«Λουκᾶς ὁ ἰατρός ὁ ἀγαπητός»

Τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ 


Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου

 


«Λουκᾶς ὁ ἰατρὸς ὁ ἀγαπητός». Ἔτσι, ἀγαπη­τοί μου, ὀνομάζει ὁ κορυφαῖος τῶν ἀ­ποστόλων, ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος, τὸν ἅγιο τοῦ ὁποίου ἑορτάζουμε σήμερα τὴν ἱ­ερὰ μνήμη. «Λουκᾶς ὁ ἰατρὸς ὁ ἀγαπητός» (Κολ. 4,14). Γιὰ τὸν Λουκᾶ, τὸν ἀγαπητὸ στὸν ἀπόστο­λο Παῦλο ἰατρό, θὰ ποῦμε λίγες λέξεις.

*****

Τί ἦταν ὁ Λουκᾶς; Πρὶν γνωρίσῃ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ἦταν εἰδωλολάτρης. Ἕλληνας στὴν κα­ταγωγή, γεννήθηκε σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα κέντρα τοῦ ἐλευθέρου Ἑλληνισμοῦ, στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Κατὰ τὴν κοινωνικὴ κα­τάστασι τῶν γονέων του εἶχε ὅλα τὰ μέσα γιὰ νὰ σπουδάσῃ καὶ νὰ σταδιοδρομήσῃ λαμπρά. Ἦταν φιλομαθής καὶ γνώριζε γλῶσσες. Σπούδασε τὴν ἰατρικὴ καὶ περιώδευσε πολλὰ μέρη ἔχοντας ἔφεσι γιὰ τὴ γνῶσι.

Μετὰ τὶς σπουδές του ἐξήσκησε τὸ ἐ­πάγγελμα τοῦ ἰατροῦ σὲ διάφορες πόλεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὅπως στὴν Τρωάδα, στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας καὶ στὴν Θήβα.

Πῶς ἔγινε Χριστιανός; Ἄκουσε τὸν ἀπόστολο Παῦλο, τὸν ἀετὸ τοῦ πνεύματος ὅπως τὸν ὀνομάζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου συγκλόνισε τὸν ἐπιστήμονα αὐτόν. Πίστε­ψε ἀκραδάντως στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ βαπτί­στηκε.

Ὁ Λουκᾶς δὲν ἔγινε ἁ­πλῶς Χριστιανός· ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ἔγινε ἀκόλουθος τοῦ κορυφαίου ἀποστόλου Παύλου παντοῦ στὶς περιοδεῖες του.

Τὸν ἀκολούθησε τὶς ἡμέρες τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς, τὸν ἀκολούθησε καὶ τὶς ἡμέρες τῆς λύπης καὶ τῶν ἀ­ναστεναγμῶν. Τὸν ἀ­κολούθησε μέχρι τὴ ῾Ρώμη ἀκόμη καὶ ὅταν φυ­λακίστηκε. Ἔμεινε κοντά του καὶ ὅταν οἱ πάν­τες τὸν ἐγκατέλειψαν. Ὅ­πως τὸ Χριστὸ ἔτσι καὶ τὸν ἀ­πόστολο Παῦ­λο, ὅταν ἔφτανε ἡ ὥρα νὰ ὁδηγη­θῇ στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως, τὸν ἐγ­κατέλει­ψαν ὅλοι. Ἕνας μόνο ἔ­μεινε κοντά του σὰν φύκακας ἄγγελος, ὁ Λου­κᾶς. «Λουκᾶς ἐ­στι μόνος μετ᾽ ἐμοῦ», λέει (Β΄ Τιμ. 4,11).

Μετὰ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ διδασκάλου του ὁ Λουκᾶς συνέχισε τὶς περιοδεῖες. Ἔ­φθασε καὶ στὴν ἑλληνικὴ πόλι τῶν Θηβῶν, ὅ­που καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Τὰ δὲ ἱερὰ λείψανά του μεταφέρθηκαν ἀργότερα στὴν Κωνσταντινούπολι καὶ ἀ­πετέθησαν στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ὅ­ταν ὅμως οἱ σταυροφόροι, τὰ ὄρ­γανα τοῦ ἀντιχρίστου πάπα, κατέλαβαν στὴν Πόλι, μεταξὺ τῶν ἄλλων ποὺ ἐσύλησαν ἦταν καὶ τὰ λείψανα τοῦ ἁγίου Λουκᾶ καὶ τὰ μετέφεραν στὴν Ἰταλία.

*****

Ἀλλὰ ὁ Λουκᾶς δὲν εἶνε γνωστὸς μόνο ὡς ἀ­κόλουθος τοῦ ἀποστόλου Παύλου· εἶνε γνωστὸς καὶ γιὰ τὰ συγγράμματά του. Εἶνε κορυφαῖος συγγραφεύς, ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη. Εἶνε συγγραφεὺς θεόπνευστος.

Ἔγραψε τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴ γλαφυρότητά του, γραμμένο στὴν ὡραία ἑλληνικὴ γλῶσσα.

Τὸ Εὐαγγέλιο αὐτὸ χαρακτηρίσθηκε ὡς τὸ εὐ­αγγέλιο τῶν ἁμαρτωλῶν. Ὅταν κανεὶς τὸ ἀ­­­νοίγει, βλέπει στὶς σελίδες του νὰ πνέῃ ἡ αὔ­ρα τοῦ οὐρανοῦ, τὸ ἔλεος καὶ ἡ συμπάθεια. Χαρακτηρίσθηκε ἀκόμη ὡς εὐαγγέλιο τῶν προσ­ευχῶν. Διαβάζοντάς το ἀκοῦς προσ­ευχές.

Τὸ «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτω­λῷ» τοῦ τελώνου, τὸ «Ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐ­νώ­­πιόν σου» τοῦ ἀσώτου, τὸ «Μνήσθητί μου, Κύ­ριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» τοῦ λῃ­στοῦ, ὅλα αὐτὰ εἶνε στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Λου­κᾶ (Λουκ. 18,13· 15,18· 23,42). Χαρακτηρίσθηκε ἐπίσης ὡς εὐαγγέ­λιο τῶν γυναικῶν. Ὁμιλεῖ μὲ συμ­πά­θεια γιὰ τὸ ἀ­σθενὲς φῦλο τῶν γυναικῶν. Ἐὰν τὴ Μεγάλη Τρί­τη ἀκοῦμε γιὰ τὴν ἁμαρτωλὴ ποὺ ἄ­λειψε μὲ μύρο τὰ ἄχραντα πόδια τοῦ Κυρίου, ὁ Λουκᾶς ἔχει διασώσει τὸ περιστατικό (βλ. ἔ.ἀ. 7,36-39).

Τὸ εὐ­αγ­γέλιό του εἶνε καὶ εὐαγγέλιο τῶν παραβο­λῶν. Πολλὲς παραβολὲς τοῦ Κυρίου εἶνε στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο. Ἀνάμεσα σ᾽ αὐ­τὲς ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ, τὸ ἀνεκ­τίμητο δια­μάντι καὶ κειμήλιο τῆς παγκοσμίου φιλολογί­ας (βλ. ἔ.ἀ. 15,11-32)· φτάνει καὶ μόνο αὐτὴ γιὰ ν᾽ ἀ­ποδεί­ξῃ ὅτι αὐτὸς ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ δὲν εἶνε ἄνθρωπος ἀλλὰ Θεός. Τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Λου­κᾶ εἶνε ἐπίσης εὐαγγέλιο τῶν ὕμνων. Ἀ­κοῦμε μέσα σ᾽ αὐτὸ ᾄσματα, οὐράνια ἁρμονία, ὑ­μνῳ­δία ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ ἀγ­γέλων. Τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» τῆς νύχτας τῶν Χριστουγέννων, ὁ ὕμνος τῆς Παναγίας «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον…», ὁ ὕμνος τοῦ Ζαχαρία «Εὐλογη­τὸς Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσρα­ήλ…», τὰ τελευ­ταῖα λόγια τοῦ Συμεὼν «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦ­λόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρή­νῃ…»· ὅλα αὐτὰ τὰ διέσωσε ὁ Λουκᾶς (ἔ.ἀ. 2,14· 1,47-55· 1,68-79· 2,29-32). Εἶνε ἀνεκτίμητος θησαυρός.

Καὶ ὄχι μόνο τὸ Εὐαγγέλιο· ὁ Λουκᾶς ἔγραψε ἀκόμα καὶ τὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων, ἄλ­λο θεόπνευστο βιβλίο ὡς συνέχεια τοῦ Εὐ­αγγελίου, ὅπου περι­γράφει τὴν ἱστορία τῆς Ἐκ­κλησίας τῶν ἀποστολικῶν χρόνων.

Τέλος ὁ Λουκᾶς δὲν εἶνε μόνο ἰατρὸς καὶ συγγραφεύς, εἶνε καὶ ζωγράφος. Ζωγράφισε ἑβδομήντα εἰκόνες τῆς Παναγίας, ἐκ τῶν ὁποίων τρεῖς βρίσκονται σὲ μέρη ἑλληνικά. Ἡ μία εἶνε τῆς Παναγίας Σουμελᾶ, ἡ ὁποία σῳζόταν στὸν Πόντο κι ἀπὸ ἐκεῖ μεταφέρθηκε στὸ Βέρμιο ὄ­ρος, στὴ νέα Μονὴ Σουμελᾶ. Ἡ δεύτερη εἶ­νε ἡ Παναγία τῆς ξακουστῆς μονῆς Κύκκου στὴν Κύπρο. Καὶ ἡ τρίτη εἶνε ἡ εἰκόνα τῆς Παν­­αγίας τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου στὴν Πελοπόννησο.

*****

Αὐτὸς ἦταν, ἀγαπητοί μου, ὁ ἅγιος τοῦ ὁ­ποίου τὴ μνήμη ἑορτάζουμε σήμερα. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸν ἀγαποῦσε καὶ γι᾽ αὐτὸ ἔ­γραψε «Ἀσπάζεται ὑμᾶς Λουκᾶς ὁ ἰατρὸς ὁ ἀ­γαπητός». Ἦταν ἀγαπητὸς στὸν ἀ­πόστολο Παῦλο, ἀγαπητὸς καὶ σὲ ὅλους τοὺς πιστούς.

Καὶ τώρα ἐρωτῶ· εἶνε σήμερα καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἀ­γαπητὸς ὁ Λουκᾶς; Ἀπὸ ποῦ φαίνεται αὐτό;

Ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἐνοριακῶν ναῶν καὶ τὰ τόσα ἐξωκκλήσια ποὺ ὑπάρχουν, πόσοι τι­μῶν­­ται ἐπ᾽ ὀνόματι τοῦ ἁγίου Λουκᾶ; Ἐλάχιστοι. Πρὸς τιμὴν ἄλλων ἁγίων (τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τοῦ ἁγίου Νικολάου, τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ ἄλλων ἁγίων – μεγάλη ἡ χάρι τῶν ἁ­γίων) ὑπάρχουν πολλοὶ ναοί. Ὁ ἅγιος Λουκᾶς ποῦ εἶνε; Δὲν ἔπρεπε νὰ ἔχῃ καὶ αὐτὸς δικές του ἐκκλησίες; Δὲν ἔχει. Ὑπάρχει μία στὴν Ἀθήνα, μία στὴ Θήβα, μία στὴ Λαμία καὶ κάπου ἀλλοῦ· σὲ ὁλόκληρη τὴ Μακεδονία να­ὸς τοῦ ἁγίου Λουκᾶ δὲν ὑπάρχει.

Ὁ ἅγιος Λουκᾶς σήμερα δὲν διαβάζεται. Οἱ διανοούμενοι καὶ οἱ ἐπιστήμονές μας διαβάζουν πολλὰ ἄλλα, ἀλλὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὶς Πράξεις τοῦ Λουκᾶ ποιός τὰ διαβάζει; Ἕνας ἀπὸ τοὺς διασημοτέρους Γερμανοὺς φιλολόγους ἐθαύμαζε τὸ Εὐαγγέλιο αὐτὸ καὶ τὸ ἔθετε πάνω ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη. Ἐὰν κάνω τώρα ἕνα τὲστ καὶ ρωτήσω ἐ­σᾶς ποὺ εἶστε ἐδῶ, πῶς ἀρχίζει τὸ κατὰ Λου­κᾶν Εὐαγγέλιο καὶ πῶς τελειώνει, βάζω στοίχημα ἐὰν βρεθοῦν τρεῖς – τέσσερις νὰ τὸ ξέρουν. Γιατί; Διότι δὲν συνηθίσαμε στὰ σπίτια μας νὰ διαβάζουμε τὴν ἁγία Γραφή.

Μὲ ποιό τρόπο λοιπὸν ὁ Λουκᾶς, «ὁ ἀγαπητὸς» στὸν ἀπόστολο Παῦλο, μπορεῖ νὰ γί­νῃ ἀγαπητὸς καὶ σ᾽ ἐμᾶς; πῶς θὰ τὸν ἀγαπήσουμε;

⃝ Θέτω πρῶτα – πρῶτα σ᾽ ἐσᾶς ἕνα κανόνα πνευματικό, καὶ θέλω νὰ τὸν ἐκτελέσετε περισσότερο ἀπὸ νηστεία καὶ προσευχές. Σᾶς βάζω κανόνα νὰ διαβάσετε τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο καὶ τὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων. Θὰ δοκιμάσετε μεγάλη χαρὰ καὶ εὐχαρίστησι, θὰ ζωογονηθῇ ἡ ψυχή σας.

⃝ Ἔπειτα καὶ ἡ μητρόπολί μας, χάριν τῶν ἰατρῶν καὶ χάριν τῶν νοσοκόμων καὶ χάριν τῶν ἀσθενῶν καὶ ὅλου τοῦ ποιμνίου μας, σκεφθή­καμε, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ συνδρο­μὴ ὅλων, νὰ χτίσουμε στὸ νοσοκομεῖο μας ἕ­να ναὸ ἐπ᾽ ὀνόματι τοῦ ἁγίου Λουκᾶ. Κάποτε πῆγα στὸ νοσοκομεῖο καὶ μοῦ λέει ἕνας ἄρ­ρωστος· «Δέσποτα, δὲν ὑπάρχει μία ἐκκλησία ἐ­δῶ, νὰ μπῶ νὰ κάνω τὸ σταυρό μου καὶ νὰ πα­ρακαλέσω τὴν Παναγία…». Μὲ συγ­κίνησαν τὰ λόγια του. Διότι παραπάνω ἀπὸ φάρ­μακα καὶ γιατροὺς εἶνε «ὁ Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν» (θ. Λειτ.), ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἶνε ἡ Παναγία μας τὴν ὁποία οἱ καλόγεροι στὸ Ἅγιο Ὄρος τὴν ἔχουν γιατρὸ καὶ τὴν ὀνομάζουν Γιάτραινα ἢ Γιάτρισσα.

«Ἀσπάζεται ὑμᾶς», ἀγαπητοί, –σᾶς ἀσπάζεται ὅλους, καὶ τὸν ἐπίσκοπο καὶ τοὺς ἱερεῖς καὶ προπαντὸς τοὺς ἰατροὺς καὶ τοὺς νοσοκόμους–, «ἀσπάζεται ὑμᾶς Λουκᾶς ὁ ἰατρὸς ὁ ἀγαπητός».

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Πηγή: Εδώ