Ομιλία Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στην Υπαπαντή του Κυρίου

 

  Όπου γίνεται λόγος και περί σωφροσύνης και της αντίθετης με αυτήν κακίας.
   Εκείνη την προγονική κατάρα και καταδίκη προ Χριστού την είχαμε όλοι κοινή και ίδια, εκχυμένη σε όλους από έναν προπάτορα, σαν να αναπτυσσόταν από τη ρίζα του γένους και να ήταν συνημμένη με τη φύσι. Ο καθένας επέσυρε από τον Θεό στην υπόστασί του με όσα έπραττε προσωπικώς ή την μομφή ή τον έπαινο, ενώ δεν μπορούσε να κάμη τίποτε απέναντι σ’ εκείνη την κοινή κατάρα και καταδίκη και απέναντι στον πονηρό κλήρο που κατεβαίνει από επάνω σ’ αυτόν και δι’ αυτού στους απογόνους του.

Άλλ’ ήλθε ο Χριστός ελευθερωτής της φύσεως, που μετέβαλε την κοινή κατάρα σε κοινή ευλογία˙ αφού ανέλαβε την ένοχη φύσι μας από την ακήρατη Παρθένο και την ήνωσε στην υπόστασί του, νέαν, χωρίς να έχη μετάσχει σε παλαιό σπέρμα, την κατέστησε αθώα και δικαιωμένη, ώστε και οι γεννώμενοι από αυτόν έπειτα κατά πνεύμα να μένουν όλοι έξω από την προγονική εκείνη κατάρα και καταδίκη. Τί λοιπόν; Δεν μεταδίδει τη χάρι του σε καθεμιά από τις υποστάσεις μας και δεν λαμβάνει ο καθένας μας άφεσι των πλημμελημάτων του από αυτόν, επειδή αυτός δεν ανέλαβε υπόστασι από εμάς, αλλά την φύσι μας, την οποία ανανέωσε ενωθείς με αυτήν κατά την ιδιαίτερη υπόστασί του; Πώς όμως θα ενεργούσε έτσι, αυτός που θέλει να σωθούν όλοι τελείως και κατήλθε κλίνοντας τους ουρανούς για χάρι όλων και, αφού δι΄ έργων και λόγων και παθημάτων του υπέδειξε κάθε δρόμο σωτηρίας, επανήλθε στους ουρανούς, ελκύοντας προς τα εκεί τους πιστούς τους; Επομένως για να παράσχη τελεία απολύτρωσι όχι μόνο στη φύσι την οποία έλαβε ο ίδιος από εμάς σε αδιάσπαστη ένωση, αλλά και στον καθένα από τους πιστεύοντας σ’ αυτόν; Τούτο λοιπόν έπραξε και δεν έπαυσε να πράττη, συνδιαλλάσσοντας τον καθένα μας δι’ εαυτού προς τον Πατέρα και επαναφέροντας τον καθένα στην υπακοή και θεραπεύοντας κάθε παρακοή.

Γι’ αυτό λοιπόν καθώρισε και θείο βάπτισμα κι’ έθεσε σωτηρίους νόμους, εκήρυξε μετάνοια σε όλους και μετέδωσε δεν μεταδίδει τη χάρι του σε καθεμιά από τις υποστάσεις μας από το σώμα και αίμα του. Διότι δεν είναι γενικώς η φύσις αλλά η υπόστασις του καθενός από τους πιστεύοντας που δέχεται το βάπτισμα και πολιτεύεται κατά τις θείες εντολές και γίνεται μέτοχος του θεουργού άρτου και του ποτηρίου. Δια των μέσων τούτων βέβαια ο Χριστός μας εδικαίωσε υποστατικώς και μας επανέφερε στην υπακοή του ουρανίου Πατρός˙ την ίδια δε τη φύσι που προσέλαβε από εμάς και ανανέωσε, την έδειξε αγιασμένη και διαιωμένη και σε όλα υπήκοο στον Πατέρα, δι’ εκείνων που έπραξε και έπαθε αυτός κατ’ αυτήν ενωμένος με αυτήν υποστατικώς. Ανάμεσα σε αυτά είναι και η εορταζομένη σήμερα από εμάς ανάβασις ή αναβίβασίς του στον παλαιό εκείνο ναό προς καθαρισμό, η προϋπάντησις από τον θεόληπτο Συμεών και η ευχαριστία της Άννας, η οποία παρέμενε στον ναό όλη τη ζωή της.1

Πραγματικά μετά την γέννησι του Σωτήρος από την Παρθένο και την κατά τον μωσαϊκό νόμο περιτομή την ογδόη ημέρα, όπως λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς, «όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού αυτών κατά τον νόμο του Μωϋσέως, τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο». Περιτέμνεται κατά τον νόμο, ανεβάζεται κατά το γεγραμμένο, προσφέρεται θυσία κατά τα λεγόμενα στον νόμο Κυρίου. Βλέπετε ότι ο ποιητής και δεσπότης του νόμου γίνεται καθ’ όλα υπήκοος στον νόμο; Επιτελώντας τί με αυτά; Καθιστώντας καθ’ όλα υπήκοο την φύσι μας στον Πατέρα και θεραπεύοντας την κατ’ αυτήν παρακοή μας και μετατρέποντας την γι’ αυτήν κατάρα σ’ ευλογία. Όπως δηλαδή όλη η φύσις μας ήταν στον Αδάμ, έτσι και στον Χριστό˙ και όπως δια του από την γη Αδάμ όλοι όσοι ελάβαμε από εκείνον την ύπαρξι εστραφήκαμε προς την γη και καταρριφθήκαμε, φεύ, στον Άδη, έτσι δια του από τον ουρανό Αδάμ, κατά τον απόστολο, όλοι ανακληθήκαμε στον ουρανό και αξιωθήκαμε την εκεί δόξα και χάρι. Τώρα όμως αξιωθήκαμε μυστικώς, διότι, λέγει «η ζωή σας μαζί με τον Χριστό είναι στον Θεό όταν δε ο Χριστός φανερωθή κατά την δευτέρα επιφάνεια και παρουσία, τότε και σεις όλοι θα φανερωθήτε σε δόξα».2 Ποιοί «όλοι»; Όσοι υιοποιήθηκαν κατά τον Χριστό δια του Πνεύματος αποδείχθηκαν και δια των έργων πνευματικά τέκνα τούτου.

Όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού αυτών, τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο. Ποιών «αυτών»; Ο λόγος του νόμου είναι περί των γεννητόρων, καθώς επίσης και των γεννωμένων από την ένωσί τους, που έχουν ανάγκη καθάρσεως. Διότι και ο ψαλμωδός λέγει «συνελήφθηκα σε ανομίες και η μητέρα μου μ’ εκυοφόρησε σε αμαρτίες».3 Εδώ δε που δεν υπάρχουν γεννήτορες, αλλά ήταν μόνο μητέρα, και αυτή Παρθένος, που υπάρχει επίσης γέννησις παιδιού συλληφθέντος ασπόρως, οπωσδήποτε δεν υπήρχε χρεία καθαρισμού, άλλ’ ήταν έργο υπακοής και τούτο, που επανέφερε την παρακούσασα φύσι και απήλειφε την ευθύνη εξ αιτίας της παρακοής. Όταν λοιπόν συμπληρώθηκαν οι ημερες του καθαρισμού των, τον ανέβασαν για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο, να τον αφιερώσουν, να καταστήσουν φανερό ότι είναι πρωτότοκος, όπως έχει γραφή στον νόμο του Κυρίου, ότι «κάθε αρσενικό παιδί που διανοίγει την μήτρα, θα αποκληθή αφιερωμένο στον Κύριο».4

Και όμως αυτός είναι ο μόνος που διάνοιξε μήτρα, αφού εκυοφορήθηκε χωρίς γεννετήσια ένωσι με μόνο το προσφώνημα και το μήνυμα του Θεού, που εδέχθηκε στις ακοές της η Παρθένος δι’ αγγέλου˙ πώς λοιπόν ο νόμος λέγει «κάθε αρσενικό παιδί που διανοίγει μήτρα»; Όπως πολλοί λέγονται προφήτες και πολλοί χρισμένοι, καθώς λέγει ο Θεός δια του ψαλμωδού, «μη εγγίζετε τους χρισμένους μου και μη κακοποιήτε τους προφήτες μου»,5 ενώ ένας είναι ο Χριστός και ένας μόνο ο Προφήτης αυτός, έτσι λέγεται ότι και κάθε πρωτότοκο διανοίγει μήτρα, άλλ’ ο αληθώς διανοίξας είναι αυτός ο μόνος άγιος του Ισραήλ. Λέγει δε ότι τον ανέβασαν για να δώσουν θυσία κατά το λεγόμενο στον νόμο του Κυρίου, ένα ζεύγος τρυγονιών ή δύο νεοσσούς περιστεριών». Το μεν ζεύγος των τρυγονιών λοιπών, δηλώνοντας την σωφροσύνη των γονέων, είχε κάποια σχέσι προς τους συνεζευγμένους κατά τον νόμο του γάμου, προεδήλωναν σαφώς την Παρθένο και τον γεννηθέντα από την Παρθένο αυτή που είναι έως το τέλος Παρθένος. Και πρόσεξε την ακρίβεια του νόμου. Πραγματικά για τα τρυγόνια είπε ζεύγος διότι υπαινίσσονται τους συνεζευγμένους σε γάμο, ενώ για τα περιστεράκια το απέφυγε τούτο˙ διότι άπειροι γάμου ήσαν και η μητέρα και ο υιός. Αλλά ο μεν νόμος, προμηνύοντας από παλαιά την παρθενική γέννησι, τέτοια χρησμοδοτεί και με τέτοια την προτυπώνει˙ τώρα δε που ωδηγήθηκε στον ναό ο ίδιος ο παραδόξως γεννηθείς, το άγιο Πνεύμα ετοίμασε άλλα τρυγόνια και άλλους νεοσσούς περιστεριών περισσότερο ταιριαστούς. Ποιούς λοιπόν; Τον Συμεών και την Άννα, τους οποίους είτε νεοσσούς περιστεριών τους ειπή κανείς, λόγω της τελείως νηπιακής διαθέσεως προς την κακία, είτε τρυγόνια για το άκρο ύψος της σωφροσύνης, σωστά αθ ειπή.

Αλλά ο μεν Συμεών, για να διέλθωμε σύντομα τα ευαγγελικά λόγια, δίκαιος και ευλαβής και προεμπνευσμένος από άγιο Πνεύμα, ήλθε στον ναό κινημένος και τώρα από αυτό, προϋπάντησε και ασπάσθηκε τούτο το ουράνιο και επίγειο βρέφος, προφέροντας σ’ αυτό ως Θεόν τον ύμνο και την ικεσία, παρακαλώντας ν’ απαλλαγή ειρηνικά από το σώμα και διακηρύσσοντας σε όλους ότι αυτό είναι το σωτήριο φως, ισχυριζόμενος δε ότι τούτο έχει τεθή σε πτώσι των απιστούντων και σε ανάστασι των πιστευόντων σ’ αυτό.

Έπειτα συνωμίλησε με την Παρθένο και Μητέρα του βρέφους, δεικνύοντας από την οδύνη για τον μελλοντικό σταυρό του παιδιού ότι θα φανερωθή κατά φύσι μητέρα του τώρα θεανθρώπου βρέφους και ό,τι αφού αποκαλύψη τους αμφιβόλους γι’ αυτό λογισμούς θα τους απαλείψη από τις καρδιές˙ διότι και ο Συμεών την γνησία μητέρα του αμφιβόλου παιδιού 6 προσδιώρισε από την σχετική με το πάθος οδύνη και από την γι’ αυτό το πάθος σφοδρά λύπη και συμπάθεια.

Η δε προφήτις Άννα, χήρα του Φανουήλ ηλικίας ογδόντα τεσσάρων ετών, επιδιδομένη σε νηστείες και δεήσεις και μη απομακρυνομένη καθόλου από τον ναό, καταληφθείσα τότε περισσότερο από θείο Πνεύμα ευχαρίστησε τον Θεό και ευαγγελίσθηκε ότι θα έλθη η λύτρωσις σ’ όσους την προσδέχονται, δεικνύοντας ότι αυτή είναι το βρέφος τούτο. Τέτοια λογικά τρυγόνια προέπεμψε το άγιο Πνεύμα προς προϋπάντησι του Χριστού, καθώς ανέβαινε στον ναό και μας έδειξε οποίοι πρέπει να είναι οι δεχόμενοι μέσα τους τον Χριστό, και οποίοι και οποίες πρέπει να είναι αυτές που έχασαν τους άνδρες των και αυτοί που έχασαν τις συζύγους των. Διότι η Άννα αυτή ήταν χήρα του Φανουήλ αλλά και προφήτις. Πώς; Διότι, αφού άφησε τις κοσμικές και βιωτικές φροντίδες, δεν εγκατέλειψε τον ναό˙ διότι είχε άμωμο τον βίο διημερεύοντας και διανυκτερεύοντας με νηστείες και αγρυπνίες, με προσευχές και ψαλμωδίες. Γι’ αυτό και η γυναίκα αυτή τον Κύριο, που ελάτρευε με έργα, ευλόγως τον ανεγνώρισε όταν ήλθε, όπως λέγει προς αυτόν ο ψαλμωδός προφήτης, «θα ψάλω και θα προσέξω στην τελεία οδό, πότε θα έλθης προς εμένα».7

Τέτοιες και τέτοιοι πρέπει να είναι όσοι από τον γάμο δια της έντιμης χηρείας αποφασίζουν να προσέλθουν προς τον παρθενικό βίο ή στην συμβίωσι. Εάν λοιπόν καταφρονήσης τελείως την δευτέρα συζυγία ως χαμερπή, κράτησε σταθερά την πρόθεσί σου, βάδιζε στα ίχνη των από την αρχή έως το τέλος αγάμων. Κάποτε είχε και ο Πέτρος πεθερά, αλλά δεν υστέρησε του παρθένου Ιωάννου, όταν έτρεξε προς το ζωαρχικό μνήμα˙ σε μερικά σημεία μάλιστα και υπερτέρησε, γι’ αυτό και από τον κοινό δεσπότη κατέστη κορυφαίος των κορυφαίων. Προς τόσο ύψος αναβιβάζει ο πόθος που μεταφέρεται από την σάρκα προς το πνεύμα.

Εσύ δε πρόσεχε, μη τυχόν από μεν την συζυγία απόσχης ως πάνδημη, την δε αγαμία δεν επιτύχης ως δυσέφικτη, οπότε θα εκτραπής και χωρίς να το καταλάβης θα καταπέσης, διότι θ’ ακολουθής όχι τα κατά νόμο ούτε τα υπέρ νόμο, αλλά τα παρά νόμο. Αν εμείς τους ευρισκομένους σε χηρεία, εφ’ όσον δεν σωφρονούν, τους θεωρούμε κατακρίτους, ενώ, και αν συνέλθουν νομίμως σε δεύτερο γάμο, δεν τους θεωρούμε εντελώς αμέμπτους (ο Παύλος έλεγε ότι αθέτησαν την πρώτη πίστι), πόσο μεγαλυτέρας καταδίκης άξιοι είναι εκείνοι που, ενώ συζούν με γυναίκες, δεν απέχουν της πορνείας; Πορνεία, η οποία επέφερε τον παγκόσμιο εκείνο κατακλυσμό σε αυτούς που ωνομάσθηκαν αρχικώς υιοί Θεού και προεκάλεσε τον από τον ουρανό εμπρησμό στους Σοδομίτες και έφερε στους Ισραηλίτες την ήττα από τους Μωαβίτες και τον πολυάνθρωπο εκείνο φόνο, τώρα δε, νομίζω, φέρει σ’ εμάς τις από τα αλλόφυλα έθνη ήττες και τις πολυειδείς από μέσα και έξω κακώσεις και συμφορές; Υιούς δε Θεού εκάλεσε η Γραφή πρώτους τους απογόνους του Ενώς, ο οποίος πρώτος ήλπισε ότι θα καλήται με το όνομα του Κυρίου.8 Ήταν δε αυτός υιός του Σήθ, του οποίου το γένος ήταν διαφορετικό από το καταραμένο γένος του Κάϊν και εζούσε σωφρόνως. Εξ αιτίας αυτών εστεκόταν ακόμη τότε ο κόσμος, έως ότου κατά το γεγραμμένο είδαν ότι οι θυγατέρες των ανθρώπων, δηλαδή οι κόρες από την γενεά του Κάϊν, ήσαν ωραίες και γοητευμένοι από την πορνική ομορφιά τους επήραν όσες εδιάλεξαν από όλες αυτές και έμαθαν τα έργα τους. Τότε αυξήθηκε η κακία επάνω στη γη, ήλθε ο κατακλυσμός και τους εξαφάνισε όλους˙ και αν τότε δεν ευρίσκονταν επάνω στη γη σώφρονες, ο Νώε και οι υιοί του Νώε (τούτο δε φανερώνεται από το γεγονός ότι ο καθένας ήταν σύζυγος μιας γυναικός με την οποία εισήλθε στην κιβωτό), δεν θα υπολειπόταν καμμιά ρίζα και αρχή για τη γένεσι δευτέρου κόσμου.

Βλέπετε ότι εξ αιτίας των πορνευόντων θα καταστρεφόταν παλαιά ο κόσμος αυτός, αν δεν διατηρείτο από τους σωφρονούντας; Αυτοί δε που δεν είναι άξιοι ούτε του παρόντος κόσμου, αφού τον μεταβάλλουν σε ακοσμία, πώς δεν θα εξωσθούν και από τον μέλλοντα αιώνα, παραδιδόμενοι στο πυρ της γεέννης, διότι δεν άνθεξαν στο πύρ των σαρκικών ηδονών, αν δεν σπεύσουν τώρα να το αποσβέσουν δια της μετανοίας και να ξεπλύνουν με τα δάκρυα τούς από αυτό γενομένους ήδη μολυσμούς; Ας μη αγνοούν δε και τούτο, ότι αν δεν σπεύσουν ν’ αντισταθούν στο πάθος δια της μετανοίας, με τον καιρό θα παραδοθούν σε χειρότερα παρά φύσι πάθη, τα οποία είναι γεννήματα πορνικής επιθυμίας, ελκύει δε εδώ το πυρ της γεέννης, για να συναρπάση από εδώ τους ακολάστους σ’ αιώνια κόλασι.

Ποιός δεν γνωρίζει τους Σοδομίτες και την παρανομωτέρα από πορνεία έξαψί τους και την παραδοξοτέρα βροχή του πυρός επάνω σ’ αυτούς και την απώλεια; Πολλές φορές μάλιστα ολόκληρη πόλις υπέστη τις συνέπειες της διαγωγής ενός μόνο ασελγούς ανδρός, όπως συνέβηκε στην πόλι των Σικίμων, οι οποίοι αφανίσθηκαν τελείως από τα παιδιά του Ιακώβ, επειδή ο Συχέμ άρπαξε την θυγατέρα του Ιακώβ Δείνα.9 Αλλά για ν’ αφήσωμε τώρα τους προ του νόμου, ο ίδιος ο μωσαϊκός νόμος δεν παραγγέλλει να λιθοβολήται η νύφη, αν δεν ευρεθή παρθένος, η δε πορνευομένη κόρη ιερέως να καίεται στο πύρ; Δεν απαγορεύει δε να προσφέρεται στον ναό του Κυρίου ο μισθός πόρνης; Όταν δε οι Ισραηλίτες συνήλθαν πορνικώς με τις Μωαβίτιδες, έπεσαν με μάχαιρα σε μια ημέρα είκοσι τρεις χιλιάδες άνδρες. Γι’ αυτό και ο μέγας Παύλος μας λέγει˙ «μη πορνεύετε, όπως επόρνευσαν μερικοί από αυτούς και έπεσαν σε μια ημέρα είκοσι τρεις χιλιάδες».10 Τέτοια είναι τα επιτίμια της πορνείας και προ του μωσαϊκού νόμου και στο νόμο και δια του νόμου. Τί πρέπει λοιπόν ν αισθανώμαστε εμείς που, ενώ έχομε διαταχθή να σταυρώσωμε τη σάρκα μαζί με τις επιθυμίες, περιπίπτομε πάλι στα ίδια, εξ αιτίας των οποίων έρχεται η οργή του Θεού προς τους υιούς της απειθείας; Που, ενώ διαταχθήκαμε να νεκρώσωμε τα μέλη τα επί της γης, πορνεία, ακαθαρσία, πάθος κακό και την επιθυμία, δεν εφαρμόζομε την παραίνεσι;11 δεν θα φοβηθούμε λοιπόν κάποτε, αν όχι τίποτε άλλο, τουλάχιστο τις θεομηνίες, τις από κάτω, τις από επάνω, τις περασμένες, τις μελλοντικές εκείνες και αιώνιες που μας απειλούν; Δεν θα σεβασθούμε την κατά σάρκα επιφάνεια του ηλίου της δικαιοσύνης Χριστού, ώστε να περιπατήσωμε προσεκτικά σαν σε ημέρα; Δεν θα φρίξωμε τις αποστολικές προειδοποιήσεις και αποφάσεις και παραινέσεις, που λέγουν, «δεν γνωρίζετε ότι είσθε ναοί Θεού και μέσα σας κατοικεί το Πνεύμα του Θεού; Όποιος φθείρει το ναό του Θεού, θα τον φθείρη ο Θεός»12 ˙ και πάλι, «φανερά είναι τα έργα της σαρκός, που είναι πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια και τα όμοια, για τα οποία προλέγω, όπως και ήδη προείπα, ότι όσοι πράττουν τέτοια δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού»13˙ και πάλι, «τούτο να γνωρίζετε, ότι κάθε πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, δηλαδή ειδωλολάτρης, δεν έχει κληρονομία στη βασιλεία του Χριστού και Θεού»14˙ και πάλι, «τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός μας, η αποχή από την πορνεία˙ διότι δεν μας εκάλεσε ο Θεός για ακαθαρσία, αλλά για αγιασμό˙ επομένως όποιος το αθετεί, δεν αθετεί άνθρωπο, αλλά τον Θεό που δίδει το άγιο Πνεύμα του σ’ εμάς».15

Ποιός θα μπορούσε να συλλέξη όλες τις παραγγελίες των Αποστόλων και των προφητών για το θέμα τούτο; Σ’ αυτούς ακριβώς που σωφρονούν και γι΄ αυτό ευρίσκονται ανάμεσα στα μέλη του Χριστού, τί παραγγέλλει ο απόστολος; «Σας έγραψα στην επιστολή, μη συναναστρέφεσθε πόρνους».16 Πραγματικά επειδή εκείνοι δεν εντρέπονται οι ίδιοι, συμβουλεύει τους άλλους να τους αποφεύγουν και να τους εντροπιάζουν, λέγοντας προς αυτούς, «εάν κάποιος κατ’ όνομα αδελφός είναι πόρνος, με αυτόν˙ ούτε να συντρώγετε».17 Βλέπεις ότι όποιος κυλίεται στην πορνεία είναι κοινό μόλυσμα της Εκκλησίας, και γι’ αυτό πρέπει όλοι να τον αποφεύγουν και να τον απομακρύνουν; Ο ίδιος δε ο Παύλος παρέδωσε στον Σατανά τον πορνεύοντα στην Κόρινθο και δεν συνέστησε προς αυτόν αγάπη ούτε τον προσέλαβε, έως ότου επέδειξε την μετάνοια ικανοποιητικώς.

Σώζε οπωσδήποτε την ψυχή σου από τα τόσα κακά, ώ άνθρωπε, των παρόντων και των μελλόντων, των τελευταίων διττών μάλιστα, και στον μέλλοντα και στον παρόντα αιώνα. Το γένος του Ησαύ ήταν απόβλητο, διότι εκείνος ήταν πόρνος και βέβηλος, και ο Ροβοάμ έχασε το μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας, επειδή ο πατέρας του Σολομών, γυναικομανής περισσότερο από κάθε άλλον, επέθανε χωρίς να πάθη τούτο ο ίδιος λόγω του Δαβίδ, ο οποίος το προσαφθέν κάποτε σε βάρος του άγος εκαθάρισε με ροές δακρύων και με τα άλλα έργα της μετανοίας. Αποφεύγετε την πορνεία, αδελφοί, παραγγέλλει πάλι ο απόστολος.18 Αν την απέφευγε ο Σαμψών, δεν θα έπιπτε στα χέρια της Δαλιδάς, ώστε μαζί με τα μαλλιά του να χάση και την δύναμί του, δεν θα ετυφλωνόταν, δεν θα έχανε αδόξως τη ζωή του μαζί με τους αλλοφύλους. Αν την απέφευγαν οι οδηγούμενοι από τον Μωϋσή ως στρατηγό και νομοθέτη Ιουδαίοι δεν θα εθυσίαζαν στον Βεελφεγώρ, δεν θα έτρωγαν θυσίες, δεν θα έπιπταν όσο έπεσαν. Αν την απέφευγε ο Σολομών, δεν θ’ απομακρυνόταν από τον Θεό που τον κατέστησε βασιλέα και σοφό ούτε θα ανήγειρε ναούς και είδωλα.

Βλέπετε ότι το πάθος της πορνείας ωθεί τον άνθρωπο και προς ασέβεια; Ούτε το κάλλος της Σωσάννης, που εξαπάτησε στη Βαβυλώνα τους πρεσβυτέρους, θα εθριάμβευε έπειτα και θα συνεκάλυπτε τον λιθοβολισμό, αν αυτοί απέφευγαν από την αρχή το βδέλυγμα και δεν την παρατηρούσαν κάθε μέρα ακολάστως πρωτύτερα. Ούτε ο Ολοφέρνης θα εκοιτόταν με κομμένον τον λαιμό ο άθλιος, αν προηγουμένως, όπως έχει γραφή, δεν είλκυε τον οφθαλμό του το σανδάλιο της Ιουδίθ και δεν αιχμαλώτιζε την ψυχή του η ομορφιά της. Γι’ αυτό λέγει ο Ιώβ˙ «έβαλα κανόνα στους οφθαλμούς μου, και δεν θα προσέξω παρθένο»,19 πόσο μάλλον άσεμνο γύναιο, άγαμο ή έγγαμο.

Ή αγαμία θεοφιλή να τηρής, αγαπητέ, ή συζυγία θεόδοτη. Πίνε ύδατα απ΄οτα πηγάδια σου, κι αυτό με σωφροσύνη, άπεχε δε τελείως από νοθευμένο ποτό, διότι είναι ύδωρ Στυγός, ρεύμα του ποταμού Αχέροντος, είναι γεμάτο θανατηφόρο ιό, έχει τη δύναμι δηλητηρίου˙ διότι έχει την ιδιότητα να ρίπτη τους μυχούς του Άδη. Απόφευγε το μέλι από πορνικά χείλη, διότι έχουν την ιδιότητα να επαλείφουν πορνικό θάνατο, που είναι ο χωρισμός από το Θεό. Προς αυτόν λέγει ο Δαβίδ, «εξωλόθρευσε όλους όσοι πορνεύουν».20 Είναι λοιπόν ανάγκη να καθαρεύη ή να καθαίρεται κι έτσι να μένη διαρκώς αμίαντος αρκούμενος στις επιτρεπτόμενες ηδονές, αυτός του οποίου το σώμα έγινε ναός του Θεού δια του Πνεύματος και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί σ’ αυτό, να σπεύδη προς απόκτησι αγνείας και σωφροσύνης και προς αποφυγή πορνείας και κάθε ακαθαρσίας, για να παραμείνωμε αιωνίως ευφραινόμενοι μαζί με τον άφθαρτο νυμφίο στις αγνές παστάδες, με τις πρεσβείες της αειπαρθένου και παναμώμου και υπερδοξασμένης Μητέρας που τον εγέννησε παρθενικώς για την σωτηρία μας˙ τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

1. Λουκά 2, 22 – 38.
2. Κολ. 3, 3.
3. Ψαλμ. 50, 7.
4. Έξ. 13, 2. 12.15. Λουκά 2.23.
5. Ψαλμ. 104, 15.
6. Αμφίβολο παιδί είναι ο Χριστός λόγω της διπλής ιδιότητός του, θείας και ανθρωπίνης.
7. Ψαλμ. 100,1.
8. Γεν. 4, 26.
9. Γεν. 34, 1 έ έ.
10. Α’ Κορ. 10, 8.
11. Κολ. 3, 5.
12. Α’ Κορ. 3, 16.
13. Γαλ. 5, 19.
14. Εφ. 5, 5.
15. Α’ Θεσσ. 4, 3.
16. Α’ Κορ. 5, 9.
17. Α’ Κορ. 5, 11.
18. Α’ Κορ. 6, 18.
19. Ιώβ 31, 1.
20. Ψαλμ. 72, 27,

Πηγή ἐδῶ.