Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η Χριστολογία των Αποστολικών Πατέρων

                                        


Νικόλαος Ζήσης (Μοναχός Σεραφείμ)
Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ*

Εισαγωγή

Αποστολικοί Πατέρες ονομάζονται οι ποιμένες και διδάσκαλοι εκείνοι οι οποίοι υπήρξαν διάδοχοι των ιδίων των Αποστόλων ή των μαθητών τους, και έδρασαν κατά την μεταποστολική εποχή. Ο όρος «Αποστολικός Πατήρ» δεν είναι βέβαια όρος της εκκλησιαστικής Παραδόσεως, αλλά νεώτερος, επινοηθείς και υιοθετηθείς από ξένους ερευνητές. Τον όρο «αποστολικοί πατέρες» εισήγαγε πρώτος ο Jean Baptiste Cotelier με το έργο του Patres aevi apostolici που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1672. Έκτοτε ο όρος αυτός απαντά σε κάθε έκδοση έργων των ονομαζομένων «αποστολικών πατέρων», ανεξαρτήτως χρόνου και ομολογίας1.
Ο εν λόγω όρος περιέλαβε σταδιακά περισσότερους Πατέρες από όσους εσήμαινε αρχικώς. Υπό την κυρία έννοια του όρου, που δηλώνει τους μαθητές ή ακροατές των Αποστόλων και φορείς της αποστολικής παραδόσεως, Αποστολικοί Πατέρες είναι μεμαρτυρημένως μόνον οι Άγιοι Κλήμης Ρώμης, Πολύκαρ­πος Σμύρνης και Ιγνάτιος Αντιο­χείας2. Ο Cotelier όταν εξέδωσε το ως άνω έργο του συμπεριέλαβε, πλην των έργων των τριών αυτών Πατέρων, την επιστολή Βαρνάβα και τον Ποιμένα του Ερμά, στην ανατύπωση δε της εκδόσεως αυτής από τον Callandi προσετέθησαν οι Παπίας, Κοδράτος και η Προς Διόγνητον Επιστολή3. Αργότερα στην ομάδα προσετέθη και η ανακαλυφθείσα εσχάτως από τον Κωνσταντίνο Τυπάλδο και εκδοθείσα από τον Φιλόθεο Βρυέννιο το 1883 Διδαχή των Αποστόλων4. Σήμερα στους Αποστολικούς Πατέρες συμπεριλαμβάνονται όλοι οι παραπάνω συγγραφείς, πλην του συγγραφέως της Προς Διόγνη­τον Επιστολής και του Κοδράτου, λόγω του διαφορετικού λογοτεχνικού είδους που καλλιέργησαν, ο πρώτος δε και λόγω της μεταγενέστερης χρονικής τοποθέτησής του5. Ο πατρολόγος Στ. Παπαδόπουλος υποστηρίζει μάλιστα, βάσει της αμφισβητήσεως της αποστολικότητας, με την στενή ή την πνευματική έννοια, στους περισσότερους από τους Αποστολικούς Πατέρες, πως πρέπει να ονομάζονται εις το εξής τέτοιοι μόνον οι Κλήμης, Ιγνάτιος και Πολύκαρπος, κατ' εξοχήν δε μόνον ο Ιγνάτιος ο Θε­οφόρος6. Η ανά χείρας μελέτη στους «Αποστολικούς Πατέρες» συμπεριέλαβε, κατά τα κρατούντα, την ομάδα των επτά συγγραφέων, δηλ. όλους τους παραπάνω, πλην του Κοδράτου και του συγγραφέως της Προς Διόγνητον.

Προτάσεις απόρριψης της Εκκλησιαστικής Χριστολογίας από εκπροσώπους τού θρησκευτικού πλουραλισμού

 

Προτάσεις απόρριψης της Εκκλησιαστικής Χριστολογίας από εκπροσώπους τού θρησκευτικού πλουραλισμού[1]

Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Γεωργόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

1.Τί είναι ο θρησκευτικός πλουραλισμός

Ο θρησκευτικός πλουραλισμός [Pluralismus] είναι μοντέλο αξιολόγησης και προσέγγισης των διαφορών θρησκειών πού ως βασική αρχή του έχει τη θέση ότι όλες οι θρησκείες είναι ισότιμες, αποδεκτοί δρόμοι σωτηρίας και καμμία δεν μπορεί να απαιτήσει αξιολογική προτεραιότητα η ποιοτική ανωτερότητα από κάποια άλλη. Ο θρησκευτικός πλουραλισμός , σύμφωνα με τούς εκπροσώπους του (J. Hick,  Perry Schmidt -Leukel, R. Bernhardt, P.F. Knitter, A. Race, L. Swidler, κ.α ), είναι μέρος της ταυτότητας των σύγχρονων κοινωνιών.  Συνδέεται οργανικά επίσης με την συζήτηση για μία  θεολογία των θρησκειών πού θα συνθέτει λειτουργικά επιμέρους η κατά την κρίση τους, τις κοινές παραδοχές των διαφόρων θρησκευμάτων.

2. Η αφετηρία εκκίνησης

Αφετηρία εκκίνησης, συνυφασμένη απόλυτα με τη στοχοθεσία των εκπροσώπων τού θρησκευτικού πλουραλισμού, αποτελεί η απόρριψη  της θέσης πού προβάλλει η αξιώνει η υποστηρίζει ότι  ο Χριστιανισμός διατηρεί μία μοναδική αξιακή και ποιοτική  διαφορά ένατι των άλλων θρησκειών. Αυτή η αντίληψη απολυτότητας τού Χριστιανισμού ή λόγος γιά οποιαδήποτε ποιοτική ανωτερότητά του έναντι των άλλων θρησκειών [Exklusivismus] υποστηρίζουν δεν  μπορεί να γίνει αποδεκτή, ενώ δεν συνδράμει  και στην πρόοδο των διαθρησκειακών διαλόγων. Είναι στο επίκεντρο των διαφορών .

Σύμφωνα με τον John Hick (1922 – 2012), επιφανή θεωρητικό τού θρησκευτικού πλουραλισμού,  καμμία μεμονωμένη θρησκεία δεν έχει προνομιακή πρόσβαση στην υπερβατική πραγματικότητα, τον Θεό, ως το «πραγματικό καθ’ εαυτό», ούτε μπορεί ιστορικά δικαιολογημένα να ισχυριστεί  ότι είναι ανώτερη από τις άλλες με οποιονδήποτε τρόπο. Όλες οι θρησκείες, υποστηρίζει, έχουν προσανατολισμό  προς το πραγματικό καθ’ ευατό, τον Θεό, καί αποτελούν εξίσου έγκυρες απαντήσεις στην χωροχρονική του αναζήτηση, προσέγγισή του ή καί εκδήλωσή του, ενώ  αυτό δεν ταυτίζεται, σε καμμία περίπτωση, μόνο με μία αποκλειστική θρησκεία.

Ικανοποιητική, επίσης, δεν θεωρούν ούτε την προσέγγιση, ότι  υπάρχουν οδοί σωτηρίας και στις άλλες θρησκείες, πλην όμως  η χριστιανική εκδοχή διατηρεί μία ξεχωριστή μοναδικότητα και είναι τελειότερη [Inklusivismus].