Ὑπάρχει ἔθιμο, οἱ ἱερεῖς νὰ ἀναγινώσκουν εἰς τοὺς μέλλοντας νὰ κοινωνήσουν τὴν συγχωρητικὴ εὐχὴ «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ποιμὴν καὶ ἀμνέ…». Ἐπιτρέπεται τοῦτο, ἐφ’ ὅσον δὲν εἶναι πνευματικοί;
Οἱ παλαιοὶ ἱερεῖς, εἴτε ἤσαν πνευματικοὶ εἴτε ὄχι, πρὸ τῆς θείας κοινωνίας ἐδιάβαζαν ἀπαραιτήτως σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπρόκειτο νὰ κοινωνήσουν, εἴτε εἶχαν ἐξομολογηθῆ εἴτε ὄχι, τὴν εὐχὴ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ποιμὴν καὶ ἀμνέ…». Αὐτὸ ἐξακολουθοῦν νὰ ζητοῦν πολλοὶ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ προσέρχονται στὴν θεία κοινωνία καὶ οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς μας ἐξακολουθοῦν νὰ τὴν διαβάζουν. Πολλοὶ ἐξ ἄλλου ἀπὸ τοὺς νεωτέρους μορφωμένους ἱερεῖς μας ἀρνοῦνται νὰ διαβάσουν τὴν εὐχὴ αὐτὴ στοὺς μέλλοντας νὰ κοινωνήσουν, εἴτε μὲ τὴν αἰτιολογία ὅτι δὲν εἶναι πνευματικοί, εἴτε γιατί δὲν θέλουν νὰ καλλιεργοῦν στὸν λαὸ ψευδαισθήσεις ὅτι ἔτσι συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι των καὶ παραπέμπουν, ὅσους ζητοῦν «διάβασμα», στοὺς πνευματικοὺς γιὰ ἐξομολόγησι. Δηλαδὴ θεωροῦν τὴν εὐχὴ αὐτὴ ὡς εὐχὴ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, ποὺ πρέπει νὰ διαβασθῆ στὸν ἐξομολογούμενο μετὰ τὴν ἐξομολόγησί του ἀπὸ τὸν πνευματικό του πατέρα.
Πράγματι, πολλοὶ ἐξομολόγοι διαβάζουν τὴν εὐχὴ αὐτὴ στὴν ἐξομολόγησι ὡς εὐχὴ ἀφέσεως καὶ σὲ μερικὰ χειρόγραφα χαρακτηρίζεται ἡ εὐχὴ αὐτὴ ὡς «εὐχή, ἢν εὔχεται ὁ πνευματικὸς πατὴρ ὑπὲρ πνευματικοῦ αὐτοῦ παιδὸς ἐξομολογηθέντος αὐτῷ τὰ ἴδια ἁμαρτήματα». Ἡ ἐξέτασις τῶν κειμένων καὶ τῆς παλαιᾶς πράξεως τῆς Ἐκκλησίας θὰ μᾶς δείξη, ποιὰ εἶναι ἡ σωστὴ πράξις, ποὺ πρέπει νὰ τηροῦν στὴν προκειμένη περίπτωσι οἱ ἱερεῖς μας.