Καταπέλτης ὁ ἱερός Χρυσόστομος κατά των Ημερολατρών

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΩΤΕΥΟΝΤΩΣ
ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΚΑΠΟΙΟΙ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ
ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΝ ΟΤΙ ΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΟΝΤΑΙ
Ἡ ἀπάντηση σὲ σχόλιο ἀπὸ τὸν κ. Ἰωάννη Ν., μᾶς ἀναγκάζει νὰ ἀναδημοσιεύσουμε τὶς τελευταῖες μελέτες τοῦ π. Εὐθυμίου, ποὺ ἀπευθύνονταν σὲ κάποιους τοῦ παλαιοῦ Ἡμερολογίου, οἱ ὁποῖοι φάνηκε ὅτι ἐνδιαφέρονται εἰλικρινὰ γιὰ διάλογο ἐπὶ τοῦ θέματος. Ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις τους ὅμως, ποὺ ἦσαν γενικόλογες, ἀναμασοῦσαν τὰ ἴδια καὶ κυρίως δὲν ἀπάντησαν στὴν οὐσία τῶν ὅσων κατέθεσε ὁ π. Εὐθύμιος, ἀλλὰ πλατείαζαν καὶ οὐσιαστικὰ ἀποπροσανατόλιζαν τὸν ἀναγνώστη, καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι ἔχουν τὴ δύμανη κάποιοι νὰ θυσιάσουν τὰ δευτερότερα, γιὰ τὴν οὐσία τῆς Πίστης.
Δημοσιεύουμε τὸ σχόλιο τοῦ κ. Ἰωάννη Ν. καὶ τὶς κατοχυρωμένες ἁγιοπατερικὰ μελέτες τοῦ π. Εὐθυμίου.
 
πίσης κ. Παντάζη, κλείνετε τ σχόλιό σας μ τν φράση ''Δεν μ νδιαφέρει''. ντως δικαίωμά σας! μως ταν πάρχει νότητα μεταξ μας δν σς νδιαφέρει, πως κα τος μόφρονές σας Νεοημερολογίτες, σς νδιαφέρει μως τι πάρχει διαίρεση κα διχοστασίες καυτηριάζοντας τος δθεν ''πολλος'' ρχιεπισκόπους κ.λπ.
Δι ν μν παναλαμβάνω μως τ ρθρα σ μορφ σχολίων λόγω μεγέθους, ν ναγνώσετε δι τ τοπον των πιχειρημάτων κατ τν παλ/τν! Μν λησμονείτε τι ΧΡΩΣΤΑΤΕ ΧΑΡΗ ες ατος κα σήμερα δν ξυρίζουν κα ποσχηματίζουν μετ βίας τν π. Εθύμιο!
Κλείνοντας ν σημειώσω κάτι σημαντικό! κοιμήθη ποτειχισμένος π. Χρυσόστομος! Διατ δν εχατε πικοινωνία οτε μ ατόν; Γνωρίζετε διος μ ποιος εχε; Ποιο τν κήδεψαν; Μήπως τν κήδεψε ποτειχισμένος π. Εθύμιος Τρικαμηνς; χι λοιπόν!
Δυστυχς μόνο σες (π. Εθυμίου Τρικαμην), δείχνετε τέτοια μμον ες τν ποδοχ τν φρονημάτων κατ τν παλ/τν, πο μάλιστα τοτα τ φρονήματα - πιχειρήματα, ταν κα εναι καινοτόμων!
http://entoytwnika1.blogspot.gr/2014/06/blog-post_16.html


Καταπέλτης ὁ ἱερός Χρυσόστομος κατά των Ημερολατρών. Μιά ακόμα αγιοπατερική απάντηση του π. Ευθυμίου. Θα ηχήσει εις "ώτα μη ακουόντων";

τοῦ Ἱερομονάχου Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ

ς γνωστόν καί προκειμένου νά διερευνήσωμε τήν ἀλήθεια εἰς τό θέμα τῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου εἴχαμε θέσει μία ἐρώτησι εἰς τούς ἀδελφούς τοῦ Π. Ἡμερολογίου. Ἐδόθη τελικά μία ἀπάντησι εἰς αὐτήν, ἡ ὁποία μοῦ ἀπεστάλη σέ φωτοαντίγραφο ἀπό τό προαναφερθέν ἱστολόγιο, τήν ὁποία στά βασικά της σημεῖα εἶμαι ὑποχρεωμένος νά σχολιάσω χάριν τῆς ἀληθείας, ὥστε νά διασαφηνισθοῦν κάποια θέματα καί νά ἐνημερωθοῦν οἱ μή γνωρίζοντες ἐπαρκῶς τήν ὑπόθεσι, διά νά δυνηθοῦν νά τοποθετηθοῦν ἐν γνώσει καί ὄχι νά τοποθετηθοῦν ἐπειδή ἀκολουθοῦν τό Παλαιό ἤ τό Νέο ἀντιστοίχως ἡμερολόγιο.
Εἶμαι ὑποχρεωμένος λοιπόν νά τονίσω τίς διολισθήσεις ἐκ τῆς ἀληθείας εἰς τήν δοθεῖσα ἀπάντησι καί πρός τοῦτο θά ἀναφερθῶ εἰς τό ποῦ ἑστιάζουν τό πρόβλημα οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης Χρυσόστομος καί Νικόδημος Ἁγιορείτης καί πού τό τοποθετοῦν οἱ ἀπαντήσαντες ἀδελφοί εἰς τό ἱστολόγιο «Ἐν Τούτῳ Νίκᾳ».
Ὁ Ἅγ. Νικόδημος λοιπόν γιά νά δείξη ὅτι ἀπαγορεύονται οἱ ἀποσχίσεις γιά θέματα ἡμερολογιακά, ἑορτολογικά, νηστείας κλπ., διότι προφανῶς αὐτά δέν εἶναι θέματα πίστεως, χρησιμοποιεῖ μία ὁμιλία τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἡ ὁποία
ἀριθμεῖται ὡς τρίτη εἰς τούς κατά Ἰουδαίων λόγους του καί ἐπιγράφεται: «Εἰς τούς τά πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας». Οἱ τά πρῶτα Πάσχα νηστεύοντες ἦταν αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀποσχισθῆ ἀπό τήν Ἐκκλησία, διότι ἤθελαν νά κρατοῦν μία παλαιά συνήθεια μέ βάσι τήν ὁποία ἑώρταζαν τό Πάσχα μαζί μέ τούς Ἑβραίους κατά τήν δεκάτη τετάρτη (14η) ἡμέρα τῆς σελήνης (πανσέληνος) τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας, καί σέ οἱαδήποτε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἐτύγχανε αὐτή ἡ πανσέληνος. Αὐτοί οἱ αἱρετικοί ὀνομάστηκαν Πρωτοπασχίται ἤ Τεσσαρακεδεκατίται.
Εἰς τήν ὁμιλία του αὐτή ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀπό τήν ἀρχή θά λέγαμε μέχρι τό τέλος ὁμιλεῖ γιά τήν ἑνότητα τήν ἐκκλησιαστική καί καταδικάζει μέ βαρύτατους χαρακτηρισμούς οἱοδήποτε σχίσμα γίνεται γιά τέτοιους λόγους. Τήν ἑνότητα τήν ἐκλαμβάνει πάντοτε ὡς ἑνότητα ἐκκλησιαστική καί τό σχίσμα ὡς ἀπόσχισι κάποιων ἀπό τούς ὑπολοίπους ἀδελφούς.
Θά ἀναφέρω πρός κατανόησι κάποια τμήματα ἀπό
αὐτήν τήν ὁμιλία τοῦ Χρυσορρήμονος διά νά κατανοήσωμε τό ποῦ ὁ ἅγιος ἑστιάζει τήν ἑνότητα καί τό σχίσμα, ὥστε νά ἀντιληφθοῦμε τήν διολίσθησι σήμερα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν. Εἰς τήν ἀρχή ὁ ἅγιος ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Οὕτω καὶ στρατηγὸς ἄριστος οὐχὶ τὰ μηχανήματα ἀποκρούεται μόνον, ἀλλὰ πρὸ τούτων τὴν πόλιν στασιάζουσαν πρὸς ἑαυτὴν συνάγει, εἰδὼς ὅτι τὸ πλέον οὐδὲν ἔσται τῆς ἔξωθεν νίκης, ἕως ἂν οἱ ἔνδοθεν ἐμφύλιοι μένωσι πόλεμοι. Καὶ ἵνα μάθῃς, ὅτι στάσεως καὶ φιλονεικίας ἴσον οὐδὲν εἰς καθαίρεσιν, ἄκουσον τί φησιν ὁ Χριστός· Βασιλεία μερισθεῖσα ἐφ' ἑαυτὴν οὐ σταθήσεται» (ΕΠΕ 34,160,14).
Καί ὀλίγο κατωτέρω: «Οὐδὲν γὰρ οὕτως ἀσθένειαν ἐργάζεσθαι πέφυκεν, ὡς φιλονεικία καὶ ἔρις· ὥσπερ οὐδὲν οὕτως ἰσχὺν καὶ δύναμιν, ὡς ἀγάπη καὶ ὁμόνοια. Ὅπερ οὖν καὶ ὁ Σολομὼν συνιδών, ἔλεγεν· Ἀδελφὸς ὑπ' ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά, καὶ μεμοχλευμένη βασιλεία. Εἶδες ὅση τῆς ὁμονοίας ἡ ἰσχύς; ὅση τῆς φιλονεικίας ἡ βλάβη; Βασιλεία στασιάζουσα καταλύεται, δύο δὲ ἐπὶ ταὐτὸ ὄντες, καὶ συνδεδεμένοι μετ' ἀλλήλων, παντός εἰσιν ἀρραγέστεροι τείχους» (ΕΠΕ 34,162,2).
Χρησιμοποιῶν ἐπίσης τήν διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀναφέρει: «Καὶ καθάπερ ἰατρὸς ἄριστος τὸν πυρετὸν πρῶτον σβέσας, τότε τὰ ἕλκη καὶ τὰ ρήγματα διορθοῦται· οὕτω καὶ Παῦλος ἐποίησε, πρότερον τὴν διάστασιν ἀνελών, τότε τὰ καθ' ἕκαστον μέλος ἐθεράπευσε τραύματα. Διὰ τοῦτο καὶ ὑπὲρ τούτου διαλέγεται πρὸ τούτων, μηδὲ στασιάζειν πρὸς ἀλλήλους, μηδὲ οἰκείους ἄρχοντας ἐπιγράφεσθαι, μηδὲ εἰς πολλὰ κατατεμεῖν μέρη Χριστοῦ τὸ σῶμα» (ΕΠΕ 34, 168,5).
Παντοῦ λοιπόν σέ ὅλη τήν ὁμιλία ὁ ἅγιος διδάσκει ὅτι δέν πρέπει νά διασπᾶται ἡ ἐκκλησιαστική ἑνότητα γιά θέματα ἑορτολογικά.
Ἐν συνεχείᾳ στήν ὁμιλία του ἀναφέρει αὐτό τό ἐπιχείρημα τῶν Πρωτοπασχιτῶν, ὅτι δηλαδή αὐτοί ἀκολουθοῦσαν τήν παλαιά συνήθεια τῆς νηστείας καί τῆς ἐπιτελέσεως τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα: «Ἀλλὰ τίς ὁ σοφὸς αὐτῶν λόγος, ὅταν ταῦτα αὐτοῖς ἀντιλέγωμεν; Ὑμεῖς, φησίν, οὐ ταύτην ἐνηστεύετε τὴν νηστείαν πρότερον; Τοῦτο οὐ σόν ἐστιν εἰπεῖν πρός με, ἀλλ' ἐμὲ δίκαιον ἂν εἴη πρὸς σὲ λέγειν, ὅτι καὶ ἡμεῖς οὕτως ἐνηστεύομεν πρότερον, ἀλλ' ὅμως προετιμήσαμεν τὴν συμφωνίαν τῆς τῶν χρόνων παρατηρήσεως» (ΕΠΕ 34,168,25).
Ἐδῶ ὁ ἅγιος ἀναφέρει ὅτι ἄλλαξαν τή παλαιά συνήθεια τῆς νηστείας, ἐπειδή ἔτσι ἀποφασίστηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία καί πρός τόν σκοπό νά συμφωνήσουν ὅλοι καί νά μήν ὑπάρχουν σχίσματα. Τά σχίσματα ἐννοοῦνται πάντα ὡς ἀπόσχισι κάποιων ἀπό τό ἐκκλησιαστικό σῶμα γιά θέματα τά ὁποῖα δέν ἅπτοντο τῆς πίστεως.
Ἀκολούθως γιά νά δείξη ὁ ἅγιος ὅτι δέν ἔχει καμία σημασία ἡ παρατήρησις τοῦ χρόνου, ἀλλά τό νά ἀκολουθοῦμε τήν Ἐκκλησία, χρησιμοποιεῖ τόν ἀπόστολο Παῦλο: «Ἐγὼ γὰρ τοὐναντίον δείκνυμι, ὅτι οὐ μόνον οὐκ ἐκέλευσε παρατηρεῖν ἡμέρας, ἀλλὰ καὶ ἀπέλυσεν ἡμᾶς τῆς ἀνάγκης ταύτης. Ἄκουσον γοῦν τί φησιν ὁ Παῦλος· ὅταν δὲ τὸν Παῦλον εἴπω, τὸν Χριστὸν λέγω· ἐκεῖνος γάρ ἐστιν ὁ τὴν Παύλου κινῶν ψυχήν. Τί οὖν οὗτός φησιν; Ἡμέρας παρατηρεῖσθε καὶ μῆνας καὶ καιροὺς καὶ ἐνιαυτούς. Φοβοῦμαι ὑμᾶς, μήπως εἰκῆ κεκοπίακα εἰς ὑμᾶς. Καὶ πάλιν, Ὁσάκις ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον, καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε. Ὁσάκις δὲ εἰπών, κύριον ἐποίησε τὸν προσιόντα, πάσης ἡμερῶν παρατηρήσεως ἀπαλλάξας αὐτόν» (ΕΠΕ 34,176,4).
Ἐδῶ ὁ ἅγιος μᾶς ἀνάγει στόν πνευματικόν ἑορτασμόν καί εἰδικά στήν συμμετοχή στή Θ. Κοινωνία. Ὅταν δέ, συμμετέχωμε στή Θ. Κοινωνία μετά καθαροῦ συνειδότος, τότε ἐπιτελοῦμε τήν ἑορτήν τοῦ Πάσχα: «Τεσσαρακοστὴ μὲν γὰρ ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ γίνεται, πάσχα δὲ τρίτον τῆς ἑβδομάδος· ἔστι δ' ὅτε καὶ τέταρτον, μᾶλλον δὲ ὁσάκις ἂν βουλώμεθα· πάσχα γὰρ οὐ νηστεία ἐστίν, ἀλλ' ἡ προσφορὰ καὶ ἡ θυσία ἡ καθ' ἑκάστην γινομένη σύναξιν. Καὶ ὅτι τοῦτό ἐστιν, ἄκουσον τοῦ Παύλου λέγοντος, Τὸ πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός· καί, Ὁσάκις ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον, καὶ τὸ ποτήριον πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε. Ὥστε ὁσάκις ἂν προσίῃς μετὰ καθαροῦ συνειδότος, πάσχα ἐπιτελεῖς, οὐχ ὅταν νηστεύῃς, ἀλλ' ὅταν τῆς θυσίας ἐκείνης μετέχῃς» (ΕΠΕ 34,176,15).
Ἀπεναντίας ὅταν δέν προσερχώμεθα μετά καθαροῦ συνειδότος, τότε δέν ἐπιτελοῦμε τό Πάσχα: «Ἀλλά κἂν ἐν αὐτῷ τῷ Σαββάτῳ προσέλθῃς μετὰ πονηροῦ συνειδότος, ἐξέπεσες τῆς κοινωνίας, ἀπῆλθες οὐκ ἐπιτελέσας τὸ πάσχα· ὥσπερ οὖν κἂν σήμερον κοινωνῇς, τὰ ἁμαρτήματα ἀπονιψάμενος, τὸ πάσχα ἐπετέλεσας ἀκριβῶς. Ἐχρῆν τοίνυν τὴν ἀκρίβειαν ταύτην ὑμᾶς καὶ τὴν εὐτονίαν μὴ ἐν τῇ τῶν καιρῶν παρατηρήσει, ἀλλ' ἐν τῇ προσόδῳ φυλάττειν» (ΕΠΕ 34,180,16).
Ἀκολούθως ἀναφέρει ὁ ἅγιος τίς διάφορες εὐαγγελικές ἐντολές γιά τίς ὁποῖες καί θά κριθοῦμε καί καταλήγει: «Ὅτι δέ τῷ δεῖνι μηνί καί τῷ δεῖνι ἐποίησε τό Πάσχα οὐδείς ἐκολάσθη ποτέ, οὐδέ ἐνεκλήθη» (ΕΠΕ 34, 182,3).
Ἐδῶ προφανῶς δηλώνει ὁ ἅγιος ὅτι τά ἑορτολογικά θέματα (ἀκόμη καί τήν σπουδαιοτέρα ἑορτή τοῦ Πάσχα) τά ρυθμίζει ὅπως θέλει ἡ Ἐκκλησία, χωρίς νά ἀποτελοῦν ὄχι μόνο θέματα πίστεως, ἀλλά οὔτε κἄν κάτι τό ἐπιλήψιμο γιά τό ὁποῖο θά ἀπολογηθοῦμε.
Ἐν συνεχείᾳ ἀναφέρει ὁ ἅγιος ὅτι τό πολίτευμά μας πρέπει νά εἶναι οὐράνιο καί στόν οὐρανό δέν ὑπάρχουν μῆνες καί χρονικές περίοδοι πού καθορίζονται ἀπό τήν κίνησι τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης: «Καὶ τί λέγω περὶ ἡμῶν τῶν ἀπηλλαγμένων πάσης τοιαύτης ἀνάγκης, καὶ ἄνω πολιτευομένων ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἔνθα μῆνες, καὶ ἥλιος, καὶ σελήνη, καὶ ἐνιαυτῶν περίοδος οὐκ ἔστιν;» (ΕΠΕ 34,182,6).
Κατόπιν ὁ Χρυσορρήμων φέρει ὡς παράδειγμα τούς Ἑβραίους, στούς ὁποίους ἐδόθηκε ἀπό τόν Μωϋσῆ τό δικαίωμα νά ἑορτάζουν καί τόν δεύτερο μῆνα τό Πάσχα, ὅσοι γιά κάποιες αἰτίες δέν ἠδυνήθησαν νά ἑορτάσουν τόν πρῶτο μῆνα. Σημειώνει δέ πάλι ὅτι δι’ αὐτά τά ἀσήμαντα πράγματα δέν ἐπιτρέπεται νά ἀποσχιζώμεθα ἀπό τήν Σύνοδο: «Εἶτα ἐπὶ μὲν τῶν Ἰουδαίων ἡ τοῦ χρόνου λύεται παρατήρησις, ἵνα εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα τὸ πάσχα γένηται· σὺ δὲ οὐ προτιμᾷς τοῦ χρόνου τῆς Ἐκκλησίας τὴν συμφωνίαν, ἀλλ' ἵνα δόξῃς ἡμέρας παρατηρεῖν, εἰς τὴν κοινὴν ἁπάντων ἡμῶν ἐμπαροινεῖς μητέρα, καὶ τὴν ἁγίαν διατέμνεις σύνοδον; καὶ πῶς ἂν ἄξιος εἴης συγγνώμης, ὑπὲρ τοῦ μηδενὸς τοσαῦτα ἁμαρτάνειν αἱρούμενος;» (ΕΠΕ 34,182,17).
Κατωτέρω διδάσκει πάλι νά μήν φιλονικῶμε οὔτε νά ἀποσχιζώμεθα τῆς Ἐκκλησίας διά τά θέματα τῶν ἑορτῶν καί τῆς νηστείας: «Μὴ τοίνυν φιλονεικῶμεν, μηδὲ ἐκεῖνο λέγωμεν, Τοσοῦτον ἐνήστευσα χρόνον, καὶ νῦν μεταθήσομαι; Δι' αὐτὸ μὲν οὖν τοῦτο μετάθου· ἐπειδὴ τοσοῦτον ἀπεσχίσθης χρόνον τῆς Ἐκκλησίας, ἐπάνελθε λοιπὸν πρὸς τὴν μητέρα» (ΕΠΕ 34,184,10) καί κατόπιν ἀφοῦ φέρει, ὅπως συνηθίζει ὁ ἅγιος, παραδείγματα ἀπό τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Μὴ τοίνυν, τῶν τελειοτέρων παραγενομένων πραγμάτων, πρὸς τὰ πρότερα ἐπανατρέχωμεν, μηδὲ ἡμέρας καὶ καιροὺς καὶ ἐνιαυτοὺς παρατηρῶμεν, ἀλλὰ πανταχοῦ τῇ Ἐκκλησίᾳ μετ' ἀκριβείας ἑπώμεθα, τὴν ἀγάπην καὶ τὴν εἰρήνην προτιμῶντες ἁπάντων. Εἰ γὰρ καὶ ἐσφάλλετο ἡ Ἐκκλησία, οὐ τοσοῦτον κατόρθωμα ἀπὸ τῆς τῶν χρόνων ἀκριβείας ἦν, ὅσον ἔγκλημα ἀπὸ τῆς διαιρέσεως καὶ τοῦ σχίσματος τούτου» (ΕΠΕ 34, 188,5).
Ἐδῶ ἀναφέρει ὁ ἅγιος ὅτι, ἐφ’ ὅσον δέν πρόκειται διά θέματα πίστεως, πρέπει νά ἀκολουθοῦμε τήν Ἐκκλησία καί νά μήν χωριζώμεθα ἀπό αὐτήν, ἔστω καί ἄν αὐτή ἔκανε λάθος.
Πρίν ἀπό τόν ἐπίλογο ὁ ἅγιος δίδει ἐπί τοῦ θέματος τίς τελευταῖες θά λέγαμε συμβουλές καί ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Μὴ τοίνυν σκιομαχῶμεν, μηδὲ ὑπὲρ τῶν τυχόντων φιλονεικοῦντες, ἐν τοῖς μεγάλοις ἑαυτοὺς καταβλάπτωμεν. Τὸ μὲν γὰρ τῷδε ἢ τῷδε χρόνῳ νηστεῦσαι οὐκ ἔγκλημα, τὸ δὲ σχίσαι Ἐκκλησίαν, καὶ φιλονείκως διατεθῆναι, καὶ διχοστασίας ἐμποιεῖν, καὶ τῆς συνόδου διηνεκῶς ἑαυτὸν ἀποστερεῖν, ἀσύγγνωστον καὶ κατηγορίας ἄξιον, καὶ πολλὴν ἔχει τὴν τιμωρίαν» (ΕΠΕ 34,190,6).
Ἐδῶ τονίζει ὅτι τό νά νηστεύσωμε αὐτόν ἤ ἐκεῖνον ἤ τόν ἄλλον χρόνο αὐτό δέν εἶναι παράπτωμα, ἀντιθέτως εἶναι μέγιστο ἁμάρτημα τό νά δημιουργήσωμε δι’ αὐτά σχίσμα στήν Ἐκκλησία καί νά φιλονεικῶμε.
Ὁ ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στήν ὑποσημείωσι τοῦ ἑβδόμου (Ζ΄) Ἀποστολικοῦ Κανόνος ἀκολουθεῖ μέ ἀπόλυτη πιστότητα τόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Ὡς γνωστόν ὁ Ζ΄ Ἀποστολικός Κανόνας ἀπαγορεύει νά ἑορτάσωμε τό Πάσχα πρίν ἀπό τήν ἰσημερία τῆς Ἀνοίξεως ἤ νά ἑορτάσωμε μαζί μέ τούς Ἑβραίους. Αὐτά λοιπόν γιά τά ὁποῖα ἐγκαλεῖ τούς Λατίνους ἀφοροῦν ἀποκλειστικῶς καί μόνον τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα. Ὅπου ὁ ἅγιος ἀναφέρει τό ἡμερολόγιο (καλαντάριο) τό ἀναφέρει σέ ἄμεση σχέσι μέ τό Πασχάλιο, τό ὁποῖο ἐκαινοτόμησαν οἱ Λατῖνοι παραβαίνοντας τούς ὅρους τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί φυσικά τόν Ζ΄ Ἀποστολικό, τόν ὁποῖο ὁ ἅγιος ἑρμηνεύει.
Αὐτά γιά τά ὁποῖα ἐγκαλεῖ τούς Λατίνους εἶναι πρῶτον τό ὅτι ἀτίμασαν τούς θεοφόρους Πατέρας τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «ἀλλ’ ἐπειδή εἰς τήν πρώτην σύνοδον ἐσυνάχθησαν οἱ Πατέρες καί ἐδιώρισαν πότε νά γίνεται τό Πάσχα, τιμῶσα ἡ Ἐκκλησία πανταχοῦ τήν συμφωνίαν καί ἕνωσιν, ἐδέχθη τόν διορισμόν ὁποῦ ἐκεῖνοι ἔκαμαν. Λοιπόν, ἔπρεπε, κατά τόν Χρυσόστομον, νά προτιμήσουν καί οἱ Λατῖνοι τήν συμφωνίαν καί ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας, περισσότερον ἀπό τήν παρατήρησιν τῶν χρόνων (τῆς ἰσημερίας δηλ. ὁποῦ ἐκατέβη τώρα εἰς τάς 11 Μαρτίου, οὖσα ἐπί τῆς πρώτης συνόδου εἰς τάς κα΄. μαρτίου) καί νά ἑορτάζουν τό Πάσχα μέ ἡμᾶς τούς Γραικούς, καί ὄχι νά ἀτιμάζουν τούς τριακοσίους ἐκείνους θεοφόρους καί πνευματοφόρους Πατέρας, ὁποῦ ἐνομοθέτησαν τοῦτο κατά θεῖον φωτισμόν, νομίζοντες τούτους ὡς ἀνοήτους, καί ὑβρίζοντες εἰς τήν κοινήν μητέρα πάντων ἡμῶν Ἐκκλησίαν» (Ὑποσημ. εἰς Ζ΄ Ἀποστολ.) .
Δεύτερον τούς ἐγκαλεῖ, γιατί μέ τήν ἀλλαγή τοῦ Πασχαλίου ἑορτάζουν τό Πάσχα πολλές φορές ἤ μαζί μέ τούς Ἑβραίους ἤ πρίν ἀπό αὐτούς, πρᾶγμα ἀντίθετο εἰς τόν Ζ΄ Ἀποστ. καί τήν ἀπόφασι τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς: «Ἄς ἠξεύρουν γάρ ὅτι καί αἱ οἰκουμενικαί σύνοδοι, ὁποῦ μετά τήν πρώτην ἔγιναν, καί οἱ λοιποί Πατέρες, ἔβλεπον ναί καί αὐτοί, ὡς σοφοί ὁποῦ ἦτο, πῶς ἐκατέβη πολλύ ἡ ἰσημερία∙ ἀλλ’ ὅμως δέν ἠθέλησαν νά τήν μεταθέσουν ἀπό τήν κα΄ Μαρτίου, ὁποῦ τήν ηὗρεν ἡ α΄ σύνοδος, προτιμῶντες περισσότερον τήν συμφωνίαν τῆς Ἐκκλησίας καί ἕνωσιν, ἀπό τήν ἀκρίβειαν τῆς ἰσημερίας, ἥτις δέν προξενεῖ, οὔτε εἰς τήν εὕρεσιν τοῦ ἐδικοῦ μας Πάσχα κἀμμίαν σύγχυσιν, οὔτε βλάβην εἰς τήν εὐσέβειαν, μάλιστα δέ καί προξενεῖ ἡ ἀκρίβεια αὕτη εἰς τούς Λατίνους δύω μεγάλας ἀτοπίας, τό νά ἑορτάζουν δηλ. τό Πάσχα, ἤ μετά Ἰουδαίων, ὅπερ ἐναντίον ἐστίν εἰς τόν παρόντα ἀποστολικόν Κανόνα, ἤ πρό τῶν Ἰουδαίων».
Διά τό ἑορτολόγιο τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν οὐδέν ἀναφέρει ὁ ἅγιος, διότι μέ τόν ἐπαναπροσδιορισμό τῆς ἰσημερίας, τό ἑορτολόγιο ἀκινήτων ἑορτῶν δέν ἐθίγη. Δηλαδή τά Χριστούγεννα ἑωρτάζοντο πάλι 25 Δεκεμβρίου, τά Θεοφάνεια 6 Ἰανουαρίου, ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου 25 Μαρτίου, ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου 15 Αὐγούστου κλπ. Ἡ ἀλλαγή τοῦ ἑορτολογίου θά ἐννοεῖτο ἄν, γιά παράδειγμα, ἄλλαζαν οἱ ἡμερομηνίες τῶν δεσποτικῶν καί θεομητορικῶν ἑορτῶν, ἤ οἱ ὑποδιαιρέσεις τοῦ χρόνου σέ μῆνες, ἑβδομάδες κλπ. Οἱ Λατῖνοι λοιπόν ἄλλαξαν τόν τρόπο εὑρέσεως τοῦ Πάσχα καί δι’ αὐτό καί μόνο τούς ἐγκαλεῖ ὁ ἅγιος καί τούς ἐλέγχει καί δι’ αὐτό δέν δέχεται τό Καλαντάριό τους. Τό ὅτι τέλος, τά θαύματα πού ἀναφέρει, ἐγίνοντο μέ τό ὀρθόδοξο καλαντάριο καί Πασχάλιο, αὐτό εἶναι φυσικό, ἐφ΄ ὅσον οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοί καί δέν ἔχουν οὐδεμία χάριν Θεοῦ καί ἐφ’ ὅσον ἐκαινοτόμησαν τό Πασχάλιο, τό ὁποῖο ἐθέσπισε Οἰκουμενική Σύνοδος.
Μετά ἀπό αὐτά ἐρχόμεθα εἰς τό ἐπίμαχο χωρίο, τό ὁποῖο ἀποτελοῦσε καί τήν ἐρώτησί μου πρός τούς ἀδελφούς τοῦ Π. Ἡμερολογίου. Εἰς τό σημεῖο αὐτό ὁ ἅγ. Νικόδημος, ὄχι μόνον ἑρμηνεύει ἐπακριβῶς τόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ἀλλά καί μεταφέρει στήν ἐποχή του τά λόγια τοῦ Χρυσορρήμονος, σύμφωνα μέ τήν ἀλλαγή τοῦ Πασχαλίου, τήν ὁποία ἤδη εἶχαν κάνει οἱ Λατῖνοι. Ἀναφέρει λοιπόν τά ἑξῆς:
«Λέγει γάρ ἐν τῷ αὐτῷ λόγῳ (ἐννοεῖται ὁ Χρυσόστομος) ὅτι, τό νά νηστεύσῃ τινάς καί τό νά κάμῃ Πάσχα εἰς τοῦτον τόν καιρόν, ἤ εἰς ἐκεῖνον, μετά τήν εἰκοστήν πρώτην τοῦ Μαρτίου, θετέον, ὡς κάμνομεν ἡμεῖς οἱ Γραικοί, ἤ μετά τήν ἑνδεκάτην Μαρτίου, ὡς κάμνουσιν οἱ Λατῖνοι, τοῦτο δέν εἶναι ἔγκλημα. Τό δέ νά σχίσῃ τινάς τήν Ἐκκλησίαν καί νά ἀντιστέκηται φιλονείκως, καί νά κάμνῃ διχοστασίας καί διαιρέσεις, καί νά χωρίζῃ τόν ἑαυτόν του πάντοτε ἀπό τήν κοινήν σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας, τοῦτο εἶναι ἁμάρτημα ἀσυγχώρητον, καί κατηγορίας ἄξιον, καί πολλήν ἔχει τήν κόλασιν καί τιμωρίαν».
Ἐδῶ φαίνεται καθαρά νά μήν ἐνδιαφέρη τούς Ἁγίους (Χρυσόστομο καί Νικόδημο) τό πότε θά ἑορτάσης, ἀλλά τό πῶς θά ἑορτάσης, οὔτε φυσικά τό πότε θά νηστεύσης, ἀλλά τό πῶς θά νηστεύσης. Δι’ αὐτό καί δέν ἀναφέρει ὡς παράδειγμα τίς ἡμερομηνίες τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν, οἱ ὁποῖες ἦταν ἴδιες μέ τούς Λατίνους, ἀλλά τίς ἡμερομηνίες τῶν κινητῶν ἑορτῶν, οἱ ὁποῖες ἦταν διαφορετικές. Τό βάρος λοιπόν νομίζω ὅτι τό ρίχνουν οἱ Ἅγιοι στόν τρόπο πού ἑορτάζομε καί ὄχι στόν χρόνο.
Θεωρῶ δέ, ὅτι μέ αὐτά πού γράφει ὁ ἅγ. Νικόδημος, ἐννοεῖ ὅτι, ἄν ὑποτεθῆ ὅτι οἱ Λατῖνοι δέν εἶχαν καμία ἀπό τίς αἱρέσεις πού ἔχουν σήμερα ἤ τήν ἐποχή τοῦ ἁγ. Νικοδήμου (π.χ. Filioque, κτιστή χάρι, ἄζυμα, πρωτεῖο, ἀλάθητο κλπ.), καί ἀπεφάσιζαν ὡς τοπική Ἐκκλησία νά ἀλλάξουν τό ἡμερολόγιο καί ἀκόμη καί τό Πασχάλιο, χωρίς αὐτό νά θέλη νά τό ἐπιβάλλη ὁ Πάπας καί στίς ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες, ἤ νά δημιουργήση σχίσμα χάριν αὐτοῦ (δηλαδή νά διακόψη τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅσους δέν ἀκολουθοῦν τό ἡμερολόγιο καί τό Πασχάλιο τό δικό του), αὐτό, ἐπειδή κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο δέν εἶναι θέμα πίστεως, οὔτε τόν Θεό τόν ἐνδιαφέρει πότε ἑορτάζομε, ἀλλά πῶς ἑορτάζομε, οὔτε στόν οὐρανό σύμφωνα πάλι μέ τόν Χρυσορρήμονα ἅγιο ὑπάρχουν μῆνες καί χρόνοι, αὐτό λέγω, δέν θά ἔπρεπε νά ἀποτελέση αἰτία σχίσματος καί ἀπό τίς ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες πού θά ἀκολουθοῦσαν τό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο. Διότι ἡ νόμιμη αἰτία τοῦ σχίσματος (ἀποτειχίσεως) εἶναι μία καί μοναδική, τό νά ἀποσχισθῆ δηλαδή κάποιος διά θέματα πίστεως.
Τό ὅτι βεβαίως εἰς αὐτήν τήν ὑποτιθέμενη περίπτωσι οἱ Λατῖνοι θά ἀτίμαζαν τούς θεοφόρους Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἰς τό θέμα τοῦ Πασχαλίου καί τό ὅτι δέν θά εἴχαμε ταυτόχρονο συνεορτασμό κινητῶν καί ἀκινήτων ἑορτῶν ἀπό ὅλες τίς τοπικές Ἐκκλησίες, αὐτό βεβαίως θά τό ἐπιφορτίζοντο οἱ Λατῖνοι, οἱ ὁποῖοι θά προέβαιναν καί στήν ἀλλαγή. Θά μεταφερόμεθα δηλαδή πάλι εἰς τήν πρό τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου περίοδο κατά τήν ὁποία δέν εἴχαμε ταυτόχρονο συνεορτασμό, ὑπῆρχε ὅμως πλήρης ἐκκλησιαστική κοινωνία μεταξύ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν.
Τό ὅτι τέλος οἱ Ἅγιοι θεωροῦν ἔγκλημα ἀσυγχώρητο καί κολάσιμο ὄχι τό ἄν ἑορτάσης σύμφωνα μέ τό ἔνα ἤ τό ἄλλο ἡμερολόγιο, ἀλλά τό νά ἀποσχισθῆς, νά φιλονικῆς, νά δημιουργῆς διχοστασίες καί διαιρέσεις κλπ. χάριν αὐτῶν τῶν πραγμάτων, αὐτό νομίζω ἐπεξηγεῖ πλήρως τήν ἀνοχή πού δείχνουν σέ δευτερεύοντα θέματα, ὅπως θεωροῦν αὐτά τοῦ ἡμερολογίου.
Ἡ διαφορά λοιπόν τῶν σημερινῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἀπό τούς δύο Ἁγίους (Χρυσόστομο καί Νικόδημο) εἶναι ὅτι οἱ μέν πρῶτοι ἐθεώρησαν τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου θέμα πίστεως, ἐνῶ οἱ Ἅγιοι ὄχι.
Ὀλίγον ἀνωτέρω ἀπό τό ἐπίμαχο χωρίο πού προαναφέραμε ὁ ἅγ. Νικόδημος μᾶς διδάσκει: «Καί βλέπε ἀγαπητέ πῶς ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὀνομάζει σχισματικούς τούς Λατίνους διά τί ἐκαινοτόμησαν τό πασχάλιόν τους καί Καλαντάριον, ὄχι διά τί δέν εἶναι τοῦτο, ὅσον κατά τήν ἰσημερίαν, ὀρθόν. Διότι καί ἡμεῖς βλέπομεν πῶς ἡ ἰσημερία ἀληθῶς ἔμεινεν ὀπίσω ἡμέρας ια΄. ἀλλά διά τί ἐχωρίσθησαν κατά τοῦτο ἀπό ἡμᾶς, τό ὁποῖον εἶναι ἔγκλημα ἀσυγχώρητον, κατά τόν αὑτόν ἅγιον».
Ἐδῶ πάλι διαπιστώνομε ὅτι αὐτός, ὁ ὁποῖος δημιουργεῖ σχίσμα καί χωρισμό χάριν τοῦ ἡμερολογίου, περιπίπτει σέ ἔγκλημα ἀσυγχώρητο. Ὡς σχίσμα σαφῶς ἐδῶ δέν θεωρεῖται ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, ἀλλά ἡ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας ἐξ αἰτίας τοῦ ἡμερολογίου.
Κατ’ αὐτήν τήν ἔννοια ἔκαναν σχίσμα οἱ τρεῖς Ἐπίσκοποι τό 1935, ὄχι γιατί ἄλλαξαν τό ἡμερολόγιο, ἀλλά διότι ἐχωρίσθηκαν ἀπό τήν Σύνοδο χάριν αὐτοῦ. Ἐπίσης κατ’ αὐτήν τήν ἔννοια δέν ἔκαναν σχίσμα οἱ Ἁγιορεῖτες μετά τό 1924, διότι δέν διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἐνῶ ἐκράτησαν τό Π. Ἡμερολόγιο.
Δι’ αὐτό προφανῶς ἀναφέρουν οἱ Ἅγιοι ὅτι τό νά ἑορτάσης τότε ἤ τότε τό Πάσχα, αὐτό δέν εἶναι τίποτε, ἀλλά τό νά φιλονικῆς, νά στασιάζης καί νά χωρίζεσαι ἀπό τήν Σύνοδο χάριν αὐτοῦ.
Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο νομίζω, ἐναρμονίζεται καί τό ἐπίμαχο χωρίο μέ ὅλα τά προηγούμενα ἤ ἑπόμενα τῆς ὑποσημειώσεως, καθώς καί μέ τόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Διότι, τί τόν ἐνδιαφέρει τόν ἅγ. Νικόδημο, ἄν οἱ Λατῖνοι ἐχωρίσθηκαν κατά τοῦτο (τό ἡμερολόγιο) ἀπό ἐμᾶς, τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ἦταν χωρισμένοι διά θέματα πίστεως τόσους αἰῶνες; Ἄν ὅμως καί αὐτό τό θεωροῦν αἰτία σχίσματος, προφανῶς προστίθεται καί αὐτή (τοῦ ἡμερολογίου) στίς προηγούμενες. Δηλ. ἀντιμετώπισαν τό ἡμερολόγιο ὅπως τά θέματα τῆς πίστεως καί δι’ αὐτό τούς ἀποκαλεῖ ὁ ἅγιος σχισματικούς.
Θά ἔλθωμε ἐν συνεχείᾳ εἰς τήν ἑρμηνεία τήν ὁποία ἔδωσε τό ἱστολόγιο «Ἐν Τούτῳ Νίκα» ὡς ἀπάντησι εἰς τήν ἐρώτησι πού ὑποβάλαμε. Ἐξ ἀρχῆς δέ, ἀναφέρομε ὅτι οἱ θέσεις καί οἱ ἀπόψεις ἑκάστου εἶναι σεβαστές, πλήν ὅμως, ὅταν ἑρμηνεύομε πατερικά κείμενα, δέν εἶναι σωστό νά τά προσαρμόζωμε στίς ἀπόψεις καί θέσεις μας, ὥστε νά παρουσιάζωμε καί τούς Ἁγίους συνηγοροῦντας καί ἐπισφραγίζοντας τά πιστεύω μας. Θά ἀποδείξωμε ὡς ἐκ τούτου, ἀπό τίς ἴδιες τίς ἑρμηνεῖες τοῦ ἐν λόγῳ ἱστολογίου, ὅτι κατ’ οὐσίαν δέν ἑρμηνεύει τούς Ἁγίους ἀλλά προσπαθεῖ μέ διαφόρους ἐλιγμούς καί παράθεσι μακροσκελεστάτων κειμένων, τά ὁποῖα εἶναι ἐκτός θέματος, νά στηρίξη τίς ἀπόψεις τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, οἱ ὁποῖες ἐν προκειμένῳ συνοψίζονται εἰς τό ὅτι σχίσμα ἔκανε αὐτός πού ἄλλαξε τό ἡμερολόγιο καί ὄχι αὐτός πού διέκοψε τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν Σύνοδο καί ὅλες τίς ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες διά θέματα, σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους, ὄχι πίστεως καί τό ὅτι ἡ ἕνωσις καί παραμονή εἰς τήν Ἐκκλησία γίνεται μέ τήν διατήρησι τοῦ Π. Ἡμερολογίου, οἱ δέ ἀλλάξαντες αὐτό ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Κατ’ ἀρχάς οἱ ἀδελφοί τοῦ ἱστολογίου «Ἐν Τούτῳ Νίκα», ἀφοῦ παραθέτουν τό πρῶτο τμῆμα τῆς ὑποσημειώσεως τοῦ Ζ΄ Ἀποστολικοῦ Κανόνος ἀναφέρουν ἐπεξηγηματικῶς τά ἑξῆς:  
«Για να δούμε αν συμπίπτουν τα λεγόμενα του αγίου με την περίπτωση των παλαιοημερολογιτών.
 Όπως γνωρίζουμε η αρχική αιτία της διαίρεσης μεταξύ των Ορθοδόξων ήταν η αλλαγή του ημερολογίου-εορτολογίου. Οι Νεοημερολογίτες αντί να κοιτάξουν την ''ομόνοιαν και ειρήνην'' μεταξύ των Ορθοδόξων, προετίμησαν την ''παρατήρησιν χρόνων και ημερών'' σαν τους Λατίνους που ψέγει ο άγιος, διότι θεωρούσαν δήθεν ότι το Γρηγοριανό ημερολόγιο ήταν τελειότερο του Ιουλιανού και μάλιστα το ονόμασαν και ''διορθωμένο Ιουλιανό''! Όμως τι μας λέγει ο άγιος; Ο Θεός και η Εκκλησία '"δεν φροντίζει δια τοιαύτη παρατήρησιν χρόνων και ημερών πάρεξ δια μοναχήν την ομόνοιαν και ειρήνην"» (σελ. 4).
Ἐδῶ ἔχουμε νά παρατηρήσωμε ὅτι κατ’ ἀρχάς γίνεται σκοπίμως ταύτησις τοῦ Ἡμερολογίου καί τοῦ ἑορτολογίου. Αὐτό προφανῶς εἶναι λάθος, διότι ἡ ἀλλαγή ἔγινε στό Ἡμερολόγιο καί ὄχι στό ἑορτολόγιο κινητῶν καί ἀκινήτων ἑορτῶν. Οἱ μέν ἡμερομηνίες στίς ἀκίνητες ἑορτές, στό Νέο Ἡμερολόγιο, ἔμειναν στίς ἴδιες ἡμερομηνίες πού ἦταν καί στό Ἰουλιανό (Παλαιό Ἡμερ.), οἱ δέ ἡμερομηνίες στίς κινητές ἑορτές ἄλλαξαν μέν (λόγῳ τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου), πλήν ὅμως ἐπειδή διατηρήθηκε ὁ ὅρος τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ κινητές ἑορτές ἑωρτάζοντο συγχρόνως μέ τό Π. Ἡμερολόγιο. Ἄρα λοιπόν τό ἑορτολόγιο καί στίς κινητές καί στίς ἀκίνητες ἑορτές δέν ἄλλαξε στό Ν. Ἡμερολόγιο.
Ἡ ἀρχική λοιπόν αἰτία τῆς διαιρέσεως ἦταν ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου, πλήν αὐτό βαρύνει τούς Παλαιοημερολογίτες διότι, σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους (Χρυσόστομο καί Νικόδημο) αὐτό δέν εἶναι θέμα πίστεως. Ἔπειτα ἡ ὁμόνοια καί εἰρήνη στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι ἡ διατήρησις τοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλά ἡ διατήρησις τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας σύμφωνα πάλι μέ τούς προαναφερθέντας Ἁγίους.
Τό ἴδιο ἀκριβῶς ἐπιχείρημα προέβαλαν καί οἱ Πρωτοπασχίτες κατά τήν ἐποχή τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ὅτι δῆθεν οἱ Πατέρες τῆς Συνόδου προετίμησαν τήν παρατήρησι τῶν χρόνων, ἐνῶ αὐτοί παρέμειναν ἀμετακίνητοι εἰς τό νά ἑορτάζουν τό Πάσχα, ὅπως παρέλαβον ἀπό τούς ἰδίους τούς Ἀποστόλους, καί μάλιστα ἀπό τόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Θεολόγο. Αὐτό τό ἀναφέρει ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στόν ἴδιο λόγο του ὡς ἑξῆς: «Ἀλλὰ τίς ὁ σοφὸς αὐτῶν λόγος, ὅταν ταῦτα αὐτοῖς ἀντιλέγωμεν; Ὑμεῖς, φησίν, οὐ ταύτην ἐνηστεύετε τὴν νηστείαν πρότερον; Τοῦτο οὐ σόν ἐστιν εἰπεῖν πρός με, ἀλλ' ἐμὲ δίκαιον ἂν εἴη πρὸς σὲ λέγειν, ὅτι καὶ ἡμεῖς οὕτως ἐνηστεύομεν πρότερον, ἀλλ' ὅμως προετιμήσαμεν τὴν συμφωνίαν τῆς τῶν χρόνων παρατηρήσεως» (ΕΠΕ 34,168,25).
Ἐδῶ βλέπομε καθαρά ὅτι “ἡ παρατήρησις τῶν χρόνων”, κατά τόν Χρυσόστομο, ἦτο ἡ ἐμμονή στήν παλαιά συνήθεια τῆς νηστείας καί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα καί ἡ “μή παρατήρησις” εἰς τό νά ἀκολουθήσουν τήν ἀπόφασι τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς “συμφωνία” ἐδῶ ἐννοεῖται ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία ἀπό τήν ὁποία εἶχαν ἀποσχισθῆ οἱ Πρωτοπασχίτες, λόγῳ τῆς ἐμμονῆς των εἰς τήν παλαιάν συνήθεια. Ὡς ἐκ τούτου, αὐτά τά ὁποῖα γράφει τό ἱστολόγιο, εἶναι παραπλανητικά, διότι ἀλλοιώνουν τήν ἔννοια τοῦ σχίσματος καί τήν μεταφέρουν ἀπό τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία στό συγκεκριμένο γεγονός, τό ὁποῖο εἶναι ἀναγκαῖο πάντοτε νά τονίζωμε, ὅτι οἱ προαναφερθέντες Ἅγιοι δέν θεωροῦν ὅτι εἶναι θέμα πίστεως.
Στή συνέχεια ἀναφέρεται τό ἑξῆς: «Οι παλαιοημερολογίτες όμως έμειναν ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΟΙ, οπότε δεν ησχολήθησαν οι ίδιοι με τα ''ημερολογιακά'' αλλά οι Νεοημερολογίτες! Οι παλαιοημερολογίτες εδιώχθησαν δια την αμετακινησία τους και αντί οι Νεοημερολογίτες να κοιτάξουν την ''ομόνοιαν και ειρήνην'' μεταξύ των Ορθοδόξων, προετίμησαν την ''παρατήρησιν χρόνων και ημερών'' και είχαμε τα γνωστά αποτελέσματα που γνωρίζουμε» (σελ. 4).
Ἐδῶ πάλι τονίζεται ὅτι, ὅσοι ἔμειναν “ἀμετακίνητοι” εἰς τό Π. Ἡμερολόγιο, δέν ἔκαναν σχίσμα, ἀντίθετα, τό σχίσμα τό ἔκαναν αὐτοί πού παρέμειναν σέ κοινωνία μέ ὅλες τίς τοπικές Ἐκκλησίες, καί μάλιστα μέ αὐτές πού ἀκολουθοῦσαν “ἀμετακίνητες” τό Π. Ἡμερολόγιο! Αὐτή ἡ στάσις των θά δικαιολογεῖτο μόνο, ἐάν ἦτο τό Ἡμερολόγιο θέμα πίστεως, πρᾶγμα τό ὁποῖον ὅμως δέν τό δέχονται οἱ προαναφερθέντες Ἅγιοι.
Ἔπειτα εἶναι προφανῶς λάθος τό ὅτι «οἱ Παλαιοημερολογίτες ἐδιώχθησαν διά τήν ἀμετακινησία των», διότι δέν ἐδιώχθησαν δι’ αὐτό, ἀλλά διότι διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν Σύνοδο τοῦ Ν. Ἡμερολογίου καί ὅλες τίς ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες.
Αὐτό βεβαίως δέν σημαίνει ὅτι συμφωνοῦμε μέ αὐτόν τόν διωγμό πού ὑπέστησαν ἐκ μέρους τῶν Νεοημερολογιτῶν, ἀλλά ὅτι αὐτό εἶναι πρόσχημα διά νά μετατεθῆ τό θέμα τοῦ σχίσματος στήν “ἀμετακινησία” καί στόν διωγμό, ἐνῶ ἡ οὐσία ἦτο ἡ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Ἄν δηλαδή αὐτή ἡ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας ἐγίνετο διά θέματα πίστεως, θά ἦτο ἀσφαλῶς νόμιμη, ἔστω καί ἄν δέν ὑπῆρχε διωγμός, ἐνῶ ἀντιθέτως, ἄν δέν ἔγινε διά θέματα πίστεως, ἦτο παράνομος, ἔστω καί ἄν συνοδεύετο, ὡς μή ὤφειλε, καί μέ διωγμούς.
Εἰς τό σημεῖο αὐτό πρέπει νά ἀναφέρωμε ὡς παράδειγμα τό Ἅγιον Ὄρος τό ὁποῖο ἐνῶ ἐκράτησε τό Π. Ἡμερολόγιο δέν διέκοψε τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τίς τοπικές Ἐκκλησίες καί φυσικά δέν ἐδιώχθη, διότι προφανῶς δέ τό ἐξέλαβε ὡς θέμα πίστεως καί, ἄρα, εὐλόγου καί νομίμου αἰτίας ἀποτειχίσεως. Τό ἴδιο ἔπραξαν καί οἱ ὑπόλοιπες τοπικές Ἐκκλησίες τοῦ Π. Ἡμερολογίου.
Ἐδῶ πάλι ἡ τήρησις τῶν χρόνων σύμφωνα μέ τήν ἀντίληψι τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, καθώς καί ἡ ὁμόνοια καί ἡ εἰρήνη, ἐπιβαρύνουν τούς Νεοημερολογίτες καί ὄχι αὐτούς πού ἐχωρίστηκαν ἐκκλησιαστικῶς χάριν θεμάτων, τά ὁποῖα δέν ἅπτοντο τῆς πίστεως.
Κατωτέρω ἀναφέρεται τό ἑξῆς: «Επίσης σημαντικό είναι το λεγόμενο του αγίου, ότι επειδή η ΕΚΚΛΗΣΙΑ τιμά την ΣΥΜΦΩΝΙΑΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΝ εδέχθη τον διορισμό που έκαναν οι πατέρες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και ας έσφαλε! Έγινε το ίδιο όμως με τους Νεοημερολογίτες; Εδέχθησαν οι ίδιοι τον διορισμό που έκανε η ΕΚΚΛΗΣΙΑ κατακρίνοντας το Νέον ημερολόγιον ως καινοτομία, και ως παγκόσμιον σκάνδαλον γνωρίζοντας βεβαίως και ότι το Ιουλιανόν ημερολόγιον έχανε; Η Εκκλησία βεβαίως και το εγνώριζε, όμως προτίμησε την ΣΥΜΦΩΝΙΑΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΝ παρά την ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΙΝ ΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ! Οι Νεοημερολογίτες όμως προτίμησαν το άκρως αντίθετον!» (σελ. 4-5).
Πάλι ἐδῶ ἡ “συμφωνία” καί “ἕνωσις” θεωρεῖται ἡμερολογιακά, γίνεται δέ μία ἠθελημένη σύγχυσις καί συσκότησις τῶν πραγμάτων. Διότι ἡ συμφωνία καί ἕνωσις πού ἔγινε κατά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο ἀφοροῦσε τό Πασχάλιο, τό ὁποῖο, ὅπως εἴπαμε, καί στό Ν. Ἡμερολόγιο ἔμεινε ἀμετακίνητο καί δι’ αὐτό ὑπάρχει κοινός ἑορτασμός μέ τό Π. Ἡμερολόγιο. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως, δέν ἔκανε κανένα διορισμό γιά τό Ν. Ἡμερολόγιο καί μάλιστα κατά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, ὅπως ἀφήνεται νά ἐννοηθῆ, οὔτε βεβαίως τό κατέκρινε, παρά μόνον ὅσον ἀφορᾶ τό θέμα τοῦ Πασχαλίου, τό ὁποῖο ἄλλαξαν μαζί μέ τό Ἡμερολόγιο οἱ Λατῖνοι. Πολύ περισσότερο δέ, δέν τό εἶδε ὡς θέμα πίστεως, ὥστε μέ τήν ἀλλαγή του νά νομιμοποιεῖται ἡ ἀποτείχισις. Ἐδῶ πάλι λοιπόν ἡ συμφωνία καί ἕνωσις θεωρεῖται ἡμερολογιακή καί ὄχι ἐκκλησιαστική.
Ἐν συνεχείᾳ ἀναφέρεται τό ἑξῆς, ἀφοῦ προτάσσεται ἕνα τμῆμα ἀπό τήν ὑποσημείωσι τοῦ Πηδαλίου: «Εδώ μας λέγει ο άγιος, ότι ο θείος Χρυσόστομος ονομάζει ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ τους ΛΑΤΙΝΟΥΣ διότι εκαινοτόμησαν εις το Πασχάλιον αλλά και ΚΑΛΑΝΔΑΡΙΟΝ! Ο άγιος παραδέχεται αυτά που προαναφέραμε, ότι δηλ. ναι μεν χάνουμε ημέρες, όμως τους θεωρεί σχισματικούς διότι εχωρίσθησαν από εμάς με την αλλαγή αυτή, το οποίον είναι έγκλημα ασυγχώρητον!» (σελ. 6).
Εἰς τό σημεῖο αὐτό γίνεται ἕνα σοβαρό λάθος, τό ὁποῖο ἔχει σχέσι μέ τό τμῆμα τῆς ὑποσημειώσεως, τό ὁποῖο ἐθέσαμε ὡς ἐρώτησι. Τό λάθος ἔγκειται εἰς τό ὅτι θεωρεῖται ὡς σχίσμα ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου ἀπό τούς Λατίνους καί ὄχι ἡ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Eἶναι σαφής ἡ θέσις τοῦ ἱστολογίου «ὅμως τούς θεωρεῖ (τούς Λατίνους) σχισματικούς διότι ἐχωρίσθησαν ἀπό ἐμᾶς μέ τήν ἀλλαγή αὐτή τό ὁποῖο εἶναι ἔγκλημα ἀσυγχώρητον».
 Ὁ ἅγ. Νικόδημος ἐν προκειμένῳ γράφει στήν ὑποσημείωσι τά ἑξῆς: «ἀλλά διά τί ἐχωρίσθησαν κατά τοῦτο ἀπό ἡμᾶς, τό ὁποῖον εἶναι ἔγκλημα ἀσυγχώρητον, κατά τόν αὐτόν ἅγιον (ἐννοεῖται τόν Χρυσόστομο)». Αὐτό τό «κατά τοῦτο» πού γράφει ὁ ἅγ. Νικόδημος δέν σημαίνει ὅτι ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου ἦταν τό σχίσμα, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ Παλαιοημερολογίτες, ἀλλά ὅτι αὐτό ἀπετέλεσε αἰτία χωρισμοῦ γιά τούς Λατίνους, δηλαδή θέμα πίστεως, ὅπως ἀκριβῶς αἰτία χωρισμοῦ γιά τούς Παλαιοημερολογίτες ἦταν ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου.
Τόν ἰσχυρισμό μας αὐτόν ἐπιβεβαιώνει τό ἀμέσως κατωτέρω κείμενο τοῦ ἁγ. Νικοδήμου (τό ὁποῖο ἀποτελεῖ καί τό κεντρικό θέμα τῆς ἐρωτήσεώς μας) καί τό ὁποῖο ἀναφέρει ὅτι, εἴτε ἑορτάσεις τό Πάσχα μέ τό ἕνα ἡμερολόγιο, εἴτε μέ τό ἄλλο, αὐτό δέν εἶναι παράπτωμα, ἀλλά παράπτωμα μέγιστο καί ἔγκλημα ἀσυγχώρητο καί κολάσιμο εἶναι τό νά ἀποσχισθῆς ἐξ αἰτίας τοῦ ἡμερολογίου ἀπό τή Σύνοδο καί τούς ἀδελφούς σου.
Ἄν ἐκλάβωμε ὅτι ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου εἶναι τό σχίσμα, τότε τά ἑπόμενα λόγια τοῦ ἁγίου εἶναι σά νά ἀλληλομάχονται καί σά νά ἀναιρῆ τό ἕνα τό ἄλλο. Διότι ἀπό τήν μία, ἀναφέρει ὅτι ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου εἶναι σχίσμα καί ἀπό τήν ἄλλη, ὅτι μέ ὅποιο ἡμερολόγιο καί νά ἑορτάσης δέν εἶναι παράπτωμα. Προφανῶς ὅμως οἱ Παλαιοημερολογίτες ἐξυπηρετοῦνται ἀπό αὐτή τήν ἑρμηνεία διά εὐνοήτους λόγους.
Τό ὅτι ἔτσι παρουσιάζουν τόν ἅγιο σά νά ἀναιρῆ τόν ἑαυτόν του καί, τρόπον τινά, σά νά μήν ξέρη τί λέγει, αὐτό νομίζω δέν τούς ἐνδιαφέρει, ἀρκεῖ ἡ ἑρμηνεία πού δίδουν νά ἐξυπηρετεῖ καί νά καλύπτη τήν ἀποτείχισί των. Ἄλλωστε, ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀκολουθεῖ μέ ἀπόλυτη πιστότητα τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος καί αὐτός ἀπαγορεύει κάθε ἀπόσχισι γιά τέτοια θέματα.
Ἀπό τό σημεῖο αὐτό λοιπόν καί μετά ἡ ἑρμηνευτική τους τοποθέτησι πελαγοδρομεῖ καί ἐλευθεριάζει, ἀποσκοπώντας μόνο νά συμφωνήση μέ τήν σημερινή γραμμή τῶν Παλαιοημερολογιτῶν.
Ἀφοῦ λοιπόν ἀναφέρουν τό ἐπίμαχο χωρίο γιά τό ὁποῖο καί ἐρωτήθηκαν προσθέτουν ἀμέσως ἀντί ἄλλης ἑρμηνείας καί συμφωνίας τοῦ κειμένου μέ τά ἀνωτέρω, τά ἑξῆς: «Διατί όμως χρησιμοποιείτε π. Ευθύμιε αυτό το χωρίο; Μήπως ο Άγιος δίνει μαθήματα αταξίας και χάους; Ο Άγιος αμαρτίας διάκονος; Σου λέει πως όποτε θέλεις μπορείς να κάνης Πάσχα; Προφανώς ομιλεί για μεμονωμένες καταστάσεις που επιδέχονται οικονομία και όχι βέβαια κατ εξακολούθηση!» (σελ. 7).
Δέν ξέρω εἰλικρινά πῶς νά σχολιάσω αὐτό τό σημεῖο. Ἀντί νά τά βάλλουν κατά τό δή λεγόμενο μέ τόν ἅγ. Νικόδημο, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μέ τίς ἑρμηνεῖες των, λέγει ἀλλοπρόσαλλα καί ἀντιφατικά πράγματα, τά βάζουν μέ τόν π. Εὐθύμιο, ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖ τά λόγια τοῦ ἁγίου. Ἐδῶ φαίνεται καθαρά μία σύγχυσις καί ἕνας ἐκνευρισμός σέ σημεῖο νά ἀναφέρουν κάποιες σκόρπιες δικαιολογίες, οἱ ὁποῖες εἶναι τελείως ἀταίριαστες καί ἀκατανόητες.
Κατ’ ἀρχάς ὁ ἅγιος δέν εἶναι δυνατόν νά ὁμιλῆ γιά μεμονωμένες καταστάσεις, διότι τότε ὄντως θά ἦτο «διδάσκαλος ἀταξίας καί χάους καί ἁμαρτίας διάκονος». Οὔτε ἐπίσης γιά περιπτώσεις οἰκονομίας, μέ τήν ἐκκλησιαστική ἔννοια, διότι ἀφ’ ἑνός μέν ἀκολουθεῖ πιστά τόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύει τά σχίσματα γιά οἱοδήποτε ἡμερολογιακό θέμα ἤ νηστείας ἤ ἑορτασμοῦ κλπ., ἀφ’ ἑτέρου, ἄν ὡμιλοῦσε ὁ ἅγιος «γιά μεμονωμένες καταστάσεις πού ἐπιδέχονται οἰκονομία», ἔπρεπε νά τό ἀναφέρη, ἐπειδή πρόκειται γιά πολύ σοβαρό ἐκκλησιαστικό ζήτημα. Ὁ ἅγιος ἐδῶ ὁμιλεῖ προφανῶς γενικά καί ἀπαγορεύει τά σχίσματα σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο γιά οἱοδήποτε θέμα ἑορτολογικό, πολύ περισσότερο ἡμερολογιακό.
Ἀμέσως κατωτέρω ἀναφέρετε τά ἑξῆς στόν ἴδιο ρυθμό τῆς συγχύσεως: «Ο Άγιος εδώ ομιλεί για τους Λατίνους στους οποίους επιρρίπτει ως κύρια ευθύνη και αμαρτία όχι τόσο το γεγονός της ημερολογιακής διαφοράς τους, όσο περισσότερο τις διχοστασίες, τις διαιρέσεις και τον χωρισμό τους από την κοινή Σύνοδο της Εκκλησίας με τις Αιρέσεις τους και την υπερηφάνειά τους. Ο Άγιος δεν δίδει με τα λόγια Του το δικαίωμα, όπως λανθασμένα νομίζετε, στον οποιοδήποτε να εορτάζει, όποτε αυτός θέλει, είτε το Πάσχα είτε οποιαδήποτε Χριστιανική εορτή, όπως εσείς γραμματολογικά κατανοείτε, αρκεί να τον ανέχονται οι υπόλοιποι, κατά παράβαση κάθε έννοιας Κανονικού Δικαίου στην Εκκλησία, όπως εσείς επίσης κηρύττετε, μηδαμώς εντρεπόμενοι. Είναι τουλάχιστον ασέβεια, τον άγιο Νικόδημο, που σεβόταν τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας και δίδασκε την παρακαταθήκη αυτή, να τον παρουσιάζετε συνήγορο καινοτόμων και φίλων και συνοδοιπόρων των εχθρών της Πίστεως!» (σελ. 7).
Ἐδῶ ἀνακατεύετε, γιά νά δικαιολογήσετε τίς ἑρμηνευτικές σας ἀκροβασίες, καί τίς ἄλλες αἱρέσεις τῶν Λατίνων, γιά τίς ὁποῖες βεβαίως δέν κάνει λόγο ὁ ἅγιος. Διότι, ὅπως εἴπαμε ἀνωτέρω, ἀκολουθεῖ πιστά τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται μόνο σέ ἑορτολογικά θέματα καί μάλιστα θέματα πού ἀφοροῦν τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα. Ἐδῶ ἰσχυρίζεσθε ὅτι τίς διχοστασίες καί διαιρέσεις τίς ἐπικαλεῖται ὁ ἅγιος γιά τίς ἄλλες αἱρέσεις τῶν Λατίνων. Δέν δίδετε κατ’ αὐτόν τόν τρόπο καμία ἐξήγησι, γιατί δέν ἀποτελεῖ παράπτωμα τό νά ἑορτάση κάποιος τό Πάσχα μέ τό ἡμερολόγιο τῶν Λατίνων. Αὐτό ἐπίσης πού ἀναφέρετε ὅτι: «Ο Άγιος δεν δίδει με τα λόγια Του το δικαίωμα, όπως λανθασμένα νομίζετε, στον οποιοδήποτε να εορτάζει, όποτε αυτός θέλει, είτε το Πάσχα είτε οποιαδήποτε Χριστιανική εορτή, όπως εσείς γραμματολογικά κατανοείτε, αρκεί να τον ανέχονται οι υπόλοιποι», ἔρχεται σέ ἄμεση ἀντίθεσι μέ τίς «μεμονωμένες καταστάσεις πού ἐπιδέχονται οἰκονομία», πού ἀναφέρατε ἀμέσως ἀνωτέρω. Διότι ἐκεῖ ἀναφέρατε ὅτι ὁ ἅγιος ἔκανε λόγο γιά μεμονωμένες καταστάσεις καί ἐδῶ ὅτι δέν δίδει τέτοιο δικαίωμα καί, μάλιστα, ὅταν οἱ ὑπόλοιποι τόν ἀνέχονται.
Οὔτε βεβαίως κι ἐμεῖς ἰσχυριστήκαμε κάτι τέτοιο, ὥστε νά μᾶς προσάπτετε αὐτήν τήν κατηγορία. Ἐμεῖς ἰσχυριζόμαστε αὐτό πού διδάσκουν οἱ Ἅγιοι, ὅτι ἀπαγορεύονται οἱ ἀποσχίσεις γιά τέτοιου εἴδους θέματα, διότι αὐτά δέν ἅπτονται τῆς πίστεως.
Κατωτέρω μᾶς δίδετε κάποιους ὁρισμούς γιά τό τί ἐστί οἰκονομία, πρᾶγμα τό ὁποῖον εἶναι ἐκτός θέματος. Ἀμέσως μετά ἀναφέρεσθε εἰς τό ἑξῆς: «Εσείς όμως με αυτό το χωρίο που χρησιμοποιείτε είναι σαν να λέτε: “τό νά νηστεύσῃ τινάς με το παλαιό ὡς κάμνουν οι παλαιοημερολογίται, ἤ με το νέο ὡς κάμνουσιν οἱ Νεοημερολογίται, τοῦτο δέν εἶναι ἔγκλημα”».
Ναί ἀληθῶς αὐτό ἰσχυριζόμαστε, ὑπό τήν προϋπόθεσι ὅτι δέν θα γίνη σχίσμα ἐξ αἰτίας αὐτοῦ, διότι οἱ Ἅγιοι αὐτό τό ἀπαγορεύουν. Ὁ ἅγ. Νικόδημος μάλιστα, ἑρμηνεύοντας τόν ἱερό Χρυσόστομο, μᾶς λέγει ὅτι καί τό Πάσχα νά τό ἑορτάση κάποιος μέ τό ἕνα ἤ τό ἄλλο ἡμερολόγιο δέν εἶναι παράπτωμα.
Συνεχίζετε λέγοντας: «Εφ΄ όσον χρησιμοποιείτε όμως κατ΄ αυτόν τον τρόπον το χωρίο, τότε διατί δεν γίνεσθε παλαιοημερολογίτης αφού είτε με το παλαιό εορτάζεις είτε με το νέο έγκλημα δεν είναι; Διατί δεν ειρηνεύετε με τους αδελφούς σας παλ/τες και δεν γυρνάτε με το παλαιό εφ΄ όσον δεν είναι έγκλημα, αλλά μένετε μετά εμμονής εις το νέο (εσείς και οι όμοιοι εις το φρόνημα) γνωρίζοντας μάλιστα και δια ποιόν σκοπό επεβλήθη βιαίως;».
Ἐδῶ μεταφέρετε τό θέμα σέ προσωπικό ἐπίπεδο καί, βεβαίως, αὐτό δέν ἀποτελεῖ ἑρμηνευτική ἐπεξήγησι, οὔτε ἀπαντᾶτε στήν ἐρώτησι σχετικά μέ τό ἐπίμαχο χωρίο, διότι ἐγώ, ἄν ὑποτεθῆ ὅτι κάνω λάθος πού δέν γίνομαι παλαιοημερολογίτης, πάλι δέν νομιμοποιεῖται ἡ ἀπόσχισις, σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους, γιά θέματα ἑορτολογικά, νηστείας κλπ. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο κι ἐγώ θά σᾶς ἐρωτοῦσα ἀντιστρέφοντας τήν ἐρώτησι. Ἐφ’ ὅσον, σύμφωνα πάντοτε μέ τούς Ἁγίους, δέν εἶναι ἔγκλημα ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, γιατί δέν γυρίζετε μέ τόν Ν. Ἡμερολόγιο καί νά μήν κάνετε ὅπως ἔκαναν οἱ Πρωτοπασχίτες, τούς ὁποίους κατηγορεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος;
Ἐγώ βεβαίως καί παλαιοημερολογίτης νά γινόμουνα, πάλι δέν θά εἰρήνευα μέ ὅλους σχεδόν τούς Παλαιοημερολογίτες, ἐφ’ ὅσον δέν θά ἐντασσόμουν στή Σύνοδο τοῦ καθενός καί, ὡς ἐκ τούτου, δέν θά εἶχα μέ τίς διάφορες παρατάξεις ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία.
Καί ἐσεῖς πάλι, ἄν γυρίζατε μέ τό Νέο, δέν θά εἰρηνεύατε μέ τούς Νεοημερολογίτες, ἐφ’ ὅσον θά εἴσαστε ἀποτειχισμένοι λόγῳ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί ὡς ἐκ τούτου δέν θά εἴχατε μαζί των ἐκκλησιαστική κοινωνία. Μέ αὐτά ὅμως τά προσωπικά, ὅπως καταλαβαίνετε, δέν λύνεται τό θέμα, οὔτε ἑρμηνεύουμε τούς Ἁγίους.
Ἐν συνεχείᾳ ἐπικαλεῖσθε πάλι τό τμῆμα τῆς ὑποσημειώσεως τοῦ ἁγ. Νικοδήμου, τό ὁποῖο ἀναφέρεται στό σχίσμα, στίς διχοστασίες καί διαιρέσεις καί στήν ἀποκοπή ἀπό τή Σύνοδο καί σημειώνετε τά ἑξῆς: «Ποιός έσχισε την Εκκλησία; (λόγω του ημερολογίου) οι αμετακίνητοι ή αυτοί που προετίμησαν την ''παρατήρησιν χρόνων και ημερών'' παρά την ''ομόνοιαν και ειρήνην'' μεταξύ των Ορθοδόξων;» (σελ. 8).
Στό σημεῖο αὐτό ἐννοεῖτε πάλι ὡς σχίσμα τήν ἡμερολογιακή μετακίνησι, ἐνῶ οἱ Ἅγιοι καί οἱ ἱεροί Κανόνες ἐννοοῦν ὡς σχίσμα τήν ἐκκλησιαστική μετακίνησι, δηλαδή τήν ἀποκοπή ἀπό τήν Σύνοδο διά θέματα τά ὁποῖα δέν ἅπτονται τῆς πίστεως. Τήν ὁμόνοια δέ καί εἰρήνη τήν ἐννοεῖτε πάλι ὡς ἡμερολογιακή ταύτησι καί ὄχι ἐκκλησιαστική. Αὐτά νομίζω εἶναι σοβαρά λάθη, τά ὁποῖα συστηματικά καί κατ’ ἐξακολούθησι γίνονται ἀπό τούς Παλαιοημερολογίτες.
Τό ἴδιο ἰσχυρίζεσθε καί ὀλίγο κατωτέρω: «Εχωρίσθησαν οι νεοημερολογίτες από τους χλευαστικώς ονομαζόμενους ''παλαιοημερολογίτες'', πράξη η οποία είναι έγκλημα ασυγχώρητον διότι εδημιούργησαν ΣΧΙΣΜΑ εις την Εκκλησίαν (Ελλαδικήν)» (σελ. 8-9).
Ἡ μόνιμη ἐπωδός εἶναι ὅτι αὐτός πού ἔκανε τήν ἀλλαγή ἔκανε καί τό σχίσμα καί, ἄρα, σχίσμα εἶναι ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου καί ὄχι ἡ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας.
Προκειμένου να ἀνατρέψετε τό ἐπιχείρημα ὅτι χάριν τοῦ ἡμερολογίου, κατά τούς Ἁγίους, δέν ἐπιτρέπονται τά σχίσματα, παραθέτετε ἐν συνεχείᾳ μία γνώμη τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, ὁ ὁποῖος εἶχε πεῖ: «Ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἐκτός Ἐκκλησίας ἀλλ’ αὐτοί μόνοι τους ἐξωεκκλησιάζονται». Αὐτό δέν καταλαβαίνω γιατί τό ἐπικαλεῖσθε, διότι προφανῶς ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός τό ἀνέφερε γιά τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί δέν ἔχει οὐδεμία σχέσι μέ τό θέμα τοῦ ἡμερολογίου. Καί ἄν οἱ Οἰκουμενιστές ἐξωεκκλησιάζονται, ἄρα ὁ π. Γεώργιος δέν ἐξωεκκλησιάζεται, ἔστω καί ἄν ἔχη ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί των. Αὐτό πιστεύω δέν τό δέχονται οἱ Παλαιοημερολογίτες καί ἀπορῶ γιατί ἀναφέρθηκε ὡς ἐπιχείρημα ἀπό τήν πλευρά σας καί δέν ἀναφέρθηκε ἡ γνώμη ἑνός ἁγίου ἤ ἡ διδασκαλία τῆς ἁγ. Γραφῆς καί τῶν ἱερῶν Κανόνων.
Στή συνέχεια πάλι ἀναφέρετε: «Δεν χωρίστηκαν οι παλ/τες από την Εκκλησία, αλλά οι νεοημερολογίτες! Εκκλησία δεν είναι μόνο η Τοπική Σύνοδος που υπάρχει περίπτωση να είναι και ψευδοσύνοδος αποτελούμενη από ψευδεπισκόπους, κατά τον ΙΕ΄ Κανόνα της ΑΒ΄ Συνόδου, αλλά:
 “Καθολικήν Ἐκκλησίαν, τήν ὀρθήν καί σωτήριον τῆς εἰς αὐτόν πίστεως ὁμολογίαν, Πέτρον μακαρίσας ἐφ’ οἷς αὐτόν καλῶς ὡμολόγησεν, ὁ τῶν ὅλων εἶναι Θεός ἀπεφήνατο...” (Φιλοκαλία, ΕΠΕ 15Β, 450).
Από αυτήν την Εκκλησίαν οι παλ/τες δεν χωρίστηκαν!» (σελ. 9-10).
Αὐτό θά ἴσχυε μόνον ἄν τό ἡμερολόγιο ἦτο θέμα πίστεως. Οἱ Ἅγιοι ὅμως (Χρυσόστομος καί Νικόδημος) δέν συμφωνοῦν εἰς αὐτό, ἀπεναντίας κατηγοροῦν τά σχίσματα δι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο.
Ἀπό 'δῶ καί εἰς τό ἑξῆς παραθέτετε (10) σελίδες μέ κείμενα διαφόρων Παλαιοημερολογιτῶν, τά ὁποῖα εἶναι ἐκτός θέματος, διότι ἀσχολοῦνται μέ τό θέμα τῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου, τόν τρόπο πού ἔγινε, τήν θέσι τοῦ ἡμερολογίου καί τοῦ ἑορτολογίου μέσα στήν Ἐκκλησία κλπ. Ἀναφέρεσθε ἐπίσης εἰς τά γνωρίσματα τῆς Ὀρθοδόξου Συνόδου, προφανῶς διά νά τοποθετηθῆ ἡ ἀλλαγή αὐτή εἰς τά θέματα τῆς πίστεως.
Ἐπανέρχονται εἰς τό τέλος οἱ ἀπαντήσαντες εἰς τό ἐν λόγῳ ἱστολόγιο, εἰς τό τελευταῖο μέρος τῆς ὑποσημειώσεως τοῦ ἁγ. Νικοδήμου, τό ὁποῖο ἀναφέρεται εἰς τά θαύματα τά ὁποῖα γίνονται μέ τό Π. Ἡμερολόγιο καί ὄχι μέ αὐτό τῶν Λατίνων. Καί συνεχίζουν: «Ξεκάθαρα πράγματα λοιπόν όσον αφορά τα θαύματα που έδειξε ο Κύριος δια το βεβαιωτικόν του ιδικού μας Καλενδαρίου!» (σελ. 22).
Ἐδῶ βεβαίως, ἐκτός τοῦ ὅτι δέν σχετίζεται τό κείμενο μέ τήν ἐρώτησι πού ὑπεβλήθη, ἔχουμε νά προσθέσωμε ὅτι καί μέ τό Ν. ἡμερολόγιο γίνονται πλεῖστα θαύματα, ὅπως εἰς τόν ἅγ. Νεκτάριο τῆς Αἰγίνης, εἰς τήν Παναγία τῆς Τήνου, εἰς τόν ἅγ. Ραφαήλ εἰς τήν Μυτιλήνη κλπ. Εἰς τούς Λατίνους βεβαίως δέν γίνονται θαύματα, διότι ἔχουν περιπέσει σέ πολλές ἁμαρτίες καί ἔχουν ἀπωλέσει τή χάρι τοῦ Θεοῦ. Πέραν αὐτοῦ, κι ἐδῶ παρουσιάζεται ὁ ἁγ. Νικόδημος νά παλινδρομῆ, ἐφ’ ὅσον ἀπό τήν μία διδάσκει, ἑρμηνεύοντας τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὅτι δέν εἶναι σφάλμα μέ ὅποιο ἡμερολόγιο κι ἄν ἑορτάζωμε καί ἀπό τήν ἄλλη, ὅτι ὁ Θεός ἀναπαύεται στό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο καί ὄχι στό Γρηγοριανό, ἐνῶ τά θαύματα γίνονται μόνο μέ τό Ἰουλιανό.
Ἀναφέρεσθε κατόπιν στόν 56ον Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς, ὁ ὁποῖος καί αὐτός εἶναι ἐκτός θέματος, διότι ἡ τάξις τήν ὁποία ἐντέλλεται νά ὑπάρχη εἰς τήν νηστεία, εἶναι στό εἶδος τῶν φαγητῶν καί ὄχι στόν χρόνο τῆς νηστείας. Μάλιστα ἐντέλλεται ὁ Κανόνας νά νηστεύουν ὅλοι μέ τόν ἴδιο τρόπο καί ὄχι ἄλλοι τήν Τεσσαρακοστή νά καταλύουν αὐγά καί τυρί καί ἄλλοι ὄχι.
  Εἰς τό τέλος ἀναφέρονται κάποιες τελικές διαπιστώσεις σχετικές μέ τόν ἀγῶνα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἐνῶ τά λάθη των ἀποδίδονται σέ μεμονωμένα ἄτομα.
 Ἀπό ὅλα αὐτά πού ἀναφέραμε γίνεται κατανοητό τό ποῦ ἑστιάζουν οἱ Παλαιοημερολογίτες τό θέμα τοῦ σχίσματος καί πῶς ἀπήντησαν εἰς τήν ἐρώτησι ἡ ὁποία τούς ἐτέθη.
Ἐμεῖς ἐν κατακλεῖδι πρέπει νά τονίσωμε ὅτι ὅσο θεωροῦν τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου ὡς θέμα πίστεως καί ὅσο καλύπτουν, ἀνέχονται καί ἀμνηστεύουν τά σχίσματα καί τίς παρατάξεις, ἐπειδή ὅλοι ἀκολουθοῦν τό Π. Ἡμερολόγιο, πιστεύω ὅτι οὔτε μεταξύ των θά εὕρουν ἄκρη καί θά συμφωνήσουν, οὔτε φυσικά καί μέ τούς ἀντιοικουμενιστές καί ἀποτειχισμένους τοῦ Ν. Ἡμερολογίου.
Φρονῶ δέ ὅτι ἐφ΄ ὅσον σήμερα ὑπάρχει ἡ αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅσοι ἀπομακρύνονται ἐκκλησιαστικά ἀπό τούς φορεῖς τῆς αἱρέσεως καί τούς κοινωνοῦντας μέ αὐτήν, πρέπει νά εἶναι ἐκκλησιαστικά ἑνωμένοι, ἔχοντας πλήρη ἐκκλησιαστική κοινωνία, εὑρισκόμενοι εἴτε στό Νέο, εἴτε στό Παλαιό Ἡμερολόγιο. Ὅλα τά ἄλλα ἀποτελοῦν διχόνοιες, τίς ὁποῖες ἐνσπείρει ὁ πονηρός, πρός τόν σκοπό τοῦ ἀποπροσανατολισμοῦ ἀπό τόν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς παναιρέσεως τῆς ἐποχῆς μας.
                                              20/10/2013
                                      Ἱερομόναχος Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς
 http://www.paterikiparadosi.blogspot.gr/2013/10/blog-post_24.html

Περί Ημερολογίου. Άπάντηση προς κ. Ν. Μάννη από π. Ευθ. Τρικαμηνά



γαπητέ ἀδελφέ κ. Ν. Μάννη χαῖρε ἐν Κυρίῳ.

Μοῦ ἀπεστάλη ἀντίγραφο τῆς ἀπαντήσεώς σας ἡ ὁποία καταχωρήθηκε μέ ἡμερομηνία 19-9-2013 στήν ἱστοσελίδα «Κρυφό Σχολειό». Εἰς αὐτήν δείχνετε ὅτι δέν ἐπιθυμεῖτε περαιτέρω διάλογο. Αὐτό νομίζω ἐννοεῖτε, ὅταν στήν ἐπικεφαλίδα γράφετε «Πρός τόν ἱερομόναχο π. Εὐθύμιο Τρικαμηνᾶ (τρίτη καί τελευταία ἀπάντησι)» καί στό τέλος τοῦ κειμένου σας «Ἐν κατακλεῖδι ὁλοκληρώνοντας μία καί καλή αὐτόν τόν διάλογο...» καί, ἐπίσης, «ἴσως κάποια στιγμή ἄν εἶναι θέλημα Θεοῦ νά συζητήσουμε ἀπό κοντά».

Μέ τόν τρόπο αὐτόν πού γράφετε μοῦ δημιουργεῖτε τήν ἐντύπωσι ὅτι ἐκφράζεσθε καί ἀποφασίζετε ὡς ἐκπρόσωπος πάντων τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, ἀνεξαρτήτου παρατάξεως καί παραιτεῖσθε ἀπό τήν συζήτησι, βλέποντας κάποιον ἀμετανόητο, ὁ ὁποῖος δέν θέλει νά ἀναγνωρίση τίς ἀπόψεις σας ὡς ὀρθές.

Ἴσως κάποιος ἀπό τούς δυό μας παρανόησε τόν σκοπό καί στόχο τοῦ διαλόγου αὐτοῦ. Ἐγώ προσωπικά ἐνόμιζα ὅτι στόν διάλογο αὐτόν ἐκθέτουμε τά γεγονότα, στηρίζουμε τίς ἀπόψεις μας, ἁγιογραφικά καί πατερικά, ὑποδεικνύουμε τά λάθη τῶν ἄλλων καί τίς ἐκτροπές των ἀδελφικά, ἀπαντοῦμε στίς ἐρωτήσεις των κλπ. προσπαθώντας νά ἀνιχνεύσουμε τό δέον γενέσθαι σήμερα, μέ τήν ἤδη διαμορφωμένη κατάστασι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τοῦ Παλαιοημερολογιτισμοῦ. Ὅλα δέ αὐτά πού καταθέτει ἑκάστη πλευρά, νομίζω (συνέχεια ἐδῶ)
http://www.paterikiparadosi.blogspot.gr/2013/10/blog-post_2.html




Απάντηση σε ερωτήσεις του κ. Μάννη Ν. και όσους ακολουθούν το Παλαιό Ημερολόγιο


Ἀπαντήσεις σέ ἐρωτήσεις
τῶν ἀκολουθούντων
τό Παλαιό Ἡμερολόγιο





ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ
«Η ΕΝΟΤΗΣ ΤΩΝ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ ΑΝΤΙΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ – ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑ»
πειδή οἱ θεολογικές μας τοποθετήσεις λόγῳ τῆς ὑπαρχούσης αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πρέπει νά εἶναι ξεκάθαρες κι ἐπιπλέον δημόσιες καί νά τίθενται εἰς τήν κρίσιν τῶν ἄλλων καί ἐξ’ αἰτίας τοῦ ὅτι μοῦ ἐτέθησαν ὑπό ἀδελφοῦ τοῦ Π. Ἡμερολογίου κάποιες συγκεκριμένες ἐρωτήσεις, οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν κυρίως στό ὑπάρχον πρόβλημα τοῦ ἡμερολογίου, θέλω νά ἀπαντήσω εἰς αὐτές διευκρινίζοντας κατ’ αὐτόν τόν τρόπο τίς θεολογικές μου τοποθετήσεις ἐπί τῶν θεμάτων πού θίγονται καί προσπαθώντας νά συμβάλλω τό κατά δύναμιν στήν διαλεύκανσι
(συνέχεια 2 ἐδῶ).