Κυριακή της Απόκρεω
π. Αυγουστίνου Καντιώτου
ΣΗΜΕΡΑ εἶναι Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω. Καὶ λέγεται Ἀπόκρεω, διότι σημαίνει τὸ
τέλος τῆς κρεοφαγίας. Ἀπὸ αὔριο εἶναι ἐλαφρὰ νηστεία· ὅλα ἐπιτρέπονται πλὴν τοῦ
κρέατος.
Τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούστηκε, ὁμιλεῖ γιὰ κάτι φοβερό, ποὺ ὅσο ἀπίστευτο κι ἂν φαίνεται, εἶναι ὅμως γεγονός. Διαβάζοντας ἢ ἀκούγοντας τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο νομίζεις ὅτι ὁ οὐρανὸς ἀστράφτει καὶ βροντᾷ.
Ὁμιλεῖ τὸ εὐαγγέλιο γιὰ μία δίκη. Ἐὰν εχατε ‒σᾶς ἐρωτῶ‒ κάποιο δικαστήριο καὶ ἐπρόκειτο νὰ δικαστῆτε, θὰ μένατε ἀδιάφοροι; Ἀσφαλῶς ὄχι. Προτοῦ νὰ φτάσῃ ἡ ἡμέρα τῆς δίκης θὰ φροντίζατε νὰ βρῆτε δικηγόρο ἱκανό, μάρτυρες ὑπερασπίσεως, καὶ ἀπὸ νωρὶς θὰ σχεδιάζατε τί θὰ ἀπολογηθῆτε, ὥστε ν᾿ ἀπαλλαγῆτε ἀπὸ τὴν κατηγορία.Ἀλλ᾿ ἐὰν ἔτσι σκεπτώμεθα γιὰ μιὰ δίκη ἐνώπιον ἀνθρωπίνου δικαστηρίου, πῶς
πρέπει νὰ σκεπτώμεθα γιὰ τὴ δίκη μας ἐνώπιον τοῦ θείου δικαστηρίου, τὴν
παγκόσμιο δίκη; Μηδέν, σκιὰ οἱ δίκες στὸν κόσμο αὐτὸν μπροστὰ
σ᾿ ἐκείνη τὴ δίκη ποὺ μᾶς περιμένει. Ἐγὼ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ φοβοῦμαι τὴν ἡμέρα
ἐκείνη· σεῖς δὲ᾿ φοβεῖσθε; εἶστε ἅγιοι;
* * *
Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο; Ὅτι θὰ ἔρθῃ ἡ ἡμέρα τῆς δίκης. Ναί, νὰ εἶστε
βέβαιοι. Ὅσο βέβαιο εἶναι ὅτι αὔριο ξημερώνει Δευτέρα, τόσο βέβαιο εἶναι καὶ
ὅτι θὰ ἔρθῃ ἡ ἡμέρα ἐκείνη. Κι ὅπως εἶστε βέβαιοι ὅτι ἀνατέλλει καὶ δύει ὁ
ἥλιος, ἔτσι νὰ εἶστε βέβαιοι καὶ ὅτι θὰ ἔρθῃ καὶ ἡ δύσις, ἡ συντέλεια τοῦ
κόσμου τούτου, καὶ θ᾿ ἀκολουθήσῃ ἡ παγκόσμιος δίκη.
Ἐκεῖ θὰ βρίσκωμαι κ᾿ ἐγὼ ὑπόδικος, κ᾿ ἐσεῖς ἀγαπητοί μου ὑπόδικοι· ἐκεῖ
θὰ βρίσκωνται ὅλοι ἀνεξαιρέτως ὑπόδικοι, στὸ ἑδώλιο τοῦ κατηγορουμένου. Ἐκεῖ θὰ
εἶναι καὶ οἱ βασιλιᾶδες ποὺ εἶχαν στὸ κεφάλι κορῶνες καὶ στέμματα ποὺ ἄστραφταν
ἀπὸ διαμάντια, ἀλλὰ καὶ οἱ φτωχοὶ καὶ οἱ ἄσημοι τοῦ κόσμου τούτου. Ἐκεῖ θὰ
εἶναι οἱ μεγάλοι ἐπιστήμονες ἀλλὰ καὶ οἱ ἀγράμματοι ποὺ δὲν εἶναι εἰς θέσιν
οὔτε τὴν ὑπογραφή τους νὰ βάλουν. Ἐκεῖ θὰ εἶναι οἱ ἄντρες, οἱ γυναῖκες, τὰ
παιδιά, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἔθνη, τοὺς λαούς, τὶς φυλὲς καὶ τὶς
γλῶσσες τοῦ κόσμου. Ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ θὰ ἵστανται καὶ θὰ περιμένουν τὴν
ἀπόφασι τοῦ δικαστηρίου.
Καὶ ποιός θὰ εἶναι ὁ δικαστής; Ὄχι ἄνθρωπος. Δικαστὴς θὰ εἶναι Ἐκεῖνος
ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ, ποὺ κατέβηκε στὴ γῆ καὶ γεννήθηκε στὸ
σπήλαιο μέσα στὴ φάτνη τῶν ἀλόγων· ἐκεῖνος ποὺ βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη καὶ
πολέμησε στὴν ἔρημο μὲ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου· ἐκεῖνος ποὺ δίδαξε τὰ
ὡραιότερα λόγια, ποὺ ἂν τὰ ἐφαρμόζαμε ὁ κόσμος θὰ ἦταν παράδεισος· ἐκεῖνος ποὺ
ἔκανε τὰ μεγαλύτερα θαύματα· ἐκεῖνος ποὺ συνελήφθη καὶ ὡδηγήθη ἐνώπιον τοῦ
Πιλάτου, καὶ ἐδικάσθη καὶ κατεδικάσθη εἰς θάνατον, καὶ ἐσταυρώθη καὶ ἐκεντήθη
μὲ τὴ λόγχη.
Ἀλλὰ τώρα, τὴν ὥρα τῆς παγκοσμίου δίκης, ὅπως λέει τὸ Εὐαγγέλιο, «ὄψονται
εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ἰωάν. 19,37). Δηλαδή, τί θὰ πῇ «ὄψονται εἰς ὃν
ἐξεκέντησαν»; Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ συνετέλεσαν νὰ σταυρωθῇ ὁ Χριστός, θὰ τὸν δοῦν
τώρα σὲ ἄλλη κατάστασι, μέσα σὲ δόξα ἀπερίγραπτη, νὰ περικυκλώνεται ἀπὸ
ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους. Ἡμέρα φοβερά, κατὰ τὴν ὁποία ὁ δίκαιος Κριτὴς θὰ
δικάσῃ ὅλους μας.
«Ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν»! Ὁ λόγος ὅμως αὐτὸς πιάνει κ᾿ ἐμᾶς,
ἀγαπητοί. Διότι ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει, ὅτι καὶ ὁ Χριστιανὸς ποὺ βαπτίστηκε
στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ἁμαρτάνῃ, αὐτὸς δὲν κάνει τίποτε
ἄλλο παρὰ νὰ «σταυρώνῃ ἐκ νέου» τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὅπως οἱ Ἑβραῖοι (Ἑβρ. 6,6).
Ναί. Ἐκεῖνος ποὺ πάει στὸ δικαστήριο καὶ ξαπλώνει τὸ βρωμερό του χέρι πάνω στὸ
Εὐαγγέλιο καὶ ὁρκίζεται, αὐτὸς τὴν ὥρα ἐκείνη βάζει καρφιὰ στὰ χέρια τοῦ
Χριστοῦ. Κ᾿ ἐκεῖνος ποὺ ἀνοίγει τὸ στόμα του τὸ βρωμερὸ καὶ βλαστημάει τὸ
Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία, δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ ποτίζῃ μὲ ὄξος καὶ χολὴ
τὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ μας. Ἐκεῖνος ὁ ἄλλος, ποὺ τρέχει τὴ νύχτα στὰ κέντρα, δὲν
κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ καρφώνῃ καρφιὰ στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ μας. Ἐκεῖνος ὁ
ἄλλος, ποὺ ἔχει μῖσος καὶ κακία στὴν καρδιά του, δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ λογχίζῃ
τὴν πλευρὰ τοῦ Χριστοῦ μας. Κι ὁ ἄλλος, ὁ ἐγωϊστὴς καὶ ὑπερήφανος, θέτει
ἀκάνθινο στέφανο ἐπάνω στὴν κεφαλὴ τοῦ Χριστοῦ. «Ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν».
Ναί· καὶ οἱ μὲν Ἑβραῖοι σταύρωσαν τὸ Χριστὸ μιά φορά, ἐμεῖς τὸν σταυρώνουμε
κάθε μέρα! Δὲν ὑπάρχει μέρος ποὺ νὰ μὴν τὸν σταυρώνουμε, ὁ καθένας μὲ τὸν τρόπο
του.
«Ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν». Ὅλοι
αὐτοὶ θὰ ἔχουν τὴν τιμωρία τους. Ἀλλὰ μπορεῖ νὰ πῇ κάποιος· Ἐγὼ δὲν ὡρκίστηκα
σὲ δικαστήρια, δὲν βλαστήμησα, δὲν πῆγα σὲ νυχτερινὰ κέντρα, δὲν μπῆκα στὸ
σπίτι τοῦ ἄλλου νὰ ἀτιμάσω τὴν οἰκογένειά του, δὲν ἐπόρνευσα, δὲν ἐμοίχευσα, δὲν
σκότωσα, ἐγὼ δὲν ἔκανα τὸ κακό…
Ἐδῶ εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἡ σημασία τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ δὲν εἶναι μόνο
ἄρνησις ἀλλὰ εἶναι καὶ θέσις. Δὲν θὰ δικαστοῦν μόνο αὐτοὶ ποὺ διέπραξαν τὸ
κακό, ἀλλὰ καὶ ποιοί ἄλλοι; ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἔκαναν τὸ καλό! Δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ
λές, Δὲν ἔκανα τίποτα κακό. Τὸ Εὐαγγέλιο ἔχει καὶ μία ἄλλη ὄψι· ζητάει νὰ
πράττουμε καὶ τὸ ἀγαθό.
Αὐτὸ ἀκριβῶς τονίζει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα. Ὅπως ὁ τσοπᾶνος, λέει, χωρίζει
τὸ βράδυ τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια, ἔτσι ὁ Χριστὸς στὴ δύσι τῆς ἀνθρωπίνης
ἱστορίας θὰ μᾶς χωρίσῃ σὲ δύο καταστάσεις· τοὺς μὲν δεξιά, τοὺς δὲ ἀριστερά.
Σ᾿ αὐτοὺς ποὺ θὰ εἶναι στὰ δεξιὰ θὰ πῇ·
‒Ἐλᾶτε νὰ κληρονομήσετε τὴν αἰώνιο βασιλεία. Διότι πείνασα, καὶ μοῦ δώσατε
νὰ φάω· δίψασα, καὶ μοῦ δώσατε νὰ πιῶ· ἤμουν γυμνός, καὶ μὲ σκεπάσατε· ἤμουν
ξένος, καὶ μὲ μαζέψατε· ἤμουν ἀσθενής, καὶ μὲ ἐπισκεφθήκατε· ἤμουν στὴ φυλακή,
καὶ ἤρθατε κοντά μου.
Θὰ ποῦν ἀπὸ κάτω οἱ δίκαιοι·
‒«Κύριε, πότε σε εἴδομεν» ἔτσι; Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ μᾶς λές; πότε ἤσουν
γυμνός, ξυπόλητος, πεινασμένος, διψασμένος, ἄρρωστος, σὲ ἐλεεινὴ κατάστασι;
(Ματθ. 25,37-39). Καὶ ὁ Χριστὸς τί θ᾿ ἀπαντήσῃ· ‒Ὅ,τι καλὸ κάνατε στὸ
δυστυχισμένο, εἶναι σὰ᾿ νὰ τὸ κάνατε σ᾿ ἐμένα τὸν ἴδιο! Ὑπάρχει πλάστιγγα νὰ
ζυγίσῃ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ μας;
Καὶ πρὸς τοὺς ἀριστερὰ ὁ Χριστός μας θὰ πῇ·
‒«Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι…» (ἔ.ἀ. 25,41). Πείνασα, καὶ δὲν μοῦ
δώσατε ἕνα κομμάτι ψωμί· δίψασα, καὶ δὲν μοῦ δώσατε ἕνα ποτήρι νερό· ἤμουν
γυμνός, καὶ δὲν μοῦ δώσατε ἕνα ροῦχο νὰ σκεπαστῶ· ἤμουν ξένος, καὶ δὲ᾿ μὲ
κοιτάξατε· ἤμουν ἄρρωστος, καὶ δὲν μὲ ἐπισκεφθήκατε· ἤμουν φυλακισμένος, καὶ δὲν
μὲ εδατε. «Πορεύεσθε …εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον»! Καὶ θὰ ποῦν ἐκεῖνοι·
‒Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε γυμνό, πεινασμένο, ξυπόλητο; Καὶ ὁ Χριστὸς θὰ πῇ
λόγια ποὺ ὅπως εἶπα δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὰ ζυγίσουμε·
‒Ὅ,τι δὲν κάνατε στὰ δυστυχισμένα ἀδέρφια μου, εἶναι σὰ᾿ νὰ μὴν τὸ κάνατε
σ᾿ ἐμένα τὸν ἴδιο!
Αὐτὰ νὰ τὰ προσέξουμε. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη θὰ δικαστῇ
καὶ ὅποιος παρέλειψε τὸ καλό.
* * *
Ὁ
Χριστὸς περπατάει ἀνάμεσά μας. Τί συγκλονιστικός, ἀγαπητοί μου, αὐτὸς ὁ λόγος!
Ὅπου χήρα, ὅπου ὀρφανό, ὅπου πεινασμένος καὶ δυστυχισμένος, στὸ πρόσωπο αὐτῶν
εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτὴ τὴν ὥρα, κάποιοι δυστυχοῦν. Γι᾿ αὐτὸ θὰ
δικαστοῦμε. Ἀκοῦμε, ὅτι πεθαίνουν ἑκατομμύρια παιδιὰ γιὰ ἕνα κομμάτι ψωμί, κ᾿
ἐμεῖς ἀνοίγουμε λάκκους καὶ θάβουμε πολύτιμα προϊόντα. Ὅταν ὅμως πεινούσαμε
ἐμεῖς, τὸ ᾿40 τὸ ᾿42–᾿44, θέλαμε νά ᾿ρχωνται καράβια ἀπὸ τὰ ἄλλα ἔθνη νὰ μᾶς
τροφοδοτοῦν.
Σήμερα, ἅγια μέρα, ποὺ ἀκούσαμε τὸ φοβερὸ εὐαγγέλιο τῆς μελλούσης κρίσεως,
ἂς προσπαθήσουμε ὄχι μόνο ν᾿ ἀποφεύγουμε τὸ κακό ‒αὐτὸ εἶναι τὸ λιγώτερο‒,
ἀλλὰ καὶ νὰ κάνουμε τὸ καλό. εἶναι σὰ᾿ νὰ τὸ κάνουμε στὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Τότε
ἡ γῆ θὰ γίνῃ παράδεισος. Ἐνῷ τώρα κυριαρχεῖ ἡ κακία· τὰ χέρια κλέβουν, γιατὶ ἡ
καρδιὰ δὲν ἔχει οὔτε σταλαγματιὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας.
Ἂς ἐξετάσουμε βαθειὰ τὸν ἑαυτό μας κι
ἂς προσπαθήσουμε στὸ ἑξῆς νὰ κάνουμε τὸ καλὸ στὸν κόσμο τοῦτο πρὸς δόξαν Θεοῦ!
Ἔτσι, ὅταν ἔρθῃ ἡ ἡμέρα ἐκείνη τῆς κρίσεως, νὰ μὴν ἀκούσουμε τὰ φοβερὰ λόγια
«Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι…», ἀλλὰ ὅλοι ν᾿ ἀκούσουμε τὰ ἄλλα ἐκεῖνα
λόγια τοῦ Χριστοῦ· «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν
ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (ἔ.ἀ. 25,34)· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγὴ ἐδῶ.