοβουμένοις αυτόν. Εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού· διεσκόρπισεν υπερηφάνους διανοία καρδίας αυτών· καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς, πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλεν κενούς». (Λουκ. Α΄, 47).
Όσοι λοιπόν τη λατρεύουνε αυτή την ταπεινή δούλη του Κυρίου σαν πεντάμορφη βασίλισσα θρονιασμένη απάνω σε σαρκικά θρονιά, δεν λατρεύουνε την Παναγία, αλλά λατρεύουνε και προσκυνάνε τη δική τους ματαιοδοξία και μωροφαντασία. Κάνουνε ένα είδωλο και το ντύνουνε με όλα τα ψεύτικα και άνοστα στολίδια που θέλουνε να ντύσουνε τον εαυτό τους και προσκυνάνε αυτό το είδωλο του εαυτού τους.
Ποια λοιπόν είναι η αληθινή Παναγία που γέννησε το Χριστό και που είναι γραμμένη στο Ευαγγέλιο; Ποια είναι η άσπιλος, η αμόλυντος, η κεχαριτωμένη; ΅Είναι αυτή που λατρεύεται με ταπεινό φρόνημα και με πόνο, γιατί κι εκείνη ήτανε ταπεινή, δούλη του Θεού, η ίδια η ταπείνωση και πονεμένη επειδή την καρδιά της την τρύπησε η ρομφαία, που είπε ο γέρο Συμεών, Για τούτο η Παναγία είναι η παρηγοριά για τις βασανισμένες ψυχές και για τα μαρτυρικά έθνη, για τούτο τη λατρεύουμε αληθινά εμείς οι Έλληνες, που είμαστε ένα έθνος βασανισμένο. Κι η ορθόδοξη εκκλησία μας είναι κι εκείνη σαν την Παναγία, τυραγνισμένη και δεν καυχιέται για την κοσμική της δόξα και για τα μαρτύρια που πέρασε και περνά, κατά τα λόγια που λέγει ο απόστολος Παύλος : « Ήδιστα ούν μάλλον καυχήσομαι εν ταις ασθενείαις μου». (Κορινθ. Β΄, 9)
Κι αυτή η εκκλησία λέγει τούτα τα σπαραχτικά λόγια με το στόμα ενός από τους Πατριαρχάδες της : «Αν δεν έχομεν σοφίαν εξωτέραν, έχομεν χάριτι Χριστού σοφίαν εσωτέραν και πνευματικήν, η οποία στολίζει τη ορθόδοξόν μας πίστιν και εις τούτο πάντοτε είμεσθεν ανώτεροι εις τους κόπους, εις τα σκληραγωγίας και εις το να σηκώνομεν τον σταυρόν μας και να χύνωμεν το αίμα μας δια τη πίστιν, την αγάπην την προς Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Εις την Ελλάδα τώρα τριακοσίους
χρόνους (1) κακοπαθούσιν οι άνθρωποι και βασανίζονται δια να στέκουν εις τη πίστιν τους και λάμπει η πίστις του Χριστού και το μυστήριο της ευσεβείας κι εσείς μου λέγετε ότι δεν έχομεν σοφίαν; Την σοφίαν σου δεν εθέλω εμπρός εις τον σταυρόν του Χριστού».
Όπου είναι πόνος εκεί είναι και η ταπείνωση κι όπου είναι ταπεινοσύνη βρίσκεται ο Χριστός και η Παναγία και όλοι οι Άγιοι.
(1) Αυτός ο Πατριάρχης έζησε ύστερα από τα 1600.