Ὁμιλία στὴ μνήμη τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου καὶ εὐαγγελιστοῦ, Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου (8 Μαΐου) Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

      


Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Σήμερα ἡ ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, ἐπιτελεῖ λαμπρὴ καὶ χαρμόσυνη πανήγυρη. Σήμερα ἑορτάζουμε τὴ μνήμη ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἀποστόλους τοῦ Κυρίου, ἑνὸς ἀπὸ τοὺς κορυφαίους ἀποστόλους, τοῦ ἁγίου ἐνδόξου εὐαγγελιστοῦ, ἐπιστηθίου, φίλου, παρθένου καὶ ἠγαπημένου μαθητοῦ τοῦ Κυρίου, Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.
Γι᾽ αὐτὸ συναθροισθήκαμε κι ἐμεῖς στὸν παλαιὸ καὶ λαμπρὸ τοῦτο ναὸ τοῦ Θεολόγου, στὸ εὐλογημένο τοῦτο χωριό, γιὰ νὰ τιμήσουμε τὸ κατὰ δύναμη καὶ εὐχαριστήσουμε κατὰ χρέος, γιὰ ὅσα προσέφερε καὶ προσφέρει σ᾽ ἐμᾶς, τὸν μέγιστο τοῦτον ἅγιο, μὲ ψαλμοὺς καὶ ᾄσματα πνευματικά, καὶ νὰ δοξάσουμε συνάμα τὸν Θεό, «τὸν ἐνδοξαζόμενον ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ».
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καταγόταν ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, ἄσημη κώμη στὰ παράλια τῆς λίμνης Γενησαρέτ. Ἦταν υἱὸς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ τῆς Σαλώμης, θυγατέρας τοῦ μνήστορος τῆς Θεοτόκου Ἰωσήφ, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς θεωρεῖται ὡς θεῖος τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννου. Ἡ Σαλώμη ὑπῆρξε καὶ μία ἀπὸ τὶς Μυροφόρες γυναῖκες. 

Ὁ Ἰωάννης, μαζὶ μὲ τὸν μεγαλύτερο ἀδελφό του Ἰάκωβο ἦταν ψαράδες στὴ λίμνη τῆς Γαλιλαίας ἢ θάλασσα τῆς Τιβεριάδος, ὅπως ἀλλοιῶς ἀποκαλεῖται στὰ Εὐαγγέλια, καὶ βοηθοῦσαν τὸν πατέρα τους στὸ ψάρεμα, ἦταν δὲ καὶ συνέταιροι μὲ τοὺς δύο συγχωριανούς τους καὶ αὐταδέλφους Πέτρο καὶ Ἀνδρέα. Οἱ τέσσερεις αὐτοὶ ψαράδες, μαζὶ καὶ μὲ ἄλλους εὐλαβεῖς συμπατριῶτες τους, ὅπως ὁ Φίλιππος καὶ ὁ Ναθαναήλ, γαλουχημένοι στὸν μωσαϊκὸ Νόμο καὶ τὰ κηρύγματα τῶν προφητῶν γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία Χριστοῦ, ἔγιναν ἀρχικὰ μαθητὲς τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ποὺ κήρυττε τὴ μετάνοια καὶ βάπτιζε συμβολικὰ τοὺς ἀνθρώπους στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Ὅταν δὲ ὁ Χριστός μας, μετὰ τὴ βάπτισή Του καὶ τὴν τεσσαρακονθήμερη νηστεία, κατῆλθε ἀπὸ τὸ Σαραντάριο ὄρος στὴν ἔρημο, ὁ Πρόδρομος τὸν ὑπέδειξε στοὺς μαθητές του Ἀνδρέα καὶ Ἰωάννη, ποὺ ἐκείνη τὴν ὥρα συζητοῦσαν μαζί του, ὡς τὸν προσδοκώμενο Μεσσία, λέγοντας: «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 1,29). Κι ἀφοῦ κι αὐτοὶ καὶ οἱ πιὸ πάνω συγχωριανοί τους γνώρισαν τὸν Ἰησοῦ καὶ τὸν ἀκολούθησαν γιὰ λίγο διάστημα, ἐπιβεβαιώθηκαν ἀπὸ ὅσα θαυμαστὰ καὶ παράδοξα εἶδαν καὶ ἄκουσαν κοντὰ στὸν θεῖο Διδάσκαλο, ὅτι πράγματι αὐτὸς ἦταν ἡ προσδοκία τοῦ Ἰσραὴλ καὶ τῶν ἐθνῶν, ὁ σαρκωθεὶς γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται» (Ἰω. 1, 46). Γι᾽αὐτό, κι ὅταν σὲ λίγο τοὺς κάλεσε ἐπίσημα πλέον καὶ ὁριστικὰ ὁ Δεσπότης Χριστὸς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν, γιὰ νὰ γίνουν ἁλιεῖς, ψαράδες ἀνθρώπων μὲ τὸν εὐαγγελικὸ κήρυγμα, καὶ νὰ τοὺς ἐκβάλλουν ἀπὸ τὴν ἁλμυρὴ θάλασσα τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἁμαρτίας, αὐτοὶ ἀμέσως, χωρὶς δισταγμὸ καὶ ἀναβολή, ἐγκατέλειψαν τὰ πάντα καὶ Τὸν ἀκολούθησαν διὰ βίου.
Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη, ὁ Ἰωάννης οὐδέποτε ἀποχωρίσθηκε ἀπὸ τὸν ἀγαπημένο του Διδάσκαλο καθόλη τὴ ζωή του. Γιὰ τὴ μεγάλη του λοιπὸν ἀρετὴ καὶ τὴν ψυχική του καθαρότητα, ἐντάχθηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἰάκωβο καὶ τὸν Πέτρο, στὸν στενώτερο κύκλο τῶν μαθητῶν Του. Αὐτοὺς τοὺς τρεῖς εἶναι ποὺ πῆρε μαζί του ὁ Κύριος στὴν ἀνάσταση τῆς θυγατέρας τοῦ Ἰαείρου, στὴ Μεταμόρφωσή του στὸ ὄρος Θαβὼρ καὶ στὴν ἀγωνιώδη του προσευχὴ πρὶν τὸ ἄχραντο Πάθος στὸ κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Διακρίθηκε λοιπὸν ὁ Ἰωάννης γιὰ τὴ φλογερὴ ἀγάπη καὶ ὁλόψυχη ἀφοσίωση πρὸς τὸν Χριστό. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τόσο ἀγαπήθηκε ἀπ᾽ Αὐτόν, ὥστε ἔγινε ὁ κατεξοχὴν ἠγαπημένος μαθητής Του. Αὐτὸς ἀνέπεσε στὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, αὐτὸς μόνος μὲ τὴ Θεοτόκο παρέμεινε ἄφοβος στὸ σταυρικό Του Πάθος, γι᾽ αὐτὸ καὶ κατέστη ἀπὸ τὸν Κύριο ἀδελφός Του καὶ υἱὸς τῆς Παναγίας Μητρός του: «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου... (Ἰωάννη), ἴδε ἡ μήτηρ σου». Κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ παρθένος μαθητὴς ἔλαβε τὴν παρθένο Μητέρα στὸν οἶκο του (Ἰω.19,26-27).
Καί, μετὰ τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψη στοὺς οὐρανοὺς τοῦ Κυρίου καὶ τὴν κάθοδο τοῦ Ἀγίου Πνεύματος κατὰ τὴν Πεντηκοστή, περιῆλθε ὁ Ἰωάννης, πλεῖστα ὅσα μέρη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μὲ κόπους καὶ θλίψεις καὶ διωγμούς, κηρύσσοντας τὸ Εὐαγγέλιο τῆς οὐράνιας βασιλείας καὶ θαυματουργώντας. Τελικά, μαζὶ μὲ τὸν μαθητή του Πρόχορο, ἕνα ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ διακόνους καὶ ἑβδομήκοντα ἀποστόλους, πεζοπορῶντας, ἔφθασαν στὴν Ἔφεσο. Στὴ μεγαλόπολη τούτη, μέσα σὲ πολλοὺς πειρασμοὺς καὶ δοκιμασίες, μὲ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὰ μεγάλα του θαύματα, κατόρθωσε ὁ Ἰωάννης νὰ μεταστρέψει στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ πλῆθος εἰδωλολατρῶν. Πολλοὶ τότε Ἐφέσιοι, ποὺ ἐπέμειναν μὲ πάθος στὴ λατρεία τῶν εἰδώλων, κατήγγειλαν μὲ ἀναφορά τους τὸν Ἰωάννη γιὰ τὴν ἱεραποστολική του δράση στὸν Ρωμαῖο αὐτοκράτορα Δομιτιανό (81-96), καὶ πέτυχαν τὴν ἐξορία του μαζὶ μὲ τὸν Πρόχορο στὴ νῆσο Πάτμο.
Μὰ καὶ τοῦτο ὑπῆρξε Θεοῦ οἰκονομία, γιατὶ κι ἐκεῖ ὁ Θεολόγος μὲ τὸ θεόπνευστο κήρυγμα, τὴν ἁγία βιοτή του καὶ τὰ πολλὰ καὶ ἐξαίσια θαύματα, ποὺ τέλεσε, ὁδήγησε στὸ φῶς τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πλείστους ὅσους κατοίκους τοῦ νησιοῦ. Ἐκεῖ εὑρισκόμενος, κάποια Κυριακή, ἐνῶ προσευχόταν σ᾽ ἕνα σπήλαιο, ὁ βράχος ἐπάνω του σχίσθηκε στὰ τρία καὶ ἐμφανίσθηκε μέσα σὲ ἑπτὰ λυχνίες ὁ Χριστὸς μέσα σὲ ὑπέρλαμπρο φῶς, καὶ φώτισε τὸν ἀγαπημένο του μαθητὴ νὰ συγγράψει τὸ συγκλονιστικὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως. Τὸ ἔτος 98, ὁ αὐτοκράτορας Τραϊανὸς ἀνακάλεσε μὲ διάταγμά του τὸν Ἰωάννη ἀπὸ τὴν Πάτμο στὴν Ἔφεσο, ὅπου συνέγραψε, ὑπαγορεύοντας στὸν μαθητή του Πρόχορο, τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του, καὶ ποὺ εἶναι τὸ τελευταῖο χρονολογικὰ βιβλίο ποὺ γράφηκε τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Σύμφωνα μὲ τὰ Συναξάριά του, ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης ἦταν 56 ἐτῶν, ὅταν ἀναχώρησε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, 9 χρόνια κήρυττε στὴν Ἔφεσο, 15 χρόνια στὴν Πάτμο καὶ 26 καὶ πάλι στὴν Ἔφεσο, ὅπου καὶ ἐκοιμήθη εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία σχεδὸν 106 ἐτῶν. Εἶναι δὲ ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, ποὺ δὲν τελειώθηκε μαρτυρικά, ἄνκαι ὑπέμεινε στὴ ζωή του πολλὲς θλίψεις καὶ δοκιμασίες.
Γιὰ τὸν ἰδιαίτερα ἀγαπημένο ἀπ᾽ Αὐτὸν μαθητή Του, ὁ Ἰησοῦς μας οἰκονόμησε καὶ αὐτὴ τὴν ἐξαίρετη χάρη, δηλαδὴ τὴ μετάστασή του στοὺς οὐρανούς, ποὺ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας στὶς 26 Σεπτεμβρίου. Τί σημαίνει ὅμως μετάσταση; Σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀλλὰ καὶ ἡ Παναγία μας, ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν καὶ ἀναλήφθηκε μὲ τὸ σῶμα στοὺς οὐρανούς!
Κι αὐτὴ βέβαια ἡ ἰδιαίτερη χάρη τοῦ ἐπιφυλάχθηκε γιὰ τὶς μεγάλες ἀρετές του, καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἄκρα καθαρότητα καὶ παρθενία ψυχῆς καὶ σώματος, ποὺ τήρησε! Κι ὅπως ὡραιότατα σημειώνει στὸ Ἐγκώμιό του στὸν Ἰωάννη Θεολόγο ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «Μόνο αὐτὸς ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους καὶ ὅλους τοὺς πρὶν ἀπ᾽ αὐτὸν καὶ μετὰ ἀπ᾽ αὐτὸν περιβόητους κατόρθωσε νὰ καλεῖται ἀπὸ ὅλους παρθένος, γιατί, ὅπως φαίνεται, μόνος αὐτὸς φύλαξε σ’ ὅλο τὸν βίο του καὶ τὰ δύο, καὶ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, καὶ τὸν νοῦ καὶ τὶς αἰσθήσεις, καθαρά. Τὴν παρθενία τοῦ σώματος βέβαια λίγοι τὴν κράτησαν, ἀλλὰ τὴ γνωρίζουν σχεδὸν ὅλοι, τῆς ψυχῆς ὅμως ἀκριβὴς παρθενία εἶναι ἡ ἀσυμβίβαστη γνώμη πρὸς κάθε ἁμαρτία. Ὥστε μὲ τὸ προσωνύμιο αὐτό, δηλ. τό, παρθένος, προσμαρτυρεῖται στὸν Ἰωάννη σχεδὸν ἡ ἀναμαρτησία. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔγινε ἀγαπημένος στὸν μόνο ἀπὸ τὴ φύση του ἀναμάρτητο Χριστό, καὶ αὐτὸ τὸ ἐπώνυμο μόνος αὐτὸς ἀπὸ ὅλους τὸ ἀπέκτησε.»
Σήμερα, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὸν Θεολόγο Ἰωάννη γιὰ ἕνα ἄλλο μεγάλο καὶ θαυμαστὸ γεγονός. Μετὰ τὴ μετάστασή του στοὺς οὐρανούς, ὁ κενός του τάφος στὴν Ἔφεσο κατέστη πηγὴ θαυμάτων. Κάθε χρόνο δηλαδή, κατὰ τὶς 8 Μαΐου, ὁ τάφος του ἀνέβλυζε μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἕνα εἶδος σκόνης, τὸ ὁποῖο οἱ ἐντόπιοι ἀποκαλοῦσαν «Μάννα», καὶ ἡ ὁποία θεράπευε τὶς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ὅσων ἀλείφονταν μὲ αὐτὴ μὲ πίστη.
Ἀλλά, ἐπειδὴ ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει τοὺς ἁγίους, καὶ μάλιστα στὶς πανηγύρεις τους, ὡς πρότυπα ζωῆς, γι᾽ αὐτὸ καὶ διαβάζονται σ᾽ αὐτὲς οἱ Βίοι τους, γιὰ νὰ τοὺς μιμηθοῦμε κι ἐμεῖς τὸ κατὰ δύναμη, ἂς ἀγωνισθοῦμε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, σὰν καλὲς μέλισσες, νὰ πάρουμε κάτι ἀπὸ τὴ γύρη τῶν πανεύοσμων ἀνθέων τῶν ἀρετῶν τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Ποιές ἦταν αὐτές; Ἤδη τὶς περιγράψαμε: Ἡ θερμή του πίστη στὸν Θεό, ἡ ἁγνότητα καὶ καθαρότητά του, ἡ ἐλπίδα, ἡ ὑπακοὴ στὸ θεῖο θέλημα καὶ πλεῖστες ἄλλες˙ ἰδιαίτερα ὅμως, ἡ κορυφαία καὶ θεώνυμη ἀγάπη, ἡ διπλὴ ἀγάπη, στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Καὶ γιὰ τὴν ἀρετὴ τούτη εἶναι γεμάτα τὰ ἔργα του, τὰ βιβλία του στὴν Καινὴ διαθήκη, ἐξαιρέτως δὲ ἡ Α´ Καθολικὴ Ἐπιστολή του, ποὺ ἀποτελεῖ ἄφθαστο ἐγκώμιο τῆς ἀγάπης καὶ ἀποπνέει ὅλο τὸ θεοστάλακτο ἄρωμά της: «Ἀγαπητοί, ἀγαπῶμεν ἀλλήλους», γράφει ἐκεῖ μεταξὺ ἄλλων, «ὅτι ἡ ἀγάπη ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι, καὶ πᾶς ὁ ἀγαπῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται καὶ γινώσκει τὸν Θεόν. ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν.» Καί, δὲν νοεῖται ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, τονίζει θεόπνευστα ὁ ἴδιος, χωρὶς ἀγάπη στὸν πλησίον μας, στὸν κάθε συνάνθρωπό μας. Καὶ ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ἀσφαλῶς μόνο λόγια˙ εἶναι κατεξοχὴν ἔργα! Μὲ ὅποιο τρόπο μποροῦμε, ἐπιβάλλεται κι ἐμεῖς νὰ τὴν ἐξασκοῦμε, ἀπαλύνοντας τὸν πόνο καὶ τὶς ἀνάγκες τῶν πλησίον μας. Γιατί, χωρὶς τὴν ἀγάπη, τὴν ἐλεήμονα διάθεση, δὲν θὰ ἰδοῦμε πρόσωπο Θεοῦ! Φθάνει νὰ ἀναλογισθοῦμε τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Κρίσεως: Ἐκεῖ ἰδιαίτερα μᾶς ζητεῖται λόγος γιὰ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης στοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφούς μας, ἂν τὰ πράξαμε ἢ ὄχι!
Ἂς παρακαλέσουμε θερμὰ τὸν Κύριο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ μᾶς δωρήσει καὶ νὰ ἐπαυξήσει μέσα μας τούτη τὴν μέγιστη ἀρετή τῆς ἀγάπης, μὲ τὶς ἱκεσίες τοῦ ἠγαπημένου Του καὶ μαθητῆ τῆς ἀγάπης, ἐνδόξου ἀποστόλου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ποὺ τὴν ἑορτή του πανηγυρίζουμε, καὶ ὅλων τῶν ἁγίων, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσει μὲ τὸ ἔλεός του τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἀμήν!