Εἵδαμε ὅτι ἐμφανίζονται πάλι γέροντες (ἐδῶ), οἱ ὁποῖοι παρόλη τὴν εὐσέβεια τους ἀρνοῦνται
νὰ πράξουν τὸ ὀρθόδοξο καὶ ἀπὸ τὴν ἀσφάλεια τοῦ κελιοῦ τους (ἀφοῦ δὲν ἀντιδροῦν, δὲν διώκονται) μιλοῦν γιὰ τὴν πατερικὴ διδασκαλία, μόνο ὅταν πρόκειται γιὰ θέματα ἐμβολίου,
πνευματικῆς ζωῆς (ἄνευ ὁμολογίας;) κλπ. Διδάσκουν πχ. τὴν ἀποφυγὴ σύμπραξης μὲ τὸ ἐμβόλιο, γιὰ τὴν πατερικὴ διαδασκαλία ὅμως ἀπέναντι στὴν αἵρεση, γιὰ τὴν στάση τῶν
Χριστιανῶν ἀπέναντι σὲ μία αἱρετίζουσα, προδίδουσα καὶ ἐκκοσμικεύμενη ἱεραρχία
δὲν ἀρθρώνουν λέξη ἢ ἂν τὸ κάνουν μιλοῦν γιὰ Οἰκονομίες, ὅταν στὸ θέμα τοῦ ἐμβολίου ζητοῦν τὴν ἀκρίβεια!
Ἡ Ἐκκλησία ὅμως διὰ μέσου τῶν Ἁγίων Της ἄλλα μᾶς λέει καὶ διδάσκει. Τρανὸ
παράδειγμα ὁ σήμερα τιμούμενος ἅγ. Στέφανος ὁ Νέος.
Ὁ ἅγ. Στέφανος ὁ Νέος ὅταν ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα τοῦ
ζήτησε νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ψευτοσύνοδο τῆς Ἱέρειας καὶ τὴν αἱρετικὴ εἰκονομαχία:
«Ὁ δέ τίμιος οὗτος Στέφανος, ὁ τοῦ προτέρου ἐφάμιλλος, ὡς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ
ἀεί τόν Θεόν προορώμενος, καί μή σαλευόμενος ἐν οἱᾳδηποτοῦν αἱρετικῇ ὑπονοίᾳ
πρός τόν πατρίκιον ἔφη∙ Πρόσχες κυριοπατρίκιος αἱρετικῆς ὑπολήψεως ἐν τῷ ὅρῳ τῆς ψευδοσυλλόγου ταύτης συνόδου προτεθειμένης,
Στέφανος οὔτε ὑπογράφω, οὔτε τό πικρόν γλυκύ ἀποκαλῶ∙
ἵνα μή τό τοῦ προφήτου οὐαί ἐπισπάσωμαι∙
πρός δέ καί τήν τῶν ἱερῶν εἰκόνων προσκύνησιν, εὐχερῶς μέλλω ἀποθνήσκειν,
μηδένα λόγον ποιούμενος τοῦ ταύτας ἀπωθεῖσθαι τολμῶντος αἱρεσιάρχου βασιλέως»
(P.G. 100,1124A).
Τὸ ἴδιο ἀπάντησε καὶ στοὺς λυκοποιμένες ἐπισκόπους τῆς ἐποχῆς του:
«Εἴτα Θεοδόσιος πρός αὐτόν φησίν Ἐφέσου∙ Τίνι τρόπῳ, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, ᾑρετίσω ἐν ὑπολήψει ἡμᾶς ἔχειν αἱρετικῇ, καί ὑπερφρονῆσαι ὑπέρ τε βασιλεῖς καί ἀρχιποιμένας καί ἐπισκόπους καί πάντας Χριστιανούς; Μή ἆρά γε πάντες ἡμεῖς τήν τῶν οἰκείων ψυχῶν ζημίαν πραγματευόμεθα; Ὁ δέ ἅγιος ἡρεμαίᾳ τῇ φωνῇ φησιν πρός αὐτούς∙ Προσέχετε, τί γέγραπται ἐν Ἠλίᾳ τῷ προφήτῃ πρός Ἀχαάβ∙ Οὐ διαστρέφω ἐγώ, ἀλλά σύ, καί ὁ οἶκος τοῦ πατρός σου. Καί γάρ οὐκ ἐγώ ὁ διαστρέφων, ἀλλ’ ὑμεῖς, οἱ τήν ἐκ πρόπαλαι παραβεβηκότες τῶν Πατέρων διδασκαλίαν, καί νέαν κενοφωνίαν τῇ Ἐκκλησίᾳ εἰσηγησάμενοι. Εἰ γάρ τό ἀρχαιότητι διαφέρον, αἰδέσιμον, ὥς τις σοφός ἔφησεν∙ τά νεωτεροφωνηθέντα παρ’ ὑμῶν, πάντα ἄσημα καί Θεοῦ ἀλλότρια, οὐ μήν ἀλλά καί τῆς Ἐκκλησίας φαλσεύματα. Ἀλλ’ οὖν ἔστιν εἰπεῖν προφητικῶς∙ Οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς καί οἱ ἄρχοντες ἅμα ποιμέσι καί τοῖς προδόταις τῆς ποίμνης συνήχθησαν ἐπί τό αὐτό κατά τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, μελετήσαντες κενά καί μάταια» (P.G. 100, 1141A).
Βιογραφία
Ο Όσιος Στέφανος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και οι ευσεβείς γονείς του
Ιωάννης και Άννα τον ανέθρεψαν κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Όταν
μεγάλωσε, μορφώθηκε αρκετά και αργότερα αναδείχθηκε ηγούμενος στο περίφημο όρος
του Αγίου Αυξεντίου.
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος εναντίον
των αγίων εικόνων, όχι μόνο δε συμμορφώθηκε με τις αυτοκρατορικές διαταγές,
αλλά και χαρακτήρισε αιρετικούς τους εικονομάχους βασιλείς. Καταγγέλθηκε στον
αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Κοπρώνυμο, ο όποιος ήλπιζε με την προσωπική του
επιβολή, όταν τον έφερνε μπροστά του, να δαμάσει το φρόνημα του Στεφάνου.
Συνέβη όμως το αντίθετο. Ο Στέφανος, από τους ανθρώπους με «πολλήν παρρησία εν
πίστει την εν Χριστώ Ιησού» (Α’ προς Τιμόθεον, γ’ 13), δηλαδή με πολλή παρρησία
και θάρρος στο να διακηρύττει την πίστη που ομολογούν όσοι είναι σε κοινωνία με
τον Ιησού Χριστό, ήλεγξε αυστηρά κατά πρόσωπο τον Κοπρώνυμο. Αυτός τότε τον
έκλεισε στη φυλακή και μετά από μέρες διέταξε να τον θανατώσουν.
Αφού, λοιπόν, τον έβγαλαν από την
φυλακή, άρχισαν να τον λιθοβολούν και να τον κτυπούν με βαρεία ρόπαλα. Ένα
ισχυρό κτύπημα στο κεφάλι έδωσε τέλος στη ζωή του Στεφάνου (το 767 μ.Χ.).
Κατόπιν το σώμα του το έριξαν στη θάλασσα, αλλά ευλαβείς χριστιανοί που το
βρήκαν όταν τα κύματα το έφεραν στην παραλία, το έθαψαν με την αρμόζουσα τιμή.
Απολυτίκιον
Ήχος δ΄. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ασκητικώς προγυμνασθείς εν τω
όρει, τας νοητάς των δυσμενών παρατάξεις, τη πανοπλία ώλεσας παμμάκαρ του
Σταυρού. Αύθις δε προς άθλησιν, ανδρικώς απεδύσω, κτείνας τον Κοπρώνυμον, τω
της Πίστεως ξίφει· και δι᾽ αμφοίν εστέφθης εκ Θεού, Οσιομάρτυς αοίδιμε Στέφανε.
Έτερον Απολυτίκιον
Ήχος γ΄. Θείας πίστεως.
Θείαν άσκησιν ενδεδειγμένος,
σκεύος γέγονας δικαιοσύνης διαπρέπων ταις σεπταίς αναβάσεσι· και του Χριστού
την εικόνα σεβόμενος, μαρτυρικής ηξιώθης φαιδρότητος. Θείε Στέφανε, εν όπλω
ημάς στεφάνωσον της θείας ευδοκίας τους υμνούντας σε.
Κοντάκιον
Ήχος δ΄. Επεφάνης σήμερον.
Εορτάζει σήμερον, η Εκκλησία,
εορτήν ευφρόσυνον, εν τη ση μνήμη· και πιστώς, ανευφημούσα κραυγάζει σοι,
Στέφανε θείε, οσίων το καύχημα.
Κάθισμα
Ήχος δ΄. Ο υψωθείς.
Των Μοναστών υπογραμμός
ανεδείχθης, των Αθλητών καλλωπισμός ανεφάνης, δι’ αμφοτέρων Στέφανε
κοσμούμενος· όθεν αξιάγαστε, και διπλούς τους στεφάνους, έλαβες ασκήσεως, και
αθλήσεως Πατερ. Αλλ’ εκτενώς Χριστόν υπέρ ημών, των σε υμνούντων, ικέτευε
Στέφανε.
Ο Οίκος
Εις πάσαν γην ως αληθώς, διέδραμεν
ο φθόγγος των σων κατορθωμάτων, σοφέ Οσιομάρτυς, ων περ ειργάσω θαυμαστώς· όθεν
δυσωπώ σε, παρρησίαν προς Θεόν ως κεκτημένος Όσιε, ικέτευε του δοθήναί μοι
λόγον επάξιον, του ανευφημήσαι τους αγώνας, ους υπέστης εξ ορατών εχθρών και
νοουμένων· ος πριν ασκητικώς καθείλες, απάσας τας κινήσεις της σαρκός
απονεκρώσας, αθλήσει δε νυν τον τύραννον ετροπώσω, Οσίων το καύχημα.
Πηγή τῆς βιογραφίας