Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ
[Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Ματθ.22,1-14]
Ἀντιλήφθηκες καὶ στὴν προηγούμενη παραβολὴ τοῦ υἱοῦ
τοῦ νοικοκύρη ἐκείνου πού, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἀπεσταλμένους δούλους του γιὰ τὴ
συγκομιδὴ τῶν καρπῶν στὸ ἀμπέλι ποὺ τοὺς ἐμπιστεύτηκε νὰ καλλιεργοῦν, θανάτωσαν
οἱ κακοὶ γεωργοί[βλ. Ματθ.21,33-46]καὶ σὲ αὐτὴν ἐδῶ τὴν παραβολὴ τοῦ υἱοῦ καὶ
τῶν ἀπεσταλμένων δούλων, τὸ ἐνδιάμεσο κεντρικὸ νόημα; Ἀντιλήφθηκες ὅτι ὑπάρχει
βέβαια μεγάλη συγγένεια ἀνάμεσα στὶς δύο αὐτὲς παραβολές, ἀλλὰ καὶ πολὺ μεγάλη
διαφορὰ ταυτόχρονα; Καθόσον καὶ αὐτὴ δείχνει καὶ τοῦ Θεοῦ τὴ
μεγάλη μακροθυμία καὶ τὴν πρόνοια, ἀλλὰ καὶ τὴν ἰουδαϊκὴ ἀγνωμοσύνη.
Αὐτὴ ὅμως ἡ παραβολή, ἡ παραβολὴ τῶν βασιλικῶν γάμων,
ἔχει καὶ κάτι ἐπιπλέον ἀπὸ τὴν παραβολὴ τῶν κακῶν γεωργῶν· διότι προλέγει
βέβαια καὶ τὴν ἔκπτωση τῶν Ἰουδαίων ὡς περιούσιου λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κλήση
τῶν ἐθνικῶν, ἀλλὰ μαζὶ μὲ αὐτὰ δείχνει καὶ τὴν ὀρθότητα τοῦ βίου καὶ
πόση τιμωρία ἐπιφυλάσσεται γιὰ ἐκείνους ποὺ θὰ ἐπιδείξουν ἀδιαφορία. Καὶ
πολὺ ὀρθὰ αὐτὴ ἡ παραβολὴ ἀναφέρεται μετὰ ἀπὸ ἐκείνη τῶν κακῶν γεωργῶν· διότι,
ἐπειδὴ μετὰ ἀπὸ ἐκείνη τὴν παραβολὴ τοὺς εἶπε ὅτι «ἀρθήσεται ἀφ᾿
ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(:
θὰ ἀφαιρεθεῖ ἀπὸ ἐσᾶς ἡ βασιλεία καὶ ἡ ἰδιαίτερη προστασία τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ
δοθεῖ σὲ ἔθνος τὸ ὁποῖο θὰ παράγει τὰ ἀγαθὰ ἔργα, ποὺ εἶναι οἱ καρποὶ τῆς
βασιλείας αὐτῆς)»[Ματθ.21,43], ἀποκαλύπτει λοιπὸν ἐδῶ καὶ σὲ ποιό ἔθνος θὰ
δοθεῖ.
Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ δείχνει καὶ πάλι τὴν ἀπερίγραπτη πρόνοια τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους· διότι σὲ ἐκείνη μὲν τὴν παραβολὴ φαίνεται νὰ τοὺς καλεῖ πρὶν ἀπὸ τὴν σταύρωση Του, ἐνῶ σὲ αὐτὴν καὶ μετὰ τὴ σφαγή Του φροντίζει νὰ τοὺς προσκαλεῖ κοντά Του. Καὶ τότε ποὺ ἔπρεπε αὐτοὶ νὰ ὑποστοῦν τὴν πιὸ φοβερὴ τιμωρία, ἀκριβῶς τότε καὶ στοὺς γάμους τοὺς προσκαλεῖ καὶ τοὺς τιμᾷ μὲ τὴν ἀνωτάτη τιμή. Καὶ πρόσεχε ὅτι καὶ στὴν παραβολὴ τῶν κακῶν γεωργῶν δὲν προσκαλεῖ πρῶτα τοὺς ἐθνικούς, ἀλλὰ τοὺς Ἰουδαίους γιὰ νὰ Τοῦ ἀποδώσουν τοὺς καρποὺς τοῦ ἀμπελῶνα καὶ νὰ τοὺς ἀνταμείψει, τὸ ἴδιο ἐπίσης κάνει καὶ ἐδῶ μὲ τὴν πρόσκληση στοὺς βασιλικοὺς γάμους πρῶτα σὲ αὐτούς. Ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖ τότε ἔδωσε τὸν ἀμπελῶνα στοὺς ἄλλους, ὅταν δὲν θέλησαν νὰ Τὸν δεχθοῦν ἀλλὰ καὶ Τὸν σφαγίασαν ὅταν ἦλθε, ἔτσι καὶ ἐδῶ, τότε κάλεσε ἄλλους στοὺς γάμους, ὅταν δὲν θέλησαν αὐτοὶ νὰ ἔλθουν. Τί λοιπὸν θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ μεγαλύτερο ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀχαριστία τους, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀποσκιρτοῦν τὴν ὥρα ποὺ προσκαλοῦνται στοὺς γάμους; Διότι ποιός δὲν θὰ προτιμοῦσε νὰ ἔλθει σὲ γάμους βασιλέως καὶ μάλιστα σὲ γάμους τοῦ υἱοῦ τοῦ βασιλέως;
«Καὶ γιατί», θὰ πεῖ κάποιος, «ὀνομάστηκε τὸ γεγονὸς αὐτό ''γάμος''»; Γιὰ νὰ γνωρίσεις τὴ φροντίδα τοῦ Θεοῦ, τὴ μεγάλη ἀγάπη Του πρὸς ἐμᾶς, τὸ χαρμόσυνο τοῦ γεγονότος, διότι τίποτε τὸ λυπηρὸ δὲν ὑπάρχει ἐκεῖ οὔτε δυσάρεστο, ἀλλὰ ὅλα εἶναι γεμᾶτα ἀπὸ πνευματικὴ χαρά. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς τὸν Κύριο Τὸν ὀνομάζει «νυμφίον»[Ἰω.3,29: «ὁ ἔχων τὴν νύμφην νυμφίος ἐστίν· ὁ δὲ φίλος τοῦ νυμφίου, ὁ ἑστηκὼς καὶ ἀκούων αὐτοῦ, χαρᾷ χαίρει διὰ τὴν φωνὴν τοῦ νυμφίου. αὕτη οὖν ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ πεπλήρωται(:μὴν παραξενεύεστε ἐὰν ὅλοι πηγαίνουν σὲ Αὐτὸν καὶ Τὸν ἀκολουθοῦν. Γαμπρὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ τὸν ἀκολουθεῖ ἡ νύφη καὶ πηγαίνει κοντὰ Του ὡς δική Του. Καὶ ὁ φίλος τοῦ γαμπροῦ, ὁ παράνυμφος καὶ κουμπάρος ποὺ μεσίτευσε γιὰ τὸ γάμο αὐτὸ καὶ στέκεται κοντά Του στὸ γάμο καὶ Τὸν ἀκούει, χαίρεται ὑπερβολικὰ νὰ ἀκούει τὴ φωνὴ τοῦ γαμπροῦ νὰ ἐκδηλώνει τὴν ἀγάπη του πρὸς τὴ νύφη καὶ τὴν εὐχαρίστησή του γιά το γάμο του μὲ αὐτήν. Χαίρομαι λοιπὸν καὶ ἐγὼ ὡς φίλος τοῦ οὐρανίου νυμφίου, στὸν ὁποῖο πηγαίνουν τώρα ὅλοι ὅσοι μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ ἀποτελέσουν τὴ νύφη Του, τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὴ εἶναι ἡ δική μου χαρὰ καὶ τὴν αἰσθάνομαι πλήρη καὶ τέλεια· διότι πέτυχε ὁ πνευματικὸς αὐτὸς γάμος, στὸν ὁποῖο μεσίτευσα)»].
Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο αὐτὸ ἐπίσης καὶ ὁ Παῦλος
λέγει: «ἡρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ
Χριστῷ(:σᾶς ἔχω ἑνώσει μὲ δεσμοὺς ἀρραβῶνα πρὸς ἕνα ἄνδρα, δηλαδὴ
τὸν Χριστό, γιὰ νὰ παρουσιάσω τὸν καθένα σας ὡς παρθένο ἁγνὴ σὲ Αὐτόν· δηλαδὴ
νὰ παρουσιάσω τίς ψυχές σας ἁγνὲς καὶ καθαρὲς ἀπὸ κάθε πλάνη καὶ ἁμαρτία,
ἑνωμένες μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη σὲ μία πνευματικὴ νύμφη, ὁποίας νυμφίος
εἶναι ὁ Χριστός)»[: Β΄Κορ.11,2]· καὶ ἀλλοῦ πάλι λέγει: «τὸ
μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγὼ δὲ λέγω εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ἐκκλησίαν(:
καὶ ἡ ἀλήθεια αὐτὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία εἶναι ἕνα μυστήριο μεγάλης σημασίας, τὸ
ὁποῖο, ἐνῶ ἦταν ἄγνωστο μέχρι τώρα μᾶς ἀποκαλύφθηκε ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ τὸ
μεγάλο αὐτὸ μυστήριο ἀναφέρεται στὴν πνευματικὴ ἕνωση τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς
Ἐκκλησίας. Ὅ,τι δηλαδὴ εἶπε ὁ Θεὸς στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας γιὰ τὸν
ἄνδρα καὶ τὴ γυναῖκα, τὸ ἴδιο ἐκπληρώθηκε καὶ πραγματοποιήθηκε μὲ τὴ μυστικὴ
ἕνωση τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας)»[Ἐφ.5,32]. Γιατί λοιπὸν ἡ
νύμφη-Ἐκκλησία δὲν ἀρραβωνίζεται μὲ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ μὲ τὸν Υἱό; Διότι ἡ νύμφη
ποὺ ἀρραβωνιάζεται μὲ τὸν Υἱό, συνδέεται καὶ μὲ τὸν Πατέρα. Καθόσον ἡ Γραφὴ
ἀναφέρει αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο χωρὶς καμία διάκριση, διότι ὁ Υἱὸς εἶναι
ὁμοούσιος τοῦ Πατέρα.
Μὲ αὐτὴν ἐπίσης τὴν παραβολὴ προεῖπε καὶ τὴν
ἀνάσταση. Ἐπειδὴ δηλαδὴ προηγουμένως μίλησε γιὰ τὸν θάνατό Του, δείχνει τώρα ὅτι καὶ μετὰ τὸν θάνατο,
τότε θὰ γίνουν οἱ γάμοι, τότε θὰ ἔλθει ὁ νυμφίος. Ἀλλὰ ὅμως οὔτε καὶ
ἔτσι γίνονται οἱ Ἰουδαῖοι καλύτεροι, οὔτε ἡμερότεροι· τί θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει
χειρότερο ἀπὸ αὐτό; Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ τρίτη κατηγορία. Ἡ πρώτη εἶναι ὅτι φόνευσαν τοὺς προφῆτες·
ἡ δεύτερη ὅτι φόνευσαν καὶ τὸν Υἱό· στὴ συνέχεια, ἂν καὶ φόνευσαν τὸν Υἱό, καὶ
καλοῦνται στοὺς γάμους τοῦ φονευθέντος Υἱοῦ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν φονευθέντα, δὲν
προσέρχονται, ἀλλὰ προβάλλουν δικαιολογίες, «ζεύγη βοδιῶν»,
«ἀγροὺς» καὶ «γυναῖκες»[Λουκ.14,18-20:«καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς
παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην
ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ
πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ
δύναμαι ἐλθεῖν»]. Μολονότι βέβαια οἱ προφάσεις δείχνουν
εὐλογοφανεῖς, ὅμως ἀπὸ ἐδῶ διδασκόμαστε ὅτι καὶ ἂν ἀκόμη εἶναι
ἀναγκαῖες οἱ βιοτικὲς ἐνασχολήσεις μας, πρέπει ἀπὸ καθετὶ ἄλλο νὰ προηγεῖται ἡ
ἐκτέλεση τῶν πνευματικῶν καθηκόντων μας.
Καὶ ἡ πρόσκληση δὲν γίνεται τὴν τελευταία στιγμή, ἀλλὰ
ἔχει γίνει πρὶν ἀπὸ πολὺ χρόνο· διότι λέγει: «εἴπατε τοῖς
κεκλημένοις(:πεῖτε σὲ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν προσκληθεῖ)»[Ματθ.22,4]· καὶ πάλι: «καλέσαι τοὺς
κεκλημένους(:νὰ καλέσουν αὐτοὺς ποὺ ἔχουν προσκληθεῖ)»[Ματθ.22,3], πρᾶγμα ποὺ
ἔκανε μεγαλύτερη τὴν κατηγορία. Καὶ πότε καλέστηκαν; Ἀρχικὰ μὲ ὅλους τοὺς
προφῆτες καὶ ἔπειτα μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο· διότι πρὸς τὸν Χριστὸ
τοὺς παρέπεμπε ὅλους, λέγοντας: «ἐκεῖνον δεῖ
αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι(:σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ
ἀπέστειλε, Ἐκεῖνος πρέπει νὰ αὐξάνει σὲ ἐπιρροὴ καὶ δόξα, κι ἐγὼ νὰ μικραίνω·
γιὰ νὰ μὴν ἀκολουθοῦν πλέον ἐμένα οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ Ἐκεῖνον)» [Ἰω.3,30]. Ἀλλὰ καὶ μὲ
τὸν ἴδιο τὸν Υἱό Του ἔχουν προσκληθεῖ· διότι λέγει: «Δεῦτε πρὸς μὲ πάντες
οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς(:Ἐλᾶτε κοντά μου ὅλοι
ὅσοι μοχθεῖτε καὶ κοπιάζετε καὶ εἶστε φορτωμένοι ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν καὶ
τῶν θλίψεων καὶ τῶν πλανῶν καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω καὶ θὰ σᾶς ξεκουράσω)»[Ματθ.11,28]·καὶ πάλι: «ἐὰν τίς διψᾷ,
ἐρχέσθω πρὸς μὲ καὶ πινέτω(:Ἐὰν κάποιος διψᾷ, ἂς ἔλθει πρὸς ἐμένα
καὶ ἂς πιεῖ)»[Ἰω.7,37].
Καὶ δὲν τοὺς καλοῦσε μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ καὶ μὲ ἔργα
καὶ μετὰ τὴν Ἀνάληψη μέσῳ τοῦ Πέτρου καὶ τῶν συνεργατῶν του: «ὁ γὰρ ἐνεργήσας
Πέτρῳ(:διότι αὐτὸς ποὺ ἐνήργησε στὸν Πέτρο)», λέγει, «εἰς ἀποστολὴν τῆς
περιτομῆς ἐνήργησε καὶ ἐμοὶ εἰς τὰ ἔθνη(:ὥστε νὰ γίνει
ἀπόστολος τῶν περιτμημένων, ἐνήργησε καὶ ἐμένα, ὥστε νὰ γίνω ἀπόστολος στὰ
ἔθνη)»[Γαλ.2,8]· διότι ἐπειδὴ ὀργίστηκαν μόλις εἶδαν τὸν Υἱὸ καὶ Τὸν φόνευσαν,
στὴ συνέχεια τοὺς προσκαλεῖ διὰ τῶν δούλων. Καὶ γιὰ ποιό πρᾶγμα τοὺς καλεῖ; Γιὰ
μόχθους καὶ κόπους καὶ ἱδρῶτες; Ὄχι, ἀλλὰ γιὰ ἀπόλαυση· διότι λέγει: «ἰδοὺ τὸ ἄριστόν μου
ἡτοίμασα, οἱ ταῦροι μου καὶ τὰ σιτιστὰ τεθυμένα, καὶ πάντα ἕτοιμα· δεῦτε εἰς
τοὺς γάμους(:οἱ ταῦροι μου καὶ τὰ καλοθρεμμένα θρεφτάρια ἔχουν
σφαγεῖ)»[Ματθ.22,4]. Πρόσεχε πόσο πολὺ πλούσιο εἶναι τὸ
συμπόσιο, πόσο μεγάλη ἡ τιμὴ ποὺ τοὺς γίνεται. Καὶ ὅμως οὔτε καὶ ἔτσι
φιλοτιμήθηκαν, ἀλλὰ ὅσο μεγαλύτερη μακροθυμία ἔδειχνε, τόσο μεγάλωνε ἡ
σκληρότητά τους. Καὶ δὲν ἦλθαν ὄχι ἐπειδὴ ἦταν ἀπασχολημένοι,
ἀλλὰ ἀπὸ ἀδιαφορία.
Πῶς λοιπὸν ἄλλοι μὲν προβάλλουν ὡς δικαιολογία γάμους
καὶ ἄλλοι ζεύγη βοδιῶν; Ἀσφαλῶς αὐτὰ εἶναι βιοτικὴ ἀπασχόληση. Δὲν εἶναι καθόλου ἀπασχόληση· διότι ὅταν ὑπάρχει
πρόσκληση γιὰ πνευματικὰ πράγματα, δὲν εἶναι ἀναγκαία καμία ἄλλη ἀπασχόληση. Ἔχω τὴν ἐντύπωση ὅτι
χρησιμοποίησαν αὐτὲς τίς προφάσεις γιὰ νὰ τίς προβάλουν ὡς προκαλύμματα τῆς
ἀδιαφορίας τους. Καὶ δὲν εἶναι μόνο αὐτὸ τὸ
φοβερό, το ὅτι δὲν ἦλθαν δηλαδή, ἀλλὰ τὸ πιὸ φοβερὸ καὶ τὸ μεγαλύτερο δεῖγμα
τῆς παραφροσύνης τους εἶναι τὸ ὅτι ἔδειραν χωρὶς κανένα οἶκτο αὐτοὺς ποὺ ἦλθαν,
τοὺς κακοποίησαν καὶ τοὺς φόνευσαν· αὐτὸ ἦταν χειρότερο ἀπὸ τὸ προηγούμενο·
διότι ἐκεῖνοι μέν [:οἱ ὑπηρέτες τοῦ γαιοκτήμονα ποὺ θανάτωσαν οἱ κακοὶ γεωργοὶ στὴν προηγούμενη παραβολή] ἦλθαν γιὰ νὰ ζητήσουν
τὴ σοδειὰ καὶ τοὺς καρποὺς καὶ σφαγιάστηκαν, ἐνῶ αὐτοὶ καλῶντας αὐτοὺς στοὺς
γάμους αὐτοῦ ποὺ σφαγιάστηκε μέσῳ τῆς σταυρικῆς Του θυσίας ἀπὸ αὐτούς,
φονεύονται καὶ αὐτοί. Τί μπορεῖ νὰ ἐξισωθεῖ μὲ αὐτὴ τὴ μανία; Γι᾿ αὐτὸ τὸ
πρᾶγμα κατηγορῶντας τους ὁ Παῦλος, ἔλεγε: «τῶν καὶ τὸν Κύριον
ἀποκτεινάντων Ἰησοῦν καὶ τοὺς ἰδίους προφήτας, καὶ ἡμᾶς ἐκδιωξάντων(:Αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι καὶ
τὸν Κύριο φόνευσαν καὶ τοὺς ἴδιους τοὺς προφῆτες καὶ κατεδίωξαν κι ἐμᾶς σκληρά)»[Α΄Θεσσ.2,15].
Ἔπειτα γιὰ νὰ μὴ λένε ὅτι «εἶναι ἀντίθεος καὶ γιὰ
τοῦτο δὲν προσερχόμαστε», ἄκουσε τί λένε αὐτοὶ ποὺ τοὺς προσκαλοῦν: «ὁ Πατὴρ εἶναι αὐτὸς
ποὺ κάνει τοὺς γάμους καὶ ὁ ἴδιος τοὺς προσκαλεῖ». Τί ἀκολουθεῖ στὴ
συνέχεια μετὰ ἀπὸ τὴν ἄρνηση αὐτὴ τῶν Ἰουδαίων; Ἐπειδὴ δὲν θέλησαν νὰ ἔλθουν,
ἀλλὰ καὶ φόνευσαν αὐτοὺς ποὺ ἦλθαν νὰ τοὺς καλέσουν, κατακαίει τίς πόλεις τους,
καὶ ἀφοῦ ἀπέστειλε στρατό, τοὺς ἐξολόθρευσε. Καὶ αὐτὰ τὰ
λέγει, προλέγοντας τὰ ὅσα συνέβησαν ἐπὶ Βεσπασιανοῦ καὶ ἐπὶ Τίτου[:οἱ καταστροφὲς τῆς Ἱερουσαλὴμ ἔγιναν ἡ πρώτη τὸ 71 μ. Χ. καὶ ἡ δεύτερη τὸ 134 μ. Χ.],
καὶ ὅτι καὶ τὸν Πατέρα ἐξόργισαν, ἐπειδὴ δὲν πίστεψαν σ᾿ Αὐτόν· διότι Αὐτὸς
εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐπέτρεψε τὴν καταστροφή τους. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν καὶ
ἡ ἅλωση τῆς Ἱερουσαλὴμ δὲν ἔγινε ἀμέσως μετὰ τὴν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ
μετὰ σαράντα χρόνια, γιὰ νὰ δείξει τὴν μακροθυμία Του· ἡ καταστροφὴ ἔγινε ἀφοῦ
φόνευσαν τὸν Στέφανο, ἀφοῦ φόνευσαν τὸν Ἰάκωβο, ἀφοῦ κακοποίησαν τοὺς
ἀποστόλους. Εἶδες πραγματοποίηση προφητειῶν καὶ
ταχύτητα πραγματοποιήσεως αὐτῶν; Διότι αὐτὰ συνέβησαν ἐνῶ ζοῦσε ἀκόμη ὁ
Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστὴς καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ συναναστράφηκαν τὸν
Χριστὸ καὶ ἦσαν μάρτυρες τῶν ὅσων συνέβησαν αὐτοὶ ποὺ τὰ ἄκουσαν αὐτά.
Πρόσεχε λοιπὸν ἀπερίγραπτη κηδεμονία. Φύτεψε ἀμπελῶνα
καὶ ὅλα τὰ ἔκανε καὶ τὰ τακτοποίησε· καὶ μολονότι φονεύθηκαν οἱ δοῦλοι, ἔστειλε
ἄλλους δούλους· καὶ ὅταν καὶ ἐκεῖνοι σφαγιάστηκαν, ἔστειλε τὸν Υἱό Του·
καὶ ὅταν καὶ Ἐκεῖνος φονεύτηκε ἐπάνω στὸν Σταυρό, τοὺς καλεῖ καὶ πάλι στοὺς
γάμους· ἀλλὰ δὲν θέλησαν νὰ ἔλθουν. Στὴ συνέχεια ἀποστέλλει
ἄλλους δούλους· αὐτοὶ ὅμως καὶ αὐτοὺς τοὺς φόνευσαν. Τότε λοιπὸν πιὰ τοὺς
καταστρέφει, ἐπειδὴ ἦταν ἀθεράπευτη ἡ ἀσθένειά τους. Τὸ
ὅτι βέβαια ἦταν ἀθεράπευτη ἡ ἀσθένειά τους, τὸ ἀπέδειξαν ὄχι μόνο τὰ ὅσα
συνέβησαν, ἀλλὰ καί τὸ ὅτι, ἂν καὶ πίστευαν καὶ οἱ πόρνες ἀκόμη καὶ οἱ τελῶνες,
αὐτοὶ διέπραξαν ὅλα αὐτά. Ὥστε κατακρίνονται ὄχι μόνο ἀπὸ ὅσα διέπραξαν
οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὅσα κατόρθωσαν οἱ ἄλλοι.
Ἐὰν ὅμως κάποιος ἤθελε νὰ πεῖ ὅτι δὲν κλήθηκαν τότε οἱ
ἐθνικοί, ὅταν δηλαδὴ μαστιγώθηκαν οἱ ἀπόστολοι καὶ ἔπαθαν τόσα πολλά, ἀλλὰ
ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάσταση( διότι τότε λέγει σὲ αὐτούς: «Πορευθέντες
μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη(:πηγαίνετε καὶ κάνετε μαθητές μου ὅλα τὰ
ἔθνη)»[Ματθ.28,19]),θὰ μπορούσαμε νὰ τοῦ ποῦμε, ὅτι καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ
σταύρωσή Του καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὴν μὲ αὐτοὺς ἐξαρχῆς εἶχε συνδιαλλαγές. Καθόσον
πρὶν ἀπὸ τὴν σταύρωσή Του λέγει πρὸς αὐτούς: «πορεύεσθε δὲ μᾶλλον
πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ(:Πηγαίνετε πρὸς τὰ πρόβατα
τὰ χαμένα ποὺ κατάγονται ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Ἰσραήλ)»[Ματθ.10,6]· καὶ μετὰ ἀπὸ
τὸν σταυρὸ δὲν τοὺς ἐμπόδισε, ἀλλὰ ἔδωσε ἐντολὴ πρὸς αὐτοὺς νὰ κηρύσσουν τὸ
εὐαγγέλιο.
Μολονότι βέβαια εἶπε, «κάνετε μαθητές μου
ὅλα τὰ ἔθνη», ὅταν ὅμως ἐπρόκειτο νὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανό, εἶπε σὲ
ἐκείνους νὰ κηρύξουν πρῶτα. Διότι λέγει: «λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος
τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθὲ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν
πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς(:θὰ λάβετε ὅμως
ἐνίσχυση καὶ δύναμη, ὅταν θὰ ἔλθει τὸ ἅγιο Πνεῦμα σὲ ἐσᾶς, καὶ θὰ γίνετε
μάρτυρές μου καὶ στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἰουδαία καὶ μέχρι τὸ τελευταῖο
καὶ τὸ πιὸ ἀπομακρυσμένο μέρος τῆς γῆς)»[Πράξ. 1,8].Καὶ ὁ Παῦλος
πάλι: «ὁ γὰρ ἐνεργήσας Πέτρῳ εἰς ἀποστολὴν τῆς περιτομῆς ἐνήργησε
καὶ ἐμοὶ εἰς τὰ ἔθνη(: διότι ὁ ἴδιος Κύριος ποὺ ἐνήργησε στὸν Πέτρο,
στέλνοντάς τον σὲ ἀποστολὴ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὴν περιτομή, ἐνήργησε καὶ σ᾿
ἐμένα στέλνοντάς με στοὺς ἐθνικούς)»[Γαλ. 2,8]. Γιὰ τοῦτο καὶ οἱ
ἀπόστολοι ἀρχικὰ μετέβησαν πρὸς τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἀφοῦ διέμειναν ἐπὶ πολὺ
χρόνο στὴν Ἱερουσαλήμ, στὴ συνέχεια, ἀφοῦ ἐκδιώχθηκαν ἀπὸ αὐτούς, τότε
διασκορπίσθηκαν στὰ ἔθνη.
Ἐσὺ λοιπὸν πρόσεχε καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ τὴν
φιλοτιμία τοῦ Κυρίου: «ὅσους ἐὰν εὕρητε(:Ὅσους θὰ βρεῖτε)»,
λέγει, «καλέσατε εἰς τοὺς γάμους(:καλέστε τους στοὺς
γάμους)»· διότι πρὶν ἀπὸ αὐτὸ ποὺ προανέφερα, κήρυτταν καὶ πρὸς τοὺς
Ἰουδαίους καὶ πρὸς τοὺς ἐθνικούς, καὶ περνοῦσαν τὸν περισσότερο χρόνο τους
διαμένοντας στὴν Ἰουδαία, ἐπειδὴ ὅμως ἐπέμεναν οἱ Ἰουδαῖοι νὰ τοὺς
ἐπιβουλεύονται, ἄκουσε τὸν Παῦλο ποὺ ἑρμηνεύει αὐτὴ τὴν παραβολὴ καὶ λέγει
τὰ ἑξῆς: «ὑμῖν ἦν ἀναγκαῖον πρῶτον λαληθῆναι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ.
ἐπειδὴ δὲ ἀπωθεῖσθε αὐτὸν καὶ οὐκ ἀξίους κρίνετε ἑαυτοὺς τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἰδοὺ
στρεφόμεθα εἰς τὰ ἔθνη(:σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος
κάλεσε στὴ σωτηρία τον Ἰσραὴλ πρὶν ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους λαούς, ἦταν ἀναγκαῖο
καὶ ἐπιβεβλημένο νὰ κηρυχθεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πρῶτα σὲ σᾶς τοὺς Ἰουδαίους. Ἀφοῦ
ὅμως τὸν ἀποδιώχνετε καὶ δὲν τὸν δέχεστε καὶ ἀφοῦ ἐσεῖς οἱ ἴδιοι βγάζετε γιὰ
τοὺς ἑαυτούς σας τὴν ἀπόφαση ὅτι δὲν εἶστε ἄξιοι τῆς αἰώνιας ζωῆς, ἰδοὺ
στρεφόμαστε πλέον στοὺς ἐθνικούς)»[Πράξ.13,46].
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ λέγει καὶ ὁ Δεσπότης: «ὁ
μὲν γάμος εἶναι ἕτοιμος, οἱ καλεσμένοι ὅμως δὲν ἦσαν ἄξιοι». Βέβαια
αὐτὸ τὸ γνώριζε καὶ πρὶν νὰ συμβεῖ, ἀλλὰ ὅμως γιὰ νὰ μὴν τοὺς ἀφήσει καμία
πρόφαση ἀναίσχυντης ἀντιλογίας, μολονότι τὰ γνώριζε, πρὸς αὐτοὺς πρῶτα καὶ ὁ
ἴδιος ἦλθε, καὶ ἄλλους ἀπέστειλε στὴ συνέχεια καὶ ἀποστομώνοντας ἔτσι
ἐκείνους καὶ διδάσκοντάς μας νὰ κάνουμε ὅ,τι ἐξαρτᾷται ἀπό μας, καὶ ἂν
ἀκόμη πρόκειται κανεὶς νὰ μὴν κερδίσει τίποτε ἀπὸ αὐτό.
Ἐπειδὴ λοιπὸν δὲν ἦσαν ἄξιοι, «πηγαίνετε»,
λέγει, «ὅπου βγάζουν οἱ δρόμοι καὶ καλέστε ὅσους θὰ βρεῖτε» καὶ
αὐτοὺς ποὺ θὰ βρίσκονται ἐκεῖ κατὰ τύχη καὶ τοὺς περιφρονημένους. Ἐπειδὴ δηλαδὴ
συνεχῶς ἔλεγε, ὅτι «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ(:πόρνες καὶ τελῶνες θὰ κληρονομήσουν τὸν οὐρανό)»
[Ματθ.21,31] καὶ «Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι
πρῶτοι(:οἱ πρῶτοι θὰ γίνουν τελευταῖοι καὶ οἱ τελευταῖοι πρῶτοι)»[Ματθ.19,30]
ἀποδεικνύει ὅτι αὐτὰ δικαίως γίνονται, πρᾶγμα ποὺ κατεξοχὴν ἐνοχλοῦσε
τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς πείραζε πολὺ φοβερότερα αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὴν
κατακρήμνιση τοῦ ναοῦ, τὸ νὰ βλέπουν δηλαδὴ νὰ εἰσάγονται οἱ ἐθνικοὶ
καὶ μάλιστα πολὺ περισσότερο στὴ θέση ἐκείνη ποὺ ἀνῆκε σὲ αὐτούς.
Στὴ συνέχεια γιὰ νὰ μὴν ἐπαναπαυθοῦν καὶ αὐτοὶ ἁπλῶς
καὶ μόνο στὴν πίστη, τοὺς ὁμιλεῖ καὶ περὶ τῆς κρίσεως γιὰ τίς πονηρὲς πράξεις,
τῶν μὲν ἀπίστων γιά τὸ ὅτι δὲν προσῆλθαν ἀκόμη στὴν πίστη, τῶν δὲ πιστῶν γιὰ
τὴν ἀνάλογη φροντίδα ποὺ ἔδειξαν στὴ ζωή τους· διότι στὴν περίπτωση
αὐτὴ «ἔνδυμα» εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς καὶ οἱ πράξεις. Καὶ βέβαια ἡ κλήση
εἶναι ἔργο τῆς χάριτος. Γιατί ὅμως ὁμιλεῖ μὲ τόση ἀκρίβεια; Γιά τὸ ὅτι
ἡ μὲν κλήση καὶ ἡ κάθαρση εἶναι ἔργο τῆς χάριτος, τὸ νὰ παραμείνει ὅμως κανεὶς
ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ κλήθηκαν καὶ ἐνδύθηκαν καθαρὰ ἐνδύματα μὲ τέτοια ἐνδύματα,
ὀφείλεται στὴ φροντίδα αὐτῶν ποὺ ἐκλήθησαν. Ἡ κλήση δὲν ἔγινε
ἐξαιτίας τῆς ἀξίας τους, ἀλλὰ κατὰ θεία χάρη. Ἔπρεπε λοιπὸν ἡ χάρις
νὰ ἀμείψει αὐτὸν ποὺ ὑπάκουσε καὶ νὰ μὴ δείξει ὁ
τιμημένος τόση κακία μετὰ τὴν τιμὴ ποὺ τοῦ ἔγινε.
«Ἀλλά», θὰ πεῖ κάποιος, «δὲν ἀπήλαυσα αὐτὰ
ποὺ ἀπήλαυσαν οἱ Ἰουδαῖοι». Καὶ ὅμως ἀπήλαυσες
πολὺ περισσότερα ἀγαθά. Διότι αὐτὰ ποὺ ἑτοιμάζονταν γιὰ ἐκείνους, αὐτὰ τὰ
ἔλαβες ἐσύ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος λέγει: «Τὰ δὲ ἔθνη ὑπὲρ
ἐλέους δοξάσαι τὸν Θεόν, καθὼς γέγραπται· διὰ τοῦτο ἐξομολογήσομαί σοι ἐν
ἔθνεσι, Κύριε, καὶ τῷ ὀνόματί σου ψαλῶ(:καὶ συγχρόνως καὶ οἱ
ἐθνικοί, ποὺ συμμετέχουν στὴ σωτηρία αὐτή, νὰ δοξάσουν τὸν Θεὸ γιὰ τὸ ἔλεος ποὺ
ἔδειξε σὲ αὐτοὺς σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο ποὺ εἶναι γραμμένο στοὺς ψαλμούς, ὅπου ὁ
Χριστὸς λέει στὸν Πατέρα Του: ''Γι᾿ αὐτὸ θὰ σὲ δοξάσω ἀνάμεσα στὰ ἔθνη καὶ θὰ
ψάλω ὕμνο στὸ ὄνομὰ Σου'')»[Ρωμ.15,9]· διότι αὐτὰ ποὺ
προετοιμάζονταν γιὰ ἐκείνους σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ χρόνου, αὐτὰ ἐσὺ τὰ ἔλαβες
σὲ μία στιγμὴ χωρὶς νὰ εἶσαι ἄξιος. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ ἀναμένει μεγάλη
τιμωρία ἐκείνους ποὺ θὰ δείξουν ἀδιαφορία. Καθόσον, ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνοι τὸν
προσέβαλαν ποὺ δὲν προσῆλθαν, ἔτσι καὶ ἐσὺ Τὸν προσβάλλεις μὲ τὸ νὰ
καθίσεις στὴν τράπεζα μὲ τέτοιο διεφθαρμένο βίο. Διότι αὐτὸ σημαίνει ἡ εἴσοδος
μὲ ρυπαρὰ ἐνδύματα τὸ νὰ φύγει δηλαδὴ κανεὶς ἀπὸ αὐτὴν τὴ ζωὴ μὲ βίο ἀκάθαρτο καὶ
ἀκριβῶς γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ «αὐτὸς ποὺ δὲν φοροῦσε ἔνδυμα γάμου» σιωποῦσε, ὄντας
ἀναπολόγητος.
Βλέπεις πὼς ἂν καὶ εἶναι τόσο ὁλοφάνερο τὸ
πρᾶγμα, δὲν τιμωρεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχή, προτοῦ ὁ ἴδιος ὁ ἁμαρτωλὸς γίνει αἴτιος τῆς
καταδίκης του; Διότι, μὲ τὸ νὰ μὴν ἔχει νὰ πεῖ τίποτε, κατέκρινε τὸν ἑαυτό
του καὶ ἔτσι ὁδηγεῖται πρὸς τίς ἀπερίγραπτες τιμωρίες. Μὴ νομίσεις
ὅμως ἀκούγοντας τὴ φράση «σκότος τὸ πυκνότατο» ὅτι αὐτὸς τιμωρεῖται κατ᾿
αὐτὸν τὸν τρόπο, ὁδηγούμενος δηλαδὴ ἁπλῶς καὶ μόνο ὁδηγούμενος σὲ σκοτεινὸ
μέρος, ἀλλὰ ὁδηγεῖται ἐκεῖ ὅπου εἶναι τὸ κλάμα καὶ ὁ τριγμὸς τῶν δοντιῶν. Αὐτὸ
λοιπὸν τὸ λέγει γιὰ νὰ δείξει τὰ ἀνυπόφορα βάσανα.
Ἀκοῦστε ὅσοι ἀπολαύσατε τῶν μυστηρίων καὶ περιβάλλετε
τὴν ψυχή σας μὲ ρυπαρὲς πράξεις, ἂν καὶ προσήλθατε στοὺς γάμους. Ἀκούσατε ἀπὸ
ποῦ προσκληθήκατε. Ἀπὸ τὰ σταυροδρόμια. Τί ἤσαστε προηγουμένως; Χωλοὶ
καὶ ψυχικὰ ἀνάπηροι, πρᾶγμα ποὺ εἶναι κατὰ πολὺ χειρότερο ἀπὸ τὸν ἀκρωτηριασμὸ
τοῦ σώματος. Σεβασθεῖτε τὴν φιλανθρωπία Αὐτοῦ ποὺ σᾶς κάλεσε καὶ
κανεὶς ἂς μὴ συνεχίσει νὰ μένει μὲ ρυπαρὰ ἐνδύματα, ἀλλὰ ὁ καθένας ἂς
φροντίζει γιὰ τὴν στολὴ τῆς ψυχῆς του. Ἀκοῦστε, γυναῖκες· ἀκοῦστε, ἄνδρες.
Δὲν χρειαζόμαστε αὐτὰ τὰ χρυσοΰφαντα ἐνδύματα, ποὺ μᾶς στολίζουν ἐξωτερικά,
ἀλλὰ ἐκεῖνα ποὺ μᾶς στολίζουν ἐσωτερικά. Ἐνόσω θὰ ἔχουμε αὐτά,
εἶναι δύσκολο νὰ ἐνδυθοῦμε ἐκεῖνα. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καλλωπίζουμε
συγχρόνως καὶ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα. Δὲν εἶναι δυνατὸ καὶ στὸν μαμωνᾶ
νὰ δουλεύεις καὶ στὸν Χριστὸ νὰ ὑπακοῦς ὅπως πρέπει.
Ἄς ἐκδιώξουμε λοιπὸν ἀπὸ πάνω μας αὐτὴ τὴ φοβερὴ
τυραννίδα· διότι οὔτε θὰ τὸ ἀνεχόσουν μὲ εὐχαρίστηση ἐὰν κάποιος τὴν μὲν οἰκία
του τὴν στόλιζε κοσμῶντας την μὲ χρυσᾶ παραπετάσματα, ἐσένα ὅμως σὲ προσκαλοῦσε
νὰ καθίσεις στὸ τραπέζι τοῦ κουρελιάρη καὶ γυμνό. Ἀλλὰ νά, τώρα ἐσὺ τὸ κάνεις
αὐτὸ στὸν ἑαυτό σου τὴν μὲν οἰκία τῆς ψυχῆς σου, δηλαδὴ τὸ σῶμα, τὸ
καλλωπίζεις μὲ ἄπειρα παραπετάσματα, τὴν δὲ ψυχή σου τὴν ἀφήνεις νὰ κάθεται
μέσα σὲ αὐτὸ μὲ κουρέλια. Δὲν γνωρίζεις ὅτι ὁ βασιλεὺς τῆς πόλεως πρέπει
προπάντων νὰ στολίζεται; Καὶ ἀκριβῶς γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν γιὰ μὲν τὴν πόλη ἔχουν
κατασκευαστεῖ παραπετάσματα ἀπὸ λινό, γιὰ δὲ τὸν βασιλέα ἁλουργίδα καὶ στέμμα.
Ἔτσι καὶ ἐσύ, τὸ μὲν σῶμα ντῦσε το μὲ πολὺ ἀσήμαντη στολή, τὸν δὲ νοῦ ἔνδυσέ
τον μὲ ἁλουργίδα καὶ βάλε ἐπάνω σε αὐτὸν στεφάνι καὶ βάλε τον νὰ καθίσει ἐπάνω
σὲ ὄχημα ὑψηλὸ καὶ περίλαμπρο. Τώρα ὅμως κάνεις τὸ ἀντίθετο τὴν μὲν πόλη τὴν
καλλωπίζεις ποικιλοτρόπως, τὸν βασιλέα ὅμως νοῦ τὸν ἀφήνεις νὰ σύρεται
δεμένος ὀπίσω ἀπὸ τὰ παράλογα πάθη. Δὲν σκέπτεσαι ὅτι κλήθηκες σὲ γάμο καὶ
μάλιστα γάμο Θεοῦ; Δὲν ἀναλογίζεσαι πῶς πρέπει νὰ εἰσέρχεται σὲ αὐτοὺς τοὺς
νυφικοὺς θαλάμους ἡ καλεσμένη ψυχή, ἐνδεδυμένη δηλαδὴ μὲ χρυσᾶ κροσσωτὰ καὶ
καλλωπισμένη;
Θέλεις νὰ σοῦ δείξω αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἔτσι στολισμένοι;
Αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἔνδυμα γάμου; Ἐνθυμήσου ἐκείνους τοὺς ἁγίους, τοὺς ἀσκητές,
περὶ τῶν ὁποίων σᾶς μίλησα παλαιότερα, ποὺ φοροῦν τρίχινα ἐνδύματα καὶ
κατοικοῦν στὶς ἐρήμους. Αὐτοὶ κατεξοχὴν εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ φοροῦν τὰ
ἐνδύματα ἐκείνων τῶν γάμων· καὶ αὐτὸ γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὸ ἑξῆς· ὅσα
δηλαδὴ βασιλικὰ ἐνδύματα καὶ ἂν τοὺς δώσεις, δὲν θὰ προτιμοῦσαν νὰ τὰ λάβουν·
ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς ἕνας βασιλιᾶς, ἐὰν κάποιος ἀφοῦ λάμβανε τὰ κουρελιασμένα
ἐνδύματα τοῦ πτωχοῦ, προέτρεπε αὐτὸν νὰ ἐνδυθεῖ αὐτά, θὰ βδελυσσόταν τὴν στολή,
ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι σιχαίνονται τὴν βασιλικὴ στολή. Καὶ συμβαίνει αὐτὸ σὲ αὐτοὺς
ὄχι γιὰ κάποια ἄλλη αἰτία, ἀλλὰ γιὰ τὸ ὅτι γνωρίζουν τὸ κάλλος τῆς
δικῆς τους στολῆς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ τὸ βασιλικὸ ἐκεῖνο ἔνδυμα τὸ περιφρονοῦν
σὰν ἀράχνη. Καὶ ὅλα αὐτὰ βέβαια τοὺς τὰ δίδαξε ὁ σάκος ποὺ φοροῦν· καθόσον
εἶναι πολὺ ὑψηλότεροι καὶ λαμπρότεροι καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν βασιλέα. Καὶ
ἂν μπορέσεις νὰ ἀνοίξεις τίς πύλες τοῦ νοῦ τους καὶ νὰ ἐξετάσεις τὴν ψυχή τους
καὶ ὅλο τὸν ἐσωτερικό τους κόσμο καὶ ἂν ἀκόμη καταπέσεις στὴ γῆ, δὲ θὰ
μπορέσεις νὰ ἀντέξεις τὴ λαμπρότητα τῆς ὀμορφιᾶς τους καὶ τὴ λάμψη τῶν
ἐνδυμάτων ἐκείνων καὶ τὴν ἀπαστράπτουσα συνείδησή τους.
[...]Τί λοιπόν; Δὲν θὰ προσφύγουμε πρὸς μία τόσο
μεγάλη μακαριότητα; Δὲν θὰ φορέσουμε καθαρὰ ἐνδύματα γιὰ νὰ ἀκολουθήσουμε τοὺς
γάμους αὐτούς, ἀλλὰ θὰ παραμείνουμε ἐπαῖτες, χωρὶς νὰ βρισκόμαστε σὲ καλύτερη
μοῖρα ἀπὸ τοὺς ζητιάνους τῶν δρόμων, μᾶλλον δὲ σὲ πολὺ χειρότερη καὶ ἀθλιότερη
κατάσταση; Καθόσον εἶναι πολὺ χειρότεροι ἀπὸ ἐκείνους ὅσοι πλουτίζουν παράνομα,
καὶ εἶναι προτιμότερο νὰ ζητιανεύει κανείς, παρὰ νὰ ἁρπάζει διότι
τὸ μὲν πρῶτον εἶναι δυνατὸν νὰ συγχωρηθεῖ, τὸ δεύτερο ὅμως εἶναι ἄξιο
κατηγορίας καὶ ὁ μὲν ζητιάνος καθόλου δὲν ἀντιστρατεύεται πρὸς τὸν Θεό, αὐτὸς
ποὺ πλουτίζει ἁρπάζοντας τὰ ἀγαθὰ τῶν ἄλλων ὅμως, παρανομεῖ καὶ ἔναντι τῶν
ἀνθρώπων καὶ ἔναντι τοῦ Θεοῦ· καί τοὺς μὲν κόπους τῆς ἁρπαγῆς τοὺς ὑφίσταται,
τὴν εὐχαρίστηση ὅμως τῆς ἁρπαγῆς πολλὲς φορὲς τὴν καρπώθηκαν ὁλόκληρη ἄλλοι.
Γνωρίζοντας λοιπὸν αὐτὰ καὶ ἀπορρίπτοντας τὴν
πλεονεξία ἐξ ὁλοκλήρου, ἂς προσπαθοῦμε νὰ συγκεντρώνουμε περισσότερο
οὐράνιο πλοῦτο, ἁρπάζοντας μὲ πολλὴ προθυμία τὴν οὐράνια βασιλεία. Διότι
δὲν εἶναι δυνατόν, δὲν εἶναι δυνατὸν κάποιος ποὺ εἶναι ράθυμος
νὰ εἰσέλθει σὲ αὐτήν. Εἴθε, λοιπόν, ἀφοῦ ὅλοι γίνουν πρόθυμοι καὶ
ἐπάγρυπνοι νὰ ἐπιτύχουν αὐτήν, μέ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις στοὺς αἰῶνες τῶν
αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
•
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
• Ἁγ. Ἰωάννου
Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Ὑπόμνημα
στὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο, ὁμιλία ΞΘ΄, σελίδες 401-419.
• Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων,
Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 68, σελ.
90-104 (ἤ: 44 -49 του PDF) καὶ σελ. 110-111.
•
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient
greek/tools/liddell-scott/index.html
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη
κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ
Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα
2005.
• Π. Τρεμπέλα, Τὸ
Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις
ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016
•
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient
greek/tools/liddell-scott/index.html
•
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
•
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»