
Ρωτήθηκε ο Αββάς Ησαΐας τι είναι καταλαλιά. Και αποκρίθηκε εκείνος:”Το να μη γνωρίζεις τη δόξα του Θεού και να φθονείς τον πλησίον” (Από το “Γεροντικό”)
Για την ασκητική παράδοση της Εκκλησίας μας τα πάθη, όπως εκφράζονται στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου, έχουν βαθύτερες ρίζες. Για παράδειγμα, η καταλαλιά, που σημαίνει τη διατύπωση αρνητικών χαρακτηρισμών εις βάρος κάποιου ή την διάδοση ειδήσεων με σκοπό την μείωσή του, έχει ως ρίζα της την άγνοια της δόξας του Θεού, αλλά και τον φθόνο προς τον πλησίον. Το δεύτερο γίνεται εύκολα αντιληπτό. “Θάβεις” κάποιον διότι δεν τον συμπαθείς επειδή έχει κάποια χαρακτηριστικά τα οποία λείπουν από σένα ή επειδή έχει αποδοχή από τους ανθρώπους σε βαθμό που εσύ δεν έχεις. “Θάβεις” κάποιον διότι με αυτόν τον τρόπο θεωρείς ότι μπορείς να τον μειώσεις, αλλά και εκείνη τη στιγμή να δείξεις ότι εσύ είσαι ανώτερος από αυτόν.
Η άγνοια όμως της δόξας του Θεού;
Αν το σκεφτούμε καλύτερα, θα διαπιστώσουμε ότι ο ασκητικός λόγος έχει συλλάβει το πάθος της καταλαλιάς στην βαθύτερη ρίζα του. Η δόξα του Θεού είναι η αγάπη Του, είναι η ταπείνωσή Του, είναι ο Σταυρός Του, είναι η συγχώρεση που προσφέρει στους ανθρώπους. Όλα αυτά δείχνουν πως όποιος καταλαλεί, στην πραγματικότητα δεν βλέπει Ποιος είναι ο Θεός και ποιον δρόμο ζητά από εμάς τους ανθρώπους να ακολουθήσουμε, εάν θέλουμε να πορευτούμε “καθ’ ομοίωσίν ” Του. Η καταλαλιά είναι η άρνησή μας να δούμε στον άλλον την εικόνα του Θεού. Προφανώς και μπορούμε να επισημάνουμε λάθη και αμαρτίες. Δεν μας στέρησε ο Θεός την κριτική ικανότητα, την οποία ο Ίδιος μας δώρισε στη δημιουργία μας, προικίζοντάς μας με νου, λογική ικανότητα, αντίληψη. Είναι άλλο αυτό όμως και άλλο να διασπείρουμε εις βάρος του άλλου ψευδείς ειδήσεις ή να τον εξουθενώνουμε στην προσπάθειά μας να δοξάσουμε τον εαυτό μας.