Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αποτείχιση και λαϊκοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αποτείχιση και λαϊκοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΟΤΑΝ ΟΙ ΛΑΪΚΟΙ ΕΔΙΝΑΝ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

                           

Μὲ ἀφορμὴ κάποιων σχολίων φυσικὰ ἀπὸ ἀνώνυμους καὶ ἐκκλησιαστικῶς ἀδίδακτους σχολιαστές π.χ. "η διακοπή του μνημοσύνου προ συνοδικής καταδίκης βάσει του ΙΕ’ Κανόνος 1. γίνεται ΜΟΝΟ από κληρικό και ότι ο σκοπός της είναι η συνοδική καταδίκη του αιρετικού επισκόπου. (Η συνοδική καταδίκη του αιρετικού επισκόπου είναι υποχρεωτική, όχι όμως η παύση του μνημοσύνου ως διαμαρτυρία προς την σύνοδο.) 2. δεν σχετίζεται με την απομάκρυνση των λαїκών. Στον Κανόνα υπάρχει αναφορά στον Πρεσβύτερο, Επίσκοπο και Μητροπολίτη." (εδώ), σχόλια ποὺ δείχνουν τὴν ἀμετανοησία μεγάλου μέρους τοῦ ποιμνίου καὶ ἕναν ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ προχωράει ἡ αἵρεση ἐπαναλαμβάνουμε ὡς ἀναίρεση τὰ παρακάτω ἀπὸ τὴν ἑκκλησιαστικὴ ἱστορία:

Στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἐπικρατοῦσε μιὰ αἵρεση (ὅπως σήμερα ἡ Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ) καὶ ἀσχέτως ἂν αὐτὴ εἶχε καταδικασθεῖ ἀκόμα, ὁ Λαὸς τοῦ Θεοῦ —ἀδιάφορο ἂν αὐτοὶ ἦσαν λαϊκοί, μοναχοὶ ἢ ἱερωμένοι— ἀντιδροῦσε δυναμικά διαμαρτυρόμενος, ἀπομακρυνόμενος καὶ ἀποτειχιζόμενος ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Αὐτὸ συνέβη π.χ. μὲ τὶς αἱρέσεις τοῦ Ἀρειανισμοῦ, τοῦ Νεστοριανισμοῦ, τοῦ Μονοθελητισμοῦ, τοῦ Μοιχειανισμοῦ, στὴν περίπτωση τοῦ αἱρετιζόντων Πατριαρχῶν Καλέκα, Βέκκου κ. ἄ. Ὅλοι γνωρίζουν τὰ γεγονότα μετὰ τὴν ἑνωτικὴ ὑπογραφὴ τῶν ψευτοσυνόδων Λυὼν καὶ Φερράρας Φλωρεντίας. Μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ κάποιος, ὅτι ὁ λαὸς δὲν ἀποτειχίστηκε;

Συγκλονιστικὸ καὶ σὲ πολλοὺς ἄγνωστο εἶναι ἐπίσης τὸ γεγονὸς ποὺ διασώζεται στὴν «Ἔκθεσι πίστεως κατὰ ἀποκάλυψιν Γρηγορίου ἐπισκόπου Νεοκαισαρείας».

Ἐπὶ Πατριάρχου, δηλαδή, Κων/πόλεως Τιμοθέου τοῦ Α΄ (511–518) ὁ λαὸς τῆς Κων/πόλεως ἀποτειχίστηκε καὶ ἔμενε ἀκοινώνητος τῶν Θ. μυστηρίων γιὰ πολλὰ χρόνια, διότι ὁ Πατριάρχης Τιμόθεος δὲν ἤθελε νὰ ἀποδεχθῆ τὴν Δ΄ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικὴ Σύνοδο.

Ὅταν ἀνῆλθε στὸν θρόνο ὁ διάδοχός του, ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καππαδόκης (518–520), ὁ λαὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀπαίτησε κατὰ τὴν ὥρα τῆς Θ. Λατρείας νὰ ἀναγνωσθεῖ στὰ δίπτυχα ἡ Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ κατόπιν νὰ μεταλάβει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ νέου Πατριάρχη.

Ὁ νέος Ὀρθόδοξος Πατριάρχης γιὰ κάποιους λόγους ἐδίσταζε νὰ πραγματοποιήσει τὴν ἀπαίτηση τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ οἱ πιστοὶ ἔμεναν ἀνένδοτοι καὶ ἀπαιτοῦσαν τὸ θέμα νὰ τακτοποιηθεῖ ἀμέσως. Στὴν προσπάθεια τοῦ Πατριάρχη νὰ ἀναβληθεῖ γιὰ λίγο αὐτὴ ἡ ἀναγνώριση, ὁ λαὸς τὸ ἀπαίτησε καὶ πάλι δυναμικὰ καὶ πολλάκις.

Tελικά, μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν σταθερὴ στάση τοῦ λαοῦ καὶ τὴν ἔντονη διαμαρτυρία, ὑποχρεώθηκε ὁ Πατριάρχης, τὴν ὥρα τῆς
μνημονεύσεως κατὰ τὴν Θ. Λειτουργία, νὰ ἀναγνώσει στὰ δίπτυχα τὴν Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Τότε σταμάτησε ἡ ἀποτείχιση τοῦ λαοῦ καὶ ἡ ἀκοινωνησία τῶν Θ. Μυστηρίων, ἀφοῦ, μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν Διπτύχων, ἀποκαταστάθηκε ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη.

Τὸ περιστατικὸ ἔχει (μὲ κάποιες περικοπές) ὡς ἑξῆς:

«Εἰσόδου γενομένης κατὰ τὸ σύνηθες ἐν τῇ ἁγιωτάτῃ ἡμῶν μεγάλῃ ἐκκλησίᾳ ἐν ἡμέρᾳ κυριακῇ... τοῦ ἁγιωτάτου ἀρχιεπισκόπου καὶ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Ἰωάννου, ...ἐν τῷ γενέσθαι αὐτὸν σὺν τῷ εὐαγεῖ κλήρῳ περὶ τὸν ἄμβωνα φωναὶ γεγόνασιν ἀπὸ τοῦ λαοῦ λέγουσαι·

Ιερωμένοι και λαϊκοί έχουν δικαίωμα αποτειχίσεως από τον αιρετίζοντα Επίσκοπο

Ὄχι κάποιος ἀποτειχισμένος, ἀλλὰ ἕνας καθηγητὴς ποὺ διδάσκει Ἐκκλησιαστικὸ Δίκαιο δικαιώνει τοὺς λαϊκοὺς ποὺ ἀποτειχίζονται, κάτι ποὺ κάποιοι ("ἀντιοικουμενιστές" μάλιστα) ἀμφισβητοῦσαν καὶ συνεχίζουν νὰ ἀμφισβητοῦν!

Το δικαίωμα αρνήσεως υπακοής προς τον Επίσκοπο κατά τους Ιερούς Κανόνες



Α. Κ. Βαβούσκος

ΝΟΜΟΚΑΝΟΝΙΚΑ,
έτος Γ', τεύχος 2, Οκτώβριος 2004, σελ. 23-52


...Κατά τον ΙΕ΄ κανόνα της αυτής Συνόδου: «Τα ορισθέντα επί πρεσβυτέρων, και επισκόπων, και μητροπολιτών, πολλώ μάλλον και επί πατριαρχών αρμόζει. Ώστε, ει τις πρεσβύτερος, ή επίσκοπος, ή μητροπολίτης τολμήσειεν αποστήναι της προς τον οικείον πατριάρχην κοινωνίας, και μη αναφέροι το όνομα αυτού, κατά το ωρισμένον και τεταγμένον, εν τη θεία μυσταγωγία, αλλά προ εμφανείας συνοδικής και τελείας αυτού κατακρίσεως, σχίσμα ποιήσοι, τούτον ώρισεν η αγία σύνοδος, πάσης ιε- ρατείας παντελώς αλλότριον είναι, ει μόνο ελεγχθείη τούτο παρανομήσας. Και ταύτα μεν ώρισται και εσφράγισται περί των προφάσει τινών εγκλημάτων των οικείων υφισταμένων προέδρων, και σχίσμα ποιούντων, και την ένωσιν της εκκλησίας διασπώντων. Οι γαρ δι' αίρεσιν τίνα, παρά των αγίων συνόδων, ή Πατέρων κατεγνωσμένην, της προς τον πρόεδρον κοινωνίας εαυτούς διαστέλλοντες, εκείνου την αίρεσιν δηλονότι δημοσία κηρύποντος, και γυμνή τη κεφαλή επ' εκκλησίας διδάσκοντος, οι τοιούτοι ου μόνον τη κανονική επιτιμήσει ουχ υποκείσονται, προ συνοδικής διαγνώσεως εαυτούς της προς τον καλούμενον επίσκοπον κοινωνίας αποτειχίζοντες, αλλά και της πρεπούσης τιμής τοις ορθοδόξοις αξιωθήσονται. Ου γαρ επισκόπων, αλλά ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, και ου σχίσματι την ένωσιν της εκκλησίας κατέτεμον,αλλά σχισμάτων και μερισμών την εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι ».

3. Το δικαίωμα αρνήσεως υπακοής

Και οι τρεις αυτοί ιεροί κανόνες, όπως θα καταδειχθεί αμέσως παρακάτω, ρυθμίζουν ενιαίως το υπό εξέτασιν ζήτημα, προσδιορίζοντας τα πρόσωπα - δικαιούχους του δικαιώματος αρνήσεως υπακοής, το περιεχόμενο της αρνήσεως υπακοής, τους αποδέκτες των συνεπειών αυτής, τις προϋποθέσεις ασκήσεως αυτού του δικαιώματος και τις συνέπειες τόσο της «κανονικής» (δικαιολογημένης) όσο και της «αντικανονικής» (μη δικαιολογημένης) ασκήσεώς του.


3.1. Οι δικαιούχοι ασκήσεως του δικαιώματος

Κατά πρώτο λόγο, και οι τρεις διατάξεις ορίζουν τα πρόσωπα, τα οποία υπάγονται στις ρυθμίσεις τους. Δηλαδή εκείνα τα μέλη του πληρώματος της Εκκλησίας που δικαιούνται κατ' αρχήν να ασκήσουν το συγκεκριμένο δικαίωμα αρνήσεως υπακοής προς τον Επίσκοπο, στου οποίου τη δικαιοδοσία υπάγονται κατά τους ιερούς κανόνες. Τα πρόσωπα αυτά, αναλόγως του προσώπου - αποδέκτη της αρνήσεως υπακοής, είναι τα εξής:

α) εφ' όσον ο αποδέκτης αυτής είναι Επίσκοπος, τότε ως δικαιούχοι αναγνωρίζονται κατ' αρχήν οι διάκονοι και οι πρεσβύτεροι, όχι όμως οι κατώτεροι κληρικοί, οι μοναχοί και οι λαϊκοί. Θεωρώ, όμως, ότι ερμηνευτικώς θα πρέπει και τα πρόσωπα αυτό να συμπεριληφθούν, αφού, παρά τη μη ρητή αναφορά τους στο ίδιο εδάφιο με τους πρεσβυτέρους και του διακόνους, αναγνωρίζονται ούτως ή άλλως ως δικαιούχοι, μέσω του δ΄ εδαφίου της ίδιας κανονικής διατάξεως, όπου προβλέπεται η επιβολή σ' αυτούς της ποινής του αφορισμού, εφ' όσον συνταχθούν με κληρικό, που αμφισβητεί τη δικαιοδοσία του επισκόπου κατά παράβασιν των ιερών κανόνων. Τη διαφοροποίηση αυτή τη σημειώνει και ο Θ. Βαλσαμών στο ερμηνευτικό του σχόλιο υπό το σχετικό κανόνα, αλλά τη δικαιολογεί προβάλλοντας την άποψη ότι η ρητή αναφορά μόνο στους πρεσβυτέρους και διακόνους και όχι στους υπολοίπους (κατωτέρους) κληρικούς, στους μοναχούς και στους λαϊκούς οφείλεται στο γεγονός ότι αυτοί λόγω θέσεως, ως τελούντες τα του θυσιαστηρίου και συνεπώς και την αναφορά - μνημόνευση του ονόματος του επισκόπου, είναι συνήθως οι πρωταίτιοι του σχίσματος.

ΟΤΑΝ ΟΙ ΛΑΪΚΟΙ ΕΔΙΝΑΝ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ



Μὲ ἀφορμὴ τὸ παρακάτω σχόλιο στὶς "ΑΚΤΙΝΕΣ" φυσικὰ ἀπὸ ἀνώνυμο καὶ ἐκκλησιαστικῶς ἀδίδακτο σχολιαστή "η διακοπή του μνημοσύνου προ συνοδικής καταδίκης βάσει του ΙΕ’ Κανόνος 1. γίνεται ΜΟΝΟ από κληρικό και ότι ο σκοπός της είναι η συνοδική καταδίκη του αιρετικού επισκόπου. (Η συνοδική καταδίκη του αιρετικού επισκόπου είναι υποχρεωτική, όχι όμως η παύση του μνημοσύνου ως διαμαρτυρία προς την σύνοδο.) 2. δεν σχετίζεται με την απομάκρυνση των λαїκών. Στον Κανόνα υπάρχει αναφορά στον Πρεσβύτερο, Επίσκοπο και Μητροπολίτη." (εδώ), σχόλιο ποὺ δείχνει τὴν ἀμετανοησία μεγάλου μέρους τοῦ ποιμνίου καὶ ἕναν ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ προχωράει ἡ αἵρεση ἐπαναλαμβάνουμε ὡς ἀναίρεση τὰ παρακάτω ἀπὸ τὴν ἑκκλησιαστικὴ ἱστορία:

Στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἐπικρατοῦσε μιὰ αἵρεση (ὅπως σήμερα ἡ Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ) καὶ ἀσχέτως ἂν αὐτὴ εἶχε καταδικασθεῖ ἀκόμα, ὁ Λαὸς τοῦ Θεοῦ —ἀδιάφορο ἂν αὐτοὶ ἦσαν λαϊκοί, μοναχοὶ ἢ ἱερωμένοι— ἀντιδροῦσε δυναμικά διαμαρτυρόμενος, ἀπομακρυνόμενος καὶ ἀποτειχιζόμενος ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Αὐτὸ συνέβη π.χ. μὲ τὶς αἱρέσεις τοῦ Ἀρειανισμοῦ, τοῦ Νεστοριανισμοῦ, τοῦ Μονοθελητισμοῦ, τοῦ Μοιχειανισμοῦ, στὴν περίπτωση τοῦ αἱρετιζόντων Πατριαρχῶν Καλέκα, Βέκκου κ. ἄ. Ὅλοι γνωρίζουν τὰ γεγονότα μετὰ τὴν ἑνωτικὴ ὑπογραφὴ τῶν ψευτοσυνόδων Λυὼν καὶ Φερράρας Φλωρεντίας. Μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ κάποιος, ὅτι ὁ λαὸς δὲν ἀποτειχίστηκε;

Συγκλονιστικὸ καὶ σὲ πολλοὺς ἄγνωστο εἶναι ἐπίσης τὸ γεγονὸς ποὺ διασώζεται στὴν «Ἔκθεσι πίστεως κατὰ ἀποκάλυψιν Γρηγορίου ἐπισκόπου Νεοκαισαρείας».

Ἡ διαστρέβλωση τῆς ἀποτειχίσεως ἀπὸ διάφορους "ἀντιοικουμενιστές"

 

                            

Τοῦ Ἀδαμαντίου Τσακίρογλου

Μέχρι τώρα δημοσιεύτηκαν πληθώρα κειμένων μὲ πλῆθος ἀναφορῶν τῶν Ἁγίων Γραφῶν καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ποὺ παρουσίαζαν τὴν κρυστάλινη χριστιανικὴ διδασκαλία γιὰ τὴ στάση τοῦ κάθε πιστοῦ ἀπέναντι στοὺς αἱρετικοὺς κι ὅσους κοινωνοῦν μαζί τους, ἐπειδὴ αὐτοὶ διασποῦν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, διαστρέφουν τὴν Ἀλήθεια της, μολύνουν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὶς κακόδοξες θέσεις τους. Ἂν εἶναι Ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἡ ἀπομάκρυνση ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς «ἀτάκτως περιπατοῦντας», πόσο μᾶλλον ἰσχύει ἡ ἐντολὴ αὐτὴ γιὰ τοὺς «μισθωτοὺς ποιμένες», τοὺς «ψευδεπισκόπους», τοὺς «ψευδαδέλφους», ὅπως μᾶς δίδαξε πρωτίστως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «Ἀλλοτρίῳ δέ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν ἀλλὰ φεύξονται ἀπὸ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν». Ἐδῶ εἶναι ἀπολύτως ξεκάθαρο, ὅτι ὁ Κύριος ἐννοεῖ ἄνευ ἐξαιρέσεως κάθε Ποιμένα ποὺ ἑτεροδιδασκαλεῖ, χωρὶς τὶς δικαιολογίες ποὺ χρησιμοποιοῦν πολλοὶ σήμερα, τοῦ τύπου «μὰ εἶναι κατὰ τὰ ἄλλα εὐσεβής», διότι ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας  «οὐχ ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν διατέτμηται μόνον, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ τῶν τὰ αὐτὰ φρονεῖν ἀλλήλοις λεγόντων διασπᾶται» (Μ. Βασιλείου, Ἀθανασίῳ Ἐπισκόπῳ Ἀλεξανδρείας, T.L.G., ἐπιστ. 66, section 2, line 14).

Λέγει ὁ χρυσορρήμων ἅγ. Ἰωάννης ὡς πρώτη καὶ μεγίστη ἐντολὴ γιὰ τοὺς ἱερεῖς: «Καίτοι δέ, θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ (σσ. ὁ Κύριος) πρὸς αὐτόν (σσ. τὸν Πέτρο), ἂν μὲ ἀγαπᾶς, νήστευσε, κοιμήσου χάμω στὴ γῆ, κάνε συχνὲς ἀγρυπνίες, ὑπεράσπιζε τοὺς ἀδικουμένους, γίνε πατέρας τῶν ὀρφανῶν παιδιῶν καὶ σύζυγος τῆς μητέρας αὐτῶν, ὅμως, ἀντὶ αὐτῶν τί λέγει; “Ποίμανε τα πρόβατά μου“… Πράγματι, ὁ ποιμένας ὁ ὁποῖος ἔχει χάσει πρόβατα, ἢ ἀπὸ διαρπαγὴ λύκων ἢ ἀπὸ κλοπὴ ληστῶν, ἢ ἀπὸ κάποια ἀσθένεια, ἢ ἀπὸ κάποια ἄλλη τυχαία αἰτία, μπορεῖ νὰ τύχει τῆς συγγνώμης τοῦ κυρίου τῆς ποίμνης, σὲ περίπτωση δὲ ποὺ ἤγετο σὲ δίκη, ἡ σοβαρότερη ζημία ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ὑποστεῖ θὰ ἦταν ἡ καταβολή χρηματικοῦ προστίμου. Ἀντίθετα, ὁ ἐμπιστευμένος τὴ φύλαξη ἀνθρωπίνων ψυχῶν, τὸ λογικὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, κατ᾿ ἀρχὴν μὲν ἀποπληρώνει τὴν ἀπώλεια τῶν προβάτων ὄχι μὲ χρηματικὸ ἀντίτιμο, ἀλλὰ μὲ τὴν ἴδια τὴν ψυχή του» (Λόγος δεύτερος περὶ ἱερωσύνης).

Καί: «Ἂν ἐνῶ ἡ ρομφαία προελαύνει καὶ δὲν σαλπίσει στὸν λαό, οὔτε σημάνει, λέγει, τὸν συναγερμὸ ὁ σκοπὸς καὶ ἔλθει ἡ ρομφαία καὶ λάβει τὴν ψυχή, αὐτὴ θὰ ἔχει ληφθεῖ γιὰ τὶς ἄνομες πράξεις της, ὅμως τὸ αἷμα της θὰ τὸ ζητήσω ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ σκοποῦ» (Λόγος ἕκτος περὶ ἱερωσύνης).

Ὁ δὲ ἅγ. Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης, ἡ κατὰ τὸν Μ. Φώτιο «μοῦσα τῆς Ἐκκλησίας», προσθέτει στὰ παραπάνω μιλώντας γιὰ τὸν Ἐπίσκοπο Εὐσέβιο: «Ἂν ἀγνοώντας ὁ Εὐσέβιος τοὺς χειροτόνησε, θὰ ἔχει μέτρια ἀπολογία "ἐν ἀγνοίᾳ". Ἂν ὅμως, ὅπως λές, γνωρίζοντάς το πάρα πολὺ καλά, παρέδωσε τὸ ποίμνιο (γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ Χριστός ἔχυσε τὸ αἷμα του) σὲ λύκους (σσ. κακόδοξους ρασοφόρους καὶ αἱρετικούς) γιὰ νὰ τὰ ἁρπάξουν, σὲ σκυλιά (σσ. κακόδοξους ρασοφόρους καὶ αἱρετικούς) γιὰ νὰ ἀσελγήσουν καὶ σὲ ἀλεποῦδες (σσ. κακόδοξους ρασοφόρους καὶ αἱρετικούς) γιὰ νὰ τὰ ἀφανίσουν μὲ δόλο, αὐτὸς δὲν θὰ ἔχει τί νὰ ἀπολογηθεῖ γιὰ τὶς τόσες ἁμαρτίες. Κι αὐτὰ τὰ λέω, ὄχι γιατὶ θὰ εἶναι ἀνεύθυνοι ἐκεῖνοι καὶ δὲν θὰ κριθοῦν, ἀλλὰ γιατὶ αὐτὸς ποὺ παρέχει τὰ σπέρματα τῶν ἁμαρτημάτων θὰ τιμωρηθεῖ πολὺ περισσότερο... Τότε τὸ ποίμνιο δὲν θὰ θεωρήσει αξιόπιστο τὸν διδάσκαλο αὐτὸν ποὺ δὲν πράττει τὰ δέοντα. Πρέπει λοιπὸν ὁ ποιμένας νὰ ἀστράφτει καὶ στὰ λόγια καὶ στὰ ἔργα. Γιατὶ λέει ὁ Χριστὸς "Ὅποιος πράττει καὶ διδάσκει, αὐτὸς θὰ ὀνομαστεῖ μέγας στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἐὰν τὸ πράττειν σημαίνει μόνο τὴν διδαχή, ὅπως ἰσχυρίζονται κάποιοι δὲν θὰ εἶχε προστεθεῖ τὸ δεύτερο (P.G. 78, 672-673).

Οἱ ἐπικίνδυνες γιὰ τὴν Πίστη μεταπατερικὲς ταχυδακτυλουργίες τῶν π. Πέτρου Χίρς καὶ Ἰωάννη Δρογγίτη.


Τοῦ Ἀδαμαντίου Τσακίρογλου

Οἱ διαπιστώσεις γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ στὸν χῶρο τῶν πνευματικῶν, τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι –κατ’ ἄνθρωπον– θλιβερὲς κι ἀπογοητευτικές. Οἱ Οἰκουμενιστὲς κυριαρχοῦν παντοῦ καὶ καταλύουν τὶς παρακαταθῆκες. Ὡς γνήσιοι αἱρετικοὶ εἶναι ὀλέθριοι. Χειρότεροι ὅμως καὶ ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστές (διότι οἱ προσδοκίες μας ἦταν καὶ εἶναι μεγάλες) εἶναι οἱ ὀνομαζόμενοι «εὐσεβεῖς» τῶν ὁποίων τὰ κηρύγματα προκαλοῦν: Ἀντὶ γιὰ ἀντιαιρετικὸ ἀγῶνα, διάσπαση. Ἀντὶ γιὰ ὑπεράσπιση τῆς ἁγιοπατερικῆς διδασκαλίας, διαστρέβλωση πρὸς τὸ ἴδιον συμφέρον. Ἀντὶ γιὰ κρυστάλλινο λόγο ἄνευ παρερμηνειῶν, ταχυδακτυλουργίες εἰς βάρος τῆς Πίστεως (ὁ ὅρος εἰπώθηκε πρὶν ἀπὸ λίγες μέρες καὶ ἔγινε σχετικὴ ἀναφορὰ ἐδῶ).

Ἐπειδὴ συμβαίνουν αὐτὰ ἀκριβῶς, ἀκολουθοῦντες τὴν ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ τὸ καθῆκον μας ὡς πιστοί, δὲν μποροῦμε παρὰ νὰ ἀποκαλύπτουμε καὶ νὰ ἐλέγχουμε τὰ παραπάνω, πάντα στηριζόμενοι στὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, καθόσον μάλιστα (ἐφ΄ ὅσον δὲν ἔχουμε οὔτε κατὰ διάνοιαν τὴν ἁγιότητά τους) θέλουμε νὰ ἔχουμε τὴν συνείδησή μας ἀναπαυμένη στὴ σκέψη, ὅτι τουλάχιστον ὑπερασπίζουμε καὶ ἀκολουθοῦμε τὸ παράδειγμά τους κι ὄχι ὁποιοδήποτε σύγχρονο μετα-πατερικὸ παράδειγμα μίας ψευδοπνευματικότητας χωρὶς πατερικὰ στηρίγματα κι ὁμολογία.

Γιὰ ὅλα αὐτά, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀσχοληθοῦμε γιὰ μία ἀκόμα φορὰ στὸ παρὸν ἄρθρο μὲ τοὺς ἐπίκαιρους ἐκφραστὲς αὐτῆς τῆς μεταπατερικῆς «πνευματικῆς» γραμμῆς, τὸν π. Πέτρο Χίρς καὶ τὸν π. Ἰωάννη Δρογγίτη. Ἕγινε καὶ σὲ προηγούμενα κείμενα –κείμενα μὲ ἁγιοπατερικὲς ἀποδείξεις καὶ ὄχι μὲ προσωπικὲς αὐθαίρετες τοποθετήσεις ἐν εἴδει αὐθεντίας– σαφές, ὅτι οἱ πατέρες αὐτοὶ προβάλλουν μία νεοορθόδοξη ἀκαδημαϊκὴ πνευματικότητα, ποὺ ἐκφράζεται μὲ μειλίχιο χαμηλότονο λόγο ποὺ μαγνητίζει τοὺς πιστούς, μὲ ἀγαπολογία, μὲ ρητορικὰ σοφίσματα μαιευτικῆς τεχνικῆς καὶ μὲ ἀνούσιες ἀναφορὲς καὶ καταδίκες, ἀφοῦ λείπουν οἱ ἀνάλογες πράξεις καὶ ἡ συνέπεια.

Ἂν κάνει κάποιος τὸν κόπο νὰ κοιτάξει τὶς περισσότερες ὁμιλίες τους, θὰ διαπιστώσει, ὅτι οἱ σύγχρονοι αὐτοὶ κατηχητὲς τοῦ διαδικτύου, μιλοῦν ὡσὰν νὰ θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους ἀλάνθαστο καὶ γι’ αὐτὸ καὶ δὲν σταματοῦν νὰ ἑρμηνεύουν κατὰ τὸ δοκοῦν ἀναφέροντας μόνο ὅ,τι κι ὅταν τοὺς συμφέρει. Αὐτὸ φυσικὰ δὲν σημαίνει, ὅτι, ὅ,τι λένε, εἶναι λάθος. Ἀντιθέτως πολλὰ εἶναι σωστά καὶ γι’ αὐτὸ μαγεύουν τὸ ποίμνιο. Τὰ σοβαρὰ καὶ ἐπικίνδυνα γιὰ τὴν ψυχή μας λάθη τους εἶναι κυρίως στὸν χῶρο τῆς ὁμολογίας καὶ τῆς ὀρθῆς ἁγιοπατερικῆς ἀντιμετώπισης τῆς αἱρέσεως καὶ ὅλων τῶν κακῶς κειμένων στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ καὶ προκαλοῦν τρομερὸ κακό, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἰδιότητας τοῦ κληρικοῦ, τείνουν ὡς αὐθεντία νὰ ἐπιβληθοῦν σὰν ἡ δῆθεν σωστὴ καὶ ἁγιοπατερικὴ γραμμὴ σὲ πιστοὺς ποὺ ἔχουν ἀγαθὲς προθέσεις ἐνισχύοντας ἔτσι τὸν μολυσμὸ καὶ τὸν ὄλεθρο ποὺ προέρχεται κατὰ τοὺς Πατέρες ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ τὴν αἵρεση.

Ἀκούγοντας τὰ κηρύγματα τέτοιων νεωτεριστῶν κατηχητῶν σημερινοὶ χριστιανοί ἔχουν ἀλλοιωθεῖ σὲ τόσο μεγάλο βαθμὸ ὡς πρὸς τὴν πίστη, ὥστε ὄχι μόνο δὲν ἔχουν διάθεση νὰ ἀντισταθοῦν στοὺς αἱρετικοὺς ἐπισκόπους, ἀλλὰ δυσκολεύονται νὰ κατανοήσουν γιατί μαρτύρησαν οἱ Ἅγιοι, γιατί οἱ Πατέρες πολέμησαν μέχρις αἵματος τὶς αἱρέσεις καὶ γιατί οἱ Ὁμολογητὲς μὲ παρρησία καὶ αὐθορμήτως προσήρχοντο καὶ χωρὶς κανεὶς νὰ τοὺς ἀναγκάσει γιὰ νὰ ὁμολογήσουν τὴν Πίστη, γιατὶ ἀντιστάθηκαν ἐναντίον βασιλέων καὶ ἡγεμόνων (κοσμικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν) ὑπερασπιζόμενοι μὲ πάθος τὸν θησαυρὸ τῆς ἀληθινῆς Πίστεως.

Τρανὴ ἀπόδειξη τῶν παραπάνω συμπερασμάτων ἡ παρακάτω διαδικτυακὴ συζήτηση τῶν ἐν λόγῳ ἱερέων μὲ θέμα «Περὶ τῆς ἐξουσίας στὴν Ἐκκλησία» (ἐδῶ). Ἐκεῖ, λοιπόν, οἱ δύο ἱερεῖς, ἀναλύουν ὠραῖα τὸ θέμα τῆς ἐξουσίας στὴν Ἐκκλησία, τὰ ὅρια της καὶ τὴν σημερινὴ ἀσυδοσία. Ὁμολογοῦν ὅτι γίνονται καινοτομίες καὶ καταργεῖται ἡ Ἱ. Παράδοση καὶ τονίζουν ὅτι χρειάζεται ἡ ἀντίδραση καὶ ἡ ὁμολογία (οἱ ἀλήθειες). Ὅμως μὲ τρομερὰ πονηρὸ τρόπο ἀντὶ νὰ τονίσουν τὴν προδοσία καὶ τὸν ἁγιοπατερικὸ τρόπο ἀντιμετώπισής της, ὅταν ἔρχεται ἡ στιγμὴ ἀλλάζουν τὰ λόγια τους. Μιλοῦν ξαφνικὰ γι’ ἀγάπη, ὁμόνοια καὶ διάκριση. Εἶναι δὲ σημαντικὸ νὰ τονίσει κανείς, ὅτι σὲ ὁλόκληρη τὴν ὁμιλία δὲν ἀναφέρονται οὔτε μία φορὰ οἱ λέξεις αἵρεση ἢ σχίσμα. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι τουλάχιστον τῶν τελευταίων 80 χρόνων, Ἕλληνες καὶ μή, μίλησαν γιὰ τὸν Οἰκουμενισμὸ ὡς Παναίρεση, ὡς αἵρεση τῶν ἐσχάτων, τόνισαν τὸν δαιμονικό του χαρακτῆρα, προειδοποίησαν ὅτι ἡ ἅλωση θὰ ἔρθει ἐκ τῶν ἔνδω, μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, εἶπαν ὅτι θὰ ἐπέλθουν σχίσματα καὶ τρομερὴ ἀναστάτωση καὶ τόνισαν στοὺς πιστοὺς νὰ μὴν συναινέσουν, νὰ ὁμολογήσουν τὴν πίστη τους.

Ἑτεροδιδασκαλίας καὶ συγχύσεως τὸ ἀνάγνωσμα.

«Ἔλεγξε τὸν ἀδελφό, δέξου αὐτὴν τὴν ἔχθρα γιὰ τὴν πρὸς τὸν Χριστόν ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πρὸς αὐτὸν ἀγάπη» (ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ τόμ. 21, ὁμιλία ΙΗ΄ στὴν πρὸς Ἐφεσίους σελ. 138 (ε΄ 5f).



Ἔχει τονιστεῖ οὐκ ὀλίγες φορές, ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς κύριους λόγους ἐπικράτησης τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς ἀδυναμίας ἀποτελεσματικοῦ ἀγῶνος εἶναι ἡ δημιουργία καὶ ἡ διάδοση σύγχυσης καὶ ἡ παρουσίαση τῆς ἀλήθειας τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὸ δοκοῦν, ἂνευ κάποιας ἁγιοπατερικῆς ἀποδείξεως.

Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ συμβάλλουν στὴν συνέχιση τῆς σύγχυσης εἶναι ὁ κ. Σαραντίδης, ποὺ δυστυχῶς παρὰ τὶς τόσες ἀναιρέσεις τῶν συχνῶν δογματικῶν καὶ ἐκκλησιολογικῶν λαθῶν του, συνεχίζει μὲ περίσσεια ἔπαρση νὰ κάνει τὰ ἴδια λάθη, καθὼς οὔτε οἱ πνευματικοὶ ὁδηγοί του τὸν διορθώνουν, οὔτε τὰ ἱστολόγια ποὺ τὸν δημοσιεύουν προβαίνουν ἔστω καὶ σ’ ἕναν στοιχειώδη ἔλεγχο πρὸς βοήθεια τοῦ συγγραφέως. Ἔτσι συνέγραψε πάλι κείμενο μὲ τὸν βαρύγδουπο τίτλο «Διευκρινήσεις - Μετά μίαν καί δευτέραν δεκαετίαν ἁπλά πρός μή σκεπτομένους καί ἀκηδείς» (ἐδῶ).

Ἂν φυσικὰ τὸ κείμενο περιεῖχε μόνο τὶς ὕβρεις καὶ τὴν ἐπαρμένη δοκησισοφία τοῦ γράφοντος (γράφει ὄχι γιὰ πρώτη φορὰ π.χ. «Ἀλλὰ ἡ βλακεία περίσσεψε… σὰν νὰ ὁμιλεῖς σὲ μωρά») δὲν θὰ ὑπῆρχε λόγος ἀπάντησης.

Τὸ κείμενο του ὅμως ποὺ γιὰ μία ἀκόμα φορὰ στερεῖται παντελῶς πατερικῶν ἀποδείξεων (συνήθεια τοῦ συγραφέως) τῶν ὅσων τραγικῶν ὑποστηρίζει ὁ κ. Σαραντίδης, περιέχει καὶ κακοδοξίες ποὺ προωθοῦν τὴν σύγχυση τοῦ συγχυσμένου ἀρθρογράφου στὸ ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὲς ἤδη συγχυσμένο ποίμνιο. Καὶ γίνομαι πιὸ σαφής:

Γράφει ὁ κ. Σαραντίδης:

«ἡ διακοπὴ μνημόνευσης ἀφορᾷ ρασοφόρους ἱερωμένους. Γιὰ τοὺς λαϊκοὺς λέγεται διακοπὴ ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας». Εἶναι νὰ ἀπορεῖ κάποιος μὲ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ κυρίου αὐτοῦ νὰ ἀναιρεῖ τὴν Ἐκκλησία καὶ ὅσους αὐτὸς ὑποστηρίζει.

Δὲν ὑπάρχει, κ. Σαραντίδη, διαφορὰ οὔτε μεταξὺ τῶν δύο ὅρων οὔτε μεταξὺ λαϊκῶν καὶ ἱερέων στὸ θέμα τῆς μνημόνευσης.

Ὅσον ἀφορᾶ τὸ πρῶτο:

Γράφει ὁ π. Θεόδωρος στὸ ἄρθρο του «Ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ ὄχι ἀπὸ  τὴ Ἐκκλησία» μιλώντας γιὰ τὸν 15ο Κανόνα: «ὁ ὅρος “ἀποτείχιση”, ἐνῶ εἶναι ὀρθὸς καὶ κανονικός, δημιουργεῖ παρεξηγήσεις... καὶ πρέπει ἀντὶ αὐτοῦ νὰ χρησιμοποιεῖται ὁ ὅρος “Διακοπὴ κοινωνίας” καὶ καλύτερα “Διακοπὴ μνημοσύνου”... Τό “μνημονεύοντες” καὶ “μὴ μνημονεύοντες” ταιριάζει καὶ σήμερα».

Καὶ στὴν ἀποτείχισή του (ἐδῶ) τόνισε ὁ π. Θεόδωρος: «Ὅλα αὐτὰ ἰσχύουν ὑπὸ τὴν ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅτι ὁ ἐπίσκοπος ὀρθοδοξεῖ, ὅτι ὀρθοτομεῖ τὸν λόγο τῆς ἀλη-θείας, ὅτι δὲν κηρύσσει αἵρεση. Ὅταν κηρύσσει αἵρεση, διακόπτουμε κάθε σχέση μαζί του καὶ κοινωνία καὶ δὲν τὸν μνημονεύουμε στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες. Πῶς θὰ τὰ ἀνεχθεῖ αὐτὰ ἡ ὀρθόδοξη ψυχὴ καὶ δὲν θὰ διακόψει τὴν κοινωνία πρὸς αὐτοὺς ποὺ μνημονεύουν καὶ δὲν θὰ τοὺς θεωρήσει ὡς καπήλους καὶ ἐκμεταλλευτὲς τῶν θείων; οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἐξηγοῦν γιὰ ποιό λόγο μνημονεύουμε τὸ ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Αὐτὸ γίνεται, ὄχι γιατὶ χωρὶς τὴν μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως δὲν ἐπιτελεῖται τὸ μυστήριο, κατὰ τὴν σφαλερὴ γνώμη μερικῶν συγχρόνων, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανεῖ ἡ «τέλεια συγκοινωνία», ἡ ταυτότητα πίστεως τοῦ μνημονεύοντος καὶ τοῦ μνημονευομέν.

Τί λένε οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες στὴν γνωστὴ ἐπιστολή τους στὸν αὐτοκράτορα Μιχαήλ (Ἐπιστολὴ ὁμολογητικὴ τῶν Ἁγιορειτῶν πρὸς τὸν βασιλέα Μιχαὴλ Παλαιολόγον, ἐν V. Laurent – J. Darrouzes, Dossier Grec, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 397-399. Αὐτόθι, σελ. 399); «Ἄνωθεν γὰρ ἡ τοῦ Θεοῦ ὀρθόδοξος ἐκκλησία τὴν ἐπὶ τῶν ἀδύτων ἀναφορὰν τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο τοῦτο· γέγραπται γὰρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς θείας λειτουργίας ὅτι ἀναφέρει ὁ ἱερουργῶν τὸ τοῦ ἀρχιερέως ὄνομα, “δεικνύων καὶ τὴν πρὸς τὸ ὑπερέχον ὑποταγὴν καὶ ὅτι κοινωνὸς αὐτοῦ τῆς πίστεως καὶ τῶν θείων μυστηρίων διάδοχος».

Ἀλλὰ καὶ ὁ ἅγ. Θεόδωρος (1230 μ.Χ.), ἐπίσκοπος Ἀνδίδων γράφει (Προθεωρία κεφαλαιώδης περὶ τῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λειτουργίᾳ γινομένων συμβόλων καὶ μυστηρίων 32, PG 140, 460-461): «Εἶτα ἡ ἐκφώνησις· Ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν· ἀφ᾽ ἧς δείκνυται ὑποταγὴ ἡ πρὸς τὸ ὑπερέχον καὶ ὅτι τούτου μνημονευομένου τοῦ ἀρχιερέως κοινωνός ἐστι καὶ ὁ προσφέρων τῆς πίστεως καὶ τῆς παραδόσεως τῶν μυστηρίων διάδοχος, ἀλλ᾽ οὐχὶ καινὸς τις μύστης ἢ εὑρετὴς τῶν παρ᾽ αὐτοῦ προσφερομένων συμβόλων».

Στὰ δὲ πορίσματα Πορίσματα τοῦ μεγάλου Διορθοδόξου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου πού ὀργάνωσαν στήν Θεσσαλονίκη τό 2004 τό «Τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας», τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. καί ἡ «Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν» γίνεται ἡ σύγχυση τοῦ κ. Σαραντίδη ξεκάθαρη:

«ὁ ἐπιβεβλημένος σωτήριος, κανονικός καὶ ἁγιοπατερικός δρόμος τῶν πιστῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, εἶναι ἡ ἀκοινωνησία, ἡ διακοπή δηλαδὴ τοῦ μνημοσύνου τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι καθίστανται συνυπεύθυνοι καὶ συγκοινωνοί τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς πλάνης».

Κλείνω τὶς ἀποδείξεις μὲ τὸν Γεννάδιο Σχολάριο:

«Η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων, και η τελεία υποταγή προς τους γνησίους ποιμένας εκφράζεται με το μνημόσυνο. Οι Σύνοδοι και οι άλλοι Πατέρες ορίζουν, ότι αυτών που αποστρεφόμεθα το φρόνημα, (αυτών) πρέπει να αποφεύγουμε και την κοινωνία» (βλ. Γενναδίου Σχολαρίου, Γράμμα προς τους εκκλησιαστικούς... περιοδικό Ο όσιος Γρηγόριος Αγίου Όρους).

Τὰ θέματα Πίστεως κ. Σαραντίδη ἀποτελοῦν ὕψιστο θέμα σωτηρίας γιὰ ὅλους τοὺς Χριστιανούς, και ὄχι βῆμα ἐπιδείξεως κενῆς ρητορικῆς πολιτικῆς φύσεως. Εἶναι ὕψιστο ἁμάρτημα νὰ παίζει κανεὶς μὲ ψυχές, καὶ μάλιστα ὅταν τοῦ ἔχει ὑποδειχθεῖ τὸ λάθος του τόσες φορές! Διακοπὴ κοινωνίας καὶ διακοπὴ μνημόνευσης εἶναι τὸ ἴδιο καὶ γίνεται ἀπὸ κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, κ. Σαραντίδη, ὄχι ξεχωριστά, διότι ναὶ μὲν ὁ ἱερεάς μνημονεύει, ἀλλὰ εἰς τὸ ὄνομα ὅλων.

Ἡ ἀπόδειξη ὅτι δὲν χρειάζεται ἡ ἄδεια ἢ ἡ εὐλογία τοῦ ἱερέως γιὰ νὰ ἀντιδράσει ὁ λαϊκὸς στὴν αἵρεση. Τὸ λένε οἱ Πατέρες!

Πολλοὶ λένε ὅτι δὲν ἀντιδροῦν ἐνάντια στὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐπειδὴ δὲν ἔχουν εὐλογία ἀπὸ τὸν γέροντα ἢ τὸν ἱερέα τους. Μάλιστα λανθασμένα τονίζουν "τί νὰ κάνω ἐγὼ ὁ λαϊκός;" Ὅμως ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀποστομώνει, ὅσους δικαιολογοῦν τὴν ἀπραξία τους σὲ καιροὺς αἱρέσεως μὲ τὰ παραπάνω λόγια. Ἐπαινεῖ τὸ ποίμνιό του, ποὺ παρόλο ἀποίμαντο καὶ χωρὶς αὐτὸς νὰ τὸ ζητήσει ἰδιαιτέρως (ὁ Ἅγιος ἦταν στὴν πρώτη ἐξορία του) ἀντέδρασε καὶ ἐδίωξε τοὺς αἱρετικούς ψευδοποιμένες. Ὁ Ἅγιος μάλιστα τονίζει ὅτι οἱ πράξεις τοῦ ποιμνίου του εἶναι τὸ καύχημά του: "Ὅτι αἱρετικοὺς κατεπατήσατε, τοὺς παρανομήσαντας εἰς τὸ βάπτισμα διηλέγξατε. Μή τι μάτην ἔλεγον ὅτι σώφρων ἡ γυνὴ ἀπόντος τοῦ ἀνδρὸς τοὺς μοιχοὺς διήλεγξεν, οὐ παρόντος τοῦ ποιμένος τοὺς λύκους ἀπήλασεν, χωρὶς τοῦ κυβερνήτου οἱ ναῦται τὸ πλοῖον διέσωσαν, χωρὶς τοῦ στρατηγοῦ οἱ στρατιῶται τὸ τρόπαιον ἔστησαν, χωρὶς τοῦ διδασκάλου οἱ μαθηταί, χωρὶς τοῦ πατρὸς τὰ τέκνα, μᾶλλον δὲ οὐ χωρίςΤὰ γὰρ ὑμέτερα κατορθώματα ἐμὸς στέφανος, ἐμὸν καύχημα".
Ἂς ἀκούσουμε ὁλόκληρο τὸν λόγο τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων.
                                                                                                                           Α.Τ.

Λόγος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, ὅτε ἦλθεν ἀπὸ Ἀσίας

1 Μωϋσῆς ὁ μέγας, ὁ τοῦ Θεοῦ θεράπων, τὸ κεφάλαιον τῶν προφητῶν, ὁ τῆς θαλάσσης ὁδοιπόρος, ὁ τοῦ ἀέρος ἡνίοχος, ὁ τοῦ μάννα τραπεζοποιός, ὁ ῥιφεὶς παρὰ τῆς τεκούσης καὶ σωθεὶς παρὰ τῆς πολεμούσης (ἐξέθηκεν μὲν γὰρ αὐτὸν ἡ μήτηρ, ἀνείλατο δὲ αὐτὸν ἡ Αἰγυπτία καὶ ἔθρεψεν), ὁ ἐν Αἰγύπτῳ τρεφόμενος καὶ ἐν οὐρανῷ πολιτευόμενος, ὁ τοιοῦτον καὶ τηλικοῦτον κατὰ τῶν Αἰγυπτίων τρόπαιον στήσας, ὁ θάλασσαν πήξας καὶ πέτραν διαρρήξας καὶ ὡς φίλος διαλεγόμενος τῷ Θεῷ·

2 Ὁ τοσοῦτος καὶ τηλικοῦτος, ἵνα τεσσαράκοντα μόνον ἡμέρας καταλίπῃ τὸν ἑαυτοῦ λαόν, εὗρεν αὐτοὺς στασιάζοντας καὶ παρανομοῦντας. Ἐγὼ δέ, οὔτε τεσσαράκοντα ἡμέρας, ἀλλὰ καὶ πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν καὶ πλείους, εὗρον ὑμᾶς καὶ συγκεκροτημένους καὶ φιλοσοφίαν καὶ μείζονα τὴν εὐσέβειαν ἐπιδεικνυμένους· ἀλλ’ ἐπειδὴ λαὸς οὗτος ἐκείνου σωφρονέστερος.

3 Διὰ δὴ τοῦτο ἐκεῖνος κατελθὼν κατηγορίας ἔπλεκεν πρὸς τὸν Ἀαρών· ἐγὼ δὲ παραγενόμενος ἐγκώμια ὑφαίνω καὶ στεφάνους συντίθημι· Ὅπου γὰρ παράβασις ἐγκλήματα, ὅπου δὲ κατορθώματα ἔπαινοι καὶ στέφανοι. Διὰ τοῦτο εἰ καὶ πολὺν ἐποίησα χρόνον ἔξω, ἀλλ’ ὅμως ἐθάρρουν ὑμῶν τῇ γνώμῃ, τῇ ἀγάπῃ, τῇ πίστει, τῇ εὐνοίᾳ, ὅτι ᾔδειν τὴν γυναῖκά μου τὴν ὡρμασμένην σωφρονοῦσαν.

Ὅταν ἡ Πίστις κινδυνεύει


Πλάνες γιά τήν Ἀποτείχιση τῶν Λαϊκῶν

 

     «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ. …πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐγερθήσονται καὶ πλανήσουσι πολλούς» (Ματθ. κδ 4, 11).

Του Παναγιώτη Σημάτη

 

Ἡ ἐποχὴ τῶν ἐσχάτων εἶναι καὶ ἡ ἐποχὴ τῶν μεγάλων πλανῶν. Πλανῶν ποὺ ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὴν ἀλήθεια, εἴτε αὐτὴ ἀναφέρεται στὴν ὑγεία τοῦ σώματος (π.χ. κορωνοϊός), εἴτε τῆς ψυχῆς.

Ἡ πλάνη στὸ χῶρο τῆς Πίστεως ἰδιαίτερα, εἴτε εἶναι μικρή, εἴτε εἶναι μεγάλη, ἔχει σοβαρὲς ἐπιπτώσεις. Μάλιστα ἡ θεωρούμενη ὡς μικρή, κρύβει μεγαλύτερους κινδύνους, διότι οἱ πιστοὶ δὲν τῆς δίνουμε τὴν προσοχὴ ποὺ χρειάζεται.

Μεγάλες πλάνες (αἱρέσεις) εἶναι αὐτὲς ποὺ  διαστρεβλώνουν τὴν ἀλήθεια γιὰ π.χ. τὴν ἁγία Τριάδα, τὴν θεότητα καὶ μοναδικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, οἱ πλάνες ποὺ διαιροῦν τὴν Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σὲ πολλὲς "ἐκκλησιές", ποὺ ἡ κάθε μιὰ ἔχει διαφορετικὴ "εὐαγγελικὴ" διδασκαλία ἀπὸ ἐκείνη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄρα ἔχει πολλοὺς "Χριστούς"!

Μικρὲς πλάνες θεωροῦνται γιὰ τοὺς πολλούς, ἡ παράβαση Ι. Κανόνων καὶ τῆς Ι. Παραδόσεως, ὅπως οἱ συμπροσευχὲς τῶν Ἐπισκόπων μὲ αρετικούς, οἱ διαχριστιανικοὶ διάλογοι, ὁ τρόπος ἀντιμετωπίσεως τῶν αἱρετικῶν κ.ἄ.

Ἐδῶ θὰ ἀσχοληθῶ μὲ τὴν περίπτωση τῶν διαφόρων ἀπόψεων ποὺ κυκλοφοροῦν γιὰ τὸν τρόπο ἀντιμετωπίσεως τῶν αἱρετικῶν καὶ εἶναι πλανεμένες. Δηλαδὴ δὲν πρόκειται γιὰ ἀπόψεις ποὺ ἐκφέρονται γιὰ ἕνα γόνιμο διάλογο, ἀλλὰ γιὰ ἀπόψεις ποὺ ἔχουν ξετασθεῖ μὲ κριτήριο τὴν ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία καὶ ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι δὲν συμφωνοῦν μὲ αὐτή. Πρόκειται λοιπὸν γιὰ παγιωμένες ἀπόψεις-πλάνες.

Καὶ ἐδῶ εἶναι τὸ περίεργο. Ἐνῶ αὐτοὶ ο πιστοὶ λένε πὼς ἐνδιαφέρονται πολὺ γιὰ τὰ Δογματικὰ θέματα, ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν παράβαση Ι. Κανόνων καὶ τῆς Ι. Παραδόσεως, παρότι ἐξ αὐτῶν ἐξαρτᾶταιδιαφύλαξη τῶν Δογμάτων τῆς Πίστεως! Τέτοια καὶ τόση πλάνη ὑπάρχει. Ἔτσι ἀποτρέπουν τοὺς πιστοὺς νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές ‒καὶ μάλιστα μερικοὶ ὑβρίζουν καὶ τρομοκρατοῦν‒ μὲ ἀποτέλεσμα ἡ αἵρεση νὰ ἐπεκτείνεται καὶ ὅλο καὶ περισσότεροι πιστοὶ νὰ μολύνονται.

ὀλιγωρία ὅμως, ἡ ἀδιαφορία καὶ ἡ λάθος ἀντιμετώπιση τῶν Δογμάτων, διευκολύνει στὴν ἀλλοίωση καὶ καταστρατήγηση τῆς Πίστεως καὶ μᾶς κάνει συνενόχους τῶν αἱρετικῶν.

Ἄς δοῦμε τὶς κυριότερες ἀπὸ αὐτὲς τὶς παγιωμένες ἀπόψεις-πλάνες:

Η αποτείχιση των λαϊκών απο τους αιρετικούς ποιμένες


(Τοῦ Ἱερομόναχου Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ)

      Στίς ἡμέρες μας ὅλα σχεδόν, ὅσα ἔχουν σχέσι μέ τήν πίστι καί τήν Παράδοσί μας καί, εἰδικά, τά καθήκοντά μας καί ἡ στάσι μας ἀπέναντι στούς αἱρετικούς καί στούς αἱρετικά φρονοῦντας, ἔχουν τεθῆ ὑπό ἀμφισβήτησι, σέ σημεῖο νά χαράσσεται πλέον ἄλλη Παράδοσις καί νά διδάσκεται ἐπισήμως καί ἀπό τούς ἀνησυχοῦντας συνειδητούς Ὀρθοδόξους ἀντίθετος διδασκαλία, ἡ ὁποία σαφῶς προσκρούει στήν Ἁγ. Γραφή καί τήν Ὀρθόδοξο διαχρονική Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας· διὰ τοῦτο θά ἤθελα νά καταθέσω ἐπί τοῦ θέματος τούτου τίς σκέψεις μου, οἱ ὁποῖες ἴσως συντείνουν στήν ἀνίχνευση τῆς ἀληθείας καί τῆς ἀληθινῆς στάσεώς μας ἀπέναντι στούς αἱρετικούς τῆς ἐποχῆς μας, ἤ ἔστω προβληματίσουν τούς συνειδητούς Ὀρθοδόξους γιά τό δέον γενέσθαι καί γιά τό διατί μέχρι σήμερα δέν κατεπολεμήθη ἡ αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία εὐστόχως ἐχαρακτηρίσθη ὡς Παναίρεσις.
Νομίζω κατ’ ἀρχάς ὅτι τά καθήκοντά μας ἐν καιρῷ αἱρέσεως θά πρέπει νά εἶναι τελείως γνωστά καί ξεκαθαρισμένα, ὅπως τά καθήκοντα τοῦ στρατιώτη τά τοῦ στρατοῦ ἐν καιρῷ πολέμου, τήν στιγμή μάλιστα πού στήν προκειμένη περίπτωσι δέν τίθεται σε κίνδυνο ἡ πατρίδα μας, ἡ οἰκογένειά μας ἤ ὁ,τιδήποτε ὑλικό, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ ψυχή μας καί ἡ σωτηρία μας.