ὑπὸ μοναχοῦ Σεραφείμ Ζήση
Δημήτριος
Μπαλᾶνος, Καθηγητής
τῆς Θεολογίας (1877-1959). Ἡ μασονική ἰδιότητα τοῦ Μπαλάνου
παραμένει γενικῶς ἄγνωστη μέχρι σήμερα, καί γνωστοποιήθηκε στόν γράφοντα μόνον μέσῳ τῶν
προαναφερθεισῶν ἡμερολογιακῶν σημειώσεων τοῦ Καθηγητοῦ Καραθεοδωρῆ[58]. Ἡ
συγκεκριμένη ἐπιστημονική συμβολή τοῦ Μπαλάνου
στόν Οἰκουμενισμό, ἐναπομένει νά ἐρευνηθεῖ ἐπαρκῶς· ἀναμφιβόλως «ὁ Μπαλᾶνος ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς
πρώτους πού ἀσχολήθηκαν μέ τά προβλήματα τῆς
προσεγγίσεως τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί ὄχι μόνο
συνέταξε σχετικές πραγματεῖες, ὅπως “ Ἡ Ἀνάγκη τῆς
Συνεργασίας τῶν Ἐκκλησιῶν” (1932) καί “ Ἡ Ἑλληνική Ἐκκλησία καί
αἱ Σχέσεις της πρός τάς ἄλλας Ἐκκλησίας”
(1940), ἀλλά μετέσχε καί στά οἰκουμενικά
συνέδρια Κοπεγχάγης, Στοκχόλμης, Λωζάννης καί Πράγας»[59].
Ὁ Καθηγητής
Μπαλᾶνος ἐθεωρεῖτο ἀπό μερικούς περισσότερο συντηρητικούς Καθηγητές ὡς ἕνας ὀρθολογιστής,
τοῦ ὁποίου «οἱ ἄλλες
δογματικές ἐργασίες δέν περιέχουν τίποτε τό ἰδιαίτερο,
διότι στηρίζονται σέ δυτικά πρότυπα. Ἐπειδή ἦταν ἐμφορούμενος ἀπό ὀρθολογιστικό
πνεῦμα, δέν ἱκανοποιεῖτο καί ὁ ἴδιος ἀπό τήν ἐνασχόληση μέ
τήν Δογματική καί στράφηκε σέ ἄλλα πεδία
[...] στερεῖται τῆς ἐμβαθύνσεως
στό πνεῦμα τῶν Πατέρων καί τῆς ἀναγνωρίσεως
προσώπων καί ἰδεῶν [...] Τό ἐνδιαφέρον
του γιά τήν οἰκουμενική κίνηση καί γιά τόν στενό σύνδεσμο τῆς Ἐκκλησίας μέ
τόν κόσμο ἦταν μεγάλο»[60]. Οἱ
σχετικιστικές ἀπόψεις τοῦ Μπαλάνου ὅσον ἀφορᾷ στά ἐκκλησιαστικά δόγματα, μαρτυροῦνται ἀπό τό ὅτι ὑποτίμησε τήν
σημασία τῆς περί τόν Παλαμᾶ ἀντιπαραθέσεως·
κατά τά ἴδια του τά λόγια «Εἶναι ὄντως λυπηρό ὅτι χύθηκε
τόση μελάνη καί ὅτι ἕνα ζήτημα “πού τόσο προσκρούει στήν λογική μας” ἀπασχόλησε
τόσο πολύ σπουδαίους κατά τἆλλα ἄνδρες τῆς ἐποχῆς, καί
μάλιστα μέ τόση ἐμπάθεια καί ἀπό τίς δύο
πλευρές, σέ ἐποχή πού τό κράτος βρισκόταν σέ τόσο δυσχερεῖς συνθῆκες»[61].
Παρά ταῦτα, ἡ περίπτωσή
του παρουσιάζει ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον σέ μᾶς γιά ἕνα πρόσθετο
λόγο. Μᾶς βοηθεῖ νά κατανοήσουμε τούς ἀμυντικούς
μηχανισμούς ἐντός τῆς μασονικῆς διεισδύσεως, τό προσεκτικά διατηρούμενο «ἀνοσοποιητικό
σύστημά» της, ἐναντίον τῶν ἀντεπιθέσεων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Καθηγητής
Μπαλᾶνος, μαζί μέ ἄλλους πέντε ἀκαδημαϊκούς
θεολόγους (Ἀλιβιζᾶτο, Παπαμιχαήλ, Δυοβουνιώτη, Σωτηρίου καί Στεφανίδη) ἐξέδωσαν μία ἐκτενῆ «γνωμάτευση» σχετικῶς μέ τόν
διαφιλονικούμενο θρησκευτικό χαρακτῆρα τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ. Ἡ γνωμάτευση,
ἐκδοθεῖσα ἀπό τήν ἑξαμελῆ αὐτήν ἐπιτροπή, προεκλήθη ἀπό μία
προηγηθεῖσα αἴτηση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (2530/1593 τῆς
04.11.1932) πρός τήν Θεολογική Σχολή Ἀθηνῶν. Ἡ Ἐπιτροπή ἀθώωσε τόν Ἐλευθεροτεκτονισμό,
δηλώνοντας συμπερασματικῶς, ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν ἔχει κανένα
λόγο νά ἔλθει σέ σύγκρουση μέ τόν Μασονισμό, ἀφοῦ μάλιστα τά
περισσότερα τουλάχιστον ἀπό τά μέλη του εἶναι σέ ἀδιάρρηκτο
δεσμό μέ τήν Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας θέλουν
νά εἶναι πιστά τέκνα»[62]. Σήμερα
γνωρίζουμε ὅτι τοὐλάχιστον τό ἕν τρίτο τῆς Ἐπιτροπῆς, δύο
Καθηγητές, ἦταν στήν πραγματικότητα Μασόνοι (ὁ Ἀλιβιζᾶτος καί ὁ Μπαλᾶνος).
Ἡ ἀθωωτική αὐτή ἀποτίμηση ἀπορρίφθηκε σταθερῶς ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο, καί προτιμήθηκε ἡ ἀποτίμηση τοῦ Καθηγητοῦ Παναγιώτου Μπρατσιώτου (1889-1982), ἡ ὁποία ὑπεβλήθη ἀνεξαρτήτως καί υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία, καί στήν ὁποία ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός χαρακτηριζόταν ὡς θρησκεία ἀσύμβατη μέν μέ τόν Χριστιανισμό, ἡ ὁποία συνεχίζει ἀρχαῖα μυστηριακά κινήματα, ἐπιβλαβής δέ γιά τήν χριστιανική αὐτοσυνειδησία[63].
Ἡ
μεταγενέστερη προσωπική μαρτυρία τοῦ Μπαλάνου
γιά τόν ἀβλαβῆ χαρακτῆρα τῶν μασονικῶν διδαγμάτων καί τήν συμβατότητά τους μέ τόν Χριστιανισμό ἔγινε ἀντικείμενο ἐκμεταλλεύσεως
ἀπό τήν ἐπίσημη Ἑλληνική Μασονία, γιά νά ἐξισορροπήσει
ὄχι μόνον τήν σκληρή κριτική τοῦ Καθηγητοῦ Μπρατσιώτου
κατά τῆς «Βασιλικῆς
Τέχνης» (τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ), ἀλλ΄ ἐπίσης καί
τήν συνακόλουθη καταδίκη της ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τό
1933 (12 Ὀκτωβρίου). Μεταξύ τῶν ἐγγράφων πού ὁ Ἑλληνικός Ἐλευθεροτεκτονισμός
χρησιμοποίησε γιά νά καταρρίψει τίς κατηγορίες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὑπῆρχε καί ἕνα ἄρθρο τοῦ Καθηγητοῦ Μπαλάνου,
δημοσιευμένο στό χριστιανικό περιοδικό «Ἀνάπλασις» τόν Ἰούλιο τοῦ 1934, τό ὁποῖο ἐξέφραζε τήν
γνώμη του ὅτι: «δέν ἐννοῷ γιατί
θέλουμε νά κάνουμε τόν Τεκτονισμό θρησκεία μέ τό στανιό. Ἀκόμη κι ἄν ἡ Μασονία ἀξίωνε ὅτι εἶναι
θρησκεία, καθῆκον τῆς Ὀρθοδόξου
Θεολογικῆς Σχολῆς θά ἦταν νά ἀπέκρουε
τέτοια ὁλωσδιόλου ἀστήρικτη καί
παράλογη ἀξίωση, καθόσον ἡ Μασονία οὐδέν τῶν βασικῶν ὅρων
περιέχει, ἐκ τῶν ὁποίων ἀποτελεῖται ἡ ἔννοια τῆς θρησκείας»[64]. Ὁ Καθηγητής
Μπαλᾶνος ἐκεῖνο τόν καιρό ὑποτίθεται ὅτι ἦταν ἕνας οὐδέτερος
παρατηρητής τῆς ἀντιπαραθέσεως· ἔφθασε μάλιστα στό σημεῖο νά δηλώσει
ὅτι: «Ὁμολογῶ ὅτι οὐδέποτε θά
κατατασσόμουν σέ Σωματεῖο πού δέν ἐκθέτει σαφῶς καί πλήρως
τά σχετικά μέ αὑτό, καί ὅτι ποτέ δέν αἰσθάνθηκα
καμμία τάση ἤ κλίση πρός τίς ὑπερβολικῶς
μυστικίζουσες καί ὑπερβολικῶς συμβολιστικές ἀρχές τῆς Μασονίας,
τίς ὁποῖες - ἀπό ἄλλη πλευρά -
δέν θεωρῶ συμβιβαζόμενες μέ τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, τό ὁποῖο ζητεῖ φῶς καί
δημοσιότητα»[65] (!). Σήμερα γνωρίζουμε ὅτι ὑπῆρξε ἀκόμη ἕνα πιόνι στή
μεγάλη αὐτή σκακκιέρα τῆς ἀποκρυφιστικῆς
διεισδύσεως καί ὅτι θά πρέπει νά ἀποτελεῖ μία διαρκῆ ὑπόμνηση σέ μᾶς γιά τίς
παραπλανητικές μεθόδους πού χρησιμοποιοῦν οἱ Μυστικές Ἑταιρεῖες γιά νά ἐπιτύχουν
τούς ὑπονομευτικούς σκοπούς τους.
Ἁμίλκας Ἀλιβιζᾶτος (1887-1969),
Καθηγητής τῆς Θεολογίας, βοηθός – σέ μεταγενέστερη περίοδο – τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου Α΄
τῆς Κωνσταντινουπόλεως (γ.1887 – θ.1972) καί διακεκριμένη
μορφή τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως.
Ἡ μασονική ἰδιότητα τοῦ Καθηγητοῦ Ἀλιβιζάτου ἔχει ἀποκαλυφθεῖ στό ἑλληνικό
μασονικό περιοδικό Πυθαγόρας[66]. Ἀκόμη, ὁ πρώην Μέγας
Διδάσκαλος (1981-1995) τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος, κ.
Χρῆστος Μανέας στήν πρώτη δημόσια ὁμιλία του,
στήν Κύπρο τό 1990, ἐπιβεβαίωσε τήν φήμη ὅτι ὁ Καθηγητής Ἀλιβιζᾶτος ὑπῆρξε Ἐλευθεροτέκτων[67]. Εἶναι πολύ
χαρακτηριστικό ὅτι στά 1910 ὁ νεαρός θεολόγος Ἀλιβιζᾶτος ὑπηρέτησε ὡς βοηθός[68] τοῦ
προαναφερθέντος Ἐλευθεροτέκτονος Μελετίου Μεταξάκη, τέως Μητροπολίτου Ἀθηνῶν
(1918-1920) καί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως καί Ἀλεξανδρείας,
μαζί μέ τόν Ἀρχιδιάκονο Ἀθηναγόρα (Ἐλευθεροτέκτονα,
ἐπίσης) πού ἀργότερα θά γινόταν Μητροπολίτης τῆς Ἑλληνικῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν στίς ΗΠΑ
καί τελικῶς Οἰκουμενικός Πατριάρχης (1948-1972).
Ἡ συμβολή τοῦ Ἀλιβιζάτου
στόν ἑλληνικό Οἰκουμενισμό εἶναι τόσο μεγάλη καί αὐταπόδεικτη, ὥστε ὁποιαδήποτε
προσπάθεια νά τήν περιγράψει κάποιος μέ ἐπάρκεια θά ἀποδεικνυόταν
χρονοβόρα καί ἄνευ νοήματος, ὅσο καί τό νά προσπαθεῖ κάποιος νά ἀποδείξει τόν
ρόλο τοῦ Νέλσον Μαντέλα στήν κατάρρευση τοῦ Ἀπαρτχάιντ.
Σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ φίλου του (καί συν-Μασόνου) Μεθοδιστοῦ Ἐπισκόπου Γκ.
Μπρόμλεϋ Ὄξναμ[69] (μέλους τῆς διοικήσεως τοῦ ΠΣΕ): «Ἡ ἐπιστημοσύνη
του ἔχει προσφέρει μιά θεμελιώδη συμβολή στήν οἰκουμενική
κίνηση καί ὁ διεισδυτικός νοῦς του ἔχει ἀποτελέσει ἕνα ἀποφασιστικό
παράγοντα γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ἑνότητος πού
χαρακτηρίζει τά μεγάλα χριστιανικά σώματα πού συνεργάζονται στό Παγκόσμιο
Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν [...] Ἡ ἐμπειρία του ὡς λογίου,
πατριώτου καί Χριστιανοῦ τόν ἔχει
καταστήσει μία ἀπό τίς μορφές ἐκεῖνες τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου πού ἀσκοῦν ἐπιρροή καί
δίνουν ἔμπνευση»[70]. Σύμφωνα μέ
μία ἄλλη μαρτυρία «μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς ὁ πρῶτος ὀρθόδοξος, οἰκουμενικῶς ἀναγνωρισμένος,
θεολόγος καί παράγων τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως
καί τῆς προβολῆς τῆς Ὀρθοδοξίας
μέσα σέ αὐτήν»[71].
Ὁ Ἀλιβιζᾶτος κατέστη ὁ μέντωρ ἑνός ἄλλου ἀφοσιωμένου Οἰκουμενιστοῦ, τοῦ Καθηγητοῦ Σάββα Ἀγουρίδη
(1921-2009), τοῦ πρώτιστου μεταξύ τῶν μαθητῶν τοῦ Ἀλιβιζάτου,
πού μέ τήν σειρά του κατηύθυνε μία πλειάδα (ἡγετική
πλειοψηφία, τώρα) μοντερνιστῶν, ἀριστεριστῶν (τῆς Νέας
Ἀριστερᾶς), «πολιτικῶς ὀρθῶν», ριζοσπαστικῶν καί «εἰκονοκλαστῶν» Οἰκουμενιστῶν, πολλοί ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι σήμερα
θεολόγοι σέ ἑλληνικά πανεπιστήμια. Ἡ μεταστροφή
τοῦ Καθηγητοῦ Ἀγουρίδη στή θρησκευτική κίνηση τοῦ Κορεάτη
«μεσσία» Σάν Μιούνγκ Μούν (ἱδρυτοῦ τῆς «Ἐκκλησίας τῆς Ἑνώσεως»), πολλά ἔτη πρίν τόν
θάνατο τοῦ Καθηγητοῦ (2009), καταδικάστηκε ἐπισήμως ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τό
1996. Ἐκ τῶν τεσσσάρων Τμημάτων τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καί
Θεσσαλονίκης, μόνον ἕνα, τό Τμῆμα Ποιμαντικῆς Θεολογίας τῆς
Θεσσαλονίκης (μή ἀναφέροντας ὅμως τό ὄνομα τοῦ καθηγητοῦ) ἀνταποκρίθηκε
στό αἴτημα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά συμμερισθεῖ τήν ἐκ μέρους Της
καταδίκη αὐτή[72].
Ἡ ἱστορική
συνάφεια τῆς πρώιμης μασονικῆς διεισδύσεως
Ἡ ταυτόχρονη
παρουσία καί δράση στόν ἑλληνικό χῶρο Ἱεραρχῶν καί θεολόγων μέ μασονικά καί οἰκουμενιστικά
φρονήματα, συνέπεσε ἐπίσης καί μέ τήν ἔναρξη τῶν πρώτων
διαδικασιῶν τῆς Παγκοσμιοποιήσεως, στίς ὁποῖες ἡγοῦνταν ἄλλοι ἐπιφανεῖς καί μέ ἐπιρροή Ἐλευθεροτέκτονες
καί Θεοσοφιστές. Περί τό τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος, λίγο
πρίν ὁ Ἰωακείμ Γ΄ ἀνοίξει τήν πύλη στήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογική
εὐλυγισία καί χαλαρότητα, τό Κοινοβούλιο τῶν Θρησκειῶν, πού
συγκλήθηκε στό Σικάγο τοῦ Ἰλλινόι τό 1893, εἶχε
προετοιμάσει τό ἔδαφος γιά τήν μεταγενέστερη διαθρησκειακή προσέγγιση· ἡ ἰσχυρή
παρουσία Θεοσοφιστῶν ἐκεῖ ἦταν ὁλοφάνερη, καί ἐκεῖνοι ἐξέφρασαν
δημοσίως τίς προσδοκίες καί τά σχέδιά τους: «Τό Κοινοβούλιο τῶν Θρησκειῶν ἐπισήμως ἀνοίγει τήν
Δευτέρα, 11 Σεπτεμβρίου, καί ἐμεῖς
προγραμματιζόμαστε γιά τήν ἑπομένη
Παρασκευή καί τό Σάββατο, 15 καί 16 Σεπτεμβρίου 1893 [...] Οἱ ὁμιλητές μας ἔχουν εὐγλωττία, οἱ συγγραφεῖς μας εἶναι
πειστικοί. Ποῦ μποροῦν νά βροῦν μία
καλύτερη εὐκαιρία νά διασπείρουν τήν θεοσοφική ἰδέα, παρά ἐδῶ ἀκριβῶς, σέ αὐτό τό
θαυμάσιο Κοινοβούλιο τῶν Θρησκειῶν, τό μέρος ὅπου συναντῶνται οἱ καλύτεροι
νόες Εὐρώπης καί Ἀμερικῆς, τό κέντρο
διανοήσεως πρός τό ὁποῖο θά στραφεῖ ὅλη τοῦ κόσμου ἡ κουλτούρα
σέ αὐτό τό ἔτος τοῦ 1893; [...]
τοῦ ὁποίου οἱ συνεδριάσεις θά διαμορφώσουν
ἕνα τεράστιο ἱστορικό
γεγονός, σηματοδοτώντας τήν ἀλλαγή ἀπό τήν
παλαιά διαχείριση τοῦ σκότους καί τοῦ δογματισμοῦ στήν νέα ἐποχή τοῦ φωτός, τῆς ἐλευθερίας τῆς σκέψεως
καί θρησκευτικῆς ἐκφράσεως, καί ὑπεράνω
πάντων, τοῦ πνεύματος τῆς παγκοσμίου
ἀδελφότητος μέ τό ὁποῖο ἐμψυχώνεται ἡ Θεοσοφική Ἑταιρεία καί
τοῦ ὁποίου αὐτή εἶναι πράγματι
ὁ μόνιμος φορεύς;»[73].
Ἡ πρώιμη οἰκουμενική
δραστηριότητα ἐντός τοῦ προτεσταντικοῦ κόσμου, στοχεύουσα στήν καλύτερη
διοργάνωση τῆς φιλανθρωπίας καί ἱεραποστολῆς, κέρδισε
τεράστια ὑποστήριξη ἀπό τήν δυναστεία Ροκφέλλερ, ἡ ὁποία ἐπροτίθετο νά
χειραγωγήσει τήν Οἰκουμενική Κίνηση καί, μέσῳ τοῦ ἔργου τοῦ Τζόν Μόττ,
νά χρησιμοποιήσει ἐξ ἴσου κληρικούς καί θεολόγους μέ στόχο νά ἑνώσει «σέ
κοινό σκοπό καί ἐργασία τούς μελλοντικούς ἡγέτες τῆς Ἐκκλησίας καί
τοῦ Κράτους σέ ὅλες τίς χῶρες»[74]. Ὁ
ρόλος-κλειδί τοῦ Μόττ, ἱδρυτοῦ τῆς Χ.Α.Ν., κυριαρχεῖ σέ αὐτήν τήν ἐποχή, καί ὄχι πρός
μεγάλη μας ἔκπληξη, ὁ Μόττ ἦταν μέλος τῆς ἀδελφότητος Φί
Βῆτα Κάππα, θεωρουμένης ὡς κλάδου τῶν Γερμανῶν Ἰλλουμινάτι[75]. Τό κῦρος τοῦ Μόττ μεταξύ
τῶν Ἑλλήνων οἰκουμενιστῶν (τοῦ Ἀλιβιζάτου, ἐπί παραδείγματι[76]) ὑπῆρξε
πρωτόγνωρο. Ἡ πρώιμη συνεργασία τους ἔφερε τήν ἀνάδυση τοῦ Παγκοσμίου
Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν. Οὕτως ἤ ἄλλως, ἡ πρώτη ὁμολογία μέ τήν ὁποία οἱ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι Οἰκουμενιστές
καθιέρωσαν ἐκκλησιαστικές σχέσεις ὑπῆρξε ἐκείνη τῶν Ἀγγλικανῶν· ἀλλ’ ὁ Ἀγγλικανισμός
εἶχε ἤδη ἀπό ἐνωρίς γίνει ἀντικείμενο διεισδύσεως τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ· μάλιστα σέ
ἑλληνικό μασονικό ἄρθρο τοῦ 1934, οἱ Ἐλευθεροτέκτονες
ἐκαυχῶντο ὅτι τά τρία τέταρτα τοῦ ἀγγλικανικοῦ κλήρου ἦταν τότε
Μασόνοι[77].
Τά
πρότυπα γιά τήν θρησκευτική Παγκοσμιοποίηση, δηλ. τόν Οἰκουμενισμό,
καταστρώθηκαν μέσῳ τοῦ παραδείγματος τῆς Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν. Ὁ Πατριάρχης
Μελέτιος Μεταξάκης ἐπροτίθετο νά ὑποστηρίξει τήν συνεργία τῆς Κοινωνίας
τῶν Ἐθνῶν μέ τήν παγκόσμια Ὀρθοδοξία,
καθώς ὑπονοοῦσαν τά λόγια του στό Συνέδριο τοῦ 1923, ὅπου ὁ Μελέτιος μέ
ἔμμεσο τρόπο προσπάθησε νά ὑπαγάγει τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες
στήν ἐξουσία τῆς Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν: «1)
Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἐρχόμενο πρῶτα σέ
συνεννόηση μέ τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί ἔχοντας τήν
γνώμη τους θά δηλώσει στήν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει τήν
προθυμία νά ἀποδεχθεῖ τό νέο ἡμερολόγιο
πού πρόκειται νά ἐξευρεθεῖ, ἐφ΄ ὅσον αὐτό θά τό ἀποδέχονταν ὅλες οἱ
χριστιανικές ἐκκλησίες. Ἐάν ἡ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν θεωρεῖ τόν ἑαυτό της ἀναρμόδιο γιά
νά δεχθεῖ τήν τέτοιου εἴδους δήλωση
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐπαφίεται σέ
αὐτό νά πράξει τό πρέπον»[78]. Καί οἰκουμενιστές ἱστορικοί ἐπίσης, στήν
δική τους ἐξιστόρηση τοῦ πρωΐμου Οἰκουμενισμοῦ, συνήθως
τονίζουν τήν θεμελιακή παρόρμηση τῶν δυτικῶν κοινωνιῶν μετά τόν
Α΄ Π.Π. νά ἐμπεδώσουν τήν θρησκευτική ἀνεκτικότητα
καί καταλλαγή καί ἔτσι νά ἀποφύγουν ἀκόμη ἕνα «πόλεμο πού θά τερματίσει ὅλους τούς
πολέμους»[79]. Ἡ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν κατά κοινή
παραδοχή ἐπανδρωνόταν ἀπό Ἐλευθεροτέκτονες·
ἡ ἑλληνική μασονική ἐπιθεώρηση «Πυθαγόρας» γράφει: «Ζωντανό
παράδειγμα γιά ἐμᾶς τούς Ἕλληνες εἶναι ἡ Φιλική Ἑταιρεία καί,
ἀπό τίς σύγχρονες τεκτονικές προσπάθειες, ἡ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν, τό Ἐτήσιο
Διεθνές Συνέδριο Εἰρήνης, ἡ Near East Relief, ἡ Χριστιανική
Ἀδελφότης τῶν Νέων, καί ἄλλοι ἀναρίθμητοι ἀνθρωπιστικοί
καί ἐκπολιτιστικοί ὀργανισμοί»[80] · πράγματι,
μέχρι σήμερα κατάλογοι Ἐλευθεροτεκτόνων διεκδικοῦν πολλά ἀπό τά μέλη τῆς Κοινωνίας
τῶν Ἐθνῶν[81].
Ἐπίλογος
Μέ τήν
σκιαγράφηση τῆς διασυνδέσεως μεταξύ Οἰκουμενισμοῦ, Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ καί πολιτικῆς,
σαρκωμένης σέ μερικούς πολύ σημαντικούς ὑπερασπιστές
τοῦ οἰκουμενιστικοῦ σκοποῦ (μολονότι ἡ ἀνακοίνωσή
μας ἔχει περισσότερο ἀποσπασματικό χαρακτήρα, διότι ἡ ἔρευνά μας εἶναι ἐν ἐξελίξει), ἐπιθυμοῦμε νά ἐγχαράξουμε
στόν νοῦ τοῦ ἀναγνώστου ἐπίσης τό γεγονός ὅτι ἡ ἀνεκτικότητα,
ὅπως οἱ Ἐλευθεροτέκτονες τήν ἀντιλαμβάνονται,
ὑπό τήν ἔννοια τῆς ἐγκολπώσεως ὅλων τῶν θρησκειῶν[82], εἶναι ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ τῆς νοοτροπίας
τους: «Ἡ σύλληψη τοῦ ὑποθετικοῦ χαρακτῆρος ὅλων τῶν ἀληθειῶν, ἀπεικονίζει
τό ἀπελευθερωτικό μοτίβο παραλλήλως μέ τήν ἐλευθεροτεκτονική
ἰδέα τῆς ἀνεκτικότητος
[...] Τό πιό σημαντικό καθῆκον τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ εἶναι, μέσῳ τῆς ἐκπαιδεύσεως,
πρωτίστως ἐκπαιδεύσεως τῶν ἰδίων τῶν μελῶν του, νά
φέρει τήν ἀνεκτικότητα στίς ἐξελίξεις πού
ἀφοροῦν στίς μάζες, οἱ ὁποῖες εἶναι
καθεαυτές μή ἀνεκτικές, μαστιζόμενες ἀπό ἀνεύθυνους ἡγέτες. Μέσῳ αὐτῆς τῆς ἀποστολῆς συμμετέχει
αὐτός [ὁ Τεκτονισμός] – μέ ἕνα ἐξαίρετο
τρόπο – στήν πνευματικοποίηση καί εἰρηνοποίηση τῶν κοινωνικῶν ἀλλαγῶν καί καλεῖται μέ τήν ἔννοια αὐτή νά ἀποτελέσει ἕνα
περισσότερο σημαντικό παράγοντα κουλτούρας, ἄν πρόκειται
νά ἀνταποκριθεῖ στήν ἀποστολή του.
Συνεπῶς, ἡ Στοά δέν ἔχει
σπουδαιότερο καθῆκον ἀπό τήν ἐκπαίδευση
γιά ἀνεκτικότητα»[83].
Ὁ ὁλοφάνερος ζῆλος μέ τόν ὁποῖον ὁ οἰκουμενιστικός
κλῆρος καί ἡ οἰκουμενιστική διανόηση ἔχουν μέχρι
τώρα προωθήσει τό πρόγραμμά τους καί συνεχίζουν νά τό ὠθοῦν
κατεδαφίζοντας τά πάντα, ἀνεξαρτήτως ὅλων τῶν ἐμποδίων πού
συναντοῦν, ἴσως εἶναι ἕνα σοβαρό σημεῖο γιά τό ὅτι ἡ ἀνάμειξη τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ καί τῶν
παγκοσμιοποιητῶν στίς ὑποθέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι κάθε ἄλλο παρά παρελθόν.
συνεχιζεται...