Ο κ. Χαραλάμπους παραδέχεται τις αποτειχίσεις επί Μ. Βασιλείου από τους εν Εκκλησία αιρετικούς, αλλά ο ίδιος αρνείται να μιμηθεί τον Άγιο. Τότε γιατί τις αναφέρει;
Τοῦ κ. Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Κάποιοι στὴν προσπάθειά τους νὰ στηρίξουν τὴν ὀνομασία “ἑτερόδοξες ἐκκλησίες”, τοῦ τελικοῦ κειμένου τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης, μέχρι καὶ τὸν Ἅγιο Βασίλειο χρησιμοποίησαν, λανθασμένα φυσικά. Εἶναι μεγάλη καὶ βλάσφημη ἡ παρερμηνεία τὴν ὁποία προβάλλουν, ὅτι δῆθεν αὐτὸ εἶχε κάνει καὶ ὁ Ἅγιος Βασίλειος γιὰ τοὺς Ἀρειανούς.
Πῶς μπορεῖ νὰ προτάσσεται τέτοια παραποίηση τῆς στάσης τοῦ Ἁγίου Βασιλείου; Καὶ ὅταν αὐτὰ λέγονται ἀπὸ πανεπιστημιακούς, τὸ πρόβλημα καθίσταται ἀκόμα πιὸ μεγάλο καὶ ἡ παρερμηνεία ἀκόμα μεγαλύτερη.
Προσπαθοῦν ἀγωνιωδῶς νὰ βροῦν ἐρείσματα γιὰ τὴ χρήση τοῦ ὅρου “ἑτερόδοξες ἐκκλησίες”, ἀφοῦ ἡ ὁρολογία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, δὲν εἶναι ἀρωγὸς σὲ τέτοιο ὀλίσθημα. Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἐπιμονὴ τους αὐτή, ὁδήγησε στὴ λανθασμένη χρήση τῆς στάσης τοῦ Ἁγίου Βασιλείου. Δὲν εἶναι τὶς κοινότητες τῶν ἀρειανῶν ποὺ ἀποκάλεσε ὁ Ἅγιος Βασίλειος “Ἐκκλησία”, ἀλλὰ τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες, στὶς ὁποῖες βιαίως ἐτοποθετοῦντο ἀρειανοὶ ἐπίσκοποι καὶ ἀποτέμνοντο. Ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης (364-378), ἦταν ἀρειανὸς καὶ ὡς ἐκ τούτου συνέβαλε ἀποφασιστικὰ στὴν ἀπομάκρυνση Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων καὶ στὴν βίαιη τοποθέτηση ἀρειανῶν στὶς κατὰ τόπους Ἐκκλησίες.
Νὰ ἐνθυμίσουμε ὅτι ἐπὶ Οὐάλη οἱ Ἀρειανοὶ ἐξεδίωκον τοὺς Ὀρθόδοξους ἀπὸ τοὺς Ναοὺς καὶ τοὺς καταλάμβαναν, ὅπως γιὰ παράδειγμα εἶχε συμβεῖ στὸ Ναὸ τῆς Νίκαιας, ὁ ὁποῖος καταλήφθηκε ἀπὸ ἀρειανούς.
Γιὰ τὴ δεινὴ αὐτὴ κατάσταση στὴν ὁποία περιῆλθε ἡ Ἐκκλησία, πρωταγωνιστικὸ ρόλο ἔπαιξε καὶ αὐτοκράτορας Οὐάλης, ὁ ὁποῖος ἦταν προστάτης τῶν ἀρειανῶν. Κατάφερε λοιπὸν ὁ Οὐάλης νὰ χωρίσει τὴν ἐπισκοπὴ Καππαδοκίας σὲ δύο ἐπισκοπές, ἐκείνη τῆς Καισάρειας, ὅπου Ἐπίσκοπος ἔμεινε ὁ Ἅγιος Βασίλειος καὶ ἐκείνη τῶν Τυάνων, ὅπου τοποθετήθηκε ἐτσιθελικὰ ὁ ἀρειανὸς Ἄνθιμος.
Στὴν ἐπιστολὴ 98 “πρὸς Εὐσέβιον Ἐπίσκοπον Σαμοσάτων”, ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἀποκαλεῖ τὴν ἐπισκοπὴ Τυάνων «δευτέραν Καππαδοκίαν». Ἡ ἀποτμηθεῖσα λοιπὸν ἐπισκοπή Τυάνων, μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Ἀνθίμου ἑνώθηκε καὶ πάλι μὲ τὴν Καισάρεια.
Στὴν ἐπιστολὴ 34 “Πρὸς Εὐσέβιον Ἐπίσκοπον Σαμοσάτων”, ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἀναφέρεται στὴν καθυστέρηση τῆς διαδοχῆς τοῦ θανόντος ἐπισκόπου Σιλουανοῦ στὴν Ταρσὸ καὶ στὴν τοποθέτηση ἀρειανοῦ.
“Οἴχεται ἡμῖν καὶ ἡ Ταρσός”, γράφει ὁ Ἅγιος Βασίλειος. Ἡ πλειοψηφία ὅμως τῶν ἱερέων στὴν ἐπισκοπὴ τῆς Ταρσοῦ παρέμειναν Ὀρθόδοξοι. Ἀντιλαμβανόμαστε πῶς οἱ ἀρειανοὶ ἐνεργοῦσαν στὸ ἐκκλησιαστικὸ περιβάλλον.
Τὸ ὅτι δὲν εἶναι τοὺς ἀρειανοὺς ποὺ ἀποκάλεσε μὲ τὴ φράση ἐκείνη ὁ Ἅγιος Βασίλειος “Ἐκκλησία”, διαφαίνεται καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ ἔργα του. Ἂν προστρέξει κανεὶς στὰ συγγράμματα τοῦ Ἁγίου, θὰ δεῖ ὅτι ἡ χρήση τοῦ ὅρου Ἐκκλησία ἀφορᾶ τὴν Μία Ἁγία Ἐκκλησία καὶ ὁ ὅρος Ἐκκλησίες τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες. Στὶς ἐπιστολὲς 176, 190, 200, 202, 231, 232, 248 κ.ἄ, “Πρὸς Ἀμφιλόχιον Ἐπίσκοπον Ἰκονίου”, ὅπου γίνεται ἀναφορὰ σὲ Ἐκκλησία ἢ Ἐκκλησίες αὐτὸ συμβαίνει.
Στὴν Ἐπιστολὴ (141) τοῦ Ἁγίου Βασιλείου “πρὸς Εὐσέβιον Ἐπίσκοπον Σαμοσάτων”, ἡ ὁποία εἶχε γραφτεῖ τὸ 373μ.Χ. καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς κατάληψης κάποιων ἐπισκοπῶν τῆς γύρω περιοχῆς τῆς Καππαδοκίας ἀπὸ ἀρειανούς, δίδεται ἡ ἀπάντηση σὲ ὅσους ἐπιζητοῦν νὰ μάθουν γιὰ τὶς πολὺ διαφορετικὲς συνθῆκες στὸ ἐκκλησιαστικὸ περιβάλλον τὰ χρόνια, κατὰ τὰ ὁποῖα ἔζησε ὁ Ἅγιος Βασίλειος.
Ἦταν ἡ περίοδος κατὰ τὴν ὁποία ἀρειανοὶ ἀλλὰ καὶ φιλοαρειανοί, ἐτοποθετοῦντο σὲ ἐπισκοπὲς Ὀρθοδόξων, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἡ περίπτωση τῆς τοποθέτησης τοῦ φιλοαρειανοῦ Ἰωάννη, στὴν κενωθεῖσα ἐπισκοπή Ἰκονίου.
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος στὶς Ἐπιστολές του πρὸς τὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο, οἱ ὁποῖες ἐπιγράφονται «Ἀθανασίῳ Ἐπισκόπῳ Ἀλεξανδρείας», ἀναφέρεται τόσο στὴν Ἐκκλησία, ἐννοώντας τὴν Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅσο καὶ σὲ Ἐκκλησίες ἐννοώντας τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες.
Στὴν Πρὸς Ἀμφιλόχιον Ἰκονίου Ἐπιστολὴ του (236), ὁμιλεῖ γιὰ τοὺς ἀρειανούς, λέγοντας διὰ “τῶν μὲν χριστομάχων τὴν ἀναισχυντίαν”. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀναφορὰ τοῦ Ἁγίου στὶς ταλαιπωρούμενες τοπικὲς Ἐκκλησίες, ποὺ συχνὰ ἐλυμαίνοντο ἀπὸ ἀρειανοὺς ἐπισκόπους καὶ ἄλλη ἡ ἀναφορὰ στοὺς χριστομάχους ἀρειανούς.
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος στὴν Ἐπιστολὴ του (66) πρὸς Ἀθανάσιον Ἐπίσκοπον Ἀλεξανδρείας λέγει τὰ ἑξῆς : “Ταῦτα πολλάκις ἐπ’ ἐμαυτοῦ γενόμενος διενοήθην, ὅτι, εἰ ἡμῖν οὕτως ἐλεεινὴ τῶν Ἐκκλησιῶν ἡ παρατροπὴ καταφαίνεται, ποίαν τινὰ εἰκὸς ἔχειν ἐπὶ τούτοις ψυχὴν τὸν τῆς ἀρχαίας εὐσταθείας καὶ ὁμονοίας περὶ τὴν πίστιν τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ πεπειραμένον;” Ποῖες Ἐκκλησίες ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος Βασίλειος μιλώντας γιὰ τὴν περιπέτειά τους; Τὶς Τοπικὲς Ἐκκλησίες ἐννοεῖ.
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος στὴν Ἐπιστολὴ του (80) πρὸς Ἀθανάσιον Ἐπίσκοπον Ἀλεξανδρείας λέγει ὅτι “Ὅσον τῶν Ἐκκλησιῶν τὰ ἀρρωστήματα, ἐπὶ τὸ μεῖζον πρόεισι, τοσοῦτον πάντες ἐπὶ τὴν σὴν ἐπιστρεφόμεθα τελειότητα…”. Ποῖες Ἐκκλησίες ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος Βασίλειος μιλώντας γιὰ τὰ “ἀρρωστήματά” τους; Τὶς Τοπικὲς Ἐκκλησίες ἐννοεῖ.
Ἀντιλαμβανόμαστε λοιπὸν ὅτι, εἶναι ἄλλη ἡ ἔννοια “τῶν πολυμερῶς ἀποτμηθεισῶν Ἐκκλησιῶν”, καθότι ἐπρόκειτο γιὰ τοπικὲς ἐκκλησίες, ὅπου ἐτοποθετοῦντο ἐτσιθελικὰ ἀρειανοὶ ἐπίσκοποι.
Συνεπῶς δὲν μπορεῖ νὰ θεωρεῖται ὅτι συνηγορεῖ ὁ Ἅγιος Βασίλειος στὴν ὀνομασία “Ἐκκλησίες”, ἡ ὁποία κακοδόξως προσδίδεται σὲ αἱρετικὲς κοινότητες. Ὅ,τι καὶ νὰ σοφιστοῦν, δὲν πρόκειται νὰ βροῦν ἀρωγὸ στὴν ἐμμονή τους, τὴν Πατερικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.