Οἱ αἱρετικοί εἶναι σεσηπότα μέλη ποὺ ἐμφανίζονται στὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἐκκλησία τὰ ἀποκόπτει.

Γιὰ ὅσους κηρύττουν λανθασμένα, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει σεσηπότα μέλη. Τὰ σεσηπότα μέλη δὲν ἀναιροῦν τὸ ὑγιὲς τῆς Ἐκκλησίας.



«Πρῶτον μέν γάρ κατά τόν (λα΄) ἀποστολικόν κανόνα οἱ σχισματικοί παραγγελθήσονται τοῦ κακοῦ ἀποσχέσθαι· καί μή πεισθέντες, καθαιρεθήσονται ἤ ἀφορισθήσονται· εἰ δέ καί οὕτω τῇ φυσιότητι, τουτέστι τῇ κενοδοξίᾳ καί τῇ ἀνηκοΐᾳ, ἐμμένουσιν, ἀναθέματι καθυποβληθήσονται (κατά τούς κανόνας τῆς Καρθαγένης), ὡς σεσηπότα μέλη ἐκ τοῦ ὑγιαίνοντος σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐκκοπέντες» (Ἑρμηνεία Βαλσαμῶνος στόν ι΄ κανόνα τῆς Καρθαγένης, P.G.138, 53BC). Ἄρα τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας εἶχε σεσηπότα μέλη ποὺ ἐκκόπηκαν.

«αἱρετικῆς τήν πόλιν ἀπήλλαξε πλάνης, καί τά σεσηπότα μέλη καί ἀνιάτως ἔχοντα τοῦ λοιποῦ σώματος ἀποκόψας, ἀκέραιον τήν ὑγείαν ἐπανήγαγε τῷ πλήθει τῆς Ἐκκλησίας» (αγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Πανηγυρικὸς εἰς τον ἅγ. Μελέτιο Ἀντιοχείας (P.G.50, 516). Ἄρα ὁ ἅγ. Μελέτιος ἔκοψε τὰ σεσηπότα μέλη ποὺ εἶχε τὸ ὑγιὲς σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν κόπηκαν μόνα τους.

Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: "Πῶς οὖν οὐκ ἄτοπον, τοὺς μὲν τῶν σωμάτων προνοοῦντας τοσαύτην ποιεῖσθαι τὴν ἐπιμέλειαν, ψυχῶν δὲ τοσούτων ἀπολλυμένων, ῥᾳθυμεῖν, καὶ μηδὲν ἡγεῖσθαι πάσχειν δεινὸν, τῶν μελῶν ἡμῶν σηπομένων;" (Adversus Judaeos, Ψηφιακή Πατρολογία, 48,871).
"Εἰ γάρ τινα τῶν ἡμετέρων μελῶν πολλάκις ἀποτέμνομεν, ὅταν αὐτά τε ἀνιάτως ἔχῃ, καὶ τοῖς λοιποῖς λυμαίνηται, πολλῷ μᾶλλον ἐπὶ τῆς ψυχῆς τοῦτο ποιεῖν χρή.,, Καὶ καθάπερ ἰατροὶ τὰ σεσηπότα τῶν μελῶν ἐκτέμνοντες, ὁλόκληρον σώζουσι τὸ σῶμα·" (Ψηφιακή Πατρολογία, Eclogae ex diversis homiliis). Παντοῦ ἡ εἰκόνα τοῦ ποιμένος ποὺ ὡς ἰατρὸς κόβει τὰ σεσηπότα μέλη ἀπὸ τὸ ὑγιὲς σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

Οὕτω δὴ καὶ σύ, ἐπειδὴ ἅλας σὲ κατεσκεύασεν ὁ Θεὸς πνευματικόν, τὰ σεσηπότα μέλη, τοὐτέστι τοὺς ραθύμους ἀδελφῶν καὶ βαναύσους ἐπίσφιγξον καὶ σύστειλον, καὶ τῆς ραθυμίας ὥσπερ τίνο σηπεδόνος, ἀπαλλάξας... (John Chrysostom on Paul: Praises and Problem Passages, σελ. 140). Πάλι τὰ σεσηπότα μέλη.

"Ὅθεν τοιοῦτους ὡς σεσηπότα μέλη ἀποκόπτοντες ὁρίζομεν ταῦτα ἀποφασιστικῶς" (Σιγγίλιον Ἱερεμίου Πατριάρχου Κων/πόλεως). Καὶ πάλι ἀποκόπτει τὰ σεσηπότα μέλη ἡ Σύνοδος.

"Ἔνθεν τοι καί ἀνέκαθεν ἀνεφύησαν αἱρετικά ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ ζιζάνια, ἅπερ πολλαχῶς ἐλυμήναντο καί λυμαίνονται τήν ἐν Χριστῷ σωτηρίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, καί ἅπερ ὡς σπέρματα πονηρά καί μέλη σεσηπότα δικαίως ἀποκόπτονται ἀπό τοῦ ὑγιοῦς σώματος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας» (Ἐγκύκλιος Ἀπάντησις τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει συνόδου τοῦ 1895 πρός τόν πάπα Λέοντα ΙΓ΄). Καὶ πάλι.
Ἀπαντώντας ὁ Μ. Βασίλειος, στὴν ἐρώτηση «πῶς χρὴ διακεῖσθαι τοὺς πάντας περὶ τὸν ἀπειθῆ» μᾶς λέγει,πὼς «πρῶτον μὲν συμπάσχειν πάντας χρὴ ὡς νενοσηκότι μέλει»· ἕπειτα πρέπει νὰ προσπαθήσει ὁ Ἐπίσκοπος ἢ ὁ ἱερέας «αὐτοῦ τὴν ἀρρωστίαν ἐπανορθοῦσθαι», ἀρχικὰ κατ’ ἰδίαν. Ἂν δὲν διορθωθεῖ ὁ ἔλεγχος νὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὅμως ὁ ἀπειθεὶς ἀρνεῖται τὴν θεραπεία καὶ τὴν διόρθωση ποὺ ἡ Ἐκκλησία τοῦ προσφέρει, («τῷ μέντοι ὀκνηρῶς διακειμένῳ πρὸς τὴν ὑπακοὴν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου») πρέπει ὁ Ἐπίσκοπος (ἢ ὁ ἱερέας) μὲ αὐστηρότερο τρόπο νὰ τὸν ἐλέγχει μπροστὰ σὲ ὅλους· «μὴ ἐντρεπόμενον δὲ μετὰ πολλὴν νουθεσίαν», καὶ μὴ ἀποδεικνύοντα ὅτι θεραπεύεται «ἐν τοῖς ἔργοις, ὡς αὐτὸν ἑαυτοῦ λυμεῶνα ὄντα, κατὰ τὴν παροιμίαν, μετὰ πολλῶν μὲν δακρύων καὶ θρήνων, ὅμως δ’ οὖν ὡς διεφθαρμένον μέλος καὶ παντελῶς ἄχρηστον, κατὰ τὴν τῶν ἰατρῶν μίμησιν, τοῦ κοινοῦ σώματος ἀποκόπτειν… ὡς μὴ ἐπὶ πολὺ χυθῆναι τὴν βλάβην κατὰ τὸ συνεχὲς τὰ παρακείμενα διαφθείρουσαν… (Μ. Βασίλειος (sp.), Ἐπιτίμια, PG 31, 1308–1313 καὶ ΒΕΠΕΣ, τ. 53, Ἀθῆναι 1976, σ. 372–374Τὸ συνώνυμο τοῦ σεσηπότος δειφθαρμένον καὶ παντελῶς ἄχρηστον μέλος, ἀποκόπτειν ὡς ἰατρὸς ὁ Ἐπίσκοπος ἢ ἱερέας.

«Γράφουν συγκεκριμένα οἱ Πατέρες, πὼς οἱ αἱρετικοὶ εἶναι νοσοῦντες. Ἡ νόσος τους δέ, ὅσο περισσότερο χρόνο παραμένουν στὴν αἵρεση, γίνεται δυσθεράπευτη καὶ ἀθεράπευτη. Τὸ νὰ συζητᾶ κανεὶς μαζί τους χωρὶς νὰ ἐπισημαίνει τὴν ἀρρώστια τους καὶ νὰ ἀποκόπτει τὰ σεσηπότα μέλη τῆς αἱρέσεως, μοιάζει σὰν κάποιο πονηρὸ γιατρό, ποὺ κάνει πὼς δὲν βλέπει τὰ σάπια μέλη τοῦ ἀρρώστου καὶ συζητᾶ γιὰ τὰ ὑγιῆ. Μ’ αὐτή του τὴ στάση δὲν δείχνει ἀγάπη, ἀφοῦ συντελεῖ στὸ νὰ χειροτερεύει ὁ ἀσθενής. Καὶ ἐπιπλέον ἐκθέτει σὲ κίνδυνο τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς ἄλλους νὰ μολυνθοῦν, ὄχι μόνο γιατὶ ἡ ἀσθένεια εἶναι μεταδοτική, ἀλλὰ καὶ γιατὶ μὴ λαμβάνοντάς την ὑπ‘ ὄψιν, ἀψηφώντας τὶς Ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων, χάνει καὶ τὴ θεία Χάρη» (Παναγιώτη Σημάτη, «Ἡ Πατερικὴ στάση στοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους καὶ ὁ Οἰκουμ. Πατριάρχης Βαρθολομαῖος», σελ. 90).

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου