«Zωγραφία σιωπώσα εν τοίχω λαλεί πλείονα και ωφελιμώτερα»
(Αγ. Γρηγόριος Nύσσης – Εγκώμιο
εις Μάρτυρα Θεόδωρον – P.G. 46,737)
Τοῦ Ν.
ΣΑΚΑΛΑΚΗ
Η
Ορθόδοξη Αγιογραφία ελέγχει αυστηρά την πειθήνια υπακοή των σημερινών επισκόπων
στο άθεο ελληνικό κράτος (πολιτεία).
Στο
Ιερό Βήμα παρατηρώντας τις παραστάσεις των Ιεραρχών, βλέπουμε τον καθένα να
κομίζει με τα ειλητάρια την κοινή πνευματική αποστολή τους, που τόσο θεολογικά
διατυπώνει ο Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος:
«Οἶδα τίνος ἐσμέν λειτουργοί, καί ποῦ κείμενοι, καί ποῦ
πέμποντες»
δηλ. «γνωρίζω καλά ποιανού είμαστε υπηρέτες, πού βρισκόμαστε και πού στέλνουμε
τους ανθρώπους» (Ε.Π.Ε. 1ος, 166).
Αυτή
έπρεπε να είναι η πνευματική πρακτική αναγωγή των Ιεραρχών–Ιερέων, ως
ποιμαντική στάση, έναντι της απαιτήσεως του κράτους για κλείσιμο των Ι. Ναών
και αναστολή της Θείας Λατρείας.
Ξέχασαν
ότι, ως λειτουργοί στέκονται στον τόπο του Χριστού, εκ του οποίου και μόνο
λαμβάνουν πνευματικές εντολές. «Νυν ουκ εστίν
ειπείν επί της Μωϋσέως καθέδρας εκάθισαν οι ιερείς, αλλ’ επί της του Χριστού»,
υπογραμμίζει ο Ι. Χρυσόστομος (Ε.Π.Ε. 14, 714).
Μετάφραση: «Τώρα όμως δεν ημπορούμεν να ειπούμε, εις την έδραν του Μωϋσέως
εκάθησαν οι ιερείς, αλλ’ εις την έδραν του Χριστού».
Είναι
αλήθεια, ότι η Ορθόδοξη Αγιογραφία εκφράζει με ακρίβεια την Πίστη και το Δόγμα,
υπηρετώντας την Θεολογία, ιδίως μετά την Ζ΄ Οικουμενική σύνοδο. Έχει δε
χαρακτηρισθεί ως τέχνη Μυσταγωγική, κάλεσμα δηλ. μίμησης των Αγίων προσώπων.
Ο Μ. Φώτιος ονομάζει την Αγιογραφία «διδάσκαλον της ευσεβείας», διότι εκφράζει τα δόγματα και τις εντολές της Εκκλησίας με τόση ευκρίνεια, όσο και ο προφορικός κηρυκτικός λόγος.
Αβίαστα
μπορούμε να ισχυρισθούμε, ότι η Αγιογραφία–Εικόνα ανήκει στο καθολικότερο
φαινόμενο και νόημα της Θείας Λατρείας. Είναι, θα λέγαμε, μια Λειτουργική
έκφραση της τέχνης.
Ο
Μ. Βασίλειος υπογραμμίζει: «Ἃ γὰρ ὁ λόγος τῆς ἱστορίας
διὰ τῆς ἀκοῆς παρίστησι, ταῦτα γραφικὴ σιωπῶσα διὰ μιμήσεως δείκνυσιν».
Μετάφραση: «Αυτά τα οποία ο ιστορικός λόγος φέρνει στην ακοή μας, όλα αυτά η
σιωπώσα αγιογραφία μας τα δείχνει προς μίμηση».
Οι
εικονιζόμενοι Ιεράρχες στο Ιερό Βήμα, συγκλίνουν προς το κέντρο της κόγχης
κρατώντας λειτουργικές δέλτους και την ομολογιακή ιδιαιτερότητά τους. Πολλοί εκ
των Πατέρων είναι οι ίδιοι, που ενομοθέτησαν στην α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Μας
υπενθυμίζουν, ότι η μετοχή στην κοινή λατρεία σημαίνει κράτημα της παραδόσεως.
Στα ειλητάριά τους διαβάζουμε τις ευχές «έτι
προσφέρομεν σοι την λογικήν ταύτην και αναίμακτον λατρείαν» ή «μεμνημένοι τοίνυν της σωτηρίου ταύτης εντολής».
Αυτή η Πατερική υπακοή και στοίχιση στην κανονική τάξη της Λατρείας, τηρουμένη
επί αιώνες, προδόθηκε τη ανοχή κλήρου και λαού από το φόβο της επιδημίας. Ο Ι.
Χρυσόστομος ελέγχει το σημερινό πλήρωμα στην ομιλία του (Εβρ. 2, 5-7), ως εξής
(P.G. 63, 42): «Μη δη προδώμεν την δοθείσαν ημίν
δωρεάν, ου γαρ ελάβομεν, φησιν, πνεύμα δειλίας, αλλά πνεύμα δυνάμεως και αγάπης
και σωφρονισμού. Στώμεν ουν γενναίως καταγελώντες τον θάνατον».
Είναι
αλήθεια, ότι η Λειτουργική πράξη της Εκκλησίας είναι τόσο πλούσια και
εκτεταμένη σε ιαματική δύναμη, που επί σειρά μακρών χρονικών περιόδων ενίκησε
θανατηφόρες επιδημίες. Όντως τον θάνατον εχλεύασε!
Πιστεύω, ότι οι σημερινοί επίσκοποι αντιμετωπίζουν προτεσταντικά την πανδημία,
διότι διαχώρισαν τον αγιασμό του έσω ανθρώπου και τον αγιασμό του σώματος (που
όντως λαμβάνουν χώρα εντός των Ι. Ναών) από τον περιβάλλοντα ιερό χώρο. Αυτό
που σκανδαλίζει τους προτεστάντες είναι και η «υλικότητα» της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, της Λατρείας της. Διαχωρίζουν το υλικό και το πνευματικό στοιχείο
και απορούν γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία ευλογεί όχι μόνο τον άνθρωπο αλλά και τον
περιβάλλοντα χώρο του, ακόμη και τα εργαλεία του!
Οι
Ιεράρχες ή, καλύτερα, οι Θεοφόροι Πατέρες που εικονίζονται στο Ιερό Βήμα,
ουδέποτε έδειξαν ολιγοψυχία.
Ο
φόβος σε αλληλεπίδραση με την αμφιβολία για την ασφάλεια των Ι.
Ναών, ως σατανικές σπορές, συμπίπτουν σε σημαντικό βαθμό με την νεοταξική προπαγάνδα σε βάρος της Ορθοδοξίας.
Οι
Ιεράρχες που εικονίζονται στο Ιερό Βήμα, είναι η απάντηση στους κοντόθωρους
ευσεβισμούς προσαρμογής της Θείας Λατρείας στην τηλεοπτική μετάδοση. Για όσους
εικονιζόμενους στο Ι. Βήμα ήσαν παρόντες στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, ο Ι.
Χρυσόστομος υπογραμμίζει:
«Οὕτω
πανταχόθεν ἐπανῄεσαν τότε τῶν Ἐκκλησιῶν οἱ προστάται τὰ στίγματα τοῦ Χριστοῦ
βαστάζοντες, καὶ πολλὰς ἔχοντες ἀριθμεῖν τιμωρίας, ἃς διὰ τὴν ὁμολογίαν ὑπέμειναν.
Οἱ μὲν γὰρ εἶχον εἰπεῖν μέταλλα καὶ τὴν ἐν αὐτοῖς ταλαιπωρίαν, οἱ δὲ δημεύσεις
τῶν ὄντων ἁπάντων, οἱ δὲ λιμούς, οἱ δὲ πληγὰς συνεχεῖς· καὶ οἱ μὲν τὰς πλευρὰς
κατεξεσμένας, οἱ δὲ τὰ νῶτα συντριβέντα, οἱ δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξορυγέντας, οἱ δὲ
ἄλλο τι τοῦ σώματος μέρος ἀφῃρημένους ἑαυτοὺς διὰ τὸν Χριστὸν ἐπιδείκνυσθαι εἶχον.
Καὶ ἀπὸ τῶν ἀθλητῶν τούτων ἡ σύνοδος ἅπασα συγκεκρότητο τότε».
Μετάφραση:
«Έτσι από παντού ήλθαν τότε εις την Νίκαιαν οι αρχηγοί των Εκκλησιών, οι οποίοι
έφεραν εις τα σώματά των τα στίγματα του Χριστού και οι οποίοι είχαν να
απαριθμήσουν πολλάς τιμωρίας, που υπέμειναν χάριν της ομολογίας των, διότι
άλλοι μεν θα ημπορούσαν να ομιλήσουν δια τα διάφορα μεταλλεία και τα
βασανιστήρια, που υπέστησαν εις αυτά, άλλα δε δια την δήμευσιν των περιουσιών,
άλλοι δια την πείναν και άλλοι δια συνεχείς δαρμούς. Και άλλοι μεν είχαν να
επιδείξουν τα καταπληγωμένα πλευρά τους, άλλοι δε την σακατεμένην ράχιν, άλλοι
τα βγαλμένα μάτια και άλλοι άλλο μέρος του σώματός των, που τους είχαν αφαιρέσει
δια την πίστιν των εις τον Χριστόν. Η σύνοδος εκείνη συγκροτήθηκε τότε απ’
όλους αυτούς τους αθλητάς…» (Λόγος γ΄ κατά Ιουδαίων).
ΝΙΚΟΣ
Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ