Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐκ φύσεως εἶναι ἐπινοητικοί, γιατί ἀπὸ φυσικοῦ τους ξέρουν μὲ τὴ λογική τους νὰ ξεχωρίζουν τὰ πράγματα καὶ νὰ εἶναι συνετοί. Καθένας ἀπ’ αὐτοὺς ἀφοσιώνεται στὴν καλλιέργεια τῆς γῆς, στὶς δουλειὲς τῶν μεταφορῶν, σὲ κάποια τέχνη, μὲ κάποια ἐλπίδα. Ὅλοι μὲ τὴν προσδοκία κάποιων ἀγαθῶν, ποὺ θὰ ἀποχτήσουν, ὑποφέρουν μὲ προθυμία κόπους, ἱδρῶτες, κινδύνους καὶ στενοχώριες.
Ὁ γεωργὸς ἀπὸ τὴν πολλὴ σωματικὴ καταπόνηση καμπουριάζει καὶ κρατώντας στὰ χέρια ὅπλο καὶ ἀλέτρι ὑποφέρει πρόθυμα τοὺς πάγους τοῦ χειμώνα καὶ τὰ τραύματα ἀπὸ τὰ χώματα καὶ τὰ ἀγκάθια, μὲ τὴν παρηγοριὰ ὅτι οἱ πόνοι αὐτοὶ θὰ τοῦ ἀποφέρουν καρποὺς ἀργότερα.
Αὐτὸς ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὶς χερσαῖες μεταφορές, διαβαίνοντας ἀπὸ δύσβατα καὶ ἀπόκρημνα δρομολόγια, σὲ σκληρὰ ἐδάφη, ματώνοντας τὰ πόδια του, ὑπομένει γενναία τὸν ἱδρώτα ποὺ τὸν λούζει ἀπὸ τὴν κορυφὴ ὡς τὰ νύχια, φλεγόμενος ἀπὸ τὸν καύσωνα, μὲ δίψα καὶ πείνα, γιατί ἐλπίζει στὸ κέρδος ποὺ θὰ ἀποκομίσει ἀπὸ αὐτὴν τὴν ὁδοιπορία.
Οἱ γιατροὶ μὲ τὸ ποὺ τρυπᾶνε τὰ πρησμένα καὶ μολυσμένα τραύματα ἀνέχονται τὴ δυσωδία καὶ πιάνοντας μὲ τὰ χέρια τους τὶς ἀκαθαρσίες καὶ τὰ ὑγρά τῆς κοιλιᾶς καὶ τῶν ἐντέρων δὲν δυσανασχετοῦν, γιατί αὐτὸ τὸ ὑφίστανται χάριν τῆς ὑγείας τῶν ἀσθενῶν καὶ τοῦ δικοῦ τους ὀφέλους.
Οἱ ναυτικοί, ἐγκαταλείποντας τὴ στεριὰ καὶ σχίζοντας τὰ γαλανὰ καὶ ἁλμυρὰ νερὰ τῆς θάλασσας μὲ ὑπομονὴ ἀντιμετωπίζουν τὴ σφοδρότητα τῶν ἀντιθέτων ἀνέμων καὶ τὴν ἀφάνταστη θαλασσοταραχή, τὸ τέντωμα τῶν σκοινιῶν καὶ τοὺς φοβεροὺς τριγμοὺς τῶν καταρτιῶν καὶ τὰ μανιασμένα ὁρμητικὰ κύματα, ποὺ χτυπᾶνε καὶ χαλάει ὁ κόσμος ἀπὸ τὴ βουή, καὶ ὅλα αὐτὰ μὲ τὴν ἐλπίδα γιὰ τὴ σωτηρία τους καὶ τὸν πλοῦτο ποὺ προσδοκοῦνε ἀπὸ αὐτὸ τὸ ταξίδι.
Ὅλοι οἱ παραπάνω ποὺ ἀνέφερα καὶ οἱ ὑπόλοιποι ὑπομένουν κόπους καὶ κινδύνους μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἐπιτύχουν ἕνα προσωρινὸ ὄφελος.
Πολὺ περισσότερο ὅμως ἀπὸ τὰ παραπάνω τὸ φιλόθεο γένος τῶν Χριστιανῶν, γιὰ τὴν ἀμίαντη καὶ μακάρια ἐν Οὐρανοῖς ἐλπίδα καὶ διωγμοὺς καὶ πεῖνα, νηστεία καὶ ἀγρυπνία, κοιμώμενοι καταγῆς, ὑποβαλλόμενοι καὶ σὲ χίλιες ἄλλες ταλαιπωρίες πρόθυμα τὰ ὑποφέρουν. Σὲ αὐτοὺς περιλαμβάνω ἀσφαλῶς καὶ τὶς γυναῖκες ποὺ ὑστεροῦν στὴ σωματικὴ ρώμη ἔναντι τῶν ἀνδρῶν, ἀλλὰ στὸ φρόνημα εἴναι ἴδιες μὲ αὐτούς.
Μὲ αὐτὰ τὰ δεδομένα ὁ καθένας ἂς παραμένει στὸ δικό του ἔργο καὶ ἂς ἐνισχύεται μὲ τὴν ἐλπίδα.
Ἐσὺ γεωργέ τῆς πνευματικῆς γῆς, βάλε μέσα στὸ ἀνάλογο μέρος τῆς διάνοιάς σου, τὸ ἀλέτρι τῆς διδασκαλίας. Ἔπειτα μαζὶ μὲ τὰ αἱρετικὰ σπέρματα, ποὺ εἶχαν πέσει ἀπὸ πρίν, πέταξε ἔξω τὸ βλαστὸ τῶν ἰουδαϊκῶν καὶ εἰδωλολατρικῶν σοφισμάτων, ὥστε σὲ καθαρὴ ψυχὴ νὰ σπείρεις τῆς πίστης τὰ ἅγια σπέρματα, τῆς ἐλπίδας τὰ ἀγαλλιάματα καὶ τῆς ἀγάπης τὰ γλυκάσματα.
Μάθε ὅτι δὲν δόθηκε μόνον στὸν Ἱερεμία ἡ ἐξουσία νὰ σκάβει καὶ νὰ ἀπομακρύνει τὰ χειρότερα καὶ νὰ σπέρνει τὰ καλύτερα, ἀλλὰ καὶ σὲ σένα μὲ τὸ νὰ σοῦ πεῖ κοίτα, ἔχω δώσει στὸ στόμα σου τοὺς λόγους μου. Κοίτα, σήμερα σὲ τοποθέτησα πάνω σὲ ἔθνη καὶ βασίλεια νὰ ξεριζώνεις καὶ νὰ κατασκάπτεις καὶ νὰ καταστρέφεις καὶ νὰ χτίζεις καὶ νὰ φυτεύεις. Ξερίζωσε, λοιπὸν, τὰ ἄγρια πάθη τῶν ἡδονῶν καὶ φύτευε ἐκεῖ ὅσα εἶναι τῆς ἁγνείας ἀντίγραφα. Σκάψε βαθιὰ τὴν φυτεία τοῦ πονηροῦ καὶ ἐκεῖ φύτευε τὴν Πολιτεία Χριστοῦ. Χάσε κάτι ἀπὸ τὰ διδάγματα ποὺ μπορεῖς νὰ ἀποφύγεις, ἀλλὰ στηλίτευε τὰ σπουδαία ἀπὸ τὰ νοήματα. Ἐσὺ, οἰκοδόμε, γκρέμιζε ὅσα πρότυπα χτίστηκαν μὲ τοῦ διαβόλου τὶς μεθόδους στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ χτίζε ναὸν τοῦ θεοῦ βάζοντας θεμέλιο ἀκρογωνιαῖο τὸν Χριστόν, πάνω στὸν ὁποῖο χτίζονται ὅλα τὰ καλὰ τῆς δικαιοσύνης.
Κάνοντας αὐτὰ κι ἂν ἔχεις στενοχώριες, κάνε ὑπομονή. Κι ἂν σὲ κυνηγᾶνε μὴν ἀπογοητεύεσαι. Κι ἄν σοῦ λείπει τὸ φαγητὸ κρατήσου. Γιὰ ὅλα κάνε ὑπομονὴ μὲ προθυμία, γιατί θὰ ἔρθει ἡ ἀνάκτηση ὅλων τῶν ἀπολαύσεων στὸν παράδεισο.
Εἶσαι ὁδοιπόρος, σύμφωνα μὲ αὐτὸν ποὺ λέει, ρύθμισε τὰ βήματά μου στὰ μονοπάτια σου γιὰ νὰ μὴν χάσουν τὸ ρυθμό τους. Ἀπόφευγε τὴν πλατιὰ καὶ ἄνετη ὁδό, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Πάρε στὰ χέρια σου τὴν πνευματικὴ ράβδο ποὺ εἶναι χρήσιμη γιὰ δυὸ πράγματα. Ποὺ σκοτώνει τὸν ἀπαίσιο δράκοντα, ποὺ παραμονεύει στὸ δρόμο σου, ἀλλὰ καὶ ἐσένα τὸν ἴδιο ποὺ πᾶς νὰ παραδοθεῖς στοὺς πειρασμοὺς καὶ νὰ πέσεις σὲ βοηθάει νὰ κρατηθεῖς ὄρθιος.
Ὑπόφερε τὸν πειρασμὸν πού σοῦ προσφέρεται. Καὶ ἐὰν διψᾶς στὴν ἀθάνατη πηγή, τὸ Χριστό, τρέξε νὰ ξεδιψάσεις. Καὶ ἐὰν πεινᾶς, τὸν ζῶντα ἄρτο, τὸ Χριστό, ἀναζήτησε, γιὰ νὰ μὴν ἐξαντληθεῖς καὶ ἐνδώσεις ἀποχαυνωμένος στὶς ἡδονές, ἀλλὰ νὰ γίνεις δυνατός, βλέποντας πρὸς τὸ τέλος τοῦ δρόμου, ἐλπίζοντας στὴν ἰσάγγελη ζωὴ στὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν κόψε μὲ τὸ μαχαίρι τοῦ Πνεύματος καὶ ἀπόβαλε τὰ φουσκωμένα καὶ πληγιασμένα πάθη τῆς ὑπερηφάνιας, ξέπλυνε καλὰ μὲ τὸ καθαρὸ νερὸ τῆς διδασκαλίας τὸν βόρβορο τῶν ἡδονῶν. Θεράπευε χρησιμοποιώντας κατὰ τὸν Κύριον οἶνον καὶ ἔλαιον τὶς πληγὲς στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, ποὺ προξένησαν οἱ ἁμαρτίες. Περιόρισε τὴν κατανάλωση οἴνου ὥστε νὰ μὴν ἀποχαυνώνεσαι καὶ ἐνδίδεις στὶς ἐπιθυμίες καὶ μὲ ἔλαιο λύσε τοὺς πόνους τῆς ψυχῆς, δίνοντας τὴν ὑπόσχεση σὲ αὐτοὺς γιὰ τὴν ταχεία συγχώρηση τῶν πταισμάτων, ποὺ εἶχαν διαπραχθεῖ προηγουμένως.
Μὴ παραβλέψεις τὸ φτωχὸ ἐπιδιώκοντας χρηματικὰ κέρδη, οὔτε πάλι καὶ τὸν πλούσιο νὰ παραβλέψεις, ἐξ αἰτίας τοῦ κατάπτυστου πλούτου, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς δυὸ νὰ παρακαλεῖς νὰ σωφρονοῦν.
Κανένα μὴν ἀπελπίζεις, οὔτε τὸν πάρα πολὺ ἁμαρτωλὸ γιὰ νὰ μὴν τοὺς ρίξουμε ὁριστικὰ στὸ βυθὸ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ δόσε χέρι βοηθείας σὲ αὐτὸν ποὺ ἔχει πέσει, λέγοντάς του ὅτι ὁ Κύριος ἦρθε νὰ σώσει ὄχι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλούς, ὦστε μὲ προθυμία, ἀφοῦ ἀποφύγουν τὸ κακό, κάνουν τὸ ἀγαθὸ καὶ σωθοῦν. Κάνε τὰ πάντα γιὰ τὴν ὑγεία τῶν ἀρρώστων, ἱκανοποιούμενος ἀπὸ τὴν ἐλπίδα αὐτῶν ποὺ σώζονται καὶ ἀπὸ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀγαλλίασης, ποὺ θὰ τύχεις παρὰ τοῦ Θεοῦ.
Ὡς ἀθλητὴς νὰ ἀγωνίζεσαι σύμφωνα μὲ τοὺς κανονισμούς, γιατί κανένας δὲν λαμβάνει τὸ στεφάνι τῆς νίκης ἐὰν δὲν ἔχει ἀγωνιστεῖ σύμφωνα μὲ αὐτούς. Ἡ πάλη δὲν διεξάγεται γιὰ τὸ αἷμα καὶ τὴ σάρκα, ποὺ διαθέτουμε ὅλοι, ἀλλὰ γιὰ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, γιὰ τοὺς κοσμοκράτορες αὐτοῦ τοῦ σκότους, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρῖας, ποὺ θὰ κριθοῦν εἰς τὰ ἐπουράνια.
Ἐνστερνίσου τοὺς ἀσκητικοὺς πόνους καὶ ἀπόφευγε τὶς διαβολικὲς παγίδες. Βλέπε τὸν Παῦλον καὶ τρέχοντα καὶ παλεύοντα καὶ πυγμαχοῦντα. Ἔτσι τρέχω, λέει ὁ Παῦλος, γιὰ νὰ ἐπιτύχω, ἔτσι πυγμαχῶ, ὄχι σὰν νὰ γροθοκοπῶ τὸν ἀέρα, ἀλλὰ προετοιμάζω τὸ σῶμα μου μήπως ἐγὼ ποὺ διακηρύττω αὐτὰ βρεθῶ ἀπροετοίμαστος. Τρέχε, λοιπὸν, γιὰ νὰ ἐπιτύχεις, μὲ τὶς γροθιὲς πάλευε γιὰ νὰ νικήσεις τὸν ἐχθρό. Ἄλειφε τὸ σῶμα σου μὲ τὸ λάδι τῆς εὐσέβειας. Κατέχεις τὰ τεχνάσματα τῆς πάλης, πού σοῦ κληρονόμησαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Πάρε ἀπὸ τὸν Μωυσῆ τὴν ἀνεξικακία, ἀπὸ τὸν Ἰωσὴφ τὴ σωφροσύνη, ἀπὸ τὸ Δαυὶδ τὴν πραότητα, ἀπὸ τὸν Ἠλία τὴν παρθενία, ἀπὸ τὸν Ἐλισσαῖο τὴ νηστεία, ἀπὸ τὸν Ἠσαία τὴν ἀκτημοσύνη, ἀπὸ τὸν Πέτρο καὶ τὸν Παῦλο τὴν πίστη, ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὴν ἀγάπη, ὥστε ἀφοῦ σὲ ὅλα ἀγωνιστεῖς μὲ καλὸ τρόπο, στὸ τέλος δεχτεῖς τῆς νίκης τὰ βραβεῖα ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ.
Εἶσαι Ποιμένας τῶν λογικῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ; Τὰ πρόβατα φύλαγε στὸ μαντρί. Ἐκεῖνα ποὺ ἔχασαν τὸ δρόμο ἀναζήτησέ τα καὶ γύρισέ τα στὸ μαντρί. Ἐκεῖνα ποὺ τραυματίστηκαν περιποιήσου τὰ τραύματά τους. Αὐτὰ ποὺ δάγκωσε ὁ λύκος θεράπευσε. Τοὺς λύκους ἀπομάκρυνε. Τοὺς σκύλους, ποὺ δὲν τοὺς παίρνει ὁ ὕπνος καὶ γαυγίζουν ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου ἀλλὰ κρυφὰ ἀλλοιῶς συμπεριφέρονται, ἀπομάκρυνε.
Τὴν ἀειθαλῆ χλόη ποὺ βλάστησε ἀπὸ τὴ Μαρία σύστηνε, τὴν ἀθάνατη πηγὴ τοῦ βαπτίσματος ὑπογράμμιζε, μὲ δάκρυα σπόγγισε τὸ πρόβατο ποὺ λαβώθηκε. Κάθε πόνο καὶ κάθε κόπο νὰ ὑπομένεις, ὥστε ὅταν φανερωθεῖ ὁ Ἀρχιποιμένας Χριστὸς νὰ δεχτεῖς τὸ ἁμαράντινο τῆς δόξας στεφάνι.
Εἶσαι πρόβατο; Νὰ εἶσαι πιστὸς στὸν ποιμένα σου, νὰ μὴ φεύγεις ἀπὸ τὸ μαντρί, ἐνστρερνίσου τὴν πίστη, ἀπὸ τὸ ραβδὶ τοῦ ποιμένα μὴν ξεφεύγεις, γιατί δὲν σὲ χτυπάει γιὰ νὰ σὲ σκοτώσει, ἀλλὰ νὰ σὲ προστατέψει ἀπὸ τὴν πλάνη.
Τὸ ἄνθος ποὺ βλάστησε ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ Ἰεσσαὶ μοίρασέ το παντοῦ, μὲ τὴν ἀθάνατη πηγὴ ποὺ ἀναβλύζει ἀπὸ τὴν κοφτερὴ πέτρα πότιζε, ὥστε στὴν μάντρα τῆς τρυφῆς νὰ μὴ συνάγεις πλοῦτο, ποὺ πρέπει νὰ μὴν σὲ συγκινεῖ. Ἀπόφυγε νὰ φροντίζεις γιὰ τὴν ἀπόκτηση χρημάτων. Μὴ συνάγεις χρήματα, ἀπὸ τὰ ὁποία ἐκπορεύονται τὰ ἐγκλήματα, ἀλλὰ μοίρασε πλουσιοπάροχα τροφὴ στοὺς φτωχούς, ἐλπίζοντας ὅτι ἄφθονο καὶ ὥριμο θὰ θερίσεις τὸν καρπὸν τῆς ψυχῆς.
Ἐσὺ φτωχὲ νὰ μὴ λιποψυχᾶς, νὰ μὴν ἀπαρνιέσαι τὴ ζωή, νὰ μὴ βλαστημήσεις, ἀλλὰ νὰ εὐχαριστεῖς, νὰ ὑπομένεις τὸ μικρῆς χρονικῆς διάρκειας σακκίδιο τῆς φτώχειας, νὰ βάζεις στὸ μυαλό σου τὸ Λάζαρο καὶ πάρε δύναμη ἀπὸ τὴν ἐλπίδα αὐτή, γιατί θὰ ἔχεις τὴν τύχη καὶ ἐσὺ νὰ ἀναπαύεσαι στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ. Ἐκεῖ καὶ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους ὁ τῶν πάντων Δεσπότης Θεὸς μακάρι νὰ ἀξιώσει νὰ βρεθοῦμε, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη, μαζὶ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.