Ὁ ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης κονιορτοποιεῖ τὴν αἱρετικὴ οἰκουμενιστικὴ διδασκαλία περὶ Πρωτείου.



Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου

Μία ἀπὸ τὶς κύριες κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν, ἐκφρασμένη ἀπὸ τὸν πνευματικό τους ἰνστρούκτορα («μέγα της εποχής μας θεολόγο», ὅπως αὐτοὶ τὸν ὀνομάζουν) Περγάμου Ζηζιούλα, εἶναι ἡ βλάσφημη θεωρία περὶ Πρωτείου τοῦ Πατρὸς στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ συνεπῶς περὶ Πρωτείου καὶ στὴν Ἐκκλησία (στὴν Δύση τὸν Πάπα καὶ στὴν Ἀνατολὴ τὸν πατριάρχη Κων/πόλεως).

Στὶς 23 Φεβρουαρίου 2008 στὴν Ἀκαδημία τοῦ Βόλου ὁ Περγάμου Ζηζιούλας ἐρωτώμενος γιὰ τὸ Μυστήριο τῆς Ἱεραρχίας, εἰσήγαγε (μέχρι σήμερα ἀτιμώρητα) τὴν «εἰδωλολατρικὴ» ἔννοια τῆς ἀναλογίας μεταξὺ τῆς Ἱεραρχίας καὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος, μὲ σκοπιμότητα τὴν δικαιολόγηση τοῦ Πρωτείου τοῦ Πάπα καὶ φυσικὰ τοῦ Βαρθολομαίου! Ἡ θέση αὐτὴ μὲ εὐθύνη τῶν λοιπῶν Ἐπισκόπων παγιώθηκε πιὰ στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κύκλους καὶ ἀκυρώνει τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Μᾶς ἐδίδαξε, λοιπόν, ὁ Ζηζιούλας τὴν κακόδοξη βασικὴ θεωρία τῶν Οἰκουμενιστῶν, ὅτι μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα ἔχουμε «διαβάθμιση» καὶ Πρωτεῖο:

«Ὁ πρῶτος λοιπὸν αὐτομάτως γεννᾷ τὴν Ἱεραρχία. Ὀντολογικὰ ἡ Ἱεραρχία ὑπάρχει καὶ στην Ἁγ. Τριάδα. Ἡ πηγή, ἡ Ἀρχή, εἶναι ὁ Πατήρ, ἀπὸ ’κεῖ πηγάζουν τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγ. Τριάδος. Στὴν Ἁγία Τριάδα, λοιπόν, ἔχουμε μία διαβάθμιση, δὲν ἔχουμε αὐτόματη συνύπαρξη, ἀλλὰ ἔχουμε ὕπαρξη ἡ ὁποία μεταφέρεται ἀπὸ τὸν ἕναν στὸν ἄλλον. Ἐὰν βάλουμε τὰ πρόσωπα νὰ ἐμφανίζονται ἔτσι ταυτόχρονα, τότε καταργοῦμε τὴν ἔννοια τῆς αἰτιότητος. Ἡ αἰτιότητα δὲν εἶναι κάτι ποὺ μποροῦμε νὰ παραβλέψουμε. Ἡ αἰτιότητα εἶναι βασικὸ στοιχεῖο τῆς Ἑτερότητος. Ἡ Ἑτερότητα στὴν Ἁγία Τριάδα δὲν ἀναδύεται ἔτσι φυσικά, αὐτομάτως. Ὑπάρχει ἕνα πρόσωπο, πρέπει νὰ προέρχεται ἐλεύθερα. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ὅμως ποὺ εἰσάγουμε αὐτὸ τὸ πρόσωπο, αὐτὴ τὴν αἰτιότητα, εἰσάγουμε Ἱεραρχία» (ἐδῶ).

Τὴν κακοδοξία αὐτὴ κονιορτοποιεῖ ὁ ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης, ἕνας ἀπὸ τοὺς πραγματικοὺς θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν ὁποῖο σήμερα ἑορτάζουμε.

Στὴν συγγραφή του «Περὶ τῆς θεότητος Υἱοῦ καὶ Πνεύματος, καὶ ἐγκώμιον εἰς τὸν δίκαιον Ἀβραάμ» ὁ Ἅγιος ἀναφερόμενος στὸν Ἀβραάμ σημειώνει ὅτι, ὅταν ὁ Θεὸς ἔδωσε ὑπόσχεση στὸν Ἀβραάμ, ἐπειδὴ δὲν εἶχε νὰ ὁρκιστεῖ ἀπέναντι σὲ κανέναν μεγαλύτερο, ὁρκίστηκε στὸν ἑαυτό Του» ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ' οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, καθ' ἑαυτοῦ ὤμοσε λέγων ἃ εἴρηκεν»). Αὐτὰ τὰ λόγια, λέγει ὁ Ἅγιος, δὲν ἀναφέρονται στὸν Πατέρα, ἀλλὰ στὸν Υἱό, ἀφοῦ ὁ Υἱὸς εἶναι ὁ «Ἄγγελος» ποὺ παρουσιάζεται στὴν περίπτωση τῆς θυσίας τοῦ Ἀβραάμ.

Στὴν συνέχεια ὁ ἅγ. Γρηγόριος διηγεῖται τὴν «θυσία τοῦ Ἀβραάμ» καὶ ἀποδεικνύει ξεκάθαρα ὅτι ὁ Πατὴρ δὲν εἶναι «μείζων» τοῦ Υἱοῦ («ὅτι μείζων τοῦ Υἱοῦ ὁ Πατὴρ οὐκ ἔστιν»).

Καὶ ὁ Ἅγιος θέτει τὸ εὔλογο καὶ συνάμα ἐπίκαιρο ἐρώτημα, ποὺ οἱ σύγχρονοι ἐπίσκοποι καὶ θεολόγοι δυστυχῶς ὄχι μόνο ἀποκρύπτουν ἀλλὰ καὶ καταργοῦν:

«Πῶς λοιπόν, λένε αὐτοί, (σσ. οἱ αἱρετικοὶ καὶ σήμερα ὁ Ζηζιούλας) ὅτι ὁ Πατὴρ κατέχει πρωτεῖο ὡς πρὸς τὸν Υἱό, ἐνῶ ὁ Παῦλος λέγει, ὅτι αὐτὸ δὲν ἰσχύει, δηλ. ὁ Πατὴρ δὲν ἔχει πρωτεῖο; (Πῶς οὖν οὗτοι λέγουσι μείζονα τοῦ Υἱοῦ τὸν Πατέρα, τοῦ Παύλου λέγοντος ὅτι οὐκ ἔχει τὸ μεῖζον;)»

Ἡ κονιορτοποίηση τῆς Ζηζιούλιας αἱρέσεως ποὺ ἀποτελεῖ ἀναβίωση μὲ νέα ἐπιχειρηματολογία τῶν ἀρειανικῶν καὶ ὄχι μόνο αἱρέσεων τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου συνεχίζεται καὶ στὴν ἐπιστολή του «Ἡρακλειανῷ αἱρετικῷ», ὅπου οὐδεμία ἀναφορὰ γίνεται περὶ διαβαθμίσεως καὶ Πρωτείου μὲ προεκτάσεις στὴν Ἐκκλησία. Ἀντιθέτως μεταξὺ ἄλλων λέγει ὁ Ἅγιος (ἡ μετάφραση δική μου, ὅσο αὐτὴ μπορεῖ νὰ ἐκφράσει τὸν πυκνὸ λόγο τοῦ Ἁγίου):

«Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο δίνουμε τὴν ἀκόλουθη συμβουλή: Νὰ μὴ ἀποχωρεῖτε ἀπὸ τὴν ἁπλότητα τῶν πρώτων ρημάτων τῆς πίστεως ἀντιμαχόμενοι τὴν σωτηρία σας, ἀλλὰ νὰ παραδέχεσθε στὴν ψυχή σας Πατέρα καὶ Υἱὸν καὶ Πνεῦμα Ἅγιον, μὴ θεωρώντας ὅτι πρόκειται περὶ μίας πολυωνύμου ὑποστάσεως· διότι δὲν εἶναι δυνατόν νὰ θεωροῦμε τὸν Πατέρα Πατέρα τοῦ ἑαυτοῦ Του… οὔτε νὰ νομίζουμε ὅτι τὸ Πνεῦμα εἶναι ἕνα ἐκ τῶν εἰρημένων, ὥστε ὀνομάζοντας τὸ Πνεῦμα νὰ ὁδηγοῦμε τὸν ἀκροατὴ στὴν ἔννοια τοῦ Πατρὸς ἢ τοῦ Υἱοῦ·… οἱ ὑποστάσεις λοιπὸν εἶναι κατὰ τὸν εἰρημένον τρόπον ἀσυγχύτως ἀπ' ἀλλήλων χωρισμένες, δηλαδὴ τοῦ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος· ἡ οὐσία ὅμως αὐτῶν εἶναι ἡ ἴδια, — διότι δὲν ἐκφράζεται μὲ λόγια καὶ δὲν συλλαμβάνεται μὲ νοήματα— καὶ δὲν διαμερίζεται σὲ κάποια ἑτερότητά φύσεως·

Καὶ στὸ ἀκατάληπτο τῶν τριῶν προσώπων καμία διαφορὰν δὲν ἐννοοῦμεν (οὔτε εἶναι τὸ ἕνα περισσότερο καὶ τὸ ἄλλο λιγότερο ἀκατάληπτο, ἀλλ' ὁ τῆς ἀκαταληψίας λόγος ἀφορᾶ ὅλη τὴν Ἁγία Τριάδα)…

Ἐπειδὴ λοιπόν, ἡ πίστη εἶναι στὸν Πατέρα καὶ στὸν Υἱὸν καὶ στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον… ἔτσι καὶ ἡ δόξα δὲν εἶναι ἄλλη στὸν Πατέρα, ἄλλη στὸν Υἱὸν καὶ ἄλλη στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ τὴν ἴδια δόξα ἀναπέμπουμε στὴν ἴδια φύση… καὶ δὲν βρίσκουμε καμία διαφορὰ ὡς πρὸς τὸ ὔψος τῆς δόξας στὴν Ἁγία Τριάδα·» (Γρηγορίου Νύσσης, Ἐπιστολὴ 24, T.L.G., section t, line 1- section 15, line 6).

Ὅμως ποιός ἀκούει σήμερα τὸν Ἅγιο; Ποιός θὰ καταδικάσει τὸν Ζηζιούλα καὶ τὰ περὶ Πρωτείου καὶ θὰ προστατεύσει τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν βλάσφημη αὐτὴ καὶ αἱρετικὴ θέση;

 

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου