Ποιό εἶναι τό ἑνδέκατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως καί ποία ἡ διδασκαλία του;
Τό ἑνδέκατο ἄρθρο εἶναι: «Προσδοκῶ Ἀνάστασιν νεκρῶν». Σ’ αὐτό τό ἄρθρο περιέχεται ἡ διδασκαλία γιά τήν ζωή μετά θάνατον καί γιά τήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν. Κάθε ὀρθόδοξος Χριστιανός πιστεύει καί περιμένει τήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν, δηλαδή τήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν, τῶν σωμάτων τῶν νεκρῶν, καθ’ ὅσον ἡ ψυχή δέν πεθαίνει, ὄντας ἀθάνατη.
Τί εἶναι ὁ θάνατος;
῾Ο ἄνθρωπος ὄντας πλασμένος ἀπό σῶμα καί ψυχή, ὅταν πεθάνῃ «ἐπιστρέφει ὁ χοῦς ἐπί τῆς γῆς, ὡς ἦν, καί τό Πνεῦμα ἐπιστρέφει πρός τόν Θεόν, «ὅς ἔδωκεν αὐτό» (Ἐκκλησιασ. 12,7).
Ὡσαύτως ὁ θάνατος εἶναι ὁ χωρισμός τῆς ἀθανάτου ψυχῆς ἀπό τό θνητό σῶμα. Στήν Ἁγία Γραφή ὁ θάνατος ὀνομάζεται ἔξοδος ἀπ’ αὐτόν τόν κόσμο, (Β΄Πέτρ. 1,15), χωρισμός, (Β΄Τιμ. 4,6), κοίμησις (Ματθ. 9,25) καί ἀνάπαυσις.
Ποία εἶναι ἡ αἰτία τοῦ θανάτου;
Αἰτία τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γραφει:«῎Ὥσπερ δι’ ἑνός ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία εἰσῆλθεν εἰς τόν κόσμον, καί διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος, οὕτως εἰς πάντας ἀνθρώπους ὁ θάνατος διῆλθεν (Ρωμ. 5,12). Ὅσον περισσότερον ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος, τόσο περισσότερον κατρακυλᾶ πρός τόν θάνατον. Ὁ Θεός διά τοῦ θανάτου, διακόπτει τόν δεσμό τοῦ σώματος ἀπό τήν ψυχή γιά νά μή αὐξηθῇ στό κόσμο τό κακό σέ ἀπερίγραπτο βαθμό.Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει ἀκόμη: «Τά γάρ ὀψωνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τό δέ Χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωή αἰώνιος» (Ρωμ. 6,23).
Θά γίνῃ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν;
Ναί. ῾Ο Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστός ἀνέστησε τήν κόρη τοῦ Ἰαείρου, τόν νέον τῆς χήρας τῆς πόλεως Ναΐν, τόν Λάζαρο ἀπό τήν Βηθανία, καί τέλος ἀνέστησε ὁ ἴδιος τόν ἑαυτόν Του. ῾Η πίστις στήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν ἐνισχύεται καί ἀπό τήν διδασκαλία Του, ὅταν μᾶς λέγῃ: «Ἀμήν, ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἔρχεται ὥρα, καί νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ νεκροί ἀκούσονται τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καί οἱ ἀκούσοντες ζήσονται. Μή θαυμάζετε τοῦτο· ὅτι ἔρχεται ὥρα ἐν ἧ πάντες οἱ ἐν τοῖς μνημείοις ἀκούσονται τῆς φωνῆς Αὐτοῦ, καί ἐκπορεύσονται οἱ τά ἀγαθά ποιήσαντες εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δέ τά φαῦλα πράξαντες εἰς ἀνάστασιν κρίσεως» (Ἰωάν. 5,25-28).
Γιά τήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν γράφει πολύ ὡραῖα καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρώτη πρός Κορινθίους ἐπιστολή του, (κεφ. 15). Ἐδῶ μᾶς λέγει, ὅτι ὁ θάνατος ἦλθε στόν κόσμο διά τοῦ Ἀδάμ, ἐνῶ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι δυνατή ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν;
Ναί. Στό Θεό κανένα ἔργο δέν εἶναι ἀδύνατον. ῞Ενα κομμάτι σίδηρο, π.χ., γίνεται μπαρούτι καί πέφτει μέσα στή λάσπη. Μετά μέ τήν βοήθεια ἑνός μαγνήτου μπορεῖ αὐτή ἡ μπαρούτι, (τά λεπτά ρινίσματα τοῦ σιδήρου), νά βγῇ ἔξω καί νά γίνῃ πάλι ἕνα κομμάτι σίδηρο. Ἐάν ὁ ἄνθρωπος μ’ ἕνα κομμάτι μαγνήτου κάνει αὐτό τό ἔργο, πόσο μᾶλλον μπορεῖ ὁ Θεός, πού εἶναι Παντοδύναμος νά ἀναστήσῃ τούς νεκρούς;
῾Ο Ἰησοῦς Χριστός στό (Ἰωάν. 12,24) καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό (Α΄Κορ. 15,35-45), παρουσιάζουν τόν θάντον καί τήν ἀνάστασι τῶν σωμάτων μέ σάπισμα τοῦ σπόρου στή γῆ καί τήν βλάστησί του.῞Ενας σπόρος γιά νά βλαστήσῃ καί νά καρποφορήσῃ πρέπει πρῶτα νά πεθάνῃ, νά σαπίσῃ νέ περάσῃ πρῶτα ἀπό τόν θάνατο.
Ἀπ’ αὐτή τήν παρομοίωσι ἐπίσης γεννήθηκε τό ἐκκλησιαστικό ἔθιμο νά φέρουν κόλλυβα στά μνημόσυνα καί τίς κηδεῖες, βλέποντας τόν σπόρο τοῦ σιταριοῦ νά φέρουμε τόν νοῦν μας στόν θάνατο καί τήν ἀνάστασι τῶν σωμάτων.
Ὁ θάνατος πάλι μπορεῖ νά παρομοιωθῆ μέ τήν δύσι τοῦ ἡλίου, ἐνῶ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν μέ τήν ἀνατολή του. Ἐπίσης μέ τόν χειμῶνα καί τήν ἄνοιξι. Τόν χειμῶνα φαίνονται ὅτι ὅλα πεθαίνουν, ἀλλά ὅταν ἔρχεται τό πολύ φῶς καί ἡ ζέστη τῆς ἀνοίξεως, ὅλα ἀνασταίνονται σάν ἀπό τόν τάφο καί ἐνδύονται τό γιορτινό τους ἔνδυμα. ῎Ετσι θά εἶναι καί ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν στό τέλος τῶν αἰώνων.
Γιατί θά ἀναστηθοῦν τά σώματα;
Τά σώματα θά ἀναστηθοῦν γιά νά λάβουν μαζί μέ τήν ψυχή τήν αἰώνια μακαριότητα ἤ τήν τιμωρία, βάσει τῶν καλῶν ἤ κακῶν ἔργων πού ἔκαναν στή γῆ. Μαζί πρέπει νά λάβουν καί τόν μισθό τους, ὅπως καί μαζί ἐπετέλεσαν τά ἔργα ἐπί τῆς γῆς.
Πῶς θά εἶναι τά ἀναστημένα σώματα;
Τά ἀναστηθέντα σώματα τῶν δικαίων θά εἶναι ὅμοια μέ τό ἀναστημένο σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ἀθάνατα, πανένδοξα καί λαμπρότατα. Αὐτά θά μποροῦν νά εἶναι ὁρατά καί ἀόρατα, θά μποροῦν νά ψηλαφῶνται, ἀλλά δέν θά μποροῦν νά ἔχουν καμμία ἀνάγκη ἀπό φαγητό, ποτό, στέγη καί ἀνάπαυσι. Θά ἔχουν δύναμι καί δέν θά ὑποφέρουν ἀπό καμμία ταλαιπωρία. Δέν θά ὑπανδρεύωνται μεταξύ τους, ἀλλά θά ζοῦν ὅπως οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 22,30).
Τά ἀναστημένα σώματα τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν θά εἶναι καί αὐτά ἀθάνατα, ἀλλά ὁ τόπος τους θά εἶναι τόπος τιμωρίας τῶν δαιμόνων.
Τί ὑποχρεώσεις ἔχομεν ἐμεῖς ἀπέναντι στούς νεκρούς καί σέ τί συνίστανται οἱ τελετές ὑπέρ τῶν νεκρῶν;
Ἀπέναντι τῶν νεκρῶν ἔχομεν τίς ἑξῆς ὑποχρεώσεις:
α) Νά τούς θάψωμε κατά τήν τάξιν τῆς Ἐκκλησίας.
β) Νά δίνωμε διά τήν ἀνάπαυσί τους ἐλημοσύνη στούς πτωχούς.
γ) Νά κάνωμε προσευχές καί μνημόσυνα γιά τήν μακάρια ἀνάπαυσί τους, διότι ὁ Θεός ἔχει τό κλειδί τοῦ τόπου τῆς κολάσεως καί τῶν νεκρῶν, (Ἀποκ.1,18). Αὐτός δέν στερεῖται ἐλέους οὔτε γιά τούς ζῶντες, οὔτε γιά τούς νεκρούς, (Ρούθ 2,20), καί ἀκούει ὅλες τίς δεήσεις καί προσευχές τῶν ἀνθρώπων (Ἰωάν. 14,14, 16,23).
δ) Νά τούς μνημονεύωμε στήν προσκομιδή καί στήν Θεία Λειτουργία. ῾Η μεγαλύτερη εὐεργεσία γιά τίς ψυχές τῶν νεκρῶν, εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία εἶναι θυσία συμφιλιώσεως καί συγχωρήσεως καί γιά ζῶντες καί γιά νεκρούς.
ε) Νά φροντίζωμε γιά τά μνήματά τους· νά ἔχωμε Σταυρό στό μέρος τῆς κεφαλῆς τοῦ νεκροῦ καί λουλούδια, ὡς ἔκφρασις τῆς ἀγάπης καί στοργῆς μας πρός αὐτόν. Τό κοιμητήριο εἶναι ἅγιος τόπος, σάν στήν Ἐκκλησία, γι’ αὐτό πρέπει νά τόν διατηροῦμε καθαρόν, ὡς κάνωμε καί γιά τήν ‘Εκκλησία.
῞Ολα αὐτά τά καθήκοντά μας περιέχονται σέ ἕνα ἔργο πού λέγεται προσφορά ἀγάπης πρός τούς νεκρούς. ῎Ετσι ἡ διακονία μας πρός αὐτούς, εἶναι ἀγάπη, τιμή, καί ἰδιαίτερη φροντίδα γιά τά σώματά τους, τίς ψυχές τους καί τούς τάφους τους. Ἐμεῖς οἱ ζῶντες μαζί μέ τούς νεκρούς ἀποτελοῦμε τήν Ἐκκλησία, τό ζωντανό καί αἰώνιο Σῶμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γιατί ὁ Θεός ἀπέκρυψεν ἀπό τούς ἀνθρώπου τήν ὥρα τοῦ θανάτου του;
Γιά νά ἐπαγρυπνῇ, νά προετοιμάζεται καί νά εἶναι πάντοτε ἕτοιμος γιά τό μεγάλο καί ἀνεπίστρεφο ταξίδι του πρός τήν οὐράνια πατρίδα. Δέν θά πρέπει νά τεμπελιάζῃ σκεπτόμενος ὅτι ἡ ὥρα τῆς ἀναχωρήσεώς του εἶναι μακρυά, οὔτε νά φοβᾶται ὅταν θά ἔλθῃ ἐκείνη ἡ ὥρα. «Βλέπετε, ἀγρυπνεῖτε καί προσεύχεσθε· οὐκ οἴδατε γάρ πότε ὁ καιρός ἐστιν» (Μάρκ. 13,33).
Πρόσευχή γιά τούς νεκρούς.
«Μετά τῶν ἁγίων ἀνάπαυσον, Χριστέ, τάς ψυχάς τῶν δούλων σου, ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος».
από το βιβλίο: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΑΤΗΧΗΣΙΣ» – ΔΡ. ΑΝΔΡΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΡΑΝΤ ΚΑΙ ΧΟΥΝΕΝΤΟΑΡΑΣ 1957 ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ (Μετάφρασις ὑπό Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου)