Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοίμηση της Θεοτόκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοίμηση της Θεοτόκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ἡ Παναγία καὶ ὁ κόσμος

Μελέτιος Καλαμαρᾶς 
Νικοπόλεως καί Πρεβέζης

Ἀπό τόν κόσμο αὐτό, ὅλοι θά φύγουμε. Τό βλέπουμε. Τό καταλαβαίνουμε. Δέν τό ἀμφισβητεῖ κανείς!

Τό ζήτημα εἶναι, ὄχι ὅτι φεύγουμε. Ἀλλά γιά ποῦ; γιά ποῦ;

Ὁ Κύριος καί Σωτήρας μας, πρίν φύγει ἀπό τόν κόσμο ἔλεγε. Ἐγώ φεύγω! Πάω, νά σᾶς ἑτοιμάσω τόπο. Τόπο γιά ἀνάπαυση. Τόπο χαρᾶς καί δόξας. Καί θά ᾿ρθῶ πάλι. Νά σᾶς πάρω κοντά μου.

Ἦρθε καί ἡ ὥρα, νά φύγει καί ἡ Παναγία ἀπό τόν κόσμο αὐτό. Ὅμως, ἀπό τήν ἀπέραντη ταπείνωσή της, ποτέ δέν ἔπαυσε νά βλέπει τόν ἑαυτό της σάν μηδενικό! Καί βλέποντας νά πλησιάζει τό τέλος της, φοβήθηκε. Καί ἄρχισε καί νήστευε. Γιά τήν ψυχή της. Νά τήν ἐλεήσει ὁ Κύριος. Νά τήν κρίνει ἄξια, νά τήν πάρει κοντά Του.

Καί πόθησε, στήν ἐξόδιο ἀκολουθία της νά εἶναι παρόντες οἱ φίλοι καί μαθητές τοῦ Υἱοῦ της, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι. Καί στήν προσευχή της τό φώναξε!

Καί ὁ Υἱός της, ὁ Θεός καί Πατέρας ὅλων τῶν ταπεινῶν, τήν ἄκουσε. Καί ἔστειλε νεφέλες-ἀγγέλους καί συνάθροισαν γύρω της τούς ἀποστόλους. Καί κατέβη καί Αὐτός ἀνάμεσά τους. Καί παρέλαβε στήν ἀγκαλιά Του τήν ἁγία ψυχή της.

Καί οἱ πανεύφημοι ἀπόστολοι τό εἶδαν. Καί κηδεύοντας την ΕΧΑΙΡΑΝ. Καί οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, ἑνωμένοι μαζί τους, τραγουδοῦσαν! Καί ὑμνοῦσαν τό σεπτό καί ἅγιο σῶμα της, ἀπό τό ὁποῖο ὁ Κύριος τῆς Δόξης ἐπῆρε τό ἅγιο Σῶμα Του, πού τό πρόσφερε θυσία γιά μᾶς, στόν Σταυρό. Καί τροφή τῆς ψυχῆς μας \”εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν αἰώνιων\”, στήν ἁγία Κοινωνία.

Τί περισσότερο; Τί μεγαλύτερο; Τί τό ἁγιώτερο;

«Των Θλιβωμένων η Χαρά».

                                                

(Εόρτιο αφιέρωμα στη μεγάλη θεομητορική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Σύντομη θεολογική προσέγγιση της υπέρτατης συμβολής της Θεομήτορος στη σωτηρία του κόσμου)

ΛΑΜΠΡΟΥ ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – καθηγητού

Μέσα στην σωματική και πνευματική νωχέλεια του καλοκαιριού η Εκκλησία μας προβάλει, ως μια δροσερή νοητή όαση και πνευματική ανάταση, τη μεγάλη εορτή της Παναγίας μας. Το δεκαπενταύγουστο, ή όπως το ονομάζουν πολλοί «το Πάσχα του καλοκαιριού», αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού ενιαυτού. Η κορυφαία αυτή εορτή είναι για ολόκληρη την Ορθοδοξία και ιδιαίτερα για μας του Έλληνες, που ευλαβούμαστε τη Θεοτόκο κατά τρόπο ξεχωριστό, μια ευκαιρία να εκφράσουμε ολόθυμα την τιμή μας προς το ιερό Της πρόσωπο, κι αυτό διότι η προσωπική και εθνική μας ζωή είναι συνυφασμένη με την υψηλή σκέπη και προστασία της Μεγάλης Μάνας, του κόσμου. Μεγάλα προσκυνηματικά κέντρα της χάρης Της (Τήνος, Πάρος, Βέρμιο, κ.α.) θα γίνουν και φέτος πόλοι έλξης χιλιάδων πιστών. Ακόμα πλήθος άλλων ναών αφιερωμένοι στην σεπτή Της Κοίμηση θα πανηγυρίσουν λαμπρά και θα τιμήσουν όπως πρέπει την έξοδό Της από τον κόσμο και την είσοδό Της στην ατέρμονη αιωνιότητα και την περίλαμπρη δόξα.

Τα ιερά βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν αναφέρουν δυστυχώς τίποτε για την ζωή της Παναγίας μας μετά την Ανάσταση του Κυρίου και την Πεντηκοστή. Την σιωπή αυτή έρχεται να αναπληρώσει η ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία, όπως είναι γνωστό, μαζί με την Αγία Γραφή, αποτελεί την πηγή της πίστεώς μας. Η ευσέβεια, ο σεβασμός και αγάπη των πιστών της ιεροσολυμίτικης εκκλησίας προς την Θεοτόκο διέσωσαν ορισμένα στοιχεία της ζωής Της, τα οποία καταγράφηκαν αργότερα στα έργα των Πατέρων και στην υμνολογία της Εκκλησίας μας.

π. Αθανάσιος Μυτιληναίος: Η Υπεραγία Θεοτόκος μέσα από τον 44ο Ψαλμό

 3333

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ 44ο ΨΑΛΜΟ»

                         [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 13-8-1988]                               

     Η εορτή μνήμης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αγαπητοί μου, μας δίδει την αφορμή να δούμε εγκατάσπαρτη μέσα στην Αγία Γραφή την παναγία μορφή της και το ουρανόμηκες μεγαλείο της.

      Ο 44ος Ψαλμός θα λέγαμε ότι είναι το θαυμάσιο εκείνο ποίημα, που αναφέρεται στον Μεσσία και την Κυρία Θεοτόκο. Στο πρώτο ήμισυ του ποιήματος εξυμνείται ο Υιός του Θεού, με όλα τα θεανθρώπινα γνωρίσματά Του και στο δεύτερο ήμισυ του ίδιου ποιήματος εξυμνείται η Εκκλησία, που η επιτομή της Εκκλησίας είναι η Παναγία Θεοτόκος. Με όλα εκείνα τα θαυμάσια γνωρίσματά της, σαν άμεσος κτίσις του Θεού.

     Ο Ψαλμός ο 44ος έχει ως εξής- θα σας διαβάσω μόνο το κείμενο: «Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθόν, λέγω ἐγὼ τὰ ἔργα μου τῷ βασιλεῖ, ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου

Κοίμηση ή θάνατος;


Η εκδημία μιας ενορίτισσάς μας και ο ορισμός της εξοδίου ακολουθίας της για αύριο, παραμονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, μου προσέφερε την αφορμή να στρέψω λίγο το βλέμμα μου απ' αυτό το σπουδαίο και πολύ σημαντικό γεγονός το οποίο κυριαρχεί τούτες τις ημέρες στα απογεύματά μας, στη σύγχρονη ζωή και να στοχαστώ περί μιας αντιφάσεως που υφίσταται ανάμεσα σε δύο αντιλήψεις περί του θανάτου.

Απ' τη μία πλευρά, υπάρχει η κατανόηση του θανάτου που συνδέεται με τον θρίαμβο της Θεοτόκου. Η λέξη «θάνατος» δεν χρησιμοποιείται στην περίπτωσή της. «Κοιμήθηκε» λέμε, δεν πέθανε ή χάθηκε.
Απ' την άλλη, υπάρχει η συνηθισμένη αντίληψή μας για το θάνατο ως ένα τραγικό τέλος, ως το τέλος όλων των πραγμάτων.

Πως να μη νιώθει κανείς ζωώδη φόβο πριν από ένα τέτοιο, τραγικό τέλος;
Αυτός ο φόβος του θανάτου όμως, έρχεται σε αντίθεση με τις βασικές αξιολογικές κρίσεις της σύγχρονης κοινωνίας μας, μιας κοινωνίας άκρατου καταναλωτισμού και επίπλαστης ευημερίας. Αυτή η ίδια η κοινωνία, διαποτισμένη με ψεύτικες αξίες, αναγνωρίζει την αδυναμία της να ενώσει τα ιδανικά της, αυτά της απεριόριστης κατανάλωσης και της βραχυπρόθεσμης ευχαρίστησης, με το γεγονός του θανάτου!

Και πως απαντά η σημερινή κοινωνία, η σημερινή ψευτοκουλτούρα, σ' αυτή την αντίφαση, σ' αυτή την πρόκληση των κοσμοθεωριών;
Αγνοώντας τον θάνατο!
Πως; Mέσα από μια διαφορετική εικόνα της ζωής μας, που σκιαγραφείται με την καλλιέργεια ψεύτικων αξιών, οι οποίες εν τέλει, είναι εκείνες που στρέφουν το βλέμμα μας μακριά απ' τον θάνατο, το πιο βέβαιο γεγονός στη ζωή του ανθρώπου!

-Έλα ρε μάνα τώρα, που νηστεύουν τα σπουργίτια τον 15αύγουστο ...

                                

ΚΙ  ΌΜΩΣ...
Ήταν ένα ζεστό καλοκαιριάτικο μεσημέρι του Ιούνη του 2019. Είπα να πάω να δω λίγο τη μάνα μου.
Την είδα να κρατά ένα δισκάκι με δυο φέτες βρεγμένο ψωμί. Προχωρούσε αργά με μικρά βήματα στην αυλή του σπιτιού μας . Απίθωσε με τρεμάμενα χέρια το ψωμί στον φούρνο.
Μα τι έκανε ;
Απρόσμενα ένα σμήνος σπουργίτια κατέβηκαν από το πουθενά κι άρχισαν χαρούμενα να τσιμπολογούν τα βρεγμένα ψιχουλάκια. Τραγουδούσαν , πετάριζαν με τα μικρά τους φτεράκια, χοροπηδούσαν εδώ κι εκεί.
Ήταν ένα πανέμορφο θέαμα . Φιλονικούσαν , σπρώχνονταν να χωρέσουν στη στέγη του φούρνου , κελαηδούσαν μες την τρελή χαρά.
Ήταν τρισευτυχισμένα .
-Τα καημένα σχολίασε η γριά μάνα μου.
Εδώ και χρόνια , τα ταΐζω κάθε μεσημέρι.Πεινούν κι αυτά .Δεν βρίσκουν εύκολα φαγητό.
Κοίταξέ τα για λίγα ψίχουλα πόση χαρά νιώθουν, άκου τι ωραία κελαηδούν, ευχαριστούν τον Θεό για το λιγοστό ψωμάκι, δοξολογούν τον Πλάστη τους …
Έμεινα άφωνη να τα κοιτάζω.
Την μάνα μου την καλόψυχη , την σπλαχνική , που συμπόνεσε ακόμη και τα σπουργίτια.
Εγώ δεν σκέφτηκα ποτέ να ταΐσω τα σπουργίτια και μάλιστα επί σταθερής βάσης.
Ναι, να φροντίσουμε αδέσποτα σκυλιά γατιά , λίγα ψίχουλα τον χειμώνα , αλλά κάτι τέτοιο δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό μου.
Σκέφτηκα για πολλοστή φορά ότι την αξιοσύνη της μάνας μας δεν μπορέσαμε να την φτάσουμε ποτέ κανένα της παιδί

Τὰ "παράδοξα" τῆς Κοιμήσεως

88888

Τὰ "παράδοξα"τῆς Κοιμήσεως

Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος - θεολόγος

    Τιμοῦμε καὶ μεγαλύνομε, ὅπως κάθε χρόνο, καὶ ἐφέτος, στὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως, τὴν Παναγία Μητέρα μας, «τὴν ὑψηλοτέραν τῶν οὐρανῶν καὶ καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν». Ἐκφράζομε τὴν εὐγνωμοσύνη μας στὴν «Δέσποιναν τοῦ κόσμου, τὴν λυτρωσαμένην ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας» τοῦ αἰωνίου θανάτου καὶ «δωρησαμένην ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον». Συγχρόνως, δέ, εἴμαστε πεπεισμένοι ὅτι «ἡ δύναμις τῶν ἀβοηθήτων καὶ ἡ ἐλπίς τῶν ἀπελπισμένων», τώρα ποὺ «κατέλιπε τὸν κόσμον», ὄχι μόνον δὲν θὰ μᾶς ἀφήσῃ μόνους στὶς συμφορὲς τοῦ βίου μας, ἀλλὰ θὰ δέεται, ἀπὸ τὴν οὐράνια κατοικία της, μὲ ἀκόμη μεγαλύτερη παρρησία «ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν».

     Ἡ βεβαιότητα, μάλιστα, αὐτὴ μᾶς δίνει μεγάλο κουράγιο καὶ δύναμη. Πράγματι, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπαριθμήσῃ κανεὶς «τὰ μεγαλεῖα τῶν ὑπὲρ νοῦν θαυμάτων» τῆς Παναγίας, «τῶν τετελεσμένων διηνεκῶς», ὅπως αὐτὰ παρουσιάζονται μέσα ἀπὸ τὴν ὑπέροχη ὑμνογραφία τῆς ἡμέρας καὶ τὰ ὁποῖα δὲν συνδέονται, ἀσφαλῶς, ἀποκλειστικὰ μὲ τὴν δική της κοίμηση ἀλλὰ πολὺ περισσότερο μὲ τὴν δική μας σωτηρία.

    «Ὦ τοῦ παραδόξου θαύματος! Ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ἐν μνημείῳ τίθεται καὶ κλίμαξ πρὸς οὐρανὸν ὁ τάφος γίνεται». Ὁ  γήϊνος τάφος, ποὺ φέρει τὸ ζωηφόρο σῶμα τῆς Παναγίας, μετατρέπεται σὲ οὐράνια κλίμακα, «ἡ τάφον οἰκήσασα (Παναγία) ἔδειξεν Παράδεισον», καὶ ἡ Γεσθημανῆ γίνεται τόπος χαρᾶς: «Εὐφραίνου Γεθσημανῆ, τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος». Ὅλες οἱ ἐπίγειες καὶ ἐπουράνιες δυνάμεις, μὲ προεξάρχοντα τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ, καλοῦνται νὰ ὑμνήσουν τὴν Κεχαριτωμένη. «Ἐπὶ σοί, χαίρει, Κεχαριτωμένη, πᾶσα ἡ φύσις, ἀγγέλων τὸ σύστημα καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος, ἠγιασμένε ναὲ καὶ Παράδεισε λογικέ.»

Ἡ ἐπανάληψη, μάλιστα, τῆς φράσεως «Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος», στὴν κατάληξη τῶν Στιχηρῶν τοῦ Ἑσπερινοῦ, θυμίζει τὸ χαρμόσυνο γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, «δι’ ἧς ἡμεῖς ἐθεώθημεν».

Δικαίως, λοιπόν, ἡ Κοίμηση ὀνομάστηκε «Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ», ἀφοῦ ὅλη ἡ φύση συμμετέχει στὴν χαρὰ καὶ στὴν ἀγαλλίαση γιὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία «πεποικιλμένῃ (=στολισμένη) τῇ θείᾳ δόξῃ πάντας συνηγάγετο πρὸς εὐφροσύνην τοὺς πιστούς.» (Εἱρμὸς α’ ὠδῆς τοῦ Κανόνος τοῦ Κοσμᾶ τοῦ Μελωδοῦ).

Λησμονεῖ, ἔτσι, κανείς, πρὸς στιγμήν, ὅτι πρόκειται γιὰ κοίμηση. «Σήμερον (ἡ Παναγία) τὴν παναγίαν παρατίθεται ψυχὴν καὶ σὺν αὐτῇ πληροῦται τὰ σύμπαντα χαρᾶς» (Στιχηρὸ ἰδιόμελο τῆς Λιτῆς). Ὅσο περισσότερο, μάλιστα, ἐμβαθύνει στὴν μελέτη τῆς ὑμνογραφίας τῆς ἡμέρας, ἄλλο τόσο διαπιστώνει ὅτι τὸ συναίσθημα τῆς χαρᾶς εἶναι κυρίαρχο. Ἐξ ἄλλου, σὲ ὅλες τὶς κοιμήσεις τῶν Ἁγίων μας δὲν θρηνοῦμε, ἀλλὰ πανηγυρίζομε, πόσο μᾶλλον στὴν Κοίμηση τῆς Παναγίας μας, τῆς πικραμένης χαρᾶς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως τὴν ἀποκαλεῖ θαυμάσια ὁ Φώτης Κόντογλου.

Πολλά, λοιπόν, τὰ παράδοξα τῆς ἑορτῆς: Ἀπὸ τὴν μία, ἡ Κοίμηση γίνεται Εὐαγγελισμός, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ θάνατός της προξενεῖ τὴν ζωή. Πράγματι, ἡ Θεοτόκος δὲν πέθανε, ἀλλὰ «μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς –τοῦ Χριστοῦ- μετέστη πρὸς τὴν ζωήν». Ἄλλωστε, στὸ πρόσωπό της «νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι», ἐφ’ ὅσον ὑπῆρξε «μετὰ τόκον Παρθένος καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα» (Εἱρμὸς θ’ ᾠδῆς τοῦ Κανόνος τῆς ἑορτῆς).

Εἶναι, μάλιστα, χαρακτηριστικὸ ὅτι τὸ «διπλοῦν θαῦμα», ὅτι παρέμεινε Παρθένος, μετὰ ἀπὸ τὸν τόκο της, -τὴν γέννηση τοῦ Κυρίου-, καὶ ὅτι «μετέστη πρὸς τὴν ζωήν» μετὰ θάνατον, παρουσιάζεται καὶ σὲ ἄλλα τροπάρια, ὅπως στὸ Κάθισμα τοῦ Ὄρθρου: «ἐν τ γεννήσει σου (ὅταν γέννησες τὸν Χριστό) σύλληψις ἄσπορος, ἐν τῇ κοιμήσει σου νέκρωσις ἄφθορος». Γνωστότερη, βεβαίως, εἶναι ἡ ἀναφορὰ τοῦ διπλοῦ αὐτοῦ θαύματος στὸ Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς: «ἐν τῇ γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε…».

Ὁ ὑμνογράφος - ὄχι μόνον ἕνας- δὲν ἐνδιαφέρεται, ὡς φαίνεται, νὰ σταθῇ στὴν πρόσκαιρη θλίψη τῆς κοιμήσεως ἀλλὰ σκοπεύει νὰ μᾶς μεταφέρῃ στὴν μόνιμη χαρὰ τῆς αἰωνίου ζωῆς ποὺ «προμνηστεύεται» (=προεξαγγέλλει) ὁ «θάνατος» τῆς Παναγίας. Τελικά, ἔχουν καὶ τὰ παράδοξα τὴν ἐξήγησή των!

Ἕνας ἄλλος θαυμάσιος παραλληλισμὸς γίνεται ἀνάμεσα στὰ γεγονότα τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἀντίστοιχα τῆς Θεοτόκου. Ἐὰν ὁ Κύριος «ταφὴν ὑπέστη ἑκουσίως ὡς θνητός», τότε ἡ Παναγία «πῶς ταφὴν ἀρνήσεται;» ἀναρωτιέται πάλι ὁ ὑμνογράφος. Γι’ αὐτό, «οὐ θαῦμα θνήσκειν κοσμοσώτειραν κόρην, τοῦ κοσμοπλάστου σαρκικῶς τεθνηκότος» (Συναξάρι).

Ὅπως, ὅμως, Ἐκείνου τὸ σῶμα δὲν παρέμεινε στὸν τάφο ἀλλὰ ἀνέστη, ἔτσι καὶ Ἐκείνην «τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν». Πῶς θὰ μποροῦσε, ἄλλωστε, ὁ τάφος νὰ κρατήσῃ μέσα του τὸ σῶμα Ἐκείνης ποὺ ἔφερε μέσα της τὴν «ζωή»; Κατ’ ἀναλογία, λοιπόν, Ἐκεῖνος ἀνέστη καὶ ἡ «μήτηρ τῆς ζωῆς μετέστη πρὸς τὴν ζωήν». Ἐξ ἄλλου, ὅπως λέει καὶ ὁ ἐξαίρετος ὑμνητὴς τῆς Παναγίας, Νικόλαος Καβάσιλας, ἡ Παναγία «ἔδει (=ἔπρεπε) διὰ πασῶν ἐλθεῖν τῶν ὁδῶν δι’ ὧν ὁ Σωτήρ» ἦλθε (Λόγος εἰς τὴν Κοίμησιν 12, Π. Νέλλα, Ἡ Θεομήτωρ, σελ. 214).

Ὅπως, ὅταν ζοῦσε ἡ Παναγία, ἦταν ἀπολύτως ἐναρμονισμένη μὲ τὸ θέλημά Του, ζοῦσε καὶ πολιτευόταν πλήρως ἐν Χριστῷ, «οὕτω πρώτη σύμμορφος ἐγένετο τῷ ὁμοίῳ μετὰ τοῦ Σωτῆρος θανάτου καὶ διὰ τοῦτο καὶ τῆς ἀναστάσεως πρὸ πάντων μετέσχεν.»  (ὅ. π. σελ. 217). Συμφώνως, ἄλλωστε, μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἀντίληψη, ἡ Παναγία μας δὲν ἀνελήφθη ἀπ’ εὐθείας στοὺς οὐρανούς, ὅπως δογματίζουν ἀτεκμηρίωτα οἱ Παπικοί, ἀλλὰ πρῶτα ἐκοιμήθη καὶ στὴν συνέχεια, ἑνωμένη καὶ πάλι ἡ ψυχή της μὲ τὸ σῶμα της, ἀνέστη καί, στὴν συνέχεια, μετέστη στοὺς οὐρανούς, ὅπου ζεῖ πλέον αἰώνια μαζὶ μὲ τὸν Υἱό Της.

Κατὰ τὴν Κοίμησή της, μάλιστα, ὅπως ἀναφέρει τὸ σχετικὸ Ἐξαποστειλάριο καὶ ἐμφανίζεται στὴν εἰκονογραφία, «ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς» παραδίδει τὸ πνεῦμα της στὸν Δημιουργὸ τῆς ζωῆς. «Σήμερον τὴν ὁλόφωτον ψυχὴν αὐτῆς εἰς τὰς ἀχράντους παλάμας τοῦ ἐξ αὐτῆς σαρκωθέντος παρατίθησιν.» καὶ «ὁ Λόγος τοῦ Πατρός», ποὺ ἔλαβε σάρκα καὶ ὀστᾶ ἀπὸ τὰ πανάγια αἵματά της, δὲν ἀφήνει τὸ ἄχραντό της σῶμα νὰ ὑποστῆ τὴν ἀλλοίωση καὶ τὴν φθορὰ τοῦ θανάτου, γι’ αὐτὸ τὴν μεταθέτει «ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν», μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια, «ἐνδόξως καὶ ὑπὲρ λόγον». Τῆς κάνει, μάλιστα, τὴν τιμὴ νὰ τὴν καθίσῃ ἐκ δεξιῶν Του, «ὡς Βασίλισσα τοῦ παντός, περιβεβλημένη ἀθανασίας αἴγλην» (Μεγαλυνάριο). 

Τελικά, τὸ μεγάλο παράδοξο δὲν εἶναι πῶς ἡ Παναγία μας κατάφερε νὰ νικήσῃ
«τῆς φύσεως τοὺς ὅρους» ἀλλὰ πῶς ὁ ὑμνογράφος κατορθώνει, μὲ τὶς πεπερασμένες του δυνάμεις, νὰ ἐξυμνήσῃ τὸ μεγαλεῖο τῆς «ὑψηλοτέρας τῶν οὐρανῶν, ἐνδοξοτέρας τῶν Χερουβίμ καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρας.»

«Ποῖα πνευματικὰ ἄσματα νῦν προσάξωμέν σοι, Παναγία; τῇ γὰρ ἀθανάτῳ σου κοιμήσει ἅπαντα τὸν κόσμον ἠγίασας.», ἀναφωνοῦμε καὶ ἐμεῖς, μαζὶ μὲ τὸν ὑμνογράφο, καὶ παρακαλοῦμε, μὲ τὴν σειρά μας, τὴν «ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα», Ἐκείνην ποὺ ὁ θάνατός της ἔγινε τὸ «διαβατήριο ζωῆς τῆς ἀϊδίου καὶ κρείττονος» νὰ μεσιτεύῃ πάντοτε στὸν Υἱό της καὶ Θεό μας νὰ μᾶς χαρίσῃ καὶ ἐμᾶς τὸ διαβατήριο τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ἀμήν! Γένοιτο!

σημ.: Τὰ ὑμνογραφικὰ χωρία ἔχουν ὡς πηγὴ ἀναφορᾶς τὸ Μηναῖον Αὐγούστου, Ἔκδοσις Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2009.

Πηγή

Κοίμηση της Θεοτόκου: Αν λαχταράς να ξαναγίνεις παιδί, στρέψου στη μητέρα σου και μητέρα όλων, την Παναγία μας

Κοίμηση της Θεοτόκου: Αν λαχταράς να ξαναγίνεις παιδί, στρέψου στη μητέρα σου και μητέρα όλων, την Παναγία μας 

Καλή Παναγιά! Αν θέλουμε να ξαναγίνουμε παιδιά, να γίνουμε μόνο δικά της - Μόνο η Παναγία μπορεί να ομορφύνει πάλι την ασχήμια της ζωής μας

Συντάκτης: Ελευθέριος Ανδρώνης

Καλή Παναγιά!

Με την ευλογία της λατρευτής μας μητέρας Παναγίας, να γιορτάσουμε σήμερα την Κοίμησή της.

Ξέρετε, η ελληνορθόδοξη παράδοση είναι ένας ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται και τελειοποιείται όπως ορίζει η αγιοπνευματική συνείδηση των μελών της Εκκλησίας. Και αυτή η ευχή, το «καλή Παναγιά» αγκαλιάστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία των ορθοδόξων.

Γιατί τι άλλο παρά παρηγοριά και αγαλλίαση να προκαλεί η επίκληση της Παναγίας σε μια ευχή; Κι όμως αρκετοί ενοχλούνται από αυτές τις δύο λέξεις και τις χλευάζουν, προφανώς γιατί ενοχλείται πρώτα απ’ όλα ο Αντικείμενος που φρίττει στο άκουσμα της Παναγίας και δεν θέλει να φυτευτεί στη λαϊκή συνείδηση μια τέτοια ευχή.

Καλή Παναγιά σημαίνει, με το καλό να γιορτάσουμε την εορτή της Παναγίας.

Καλή Παναγιά σημαίνει, να είμαι εγώ καλός και πνευματικά έτοιμος για να σταθώ μπροστά στο Θεομητορικό μεγαλείο. Να σταθώ άξιος μπροστά στην πιο αγιασμένη κόρη που γέννησε το ανθρώπινο γένος, σ’ εκείνη που έκανε το φεγγάρι υποπόδιό της, όπως έγραψε ο λυρικότατος Φώτης Κόντογλου.

Καλή Παναγιά σημαίνει καλό στάδιο ως τον δεκαπενταύγουστο, καλή εγρήγορση, καλή εγκράτεια, καλή παραμυθία, καλή ελπίδα, καλή φώτιση, καλό δρόμο για τη σωτηρία.

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ


π. Δημητρίου Μπόκου

Θεωρούμε την Κοίμηση της Θεοτόκου ως «τελευταίον ούσαν επ’ αυτή μυστήριον». Όλα τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στη μοναδική ζωή της Παναγίας, υπήρξαν μυστήρια ανερμήνευτα και υπέρλογα. Γεννάται με τρόπο θαυμαστό, προσφέρεται νήπιο στον Ναό, τρέφεται από το χέρι του αρχαγγέλου. Υπηρετεί το ύψιστο μυστήριο της Θείας Οικονομίας με τη συναίνεσή της να σαρκωθεί μέσα της ο ίδιος ο Θεός. Ακολουθεί τον Υιό της από την αρχή ως το τέλος του σωτηρίου έργου του, μέχρι τον Σταυρό και την Ανάσταση. Και με τρόπο αληθινά μεγαλειώδη διέρχεται τη φάση του θανάτου.

Και όλα αυτά δεν είναι μόνο απ’ τη μεριά του Θεού μυστήρια, επειδή αποτελούν δηλαδή θαυμαστές και υπερφυείς ενέργειές του. Αποτελούν και από την πλευρά της Παρθένου μυστήρια. Είναι μυστήρια της τελειότερης προσφοράς, αγάπης, υπακοής, ελευθερίας, ταπεινοφροσύνης, αφοσίωσης και εμπιστοσύνης προς τον Θεό. Και όπως σε όλα τα άλλα, έτσι και στον καιρό της εκδημίας της η Παναγία έδειξε απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό. Και παρέδωσε την αγία ψυχή της στον Υιό της, το δε σώμα στους αποστόλους για να ταφεί.

Γιατί έπρεπε ό,τι από γη γίνηκε, σ' αυτή τη γη να επιστρέψη για να μεταφερθή έτσι ψηλά στον ουρανό...

                        
Η Κοίμησις της Θεοτόκου, αποτοιχισμένη τοιχογραφία του 1590 από τη Μονή Γεννήσεως της Θεοτόκου Πολυδενδρίου Αγιάς.Στο Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας.πηγή

"Πέθανε η Μάνα του Κυρίου μου, η πηγή της ζωής. Γιατί έπρεπε ό,τι από γη γίνηκε, σ' αυτή τη γη να επιστρέψη για να μεταφερθή έτσι ψηλά στον ουρανό. Καταθέτοντας στη γη το σώμα της η Παναγιά μετάδωσε σ' αυτή την άφθαρτη ζωή της. Και τώρα την ξαναπαίρνει πίσω. 
Όπως ακριβώς το χρυσάφι στο χωνευτήρι βγάζει τ' άχρηστα υλικά, έτσι κι η Παν έπρεπε στο χωνευτήρι του θανάτου να ξεντυθή τη γήινη και θαμπή ύλη της θνητότητας, για να υψώση από το μνήμα τη σάρκα της άφθαρτη και καθάρια, έτσι που να λάμπη από το φεγγοβόλημα της αφθαρσίας".

Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός
("Ἐγκώμιον τρίτον εἰς τήν Κοίμησιν").

Λόγος εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου

                                                            

Ἄγιος Λουκᾶς ὁ ἰατρός Ἀρχιεπισκόπος Κριμαίας

Τὸν καθένα ἀπὸ μᾶς τὸν βασανίζει τὸ ἐρώτημα: τί θὰ γίνει μέ μᾶς καὶ τί μᾶς περιμένει μετὰ τὸ θάνατο; Μία σαφῆ ἀπάντηση σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ τὴν βροῦμε. Ἀλλὰ ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ἀποκαλύπτουν αὐτὸ τὸ μυστικό.
Μᾶς τὸ ἀποκαλύπτουν ἐπίσης τὸ ἀπολυτίκιο καὶ τὸ κοντάκιο τῆς μεγάλης αὐτῆς γιορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ὕμνοι ποὺ ψάλλονται σ’ αὐτὴ τὴ γιορτή.
Θέλω ὅλοι σας νὰ καταλάβετε, γιατί ὁ θάνατος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ Παρθένου Μαρίας λέγεται Κοίμησή της. Ὁ μέγας ἀπόστολος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στὸ 20ο κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως μιλάει γιὰ τὸν πρῶτο καὶ τὸ δεύτερο θάνατο. Ὁ πρῶτος μόνο θάνατος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀναπόφευκτος γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους, περιμένει καὶ τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς δικαίους. Ἀλλὰ ὁ δεύτερος, ὁ φοβερὸς καὶ αἰώνιος θάνατος, περιμένει τοὺς μεγάλους καὶ ἀμετανόητους ἁμαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι ἀρνήθηκαν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι καταδικασμένοι νὰ βρίσκονται αἰωνίως σὲ κοινωνία μὲ τὸ διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του.
Στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ ἴδιου μεγάλου ἀποστόλου καὶ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου διαβάζουμε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα εἶναι πολὺ στενὰ συνδεδεμένα μὲ ὅσα γράφει ἡ Ἀποκάλυψη: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Ἰωάν. 5, 24).

Νενίκηνται της Φύσεως οι Όροι εν συ Παρθένε Άχραντε”


(Προσέγγιση του μυστηρίου της Θεομήτορος)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

Η μεγάλη θεομητορική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου είναι (θα πρέπει να είναι) ευκαιρία για μας τους πιστούς, να αναλογισθούμε την άβυσσο του μυστηρίου, που καλύπτει το πάνσεπτο πρόσωπο της Παναγίας μας, αλλά και την υπέρτατη ευεργεσία της προς το ανθρώπινο γένος. Να φέρουμε στο νου μας τις υπέρλογες αλήθειες, έστω και αν δεν τις κατανοούμε, για να δοξάσουμε τον Θεό της αγάπης, ο Οποίος μας απολύτρωσε (και) δια της υπέρτατης συμβολής της Θεομήτορος. Να συλλογιστούμε το δικό της ρόλο στο έργο της Θείας Οικονομίας και να την τιμήσουμε δεόντως.

Δεν υπάρχει άλλο ανθρώπινο πρόσωπο από αυτό της Υπεραγίας Θεοτόκου, στο οποίο να έχουν ανασταλεί και να νικηθεί στο έπακρο οι φυσικοί νόμο. Κι αυτό, διότι, κατέστη το αγιότερο σκήνωμα, στο οποίο καταδέχτηκε να σκηνώσει ο άπειρος Θεός. Κατέστη ο χώρος ο οποίος χώρεσε τον «αχώρητον παντί», υπήρξε το μοναδικό ανθρώπινο ον, το οποίο φιλοξένησε τον άχρονο Θεό, ως «καθέδρα τoυ Βασιλέως». Έγινε το «σημείο» στο οποίο ενώθηκε ο χρόνος με την αιωνιότητα, το άπειρο με το πεπερασμένο, το άκτιστο με το κτιστό. Κατέστη το πολύτιμο μέσον, δια του οποίου πραγματοποιήθηκε η σωτηρία του κόσμου, δια της Ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός χαρακτηρίζει δίκαια την Παναγία ως «ιερωτάτη περιστερά, ακεραία και άκακον ψυχήν και τω Θεώ καθιερωμένην Πνεύματι» (Δαμ.Γ΄,2), «θυγάτριον ιερώτατον» (Α΄7), για να δείξει ότι η Παρθένος Μαρία είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο ανθρώπινο πρόσωπο, το κορυφαίο της ανθρώπινης ιστορίας, η μεγαλύτερη ευεργέτης της ανθρωπότητας μετά το Θεό.

Στο δικό Της πάναγνο σώμα συντελέστηκε το μεγαλύτερο μυστήριο όλων των εποχών, έγινε η συνάντηση και η ένωση του Θεού με τον άνθρωπο, ολότελα ακατανόητο γεγονός για το πεπερασμένο ανθρώπινο μυαλό και «έσχατη μωρία» για την ανθρώπινη διανόηση. Δι’ αυτής, ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός, σύμφωνα με τον Μέγα Αθανάσιο. Άλλος τρόπος για να σωθεί το ανθρώπινο γένος δεν υπήρχε, παρά με την ενανθρώπηση του Θεού, δηλαδή την πρόσληψη της ανθρωπότητας από τη Θεότητα. Αν η σωτηρία μας δεν ήταν ένα δυναμικό ιστορικό γεγονός, το δυναμικότερο και θαυμαστότερο της ανθρώπινης ιστορίας, όπως αυτό της Ενανθρωπήσεως του Θεού, θα περιοριζόταν σε ένα θεωρητικό σχήμα, μια ψευδαίσθηση σωτηρίας, ανάλογη με τις «σωτηρίες» που επαγγέλλονταν και επαγγέλλονται οι ανθρώπινες θρησκείες. Για τον ιερό υμνογράφο είναι το «ακατανόητoν θαύμα», για το «πως γαλoυχεί (η Θεοτόκος) τoν Δεσπότην».

Η Παρθένος Μαρία είναι, κατά τον άγιο Ειρηναίο Λουγδούνου (+199), η Νέα Εύα, η νέα γενάρχης του νέου ανθρωπίνου γένους. Η πρώτη Εύα υπήρξε η γενάρχης του παλαιού, του πτωτικού ανθρωπίνου γένους, αλλά και η αίτιος της πτώσεως, της φθοράς και του θανάτου μας. Η δεύτερη Εύα, είναι η αίτιος της απολυτρώσεώς μας, διότι κυοφόρησε τον αναδημιουργό της ανθρωπίνης φύσεως, τον Υιό και Λόγο του Θεού. Όπως το ανθρώπινο γένος συνδέεται μυστικά με την προμήτορα Εύα, ως φυσικοί της απόγονοι όλοι οι άνθρωποι, έτσι συνδέεται μυστικά και με την νέα πνευματική προμήτορα, την Παναγία μας. Ο ιερός πατήρ τονίζει πως «… η Εύα (έπρεπε) να αποκατασταθή εν τη Μαρία, ίνα μια παρθένος να γίνη συνηγόρος άλλης παρθένου και να εξαλήψη την ανυπακοήν της πρώτης δια της παρθενικής υπακοής» (Ειρ. Επιδ. Αποστ. Κηρύγματος 32,33). Η Παρθένος Μαρία κλήθηκε να διορθώσει το σφάλμα της Εύας. Δια του «σπέρματός» της (Γεν.3,17) έμελλε να συντριβεί η κεφαλή του όφεως, του διαβόλου.

Η Κοίμησις και η Μετάστασις της Υπεραγίας Θεοτόκου


Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη κοιμήσει τον κόσμον, ου κατέλιπες Θεοτόκε, μετέστης προς την ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της ζωής, και ταις πρεσβείαις ταις σαιςλυτρουμένη, εκ θανάτου τας ψυχάς ημών. (Απολυτίκιον της εορτής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ήχος α΄.)

Ο Αύγουστος είναι μήνας για το Ορθόδοξο γένος μας αφιερωμένος στην Παναγία μητέρα μας όπου τα πάντα κατακλύζονται από την χάρη της, εξαιτίας της μεγάλης Θεομητορικής εορτής της κοιμήσεως και της μεταστάσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μέσω των καθημερινών ακολουθιών και των παρακλητικών κανόνων επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά ο λυτρωτικός χαρακτήρας της χριστιανικής πίστης, καθώς τιμάται η μητέρα του Χριστού που είναι μητέρα όλων μας. Στο Απολυτίκιο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αποτυπώνονται μερικές πολύ χαρακτηριστικές πτυχές της θρησκευτικής σημειολογικής σημασίας της ζωής και της κοίμησης της Θεοτόκου. Μάλιστα ο τόνος του Απολυτίκιου είναι θριαμβευτικός και μεγαλοπρεπής συμπλέοντας απόλυτα με το σπουδαίο γεγονός της εορτής, το οποίο προκαλεί ένα σύνολο ανθρώπινων συναισθημάτων.[1]

“Εν τη γεννήσει την παρθενίανεφύλαξας· εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες Θεοτόκε”: Σ’ αυτές τις φράσεις βρίσκονται δύο κρίσιμες αντιφάσεις προς την λογική και την εμπειρία του ανθρώπου σε μια σωτηριολογική διάσταση. Η Παναγία υπήρξε προ τόκου, εν τόκω και μετά τόκον αειπάρθενος και αδιάφθορος. Συγκεντρώνει επάνω της την χάρη της παρθενίας και την χάρη της μητρότητας.[2] Αυτό, βέβαια, το αφύσικο γεγονός είναι φυσική συνέπεια της θέσης της μέσα σε όλη την δημιουργία. Αυτή εξάλλου απ’ όλη την κτίση, σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, δέχεται την χάρη του Θεού, την οποία στη συνέχεια κατανέμει “κατ’ αξίαν” σε όλα τα κτίσματα.[3]

«Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ 44ο ΨΑΛΜΟ»

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου (13-8-1988)

                  

Η εορτή μνήμης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αγαπητοί μου, μας δίδει την αφορμή να δούμε εγκατάσπαρτη μέσα στην Αγία Γραφή την παναγία μορφή της και το ουρανόμηκες μεγαλείο της.
Ο 44ος Ψαλμός θα λέγαμε ότι είναι το θαυμάσιο εκείνο ποίημα, που αναφέρεται στον Μεσσία και την Κυρία Θεοτόκο. Στο πρώτο ήμισυ του ποιήματος εξυμνείται ο Υιός του Θεού, με όλα τα θεανθρώπινα γνωρίσματά Του και στο δεύτερο ήμισυ του ίδιου ποιήματος εξυμνείται η Εκκλησία, που η επιτομή της Εκκλησίας είναι η Παναγία Θεοτόκος. Με όλα εκείνα τα θαυμάσια γνωρίσματά της, σαν άμεσος κτίσις του Θεού.
Ο ιερός συντάκτης, αγαπητοί μου, αυτού του θαυμασίου ψαλμού, σημειώνει στον συντομότατο πρόλογό του, που αποτελείται μόνο από έναν στίχο: «Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθόν, λέγω ἐγὼ τὰ ἔργα μου τῷ βασιλεῖ, ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου». Δηλαδή «ξεχείλισε η καρδιά μου και αναπήδησε από αυτήν ποίημα υψηλό. Και τούτο μου το ποίημα το αφιερώνω στον βασιλέα Χριστό. Η γλώσσα μου καλάμι γραμματέως γρήγορο, θα καταγράψει τα συναισθήματά μου».Και όπως λέγουν οι Πατέρες, ότι αυτός ο γραμματεύς που γράφει οξύγραφα δεν είναι παρά το Πνεύμα το Άγιο, που κινεί γρήγορα στο χαρτί το χέρι του ιερού συντάκτου, ώστε να καταγράψει ό,τι θα καταγράψει. Και στο υψηλό και θεόπνευστο αυτό ποίημα, βρίσκουμε όλα τα χαρακτηριστικά του Χριστού. Και της Θεοτόκου. Στους πρώτους εννέα στίχους βρίσκουμε τα χαρακτηριστικά του Χριστού. Και στους υπόλοιπους στίχους, έως τον 18ο , βρίσκουμε τα χαρακτηριστικά της Εκκλησίας και της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Η Παναγία και ο Λαός

                                    

Του Φώτη Κόντογλου
Σήμερα γιορτάζουμε την ένδοξη Κοίμηση της Παναγίας. Σ' αμέτρητες εκκλησίες και μοναστήρια χτυπούνε οι καμπάνες και ψέλνουνε οι ψαλτάδες. Τα πιο πολλά είναι στης Παναγίας τ' όνομα, και πανηγυρίζουνε σήμερα την Κοίμηση της Θεοτόκου. Μα αυτή δεν είναι γιορτή θανάτου, είναι γιορτή χαράς και θρίαμβος, γιατί αυτή που κοιμήθηκε είναι η Μητέρα της Ζωής, όπως λέγει εκείνο το θεσπέσιο δοξαστικό πού λένε σήμερα στη Λειτουργία:

«Τη αθανάτω σου κοιμήσει Θεοτόκε μήτηρ της ζωής, νεφέλαι τους αποστόλους αιθέριους διήρπαζον και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν τω αχράντω σου σώματι, ο και κηδεύσαντες σεπτώς, την φωνήν του Γαβριήλ μελωδούντες ανεβόων. Χαίρε, κεχαριτωμένη παρθένε, μήτερ ανύμφευτε, ο Κύριος μετά σου. Μεθ' ων, ως Υιός σου και θεόν ημών ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών».
Σήμερα όλη η Ελλάδα μοσχοβολά από το ευωδέστατο σκήνωμα της Παναγίας, που είναι η μητέρα των ορφανεμένων, η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των θλιμμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων.

Η παναγία Κοίμηση και η κοινωνία των καθολικών λόγων, Χρυσοστόμου μοναχού Διονυσιάτου



Ἡ Θεοτόκος ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ ἕως τὴν Κοίμησή της παρέμενε μεταξὺ τῶν μαθητῶν Του, «ἀναπληροῦσα τὸ ὑστέρημα τοῦ Χριστοῦ»1. Ὡστόσο, τὸ πνευματικὸ σῶμα της, ἂν καὶ ἔφερε τοὺς ὑπὲρ φύσιν τρόπους λειτουργίας, ἂν καὶ ἀξιώθηκε νὰ ὁμοιωθεῖ στὴν πνευματικὴ ποιότητα μὲ τὸ ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Υἱοῦ της, δὲν εἶχε ἀκόμη ἀποκτήσει τὴν τελειότητα τῆς λεπτῆς συστάσεως τῶν ἀγγελικῶν σωμάτων2. 
Ἔχοντας πλέον διακονήσει τόσο ὡς Μητέρα Θεοῦ, ὅσο καὶ ὡς Μητέρα τῶν Ἀποστόλων, μεθίσταται κοντὰ στὸν ἀγαπημένο τῆς Υἱό, διότι, «ἦταν ἀνάγκη ἡ παναγία ἐκείνη ψυχὴ νὰ χωρισθεῖ ἀπὸ τὸ ὑπεράγιο ἐκεῖνο σῶμα. Χωρίζεται βέβαια καὶ ἑνώνεται μὲ τὴν ψυχὴ τοῦ Υἱοῦ της, μὲ τὸ πρῶτο φῶς ἑνώνεται τὸ δεύτερο. Καὶ τὸ σῶμα, ἀφοῦ ἔμεινε γιὰ λίγο στὴν γῆ, ἀναχώρησε κι αὐτὸ μαζὶ μὲ τὴν ψυχή»3.
Ἡ παναγία Κοίμηση τῆς Θεοτόκου δὲν εἶναι θάνατος ὡς ἀποτέλεσμα ἁμαρτίας, ἀλλὰ μόνον ἁπλὴ μεταποίηση τῆς μεταπτωτικῆς παχύτητος στὴν συνδρομὴ τῶν σωματικῶν στοιχείων ποὺ χαρακτηρίζει τὴν λεπτὴ σύσταση τῶν σωμάτων τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης ἐπισημαίνει τὴν ἄφθαρτη διάσταση τοῦ θανάτου της: «ὡς γὰρ τικτούσης ἡ νηδὺς οὐ διέφθαρτο, οὕτω θανούσης ἡ σὰρξ οὐ διόλωλεν· ὢ τῶν θαυμάτων! Ὁ τόκος διέφυγε τὴν φθορὰν καὶ ὁ τάφος τὴν διαφθορὰν οὐ προσήκατο· τῶν γὰρ ὁσίων οὐχ ἅπτεται»4. Καθὼς ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ Μητέρα τῆς Ζωῆς, εἶναι ἑπόμενο καὶ ὁ θάνατός της νὰ εἶναι «ζωηφόρος»5. Εἶναι ἁπλὴ ἀντιστροφὴ τῆς σωματικῆς παχύτητος σὲ χιτώνα ἀφθαρσίας. Στὸ πανάγιο σῶμα βεβαίως δὲν προστέθηκε τίποτε, διότι καὶ ἐπὶ γῆς ἦταν ἔμψυχος ναὸς τοῦ τελείου Πνεύματος. Καθὼς δὲ «οὐδὲν μέσον Μητρὸς καὶ Υἱοῦ»6, ἦταν ἀδύνατο τὰ θεομητορικὰ μέλη, ποὺ κοινώνησαν πολυτρόπως τὴν τελειότητα τῶν μελῶν τοῦ Χριστοῦ, νὰ μὴν γίνουν καὶ αὐτὰ «σύμμορφα»7 τῆς λαμπρότητος τοῦ Ἀναστημένου Υἱοῦ καὶ νὰ μὴν λάμψουν καὶ αὐτὰ τὸ ἀναστάσιμο Φῶς, στὸ ὁποῖο καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωὴ μετεῖχαν.

Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος!


Στιχηρὰ τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἦχος α΄ 
Στιχηρὰ Προσόμοια, Ἦχος α' Αὐτόμελον 

       τοῦ παραδόξου θαύματος! ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ἐν μνημείῳ τίθεται, καὶ κλῖμαξ πρὸς οὐρανόν, ὁ τάφος γίνεται. Εὐφραίνου Γεθσημανῆ, τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος. Βοήσωμεν οἱ πιστοί, τὸν Γαβριὴλ κεκτημένοι ταξίαρχον, Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος. 
      Τὴν σὴν δοξάζουσι Κοίμησιν, Ἐξουσίαι θρόνοι, Ἀρχαὶ Κυριότητες, Δυνάμεις καὶ Χερουβίμ, καὶ τὰ φρικτὰ Σεραφίμ. Ἀγάλλονται γηγενεῖς ἐπὶ τῇ θείᾳ σου δόξῃ κοσμούμενοι. Προσπίπτουσι βασιλεῖς, σὺν Ἀρχαγγέλοις Ἀγγέλοις καὶ μέλπουσι· Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ, διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.

Λόγος εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου

Ἄν «ὁ θάνατος τῶν ὁσίων εἶναι τίμιος καί ἡ μνήμη δικαίου συνοδεύεται ἀπό ἐγκώμια», πόσο μᾶλλον τή μνήμη τῆς ἁγίας τῶν ἁγίων, διά τῆς ὁποίας ἐπέρχεται ὅλη ἡ ἁγιότης στούς ἁγίους, δηλαδή τή μνήμη τῆς ἀειπάρθενης καί Θεομήτορος, πρέπει νά τήν ἐπιτελοῦμε μέ τίς μεγαλύτερες εὐφημίες. Αὐτό πράττουμε ἑορτάζοντας τήν ἐπέτειο τῆς ἁγίας κοιμήσεως ἤ μεταστάσεώς της, πού ἄν καί μέ αὐτή εἶναι λίγο κατώτερη ἀπό τούς ἀγγέλους, ὅμως ξεπέρασε σέ ἀσύγκριτο βαθμό καί τούς ἀγγέλους καί τούς ἀρχαγγέλους καί ὅλες τίς ὑπερκόσμιες δυνάμεις διά τῆς ἐγγύτητός της πρός τόν Θεό καί διά τῶν ἀπό παλαιά γραμμένων καί πραγματοποιημένων σ’ αὐτή θαυμασίων.

Ὁ θάνατός της εἶναι ζωηφόρος, μεταβαίνοντας σέ οὐράνια καί ἀθάνατο ζωή, καί ἡ μνήμη τούτου εἶναι χαρμόσυνη ἑορτή καί παγκόσμια πανήγυρις, πού ὄχι μόνο ἀνανεώνει τή μνήμη τῶν θαυμασίων τῆς Θεομήτορος, ἀλλά καί προσθέτει τή κοινή καί παράδοξη συνάθροιση τῶν ἱερῶν Ἀποστόλων ἀπό κάθε μέρος τῆς γῆς γιά τήν πανίερη κηδεία της, μέ θεολήπτους ὕμνους, μέ τίς ἀγγελικές ἐπιστασίες καί χοροστασίες καί λειτουργίες γι΄ αὐτήν.

Οἱ Ἀπόστολοι προπέμπουν, ἀκολουθοῦν, συμπράττουν, ἀποκρούουν, ἀμύνονται καί συνεργοῦν μέ ὅλη τή δύναμη μαζί μέ ἐκείνους πού ἐγκωμιάζουν τό ζωαρχικό καί θεοδόχο ἐκεῖνο σῶμα, τό σωστικό φάρμακο τοῦ γένους μας, τό σεμνολόγημα ὅλης τῆς κτίσεως.

Ἐνῶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Σαβαώθ καί Υἱός αὐτῆς τῆς ἀειπάρθενης, εἶναι ἀοράτως παρών καί ἀποδίδει στή μητέρα τήν ἐξόδιο τιμή. Σέ αὐτοῦ τά χέρια ἐναπέθεσε καί τό θεοφόρο πνεῦμα, διά τοῦ ὁποίου ἔπειτα ἀπό λίγο μεταθέτει καί τό συζυγικό πρός ἐκεῖνο σῶμα σέ χῶρο ἀείζωο καί οὐράνιο. Διότι μόνο αὐτή, εὑρισκομένη ἀνάμεσα στό Θεό καί σ’ ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος, τόν μέν Θεό κατέστησε υἱόν ἀνθρώπου, τούς δέ ἀνθρώπους ἔκανε υἱούς Θεοῦ, οὐρανώσασα τή γῆ καί θεώσασα τό γένος. Καί μόνο αὐτή ἀπό ὅλες τίς γυναῖκες ἀναδείχθηκε μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐκ φύσεως πάνω ἀπό κάθε φύσῃ. Ὑπῆρξε βασίλισσα κάθε ἐγκοσμίου καί ὑπερκοσμίου κτίσματος.

Τώρα ἔχοντας καί τόν οὐρανό κατάλληλο κατοικητήριο, ὡς ταιριαστό της βασίλειο, στόν ὁποῖο μετατέθηκε σήμερα ἀπό τή γῆ, στάθηκε καί στά δεξιά τοῦ παμβασιλέως μέ διάχρυσο ἱματισμό ντυμένη καί στολισμένη, ὅπως λέγει ὁ προφήτης. (Ψάλμ. 44,11). Διάχρυσο ἱματισμό, πού σημαίνει στολισμένη μέ τίς παντοειδεῖς ἀρετές. Διότι μόνο αὐτή κατέχει τώρα μαζί μέ τό θεοδόξαστο σῶμα καί μέ τόν Υἱό, τόν οὐράνιο χῶρο. Δέν μποροῦσε πραγματικά γῆ καί τάφος καί θάνατος νά κρατεῖ ἕως τό τέλος τό ζωαρχικό καί θεοδόχο σῶμα της καί ἀγαπητό ἐνδιαίτημα οὐρανοῦ καί τοῦ οὐρανοῦ τῶν οὐρανῶν.

ΟΧΙ του Ναυπάκτου Ιερόθεου για "Καλή Παναγιά"! Για Ελπιδοφόρο και Γαβριήλ τί;

 


Ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἰερόθεος Βλάχος, βγῆκε νά ψέξει τό λαό γιά θεολογικό λάθος! Ἡ ἔκφραση εἶπε "Καλή Παναγιά" δέν στέκει δογματικά καί θεολογικά. Ἐδῶ ταιριάζει ὁ λόγος: «οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες»! (Ματθ. 23.24). Ὁ Ναυπάκτου κατάπιε ὄχι κάμηλον ἀλλὰ ὁλόκληρο Κολυμπάρι. Καὶ ὅχι μόνο: Γιά τά αἱρετικά παραληρήματα τοῦ Πατριάρχη καί τά αἱρετικά καμώματα ὑπέρ τῶν ὁμοφυλόφιλων (τοῦ Ἐλπιδοφόρου Ἀμερικῆς καί τοῦ Ν. Ἰωνίας Γαβριήλ), δέν βγῆκε νά τούς καταγγείλει. Ἀλλά τήν ἀπό καρδιά εὐχή τοῦ λαοῦ "Καλή Παναγιά" πού συνιστᾶ καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης βγῆκε νά κατηγορήσει! 

 

Στέκουν άραγε οι εκφράσεις “Καλό Παράδεισο” “Καλή Παναγιά”;

 

Τον τελευταίο καιρό, βλέπουμε στο διαδίκτυο και ιδιαίτερα στα κοινωνικά δίκτυα, κάποιους συνανθρώπους μας να εναντιώνονται και να σχολιάζουν αρνητικά κάποιες ευχές που έχουν επικρατήσει, όπως “Καλό Παράδεισο” για κάποιον που εκοιμήθη και “Καλή Παναγιά” για το χρονικό διάστημα πριν τη μεγάλη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Πόσο συγκινητικό είναι να βλέπει κανένας την Παναγία να ετοιμάζει με τα άχραντα χέρια της...

  Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

[....]Πόσο συγκινητικό είναι να βλέπει κανένας την Παναγία να ετοιμάζει με τα άχραντα χέρια της, το κλινάρι της, τις λαμπάδες, το θυμιατήρι με το λιβάνι και ότι άλλο χρειαζότανε για την κηδεία της. 
  Από μικρό κορίτσι αγαπούσε την εργασία και ολοένα δούλευε, πότε γνέθοντας όπως στον Ευαγγελισμό που την βρήκε ο Αρχάγγελος με τη ρόκα στο χέρι, πότε ράβοντας τα ίδια τα φορέματά της, ως "ιμάτια αυτόρραφα αγαπώσα", κι υστερώτερα όταν γεννήθηκε ο Χριστός, υφαίνοντάς Του, τον "άρραφον" εκείνον χιτώνα που του τον βγάλανε την ώρα που τον σταυρώσανε, και που ήταν τόσο όμορφος, ώστε κι οι στρατιώτες δεν θελήσανε να τον σχίσουνε, όπως κάνανε για τα άλλα ρούχα, αλλά είπανε να βάλουνε κλήρο σε όποιον λάχει, όπως γράφει ο ίδιος ο Ιωάννης ο ψυχογιός της.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας για την Κοίμηση της Θεοτόκου


πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

Το γεγονός της Κοιμήσεως ή Μεταστάσεως της Θεοτόκου, όπως ήταν φυσικό, δεν ενέπνευσε μόνο τους μεγάλους υμνογράφους και αγιογράφους, αλλά και πολλούς Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι αφιέρωσαν σε αυτό είτε ειδικές Ομιλίες είτε αποσπάσματα – αναφορές. Άλλωστε δεν ήταν δυνατό να συμβεί διαφορετικά. Στο πάνσεπτο πρόσωπο της Παναγίας «νενίκηνται της φύσεως οι όροι» σε πολλές φάσεις της ζωής της: Ούσα Παρθένος γέννησε τον Ιησού Χριστό, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Έμεινε Παρθένος πριν, κατά και μετά τη γέννησή Του. Είναι αειπάρθενος. Και όταν ως άνθρωπος απέθανε και τότε νικήθηκαν «της φύσεως οι όροι», αφού «τάφος και νέκρωσις» δεν την κράτησαν στη γη, διότι «ως ζωής Μητέρα, προς την ζωήν μετέστησεν, ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον».

Η φράση του  Απολυτίκιου της εορτής της «Κοιμήσεως της Θεοτόκου», «ἐν τῇ κοιμήσει τόν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε», επαληθεύεται διαρκώς στη ζωή της Εκκλησίας και επαληθεύεται καθημερινά από την προσωπική εμπειρία μας. Δεν μας εγκατέλειψε αναχωρώντας με τον  θάνατο από τον κόσμο. Είναι μαζί μας, με τα θαύματα που επιτελεί με τη μεσολάβησή της στον Υιό και Θεό της χάριν εκείνων οι οποίοι ζητούν ταπεινά και με πίστη τις πανίσχυρες πρεσβείες της.

Ως έκφραση θερμής ευγνωμοσύνης για την πολυποίκιλη βοήθειά της στον καθένα μας προσωπικά, και γενικώτερα στον φιλόχριστο και θεοτοκόφιλο λαό μας, παραθέτουμε λίγα πνευματικά άνθη από θαυμάσιες ομιλίες στην εορτή της Κοιμήσεως ορισμένων αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας.