(Επίσκοπος Αυγ. Καντιώτης - «Εις την Θείαν Λειτουργίαν»)
Του Ν. ΣΑΚΑΛΑΚΗ
Είναι αλήθεια, ότι στον μακαριστό Επίσκοπο π. Αυγουστίνο Καντιώτη υπήρχε μια σύμπτωση νοητικής δύναμης και Αγιοπνευματικής γνώσης, ένα κορυφαίο και λαμπρό αμάλγαμα θείων δωρεών, που το βρίσκουμε στους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας (Βασίλειος, Χρυσόστομος κ.λ.π.).
Στο
διαχρονικό ερώτημα «Τι είναι η Θεία Λειτουργία;», έχουν δοθεί πολλές, εύστοχες
θεολογικές απαντήσεις, όπως: «Πασχάλιο Δείπνο» ή «Θυσία αινέσεως».
Πιστεύω,
ότι η απάντηση – χαρακτηρισμός του π. Αυγουστίνου είναι μία από τις πλέον
(θεολογικά) περιεκτικές απαντήσεις. Την εκκλησιολογική διατύπωσή της, την
συναντούμε στην εισαγωγή (πρόλογος) του βιβλίου του «Εις την Θείαν Λειτουργίαν»,
που είναι μία συλλογή πρακτικών ομιλιών του.
Εκεί
διαβάζουμε: «Κέντρο της λατρευτικής συνάξεως για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς
είναι ο Ναός. Μέσα στο Ναό οι πιστοί ζουν και απολαμβάνουν την Χάρι των θείων
Μυστηρίων. Η μεγαλύτερη δε ευκαιρία θεϊκής χάριτος είναι η τέλεσις της Θ.
Λειτουργίας».
Στις
σελίδες του βιβλίου περιέχονται όλα τα θεολογικά χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν
την γνήσια και αληθινή (ορθόδοξη) ερμηνεία της Θ. Λειτουργίας. Πιστεύω, ότι η
Λειτουργική συνείδηση του π. Αυγουστίνου εκφράζεται, στις ομιλίες αυτές, σ’ όλη
της την πληρότητα.
Αυτή η οξύτατη λειτουργική συνείδησή του, ελέγχει τους σημερινούς επισκόπους, που διαποτίστηκαν – αιχμαλωτίστηκαν από την βλάσφημη αντίληψη, ότι ο Ι. Ναός είναι πεδίο φυσικής πάλης ανθρώπου και ιών, ότι στο Ναό ελλοχεύει λοιμική απειλή, ενδεχομένως ο πόνος της λοίμωξης και ο θάνατος, που δεν τα εξουδετερώνει από μόνη της η Θ. Λειτουργία με τις ευχές της, παρά μόνο με το κλείσιμο των Ναών και τη χρήση μάσκας. Αυτή είναι η πεποίθηση των περισσοτέρων επισκόπων.
Είναι
οι σημερινοί ιεράρχες κήρυκες της Θείας χάριτος, που σκεπάζει το εκκλησίασμα
και τους Ι. Ναούς ή εκφραστές ανθρωπιστικής αγωνίας; Είναι η συνείδηση που
βαστάζει επάνω της αιώνες ορθόδοξης πορείας; Δεν είναι, δυστυχώς, πλην ολίγων
εξαιρέσεων, που επιλέγουν, όμως, μια ατομική απομόνωση εκτός της γραμμής των
Αγίων Πατέρων.
Πονάει
ο Άγγελος της Εκκλησίας της Ελλάδος, διότι οι ποιμένες δέχθηκαν από τους
κρατικούς λοιμοξιολόγους «νέα όρια» για την θεολογία – οντολογία του Ι. Ναού
και κατά προέκταση για την Θ. Λειτουργία.
Χρειάζεται
να καταδικάσουν τη «σύνοδο» στην Κρήτη, για να συμφιλιωθούν με τη Θεία Χάρι και ν’ αποκτήσουν
βούληση ενεργητικής αντίστασης έναντι στην επέλαση της «νέας τάξης» πραγμάτων.
Μια άξια ποιμαντική παρουσία δεν είναι δυνατή χωρίς καθαρότητα πίστεως.
Γιατί
η ενέργεια της Θ. Λειτουργίας δεν έγινε ακόμη ορατή – αντιληπτή στα ακρότατα
όριά της, διώκοντας τον Κορονοϊό; Γιατί οι τόσες ευχές της δεν απελευθερώνουν,
ακόμη, τον κοινωνικό οργανισμό από την πίεσή του, οικονομική και επιδημιολογική;
Η απάντηση είναι απλή, πνευματική: Η Εκκλησία της
Ελλάδος, υπό οικουμενιστική πλέον διοίκηση, δεν βρίσκεται στην αυθεντική
παράδοση της Ορθοδοξίας ενώ το πλήρωμα σιωπά (συγκαταβαίνει).
Δεν αντιδρά το πλήρωμα ούτε στα αντι-χριστιανικά ούτε στα αντεθνικά
νομοθετήματα.
Επί
πλέον:
α)
Συνεχίζεται η μνημόνευση των αιρετικών επισκόπων στις Λειτουργίες, ως
ενεργητικών μετόχων στην Ορθόδοξη πίστη.
β)
Οι επίσκοποι και το πλήρωμα δεν κινούνται ως αντίρροπες πνευματικές δυνάμεις
απέναντι στην υλοκρατική αντίληψη του Κράτους περί Θ. Λειτουργίας, περί εικόνων
και περί Ι. Ναού.
γ)
Το Άγιο όρος, οι Ι. Μονές, οι χριστιανικές αδελφότητες και ο Ι. Κλήρος, δεν
δείχνουν (έμπρακτα) ότι είναι κηρυγμένοι εχθροί της αιρέσεως, του
οικουμενιστικού συσκοτισμού δηλ.
δ)
Σε προηγούμενους μήνες εμποδίσθηκε η υποστατική ένωση του Χριστού με το
πλήρωμα, με την απαγόρευση της Θ. Λειτουργίας παρουσία των πιστών (κλείσιμο Ι.
Ναών, ακοινωνησία).
Η
ανωτέρω πραγματικότητα (και άλλα πολλά) λειτουργεί προς «ψύξη της αγάπης των
πολλών» και ως «βδέλυγμα ερημώσεως» (Ματθ. 24, 12-15).
Το
εκκλησιολογικό μέγεθος της διατυπώσεως του π. Αυγουστίνου, ότι «Η μεγαλύτερη
ευκαιρία θεϊκής χάριτος είναι η τέλεσις της Θ. Λειτουργίας», είναι αντάξιο –
ισοδύναμο των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας.
Αναπτύσσει
τον περίλαμπρο χαρακτηρισμό – θέση του, ως θεολογική ανάλυση, σ’ όλες τις
σελίδες του βιβλίου του «Εις την Θείαν Λειτουργίαν».
Σήμερα,
όπου υπάρχει μια γενική παραδοχή, ότι υπάρχει σε εξέλιξη μια ιθύνουσα πλανητική
ρύθμιση με τα χαρακτηριστικά μιας υπερεθνικής κυριαρχίας με defacto
επιβολή πολιτικών καταστάσεων, η μελέτη του βιβλίου (Εις την Θείαν Λειτουργίαν»
του π. Αυγουστίνου, θα ξυπνήσει (αγωνιστικά) το συνειδησιακό ενδιαφέρον του
πιστού για την Ορθοδοξία, για την πατρίδα, για τη δημοκρατία, για τη γλώσσα και
για την παράδοση της διαχρονικής Εκκλησίας, ενδιαφέρον πνευματικό, που θαρρείς
ότι εξέλιπε.
Αν
κάπου μπορεί να πάρει κανείς ύψιστο μάθημα «περί Ι. Ναού», συνιστώ ένθερμα να
μελετήσει την ανάπτυξη της τρίτης δεήσεως (Μ. συναπτή) «Υπέρ του αγίου οίκου
τούτου… του Κυρίου δεηθώμεν» στη σελίδα 77 του εν λόγω βιβλίου.
Στη
σελ. 80, διαβάζουμε: «Κανένα άλλο μέρος της γης δεν έχει τόση χάρη, όση ο
ναός».
Η
παρατήρηση του π. Αυγουστίνου μας θυμίζει το ψαλμικό «Κύριε ηγάπησα ευπρέπειαν
οίκου σου και τόπον σκηνώματος δόξης σου» (Ψαλμ. 25) και συμφωνεί, η παρατήρηση
αυτή, και με τη διδασκαλία του Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης στο βιβλίο του «η
εν Χριστώ ζωή», όπου διαβάζουμε:
«Αληθώς
ο Ναός είναι ουρανός επί της γης».
Στο
ίδιο κεφάλαιο («ο οίκος του Θεού») του Αγίου Ιωάννου διαβάζουμε, επίσης: «εις
τον Ναόν η καρδία του Θεού είναι ολόκληρος εστραμμένη προς σε, με όλην της την
αγάπην και όλους της τους οικτιρμούς· και κατά την πίστιν σου είναι έτοιμος
να σκορπίση όλας Του τας ευλογίας επί σου».
Καμία
σχέση δεν έχουν οι λόγοι των Αγίων περί Ι. Ναού με τον σημερινό κρατικό
πνευματικό ευτελισμό – εξευτελισμό του Ι. Ναού, που τον ανέχεται (τον
ευτελισμό) με τον φόβο του κορονοϊού μεγάλος αριθμός πιστών, κληρικών και
ιεραρχών, που παρασύρονται από την άρνηση των άθεων
λοιμοξιολόγων.
«Οι
ιεροί ναοί είναι τόποι που προκαλούν την αποστροφή και το μίσος των απίστων και
των αθέων, των εχθρών του Χριστιανισμού. Αυτοί δεν θέλουν ναούς. Κι’ η καμπάνα
ακόμα που χτυπάει τους ενοχλεί και σαν λυσσασμένοι αφρίζουν απ’ την κακία τους
και βλαστημούν το Θεό!» (Επίσκοπος Αυγ. Καντιώτης, Σελ. 80)
ΝΙΚΟΣ
Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ