Είναι δυνατόν Aρχιμανδρίτης να αρνείται την θεότητα του Χριστού;

 


Γράφει ο Γιώργος Παύλος στην Romfea.gr

Καθ. Φυσικής και Φιλοσοφίας ΔΠΘ


Ο Αρχιμανδρίτης π. Χριστόδουλος Ταμπακόπουλος, σε σύντομο κριτικό άρθρο του στην εργασία του καθηγητή Ανδρέα Ζαχαρίου στην «θεολογικώς αποκλίνουσα αντίληψη του Γρηγορίου Ακίνδυνου για τους αγγέλους», δημοσιευμένο στο 91ο τεύχος (4: 2020) του περιοδικού ΘΕΟΛΟΓΙΑ της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, αναφέρει τα εξής (σελ. 259-261).

Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ισχυρίζεται ο αρχιμανδρίτης, οδηγήθηκε σε αίρεση και παραλογισμό, δεχόμενος μετοχή στις Άκτιστες Ενέργειες του Θεού, αφού οι Άκτιστες Ενέργειες είναι Θεία Φύση.

Ταυτίζονται δηλαδή με την Θεία Φύση. Έτσι ο αιρετικός Παλαμάς, κατά τον π. Ταμπακόπουλο, εισάγει «πολλές Άκτιστες Θεότητες, όσοι και οι θεούμενοι» άνθρωποι και άγγελοι. Βάσει αυτού του συλλογισμού του διερωτάται ο αρχιμανδρίτης: «Αυτό δεν είναι αίρεση, δεν είναι παραλογισμός»;

Ο π. Ταμπακόπουλος συνεχίζει γράφοντας ότι: «λησμόνησε ο Γρηγόριος Παλαμάς ότι δεν υπάρχει μόνον ο Άκτιστος Θεός. Υπάρχει και ο κτιστός Θεός, ο σαρκωθείς Θεός, ο ενανθρωπήσας Θεός, ο Κύριός μας, ο Χριστός», και δεν διστάζει να αποφανθεί ακόμη και για την Παναγία, τον Άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, κι εν γένει τους Αγίους, τους οποίους -σύμφωνα με τον ίδιο- κατανοεί ορθώς μόνον ο Ακίνδυνος, ενώ ο Παλαμάς πλανάται σε αίρεση και παραλογισμό:

«Ο Άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος ... περιγράφει στο βιβλίο του την ένωσή του με τον Χριστό, τον κτιστό Θεό δηλαδή... »· «Η Αγία Παρθένος ενώθηκε με τον κτιστό Θεό...· δεν ενώθηκε βέβαια με τον Άκτιστο Θεό, πράγμα αδύνατον...».

Άρα, κατά τον Αρχιμανδρίτη, η κατά χάριν θέωση είναι κτιστή. Διότι κατ᾽ αυτόν, οι «Άκτιστες ενέργειες του Θεού είναι Θεία Φύση, ανήκουν στη Θεία Φύση».

Σύμφωνα με την ερμηνεία Αγ. Γρηγορίου Παλαμά από τους Ακίνδυνο και Ταμπακόπουλο, η μετοχή των ανθρώπων και των αγγέλων στις Άκτιστες Ενέργειες (Άκτιστος Χάρις) συνεπάγεται και ότι οι άνθρωποι και οι άγγελοι καθίστανται οι ίδιοι Άκτιστοι.

Οποία αρίστη (!) και καινοφανής (!) ορθόδοξη (!) ερμηνεία Ακινδύνου και Ταμπακόπουλου του κατ᾽ αυτούς αιρετικού Αγίου Γρηγορίου Παλαμά!

Αναφερόμενος στην υπεροχή του Ακινδύνου έναντι του Παλαμά, ο σοφός αρχιμανδρίτης επαναλαμβάνει πως έχουμε μόνο «κτιστή ενοίκηση του Θεού στους ανθρώπους και στους αγγέλους» και όχι Άκτιστο ενοίκηση, όπως νομίζει ο αιρετικός (!) και παραλογιζόμενος (!) Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς.

Μάλιστα στο κείμενό του ο Ταμπακόπουλος κάνει διάκριση κτιστής θεώσεως, με κ και θ μικρό, και Ακτίστου Θεώσεως με Α και Θ κεφαλαία.

Άρα, υπονοεί σαφώς την δυτική αιρετική διδασκαλία της κτιστής χάριτος. Επίσης, ταυτίζοντας Άκτιστο Ουσία και Άκτιστο Φύση με την Άκτιστο Ενέργεια εισάγει κατ᾽ ουσίαν την τριαδολογική, εκκλησιολογική και Χριστολογική δυτική σχολαστική αιρετική διδασκαλία του Ακινάτη και άλλων. 

Βάσει όλων των ανωτέρω διερωτάται κανείς: Έχει άραγε σπουδάσει σε Ορθόδοξα σχολεία ο αρχιμανδρίτης Ταμπακόπουλος, ή μόνο σε ρωμαιοκαθολικά και προτεσταντικά;

Ο ίδιος μάλιστα πηγαίνει πιο πέρα και από τον Πάπα, στον οποίο έχουμε σαφώς αίρεση και έμμεση άρνηση του Χριστού. 

Διότι ρητά και απερίφραστα υποβιβάζει τον Χριστό σε κτίσμα επιστρέφοντας ο ίδιος σε όλες τις αρχαίες δαιμονιώδεις πλάνες και αιρέσεις και ανακυκλώνει όλους τους μεγάλους ιστορικούς αιρεσιάρχες που εδίωξαν τον Αληθή Χριστό και Μεσσία από την ιστορία υποβιβάζοντάς τον σε κτίσμα. Γνωστικισμός, Αρειανισμός, Μονοφυσιτισμός είναι, μεταξύ άλλων, παρόντα στο σύντομο αυτό κείμενο τριών σελίδων του αρχιμανδρίτη Ταμπακόπουλου. Ακόμη και φιλόσοφοι, όπως ο Φίλων ο Αλεξανδρεύς που πρώτος εισήγαγε την ιδέα περί κτιστού λόγου του Θεού, είναι παρόντες στο κέντρο της σκέψης του αρχιμανδρίτη, καθώς για τον Φίλωνα «ο Λόγος είναι το πρωτότοκον του Θεού δημιούργημα». 

Ο π. Ταμπακόπουλος αγνοεί, δυστυχώς, παντελώς και φιλοσοφία και ορθόδοξη θεολογία.

Διότι από τα λόγια του προδίδεται η άγνοιά του αναφορικά με τις θεμελιώδεις διακρίσεις και ταυτίσεις (ενώσεις) σε θεολογικό αλλά και σε φιλοσοφικό-επιστημονικό επίπεδο.

Βεβαίως το θεολογικό επίπεδο είναι πέρα και πάνω από το φιλοσοφικό και επιστημονικό, στα οποία μόνον αμυδρώς εικονίζεται η θεολογική αλήθεια των διακρίσεων και ενώσεων. 

Ας πούμε λοιπόν εντελώς επιγραμματικά αυτά που ένας ορθόδοξος θεολόγος, και δη αρχιμανδρίτης, και αύριο πιθανώς Επίσκοπος, οφείλει να γνωρίζει σε βάθος και να διδάσκει.

Η Ορθόδοξη Θεολογία εισάγει, εν προκειμένω δια του Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, ο οποίος συμπυκνώνει όλη την Πατερική εμπειρία και σκέψη, μια τριάδα θεμελιωδών διακρίσεων (καθέτως) και ταυτίσεων (οριζοντίως), ως εξής: 

Ουσία και φύσις και μορφή κατά τους αγίους πατέρας ταυτόν εστιν.

Ενέργεια και δύναμις ταυτόν εστιν.

Υπόστασις και πρόσωπον και άτομον ταυτόν εστί.

Τα τρία αυτά είδη πραγματικότητας στο Θείο είναι, διακρίνονται αλλά δεν διαιρούνται. Διότι όλα υφίστανται ενυποστάτως, αφού κατά τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας «ανυπόστατος μεν φύσις τουτέστιν ουσία ούκ αν είη ποτέ».

Με απλά λόγια, δεν υπάρχει ταύτιση Θείας Φύσεως και Θείας Ουσίας με τις Θείες και Άκτιστες Ενέργειες, οι οποίες σαφώς είναι ενωμένες αδιαιρέτως και ασυγχύτως με την Θεία Ουσία. Διότι ανενεργός τις ουσία ούκ αν είη. 

Όμως αυτό που αγνοεί ο αρχιμανδρίτης και κάθε αιρετίζων και πλανώμενος «θεολόγος», «ορθόδοξος», ή καθολικός, ή προτεστάντης, είναι πως οι υποστάσεις περιέχουν και την φύση και την ουσία και τις ενέργειες ή δυνάμεις. Αυτό ισχύει τόσο για την Άκτιστη Τριαδική Θεότητα όσο και για την κτιστή και δημιουργημένη φύση.

Η Θεία Ουσία και Φύση, δηλαδή, δεν είναι απρόσωπη και ανυπόστατη, αλλά υφίσταται ενυποστάτως, κατά τρόπο μυστήριο και λογικά απρόσιτο, όλη αδιαιρέτως σε κάθε Θεία Υπόσταση. Αίτιος αυτού του Μυστηρίου είναι ο Πατήρ που γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιον Πνεύμα. Γι᾽ αυτό ο Τρισυπόστατος Θεός είναι ένας Θεός και συγχρόνως τρεις αχώριστες Θείες Υποστάσεις δια του Πατρός, Τρεις σε Ένα και Ένας σε Τρεις, Μονάς εν Τριάδι και Τριάς εν Μονάδι. Γι᾽ αυτό και η Παναγία καλείται Θεοτόκος κυριολεκτικώς, διότι εγέννησε όλον τον Υποστατικό και Άκτιστο Θεό Λόγο, τον Ένα της Τριάδος.

Όσον αφορά στο Θείο Πρόσωπο του Θεού Λόγου και Μεσσία Χριστού, αυτό είναι σαφώς Άκτιστο. Είναι ύβρις και δαιμονιώδης η σκέψη να ονομάσει κανείς τον Χριστό κτιστό θεό. Ο Άκτιστος και Υποστατικός Λόγος σαρκούμενος προσλαμβάνει την κτιστή φύση και γίνεται κτιστή σάρκα αλλά ουδόλως χάνει την Άκτιστο Υπόστασή του, και άρα και, την Άκτιστο Ουσία και Ενέργειά Του ως ο Είς της Τριάδος.

Εξάλλου, η μετοχή του κτιστού στο Άκτιστο είναι θεμελιώδους σημασίας. Διότι το κτιστό παράγεται εκ του μη όντος στο είναι και συντηρείται στο είναι διαρκώς, ακριβώς επειδή βρίσκεται διαρκώς στην αγκαλιά του Θεού δια των Ακτίστων Θείων Ενεργειών.

Ο Θεός κυριολεκτικώς και οντολογικώς είναι διαρκώς Παρών στο κτιστό δια των Ακτίστων και Θείων Ενεργειών Του που διακρίνονται σαφώς αλλά δεν διαιρούνται της Θείας Φύσεως και Ουσίας.

Διδάσκοντας η Εκκλησία ότι ο Θεός είναι «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών» κυριολεκτεί και δεν ψεύδεται. Αυτό είναι και το υπέρτατο Μυστήριο της Διακρίσεως, αλλά όχι διαιρέσεως, της Θείας Ουσίας και Φύσεως από τις Άκτιστες Θείες Ενέργειες.

Είναι δυνατόν σε μια γενική έννοια του όρου «φύσις» να εννοήσει κανείς το όλον της Ακτίστου Θεότητος, αλλά αυτό δεν μπορεί να έρχεται σε αντίθεση προς την Αποκάλυψη του Θεού δια του Χριστού ως Τριαδικό Υποστατικό Μυστήριο.

Ότι, δηλαδή, η Θεία Φύσις ταυτιζομένη με την Θεία Ουσία περιέχεται στις Θείες Υποστάσεις... αλλά δεν τις περιέχει και δεν τις απορροφά, όπως συμβαίνει στην δυτική σχολαστική ουσιοκρατία.

Άρα η κτιστή ενοίκηση, δηλαδή «η ενοίκηση με κτιστό τρόπο» του Ακινδύνου, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο π. Ταμπακόπουλος, που δεν είναι άλλο από κτιστή μετοχή του Θεού στα κτιστά όντα, είναι μια εντελώς αναληθής, ψευδής και αιρετική διδασκαλία, η οποία μάλιστα εκδιώκει τελείως τον Θεό από το κτιστό και από την ιστορία τον Χριστό.

Ακόμη και οι δαίμονες μετέχουν του Θεού κυριολεκτικώς, δια των Ακτίστων Ενεργειών, αφού τίποτε δεν μπορεί να υπάρξει στο είναι άνευ της Θείας και Ακτίστου Ενεργείας.

Αν ο Θεός αποσύρει την Άκτιστο Ενέργεια Του και Παρουσία Του από τα κτιστά όντα, τότε αυτά εκμηδενίζονται και πίπτουν στο μη Είναι. Γι᾽ αυτό κυριολεκτικά ο Θεός Αγάπη εστί.

Διότι, ακόμη και όταν αυτεξουσίως τα κτιστά όντα αποστρέφονται τον Θεό εγωπαθώς και εγωιστικώς, ο Θεός δεν παύει να τα κρατά δια της Θείας και Ακτίστου Ενεργείας και Θείας και Ακτίστου Αγάπης του στο είναι.

Γι᾽ αυτό η Ορθόδοξος Ανατολική Εκκλησία και Θεολογία είναι η μόνη Αληθής και σώζουσα Εκκλησία. Έτσι, κυριολεκτικώς δια του Χριστού Θεού Λόγου ο Δημιουργός ως ο Όλος Τριαδικός και Υποστατικός Θεός μεθ᾽ ημών εστιν. 

Αλλά δυστυχώς όλες οι αιρετικές θέσεις και διδασκαλίες που εμφανίζονται διαρκώς ανανεούμενες και μετασχηματιζόμενες μέσα στην ιστορία, επαληθεύουν με τραγικό τρόπο την αλήθεια του Ευαγγελίου: «Εις τα ίδια ήλθε και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον».

Βάσει όλων αυτών προκύπτει ότι ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς είναι μέγιστος Άγιος της Εκκλησίας. Χωρίς αυτόν δεν έχουμε Εκκλησία και Χριστό. Τα έχουμε χάσει όλα.

Ο Άγιος Γρηγόριος ανακεφαλαιώνει όλη την Αλήθεια του Χριστού και της Εκκλησίας. Δεν μας λέει κάτι που δεν υπήρχε προηγουμένως.

Όμως στρέφει την προσοχή μας στην θεμελιώδη διάκριση Ουσίας και Ενέργειας επειδή αυτή η Διάκριση είναι η ορθή βάση όλης της εκκλησιαστικής και αποστολικής εμπειρίας.

Μολονότι την διάκριση αυτή την γνώριζαν όλοι οι προηγούμενοι Πατέρες, δεν είχε τεθεί τέτοιο ζήτημα αμφισβήτησής της όπως ετέθη την εποχή του Αγίου Γρηγορίου. 

Εν τέλει, και οι αιρεσιάρχες συνεισφέρουν -έστω και με αρνητικό τρόπο- στην αλήθεια, πολεμώντας την.

Διότι αναγκάζουν την Εκκλησία δια των Αγίων της να αναδείξει περίτρανα την Δόξα της που δεν είναι άλλη από την Θεία Δόξα του Σαρκωμένου Θεού Λόγου, του Μεσσία Ιησού Χριστού, του Υιού της Ευλογημένης κόρης και Παρθένου Μαρίας.

Τελικώς, το πρόβλημα δεν είναι αν κάποιος αγνοεί την Ορθόδοξη Αλήθεια και Θεολογία.

Το πρόβλημα είναι: πως είναι δυνατόν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, στις Ορθόδοξες θεολογικές Σχολές και στα επίσημα -και κύρους- Ορθόδοξα θεολογικά περιοδικά, να εμφανίζεται αυτό το τραγικό και άκρως επικίνδυνο, χριστοκτόνο και θεοκτόνο φαινόμενο;

 Πηγὴ ἐδῶ.