[Μ. Βασίλειος –
Επιστολή (130), Προς επίσκοπο Θεόδοτον]
Του Ν. ΣΑΚΑΛΑΚΗ
Η επιστολή (130) αναφέρεται στην ασυδοσία‒αυθαιρεσία του επισκόπου
Ευσταθίου (Σεβαστείας), στην καινοτομία του (αναχειροτονία κληρικών), που
χαρακτηρίζεται από τον Μ. Βασίλειο ως «τόλμημα», δηλ. αθέτηση‒υπερπήδηση
θεσμών. Γράφει ο Ι. Πατήρ: «όρα γαρ όπως οι μη
έχοντες ταύτην (την Ευαγγελική αγάπη) επήρθησαν
μεν υπέρ τα μέτρα τα ανθρώπινα, ενασχημονούσι δε τω βίω κατατολμώντες πράξεων,
ων ο παρελθών χρόνος ουκ έχει τα υποδείγματα» (Ε.Π.Ε. 2, Σελ. 134).
Μετάφραση: «Διότι βλέπε πως οι άνθρωποι, που δεν την έχουν (την αγάπη), υπερέβησαν
τα ανθρώπινα μέτρα και ασχημονούν εις την ζωήν τολμώντες να εκτελούν πράξεις
των οποίων υποδείγματα δεν υπάρχουν εις το παρελθόν».
Διευκρινιστικά σχόλια:
Α)
Στο κείμενο της επιστολής, ο Ι. Πατήρ μνημονεύει την αγάπη, ήτις «ουκ
ασχημονεί, ου φυσιούται», γι’ αυτό και γράφει «οι μη έχοντες ταύτην».
Ευαγγελική αγάπη=πληρότητα πνευματικής ζωής!
Β)
Ο Ευστάθιος, επειδή ήτο επίσκοπος νόμιζε (όπως πολλοί σημερινοί επίσκοποι και
κληρικοί), ότι η Εκκλησία ήταν ιδιοκτησία του.
Γ)
Όταν γράφει «επήρθησαν μεν υπέρ τα μέτρα τα ανθρώπινα», εννοεί ότι ξεπέρασαν τα
ανθρώπινα όρια πτώσης, δηλ. κατέβηκαν (οι περί τον Ευστάθιο) πολύ χαμηλά, διότι
δεν αγαπούσαν την Εκκλησία και τον πλησίον.
Δυστυχώς,
οι σύγχρονοι επίσκοποι είναι «κατατολμώντες πράξεων, ων παρελθών χρόνος ουκ
έχει τα υποδείγματα», διότι βαρύνονται με τρεις, κυρίως, αντι-εκκλησιαστικές-αντορθόδοξες
πράξεις:
‒Είπαν
«ναι» στην «συνοδική» κατοχύρωση του οικουμενισμού
‒Δεν
λειτούργησαν σε εκκλησιαστικούς άξονες μπροστά στα πυκνά και αιχμηρά προβλήματα
της «πανδημίας»
‒Έδωσαν
εκκλησιαστική «υπόσταση» στο Ουκρανικό σχίσμα.
Στα
τρία αυτά γεγονότα, όπου απαιτήθηκε με οξύτητα η συνέπεια ανάμεσα στον Ορθόδοξο
λόγο και την πράξη, στην Πατερική θεολογία και στην εφαρμογή της, οι Ιεράρχες
έμειναν αμετακίνητοι στις οικουμενιστικές θέσεις τους.
Οι
επιπτώσεις της επισκοπικής αυτής κατεύθυνσης, ευνοούν την αποστασία, την
παγκοσμιοποίηση και την πανθρησκεία. Όντως, σύμφωνα με το Μ. Βασίλειο, οι
σύγχρονοι επίσκοποι είναι «Κατατολμώντες πράξεων, ων παρελθών χρόνος ουκ έχει
τα υποδείγματα».
Ο
Μ. Βασίλειο, στην επιστολή (51), διαμαρτύρεται για μία συκοφαντία εις βάρος
του, ότι είχε (δήθεν) αναθεματίσει τον επίσκοπο Καισαρείας Διάνιον.
Διαμαρτυρόμενος,
γράφει (προς τον φίλο του, Επίσκοπο Κολωνίας Βοσπόριον): «Κατά τα άλλα οι
συνθέσαντες το νέον τούτο δράμα της εναντίον μας βλασφημίας φαίνονται ν’
απιστούν εντελώς εις τον Κύριον, ο οποίος είπεν ότι θα απολογηθώμεν την ημέρα
της κρίσεως ακόμη και δι’ ένα μάταιον λόγον».
Σχόλιο: Πολύ δε περισσότερο, όταν ο μάταιος αυτός λόγος φθείρει την Ορθόδοξη
διδασκαλία.
Η σημερινή βλασφημία που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα
είναι το σφράγισμα των Ι. Ναών και η συκοφάντηση του μυστηρίου της Θείας
Κοινωνίας.
Όταν
η Θεία Λειτουργία και η συμμετοχή στη Θ. Κοινωνία, αντιμετωπίζονται ως
κοινωνική εκτροπή, σκάνδαλο ή γεγονός που θέτει σε κίνδυνο το κοινωνικό σύνολο
τότε, πράγματι, οι κυβερνώντες «φαίνονται ν’ απιστούν εντελώς εις τον Κύριον»,
κατά την (παράλληλη) διαπίστωση–έκφραση του Μ. Βασιλείου.
Αβίαστα
συμπεραίνουμε, ότι προωθείται η «μεταφυσική» της αποστασίας και του
Αντιχρίστου.
Τα
επιχειρήματα του Κράτους και της Διοικούσης Εκκλησίας, περί μέτρων «αγάπης» και
προστασίας από τον Κορωνοϊό, δεν ανήκουν στην περιοχή του αληθινού λόγου της
ορθοδοξίας. Μας το βεβαιώνει ο μεγάλος Ασκητής Άγιος, το άνθος της ερήμου, ο
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος.
Γράφει
σχετικά:
‒«Είδες την ασθένειαν της γνώσεως (λογικής) και την δύναμιν της πίστεως; Η ανθρωπίνη γνώσις
εμποδίζει τους μαθητάς αυτής να πλησιάσωσιν εις εκείνα, τα οποία είναι ξένα της
φύσεως· η δύναμις όμως της πίστεως τι προστάζει εις τους διδασκομένους υπ’
αυτής; Εν τω ονόματί μου θέλετε εκβάλει δαιμόνια, θέλετε πιάνει τους όφεις, και
εάν ποτέ πίητε θανατηφόρον φάρμακον, δεν θέλετε βλαβή» (Λόγος ΞΒ΄).
‒Όταν ο φόβος της ψυχής (μετάνοια, αγάπη Θεού)
φανεί έμπροσθεν του φόβου του σώματος, τότε ο φόβος του σώματος εξασθενεί
ενώπιον του φόβου της ψυχής, ως το κηρίον εκ της δυνάμεως της φλογός (Λόγος Λ΄).
Στην
Ελλάδα, μία χώρα με βαθειά Ορθόδοξη παράδοση, η υγειονομική μέθοδος
αντιμετωπίσεως του λεγομένου «Κορονοϊού», θα ήταν σφαιρικά αποτελεσματική, εάν
το Κράτος είχε χρησιμοποιήσει–αναλύσει όλες τις πνευματικές υποδείξεις της
διαχρονικής Εκκλησίας, όπως αυτές καταγράφονται και στη διδασκαλία του Αγίου
Ισαάκ του Σύρου.
Αυτή,
όμως, η θεωρητική–ορθόδοξη κατάρτιση έλλειπε από τους κυβερνητικούς
λοιμωξιολόγους και από το επίσημο Κράτος.
Δυστυχώς,
η διοικούσα Εκκλησία στον εναγκαλισμό της με την πολιτειακή εξουσία λησμόνησε,
ότι είναι «νομιμόφρων» μόνο «εν αις αν εντολή του Θεού μη εμποδίζηται» (Μ.
Βασίλειος – P.G. 31, 860).
ΝΙΚΟΣ
Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ, ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ