Θρησκευτικὴ διπλωματία ἢ πνευματικὴ διπλωπία

Κι ὅσοι κοινωνοῦν μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές,
δάσκαλε, δὲν ἔχουν ἀκριβῶς ἐκείνη τὴν "πνευματικὴ διπλωπία", ποὺ ἀποδίδεις στοὺς Οἰκουμενιστές;

Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης, Δάσκαλος, Κιλκίς

   «Θρησκευτικὴ διπλωματία» λέει σήμερα ὁ μοντέρνος, μεταπατερικὸς καὶ νεοπατερικὸς ὀρθόδοξος χριστιανός! Καὶ μάλιστα ὁ ποιμένας, ὁ ἐπίσκοπος, ὁ φύλακας τῆς Ἀλήθειας μέχρι καὶ τὸ «ἰῶτα ἕν»! Διαβάσαμε τὴν ἐπιστολὴ τοῦ πατριάρχη πρὸς τοὺς συνέδρους. Δηλαδή, ἐπικροτεῖται καὶ προωθεῖται ἐπισήμως ἡ προσπάθεια  ὑποστήριξης τῆς πίστης  ἀλλὰ καὶ τῆς  ἱεραποστολικῆς διακονίας, διὰ τῆς ἐκλογικεύσεως τῆς πίστεως καὶ ἡ κωδικοποίηση συγκεκριμένων δράσεων, μὲ ὁδηγὸ τὴν πονηρὴ καὶ ἐπαμφοτερίζουσα ζυγαριὰ τῆς λογικῆς. Μὲ μέτρο τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι τὸν Χριστό, τὸν ἀποκαλυπτόμενο στοὺς ἁγίους της Ἐκκλησίας!
Δυτικὸ εἰσαγόμενο κατασκεύασμα, κομμάτι τῆς βασάνου, ποὺ λέγεται ἐκκοσμίκευση, ἡ ὁποία ἔχει ἁπλωθεῖ πλέον γιὰ τὰ καλὰ καὶ στὰ δικά μας θεολογικὰ πράγματα.  Πάει ἡ ἁπλότητα καὶ ἡ εὐθύτητα. Σὲ δεύτερη θέση ἡ ἄσκηση καὶ ἡ κάθαρση. Καταργεῖται δὲ καὶ εὐθέως ἡ θεϊκὴ ἐντολή: «ἔστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὗ οὗ· τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν» (Ματθ. 5,37).      
     Τὸ λεξικὸ Μπαμπινιώτη γράφει μεταξὺ ἄλλων περὶ τῆς διπλωματίας (διπλωματικὸς μτφ.=): «Αὐτὸς ποὺ ἐνεργεῖ μὲ ἔξυπνο καὶ προσεκτικὸ τρόπο ἢ μέ.... πονηριά: διπλωματικὴ ἀπάντηση (ποὺ δὲν φανερώνει σαφῶς ποιά εἶναι ἡ ἄποψη, ἡ θέση τοῦ ὁμιλοῦντος, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ἑρμηνευθεῖ ποικιλοτρόπως). ΣΥΝΩΝΥΜΟ: Πανοῦργος»! Ἐπίσης, σὲ ὅλες τὶς ὁμόρριζες λέξεις συναντᾶ κανεὶς τὰ συνώνυμα: πονηρός, διπρόσωπος, ἀνειλικρινής, ἔξυπνος, προσποίηση, πανουργία. Εἶναι δυνατὸν ἄνθρωπος τῆς πίστεως, ποὺ ἐπιδιώκει τέτοιες σπουδὲς καὶ προκρίνει τέτοιου εἴδους δράσεις, νὰ ἀντέξει αὐτὴν τὴν ἑρμηνεία, νὰ μὴν προβληματιστεῖ καὶ νὰ μὴν στρέψει διὰ παντὸς τὰ νῶτα του στὸν πανοῦργο Πονηρό;
     Ἰσοπεδωτικὸς ὁ Οἰκουμενισμὸς στὶς ἡμέρες μας, δὲν σκιάζεται Θεό. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὲς οἱ μέθοδοι εἶναι δικό του ἐργαλεῖο, ὅποιος κάθεται νὰ συζητήσει μὲ ἀλλόπιστο μ` αὐτὴν τὴν προϋπόθεση, ἐνεργεῖ ὁπωσδήποτε μὲ πονηρία καὶ ὄχι ἐν Ἁγίω Πνεύματι!  Εἶναι πολὺ πιθανὸν νὰ παραμονεύει ἀκόμη καὶ ἡ προδοσία τῆς πίστεως!        Ἂν ἡ Ἀλήθεια χρειαζόταν τὴν διπλωματία, ὁ Χριστὸς θὰ ἔκανε σεμινάρια στοὺς Ἀποστόλους, πρὶν τοὺς ἀποστείλει νὰ κηρύξουν καὶ νὰ βαπτίσουν.
     Ἡ διπλωματία γιὰ τὴν Ἐκκλησία μόνο «διπλοματία» μπορεῖ νὰ ὀνομαστεῖ. Ναί, διπλοματία μὲ ὄμικρον, δηλαδὴ ἀλληθώρισμα πνευματικό. Ἔτσι, τὸ ἕνα μάτι τῆς ψυχῆς κοιτάζει στὸν Χριστὸ  καὶ τὸ ἄλλο στὸν χρυσό! Ὅμως, "οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῶ δουλεύειν καὶ μαμωνά" (Μάτθ. 6,24).
     Καταφυγὴ στὴν διπλωματία γιὰ τὸν χριστιανὸ σημαίνει ἀπιστία, ὀλιγοπιστία, δειλία, ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στὴν θεία Πρόνοια, ἐγωισμό, αὐτάρκεια ἄνευ εὐσεβείας, προκατάληψη κατὰ παντὸς συνανθρώπου, τουτέστιν ἔλλειψη ἁπλότητας. Ἡ Ἀλήθεια δὲν ἔχει ἀνάγκη τὰ ἀνθρώπινα τεχνάσματα καὶ δὲν ἀναπαύεται στὴν πολλαπλότητα τῶν συλλογισμῶν. Ἡ διπλωματία μπορεῖ νὰ εἶναι ἔργο τῶν πάντων, πλὴν τῶν διακόνων τῆς πίστεως.
     Λέει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: «Ὅταν ἐν σοφία λόγων γένηται ἀπόδειξις, πολλάκις καὶ οἱ φαυλότεροι κρατούσι τῶν ἐπιεικεστέρων, δεινότεροι λέγειν ὄντες». Μὲ ἁπλὰ λόγια: «Ὅταν γίνεται προσπάθεια νὰ ἀποδειχθεῖ ἡ ἀλήθεια μὲ τὴν σοφία καὶ τὴν λογικὴ τὴν ἀνθρώπινη, πολλὲς φορὲς μπορεῖ νὰ ἐπικρατήσει ἡ ἄποψη τῶν πονηρῶν, ἐπειδὴ οἱ πονηροὶ θὰ εἶναι πιὸ ἱκανοὶ στὸ λέγειν». Αὐτὸ ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ στὶς διπλωματικὲς διαδικασίες. Ἡ θεία Ἀλήθεια, λοιπόν, δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ δεινῶς σκέπτεσθαι καὶ λέγειν. Αὐτὸ εἶναι προφανέστατο στὸν λόγο τοῦ ἁγίου.
     Ὑπάρχει μάλιστα καὶ κάποιο ἀναμενόμενο ἀποτέλεσμα, ὅταν ὁδηγηθεῖ τὸ πράγμα ἐκεῖ. Δηλαδή, στὴν περίπτωση τῶν θρησκευτικῶν διπλωματικῶν σχέσεων, θὰ χρησιμοποιηθοῦν ἐπιχειρήματα τοῦ μυαλοῦ ἢ τῆς «ἐπιστήμης», γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ καὶ νὰ γίνει πιστευτὴ ἡ Ἀλήθεια. Ἀλλά, ποιοῦ ἡ ἄποψη θὰ ὑπερισχύσει; Ἢ πῶς καὶ πόσο θὰ «λειανθεῖ» καὶ θὰ τεμαχιστεῖ ἡ Ἀλήθεια, γιὰ νὰ βγεῖ ὁ μέσος ὅρος τῆς συμφωνίας; Διότι οἱ διπλωματικὲς συναντήσεις γίνονται μὲ διαπραγματεύσεις, συνεννοήσεις, γιὰ νὰ λυθοῦν προβλήματα, λένε τὰ λεξικὰ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἀναφέρονται ἐπίσης σὲ διπλωματικὲς νίκες καὶ ἧττες! Καὶ ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός, ὅταν μιλάει μὲ ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἀνήκουν στὴν Ἐκκλησία καὶ θέλει νὰ κάνει συμφωνίες, ἐλέγχεται ἀκόμη καὶ  ἀπὸ τὸ «ἰῶτα ἕν» της Ἀληθείας! Ὑπάρχουν περιθώρια γιὰ «διπλωματίες» μ' αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις;