Οἱ Ἐπίσκοποι ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας

Ὁ φαρισαϊσμὸς τῆς εἰσηγήσεως τοῦ μητροπολίτου Ἰλίου, Ἀχαρνῶν καὶ Πετρουπόλεως Ἀθηναγόρα




Γίναμε πάλι μάρτυρες τοῦ πόσο οἱ σημερινοὶ Ἐπίσκοποι λειτουργοῦν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ἐκκοσμικεύοντας τὸν θεανθρώπινο χαρακτήρα Της, καταργώντας τὸν οὐράνιο λόγο Της, διαστρεβλώνοντας τὸν ἐπίγειο ρόλο Της, ἀκυρώνοντας τὰ ἐκ Κυρίου δικαιώματά Της. 

Αὐτὴ τὴν φορὰ ἀπόδειξη τῶν παραπάνω διαπιστώσεων ἀποτελεῖ ὁ λόγος τοῦ μητροπολίτου Ἰλίου, Ἀχαρνῶν καὶ Πετρουπόλεως Ἀθηναγόρα. Ὁ ἐν λόγῳ μητροπολίτης εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑποστήριξε δημοσίως τὴν Θ. Κοινωνία μὲ κουταλάκια μίας χρήσης λέγοντας, ὅτι δὲν εἶναι δογματικὸ θέμα καὶ Τὴν ἐπέτρεψε μόνο μὲ χρήση μάσκας (ἐδῶ).

Εἶναι ἐπίσης αὐτὸς ποὺ διοργάνωσε συμπροσευχὲς μὲ παπικούς. Γράφει ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος»: «Πρίν τρεῖς ἡμέρες, ὅπως μᾶς πληροφόρησαν ἀγανακτισμένοι ἐνορίτες τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ἰλίου, πού πῆγαν στήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ, γέμισε ὁ ἱ. ναός τους ἀπό Λατίνους καρδινάλιους, οἱ ὁποῖοι “συμπροσευχήθηκαν” μέ ὅλους σχεδόν τούς Ἱερεῖς τῆς Μητροπόλεως Ἰλίου, ἡ παρουσία τῶν ὁποίων ἦταν “ἐπιβεβλημένη” ἀπό τόν γνωστό Μητροπολίτη Ἰλίου κ. Ἀθηναγόρα Δικαιάκο» (ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΡ. ΦΥΛ. 1888).

Εἶναι ὁ μοναχός/ἐπίσκοπος ποὺ δήλωσε: «Μου αρέσει πολύ το θέατρο και ο κινηματογράφος και τα πέντε τελευταία χρόνια –τρία στην Αρχιεπισκοπή στο ιδιαίτερο γραφείο και δυο στην Μητρόπολη– είναι κάτι που το έχω στερηθεί. Εκείνο, όμως, που προσπαθώ να μην στερούμαι είναι το θέατρο και έχω καταφέρει να δω κάποιες καλές παραστάσεις, μεταξύ άλλων και στο θέατρο Πέτρας… Μου αρέσει και το χιόνι… αλλά μπορούσα να αποδράσω στη θάλασσα που τόσο αγαπάω» (ἐδῶ).

Ὁ κ. Ἀθηναγόρας εἶπε λοιπόν, μεταξὺ ἄλλων στὴν εἰσήγησή του, γιὰ αὐτοὺς ποὺ γράφουν στὸ διαδίκτυο καὶ ποὺ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον καλοῦν τὸν λαὸ σὲ ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀνυπακοὴ στήν Ἱερά Σύνοδο:

«Ἐμεῖς ἀμετακίνητοι ἀπό τίς θέσεις μας ἔχουμε νά ἐπιλέξουμε μεταξύ δύο πρακτικῶν: ἤ νά τούς ἀγνοήσουμε καί νά τούς ἀφήσουμε νά συνεχίσουν νά δροῦν ἀνεξέλεγκτα ἐντός κι ἐκτός Ἐκκλησίας, σκανδαλίζοντας τούς πιστούς κι ὁδηγώντας πολλούς ἐξ αὐτῶν στήν ἀπόλυτη πλάνη καί σέ πράξεις πού ἐλλοχεύουν πολυεπίπεδους κινδύνους ἤ νά σχεδιάσουμε καί νά ἐφαρμόσουμε ἕνα ἑνιαῖο πλαίσιο προστασίας τῶν στελεχῶν τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ποιμνίου μας ἀπό τίς ἐπιθέσεις τῶν πάσης φύσεως δημαγωγῶν, συνωμοσιολόγων καί ὑβριστῶν τοῦ ἔργου καί τῆς προσφορᾶς μας» (ἐδῶ). 

Διαβάζοντας τὰ παραπάνω λόγια παρατηροῦμε ὅτι ἐκτὸς μίας ἀλήθειας ὅλα εἶναι ἰταμὰ ψέματα καὶ ἀναιδέστατες ὕβρεις, μία γλώσσα δηλαδὴ ποὺ δὲν ἁρμόζει ὄχι μόνο σὲ ἐπίσκοπο ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε Χριστιανό.

Ἡ μοναδικὴ ἀλήθεια εἶναι ἡ ὁμολογία τοῦ μητροπολίτου, ὅτι οἱ Ἐπίσκοποι παραμένουν ἀμετακίνητοι στὶς θέσεις τους (φυσικὰ θὰ ἦταν καλύτερα νὰ ἔλεγε ἀμετανόητοι, ἀλλὰ αὐτὸ προϋποθέτει αὐτοκριτικὴ καὶ αὐτομεμψία, στοιχεῖα ποὺ οἱ ἐπαρμένοι δὲν διαθέτουν). Δηλ. θὰ συνεχίσουν νὰ προωθοῦν τὴν ἐκκοσμίκευση καὶ τὸν Οἰκουμενισμό, θὰ καλύπτουν τὴν Σιμωνία καὶ ὅλα τὰ σκάνδαλα ποὺ συμβαίνουν στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, θὰ ὑποτάσσουν τὴν Ἐκκλησία στὸ κράτος, θὰ παραμείνουν καλοπληρωμένοι δημόσιοι ὑπάλληλοι ἀντὶ γιὰ ποιμένες, θὰ κλείνουν τὸ στόμα τους σὲ ὅ,τι ἀντίχριστο καὶ ἀντεθνικὸ ἀποφασίζεται καὶ προωθεῖται.

Τὰ ἰταμὰ ψέματα τοῦ μητροπολίτου εἶναι, ἡ ἄποψή του ὅτι ἡ ἀποτείχιση εἶναι πλάνη καὶ μὴ ἐκκλησιαστικὴ πράξη, ὅτι ὅσοι ἀσκοῦν κριτικὴ ἐναντίον τῶν Ἐπισκόπων -ὄχι ἐναντίον τοῦ θεσμοῦ, ὅπως πάλι ψευδῶς λέει- εἶναι στὸ σύνολό τους δημαγωγοὶ καὶ ὑβριστές. Μάλιστα ἰσχυρίζεται, ὅτι παράγει/παράγουν ἔργο καὶ προσφορά.

Καὶ γεννιέται τὸ ἑξῆς λογικὸ ἐρώτημα: Ποιός Χριστιανὸς θὰ παραπονιόταν καὶ θὰ ἀσκοῦσε ἔλεγχο ἢ θὰ διέκοπτε τὴν μνημόνευση τοῦ ἐπισκόπου του ἂν αὐτός

α) Ὑπεράσπιζε τὴν Πίστη καὶ τὰς Παρακαταθήκας καὶ τηροῦσε τοὺς Ἱ. Κανόνες; Ἦταν φρουρός, ἀκοίμητος ποιμὴν καὶ φύλαξ, ὅσων παρέλαβε καὶ τῶν ψυχῶν ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ἐμπιστεύθηκε;

β) Ἡ ἐκλογή του ἦταν μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη Θεοῦ καὶ λαοῦ καὶ ὄχι ἀποτέλεσμα μηχανορραφιῶν, ἰντριγκῶν καὶ ἀγοραπωλησίας;

γ) Καυτηρίαζε τὴν σημερινὴ πτώση τοῦ ἀνθρώπου, τὴν διαστροφή, τὴν ἀνηθικότητα καὶ τὴν ἀδικία;

δ) Διαμαρτυρόταν γιὰ τὴν καταδυνάστευση καὶ κλοπὴ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ κράτος;

ε) Διαμαρτυρόταν γιὰ τὴν ἐκπώληση τῆς ἐθνικῆς γῆς καὶ ἐθνικῆς κυριαρχίας;

στ) Ἀποστρεφόταν τὸν πλοῦτο καὶ τὴν χλιδή;

ζ) Δὲν μετατρεπόταν ἀπὸ Ἐπίσκοπο σὲ δεσπότη καὶ τύραννο;

η) Τηροῦσε τὴν εὐσέβεια καὶ τὸ μοναχικό του σχήμα;

θ) Βοηθοῦσε τοὺς ἀδύναμους καὶ πολεμοῦσε τοὺς ἰσχυρούς;

Τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν πράττουν, οὔτε ὁ Ἰλίου, οὔτε οἱ συνάδελφοί τους στὴν πλειοψηφία τους.

Οἱ σημερινοὶ Ἐπίσκοποι στέκονται ἐνάντια στὴν Ἐκκλησία ἀντὶ νὰ λειτουργοῦν ὑπέρ Της. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λόγος τους ἀποτελεῖται ἀπὸ ψεύδη, ὕβρεις, κολακίες, ἀνακρίβειες, διαστρεβλώσεις, ἀναιρέσεις, βλασφημίες καὶ ὅτι ἄλλο σκανδαλῶδες μπορεῖ νὰ φανταστεῖ ὁ νοῦς.

Ὅ,τι εἶναι λοιπόν νὰ πράξετε, πράξετέ το ταχέως.

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου