"Ο υποβιβασμός του Αγίου Όρους σε ένα κοινό τμήμα της επικράτειας ενός εξαρτημένου κράτους, θα επιτείνει την τάση της μεταβολής του σε θέρετρο θρησκευτικού τουρισμού ως κλάδος αυτού που βλακωδώς ονομάστηκε “βαριά βιομηχανία” της Ελλάδας".
Μήπως γι' αυτό έχουν αυξηθεί τόσο πολύ οι αναφορές και οι ομιλίες ιεραρχών και κληρικών (και Αγιορειτών) με θέμα τον τουρισμό;
Γιατί η Αθήνα υπονομεύει το αυτοδιοίκητο του Αγίου Όρους
Δεν θα κομίσουμε γλαύκα εις Αθήνας, επισημαίνοντας την κενότητα της νεοφιλελεύθερης “ελευθεριακής” ρητορικής. Μόνον αφελείς πλέον πιστεύουν ότι ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης, του μετακαπιταλισμού ή της τεχνοφεουδαρχίας, όπως και αν τον ονομάσουμε, είναι αυτό που δηλώνουν οι απολογητές του: ένας κόσμος ελευθερίας, δικαιωμάτων, χειραφέτησης από την κρατική κηδεμονία, ανεξαρτησίας, δημιουργικής πρωτοβουλίας και ανοικτών οριζόντων για όλους.
Πάλιν και πολλάκις διαπιστώνουμε ότι πίσω από τον φετιχισμό των ωραίων λέξεων αυτής της “νέας ομιλίας” (new speech το ονόμαζε ο Όργουελ), με δυσκολία κρύβεται η ακόρεστη πλεονεξία πλουτισμού όλο και λιγότερων. Και βεβαίως η συναφής, αγωνιώδης προσπάθεια να τεθεί υπό ολοκληρωτικό έλεγχο από αδιαφανείς και απαλλαγμένους από υποχρέωση λογοδοσίας φορείς, κάθε πεδίο, κάθε διάσταση ανθρώπινης δραστηριότητας.
Στο όνομα του νεοτερισμού, του εκσυγχρονισμού και του δικαιωματισμού, επιχειρείται η διάβρωση θεσμών που έχουν την δική τους απρόβλεπτη άρα επικίνδυνη δυναμική. Επιχειρείται η ισοπέδωση κάθε εναπομένοντος θυλάκου που διέπεται από ετερογενή νοηματοδότηση του βίου από την κρατούσα, αποκλίνοντας από την ισοπέδωση της γενικευμένης αδιαφορίας. Ό,τι δεν υπάγεται στη “λογική” της κερδοφορίας αποτελεί αναχρονισμό και παράδοξο. Κι ό,τι δεν υποτάσσεται ή διαφεύγει του πανοπτικού ελέγχου είναι ακατανόητο, απρόβλεπτο και άρα επικίνδυνο.
Το Άγιον Όρος, ως ιδιαίτερος τρόπος πνευματικού και θεσμικού βίου, ως κοινότητα προσώπων και ως ιδιόμορφο καθεστώς, συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά μιας ακατανόητης ανωμαλίας που “πρέπει” να τιθασευτεί. Η καχυποψία του κράτους απέναντι στην αυτοδιοικούμενη και ανεξέλεγκτη Αθωνική Πολιτεία δεν είναι κάτι νέο. Η κορυφαία απόπειρα “άλωσης” και καταπάτησης του ειδικού προνομιακού του καθεστώτος έγινε το 1969 επί στρατιωτικής δικτατορίας.
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ο κίνδυνος κατάλυσης του αυτοδιοίκητου του Αγίου Όρους προήλθε από μια κωμικοτραγική χούντα, η οποία καπηλευόμενη τόσο τον πατριωτισμό, όσο και την θρησκευτική πίστη των Ελλήνων, προώθησε ως σύνθημά της εκείνο το καταγέλαστο όσο και υποκριτικό “Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών”. Η χούντα λοιπόν με το ΝΔ 124/1969 αποπειράθηκε να προσβάλει το αυτοδιοίκητο του Αγίου Όρους με την διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του εκεί Πολιτικού Διοικητή. Τον μετέτρεπε σε ουσιαστικό διοικητή, στον οποίο θα ήταν υπόχρεες σε λογοδοσία η Ιερά Κοινότητα και οι διοικήσεις των Ιερών Μονών, με πρόβλεψη επιβολής ποινών σε περίπτωση ανυπακοής. Το νομικό αυτό έκτρωμα απεσύρθη αρκετά μετά το τέλος του δικτατορικού καθεστώτος, μετά από την μαχητική στάση της Ιεράς Κοινότητας και του συνόλου των Ιερών Μονών.
Αυτοδιοίκητο και διεθνείς συνθήκες
Το ελληνικό κράτος, ωστόσο, προσπάθησε και πάλι, με αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (1991) και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (1994), με ηπιότερο τρόπο να αναθεωρήσει το ειδικό αυτοδιοικητικό καθεστώς. Η στάση αυτή κρατάει από την εποχή της Βαυαροκρατίας, την περίοδο της Αντιβασιλείας υπό τον Μπάουερ. Και όπως θα δούμε, κορυφώνεται στις μέρες μας, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, της μεταδημοκρατίας και της αποικιοκρατίας του χρέους, με νέα ορμή και αποφασιστικότητα.
Σε τι έγκειται όμως το ειδικό καθεστώς του Αγίου Όρους; Το άρθρο 105 του Συντάγματος αναγνωρίζει ότι αποτελεί «αυτοδιοίκητο τμήμα του ελληνικού κράτους», σύμφωνα με το «αρχαίο προνομιακό καθεστώς του» (105. §1). Σύμφωνα με το αρχαίο αυτό καθεστώς, το Άγιον Όρος διοικείται από τις 20 Ιερές Μονές του, δια των εκπροσώπων τους που αποτελούν την Ιερά Κοινότητα. Οι λεπτομερείς λειτουργίες των καθεστώτων του Αγίου Όρους ορίζονται από τον Καταστατικό Χάρτη του, τον οποίον συντάσσουν και ψηφίζουν οι Ιερές Μονές και επικυρώνει το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η Βουλή των Ελλήνων (105. § 3). «Δεν επιτρέπεται καμία απολύτως μεταβολή στο διοικητικό σύστημα ή στον αριθμό των Mονών του Aγίου Όρους…» (105. §2).
Τόσο η πνευματική όσο και η διοικητική εποπτεία (από το Πατριαρχείο και από το ελληνικό κράτος, αντίστοιχα) έχουν ως αντικείμενό τους την «ακριβή τήρηση των αγιορείτικων καθεστώτων». Ο Καταστατικός Χάρτης έχει κυρωθεί από το ελληνικό κράτος με Νομοθετικό Διάταγμα (10/16 Σεπτεμβρίου 1926). Η συνταγματική του αναγνώριση, η οποία σημαίνει την αναγνώριση ότι οι διοικητικές εξουσίες του κράτους ασκούνται μόνον εντός του ορίου του Καταστατικού Χάρτη, απορρέει από την υποχρέωση συμμόρφωσης του ελληνικού κράτους προς τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει. Παραγνωρίζεται συχνά το γεγονός ότι το αυτοδιοίκητο δεν είναι δοτό από το ελληνικό κράτος, όπως συμβαίνει με άλλες περιπτώσεις αυτοδιοίκησης, αλλά απορρέει από το διεθνές δίκαιο.
Το αρχαίο καθεστώς του Αγίου Όρους έχει αναγνωριστεί νομικά από τις διεθνείς συνθήκες του Βερολίνου (1878), του Λονδίνου (1913), των Αθηνών (1913), των Σεβρών (1920) και της Λωζάννης (1923). Για τον λόγο αυτό άλλωστε το Άγιον Όρος, ήδη από το 1912, οπόταν προσαρτήθηκε στο ελληνικό κράτος, συσχετίστηκε με το Υπουργείο Εξωτερικών κι όχι με το Υπουργείο Εσωτερικών, όπως κάθε άλλη περιοχή που περιήλθε στην κυριαρχία του ελληνικού κράτους.
Υπονομεύεται το αυτοδιοίκητο
Το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να αποδεσμευθεί μονομερώς από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει. Η μόνη εξουσία που ασκείται από το ελληνικό κράτος (δια του πολιτικού διοικητού και των αστυνομικών οργάνων του) επί του εδάφους του Αγίου Όρους είναι η προάσπιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας κι αφορά αποκλειστικά σε αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου. Ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση, όμως, απαιτείται βάσει του Καταστατικού Χάρτη, η απαραίτητη παρουσία εκπροσώπου της Ιεράς Κοινότητας κατά τη διεξαγωγή της έρευνας και των ανακρίσεων. Για όλες τις άλλες παραβάσεις, δικαστική εξουσία έχει αποκλειστικά η Ιερά Κοινότητα. Επί πλέον, οι εξουσίες των διοικητικών οργάνων του Αγίου Όρους δεν υπόκειται σε κανέναν έλεγχο ούτε σε επιβολή κυρώσεων από την κεντρική διοίκηση του κράτους.
Το αυτοδιοίκητο, λοιπόν, κατ’ όνομα μόνον ομοιάζει προς άλλες περιπτώσεις αυτοδιοίκησης. Το προνομιακό καθεστώς αυτοδιοίκησης του Αγίου Όρους αποκλίνει από τις κοινές περιπτώσεις αυτοδιοίκησης (Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές) σε τρία σημεία: Το καθεστώς συγκρότησης κάθε αρχής, το είδος και το εύρος της κρατικής εποπτείας και την επιβολή πειθαρχικού ελέγχου.
Στη μνημονιακή Ελλάδα, παρατηρούμε ότι εντείνεται η προσπάθεια του ελληνικού κράτους να αναιρέσει το ειδικό καθεστώς του Αγίου Όρους, να παραβιάσει τον Καταστατικό Χάρτη και να το υπαγάγει στον δικό του έλεγχο ως μια κοινή περιοχής της επικρατείας του. Έτσι με το Προεδρικό Διάταγμα 7/2017, επιχειρείται η υπαγωγή του Αγίου Όρους σε εξωαγιορείτικη διοικητική οντότητα, στη Γενική Περιφερειακή Διεύθυνση Κεντρικής Μακεδονίας και την υπαγόμενη σε αυτή Αστυνομική Διεύθυνση Χαλκιδικής, στην οποία υπάγεται πλέον το Αστυνομικό Τμήμα των Καρυών. Το 2022 η κατάσταση επιδεινώνεται με το ΠΔ 22/2022. Το Αστυνομικό Τμήμα του Αγίου Όρους αναβαθμίζεται τώρα σε πλήρη Διεύθυνση (Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αγίου Όρους). Αυτή η νέα Διεύθυνση υπάγεται απευθείας στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο αποτελεί βεβαίως εξωαγιορείτικη διοικητική οντότητα. Αυτό σημαίνει απώλεια του συνταγματικά αναγνωρισμένου ειδικού αυτοδιοικητικού καθεστώτος.
Ίσως να μην είναι τόσο αθώες
Οι εξελίξεις αυτές συνήθως απασχολούν μικρό αριθμό αγιορειτών μοναχών και στην ευρύτερη κοινωνία περνούν απαρατήρητες και ασχολίαστες, σαν “αδιάφορες”. Ίσως όμως να μην είναι τόσο αθώες ή τόσο περιορισμένου ειδικού ενδιαφέροντος, αν σκεφτεί κανείς την επιμονή και τον ζήλο που δείχνει η πολιτική ελίτ, αλλά και ο “διεθνής παράγων” για την επιβολή ολοκληρωτικού ελέγχου επί της Αθωνικής Πολιτείας. Ο υποβιβασμός του Αγίου Όρους σε ένα κοινό τμήμα της επικράτειας ενός εξαρτημένου κράτους, θα επιτείνει την τάση της μεταβολής του σε θέρετρο θρησκευτικού τουρισμού ως κλάδος αυτού που βλακωδώς ονομάστηκε “βαριά βιομηχανία” της Ελλάδας.
Ίσως όμως πέραν των πνευματικών, να υπάρχουν και σοβαρές πολιτικές συνέπειες, καθώς η πλήρης αναθεώρηση του αρχαίου καθεστώτος παραβιάζει τις διεθνείς συνθήκες, εν προκειμένω δε την Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία, ως γνωστόν, ήδη αμφισβητείται και προσβάλλεται σαν “απαρχαιωμένη” από την κύρια αναθεωρητική δύναμη της περιοχής, που επιβουλεύεται την ακεραιότητα της χώρας. Η άλωση του Αγίου Όρους από ένα κράτος που θα έχει αλωθεί το ίδιο, θα αποτελέσει μια οδυνηρή πολιτισμική και πνευματική ήττα για τον Ελληνισμό. Ίσως η υβριδική επίθεση που δέχεται ο τελευταίος, με ακέραια την ευθύνη της εγχώριας πολιτικής ελίτ, να είναι περισσότερο σύνθετη και πολυσχιδής από όσο νομίζαμε. Και ίσως πιο ριζική.
Μήπως θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή σε γεγονότα, όπως εκείνο που προηγήθηκε του ΠΔ 22/2022;
Τον Ιανουάριο 2022 έλαβε χώρα το 3ο Συνέδριο Θρησκευτικής Διπλωματίας, με την συνδιοργάνωση του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με την υποστήριξη της Μ.Κ.Ο. “Αιγέας” (του τότε Πολιτικού Διοικητή του Αγίου Όρους εφοπλιστή Αθανασίου Μαρτίνου), και της ελληνικής έκδοσης του αμερικανικού Foreign Affairs υπό τον τίτλο “Η Διεθνής Διάσταση τού Αγίου Όρους. Λίκνο Πολιτισμού και Πνευματικότητας”. Μεταξύ των συνέδρων, ο γνωστός και μη εξαιρετέος (τότε) πρέσβης των ΗΠΑ, Geoffrey Pyatt, πολύ γνωστός και για τη δράση του στην Ουκρανία. Ίσως μάθουμε προσεχώς, προς τι τόσο ενδιαφέρον από μέρους του Αμερικανού πρέσβη. Εκτός εάν υποθέσουμε ότι ο Geoffrey Pyatt γοητεύτηκε από τις χάρες του ασκητικού βίου ή αποφάσισε να κάνει την μετάνοιά του! Ποιος ξέρει! «τὰ κρίματά σου ὡσεὶ ἄβυσσος πολλή…»