Κοινὴ Δήλωση Φραγκίσκου - Κυρίλλου στην Αβάνα της Κούβας:
(Vatican Radio).
Κοινὴ Διακήρυξη
Πάπα Φραγκίσκου καὶ Πατριάρχου Μόσχας
καὶ Πασῶν τῶν Ρωσσιῶν Κυρίλλου.
«Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν» (Β΄Κορινθ. ΙΓ:13).
1. Τῇ βουλήσει τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς, ἐκ τῆς ὁποίας προέρχονται ὅλες οἱ δωρεὲς, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ τῇ συνεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Παρακλήτου, ἐμεῖς, ὁ Πάπας Φραγκίσκος καὶ ὁ Κύριλλος, Πατριάρχης Μόσχας καὶ Πασῶν τῶν Ρωσσιῶν, συναντηθήκαμε σήμερα στην Ἀβάνα. Εὐχαριστῶμεν τῷ Θεῷ δεδοξασμένῳ ἐν τῇ Τριάδι γιὰ τὴν συνάντηση αὐτή, τὴν πρώτη στὴν ἱστορία.
Μὲ ἀγαλλίαση συναντηθήκαμε σὰν ἀδερφοὶ στὴν Χριστιανικὴ πίστη ποὺ εὑρίσκουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον «στόμα πρὸς στόμα λαλῆσαι» (Ἰωάν. Β΄,12), ἀπὸ καρδίας εἰς καρδίαν, γιὰ νὰ συζητήσουμε τὰς ἀμοιβαίας σχέσεις μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν, τὰ σημαντικὰ προβλήματα τῶν πιστῶν μας, καὶ τὴν μορφὴ τῆς προόδου τοῦ ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ.
2. Ἡ ἀδελφική μας συνάντηση ἔλαβε χῶραν εἰς τὴν Κοῦβαν, εἰς τὰ σταυροδρόμια τοῦ Βορρᾶ καὶ τοῦ Νότου, Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως. Καὶ εἶναι ἀπὸ αὐτὸ τὸ νησί, τὸ σύμβολο τῶν ἐλπίδων τοῦ «Νέου Κόσμου» καὶ τῶν δραματικῶν γεγονότων τῆς ἱστορίας τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, ποὺ ἀπευθύνωμε τοὺς λόγους μας σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τῆς Λατινικῆς Ἀμερικῆς καὶ τῶν λοιπῶν ἠπείρων.
Εἶναι πηγὴ χαρᾶς τὸ ὅτι ἡ Χριστιανικὴ πίστις αὐξάνει ἐδῶ δυναμικά. Τὸ ἰσχυρὸ θρησκευτικὸ δυναμικὸ τῆς Λατινικῆς Ἀμερικῆς, ἡ Χριστιανικὴ παράδοσίς της αἰῶνων, θεμελιωμένη εἰς τὴν προσωπικὴν ἐμπειρίαν ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων, ἀποτελοῦν τὴν ὑπόσχεσιν ἑνὸς σπουδαίου μέλλοντος γιὰ τὴν περιοχή.
3. Ἔχοντας συναντηθεῖ μακρυὰ ἀπὸ τὶς χρόνιες ἀντιδικίες τοῦ «Παλαιοῦ Κόσμου», βιώνωμεν μὲ ἰδιάζουσα αἴσθηση τοῦ ἐπείγοντος τὴν ἀνάγκη τοῦ κοινοῦ μόχθου Καθολικῶν καὶ Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι ἐκλήθησαν, μετὰ πραότητος καὶ φόβου νὰ δώσουν τὴν ἀπολογίαν εἰς τὸν κόσμον περὶ τῆς ἐν ὑμῖν ἐλπίδος (πρβλ. Α΄ Πέτρ. Γ΄,15).
4. Εὐχαριστῶμεν τῷ Θεῷ γιὰ τὰς δωρεὰς ποὺ ἐλήφθησαν ἀπὸ τὴν ἔλευση εἰς τὸνκόσμον τοῦ Μονογενοῦς του Υἱοῦ. Μοιραζόμεθα τὴν ἴδιαν πνευματικὴν Παράδοσιντῆς πρώτης χιλιετίας τοῦ Χριστιανισμοῦ. Μαρτυρίες τῆς Παραδόσεως αὐτῆς εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ Παρθένος Μαρία καὶ οἱ ἅγιοι ποὺ τιμῶμεν. Ἀνάμεσά τους εἶναι ἀναρίθμητοι μάρτυρες ποὺ ἔδωσαν τὴν μαρτυρία τῆς πιστότητός τους εἰς τὸν Χριστὸν καὶ ἔγιναν ὁ «σπόρος τῶν Χριστιανῶν».
5. Παρὰ τὴν κοινὴν Παράδοσιν τῶν πρώτων δέκα αἰῶνων, γιὰ σχεδὸν χίλια ἔτη Καθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι ἔχουν στερηθῆ τῆς Εὐχαριστηριακῆς Κοινωνίας. Ἔχουμε διαιρεθεῖ ἀπὸ πληγὰς ποὺ ἐπροξενήθησαν ἀπὸ παλαιὲς καὶ πρόσφατες διαμάχες, ἀπὸ διαφορὰς ποὺ ἐκληρονομήθησαν ὑπὸ τῶν προπατόρων ἡμῶν, στὴν κατανόηση καὶ ἔκφραση τῆς πίστεώς μας εἰς τὸν Θεὸν, ἕναν εἰς τρεῖς Ὑποστάσεις –Πατέρα, Υἱόν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα. Πονῶμεν ἀπὸ τὴν ἀπώλειαν τῆς ἑνότητος, ἀποτέλεσμα τῆς ανθρωπίνης ἀδυναμίας καὶ ἁμαρτίας, οἱ ὁποίες συνέβησαν παρὰ τὴν ἱερατικὴν προσευχὴν τοῦ Χριστοῦ Σωτῆρος: «ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ...ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν» (Ἰωάν. ΙΗ΄, 21-23).
6. Ἔχοντας ὑπόψιν τὴν μονιμότητα πολλῶν ἐμποδίων, ἐλπίζουμε ὅτι ἡ συνάντησίς μας θὰ συνεισφέρη εἰς τὴν ἀποκατάστασιν αὐτῆς τῆς ἑνότητος τῷ Θεῷ ἐπιθυμητῆς,γιὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς ἐπροσευχήθη. Εἴθε ἡ συνάντησίς μας νὰ ἐμπνεύση τοὺςΧριστιανοὺς ἀνὰ τὸν κόσμον εἰς τὸ νὰ προσευχηθοῦν εἰς τὸν Κύριον μὲ ἀνανεωμένονζῆλον ὑπὲρ τῆς πλήρους
ἑνώσεως ὅλων τῶν μαθητῶν Του. Εἰς ἕναν κόσμον ὁ ὁποῖος λαχταρᾶ ὄχι μόνον τοὺςλόγους μας ἀλλὰ καὶ ἀληθινὰς πράξεις, εἴθε ἡ συνάντησις αὐτὴ νὰ εἶναι σημεῖονἐλπίδος διὰ πάντα καλοπροαίρετον! 7. Εἰς τὴν ἀπόφασίν μας νὰ ἀναλάβωμεν ὅτι εἶναι ἀναγκαῖον διὰ νὰ ξεπεράσωμεντὰς ἱστορικὰς ἀποκλίσεις ποὺ ἔχωμεν κληρονομήσει, ἐπιθυμῶμεν νὰ συνδυάσωμεν τὰςπροσπαθείας μας εἰς τὸ νὰ δώσωμεν μαρτυρίαν εἰς τὸ Ευαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καὶεἰς τὴν κοινὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετηρίδος, ἀνταποκρινόμενοιμαζί εἰς τὰς προκλήσεις τοῦ συγχρόνου κόσμου. Ὀρθόδοξοι καὶ Καθολικοὶ πρέπει νὰμάθωσι νὰ δίδουν ὁμοφώνως μαρτυρίαν εἰς αὐτὰς τὰς σφαῖρας εἰς τὰς ὁποίας αὐτὸεἶναι δυνατὸν καὶ ἀναγκαῖον. Ὁ ἀνθρώπινος πολιτισμὸς ἔχει εἰσέλθει εἰς μίαν περίοδον σημαδιακῆς ἀλλαγῆς. Ἡ Χριστιανική μας συνείδησις καὶ ἡ ποιμαντική μας ὑπευθυνότης μᾶς ἐξωθῶσιν εἰς τὸ νὰ μὴν παραμείνωμεν παθητικοὶ ἔναντι τῶν ἀλλαγῶν ποὺ ἀπαιτῶσι μίαν κοινὴν ἀντίδρασιν.
8. Τὸ βλέμμα μας πρέπει νὰ στραφεῖ πρῶτον εἰς τὰς περιοχὰς τοῦ κόσμου ὅπου οἱΧριστιανοὶ εἶναι θύματα διωγμοῦ. Εἰς πολλὰς χώρας τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καὶ τῆςΒορείου Ἀφρικῆς οἰκογένειαι ὁλόκληραι, χωρία καὶ πόλεις τῶν ἀδελφῶν μας ἐνΧριστῷ καταστρέφονται ὁλοσχερῶς. Οἱ ἐκκλησίες τους λεηλατῶνται καὶ καταστρέφονται μὲ βαρβαρότητα, τὰ ἱερὰ σκεύη τους βεβηλώνονται, τὰ μνημεῖα τους καταστρέφονται. Μὲ πόνον ἐνθυμούμαστε τὴν κατάστασιν εἰς τὴν Συρίαν, Ἰράκ, καὶ λοιπὲς χῶρες τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, καὶ τὴν τεραστίαν ἔξοδον τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὴν γῆν εἰς τὴν ὁποίαν ἡ πίστις μας διεδόθη κατὰ πρῶτον καὶ εἰς τὴν ὁποίαν ἔχουν ζήσει ἀπὸ τὴν ἐποχὴν τῶν Ἀποστόλων, μαζὶ μὲ ἄλλας θρησκευτικὰς κοινότητας.
9. Kαλοῦμεν τὴν διεθνῆ κοινότητα νὰ ἐνεργήση ἐπειγόντως ὥστε νὰ ἀποτραπῆ ἡ περαιτέρω ἐκδίωξις τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὴ Μέση Ἀνατολή. Ὑψώνοντας τὴν φωνὴν μας εἰς ὑπεράσπισιν τῶν δεδιωγμένων Χριστιανῶν, ἐπιθυμῶμεν νὰ ἐκφράσωμεν τὴν συμπόνια μας γιὰ τὶς θλίψεις ποὺ βιώνουν οἱ πιστοὶ ἄλλων θρησκευτικῶν παραδόσεων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐπίσης γίνει θύματα ἐμφυλίου πολέμου, χάους καὶ τρομοκρατικῆς βίας.
10. Χιλιάδες θυμάτων ἔχουν ἤδη χάσει τὴν ζωὴν των στὴν βίαν εἰς τὴν Συρίαν καὶ τὸ Ἰράκ, ἡ ὁποία ἔχει ἀφήσει πολλά ἄλλα ἑκατομμύρια χωρίς στέγη ἢ μέσα ἐπιβιώσεως. Ἐξωθῶμεν τὴν διεθνῆ κοινότητα νὰ ἀναζητήσει ἕνα τέλος στὴν βία καὶ τὴν τρομοκρατία καί, ἐκ παραλλήλου, νὰ συνεισφέρη μέσῳ διαλόγου εἰς τὴν γρήγορην ἐπιστροφὴν τῆς εἰρήνης. Ἀνθρωπιστική βοήθεια μεγάλης κλίμακος πρέπει νὰ ἐξασφαλισθῆ πρὸς τοὺς πληγέντες πληθυσμοὺς καὶ πρὸς τοὺς πολλοὺς πρόσφυγας ποὺ ἀναζητοῦν ἀσφάλεια σὲ γειτονικὲς χῶρες. Καλοῦμεν ὅλους ὅσους μποροῦν νὰ ἐπηρεάσουν ἀποτελεσματικῶς τὴν τύχην τῶν ἀπαχθέντων, συμπεριλαμβανομένων τῶν Μητροπολιτῶν τοῦ Ἀλέππο, Παῦλον καὶ Ἰωάννην Ἰμπραχίμ, οἱ οποῖοι ἀπήχθησαν τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 2013, νὰ καταβάλλουν κάθε προσπάθειαν ὑπὲρ τῆς ταχείας ἀπελευθερώσεώς τους.
11. Προσφέρουμε τὰς προσευχὰς μας εἰς τὸν Χριστόν, τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου, ζητῶντας τὴν ἐπιστροφὴ τῆς εἰρήνης εἰς τὴν Μέσην Ἀνατολήν, «τὰ ἔργα τῆς δικαιοσύνης» (Ἠσ. ΛΒ΄, 17), ὥστε νὰ ἐνισχυθῆ ἡ ἀδελφικὴ συνύπαρξις ἀνάμεσα στοὺς διάφορους πληθυσμούς, Ἐκκλησίες καὶ θρησκεῖες, νὰ μπορέσουν νὰ ἐπιστρέψουν οἱ πρόσφυγες στὰ σπίτια τους, νὰ ἐπουλωθοῦν τὰ τραύματα, καὶ νὰ ἀναπαυθοῦν ἐν εἰρήνῃ αἱ ψυχαὶ τῶν σφαγιασθέντων ἀδίκως.
Κάνωμεν θερμὴ ἔκκληση, σὲ ὅλα τὰ μέρη ποὺ ἐνέχονται στὶς διαμάχες νὰ ἐπιδείξουν καλὴ προαίρεση καὶ νὰ συμμετάσχουν εἰς τὴν τράπεζαν τῶν διαπραγματεύσεων. Ταυτοχρόνως, ἡ διεθνὴς κοινότης ὀφείλη νὰ καταβάλη κάθε δυνατὴν προσπάθειαν ὥστε νὰ τερματισθῆ ἡ τρομοκρατία μέσῳ κοινῆς, συντονισμένης ἐνεργείας. Καλῶμεν σὲ ὑπεύθυνη καὶ συνετὴν δρᾶσιν ὅλας τὰς χώρας ποὺ ἐμπλέκονται εἰς τὸν ἀγῶνα κατὰ τῆς τρομοκρατίας. Προτρέπωμεν ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ὅλους τοὺς πιστοὺς εἰς τὸν Θεὸν νὰ προσευχηθῶσι ἐνθέρμως εἰς τὸν προνοοῦντα Δημιουργὸν τοῦ κόσμου ὅπως προστατέψη τὴν δημιουργία Του ἀπὸ τὴν καταστροφὴν καὶ δὲν ἐπιτρέψη ἕναν νέον πόλεμον. Γιὰ νὰ ἐξασφαλισθῆ μία σταθερὰ καὶ συνεχῆςεἰρήνη, πρέπει νὰ ἀναληφθῶσι συγκεκριμέναι προσπάθειαι πρὸς ἐπανεύρεσιν τῶν κοινῶν ἀξιῶν ποὺ μᾶς ἑνώνουν, βασισμέναι εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
12. Ὑποκλινώμεθα ἔμπροσθεν τοῦ μαρτυρίου αὐτῶν ποὺ μὲ κόστος τῆς ζωῆς τους, ἐμαρτύρησαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, προτιμῶντας τὸν θάνατο ἀπὸ τὴν ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ. Πιστεύωμεν ὅτι οἱ μάρτυρες αὐτοὶ τῶν ἡμερῶν μας, ποὺ ἀνήκουν σὲ διάφορες Ἐκκλησίες ἀλλὰ εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὰ κοινά τους παθήματα, εἶναι ὑπόσχεσις τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν. Πρὸς ἐσὲ ποὺ ὑποφέρεις γιὰ χάριν τοῦ Χριστοῦ ἀπευθύνεται ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου: «Ἀγαπητοί, ...ἀλλὰ καθὸ κοινωνεῖτε τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι, χαίρετε, ἵνα καὶ ἐν τῇ ἀποκαλύψει τῆς δόξης αὐτοῦ χαρῆτε ἀγαλλιώμενοι» (Α΄Πέτρ. 12-13).
13. Ὁ διαθρησκειακὸς διάλογος εἶναι ἀπαραίτητος εἰς τοὺς ταραγμένους καιρούς μας. Αἱ διαφοραὶ εἰς τὴν κατανόησιν τῶν θρησκευτικῶν ἀληθειῶν δὲν πρέπει νὰ ἐμποδίζωσι τοὺς ἀνθρώπους διαφορετικῶν πίστεων εἰς τὸ νὰ ζῶσιν μὲ εἰρήνην καὶ ἁρμονίαν. Εἰς τὸ ἐπίκαιρον πλαίσιον, οἱ πνευματικοὶ ἡγέται φέρουν τὴν συγκεκριμένην ὑπευθυνότηταν τῆς μορφώσεως τῶν πιστῶν των μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ σεβασμοῦ τῶν πεποιθήσεων αὐτῶν ποὺ ἀνήκουν σὲ διαφορετικὰς θρησκευτικὰς παραδόσεις. Προσπάθειαι νὰ δικαιολογηθοῦν ἐγκληματικαὶ ἐνέργειαι μὲ θρησκευτικὰ συνθήματα εἶναι γενικῶς ἀπαράδεκται. Κανένα ἔγκλημα δὲν μπορεῖ νὰ διαπραχθεῖ ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ, «οὐ γὰρ ἐστιν ἀκαταστασίας ὁ Θεός, ἀλλὰ εἰρήνης» (Α΄ Κορινθ. ΙΔ΄ 33).
14. Ἐπιβεβαιώνοντας τὴν ὑπέρτατην ἀξίαν τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, εὐχαριστῶμεν τῷ Θεῷ διὰ τὴν παροῦσαν ἄνευ προηγουμένου ἀναγέννησιν τῆς Χριστιανικῆς πίστεως εἰς τὴν Ρωσσίαν, καθὼς καὶ εἰς ἄλλας χῶρας τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης, προηγουμένως ἐπί δεκαετιῶν δυναστευομένας ὑπὸ ἀθεϊστικῶν καθεστώτων. Σήμερον, αἱ ἁλυσίδαι τῆς στρατευομένης ἀθεΐας ἔχουν σπάσει καὶ εἰς πολλοὺς τόπους οἱ Χριστιανοὶ μποροῦν ἐλευθέρως νὰ ἐξασκοῦν τὴν πίστιν των. Χιλιάδες νέων ἐκκλησιῶν ἔχουν ἀνηγερθεῖ κατὰ τὸ τελευταῖον τέταρτον τοῦ αἰῶνος, ὅπως καὶ ἑκατοντάδες μοναστηρίων καὶ θεολογικῶν ἰνστιτοῦτων. Αἱ Χριστιανικαὶ κοινότηται ἀναλαμβάνωσι ἀξιόλογα ἔργα εἰς τὰ πεδία τῆς φιλανθρώπου βοηθείας καὶ τῆς κοινωνικῆς ἀναπτύξεως, παρέχοντας ποικίλες μορφὲς βοηθείας εἰς τοὺς ἀπόρους. Ὀρθόδοξοι καὶ Καθολικοὶ συχνὰ ἐργάζονται μαζί. Δίνοντας μαρτυρίαν τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου ἐπιβεβαιώνουν τὴν ὕπαρξιν τῶν κοινῶν πνευματικῶν θεμελίων τῆς ἀνθρωπίνης συνυπάρξεως.
15. Παράλληλα, ἀνησυχῶμεν διὰ τὴν κατάστασιν εἰς πολλὰς χῶρας ὅπου οἱ Χριστιανοὶ περιορίζονται ὅλον καὶ περισσότερον, ὡς πρὸς τὴν θρησκευτικὴν ἐλευθερίαν, ὡς πρὸς τὸ δικαίωμα τῆς ὁμολογίας τῶν προσωπικῶν πεποιθήσεων καὶ ὡς πρὸς τὸ νὰ ζοῦν συμφώνως πρὸς αὐτάς. Συγκεκριμένως, παρατηρῶμεν ὅτι ἡ μεταμόρφωσις ὁρισμένων χωρῶν σὲ κοσμικὰς κοινωνίας, ἀποξενωμένας ἀπὸ κάθε ἀναφορὰν εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν ἀλήθειάν Του, συνθέτει μίαν θανάσιμην ἀπειλὴν εἰς τὴν θρησκευτικὴν ἐλευθερίαν. Ἀποτελεῖ πηγὴν ἀνησυχίας δι’ ἡμᾶς τὸ ὅτι ὑφίσταται σήμερον περικοπὴ εἰς τὰ δικαιώματα τῶν Χριστιανῶν, ἄν ὄχι κατάφωρη μεροληψία τους, ὅταν συγκεκριμέναι πολιτικαὶ δυνάμεις, ὁδηγούμεναι ὑπὸ συχνὰ μιᾶς πολὺ ἐπιθετικῆς κοσμικῆς ἰδεολογίας, ἀναζητῶσι νὰ ὑποβιβάσωσι αὐτοὺς εἰς τὰ περιθώρια τῆς δημοσίας ζωῆς.
16. Ἡ διαδικασία τῆς Εὐρωπαϊκῆς ὁλοκληρώσεως, ποὺ ἄρχισε μετὰ ἀπὸ αἰῶνας αἱματοβαμμένων συγκρούσεων, ἔτυχε ὑποδοχῆς ἀπὸ πολλοὺς μὲ ἐλπίδαν, ὡς ἐγγύησις εἰρήνης καὶ ἀσφαλείας. Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἐπιστῶμεν ἐπαγρύπνησιν ἔναντι μιᾶς ὁλοκληρώσεως στερουμένης σεβασμοῦ διὰ τὰς θρησκευτικὰς ταυτότητας. Μολονότι παραμένοντας ἀνοιχτὴ εἰς τὴν συνεισφορὰν ἄλλων θρησκειῶν εἰς τὸν πολιτισμόν μας, πιστεύωμεν ὅτι ἡ Εὐρώπη θὰ πρέπει νὰ παραμείνει πιστὴ εἰς τὰς Χριστιανικὰς της ρίζας. Καλοῦμεν τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης νὰ ἑνωθοῦν εἰς τὴν κοινὴν μαρτυρίαν τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου, ὥστε ἡ Εὐρώπη νὰ διατηρήση τὴν ψυχὴν της σμιλεμένην ἀπὸ δύο χιλιάδας ἐτῶν Χριστιανικῆς παραδόσεως.
17. Τὸ βλέμμα μας στρέφεται εἰς αὐτοὺς ποὺ ἀντιμετωπίζουν σοβαρὰς δυσκολίας, ποὺ ζοῦν σὲ ἄκρα ἀνάγκη καὶ ἀνέχεια ἐνῶ ὁ ὑλικὸς πλοῦτος τῆς ἀνθρωπότητος αὐξάνει. Ἀδυνατοῦμεν νὰ παραμείνωμεν ἀδιάφοροι εἰς τὴν μοῖραν ἑκατομμυρίων μεταναστῶν καὶ προσφύγων κρουόντων τὰς θύρας τῶν πλουσίων ἐθνῶν. Ὁ ἀμείλικτος καταναλωτισμὸς κάποιων περισσότερον ἀνεπτυγμένων χωρῶν βαθμιαίως ἐξαντλεῖ τοὺς πόρους τοῦ πλανήτη μας. Ἡ αὐξανόμενη ἀνισότης εἰς τὴν κατανομὴν τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν αὐξάνει τὸ αἴσθημα τῆς ἀδικίας τῆς διεθνοῦς τάξεως ποὺ ἔχει ἀνακύψει.
18. Αἱ Χριστιανικαὶ Ἐκκλησίαι καλοῦνται νὰ ὑπερασπίσουν τὰς ἀπαιτήσεις τῆς δικαιοσύνης, τὸν σεβασμὸν τῶν ἀνθρωπίνων παραδόσεων καὶ μίαν αυθεντικὴν ἀλληλεγγύην πρὸς πάντας ποὺ ὑποφέρουν. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ δὲν ἠμποροῦμεν νὰ λησμονήσωμεν ὅτι «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ, ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (Α΄Κορινθ. Β΄, 27-29).
19. Ἡ οἰκογένεια εἶναι τὸ φυσικὸ κέντρο τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς καὶ τῆς κοινωνίας. Ἀνησυχῶμεν διὰ τὴν κρίσιν εἰς τὴν οἰκογένειαν εἰς πολλὰς χῶρας. Ὀρθόδοξοι καὶ Καθολικοὶ μοιράζονται τὴν ἴδιαν ἀντίληψιν περὶ τῆς οἰκογενείας, καὶ καλοῦνται νὰ μαρτυρήσουν ὅτι εἶναι ὁδὸς ἁγιότητος, βεβαιώνοντας εἰς τὴν πίστιν τῶν συζύγων διὰ τῆς ἀμοιβαίας ἀλληλεπιδράσεώς τους, εἰς τὴν διάθεσίν των διὰ τεκνοποίησιν καὶ ἀνατροφὴν τῶν τέκνων των, εἰς τὴν ἀλληλοβοήθειάν των διαμέσου τῶν γενεῶν καὶ εἰς τὸν σεβασμὸν γιὰ τοὺς πιὸ ἀδύνατους.
20. Ἡ οἰκογένεια βασίζεται εἰς τὸν γάμον, μίαν πρᾶξιν ἐλευθέρως διδομένης πιστῆς ἀγάπης μεταξὺ ἑνὸς ἀνδρὸς καὶ μιᾶς γυναικός. Εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ σφραγίζει τὴν ἕνωσίν των καὶ τοὺς διδάσκει νὰ ἀποδέχωνται ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὡς δῶρον. Ὁ γάμος εἶναι σχολεῖον ἀγάπης καὶ πίστεως. Λυπούμεθα διὰ τὸ ὅτι ἄλλες μορφὲς συγκατοικήσεως ἔχουν ἀναχθεῖ εἰς τὸ ἴδιον ἐπίπεδον ὡς ἡ ἕνωσις αὐτή, ἐνῶ ἡ ἀντίληψις, καθαγιασμένη εἰς τὴν βιβλικὴν παράδοσιν, τῆς πατρότητος καὶ τῆς μητρότητος ὡς συγκεκριμέναι κλήσεις τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικὸς εἰς τὸν γάμον ἐξαλείφεται ἀπὸ τὴν κοινὴν συνείδησιν.
21. Καλοῦμεν ὅλους νὰ σεβασθοῦν τὸ ἀναφαίρετον δικαίωμα εἰς τὴν ζωήν. Ἑκατομμύρια ἔχουν στερηθεῖ τὸ ὑπέρτατον δικαίωμα τῆς γεννήσεως εἰς τὸν κόσμον. Ἡ φωνὴ αἵματος τῶν ἀγεννήτων βοᾷ πρὸς τὸν Θεὸν (πρβλ. Γέν. Δ΄,10). Ἡ ἐμφάνισις τῆς καλουμένης εὐθανασίας παρασύρει τοὺς ἡλικιωμένους καὶ οἱ ἀναπήροι ἀρχίζουν νὰ αἰσθάνωνται ὅτι ἀποτελοῦν βάρος εἰς τὰς οἰκογενείας των καὶ εἰς τὴν κοινωνίαν γενικώτερον. Ἀνησυχῶμεν ἐπίσης διὰ τὴν ἀνάπτυξιν τῆς τεχνολογίας βιοϊατρικῆς ἀναπαραγωγῆς, καθὼς ὁ ἐπηρεασμὸς τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς ἀντιπροσωπεύει μίαν ἐπίθεσιν εἰς τὰ θεμέλια τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως πλασθεῖσης κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Πιστεύωμεν ὅτι εἶναι καθῆκον μας νὰ ὑπενθυμίσωμεν τὸ ἀμετάβλητον τῶν Χριστιανικῶν ἠθικῶν ἀρχῶν, βασισμένων εἰς τὸν σεβασμὸν τῆς ἀξιοπρέπειας τοὺ ἀτόμου κληθέντος εἰς τὴν ὕπαρξιν συμφώνως πρὸς τὸ σχέδιον τοῦ Πλάστου.
22. Σήμερον, δι’ ἑνὸς ξεχωριστοῦ τρόπου προσεγγίζωμεν τοὺς νέους Χριστιανούς. Ἐσεῖς, νέοι, ἔχετε τὸ καθῆκον νὰ μὴν ἀποκρύψετε τὸ τάλαντόν σας εἰς τὴν γῆν (πρβλ. Ματθ. ΚΕ΄ 25), ἀλλὰ χρησιμοποιῶντας ὅλας τὰς ἱκανοτήτας ποὺ σᾶς ἔδωσεν ὁ Θεὸς νὰ ἐπιβεβαιώσετε τὴν ἀλήθειαν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν κόσμον, ἐνσωματώνοντας εἰς τὴν ζωήν σας τὰς εὐαγγελικὰς ἐντολὰς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον ἀνθρώπου. Μὴ φοβηθεῖτε εἰς τὸ νὰ βαδίσετε ἀντίθετα εἰς τὸ ρεῦμα, ὑπερασπίζοντας τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὴν ὁποίαν τα σύγχρονα κοσμικὰ πρότυπα συχνὰ δὲν συμφωνοῦν καθόλου.
23. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ κάθε ἕναν ἀπὸ ἐσᾶς καὶ περιμένει νὰ εἶστε μαθηταί Του καὶ ἀπόστολοι. Νὰ εἶστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὥστε ὅλοι γύρω σας νὰ μποροῦν νὰ δοῦν τὰ καλὰ ἔργα σας καὶ να δοξάσουν τὸν ἐπουράνιο Πατέρα σας (πρβλ. Ματθ. Ε΄ 14, 16). Ἀναθρέψατε τὰ τέκνα σας εἰς τὴν Χριστιανικὴν πίστιν, μεταδίδοντας εἰς αὐτὰ τὸν πολύτιμον μαργαρίτην ποὺ εἶναι ἡ πίστις (πρβλ. Ματθ. ΙΓ΄ 46) ποὺ ἐλάβατε ἀπὸ τοὺς γονεῖς σας καὶ προγόνους. Νὰ θυμᾶστε ὅτι «ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς» (Α΄ Κορινθ. ΣΤ΄ 20), μὲ τὴν τιμὴ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
24. Ὀρθόδοξοι καὶ Καθολικοὶ εἴμεθα ἑνωμένοι ὄχι μόνον μὲ τὴν κοινὴ Παράδοσι τὴς Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετηρίδος, ἀλλὰ ἐπίσης μὲ τὴν ἀποστολὴ νὰ κηρύξωμεν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν κόσμον σήμερον. Ἡ ἀποστολὴ αὐτὴ συνεπάγεται σεβασμὸν πρὸς τὰ μέλη τῶν Χριστιανικῶν κοινοτήτων καὶ ἀποκλείει κάθε μορφὴ προσηλυτισμοῦ. Δὲν εἴμεθα ἀνταγωνισταὶ ἀλλὰἀδερφοί, καὶ ἡ ἰδέα αὐτὴ πρέπει νὰ ὁδηγεῖ ὅλας τὰς ἀμοιβαίας μας πράξεις ὅπως ἐπίσης καὶ αὐτὰς ποὺ κατευθύνονται πρὸς τὸν ἔξω κόσμον. Παρακινῶμεν τοὺς Καθολικοὺς καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους σὲ ὅλας τὰς χώρας νὰ μάθωσι νὰ ζῶσι μαζὶ μὲ εἰρήνη καὶ ἀγάπη, καὶ νὰ «προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους» (Ρωμ. ΙΕ΄, 5). Ἑπομένως εἶναι ἀπαράδεκτον νὰ χρησιμοποιῶνται ἄνομα μέσα διὰ νὰ παρακινήσουν πιστοὺς εἰς τὸ νὰ περάσουν ἀπό τὴν μίαν Ἐκκλησίαν εἰς τὴν ἄλλην, εἰς ἄρνησιν τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας των καὶ τῶν παραδόσεών των.Ἔχουμε κληθῆ εἰς τὸ νὰ θέσουμε σὲ πρᾶξιν τὴν παραίνεσιν τοῦ ἀποστόλου Παῦλου: «οὕτω δὲ φιλοτιμούμενον εὐαγγελίζεσθαι οὐχ ὅπου ὠνομάσθη Χριστὸς, ἵνα μὴ ἐπ’ ἀλλότριον θεμέλιον οἰκοδομῶ» (Ρωμ. ΙΕ΄, 20).
25. Ἐλπίζωμεν ὅτι ἡ συνάντησίς μας θὰ συνεισφέρη ἐπίσης εἰς τὴν καταλλαγὴντῶν προστριβῶν ποὺ ὑπάρχουν ὁπουδήποτε μεταξὺ τὼν Ἑλλήνων Καθολικῶν καὶ τῶν Ὀρθοδόξων. Εἶναι σήμερον ξεκάθαρον ὅτι ἡ μέθοδος εἰς τὸ παρελθόν τῆς «Ουνίας», ἀντιληπτή ὡς ἡ ἕνωσις τῆς μιᾶς μὲ τὴν ἄλλην κοινότηταν, διαχωρίζοντάς την ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν της, δὲν εἶναι ἡ ὁδὸς διὰ τὴν ἐπανεγκατάστασιν τῆς ἑνότητος. Μολονότι, οἱ ἐκκλησιαστικὲς κοινότητες ποὺ ἀνεφάνησαν εἰς αὐτὰς τὰς ἱστορικὰς περιστάσεις ἔχουν τὸ δικαίωμα τῆς ὑπάρξεως καὶ τῆς ἀναλήψεως ὅλων ὅσων εἶναι ἀπαραίτητα διὰ τὴν κάλυψιν τῶν πνευματικῶν ἀναγκῶν τῶν πιστῶν τους, ἐνῶ συγχρόνως ἐπιζητοῦν νὰ ζήσουν εἰρηνικῶς μετὰ τῶν γειτόνων των. Ὀρθόδοξοι καὶ Ἕλληνες Καθολικοὶ χρειάζονται καταλλαγὴν καὶ ἀμοιβαίας μεθόδους συνυπάρξεως.
26. Θρηνῶμεν διὰ τὴν ἐχθρότηταν εἰς τὴν Οὐκρανίαν ἡ ὁποία ἤδη ἐπροξένησεν τόσα θύματα, ἐπέφερεν ἀναρίθμητα τραύματα σὲ εἰρηνικοὺς κατοίκους καὶ ἔρριξεν τὴν κοινωνίαν εἰς μίαν βαθεῖαν οἰκονομικὴν καὶ ἀνθρωπιστικὴν κρίσιν. Προσκαλῶμεν ὅλα τὰ μέρη ποὺ ἐνέχονται εἰς τὴν διαμάχην εἰς σύνεσιν, εἰς κοινωνικὴν ἀλληλεγγύην καὶ εἰς ἐνεργείας ποὺ σκοπεύουν εἰς τὴν δημιουργίαν εἰρήνης. Προσκαλῶμεν τὰς Ἐκκλησίας μας εἰς τὴν Οὐκρανίαν νὰ ἐργασθῶσιν πρὸς τὴν κοινωνικὴν ἁρμονίαν, νὰ ἀπέχωσιν ἀπὸ τὸ νὰ λαμβάνωσιν μέρος εἰς τὴν ἀντιπαράθεσιν, καὶ νὰ μὴν ὑποστηρίζωσιν ὁποιαδήποτε περαιτέρω ἀνάπτυξιν τῆς διαμάχης.
27. Ἐλπίζωμεν ὅτι τὸ σχίσμα μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν εἰς τὴν Οὐκρανίαν θὰ ξεπεραστεῖ διαμέσου τῶν ὑφισταμένων κανονικῶν μέτρων, ὅτι ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ εἰς τὴν Οὐκρανίαν θὰ δυνηθοῦν νὰ ζήσουν μέ εἰρήνην καὶ ἁρμονίαν, καὶ ὅτι αἱ Καθολικαὶ κοινότητες εἰς τὴν χώραν θὰ συνεισφέρουν εἰς αὐτὸ, τοιουτοτρόπως ὥστε ἡ Χριστιανικὴ μας ἀδελφότης νὰ γίνει πλέον φανερή.
28. Εἰς τὸν σύγχρονον κόσμον, ὁ ὁποῖος εἶναι πολύμορφος πλὴν ἑνωμένος κοινῇ τῇ μοῖρᾳ, Καθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι καλοῦνται νὰ ἐργασθῶσιν μαζὶ ἀδελφικῶς ὥστε νὰ διακηρύξουν τὰς Καλὰς Εἰδήσεις τῆς σωτηρίας, νὰ ἐπιβεβαιώσουν μαζὶ τὴν ἠθικὴν ἀξιοπρέπειαν καὶ αὐθεντικὴν ἐλευθερίαν τοῦ ἀτόμου, «ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ» (Ἰωάν. ΙΖ΄ 21). Αὐτὸς ὁ κόσμος εἰς τὸν ὁποῖον οἱ πνευματικοὶ στύλοι τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως ἐξαφανίζονται προοδευτικῶς, ἀναμένει ἀπὸ ἡμᾶς μίαν ἐπιβλητικὴν Χριστιανικὴν μαρτυρίαν εἰς ὅλας τὰς σφαῖρας τῆς προσωπικῆς καὶ κοινωνικῆς ζωῆς. Τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος θὰ ἐξαρτηθῆ κατὰ πολὺ ἀπὸ τὴν δυνατότητά μας νὰ δώσωμε κοινὴν μαρτυρίαν τοῦ Πνεύματος τῆς ἀληθείας εἰς αὐτοὺς τοὺς δύσκολους καιρούς.
29. Εἴθε ἡ ἐν παρρησίᾳ μαρτυρία μας εἰς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ καὶ εἰς τὰς Καλὰς Εἰδήσεις τῆς σωτηρίας νὰ στηριχθοῦν ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Κύριον καὶ Σωτῆρα μας, ὁ ὁποῖος μᾶς ἐνδυναμώνει μὲ τὴν ἀλάνθαστον ὑπόσχεσιν: «Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν ποίμνιον· ὅτι εὐδόκησεν ὁ πατὴρ ὑμῶν δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν» (Λουκ. ΙΒ΄, 32)! Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς χαρᾶς καὶ τῆς ἐλπίδος. Ἡ πίστις εἰς Αὐτὸν μεταμορφώνει τὴν ἀνθρωπίνην ζωήν, πληρώνοντάς την μὲ νόημα. Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστις ποὺ ἐκπηγάζει ἀπὸ τὴν ἐμπειρίαν ὅλων ἐκείνων εἰς τοὺς ὁποίους ἀναφέρεται ὁ Πέτρος εἰς τοὺς λόγους του: «οἵ ποτε οὐ λαὸς νῦν δὲ λαὸς Θεοῦ, οἱ οὐκ ἠλεημένοι, νῦν δὲ ἐλεηθέντες» (Α΄Πέτρ. Β΄, 10).
30. Μετὰ εὐγνωμοσύνης πλήρους χάριτος γιὰ τὴν δωρεὰν τῆς ἀμοιβαίας κατανοήσεως ποὺ ἐπεδείχθη κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς συναντήσεώς μας, ἄς στρέψωμεν μεθ’ ἐλπίδος εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον, ἐπικαλούμενοι Αὐτὴν διὰ τῶν λόγων τῆς ἀρχαίας προσευχῆς ταύτης: «Ὑπὸ τὴν σκέπην τοῦ ἐλέους σου καταφεύγωμεν, Ὑπεραγία Θεοτόκε». Εἴθε ἡ Εὐλογημένη Παρθένος Μαρία, διὰ τῶν πρεσβειῶν αὐτῆς νὰ ἐμπνεύση ἀδελφοσύνη εἰς πάντας ὅσους τὴν τιμοῦν, ὥστε νὰ ἐπανενωθῶσιν, εἰς καιρὸν τοῦ Θεοῦ, εἰς εἰρήνην καὶ ἁρμονίαν τοῦ ἑνὸς λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πρὸς δόξαν τῆς Ὑπεραγίας καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος!
Φραγκίσκος Κύριλλος
Ἐπίσκοπος Ρώμης Πατριάρχης Μόσχας
Πάπας τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ Πασῶν τῶν Ρωσσιῶν