«... Kατορθώσαμε να επιστρέψουμε στο σημείο όπου η Παναγία κλαίει επί μήνες,

αλλά δεν βρίσκεται άγγελος να την παρηγορήσει και να της πει “Σώπασε, κυρα-Δέσποινα...”»

Eίναι δύσκολος ο καιρός για λόγια, όχι τόσο διότι δεν υπάρχουν κουβέντες να πει κάποιος, αλλά διότι η προσοχή των περισσοτέρων στρέφεται από ’δώ κι από ’κεί και δεν εστιάζει στην ουσία των καταστάσεων, δεν εστιάζει δηλαδή στα αίτια αυτών και στη διόρθωσή τους.

Συχνά-πυκνά εξετάζω ξανά και ξανά πόσα έγιναν στο προηγούμενο ένα έτος τα οποία έδειχναν ότι είναι συνταρακτικά και τα οποία αν τώρα κάποιος αναφέρει, αποτελούν σχεδόν ανάμνηση για την πλειοψηφία:

Η Αγιά Σοφία που έγινε τζαμί και κάποιοι διερήγνυαν τα ιμάτιά τους γι’ αυτήν την απόφαση της Τουρκίας, αλλά τώρα μήτε μιλιά, μήτε ακρόαση...

Οι μάσκες στα σχολεία, που τον Σεπτέμβριο πάλι γινόντουσαν πολλές συζητήσεις, αλλά λίγοι αντέδρασαν ουσιαστικά και τώρα μήνες μετά φαίνεται ότι ήταν απλώς μια πρακτική εκφοβισμού χωρίς ιδιαίτερες συνέπειες σε όσους επέλεξαν τον σκληρό δρόμο της αποχής, παρά τις τόσες απειλές που έδιναν και έπαιρναν εκείνην την περίοδο...

Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου... 

Ο εορτασμός των Χριστουγέννων...

Κι αυτά είναι απλώς μερικά τρανταχτά παραδείγματα, του πώς ο λαός περνάει από το ένα θέμα στο άλλο και από το ένα μέτωπο στο άλλο, αλλά δεν εστιάζει στην ουσία.

Και τώρα πλησιάζει –μία εβδομάδα έμεινε χονδρικά– ο εορτασμός των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως, για τον οποίον ανεβαίνουν πλήθος αναρτήσεων και δημοσιεύσεων προς τιμήν των αγωνιστών, που έχυσαν το αίμα τους ώστε να απελευθερώσουν την σκλαβωμένη Ελλάδα. Και καλώς ανεβαίνουν.

Αλλά το πρόβλημα έγκειται στο ότι, ενώ φτάσαμε μετά από 200 χρόνια απελευθέρωσης να επαναλάβουμε ως έθνος και ως λαός τα ίδια σφάλματα που οδήγησαν στα 400 χρόνια σκλαβιάς, δηλαδή την ένωση με τους παπικούς και τα συλλείτουργα μαζί τους, και το ότι εναποθέτουμε τις ελπίδες στους απογόνους των Φραγκολατίνων παρά στον Παντοδύναμο Θεό, που πολλές φορές γλύτωσε και διατήρησε τούτο το έθνος, δεν διαφαίνεται ότι έχει αντιληφθεί το μεγαλύτερο μέρος του λαού το τι συμβαίνει, αλλά ούτε και έχει καταλάβει γιατί χρειάστηκαν 400 χρόνια σκλαβιάς, μέχρις ότου καθαρίσει η αμαρτία των προγόνων και βγει μια γενιά άξια να διεκδικήσει, με τη χάρη του Θεού και τη βούλα του, την ελευθερία της!

Πολλοί δυστυχώς από αυτούς που επαινούν τους ήρωες τους 1821 δεν έχουν καμία σχέση με την Εκκλησία του Χριστού, που είναι αυτή που κράτησε ζωντανή την πίστη στα 400 χρόνια σκλαβιάς, αλλά και αυτή που φώτιζε όλο το Βυζάντιο. Βαπτισμένοι είναι, αλλά δεν ασχολούνται παραπάνω από τη διατήρηση κάποιων απλών εθίμων. Γι’ αυτό και ψηφίζουν εν πολλοίς αυτούς τους εχθρούς της πίστεως χωρίς να τους νοιάζει ιδιαίτερα αν αυτοί θα βρεθούν σε θέση να επιφέρουν τα πιο βαριά χτυπήματα κατά της πίστεώς μας και να προχωρήσουν την αλλοτρίωση της ορθόδοξης ταυτότητας των Ελλήνων. Αρκεί μόνο να γλυτώσουν τα προνόμια και τα όσα δικαιούνται. Το ίδιο δηλαδή σκεπτικό που καταδίκασε και την Κωνσταντινούπολη να πέσει στα χέρια των Οθωμανών και να περιέλθει στην ιδιοκτησία και ιδιοχρησία τους ο ναός της του Θεού Σοφίας, η Αγιά Σοφιά. Τα έχουν αναλύσει μεγάλα αναστήματα της Ορθοδοξίας αυτά και δεν χρειάζεται να γίνει σ’ αυτήν τη δημοσίευση.

 

Και το ερώτημα είναι:

Αφού φτάσαμε να επαναλάβουμε τα ίδια σφάλματα που έκαναν και οι πρόγονοί μας τότε και τα οποία χρειάστηκαν 400 χρόνια (χονδρικά) για να ξεπλυθούν, αυτό τι λέει για τις δικές μας γενιές; Τις γενιές των τελευταίων 40-50 χρόνων;

 

Πώς θα διορθωθεί η κατάσταση αν δεν αναλάβουμε τις ευθύνες μας, εμείς πρώτα οι Χριστιανοί, και δεν πούμε με επίγνωση στον Κύριο, οι περισσότεροι από εμάς, καθώς οφείλουμε, ότι επιτρέψαμε στους εχθρούς Του να διεξάγουν πόλεμο εναντίον Του με την ανοχή μας, με τη συγκατάθεσή μας, με την ψήφο μας ενίοτε;

Αν εξετάσουμε τις ζωές μας ο καθένας με βάση το ευαγγέλιο, πόσων θα βρεθούν απόλυτα εναρμονισμένες με τα όσα διδάσκει;

Εγώ οφείλω να ομολογήσω ως ο πρώτος που θέτει το ερώτημα ότι παρά τους αγώνες που μπορεί να έχω κάνει για να αντικρούσω τα κακώς κείμενα στις διάφορες περιστάσεις στις οποίες βρέθηκα, δεν είναι η ζωή μου καθ’ όλα σύμφωνη με το ευαγγέλιο. Σε πολλά χωλαίνω ακόμη, αλλά το ομολογώ και το θεωρώ ως το πρώτο εμπόδιο για την ευημερία της πατρίδος μας.

Διότι αν ο καθένας μας γίνει άγιος, γίνει θεούμενος, τι δύναμη θα έχουν οι διάβολοι και τα όργανά τους; Πού θα σταθούν;

Όσο λοιπόν εμείς απέχουμε από αυτόν τον στόχον - πρώτος εγώ, είμαστε η αιτία που λυμαίνεται το κακό.

Αν εμείς, οι Χριστιανοί, δεν είμαστε πια φως και άρα το σκοτάδι της αμαρτίας βρήκε τόπο και απλώθηκε, πώς θα διορθώσουμε την κατάσταση αν δεν κηρύξουμε πόλεμο κατά της αμαρτίας;

Όσο και να παινέψουμε τους ήρωες της Επαναστάσεως, που μόνο επαίνους αξίζουν, αυτοί θα μας υπενθυμίζουν ότι πέρασαν 400 χρόνια προτού βγει τέτοια γενεά Ελλήνων, με θερμή πίστη στον Χριστό και δίψα για ένα κράτος καμωμένο με Χριστό και προσευχές

Κι εντέλει σε 200 χρόνια μέσα, αλλά κυρίως τα τελευταία 40-50 χρόνια, κατορθώσαμε να επιστρέψουμε στο σημείο όπου η Παναγία κλαίει επί μήνες, αλλά δεν βρίσκεται άγγελος να την παρηγορήσει και να της πει «Σώπασε, κυρα-Δέσποινα, και μην πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά σου θα ‘ναι!»...

Από την ταπεινή αυτή γωνιά του διαδικτύου, αλλά και σε οποιαδήποτε συζήτηση προκύψει, θέτω πάντα το θέμα της μετάνοιας και της εξομολογήσεως ως το πιο βασικό για την υπάρχουσα περίσταση.

Εξάλλου είναι το πρώτο βήμα προς τη Θεία Κοινωνία που είναι ο τελικός στόχος και το κυρίως όπλο κατά του διαβόλου.

Αφού όλο αυτό που βιώνουμε είναι μια επίθεση οργάνων του αντιχρίστου πνεύματος, πρέπει να απαντήσει ο πιστός λαός αναλόγως. Πρωτίστως με το να μην μπορεί να προσβληθεί από τις επιθέσεις τους εχθρού, χάρη στο μυστήριο της Μετανοίας και της Εξομολογήσεως, και κατόπιν με θεϊκό φωτισμό που δίνει η ένωση μετά του Σωτήρος Χριστού, να απαντήσει.

Ειδάλλως, και οι Επίσκοποι και οι Ιερείς που αγωνίζονται να κάνουν τι χωρίς τον λαό που θέλει να αγωνιστεί με τον τρόπο που μας υπέδειξε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός;

Κάποιες φορές πρέπει ο ποιμένας να μαζεύει τα πρόβατα τριγύρω, ως οφείλει, αλλά άλλες φορές πρέπει και τα πρόβατα από μόνα τους να μαζευτούν γύρω από τους καλούς ποιμένες, διότι είναι λογικά τα πρόβατα του Χριστού, όχι άλογα.

Και όλοι μαζί έχουν τρόπους και με την προσευχή, και με τη νηστεία αλλά κυρίως με την κοινωνία και την επικοινωνία να δημιουργήσουν αναχώματα.

Βλέπετε, εξαρχής είχαν καταλάβει οι εχθροί μας και σ’ αυτό στόχευαν –και είναι ηλίου φαεινότερο πόσο καλά μας έχουν μελετήσει– ότι έχουμε γίνει Χριστιανοί που έχουν περισσότερη σχέση με τον ναό, με το κτίσμα, όπως έχουμε πχ. με την τράπεζα, παρά με τους ποιμένες και τους λειτουργούς του Υψίστου που τελούν τη θυσία.

Γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι περισσότεροι με τον ιερέα και με την Εκκλησία επικοινωνούν δια του ναού κατά κύριο λόγο. Άλλες επαφές δεν έχουν.

Οπότε, δεσμεύοντας, με διάφορες μεθοδεύσεις που κατεργάζονται χρόνια πολλά, τους ναούς, θα διετάρασσαν την ενότητα. (Και το πέτυχαν!) Συν το γεγονός ότι είχαν βάλει στο χέρι επισκόπους με τον έναν ή τον άλλον τρόπο –και όχι μόνο, και είχαν τους δικούς τους ανθρώπους σε καίριες θέσεις, οπότε θα έθεταν το δίλημμα της υπακοής για να συγχύσουν τα πράγματα ακόμη περισσότερο.

Γι’ αυτό βέβαια μάς φωνάζουν αυτοί οι Απόστολοι μέσα από την Καινή Διαθήκη, ότι υπάρχουν κίνδυνοι και μέσα στην Εκκλησία, αλλά κωφαίνουν οι περισσότεροι επιμελώς.

Συνεπώς, ο μόνος ουσιαστικός τρόπος αντίστασης είναι, όπως και στις αρχές της Επαναστάσεως, να υπάρχουν ομάδες γύρω από «οπλαρχηγούς» κληρικούς, που σε κάποια φάση θα εξεγερθούν μαζικά όπως πρέπει και θα αποδείξουν ότι η πίστη για την οποία αγωνίστηκαν αιώνες τώρα να διαφυλάξουν οι Έλληνες αφότου την παρέλαβαν από τους Αποστόλους, επαληθεύοντας τον προφητικό λόγο του Κυρίου «λήλυθεν ρα να δοξασθ υἱὸς το νθρώπου» (Ιω. ιβ’ 23), είναι το μείζον και είναι αυτή το φως του κόσμου.

Όχι τα κοιτάσματα, όχι τα κτήματα, όχι οι γνώσεις, αλλά η πίστις!

Κι αν δεν το κάνουμε από μόνοι μας, θα τα φέρει ο Θεός τα πράγματα έτσι που θα γίνει αυτό, αναγκαστικά, αλλά τότε δεν θα έχουμε μισθό, αν περιμένουμε από τον Θεό πάλι να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Υπάρχει λίγος χρόνος ακόμη, αλλά τα περιθώρια στενεύουν επικίνδυνα.

Η ευχή μου είναι η φετινή 25η Μαρτίου να αποτελέσει την αρχή της μετανοίας μας ως έθνος και της επιστροφής στον μόνο αληθινό Θεό, πρωτίστως εμείς οι «καλοί» Ορθόδοξοι Χριστιανοί, διότι «μάρτομεν μετ τν πατέρων μν, νομήσαμεν, δικήσαμεν» (Ψαλμ. ρε΄ 6) ώστε στο Πάσχα να μη συζητούμε για το αν θα μας αφήσουν τα μέτρα να εορτάσουμε, αλλά να είναι τόση η λαχτάρα που να το εορτάσουμε, ο κόσμος να χαλάσει!

Καλό στάδιο!

Καλήν απολογίαν την επί του φοβερού βήματος του Χριστού να έχουμε!

Στέφανος Παναγόπουλος

Πηγὴ ἐδῶ.