Σήμερα ήλθε η σωτηρία στον ορατό και αόρατο κόσμο…
«Τούτο Σάββατον έστι το υπερευλογημένον, εν ω Χριστός αφυπνώσας, αναστήσεται τριήμερος»
~…Ο Άγιος Επιφάνιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας της Κύπρου σε έναν λόγο του στο Άγιο και Μεγάλο Σάββατο που αναφέρεται στη Θεόσωμη Ταφή του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, στον Ιωσήφ από την Αριμαθαία και στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, που έγινε κατά παράδοξο τρόπο μετά το σωτήριο πάθος λέγει τα εξής:«Τι είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα; Μεγάλη σιωπή είναι απλωμένη στη γη. Μεγάλη σιωπή και ηρεμία. Μεγάλη σιωπή γιατί κοιμάται ο Βασιλιάς. Η γη φοβήθηκε και ησύχασε, επειδή ο Θεός με το σώμα κοιμήθηκε. Ο Θεός με το σώμα πέθανε και τρόμαξε ο Άδης. Ο Θεός για λίγο κοιμήθηκε και ανέστησε αυτούς που βρίσκονταν στον Άδη. Που είναι τώρα οι προ ολίγου ταραχές και οι φωνές και οι παράνομοι θόρυβοι κατά του Χριστού; Που είναι οι όχλοι και οι εξεγέρσεις και οι στρατιωτικές φρουρές και τα όπλα και οι λόγχες;
Που είναι οι βασιλιάδες και οι δικαστές οι καταδικασμένοι; Που είναι οι αναμμένες δάδες και τα μαχαίρια και οι άτακτες κραυγές; Που είναι οι όχλοι που εφρύαξαν και η άσεμνη κουστωδία; Εξαφανίστηκαν πραγματικά, γιατί στ’ αλήθεια πραγματικά οι όχλοι έκαναν σχέδια ανόητα και μάταια. Σκόνταψαν πάνω στον ακρογωνιαίο λίθο τον Χριστό και συντρίφτηκαν οι ίδιοι. Χτύπησαν με μανία τη στέρεη Πέτρα, αλλά διαλύθηκαν σε αφρούς, όπως τα κύματα που χτυπούν στον βράχο. Χτύπησαν πάνω στο ανίκητο αμόνι και οι ίδιοι κομματιάστηκαν. Ανύψωσαν στο ξύλο του Σταυρού την πέτρα και αυτή κύλησε και τους θανάτωσε.
Σήμερα ήλθε η σωτηρία σ’ αυτούς που βρίσκονται στη γη και σ’ αυτούς που απ’ την αρχή των αιώνων βρίσκονται κάτω απ’ τη γη. Σήμερα ήλθε η σωτηρία στον ορατό και αόρατο κόσμο. Σήμερα είναι διπλή η παρουσία του Δεσπότη Χριστού. Διπλή η φιλανθρωπία, διπλή η κατάβαση μαζί και συγκατάβαση, διπλή η επίσκεψη προς τους ανθρώπους. Κατεβαίνει ο Θεός από τον ουρανό στη γη κι από τη γη στα καταχθόνια. Ανοίγονται οι πύλες του Άδη. Χαρείτε όλοι εσείς που κοιμάσθε απ’ την αρχή των αιώνων. Υποδεχτείτε το μέγα Φως όσοι κάθεστε στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Έρχεται ο Δεσπότης ανάμεσα στους δούλους. Έρχεται ο Θεός ανάμεσα στους νεκρούς. Έρχεται η ζωή ανάμεσα στους θνητούς. Έρχεται ο αθώος ανάμεσα στους ενόχους. Έρχεται το φως που δεν σβήνει ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι. Έρχεται ο ελευθερωτής ανάμεσα στους αιχμαλώτους. Έρχεται Αυτός που βρίσκεται πιο πάνω από τους ουρανούς, μεταξύ αυτών που βρίσκονται κάτω απ΄τη γη».
Το πνεύμα του Κυρίου ήταν αδύνατο να μείνει εκεί, στον τόπο της βασάνου. Γι’ αυτό και ανέστη. Επίσης οι πιστοί του Χριστού που συναποτελούν το μυστικό Του σώμα δεν μπορούν πια να μείνουν και αυτοί δέσμιοι του άδη.
Σήμερα ο Κύριος κατέβηκε στα ταμεία του Άδη. Λέει ο απόστολος Πέτρος, ότι εκεί κατέβηκε «ίνα και τοις εν φυλακή πνεύμασι κηρύξη». Κατέβηκε μέχρι τα αμειδή, (μελαγχολικά) βασίλεια του θανάτου, τα σκοτεινά, όπου δεν υπάρχει χαμόγελο ποτέ, να αναζητήσει «παγγενή τον Αδάμ», όλη την ανθρωπότητα, από του Αδάμ και της Εύας μέχρι και εκείνων που είχαν πεθάνει ως την ώρα εκείνη. Κατέβηκε μέχρι την Κόλαση και την φώτισε και με την παρουσία Του η Κόλαση έγινε Παράδεισος, και τα πνεύματα τα κεκοιμημένα των δικαίων που είχαν κουραστεί από την προσδοκία Του και από την λαχτάρα Του και από τον πόθο της λύτρωσης, της ζωής, του φωτός, της χαράς, σκίρτησαν και αγαλλίασαν.
Όσο ο διάβολος πικραινόταν μαζί με το βασίλειό του, δεχόμενος μέσα σ’ αυτό την παρουσία του Νικητή της ζωής, τόσο τα πνεύματα των κεκοιμημένων Αγίων και Δικαίων χαίρονταν, ευφραίνονταν, αγάλλονταν, έσπευδαν να δεχθούν τον ζωοπάροχο ασπασμό, τον οποίο τους έδινε ο Κατελθών εις τον Άδη, για να σώσει μέχρις εκεί τον άνθρωπο. Και μετά από την Ανάσταση του Χριστού «πολλά σώματα των κεκοιμημένων» εκείνων Αγίων αναστήθηκαν και μπήκαν στην αγία πόλη των Ιεροσολύμων και εμφανισθήκανε σε πολλούς.
Επέτρεψε ο Θεός να γίνει αυτό το μεγάλο θαύμα για να μην υπάρξει το παραμικρό περιθώριο αμφισβήτησης ποτέ, όχι μόνο της δικής Του Ανάστασης αλλά και της καθολικής ανάστασης όλων των κεκοιμημένων.
«Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου καθώς προείπεν, έδωκεν ημίν την αιώνιον ζωήν και μέγα έλεος».
Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεωργίου Θεοδωρή – Εφημέριου Ι. Ναού Αγίου Δημητρίου Πολιούχου Θεσσαλονίκης