Σχολιασμὸς τῆς ἀπάντησης τῆς «Κατάνυξης» περὶ Ἀποτειχίσεως


Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

 

Μὲ χαρὰ καὶ λύπη εἴδαμε τὴν ἀπάντηση τῆς «Κατάνυξης» στὰ διάφορα ἐρωτήματα ποὺ τῆς ἔθεσαν διάφοροι πιστοί, μεταξὺ αὐτῶν κι ἡ μηδαμινότητά μου. Λύπη, γιατὶ ἡ ἐπιχειρηματολογία της ἐξακολουθεῖ νὰ στηρίζεται σὲ πολλὰ σημεῖα στὸν ὀρθολογισμὸ καὶ σὲ ἀντιπατερικὲς θέσεις. Χαρά, γιὰ τὸ ὅτι ἡ «Κατάνυξη» ἀπαντάει γιὰ πρώτη φορά σὲ ἐρωτήματα. Αὐτὸ εἶναι μιὰ θετικὴ ἐξέλιξη καὶ δίνει τὴν ἐλπίδα γιὰ τὸ μέλλον, ὅτι ἵσως ἐπιτευχθεῖ κάποτε ἡ πολυπόθητη ἑνότητα. Διότι μόνο ἡ ἑνότητα καὶ τὸ κοινὸ φρόνημα φανερώνει ὅτι εἴμαστε Χριστιανοί: «Λοιπόν, ἀδελφοί, χαίρετε· καταρτίζεσθε, παρακαλεῖσθε, τὸ αὐτὸ φρονεῖτε, εἰρηνεύετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης ἔσται μεθ̓ ὑμῶν» (Β΄ Κορ. 2, 13).

Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο θὰ ἀκολουθήσει (μὲ κόκκινο) σχολιασμὸς τῆς ἀπάντησης τῆς «Κατάνυξης» σημεῖο πρὸς σημεῖο, καὶ ἐπικροτώντας καὶ καυτηριάζοντας, ὥστε ἔτσι νὰ γίνει ἐπιτέλους κατανοητό, τί εἶναι ἀλήθεια καὶ τί ψέμα, τί πρέπει νὰ διορθωθεῖ καὶ τί ἀπαιτεῖται γιὰ τὴν διόρθωση αὐτή. Παράλληλα δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε, ὅτι ἡ «Κατάνυξη» δὲν εἶναι πρόσωπο ἀλλὰ ἱστολόγιο καὶ θὰ ἦταν καλὸ νὰ γνωρίζαμε, ποιοί ἔγραψαν, ὅ,τι ἔγραψαν καὶ μὲ τὴν ἐντολὴ καὶ καθοδήγηση ποιοῦ.

 

Οι διαφορετικές αντιλήψεις

περί την Αποτείχιση

και οι αιτίες της αντιπαράθεσης

 

Μια απάντηση της Κατάνυξης σε όσους την εγκαλούν για τις περί ακριβείας και οικονομίας θέσεις της, την συμπόρευσή της με τον π. Θεόδωρο Ζήση και την δήθεν εγκατάλειψη της γραμμής του π. Νικολάου Μανώλη…

 

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr 

 

Εισαγωγή

Εν μέσω δεινών εκκλησιαστικών εξελίξεων προκαλεί θλίψη σε κάθε συνειδητό χριστιανό η απουσία μιας ενιαίας παράταξης παραδοσιακών Ορθοδόξων, Επισκόπων, Ιερέων, Μοναχών και πιστών, ικανής να αντιπαραταχθεί συντεταγμένα απέναντι στον οδοστρωτήρα του Οικουμενισμού. Πολλοί είχαμε ελπίσει ότι μετά την Ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου η Aποτείχιση αρκετών καλών κληρικών, που διαθέτει ακόμα η Εκκλησία μας, θα λειτουργούσε ως τροχοπέδη στα σχέδια των ολετήρων της Ορθοδοξίας.

Ἀσφαλῶς καὶ «προκαλεί θλίψη η απουσία μιας ενιαίας παράταξης, ικανής να αντιπαραταχθεί συντεταγμένα απέναντι στον οδοστρωτήρα του Οικουμενισμού». Συμφωνοῦμε μὲ τὴν «Κατάνυξη» καὶ νιώθουμε τὴν ἴδια θλίψη. Μόνο ποὺ ἡ «Κατάνυξη» «ξεχνάει», ὅτι τὸ ἑνιαῖο μέτωπο ἐπιτυγχάνεται μόνο μὲ τὸν διάλογο καὶ τὴν κοινὴ ἐπιδίωξη εὕρεσης λύσης. Τῆς θυμίζουμε λοιπόν, ὅτι αὐτὴ καὶ ὅσοι συμπορεύονται μ’ αὐτήν, ὄχι μόνο δὲν ὑποστήριξαν καμιὰ προσπάθεια ἢ κάλεσμα σύναξης τῶν ἀποτειχισμένων ἀλλὰ ἀρνήθηκαν ἀκόμα καὶ νὰ δημοσιεύσουν ἕνα τέτοιο κάλεσμα, συμπεριφερόμενοι ὡς αὐθεντίες καὶ πετώντας στὰ σκουπίδια τὶς Ὑπογραφὲς ἑκατοντάδων πιστῶν. Ἂν ἡ «Κατάνυξη» εἶχε ἐπιδιώξει τὸ ἴδιο καὶ δοκίμαζε μία ἀπαξιωτικὴ ἀντιμετώπιση, τότε θὰ εἶχε δίκιο νὰ μιλάει. Τὸ νὰ ἐπισημαίνει ὅμως πράγματα, γιὰ τὰ ὁποῖα φέρει αὐτὴ καὶ οἱ πνευματικοί της μεγάλη εὐθύνη δὲν εἶναι καθόλου σωστό. Στὸ σπίτι τοῦ κρεμασμένου δὲν μιλοῦν γιὰ σχοινί.

Ἐπίσης συμφωνοῦμε ὅτι θὰ ἦταν τὸ ἄριστο ἡ ἐμφάνιση μίας «ενιαίας παράταξης παραδοσιακών Ορθοδόξων, Επισκόπων, Ιερέων, Μοναχών και πιστών, ικανής να αντιπαραταχθεί συντεταγμένα απέναντι στον οδοστρωτήρα του Οικουμενισμού». Μόνο ποὺ ἡ «συντεταγμένη» ἀποτείχιση, οὔτε ἀπὸ τὸν ΙΕ΄ Κανόνα, οὔτε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας τίθεται ὡς προϋπόθεση ἀποτειχίσεως. Αὐτὸς ὁ ὅρος πρωτοεκφράστηκε ἀπὸ τὸν π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τὸν προπαγάνδισε ὁ κ. Τελεβάντος καὶ υἱοθέτησε πρὸς ἔκπληξή μας καὶ ὁ π. Θεόδωρος Ζήσῃς, μᾶλλον γιατὶ ἐπιθυμεῖ, ἂν τὰ λόγια τῶν Κατανυξιωτῶν ἐκφράζουν τὴν ἀλήθεια, νὰ προΐσταται τῶν ἀποτειχισμένων. Ὁ σκοπὸς ὅμως τῆς ἀποτειχίσεως εἶναι πρωτίστως νὰ ἀποφύγει ὁ πιστὸς τὴν κοινωνία μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ Οἰκουμενιστές (γιὰ νὰ διατηρήσει τὴν θ. Χάρη καὶ νὰ μὴ συμμετέχει στὸ σχίσμα), νὰ ἀποφύγει τὸν μολυσμό, καὶ νὰ συντελέσει, ὥστε καὶ ἄλλοι κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ νὰ συσπειρωθοῦν γιὰ νὰ ἀνατρέψουν μὲ τὴν σύγκληση συνόδου τοὺς αἱρετικούς. Αὐτὸς ὁ σκοπός ὅπως θὰ δεῖ, ὅποιος διαβάσει τὸ παρὸν ἄρθρο τῆς «Κατάνυξης» δὲν λαμβάνεται ὑπ' ὄψιν σοβαρά, μᾶλλον δὲ καὶ διαστρέφεται.

Δυστυχώς ουδείς των Αρχιερέων προέβη σε αυτό το ύστατο διάβημα διαμαρτυρίας. Aπό τον χορό των ιερέων οι αποτειχισθέντες υπήρξαν ελάχιστοι, όπως ελάχιστες ήταν και οι Aποτειχίσεις από την τάξη των μοναχών, εντός και εκτός Αγίου Όρους. Αντιθέτως, συγκινητική υπήρξε η συμμετοχή των λαϊκών που διέκοψαν είτε ηχηρά και δημόσια είτε αθόρυβα την πνευματική κοινωνία τους με τους αιρετίζοντες μητροπολίτες τους και συντάχθηκαν πίσω από αποτειχισθέντες ιερείς.

Τα επόμενα χρόνια στον κατάλογο των αποτειχισθέντων ιερέων προστέθηκαν και αφαιρέθηκαν ονόματα, αλλά ουδέποτε η Αποτείχιση έλαβε μαζικό χαρακτήρα. Είναι ενδεικτικό ότι το Συνδικαλιστικό Όργανο των ιερέων της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο ΙΣΚΕ, απείλησε με διακοπή μνημοσύνου για θέματα μισθοδοσίας, ενώ επέδειξε πλήρη αδιαφορία ή υποστήριξε την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου, την αποδοχή του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου, τα υγειονομικά μέτρα στις Εκκλησίες κτλ.

Πολλοί είναι οι λόγοι που η Αποτείχιση δεν βρήκε την προσδοκώμενη απήχηση στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Ο ορθόδοξος ελληνικός λαός είναι σκανδαλωδώς ακατήχητος, η εκκοσμίκευση έχει απονευρώσει ακόμα και τον κλήρο, ο δογματικός μινιμαλισμός των οικουμενιστών επικράτησε και η ίδια η ιεροκανονική Αποτείχιση συκοφαντήθηκε από γεροντάδες και πνευματικούς με κύρος.

Συμφωνοῦμε ἀπόλυτα μὲ τὶς παραπάνω διαπιστώσεις τῆς «Κατάνυξης».

Υπάρχουν όμως και αιτίες που αφορούν αποκλειστικά τον χώρο της Αποτείχισης και είναι οι εξής:

α. Η αδυναμία των αποτειχισθέντων ιερέων και μοναχών να συμφωνήσουν στην ποιμαντική διάσταση της Αποτείχισης.

Δυστυχῶς δὲν ὑπάρχει «αδυναμία των αποτειχισθέντων να συμφωνήσουν στην ποιμαντική διάσταση της Αποτείχισης». Ὑπάρχει κάτι χειρότερο. Ὑπάρχει ἀρχομανία καὶ διαστρέβλωση τῆς ἁγιοπατερικῆς Παραδόσεως καὶ «αδυναμία» ἄρνηση νὰ συμφωνήσουν στὴν δογματικὴ πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλος ἱερωμένος ἀρνεῖται νὰ παραστεῖ σὲ ἡμερίδες καὶ συνάξεις τὶς ὁποῖες δὲν ὀργάνωσε ἢ δὲν θὰ θὰ προΐστατο. Ἄλλος θέλει νὰ συμβαδίζει ἡ ἀποτείχιση μὲ τὴν προσχώρηση στὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο. Ἄλλος θέλει νὰ ἀποδεχτοῦμε ὅτι τὰ μυστήρια τῶν Οἰκουμενιστῶν εἶναι ἄκυρα καὶ οἱ μνημονεύοντες ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς εἶναι ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἄλλος ὑποστηρίζει ὅτι πρέπει νὰ γίνει μιὰ Σύνοδος, ἡ ὁποία νὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς σχισματικοὺς Γ.Ο.Χ. καὶ ἀποτειχισμένους Νεοημερολογίτες. Ἄλλος υἱοθετεῖ τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο, δὲν προχωρεῖ μὲν σὲ παράταξη τῶν Γ.Ο.Χ. (ἀνεχτό), ἀλλὰ καὶ δὲν κοινωνεῖ ἀποτειχισμένους Νεοημερολογῖτες, δίνοντας δογματικὴ διάσταση στὴν διαφορὰ τῶν 13 ἡμερῶν. Ἄλλος βαπτίζει τὰ μυστήρια τῶν Οἰκουμενιστῶν «κατ' Οἰκονομία ἔγκυρα». Ἄλλος μετατρέπει τὴν Οἰκονομία (ποὺ εἶναι γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα) σὲ Ἀκρίβεια, κοινωνῶντας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς «ἄχρι καιροῦ», δηλ. γιὰ πάντα.

ἀποτείχιση, ὅμως, τῶν Πατέρων εἶναι μία. Ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ὅσους κοινωνοῦν μαζί τους. Οἱ ἐπὶ μέρους Οἰκονομίες, ποὺ γίνονται ὡς ἐξαίρεση, δὲν ἀφοροῦν τὴν γενικὴ ἀρχή, γιατί διαφορετικὰ ἡ Οἰκονομία μετατρέπεται σὲ Ἀκρίβεια. Εἶναι δὲ καταστροφικό, τὴν στιγμὴ ποὺ πρόκειται οἱ πιστοὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὸ δύσκολο ἐγχείρημα τῆς ἀποτειχίσεως, κάποιοι νὰ εἰσάγουν δογματικὰ προβλήματα-διλήμματα ἐξωφθάλμως ἀντιπατερικά, τὰ ὁποῖα εἶναι ἔστω θεολογούμενα καὶ ἁρμόδια νὰ τὰ λύσει εἶναι μιὰ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἢ τέλος πάντων ἀρχικὰ μιὰ Σύναξη τῶν ἀποτειχισμένων, τὴν ὁποία ὅμως ἡ «Κατάνυξη» ἀρνεῖται.

β. Η άρνηση, αδυναμία ή καχυποψία των αποτειχιζόμενων ιερέων και μοναχών στο να αποδεχτούν μια ηγεσία που να καθοδηγεί με ασφάλεια και διάκριση τον αγώνα τους.

Ἐδῶ ἡ «Κατάνυξη» βλέπει «άρνηση, αδυναμία ή καχυποψία» τῶν ἄλλων καὶ δὲν βλέπει «άρνηση, αδυναμία ή καχυποψία» τῶν δικῶν της ἱερέων, οἱ ὁποῖοι, ἐπαναλαμβάνουμε, ἀρνήθηκαν πεισματικὰ νὰ ἀκούσουν τὶς παρακλήσεις γιὰ Σύναξη τῶν ἀποτειχισμένων ἀπὸ τὴν ὁποία μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ θὰ προκύψει ἂν ἀποδειχθεῖ ἀναγκαῖο ἡ τυχὸν ἡγεσία, ἀκόμα καὶ αὐτὴ ποὺ προτείνει ἡ «Κατάνυξη». Τόσο δημοκρατικὰ ἤ, καλύτερα, Συνοδικὰ σκέπτονται! Γι' αὐτοὺς εἶναι ἀναντίρρητο καὶ δεδομένο. Δὲν τὸ κρύβουν. Ὁ ἀρχηγὸς εἶναι ὁ π. Θεόδωρος Ζήσῃς.

Ὅμως ξεχνοῦν (καὶ ἀπορῶ καὶ πάλι, πῶς ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης δὲν τοὺς ἐγκαλεῖ): Ἡγέτης στὴν Ἐκκλησία ἀνακηρύσσεται πάντα αὐτὸς ποὺ θυσιάζεται περισσότερο, αὐτὸς ποὺ ὑποφέρει περισσότερο γιὰ τὴν Πίστη καί, κατὰ παράδοξο τρόπο, αὐτὸς ποὺ δὲν θέλει νὰ γίνει ἡγέτης. Ὁ Θεὸς ὅμως τὸν ἀναδεικνύει ἡγέτη μὲ κριτήριο τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἀρετή του, ἡ ὁποία «λάμπει ὡς φωστήρ» (βλ. καὶ ἐγκώμιο τοῦ ἁγ. Γρηγορίου στὸν Μ. Ἀθανάσιο). Γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀγαπητὴ «Κατάνυξη», ἰσχύει ὅτι ὁ πρῶτος θὰ γίνει τελευταῖος καὶ ὁ τελευταῖος πρῶτος (Ματθ. 20,16, Λουκ. 13, 30 κλπ.). γιὰ τὸ δὲ θέμα ἡγεσίας, ἁρμόδια εἶνια πάντα μία σύναξη ἢ σύνοδος. Ποιός Ἀπόστολος ἀπαίτησε πρωτεῖα, ποιός Ἅγιος «αὐτοπροσφέρθηκε» γιὰ τὴν πρώτη θέση στὸν ἀγῶνα ἐνάντια στὴν κάθε αἵρεση;

Η ποιμαντική της Αποτείχισης

α. Η περί ακρίβειας και οικονομίας διαφωνία

Παρά το γεγονός ότι όλοι οι ιερείς και μοναχοί που αποτειχίστηκαν επικαλούνται τον 15ο κανόνα της Πρωτοδευτέρας επί Μεγάλου Φωτίου Συνόδου και χρησιμοποιούν για την ερμηνεία του κανόνος τα ίδια περίπου χωρία από κείμενα των Αγίων Πατέρων, κάθε ένας τον κατανοεί και τον εφαρμόζει με διαφορετικό τρόπο. Τις διάφορες αντιλήψεις μπορούμε να τις ομαδοποιήσουμε σε τρεις κύριες κατηγορίες:

α. Είναι εν πρώτοις η αυστηρή θέση ότι άπαντες οι μνημονεύοντες επίσκοποι και ιερείς είναι εκτός Εκκλησίας. Η ακραία αυτή μερίδα των αποτειχισμένων θεωρεί ότι η Εκκλησία μας με την αποδοχή του Κολυμπαρίου και του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου βρίσκεται σε αίρεση και, ως εκ τούτου, η Αποτείχιση είναι και αναγκαία και υποχρεωτική για να είναι κάποιος εντός Εκκλησίας. Την Εκκλησία του Χριστού αποτελούν μόνο όσοι έχουν αποτειχισθεί επωνύμως, εγγράφως και ενυπογραφως. Ισχυρίζονται δε μετ’ επιτάσεως πως δεν είναι καινοφανής αίρεση ο Οικουμενισμός αλλά συνονθύλευμα παλαιών “καταδικασμένων” αιρέσεων. Όμως η μερίδα αυτή δεν λαμβάνει υπόψη της την Εκκλησιαστική τάξη και τους κανόνες που απαιτούν την συνοδική καταδίκη και καθαίρεση των αιρετικών κληρικών.

Βεβαίως καὶ δὲν συμφωνοῦμε μὲ ὅσους πιστεύουν αὐτά. Ἀλλὰ ἐδῶ φαίνεται πὼς ἡ «Κατάνυξη» δὲν θεωρεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται σὲ ...αἵρεση(!!!) καὶ κατηγορεῖ ὡς ἀκραίους αὐτοὺς ποὺ τὸ θεωροῦν καὶ τὸ βροντοφωνάζουν μεταξὺ αὐτῶν καὶ τὸν π. Θεόδωρο Ζήση ποὺ προωθοῦν ὡς ἡγέτη!!! Διότι ὁ π. Θεόδωρος στὸ κείμενό του «Ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ ὄχι τὴν Ἐκκλησία» γράφει: «Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς τὸν 7ο αἰώνα… ἐσήκωσε σχεδὸν μόνος τὸ βάρος τῆς ἀντίδρασης ἀπέναντι στὴν αἵρεση τοῦ Μονοθελητισμοῦ, ἡ ὁποία εἶχε καταλάβει ὅλα τὰ πατριαρχεῖα, γιὰ κάποιο διάστημα καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ὅπως τώρα ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει καταλάβει τὴν πλειονότητα τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν μὲ συνοδική του κατοχύρωση στὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης» (ἐδῶ).

Ἀκραῖος καὶ ὁ π. Θεόδωρος ποὺ ἔβλεπε πρὶν τέσσερα χρόνια (!) τὴν πλειονότητα τῶν Ἐκκλησιῶν στὴν αἵρεση; Τώρα ποὺ εἶναι χειρότερα τὰ πράγματα;

Ὅσον ἀφορᾶ τὸ σχόλιό σας «Ισχυρίζονται δε μετ’ επιτάσεως πως δεν είναι καινοφανής αίρεση ο Οικουμενισμός αλλά συνονθύλευμα παλαιών “καταδικασμένων” αιρέσεων» θὰ σᾶς διαψεύσει πάλι ὁ π. Θεόδωρος, ὁ ὁποῖος στὸ κείμενό του γράφει: «Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς παναίρεση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀποτελεῖ σύνοψη καὶ συμπερίληψη ὅλων τῶν αἱρέσεων, ἔχει στοιχεῖα ἀπ᾽ ὅλες τὶς αἱρέσεις, ἀναμειγνύει καὶ συγκιρνᾶ ὅλες τὶς θρησκεῖες, ἐπαναφέρει τὸν συγκρητισμὸ τῶν ρωμαϊκῶν χρόνων, δικαιολογεῖ καὶ προάγει τὴν πολυπολιτισμικότητα καὶ τὴν πολλαπλότητα τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, τὰ ὁποῖα κατήργησε ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ». Τελικὰ ἀναρωτιόμαστε, πόσο ἐκφράζετε τὴν γνώμη τοῦ π. Θεοδώρου; Τὸ ἀντίθετο φαίνεται. Ἐπίσης ἀναρωτιόμαστε, ἂν σᾶς προκαλεῖ ντροπὴ τὸ γεγονός, ὅτι κατηγορεῖτε ἀδίκως ἀνθρώπους ποὺ λένε ἢ ὅπως λέτε «Ισχυρίζονται δε μετ’ επιτάσεως» τὰ ἴδια μὲ τὸν π. Θεόδωρο. Μᾶλλον ὄχι.

β. Η δεύτερη διαλλακτικότερη αντίληψη δέχεται ότι οι μνημονεύοντες επίσκοποι και ιερείς μέχρι την καθαίρεσή τους έχουν κανονική ιερωσύνη, δεν επιτρέπει όμως καμία κοινωνία με αυτούς, χωρίς να διακρίνει ανάμεσα σε κατά πάντα Ορθοδόξους κληρικούς που μνημονεύουν από φόβο και σε όσους είναι ακραιφνείς οικουμενιστές. Σύμφωνα δε με αυτή την αντίληψη, προ του Ουκρανικού ψευδοαυτοκεφάλου υπήρχε η δυνατότητα κάποιας οικονομίας στο θέμα της κοινωνίας με κατά πάντα Ορθόδοξους μνημονεύοντες αλλά μετά το Ουκρανικό επήλθε οντολογικός “μολυσμός” που κατέστησε την όποια οικονομία αδύνατη και την Αποτείχιση υποχρεωτική. Η αποδοχή αυτού του λεγομένου οντολογικού “μολυσμού” έχει τις ίδιες ποιμαντικές συνέπειες με την πρώτη αντίληψη.

Τελικὰ εἶναι νὰ ἀπορεῖ κανεὶς μὲ τοὺς «ἀγαθούς» σκοποὺς τῆς «Κατάνυξης» ποὺ θὰ ἀνακηρύξει στὸ τέλος καὶ τὸν π. Θεόδωρο ἀκραῖο καὶ ἀντίθετο μὲ αὐτήν. Διότι ὁ π. Θεόδωρος στὸ ἴδιο κείμενο «Ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ ὄχι τὴν Ἐκκλησία» γράφει καὶ γιὰ τὸ θέμα τῆς Οἰκονομίας καὶ γιὰ τὸν θέμα τῶν κοινωνούντων μὲ τὴν αἵρεση Ἐπισκόπων καὶ ἱερέων: «Ἡ κατ᾽ οἰκονομίαν ἀναβολὴ ἐπὶ μερικὰ ἔτη τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου, μὲ στόχο τὴν ἐνημέρωση τῶν ἀκατήχητων καὶ ἀγνοούντων Ὀρθοδόξων πιστῶν, δὲν σημαίνει ὅτι θὰ ἀκυρώσουμε τὴν ἀκρίβεια αὐτῶν ποὺ ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ Ἱεροὶ Κανόνες διδάσκουν… Νὰ διατρανωθεῖ πρὸς τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἡγεσίες ὅτι σὲ περίπτωση ποὺ ἐξακολουθήσουν νὰ συμμετέχουν καὶ νὰ ἐνισχύουν τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ, ὁ ἐπιβεβλημένος σωτήριος, κανονικὸς καὶ ἁγιοπατερικὸς δρόμος τῶν πιστῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, εἶναι ἡ ἀκοινωνησία, ἡ διακοπὴ δηλαδὴ τοῦ μνημοσύνου τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι καθίστανται συνυπεύθυνοι καὶ συγκοινωνοὶ τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς πλάνης… Αὐτὴν τὴν παναίρεση (=τοῦ Οἰκουμενισμοῦ) ἔχουν ἀποδεχθῆ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων πολλοὶ πατριάρχες, ἀρχιεπίσκοποι, ἐπίσκοποι, κληρικοί, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί. Τὴν διδάσκουν “γυμνῇ τῇ κεφαλῇ”, τὴν ἐφαρμόζουν καὶ τὴν ἐπιβάλλουν στὴν πράξη κοινωνοῦντες παντοιοτρόπως μὲ τοὺς αἱρετικούς, μὲ συμπροσευχές, ἀνταλλαγὲς ἐπισκέψεων, ποιμαντικὲς συνεργασίες, θέτοντες οὐσιαστικῶς ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας». Τί νὰ πεῖ κανείς γιὰ τοὺς συντάκτες αὐτῆς τῆς ἀπάντησης τῆς «Κατάνυξης»;

Ἐπίσης ἀπορίας ἄξιον εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι ἡ «Κατάνυξη» βάζει τὸν ὅρο μολυσμὸ σὲ εἰσαγωγικά. Τόσα πατερικὰ κείμενα, τόσοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησία μιλοῦν γιὰ μολυσμὸ καὶ γάγγραινα, θανατηφόρο νόσο, σχετικὰ μὲ τὴν κοινωνία μὲ αἱρετικοὺς καὶ αὐτὴ ὑποβιβάζει τὸν ὅρο;

Ἀλλὰ ὄχι μόνο αὐτὸ ἀλλὰ καὶ πάλι ἀγνοεῖτε καὶ ἀδικεῖτε τὸν π. Θεόδωρο, ὁ ὁποῖος στὴν ἀπάντησή του στὸν Θεσσαλονίκης Ἄνθιμο ἔγραψε (ἐδῶ): «Ο προκάτοχός σας κυρός Παντελεήμων ετόλμησε ευθαρσώς να ακυρώσει διαθρησκειακή συνάντηση… Το έπραξε, για να αποτρέψει τον μολυσμό του ποιμνίου του από το μικρόβιο του Οικουμενισμού και την συγκρητιστική διαθρησκειακή διάβρωση» καὶ «Μόνο νὰ μὴ μιανθοῦμε ἀπὸ τὴν κοινωνία μας μὲ τὸν Παπισμὸ καὶ Οἰκουμενισμό, μὲ τοὺς φιλοπαπικοὺς καὶ οἰκουμενιστὰς Ὀρθοδόξους. Παπισμὸς καὶ Οἰκουμενισμὸς εἶναι αἱρέσεις πολὺ πιὸ ἐπικίνδυνες, ἀπὸ τὸν Ἀρειανισμό(!) γιατὶ ἀναιροῦν τὸ σύνολο τῶν δογμάτων τῆς πίστεως» (ἐδῶ)!

Καὶ ρωτοῦσε:

"Μέχρι πότε ἐπίσκοποι, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ θὰ ἐπιτρέπουμε τὰ ἄλογα κτήνη, τοὺς αἱρετικούς, νὰ λακτίζουν καὶ νὰ μιαίνουν τὰ Ἱερὰ καὶ τὰ Ἅγια τῆς Ὀρθοδοξίας;».

Παρακαλοῦμε τὸν π. Θεόδωρο νὰ μὴν ἐπιτρέψει τέτοια διαστρέβλωση ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας ἀλλὰ καὶ τῶν θέσεών του.

γ. Η τρίτη αντίληψη, η οποία, όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω, είναι η ορθή και μέσα στο πνεύμα των περί Αποτείχισης κανόνων, υποστηρίζει ότι η ακρίβεια, η διακοπή κάθε πνευματικής κοινωνίας με τους μνημονεύοντες, είναι εκκλησιολογικά ο τέλειος και ακριβής τρόπος αντίδρασης στην αίρεση. Υπό τις παρούσες όμως συνθήκες ποιμαντικοί λόγοι επιβάλλουν κάποια οικονομία στους πιστούς άχρι καιρού, μέχρι να ωριμάσουν οι ίδιοι πνευματικά και εν ελευθερία να επιλέξουν την οδό της ακριβείας στην Αποτείχιση. 

Ἐδῶ ὑπάρχει ὅλη ἡ διαστροφὴ τῶν ἀγνώστων «Κατανυξιωτῶν». Παρὰ τίς παρακλήσεις-προκλήσεις ποὺ κατὰ καιρούς τους ἀπευθύναμε, δὲν μᾶς εἶπαν, ποιός Ἅγιος περίμενε καὶ ἔκανε ὁ ἴδιος Οἰκονομία «μέχρι οἱ πιστοὶ νὰ ὡριμάσουν»! Τερατώδης παραποίηση τῆς ἁγιοπατερικῆς Παραδόσεως! Ἄλλοτε καὶ κυρίως οἱ Ἅγιοι, ἄλλοτε ἁπλοὶ πιστοὶ ἢ μοναχοί χωρὶς νὰ διεκδικοῦν μὲ πεῖσμα τὴν ἀρχηγία ἀποτειχίζοντο. Αὐτοὶ μὲ τὸ παράδειγμά τους ἀφύπνιζαν καὶ ὡρίμαζαν τὸν λαό.

Σᾶς παραθέτω τὸ ἐξαιρετικὸ ἀπόσπασμα τοῦ π. Φωτίου Βεζύνια, ποὺ κι αὐτὸς δυστυχῶς ξέχασε, τί ἔγραφε:

«Βλέπουμε τους αγίους να φλέγονται μέσα στην αγωνία για την Αλήθεια της Πίστεως, και εμείς κρυοκάρδιοι και απερίτμητοι τη συνειδήσει αποτρέπουμε το ποίμνιο από το «να απαιτεί να ορθοτομείται ο Λόγος της Αληθείας». Η πλειονότητα των πνευματικών και των γερόντων και των εντός και των εκτός του Αγίου Όρους δυστυχώς είναι οπαδοί αυτής της αποτροπής. Βέβαια να πούμε ξεκάθαρα, ότι το ερώτημα δεν τίθεται από τους ερωτώντες για να απαντηθεί. Δεν θέλουν την απάντηση. Τίθεται για να δημιουργηθεί εκείνο το «συνειρμικό περιβάλλον» μέσα τους και γύρω τους ώστε και οι ίδιοι να δικαιολογήσουν την αδικαιολόγητη πατερικά στάση τους, και οι ακούοντες κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί να γίνουν διστακτικοί και αναποφάσιστοι απέναντι σε μια τέτοια απονενοημένη γι αυτούς, και για τους πολλούς δυστυχώς, απόφαση και στάση... Θα μπορούσαμε π.χ. να ρωτήσουμε: “Τι έκαναν οι άγιοι σε καιρό επικράτησης αιρέσεων στην Εκκλησία;“. Και βέβαια με την ουσιώδη υποσημείωση ότι ουδείς άγιος εν ζωή γνωρίζει, πολύ δε περισσότερο διαφημίζει την αγιότητά του. Επιστρέφουμε λοιπόν το ερώτημα στους δολίως ή αδόλως ερωτώντες ως εξής διατυπωμένο. Μήπως μπορούν να μας πουν έναν, «ΕΝΑΝ» άγιο, που σε καιρό αιρέσεως έμεινε με την αίρεση και παρότρυνε και το σώμα της Εκκλησίας να μείνει με την αίρεση; Μήπως μπορούν να αναφέρουν μία, «ΜΙΑ» σύνοδο τοπική ή οικουμενική, που σε καιρό αιρέσεως προτρέπει με τα κείμενά της να προσχωρήσουμε στην αίρεση και να καταστήσουμε τα αιρετικά δόγματα, δόγματα της Εκκλησίας; Μη γένοιτο…

Την εποχή λοιπόν του Αγίου Μαξίμου συγκλονίζει την Εκκλησία η αίρεση του Μονοθελητισμού. Όλοι, οι τότε Πατριάρχες είχαν υποκύψει στην αίρεση αυτή. Ο μόνος, που έμεινε ακλόνητος στην Ορθοδοξία ήταν ο μοναχός άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, με τους δύο μοναχούς μαθητές του. Οι τρεις αυτοί μοναχοί και «μόνοι» διέκοψαν την «κοινωνία» με όλους τους Πατριάρχες... Οι απαρασάλευτες και αυστηρές θέσεις του Αγίου Μαξίμου του ομολογητού και των συν αυτώ, απέναντι στην αίρεση, που διαβάζουμε στους διαλόγους με τους διώκτες τους, δεν είναι αποτέλεσμα της επίγνωσης της αγιότητάς τους. Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Η αγιότητά τους κτίζεται πάνω στις θέσεις αυτές... Ο ευλαβέστατος επίσκοπος Ευλάλιος είπε προς τον Υπάτιον: Γιατί έσβεσες το όνομά του πριν να ιδής τι θα γίνη; Ο όσιος απάντησε: Εγώ αφού έμαθα ότι μιλά άσχημα για τον Κύριόν μου, παύω την κοινωνίαν μαζί του και ούτε αναφέρω το όνομά του· δεν είναι πια επίσκοπος». Τότε ο Ευλάλιος του είπε με οργή: “Πήγαινε και διόρθωσε αυτό που έκανες, διότι μπορώ και να σε τιμωρήσω“. Και ο Υπάτιος αποκρίθηκε: “Ό,τι θέλεις κάμε, διότι εγώ απεφάσισα τα πάντα να πάθω και με αυτήν την απόφασιν το έκανα αυτό» (ἐδῶ).

Ἀγαπητὴ «Κατάνυξη», πῶς μπορεῖτε νὰ ξεχνᾶτε τέτοια κείμενα καὶ λόγια;

Ὅποιος λοιπόν, κοινωνεῖ μὲ τοὺς κοινωνοῦντας, ποιόν θὰ ἐμπνεύσει; Πῶς θὰ ἀφυπνίσει τὶς συνειδήσεις; Ἁπλῶς ἀποκοιμίζει καὶ ἐκείνους ποὺ δείχνουν κάποιο ἐνδιαφέρον. Καμία Οἰκονομία δὲν ὑπάρχει μετὰ τόσες δεκαετίες Οἰκουμενισμοῦ. Τὸ παραμύθι τῆς προετοιμασίας τὸ λένε τοὐλάχιστον ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Γατζέας (2007). Οἱ δ «συνθήκες» εἶναι ΑΡΙΣΤΕΣ σὲ σχέση μὲ ἄλλες ἐποχὲς ἐλλείψεως ἐπικοινωνίας, βασανιστηρίων καὶ διωγμῶν.

Οι περί οικονομίας και ακριβείας θέσεις μας, δεν είναι δικές μας ούτε τις εφηύραμε για να δικαιολογήσουμε τυχόν αλλαγή στην πορεία μας. Είναι το καταστάλαγμα της ποιμαντικής του μακαριστού πνευματικού μας πατρός Νικολάου Μανώλη, ο οποίος σε πολλές ομιλίες εξήγησε γιατί, ενώ ο ίδιος είναι της ακριβείας, είναι επιεικής με όσους δεν μπορούν να την ασκήσουν. Ο παπα Νικόλας δεν κοιμήθηκε δυο μέρες μετά το Ουκρανικό αλλά δυόμισι γεμάτα χρόνια μετά από αυτό. Ουδέποτε ακούσαμε από το στόμα του περί οντολογικού μολυσμού και αυτομάτου οριζοντίου και καθέτου εκπτώσεως πάντων. Αυτή είναι η διδασκαλία του σεβαστού μας πατρός πρωτ. Θεοδώρου Ζήση, ο οποίος με βιβλία, κείμενα και ομιλίες έδειξε την ορθή ιεροκανονική Αποτείχιση και διασάφισε τα περί ακριβείας και οικονομίας, τα οποία τώρα ελησμόνησαν κάποιοι “αυστηροί” που προηγουμένως τα επαινούσαν.

Ἐπανεξετάσατε τὶς θέσεις σας, κύριοι καὶ κυρίες συντάκτες τῆς «Κατάνυξης». Ἀμαυρώνετε τὴν μνήμη τοῦ πνευματικοῦ σας. Λέτε ὅτι οὐδέποτε ἀκούσατε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ π. Νικολάου «περί οντολογικού μολυσμού». Καὶ ὅμως, στὴν ἀποτείχισή του (ἐδῶ) ὁ π. Νικόλαος εἶπε, ὅτι τὴν πράττει: «Ώστε να προστατεύσω τον εαυτό μου και τα πνευματικά μου παιδιά από το μολυσμό της αίρεσης και το σχίσμα που εγκαθίστανται στη Θεσσαλονίκη με πρωτεργάτη τον κ. Άνθιμο… Ούτε βέβαια θα συμμετέχω, δυστυχώς παρά τη θέλησή μου, σε ακολουθίες ή μυστήρια ή άλλες ιερές τελετές όπου μνημονεύεται το όνομα του κυρίου Ανθίμου». Ὁ π. Νικόλαος, ὅπως καὶ ὁ π. Θεόδωρος, μίλησε γιὰ μολυσμὸ καὶ ὅτι δὲν θὰ συμμετέχει σὲ ἀκολουθίες ποὺ μνημονεύουν τὸν Ἄνθιμο καὶ ἐσεῖς λέτε ὅτι δὲν ὑπάρχει μολυσμὸς καὶ μιλᾶτε γιὰ Οἰκονομία. Ἐπίσης ἐσεῖς δημοσιεύσατε στὸ ἱστολόγιο σας ἄρθρο, χωρὶς διαμαρτυρία καὶ κριτικὴ (ἐδῶ) στὸ ὁποῖο ὁ συντάκτης ἔλεγε: «Θέτει εαυτόν εκτός Εκκλησίας, εκείνος που παρεκκλίνει από την ακρίβεια της Πίστεως». Τελικὰ πότε θὰ καταλάβετε τί ἀκριβῶς πρεσβεύετε καὶ πότε θὰ ἀναλάβετε τὶς εὐθύνες σας;

Επίσης επιβάλλεται ο διαχωρισμός ανάμεσα στους κατά πάντα Ορθοδόξους Επισκόπους και Ιερείς που μνημονεύουν από τους Οικουμενιστές συναδέλφους τους. Με τους πρώτους κατ’ οικονομία επιτρέπεται η εκκλησιαστική κοινωνία, ενώ με τους δεύτερους ισχύει ο 15ος κανόνας που τους χαρακτηρίζει ψευδεπισκόπους και ψευδοδιδασκάλους.

Ποιός Ἅγιος σᾶς τὸ εἶπε; Δὲν ἔχετε να παραπέμψετε σὲ κανενὸς Ἁγίου τὴν διδασκαλία! Καὶ ἐπικαλεῖσθε τὴν γνώμη «του μακαριστοῦ πνευματικοῦ μας πατρὸς Νικολάου Μανώλη καὶ π. Θεοδώρου Ζήσῃ» τὴν ὁποία ὅπως ἀποδείχθηκε κι αὐτὴν διαστρεβλώνετε.

Τὴν ἀποκαθηλώνουν ὅμως καὶ οἱ Ἅγιοι. Παραθέτουμε καὶ πάλι τὴν διδασκαλία τοῦ Μ. Ἀθανάσιου καὶ τοῦ Θ. Στουδίτη:

«Διότι, ὅταν μερικοὶ ἰδοῦν σᾶς τοὺς πιστοὺς εἰς τὸν Χριστὸν νὰ συγκεντρώνεσθε μὲ αὐτοὺς καὶ νὰ κοινωνῆτε μαζί τους, ὁπωσδήποτε θὰ θεωρήσουν τοῦτο ὅτι ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΕΓΑΛΗΝ ΣΗΜΑΣΙΑΝ, καὶ ἔτσι θὰ πέσουν εἰς τὸν βόρβορον τῆς ἀσεβείας. Διὰ νὰ μὴ συμβῇ λοιπὸν τοῦτο, ἀποφασίσατε, ἀγαπητοί, αὐτοὺς μὲν ποὺ φανερὰ πιστεύουν εἰς τὴν ἀσέβειαν νὰ ἀποστρέφεσθε, ἀπ᾿ αὐτοὺς δέ, ποὺ νομίζουν πὼς δὲν πιστεύουν εἰς τὴν ἀρειανικὴν διδασκαλίαν, κοινωνοῦν ὅμως μὲ τοὺς ἀσεβεῖς, νὰ φυλάττεσθε· καὶ μάλιστα ἐκείνων ποὺ ἀποστρεφόμεθα τὴν πίστιν, αὐτοὺς πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν ἀπὸ τὴν κοινωνίαν. ᾿Εὰν δὲ κανεὶς προσποιῆται μὲν ὅτι ὁμολογεῖ ὀρθὴν Πίστιν, φαίνεται δὲ ὅτι κοινωνεῖ μὲ ἐκείνους, αὐτὸν νὰ παροτρύνετε νὰ ἀποφεύγῃ αὐτὴν τὴν συνήθειαν καὶ ἐὰν μὲν ὑποσχεθῇ, νὰ τὸν θεωρῆτε ἀδελφόν, ἐὰν δὲ ἐπιμένῃ μὲ πεῖσμα, αὐτὸν νὰ τὸν ἀπομακρύνετε. Διότι ἐὰν πράττετε ἔτσι θὰ διατηρήσετε καθαρὰν τὴν Πίστιν, καὶ ἐκεῖνοι βλέποντές σας θὰ ὠφεληθοῦν, ἐπειδὴ θὰ φοβηθοῦν μήπως θεωρηθοῦν ὡς ἀσεβεῖς καὶ ὅτι πιστεύουν τὴν διδασκαλίαν ἐκείνων»1.

«Ἐχθροὺς γὰρ τοῦ Θεοῦ, ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ κα τος τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας μεγάλῃ καὶ πολλῆ τῆ φωνῆ ἀπεφήνατο». (Ἅγ. Θ. ὁ Στουδίτης, Ἐπιστολή 39, Θεοφίλῳ ἡγουμένῳ, Φατοῦρος, σελ. 113, στιχ. 51· Ρ.G. 99, 1045D).

Καὶ ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος ἐπικυρώνει: «Οἷς τὸ μνημόσυνον καὶ ἡ κοινωνία ἀπωλείας πρόξενα, τούτοις ἡ παῦσις καὶ ἡ διάστασις γίνεται σωτηρίας ὑπόθεσις».

 

Η ποιμαντική του 15ου κανόνα

Οι αντιλήψεις, οι οποίες κατά την εφαρμογή της ιεροκανονικής Αποτείχισης απαγορεύουν a priori οποιαδήποτε κοινωνία ή επικοινωνία με τους μνημονεύοντες κατά πάντα ορθοδόξους επισκόπους, ιερείς και λαϊκούς, είναι εσφαλμένες όσον αφορά την ποιμαντική τους διάσταση. Ενώ το ενδιαφέρον όλων των αποτειχισμένων, ιερέων

και λαϊκών θεολόγων και θεολογούντων, έχει εστιαστεί στην μνημόνευση του αιρετίζοντος επισκόπου και πως “μεταδίδεται ο μολυσμός” από μια τέτοια μνημόνευση, δεν δίνεται η δέουσα προσοχή στην τελευταία πρόταση του 15ου κανόνος που δίνει μια καίρια ποιμαντική κατεύθυνση: “….καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι”.

Ἡ θεωρία αὐτὴ εἶναι ἄστοχη. Μιὰ ἐφεύρεση τοῦ μυαλοῦ γιὰ ἰδιοτελεῖς σκοπούς. Οἱ ἑρμηνευτὲς τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος, ἀλλὰ καὶ ἡ λογική, τὴν ἀπορρίπτουν. Μόνο ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἔχουν Πατερικὰ ἐρείσματα καὶ ἐπικαλοῦνται τὸν πνευματικό τους ὡς αὐθεντία μεγαλύτερη ἐκείνης τῶν Ἁγίων, φτάνουν σὲ τέτοια λανθασμένα συμπεράσματα, κι αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν τιμωρία τους. Οἱ μερισμοὶ ἀναφέρονται στοὺς ψευδεπισκόπους καὶ ψευδοδιδασκάλους κι ὄχι στὸν χῶρο τῶν ἀποτειχισμένων.

Δεῖτε τὸ συγκεκριμενο τμῆμα τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος καὶ τὴν ἑρμηνεία τῶν Κανονολόγων:

Πρωτοδευτέρα Σύνοδος Κων/πόλεως. Κανὼν ΙΕ΄: «Οὐ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι».

Ἡ ἑρμηνεία τῶν κανονολόγων.

Βαλσαμών: «Ου γαρ απέσχισεν εαυτόν από επισκόπου, αλλά από ψευδεπισκόπου και ψευδοδιδασκάλου. Και το παρά τούτου γεγονός επαίνου άξιον εστίν, ως μη κατατέμνον την Εκκλησίαν, αλλά μάλλον συνάπτον αυτήν και του μερισμού απαλλάττον» (P.G. 137, σελ. 1068-1069).

Ζωναράς: «Ου γάρ επισκόπου απέστησαν, αλλά ψευδεπισκόπου και ψευδοδιδασκάλου. Ουδέ σχίσμα τα της Εκκλησίας εποίησαν, αλλά μάλλον σχισμάτων την Εκκλησίαν απήλλαξαν όσον το επ’ αυτοίς» (P.G. 137, σελ. 1069).

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Επειδή, όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, αλλά μάλλον ελευθέρωσαν την Εκκλησίαν από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών.  Όρα και τον λα΄. Αποστολικόν» (Πηδάλιον).

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον κανόνα οι αποτειχισμένοι Ιερείς τιμώνται γιατί επέδειξαν σπουδή, δηλαδή σοβαρή φροντίδα, για την αποφυγή όχι μόνο των σχισμάτων αλλά και των μερισμών. Ακόμα, δηλαδή, και των μικρών εκείνων διαιρέσεων που απέχουν από το να χαρακτηριστούν σχίσμα, αλλά ωστόσο τραυματίζουν την ενότητα του ενός σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας. Όμως η χρήση μόνο της ακρίβειας έχει ως συνέπεια ένα διπλό μερισμό ένθεν κακείθεν της Αποτείχισης. Από την μία με τους μνημονεύοντες, αλλά κατά πάντα ορθοδόξους κληρικούς και λαϊκούς, και από την άλλη με τους υπόλοιπους αποτειχισμένους, για το ποιός έκανε την πιο ορθή και ακριβή, εξ απόψεως κανόνων, Αποτείχιση!

Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἐδῶ ἐπισημαίνετε, δὲν ἀποτελοῦν θεολογικὴ ἑρμηνεία τῶν περὶ τῆς Ἀποτειχίσεως Κανόνων, ἀλλὰ προτάσεις ποὺ ἐσεῖς θέτετε καὶ ποὺ μόνο σὲ μία σύναξη ἀποτειχισμένων μποροῦν νὰ ἀπαντηθοῦν καὶ ὄχι μέσῳ Ἴντερνετ. ποδεχθεῖτε ἐπιτέλους αὐτὸ τὸ κάλεσμα, ἀφοῦ τόσο νοιάζεστε γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν ἀποτειχισμένων.

Επίσης ο 15ος κανών δίνει άλλη μία ποιμαντική κατεύθυνση που δεν λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Ο κανόνας αναφέρεται στην Αποτείχιση “προ Συνοδικής Διαγνώσεως”. Υπονοείται δηλαδή ότι μετά την Αποτείχιση και ένεκα αυτής θα κινηθεί η διαδικασία της Συνοδικής Διαγνώσεως και καταδίκης του αιρετικού επισκόπου. Άρα η Αποτείχιση έχει ως τελικό σκοπό την καταδίκη του αιρετικού επισκόπου με συνοδική διάγνωση. Με βάση όμως τα σημερινά δεδομένα είναι αδύνατο η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος να καταδικάσει και να καθαιρέσει τον εαυτό της. Επίσης, δεν διαφαίνεται η πιθανότητα Αποτείχισης ομάδας, έστω και μικρής, επισκόπων που θα συγκροτήσουν ορθόδοξη σύνοδο και θα καθαιρέσουν τους κακούς και αιρετικούς συναδέλφους τους. Επειδή, λοιπόν, στην παρούσα φάση στην Αποτείχιση βρίσκονται μόνο πρεσβύτεροι έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι θα είναι πάντοτε έτσι τα πράγματα. Αλλά σύνοδος πρεσβυτέρων στην Εκκλησία μας που να μπορεί να καταδικάσει Επισκόπους δεν υπάρχει ούτε δύναται να υπάρξει. Απαιτείται σύνοδος Επισκόπων, η οποία αυθεντικώς και αρμοδίως θα επιβάλει τις προβλεπόμενες εκκλησιαστικές ποινές.

Συμφωνοῦμε.

Οπότε είναι θεμελιώδες οι κατά πάντα Ορθόδοξοι Επίσκοποι της Εκκλησίας μας, ακόμα και αν μνημονεύουν, ακόμα και αν δεν υπάρχει με αυτούς εκκλησιαστική κοινωνία, να μην χαριστούν στο αντίπαλο στρατόπεδο των οικουμενιστών. Το ίδιο ισχύει και με αρκετούς παραδοσιακούς ιερείς της Εκκλησίας μας. Εγκαλώντας τους διαρκώς ότι τελούν αχαρίτωτα μυστήρια ή ότι από την στιγμή που δεν αποτειχίστηκαν πάει χαμένος ο αγώνας τους, πληγώνουμε και αποδυναμώνουμε την εσωτερική τους διάθεση να κάνουν το επόμενο βήμα.

Ἐδῶ φαίνεται ὅτι τὰ λόγια σας κρύβουν σκοπιμότητα. Φυσικὰ οἱ κοινωνοῦντες ἱερεῖς δὲν ἔχουν ἀχαρίτωτα μυστήρια. Δὲν θὰ καταργήσουμε ὅμως τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων, γιατὶ δὲν ἔχουμε τὸ δικαίωμα αὐτό. Ἂν κύριοι, οἱ πιστοὶ πράξουν αὐτὸ ποὺ προτείνετε, μπορεῖτε νὰ μᾶς πεῖτε μέχρι πότε; Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι παραδέχεστε ὅτι «Με βάση όμως τα σημερινά δεδομένα είναι αδύνατο η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος να καταδικάσει και να καθαιρέσει τον εαυτό της». Ἂν λοιπόν, οἱ πιστοὶ πράξουν αὐτὸ ποὺ προτείνετε, τότε θὰ μποῦμε σὲ ἕναν φαῦλο κύκλο, στὸν ὁποῖο οὔτε οἱ εὐσεβεῖς θὰ φεύγουν ἀπὸ τὴν αἵρεση οὔτε πίεση θὰ ὑπάρξει ὥστε νὰ γίνει σύνοδος. Καὶ ἐν τῷ μεταξύ, ἐφ' ὅσον ἡ αἵρεση εἶναι μολυσματικὴ νόσος (κατὰ τοὺς Πατέρες) καὶ «ναρκώνει» τὸ ὀρθόδοξο αἰσθητήριο, κατὰ τὸν π. Θ. Ζήση, ὅλο καὶ περισσότεροι πιστοὶ θὰ προσβάλονται, ναρκώνωνται, ἀλλοιώνονται ἀπὸ τὸν Οἰκουμενιστικὸ ἰό. Μήπως αὐτὸ δὲν ἔδειξε ἡ ἕως τώρα ἐφαρμογὴ τῆς Οἰκονομίας;

Συνεπώς, όταν το θέμα της Αποτείχισης το δούμε όχι στενά και τεχνικά, με βάση την μνημόνευση και τον “μολυσμό”, αλλά γενικά και ποιμαντικά, με βάση τον αγώνα κατά της αίρεσης και με σκοπό την καθαίρεση των αιρετικών, δεν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ ακρίβειας και οικονομίας. Η ακρίβεια είναι κατόρθωμα και πρέπει να το απαιτούμε από τον εαυτό μας. Αυτός που κατόρθωσε και δεν έχει καμία πνευματική ή κοσμική κοινωνία με μνημονεύοντες παίρνει άριστα. Αν ανεβάσουμε όμως την βάση της προαγωγής στο άριστα, υπάρχει φόβος να μην περάσουμε ούτε εμείς που γίναμε αιτία αυτής της αυστηρότητας. Και η οικονομία, ακόμα και στην παρούσα δυσμενέστατη κατάσταση που το ένα εκκλησιαστικό έγκλημα διαδέχεται το άλλο, έχει τον ρόλο της. Είναι η ποιμαντική μέριμνα, ώστε να αποφευχθεί κάποιο μεγαλύτερο κακό, η δημιουργία διαιρέσεων στο ένα πλήρωμα της μίας Εκκλησίας (το οποίο βλέπουμε ήδη να συμβαίνει ακόμα και μέσα στην μικρή κοινότητα των αποτειχισμένων), ή με κάποια παραχώρηση να επιτευχθεί μεγάλο καλό, η Αποτείχιση των καλών επισκόπων και ιερέων της Εκκλησίας μας και η σύμπτυξη ενός πραγματικού ορθόδοξου μετώπου εναντίον της λαίλαπας του Οικουμενισμού που ανέτρεψε το παν.

Συμφωνοῦμε στὰ βασικότερα καὶ πάλι προτείνουμε τὴν σύγκλιση συνάξεως ἀποτειχισμένων γιὰ νὰ λυθοῦν αὐτὰ ποὺ ἐπισημαίνετε.

Στὰ περὶ ἡγεσίας ποὺ ἀκολουθοῦν λέμε ὅτι κι αὐτὰ εἶναι θέμα συνάξεως καὶ ὄχι ντερνετ. Ὅμως: Ὅταν λέτε «όλοι επικαλούνται τον Μ. Αθανάσιο, τον Μ. Βασίλειο, τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη και τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό αποκρύπτουν ή αγνοούν ότι οι Άγιοι αυτοί στον καιρό τους είχαν την αναγνώριση και αποδοχή των συγχρόνων αγωνιζόμενων χριστιανών, στους οποίους έδιναν κατευθύνσεις και οδηγίες. Ο Μέγας Αθανάσιος υπήρξε ο στύλος της Ορθοδοξίας και για πέντε σχεδόν δεκαετίες άπαντες οι Ορθόδοξοι προσέβλεπαν σε αυτόν. Νόμο ορθοδοξίας τον ονομάζει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ο Μ. Βασίλειος διαδέχθηκε τον Μέγα Αθανάσιο ως αυθεντικός εκφραστής της Ορθοδοξίας. Το κύρος του υπήρξε τεράστιο και τον σέβονταν και οι εχθροί του. Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής, όντας απλός μοναχός, διηύθυνε τον αντιαιρετικό αγώνα ανά την οικουμένη. Αυτό του το αναγνώρισε εμμέσως ακόμα και ο πατρίκιος Επιφάνιος κατηγορώντας τον ότι “…πάσα η Δύσις και οι εν τη Ανατολή διαστρέφοντες εις σε θεωρούσι”[1]· Στον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη προσέφευγαν οι Ορθόδοξοι για να λύσουν ποιμαντικές απορίες όσον αφορά τις σχέσεις τους με μνημονεύοντες κατά πάντα Ορθοδόξους. Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός διέσωσε την Ορθοδοξία στην παραπαίουσα Κωνσταντινούπολη και αποφαινόταν επίσης με τρόπο αυθεντικό. Κατανοώντας δε πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει κεφαλή και ηγεσία στην Ορθόδοξη μερίδα έπεισε τον μαθητή του Γεννάδιο Σχολάριο, λαϊκό όντα, να αναλάβει την ηγεσία των αποτειχισμένων της Ορθόδοξης παράταξης» και προτείνετε ὡς ἀνάλογο ἡγέτη τὸν π. Θεόδωρο Ζήση λέγοντας: «Προφανώς αναφερόμαστε στον π. Θεόδωρο Ζήση, ο οποίος και μόνο με την παρουσία του στον χώρο της Αποτείχισης προσδίδει ακαταμάχητα επιχειρήματα υπέρ της εγκυρότητας της. Για τους περισσότερους η ιδιότητα του καθηγητή πανεπιστημίου προσδίδει κύρος», ἐξισώνετε τὸν π. Θεόδωρο μὲ τοὺς παραπάνω Ἁγίους; Θεωρεῖτε ὅτι μία τέτοια ἐξίσωση δείχνει τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ταπείνωση τοῦ π. Θεοδώρου; Κανεὶς δὲν ἀρνιέται τὶς γνώσεις καὶ τὸ κῦρος τοῦ π. Θεοδώρου, καθὼς καὶ τοὺς ἀγῶνες του. Ὅμως τὸ νὰ σχεδὸν αὐτοπροτείνεται κάποιος ὡς ἀρχηγός, κάθε ἄλλο παρὰ ἀρετὴ δείχνει. Θέλουμε νὰ πιστεύουμε ὅτι ὁ π. Θεόδωρος δὲν συμφωνεῖ μὲ αὐτὴ τὴν τακτική καὶ ἀφήνει τὸν Θεὸ νὰ ἀποφασίσει ποιός καὶ ἂν θὰ γηθεῖ καὶ φυσικὰ μετὰ ἀπὸ μία σύναξη ἀποτειχισμένων. Ἂς εἶναι τότε ὁ π. Θεόδωρος. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι τὸ Ἴντερνετ, καὶ ὁ π. Θεόδωρος τὸ γνωρίζει καλά.

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

 

ποσημειώσεις

Ὅταν γάρ τινες ὑμᾶς τοὺς ἐν Χριστῷ πιστοὺς θεωρήσαντες μετ᾿ αὐτῶν συνερχομένους καὶ κοινωνοῦντας, πάντως ὑπονοήσαντες ΑΔΙΑΦΟΡΟΝ ΕΙΝΑΙ τὸ τοιοῦτον, εἰς τὸν τῆς ἀσεβείας ἐμπεσοῦνται βόρβορον ν᾿ οὖν μὴ τοῦτο γένηται, θελήσατε, ἀγαπητοί, τοὺς μὲν φανερῶς φρονοῦντας τὰ τῆς ἀσεβείας ἀποστρέφεσθαι, τοὺς δὲ νομίζοντας τὰ ρείου μὴ φρονεῖν, κοινωνοῦντας δὲ μετὰ τῶν σεβῶν, φυλάττεσθαι· καὶ μάλιστα ὧν τὸ φρόνημα ἀποστρεφόμεθα, τούτους ἀπὸ τῆς κοινωνίας προσήκει φεύγειν

Εἰ δέ τις προσποιεῖται μὲν ὁμολογεῖν ὀρθὴν Πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις, τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιαύτης συνηθείας· καὶ ἐάν μὲν ἐπαγγέληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν, ἐὰν δὲ φιλονείκως ἐπιμένῃ, τὸν τοιοῦτον παραιτεῖσθε. Οὕτω γὰρ διατελοῦντες, καθαρὰν τὴν Πίστιν διατηρήσετε, κἀκεῖνοι βλέποντες ὑμᾶς ὠφεληθήσονται, φοβηθέντες μὴ ἄρα ὡς ἀσεβεῖς καὶ τὰ ἐκείνων φρονοῦντες νομισθῶσιν (Μ. θανασίου, Πρὸς Μοναχούς, PG τ. 26, στλ. 1185-1188. ῾Η νεοελληνικὴ ἀπόδοσις ἀπὸ ΕΠΕ, Μ. θανάσιος, τ. 10, σελ. 312-315, Θεσσαλονίκη 1976).