Απάντηση στον υπερασπιστή του Κυρίλλου Μέτοικο από τον π. Θεόδωρο Ζήση


 

Σε άρθρο που αναρτήσαμε (εδώ) ο "Μέτοικος" παίρνει για πολλοστή φορά ξεκάθαρα φιλορωσική θέση, παρόλο που ο Κύριλλος Μόσχας είναι κι αυτός, όπως ο Βαρθολομαίος, από τους κυρίους προωθητές, της υποταγής της Εκκλησίας στην πολιτική, του Οικουμενισμού και της ένωσης με τον Παπισμό. Αφήνουμε τον π. Θεόδωρο Ζήση να του απαντήσει με ένα υπέροχο άρθρο του (εδώ) σχετικά με το ποιοί είναι οι Οικουμενιστές και ποιά πρέπει να είναι η στάση μας απέναντί τους, άσχετα με το ποιοί είναι αυτοί και τί θέση κατέχουν.

Στο κείμενο αυτό θα σχολιάσουμε κάποια σημεία για να αποδείξουμε το λάθος του Μέτοικου:

Γράφει ο π. Θεόδωρος: «Ἡ σημερινή κατάστασι, κατά την ὁποίαν τό νευρικό σύστημα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει –γιά πολλούς λόγους– σχεδόν παραλύσει, δέν σημαίνει ὅτι οἱ ἀλλοτριόφρονες Οἰκουμενιστές εἶναι ὑγιῆ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. μέ δυναμική φορά πρός τήν χριστοποίησι καί θέωσί τους, ὡς ὤφελε, ἑνωμένοι μέ τήν Κεφαλή, τόν Χριστό, "ἐξ οὗ πᾶν τό σῶμα διά τῶν ἁφῶν καί συνδέσμων ἐπιχορηγούμενον καί συμβιβαζόμενον, αὔξει τήν αὔξησιν τοῦ Θεοῦ" [26] . Ἁπλῶς σημαίνει ὅτι τά περισσότερα ἐκ τῶν λοιπῶν μελῶν τοῦ Σώματος, δέν ἀντιλαμβάνονται τή λύμη τῆς αἱρέσεως, λόγῳ παραλελυμένων νεύρων.

Πάντως, ἀκόμη καί στή δεύτερη περίπτωσι, ἡ Ἐκκλησία ἐπαινεῖ τή διακοπή κοινωνίας, δηλαδή τόν ἐξω-εκκλησιασμό τοῦ αἱρετίζοντος Ἐπισκόπου ἀπό τό ὀρθόδοξο Ποίμνιό του, πρᾶγμα πού σημαίνει τί; Ὅτι οἱ αἱρετίζοντες Ἐπίσκοποι, καί πρό συνοδικῆς ἀποφάσεως, ὡς ἐπικίνδυνοι, τίθενται ἐκτός τῆς Προσκομιδῆς καί Θείας Λειτουργίας τῶν Ὀρθοδόξων, ἄρα καί "οὐσιαστικῶς" ἐκτός Ἐκκλησίας. Ἐκτός ἐάν οἱ προτεσταντίζοντες (κατ᾽ ὄνομα) ὀρθόδοξοι Οἰκουμενιστές ἀμφισβητοῦν τούς θεοπνεύστους ἱερούς Κανόνες, γιά τούς ὁποίους ἔχει ὀρθῶς λεχθῆ, ὅτι: "Ὁρίσθηκε ἀπό τούς

Ἁγίους Πατέρες, ὅτι πρέπει καί μετά θάνατον νά ἀναθεματίζωνται ὅσοι ἁμάρτησαν εἴτε στήν Πίστι εἴτε στους Κανόνες"[28]»  (σσ. Αφού λοιπόν, και ο Κύριλλος και ο Βαρθολομαίος είναι αποδεδειγμένα συνειδητοί Οικουμενιστές με προϋπηρεσία και βραβεύσεις −πιστεύουμε, ότι ο "Μέτοικος" δεν θα το αμφισβητήσει αυτό− τότε σύμφωνα με τα λεγόμενα του π. Θεοδώρου "ὡς ἐπικίνδυνοι τίθενται ἐκτός τῆς Προσκομιδῆς καί Θείας Λειτουργίας τῶν Ὀρθοδόξων, ἄρα καί "οὐσιαστικῶς" ἐκτός Ἐκκλησίας". Δεν μπορούμε να αθωώνουμε τέτοιους ανθρώπους επειδή ο ένας είναι ίσως χειρότερος από τον άλλο, αφού και οι δύο είναι επικίνδυνοι).

«Θέλομε νά ὑπενθυμίσωμεν ἐν πρώτοις, τή φράσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τήν ἀναφερόμενη σέ ὅσους ἀκολουθώντας τίς αἱρέσεις ἀφίστανται τῆς Ἐκκλησίας· "ἐξ ἡμῶν ἐξῆλθον, ἀλλʼ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν· εἰ γάρ ἦσαν ἐξ ἡμῶν μεμενήκεισαν ἄν μεθʼ ἡμῶν·ἀλλ᾽ ἵνα φανερωθῶσιν ὅτι οὐκ εἰσί πάντες ἐξ ἡμῶν" (Α΄ Ἰω. 2, 19).  Ἡ φράσι εἶναι σαφής, περί τοῦ ὅτι οἱ "ἀλλοτριόφρονες", ὅσοι πιστεύουν διαφορετικά ἀπό τήν Ἐκκλησία "οὐσιαστικῶς" δέν εἶναι ἐξ ἡμῶν, ἀκόμη καί ὅταν παραμένουν τυπικῶς μεθʼ ἡμῶν.

Ἡ μεταγενέστερη αὐτόβουλη ἀπόσχισί τους, ἡ ἀπομάκρυνσί τους ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἁπλῶς φανερώνει, κατά τόν Θεολόγο, ὅτι καί πρό τῆς ἀποσχίσεώς τους δέν ἦσαν πράγματι "ἐξ ἡμῶν", δέν ἦσαν "οὐσιαστικῶς" πιστοί. Οἱ Οἰκουμενιστές, εἴτε ὡς νέα αἵρεσι (αὐτή τοῦ θεολογικοῦ σχετικισμοῦ καί συγκρητισμοῦ), εἴτε κοινωνώντας μέ ὅσους αἱρετικούς ἤδη ἔχουν ἀποσχισθῇ ἀπό μᾶς, ἐμπίπτουν στήν περίπτωσι αὐτή» (σσ. άρα και ο Βαρθολομαίος και ο Κύριλλος).

 

«Σύνοψι

Ἐδείξαμεν, ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετίζοντες κληρικοί, καί ἀνάμεσά τους καί οἱ συνειδητοί Οἰκουμενιστές, δεν ἀποβάλλονται μέν ἀπό τήν ἐπί γῆς Ἐκκλησία αὐτομάτως ("ἐξω-εκκλησιάζονται"), παρά μόνο μετά ἀπό συνοδική καταδίκη. Ὅμως εἶναι θεμιτή ἡ πρός αὐτούς ἀκοινωνησία καί ἀποτείχισι ἀπό τούς Ὀρθοδόξους, ἤδη πρό συνοδικῆς καταδίκης, προς ἀποτροπήν ἐξαπλώσεως τοῦ κακοῦ τῆς ἑτεροδοξίας. Ἐπίσης, ὅτι ἡ συνειδητή ἀλλοίωσι τῆς Πίστεως ὅπως ὁ Οἰκουμενισμός, διαρρήσει καί μυστικῶς "ἐξω-εκκλησιάζει" τούς ἀλλοτριόφρονες ἀπό τήν ἀόρατη, μυστική Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, τόν Χριστό, καί τήν Θριαμβεύουσαν ἐν Οὐρανοῖς Ἐκκλησία, ἀκόμη καί ἄνευ "ἐπιγείου" συνοδικῆς καταδίκης, διότι οἱ αἱρετίζοντες ὁδηγοῦνται αὐτοπροαιρέτως στήν διά τῆς αἱρετικῆς πλάνης ἀπομάκρυνσι ἀπό τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἀλλοίωσι τῆς Πίστεως δέν ἐπιδέχεται παντελῶς "οἰκονομία" (σσ. ή πολιτικής φύσεως υπέράσπιση, όπως αυτή που ασκεί ο "Μέτοικος") ἤ ἀνοχή ἀπό την Ἐκκλησία, ὅπως τά ἄλλα ἁμαρτήματα, ἐπειδή εἶναι ἁμάρτημα "ἐξαπλούμενο" καί βλαπτικό γιά τή σωτηρία μας πολύ περισσότερο ἀπό τά ὑπόλοιπα».