Τοῦ πρωτοπρεσβύτερου π. Διονυσίου Τάτση
Ἡ μεγάλη ἀδυναμία
πολλῶν χριστιανῶν εἶναι ὅτι ἀγνοοῦν καὶ τὰ στοιχειώδη τῆς πίστεως. Καὶ ὅταν φαίνεται ὅτι κάτι γνωρίζουν παραπάνω, πάλι ἔχουν ἄγνοια καὶ εὔκολα διαστρεβλώνουν τὴν ὀρθὴ πίστη.
Τὰ ἐπιχειρήματα τὰ ἔχουν ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἐνεργοῦνται ἀπὸ πνεύματα πλάνης καὶ διδασκαλίες δαιμόνων. Εἶναι θύματα διεστραμμένων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι ξένοι. Μέσα ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν ἐμφανίζονται καὶ προσπαθοῦν νὰ ἔχουν μαθητὲς καὶ ὀπαδούς. Οἱ πλανεμένοι αὐτοί, μὲ τὸν ἑωσφορικὸ ζῆλο ποὺ ἔχουν, κάνουν πνευματικὴ ζημιὰ καὶ πρέπει νὰ θεωροῦνται ἐπικίνδυνοι. Εἶναι οἱ «ἀτάκτως περιπατοῦντες», ποὺ ἀρνοῦνται τὴν ἐργασία, τὴν ἠθική τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γνώριζε τὴν ὕπαρξη καὶ τὴ δράση τους, γι’ αὐτὸ καὶ ἔγραφε στὴν Β΄ πρὸς Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή του: «Σᾶς παραγγέλλουμε, ἀδελφοί, στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ἀποφεύγετε κάθε ἀδελφὸ ποὺ εἶναι ἀργόσχολος καὶ δὲν ζεῖ σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση ποὺ παρέλαβε ἀπὸ μᾶς» (γ΄ 6).
Ἀπέναντι σ’ αὐτοὺς πρέπει νὰ εἴμαστε προσεκτικοὶ καὶ νὰ ἐξετάζουμε, ἂν τὰ ὅσα λένε εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό. Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ τοὺς καταλάβουμε μὲ τὴν πρώτη ἐπικοινωνία, γιατί πάντα χρησιμοποιοῦν τὴν ὑποκρισία, ἡ ὁποία καλύπτει τὸ πρα-γματικό τους πρόσωπο. Ὁ Χριστὸς ἀναφερόμενος στοὺς ψευδοπροφῆτες τονίζει: «Φυλαχτεῖτε ἀπὸ τοὺς ψευδοπροφῆτες, ποὺ σᾶς ἔρχονται ντυμένοι σὰν πρόβατα, ἀπὸ μέσα τους ὅμως εἶναι λύκοι ἁρπακτικοί. Θὰ τοὺς καταλάβετε ἀπὸ τὰ ἔργα τους. Μήπως μαζεύουν ἀπὸ τὰ ἀγκάθια σταφύλια καὶ ἀπὸ τὰ τριβόλια σύκα; Ἕνα καλὸ δέντρο κάνει καλοὺς καρπούς, ἐνῷ τὸ ἄχρηστο δέντρο κάνει ἄχρηστους καρπούς. Δὲν μπορεῖ τὸ καλὸ δέντρο νὰ κάνει ἄχρηστους καρποὺς οὔτε τὸ ἄχρηστο δέντρο νὰ κάνει καλοὺς καρπούς. Κι ὅποιο δέντρο δὲν κάνει καλοὺς καρπούς, τὸ κόβουν καὶ τὸ ρίχνουν στὴ φωτιά. Θὰ τοὺς καταλάβετε, λοιπόν, ἀπὸ τοὺς καρποὺς τους» (Ματθ. ζ΄ 15- 20).
Οἱ ψευδοδιδάσκαλοι καὶ οἱ αἱρετικοὶ δὲν ἀποκαλύπτουν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ποιοὶ εἶναι καὶ
τί πρεσβεύουν. Περιμένουν νὰ
σταθεροποιηθεῖ ἡ ἐπικοινωνία καὶ μετὰ
ἀρχίζουν τὸ ἔργο τους μὲ τρόπο ἀθῷο καὶ
εὐγενικό. Ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἐπισημαίνει τὸν πνευματικὸ
κίνδυνο καὶ ζητάει ἀπὸ τοὺς χριστιανούς νὰ μὴ ἔχουν ἐμπιστοσύνη
στὸν καθένα. Γράφει σχετικά: «Ἀγαπητοί μου, μὴ ἐμπιστεῦστε ὅλους
ἐκείνους ποὺ ἰσχυρίζονται πὼς ἔχουν τὸ Πνεῦμα,
ἀλλὰ δοκιμάζετέ τους γιὰ νὰ διαπιστώσετε ἂν τὸ
πνεῦμα ποὺ ἔχουν εἶναι ἀπὸ τὸ Θεό. Γιατί πολλοὶ ψευδοπροφῆτες ἔχουν ξεχυθεῖ μέσα στὸν
κόσμο» (Α΄ Ἰωάν. δ΄ 1).
Τοὺς ψευδοπροφῆτες δὲν
πρέπει νὰ τοὺς δεχόμαστε καὶ νὰ τοὺς χαιρετᾶμε,
γιὰ νὰ μὴ γινόματε συμμέτοχοι στὰ πονηρά τους ἔργα. Ὅλα τὰ παραπάνω ἰσχύουν καὶ γιὰ πολλοὺς
κοσμικοὺς ἀνθρώπους, ἄσχετους μὲ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ παραδόξως διατηροῦν ἕνα ἀνεξήγητο ἐνδιαφέρον γιὰ
τὶς ἐντολὲς
τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Θέλουν νὰ σχολιάζουν καὶ
νὰ ἀπαξιώνουν καθετὶ ποὺ ἀναφέρεται στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τοὺς
κληρικούς, προβάλλοντας συγχρόνως τοὺς ἑαυτοὺς
τους ἀνώτερους, προοδευτικότερους καὶ φυσικὰ
σοφότερους. Καὶ αὐτὴ ἡ κατηγορία ἀνθρώπων εἶναι ἐπικίνδυνη, γιατί δίνει ἕνα παράδειγμα μὲ βάση τὸ σύγχρονο κοσμικὸ φρόνημα, τὸ ὁποῖο στοχεύει νὰ πλήξει τὴν Ἐκκλησία μὲ τρόπο πλάγιο καὶ
συγκαλυμμένο. Ἰσχυρίζονται οἱ «τετραπέρατοι» αὐτοὶ σκοταδιστές, ὅτι μὲ
τὶς θεωρίες τους ἐλευθερώνουν τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ προλήψεις καὶ θρησκοληψίες καὶ τοὺς ἀνοίγουν ὁρίζοντες
πέρα ἀπὸ τὴν πίστη στὸ Θεὸ
καὶ χωρὶς τὸ
σωτήριο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Χρειάζεται διαρκὴς πνευματικὴ ἐγρήγορση, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὰ ὄργανα τοῦ διαβόλου μὲ ἀποτελεσματικότητα.