Στιγμιότυπα από την εκκλησιαστική ιστορία
Ἀπὸ τὴν Πατρολογία Παπαδόπουλου Στυλιανοῦ:
Ἔχουμε μαρτυρία τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ
Θεολόγου ποὺ τὴν διατύπωσε τὸ ἔτος 382 «ὅτι ἡ κακοδοξία τοῦ Ἀπολιναρίου εἶχε ἀρχίσει πρὶν 30
χρόνια», δηλ. ἀπὸ τὸ 355 περίπου! «Τὸ 362 ἀντιπρόσωποί του μοναχοί της Λαοδίκειας, πῆραν χωρὶς ψῆφο μέρος στὴν
σύνοδο τῆς Ἀλεξάνδρειας», ὅπου καὶ «καταδικάστηκε ἐμμέσως πλὴν σαφῶς ἡ
θεμελιώδης του διδασκαλία» (σελ. 539). «Κι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶχε συνοδικὰ
–καθόσον γνωρίζουμε– πάρει θέση κατὰ τοῦ Ἀπολιναρίου, πολλοὶ πιστοί, μερικοὶ τῶν
ὁποίων δὲν ἦσαν ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξοι, ὅπως ὁ Εὐστάθιος Σεβαστείας καὶ οἱ ὀπαδοί
του, θεωροῦσαν τὸν Ἀπολινάριο αἱρετικὸ» καὶ φυσικὰ δὲν εἶχαν κοινωνία μαζί του.
Πάντως τὸ 377, στὴν 263 ἐπιστολή
του ὁ Μ. Βασίλειος «ζητάει καὶ ἀπὸ τοὺς δυτικοὺς τὴν συνοδικὴ καταδίκη τοῦ Ἀπολινάριου,
γιὰ τὶς πολλές του παρεκκλίσεις καὶ μάλιστα γιὰ τὴν περὶ σαρκώσεως τοῦ θείου
Λόγου κακοδοξία του».
Τὸ
376 ἡ ὑπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Βιτάλιο «ἀντιοχειανὴ κοινότητα» (στὸν
ἐπισκοπικὸ θρόνο ἀνύψωσε τὸν Βιτάλιο ὁ Ἀπολινάριος) «διακρίθηκε σαφῶς ὡς ἀπολιναριστικὴ
ἐκκλησία, στοὺς κόλπους τῆς ὁποίας ἐκινεῖτο συνεχῶς ὁ Ἀπολινάριος». Ἐκεῖ
μάλιστα καὶ δίδασκε, «γιατί ἔτσι θὰ μποροῦσε νὰ θεμελιώσει τὴν ἰδιαίτερη ὁμάδα ἡ
ἐκκλησία του».
Οἱ μαρτυρίες δείχνουν (ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Σαλαμίνας Κύπρου τὸ 377) ὅτι τὸν «ἀπολιναρισμὸ ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση τὸν ἀπέρριπτε, ἀκόμα κι ἂν δὲν μποροῦσε νὰ τὸν ἀναιρέσει συστηματικά» (καὶ νὰ ἐκδιώξει τὸν Ἀπολινάριο, συμληρώνουμε). Πάντως «μὲ ἐνέργειες τοῦ Μ. Βασιλείου ὁ Α. καταδικάστηκε στὴν Ρώμη στὸ τέλος 377 ἢ στὶς ἀρχὲς τοῦ 378…, χωρὶς νὰ γίνει προσωπικὴ μνεία (στὴν καταδίκη) του Ἀπολινάριου». Λίγο ἀργότερα ἐπειδὴ «ὁ ἀπολιναρισμὸς εἶχε προκαλέσει σάλο στὴν Ἀνατολή… ἡ Ἐκκλησία ἀναγκάστηκε νὰ τὸν ἀντιμετωπίσει ἀποφασιστικότερα στὴν σύνοδο τῆς Ἀντιόχειας τὸ 379 καὶ στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ τὸ 381 καὶ 382». Προσωπικὰ ὁ Ἀπολινάριος καταδικάστηκε στὴ Ρώμη τὸ 382. (Παπαδόπουλου Στυλιανοῦ, Πατρολογία, τόμ. Β΄, σελ. 538-541). Καὶ ὁ Χρήστου Π. συμπληρώνει: «Παρὰ τὴν καταδίκη του ὅμως οὗτος παρέμεινεν ἀδιατάρακτος εἰς τὴν ἕδραν του· τὸ 382 κατώρθωσε νὰ συγκροτήση σύνοδον εἰς τὴν Ναζιανζὸν ἡ ὁποία τὸν ἐδικαίωσε, ἐπέζησε δὲ μέχρι τοῦ 390 περίπου» (Χρήστου Π., Ἑλληνικὴ Πατρολογία, τόμ. Δ΄, σελ. 522-523).
Οἱ μαρτυρίες δείχνουν (ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Σαλαμίνας Κύπρου τὸ 377) ὅτι τὸν «ἀπολιναρισμὸ ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση τὸν ἀπέρριπτε, ἀκόμα κι ἂν δὲν μποροῦσε νὰ τὸν ἀναιρέσει συστηματικά» (καὶ νὰ ἐκδιώξει τὸν Ἀπολινάριο, συμληρώνουμε). Πάντως «μὲ ἐνέργειες τοῦ Μ. Βασιλείου ὁ Α. καταδικάστηκε στὴν Ρώμη στὸ τέλος 377 ἢ στὶς ἀρχὲς τοῦ 378…, χωρὶς νὰ γίνει προσωπικὴ μνεία (στὴν καταδίκη) του Ἀπολινάριου». Λίγο ἀργότερα ἐπειδὴ «ὁ ἀπολιναρισμὸς εἶχε προκαλέσει σάλο στὴν Ἀνατολή… ἡ Ἐκκλησία ἀναγκάστηκε νὰ τὸν ἀντιμετωπίσει ἀποφασιστικότερα στὴν σύνοδο τῆς Ἀντιόχειας τὸ 379 καὶ στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ τὸ 381 καὶ 382». Προσωπικὰ ὁ Ἀπολινάριος καταδικάστηκε στὴ Ρώμη τὸ 382. (Παπαδόπουλου Στυλιανοῦ, Πατρολογία, τόμ. Β΄, σελ. 538-541). Καὶ ὁ Χρήστου Π. συμπληρώνει: «Παρὰ τὴν καταδίκη του ὅμως οὗτος παρέμεινεν ἀδιατάρακτος εἰς τὴν ἕδραν του· τὸ 382 κατώρθωσε νὰ συγκροτήση σύνοδον εἰς τὴν Ναζιανζὸν ἡ ὁποία τὸν ἐδικαίωσε, ἐπέζησε δὲ μέχρι τοῦ 390 περίπου» (Χρήστου Π., Ἑλληνικὴ Πατρολογία, τόμ. Δ΄, σελ. 522-523).
Μετὰ ἀπ’ αὐτὰ γεννιοῦνται
τὰ ἑξῆς ἐρωτήματα, ποὺ πρέπει νὰ λάβουν σοβαρὰ ὑπ’ ὄψιν οἱ ζηλωτὲς τῶν ἀκύρων
μυστηρίων:
Ποῦ ὑπάρχουν ἀποδείξεις ἀπὸ τὶς τόσες ἀναφορὲς τῶν Ἁγίων (οἱ ὁποῖοι
σημειωτέον δὲν εἶχαν κοινωνία μαζί του), ὅτι τὰ τὰ μυστήρια τοῦ Ἀπολιναρίου
μέχρι τὴν καταδίκη του ἦταν ἄκυρα;
Ποιά καταδίκη ἀπὸ ὅλες λαμβάνεται ὡς ἀπαρχὴ ἀκυρότητας τῶν Μυστηρίων τοῦ
Ἀπολιναρίου, ἂν δεχθοῦμε ὅτι τὰ μυστήρια τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἄκυρα ἀπὸ τὴν
στιγμὴ ποὺ διδάσκουν φανερὰ τὴν αἵρεσή τους;
Ὑπῆρχαν Ἅγιοι ποὺ κατάλαβαν ἀργὰ τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία τοῦ Ἀπολιναρίου
καὶ κοινωνοῦσαν μαζί του, ἐνῶ ἄλλοι εἶχαν διακόψει. Εἶχαν καὶ αὐτοὶ ἄκυρα
μυστήρια;
Ἀφοῦ ὁ Ἀπολινάριος διατήρησε τὸν θρόνο του ἀκόμα καὶ μετὰ τὴν καταδίκη
του, γιατί δὲν ἐξέλεξαν οἱ Ὀρθόδοξοι δικό τους ἐπίσκοπο ὡς ἀντίβαρο ἀλήθειας στὴν
αἵρεση;
Τὸ σχετικό ἀπόσπασμα περὶ τοῦ αἱρετικοῦ Ἀπολιναρίου ἀπὸ τὴν Πατρολογία τοῦ Παπαδόπουλου Στυλιανού, τόμ. Β΄, σελ. 538-541: