«Δεν είναι πλέον καιρός λόγων αλλά έργων»! Οι Οικουμενιστές προχωρούν, επειδή οι αντιδράσεις μας είναι για το θεαθήναι ή ανύπαρκτες!
Τοῦ ἀειμνήστου Ἰωάννου Κορναράκη
Νά, τί ἔγγραφαν πρὶν ἀπὸ μιὰ δεκαπενταετία, οἱ
Ποιμένες ποὺ δυστυχῶς ἀκόμα κοινωνοῦν μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, δικαιώνοντας και όσα εδώ και καιρό επισημαίνουμε εις ώτα δυστυχώς μη ακουόντων, διότι οι περισσότεροι πιστοί σήμερα αρέσκονται στα λόγια:
«Το μόνο, που θα ευφράνει τους Ορθοδόξους και θα καταισχύνει τους κακόδοξους, είναι η διακοπή του μνημοσύνου του Πατριάρχου και των απανταχού συμφωνούντων ή σιωπούντων επισκόπων»!
Ο εναγκαλισμός του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου με
την παπική αίρεση, στο Φανάρι, γεγονός απρόσμενο, στις διαδικασίες στις οποίες
εκδηλώθηκε, ως πτώση της κεφαλής της Ορθοδοξίας στα χέρια του Ρωμαίου
Ποντίφικα, προκάλεσε ορισμένες αντιδράσεις όπως ήταν φυσικό στο αγιώνυμο όρος
της παλαίφατης ορθόδοξης μοναχικής πολιτείας, αλλά διχασμένες, ως προς το
πρακτέο! Δύο αγιορείτικα κείμενα, τα οποία είδαν, μέχρι σήμερα, το φως της
δημοσιότητος, χρωματίζουν με διαμετρικά αντίθετες τάσεις, το μοναχικό δυναμικό της
πολιτείας αυτής, σε σχέση με τη στάση των μοναχών απέναντι στον Πατριάρχη!
Το κείμενο που
προηγήθηκε χρονικώς αντανακλά το αγωνιστικό μοναχικό πνεύμα, που κυριαρχεί σε
μία μεγάλη μερίδα του Όρους, ιερομόναχων και μοναχών, στις φλέβες των οποίων
φαίνεται να ρέει ο αγιοπνευματικός δυναμισμός της μαρτυρίας! Ιερομόναχοι και
μοναχοί, οι οποίοι αυτοχαρακτηρίζονται, με ειλικρινή ταπείνωση ως «αμαθείς και
ταλαίπωροι αμαρτωλοί» απευθύνονται στους είκοσι ηγουμένους της Ι. Μ. του Αγίου
Όρους, «σοφότερους και λογιότερους» από αυτούς και τους ζητούν, μάλλον τους
εκλιπαρούν, να ενεργοποιηθούν δυναμικά κατά των γεγονότων, που συνέβησαν στο
Πατριαρχείο, κατά την επίσκεψη του Πάπα, και με ορθόδοξο ήθος να αναλάβουν τις
ευθύνες τους απέναντι στην προάσπιση της αλήθειας της Μίας, Αγίας, Καθολικής
και Αποστολικής Εκκλησίας!
«Δεν είναι πλέον καιρός λόγων αλλά έργων», επισημαίνουν, οι εν λόγω αγιορείτες. «Αναλάβετε τον καλόν αγώνα της πίστεως», προτρέπουν τους ταγούς του Όρους και συμπληρώνουν, ότι «Εκτιμούμε με πολύ μεγαλύτερη λύπη, ότι η πνευματική ηγεσία του Αγίου Όρους τα τελευταία έτη δεν αντιμετωπίζει με σθένος και γενναιότητα ομολογητική τα φαινόμενα της αποστασίας όπως έπραττον παλαιότερα οι Αγιορείτες πατέρες. Ο Πατριάρχης έχει μετρήσει τις αντιδράσεις μας και επειδή είναι χλιαρές και πολλές φορές ανύπαρκτες, προχωρεί χωρίς εμπόδια στην ένωση με τον αμετανόητο και παραμένοντα στις αιρέσεις του, πάπα.
Μας εμέτρησε και χάρηκε σφόδρα και κατά την τελευταία επίσκεψή του στο Άγιο Όρος, στο οποίο λες και ήλθε, για να πάρει την συγκατάθεση και ευλογία των Αγιορειτών για όσα είχε σχεδιάσει να πράξει με τον πάπα λίγες ημέρες αργότερα»! Και πιο κάτω «Εμείς οι ταπεινοί ιερομόναχοι και
μοναχοί, εξομολογητικά σας αποκαλύπτουμε ότι έχουμε σκανδαλισθεί με την σιωπή
και απραξία της πνευματικής ηγεσίας στο Άγιο Όρος, και μαζί με μας και το
απανταχού της Ελλάδος και της Οικουμένης ορθόδοξο και φιλομόναχο πλήρωμα.
Περιμένουν όλοι να ακούσουν την φωνή του Αγίου Όρους… πιστεύουμε… το μόνο, που θα ευφράνει τους
Ορθοδόξους και θα καταισχύνει τους κακόδοξους, είναι η διακοπή του μνημοσύνου του Πατριάρχου και των απανταχού
συμφωνούντων ή σιωπούντων επισκόπων»!
Γενικώς, το πρώτο αυτό κείμενο είναι μακροσκελές και
πλήρες με θαρραλέες αλήθειες της πίστεως και της παραδόσεως της Εκκλησίας!
Υπογράφεται δε από πενήντα και πλέον ιερομόναχους και μοναχούς, αλλά σε αυτούς
θα προστεθούν και πολλοί άλλοι, εφόσον η συλλογή υπογραφών στο Όρος, όπως
λέγεται συνεχίζεται!
Το δεύτερο κείμενο, το οποίο υπογράφουν «άπαντες οι εν τη κοινή Συνάξει
Αντιπρόσωποι και Προϊστάμενοι των είκοσιν Ιερών Μονών του Αγίου Όρους, Άθω»,
είναι γραμμένο με διαφορετικό σκεπτικό, από το πρώτο. Αναφέρεται σε γνωστά
γεγονότα, χωρίς καμία νευρώδη αντίδραση, ανάλογη του ύψους του εγκλήματος της
παραδόσεως του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στην αγκαλιά και στην προστασία του
Πάπα! Φαίνεται μάλλον σαν ένα καθησυχαστικό, σε πιθανές ανησυχίες του
Πατριάρχου, για δυναμικές αντιδράσεις από το Άγιο Όρος, κείμενο! Μάλλον
δηλώνει, και μετά τα συγκλονιστικά γεγονότα του Φαναρίου, υπακοή και σεβασμό
στο πρόσωπο του κ. Βαρθολομαίου! Το περιεχόμενο δηλαδή του εν λόγω κειμένου
δικαιώνει τη θέση των Ιερομόναχων και μοναχών του πρώτου κειμένου, περί της
σκανδαλώδους σιωπής και απραξίας και επιδείξεως χλιαρότητος της ηγεσίας του
Αγίου Όρους σε θέματα παραβιάσεως και αθετήσεως των Ιερών Κανόνων της
Εκκλησίας. Ισχυρίζεται βέβαια το επίμαχο κείμενο, δηλ. οι συγγράψαντες αυτό,
ότι «Περιφρουρούμε ως κόρην οφθαλμού την δογματικήν μας συνείδηση, την οποία
οικοδομεί η εντρύφησις στους φιλόθεους αγώνες και τα κατά των ποικιλώνυμων
αιρέσεων κατορθώματα των αγίων ομολογητών πατέρων…».
Πως αισθάνεται,
όμως, άνετα, δηλ. χλιαρά η δογματική συνείδηση των ηγουμένων των είκοσι Ιερών
Μονών του Αγίου Όρους και δεν εξεγείρεται δυναμικά, όπως η συνείδηση των
«αμαθών και ταλαιπώρων και αμαρτωλών» αδελφών τους, του πρώτου κειμένου; Πρόκειται
άραγε για απλό πρόβλημα εκκλησιαστικής ευταξίας σε λεπτομέρειες ασήμαντες της
ζωής της Εκκλησίας, το γεγονός της παραδόσεως του Πατριάρχου στην Παπική
αίρεση; Δεν συγκλονίστηκε η δογματική συνείδηση της πνευματικής ηγεσίας του
Όρους, απ’ όσα, καταλυτικά της Ορθοδόξου πίστεως και διδασκαλίας, συντελέστηκαν
και συνέβησαν στο κέντρο της Ορθοδοξίας, χάριν του οικουμενικού κύρους του κ.
Βαρθολομαίου;
Πάντως οι
ηγούμενοι των είκοσι Ιερών Μονών του Αγίου Όρους, παρηγορούν τον Πατριάρχη και
τον καθησυχάζουν «Οι Αγιορείτες Μοναχοί σεβόμεθα το Οικουμενικό
Πατριαρχείο, υπό την κανονικήν δικαιοδοσίαν του οποίου υπαγόμεθα. Τιμώμεν και ευλαβούμεθα τον
Παναγιώτατον Οικουμενικόν μας Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον και χαιρόμεθα για τα όσα θεοφιλώς και με πολλούς
κόπους εργάζεται υπέρ της Εκκλησίας».
Αντιθέτως,
εντούτοις, ο μοναχικός σύλλογος των «αμαθών» και «ασόφων», γνωρίζει αυτά, τα
οποία και οι σοφοί ηγούμενοι γνωρίζουν αλλά τα αποσιωπούν, δηλ. την εμπλοκή του
Πατριάρχου στην παναίρεση του οικουμενισμού και τις παραχωρήσεις στους αιρετικούς,
οι οποίες ακυρώνουν την μοναδικότητα της
Ορθοδοξίας. Γράφουν λοιπόν στους ηγουμένους:
«Γνωρίζετε, σεβαστοί
Πατέρες, καλύτερα από εμάς τις αντορθόδοξες και βλάσφημες ενέργειες, δηλώσεις
και αποφάσεις του Οικουμενικού Πατριάρχου και άλλων προκαθημένων και επισκόπων,
που συνιστούν κραυγαλέα και εμφανή -γυμνή τη κεφαλή- αποδοχή και διδαχή
της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, της
μεγαλύτερης εκκλησιολογικής αιρέσεως όλων των εποχών, που αθετεί την μοναδικότητα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και
Αποστολικής Εκκλησίας και την ταυτίζει με τις αιρέσεις, των οποίων δέχεται τα
μυστήρια ως έχοντα και μεταδίδοντα αγιαστική και σώζουσα Χάρη. Εκτός της
αναγνωρίσεως του Βαπτίσματος των Παπικών και Λουθηριανών έχουμε και μετοχή στο
κοινό ποτήριο με τους Μονοφυσίτες, και σε πολλές περιπτώσεις με τους Παπικούς
στις Κυκλάδες και στη Διασπορά.
Τέλος, οι
αγιορείτες ηγούμενοι προβλέπουν ενδεχόμενη δημιουργία σχισμάτων στην Εκκλησία,
«…. Οι φιλόφρονες εκδηλώσεις, όπως αυτές των επισκέψεων του Πάπα στο Φανάρι και
του Αρχιεπισκόπου Αθηνών στο Βατικανό, χωρίς την προϋπόθεση της ενότητος στην
πίστη επιτυγχάνουν αφ’ ενός…. και αφ’ ετέρου να αμβλύνουν το δογματικό
αισθητήριο πολλών Ορθοδόξων, επί πλέον δε να εξωθήσουν μερικούς από τους
πιστούς και ευλαβείς Ορθοδόξους, που ανησυχούν για όσα ακαίρως και παρά
τους Ιερούς Κανόνες γίνονται, σε αποκοπή τους από το σώμα της
Εκκλησίας και τη δημιουργία νέων σχισμάτων»!
Το ερώτημα, όμως,
που προκύπτει από το τελευταίο αυτό μέρος του κειμένου των ηγουμένων είναι:
-- Ποιος φωτισμός,
τους πληροφορεί ότι «οι μερικοί (έστω) πιστοί και ευλαβείς Ορθόδοξοι»,
υπερασπιστές των Ιερών Κανόνων και της Πατερικής Παραδόσεως, στην περίπτωση,
που ο μη γένοιτο, δημιουργηθεί σχίσμα, αυτοί θα πρέπει να αποκοπούν από το σώμα
της Εκκλησίας;
Γιατί θέλουμε
κάποιους και ευλαβείς και Ορθοδόξους, αλλά έξω από το σώμα της Εκκλησίας;
Αν η Διοικούσα
Εκκλησία εμμένει στις αιρέσεις, που καταδικάζουν οι Πατέρες και οι Ιεροί
Κανόνες, και άρα, στην περίπτωση αυτή, δεν είναι πλέον Εκκλησία αλλά
«εκκλησία», δεν θα πρέπει να αποκοπεί η αίρεση από την Εκκλησία;
Πως εννοούν άραγε την Εκκλησία οι κ.κ. Ηγούμενοι; Και αιρετική και
Εκκλησία; Ποιος πρέπει να αποκοπεί από ποιόν;