Οι άνθρωποι της προσευχής στην έρημο νομίζουν ότι ένας άνθρωπος ο οποίος ζει ανάμεσα στους ανθρώπους, θα δυσκολευτεί να διαφυλάξει την καθαρότητα της καρδιάς και να κατευθύνει το νου του προς τον Θεό, όσα καλά έργα κι αν κάνει.
Εκείνοι που κάνουν ελεημοσύνες στον κόσμο λένε: ότι ο ερημίτης είναι πλήρως απασχολημένος με τη δική του σωτηρία και δεν βοηθά στη σωτηρία των άλλων.
Δύο Αιγύπτιοι αδερφοί, ο Παΐσιος και ο Ησαΐας, κληρονόμησαν μια μεγάλη περιουσία από τους γονείς τους, πούλησαν τη περιουσία και ο καθένας πήρε το μερίδιό του από τα χρήματα.
Ένας από αυτούς μοίρασε αμέσως τα χρήματά του στους φτωχούς, έγινε μοναχός και αποσύρθηκε στην έρημο για να κάνει μια αυστηρή ασκητική ζωή, ώστε με υπομονή, νηστεία, προσευχή και κάθαρση του νου από κάθε κακό λογισμό, για να σώσει την ψυχή του.
Ο άλλος αδελφός έγινε επίσης μοναχός, αλλά δεν ήθελε να μπει στην έρημο, αλλά έχτισε ένα μικρό μοναστήρι κοντά στην πόλη, ένα νοσοκομείο για τους αρρώστους, ένα δημόσιο πτωχοκομείο για τους απόρους και ένα χώρο ανάπαυσης για τους θλιμμένους. Αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην υπηρεσία των συνανθρώπων του.
Όταν αναπαυθηκαν και τα δύο αδέρφια, ακολούθησε διαμάχη μεταξύ των μοναχών της Αιγύπτου: ποιος από τους δύο εκπλήρωσε το νόμο του Χριστού; Μη μπορώντας να συμφωνήσουν μεταξύ τους, ήρθαν στον Άγιο Παμβώ και τον ρώτησαν γι’ αυτό.
Ο άγιος Παμβώ απάντησε: «Και οι δύο είναι τέλειοι ενώπιον του Θεού· ο φιλόξενος είναι όμοιος με τον φιλόξενο Αβραάμ και ο ασκητικός είναι όμοιος με τον Προφήτη Ηλία, που και οι δύο ευαρεστούσαν εξίσου τον Θεό».
Εντούτοις, δεν ήταν όλοι οι μοναχοί ικανοποιημένοι με αυτή την απάντηση. Τότε ο Άγιος Παμβώ προσευχήθηκε στον Θεό να του αποκαλύψει την αλήθεια.
Αφού προσευχήθηκε για πολλές μέρες, ο Άγιος Παμβώ είπε στους μοναχούς: «Ενώπιον του Θεού σας λέω ότι είδα και τους δύο αδελφούς, τον Παΐσιο και τον Ησαΐα μαζί στον Παράδεισο». Με αυτό λύθηκε η διαφορά και όλοι έμειναν ικανοποιημένοι.
Ο Πρόλογος της Αχρίδος – Ιούλιος, του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
«Πᾶνος»