ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

    
    

            

Αρχιμανδρίτης π. Ιάκωβος Κανάκης, Δρ. Θεολογίας

Η θεολογία της εικόνας της Γέννησης του Χριστού

Ένα μέσο που μπορεί κάποιος να προσεγγίσει τα νοήματα των μεγάλων εορτών είναι διά των ιερών τεχνών και ειδικότερα της αγιογραφίας. Έτσι, θα προσπαθήσουμε με συντομία να ερμηνεύσουμε της εικόνα των Χριστουγέννων. Θα γίνει μέσα από την προσπάθεια αυτή να φανεί πως είναι δυνατόν μέσα σε μία εικόνα να κρύβεται όλη η θεολογία της μεγάλης αυτής Δεσποτικής εορτής. Στην προσπάθειά μας αυτή, θα μας βοηθήσει κυρίως ένα πολύτιμο πόνημα, το έργο του μοναχού Παταπίου Καυσοκαλυβίτου, με τίτλο «Διαβάζοντας την εικόνα των Χριστουγέννων».

Το πρώτο που βλέπουμε στην εικόνα είναι το σπήλαιο. Ετούτο έχει μαύρο χρώμα, ενώ το πρόσωπο του Χριστού ανοικτό και λαμπερό. Εδώ ο αγιογράφος κάνει συμβολικά μία αντίθεση, ανάμεσα στο σκότος της κοινωνίας της εποχής όπου έρχεται ο Χριστός -μιάς κοινωνίας ειδωλολατρείας και παρακμής- και στο φως, την ελπίδα που έρχεται Αυτός να δώσει. Το τοπίο όπου διαδραματίζεται το θαυμαστό αυτό γεγονός είναι λιτό. Στο κέντρο της εικόνος υψώνεται ένα βουνό, βραχώδες και συνήθως τριγωνικό, με τη βάση του τριγώνου στη γη και τις δύο άλλες συγκλίνουσες πλευρές προς τον ουρανό, ως σε άλλη Ιερουσαλήμ. Το σκοτεινόχρωμο σπήλαιο στο εσωτερικό του βουνού αυτού, όπου διαδραματίζεται το κοσμοσωτήριο γεγονός της ενανθρώπισης του Θεού, δεν προέρχεται από τα Ευαγγέλια αλλά από την παράδοση που υιοθέτησε ο ορθόδοξος πατερικός στοχασμός και καθιέρωσε η υμνολογία της εκκλησίας. Είναι αυτό το μαύρο της εσχάτης απογνώσεως του προχριστιανικού κόσμου, το οποίο όμως έρχεται τώρα να φωτισθεί από το φως του Χριστού, αφού «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει, είδε φως μέγα». Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, συγκρίνει τη Γέννηση μέσα στο σπήλαιο, με το πνευματικό φως που άναψε μέσα στα σκοτάδια του θανάτου, που περιέβαλαν το ανθρώπινο γένος. Επιπλέον, το σπήλαιο συνδέεται και με τον Άδη που θα φωτίσει ο «Ήλιος της δικαιοσύνης».

Ἡ λειτουργικὴ πράξη τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων

Ὁ ἑορτασμὸς τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων ξεκινᾶ στὴν οὐσία ἀπὸ τὴν «Κυριακὴ πρὸ τῶν Χριστουγέννων». Εἶναι ἡ Κυριακὴ κατὰ τὴν ὁποία, καθὼς ἀναφέρει τὸ Συναξάρι τῆς μέρας: «μνήμην ἄγειν ἐτάχθημεν παρὰ τῶν Ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, ἀπὸ Ἀδὰμ ἄχρι καὶ Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, κατὰ γενεαλογίαν, καθὼς ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκάς ἱστορικῶς ἠριθμήσατο· ὁμοίως καὶ τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Προφητίδων». Ἐξυμνεῖται στοὺς ὕμνους τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἡ σειρὰ τῶν προσώπων, ποὺ διαφύλαξαν τὴ λαχτάρα τῆς σωτηρίας καὶ ἔζησαν, μεταφέροντας τὴν προσμονὴ τοῦ Μεσσία ὡς λυτρωτῆ ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ ἁμαρτήματος τῶν πρωτοπλάστων. Εἶναι ἡμέρα μνήμης τῶν Πατέρων αὐτῶν καὶ δοξολογία πρὸς τὸν Χριστό: «Τὰ τῶν Πατέρων σήμερον πιστοί, τελοῦντες μνημόσυνα, ἀνυμνήσωμεν Χριστὸν τὸν Λυτρωτήν». Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἡμέρα, στὶς ἀκολουθίες προστίθενται ὕμνοι, ποὺ μᾶς προϊδεάζουν καὶ μᾶς προτρέπουν στὴν συμμετοχὴ στὸ μυστήριο τῆς Σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Τὰ ἀναγνώσματα τοῦ Ἑσπερινοῦ, ἀπὸ τὴ Γένεση καὶ τὸ Δευτερονόμιο, ὑπενθυμίζουν τὴ συμβολὴ τῶν πατέρων στὴν προσμονὴ τοῦ γεγονότος καὶ κυρίως τὴν σταθερή τους προσήλωση στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς γι᾿ αὐτοὺς ἦταν: «ὁ Θεὸς τῶν Θεῶν καὶ Κύριος τῶν Κυρίων ὁ μέγας, καὶ ἰσχυρός, καὶ φοβερός, ὅστις οὐ θαυμάζει πρόσωπον, οὐδ᾿ οὐ μὴ λάβῃ δῶρον· ποιῶν κρίσιν προσηλύτῳ καὶ ὀρφανῷ καὶ χήρᾳ, καὶ ἀγαπᾷ τὸν προσήλυτον, δοῦναι αὐτῷ ἄρτον καὶ ἱμάτιον». Ἰδιαίτερα, ὑμνοῦνται οἱ προφῆτες, ἐπειδὴ «τὰ ἔπη τοῦ Πνεύματος καρπούμενοι, τὴν ἀνερμήνευτον λοχείαν Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ πᾶσιν ἐκήρυξαν· νομίμως δὲ τὸ τέλος διήνυσαν, ζήσαντες ζωὴν ὑπερθαύμαστον».

«Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον»

 «Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον»

 


Γράφει ὁ κ. Διογένης Δ. Βαλαβανίδης, πρόεδρος τοῦ «Κέντρου Προστασίας τῆς Χριστιανικῆς Ταυτότητος» καὶ Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς Θρησκευμάτων τοῦ «Κέντρου Γεωστρατηγικῶν Μελετῶν»

Ὁ Ἑλληνικὸς ἱστότοπος “Φῶς Φαναριοῦ” στίς 6.12.2024. ἐδημοσίευσε ἄρθρο μὲ τίτλο: « Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης: Εἶναι ἀπαράδεκτο νὰ ἐξακολουθοῦμε σήμερα, εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ 21ου αἰῶνος, νὰ ζοῦ­με μὲ φανατισμούς, μικροψυχία καὶ προκαταλήψεις». Στὸ κείμενο ἀνέφερε ὁ Προκαθήμενος τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως: «…Ὅπως ἡ πλειονότης τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἑορτάζει τὴν ἐπὶ θύραις μεγάλην Δεσποτικὴν ἑορτὴν τῶν Χριστουγέννων στὶς 25 Δεκεμβρίου κατ’ ἔτος, τὴν ἴδια δηλαδὴ ἡμερομηνία μὲ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως οἱ ἐν Ἑλλάδι Ρωμαιοκαθολικὲς Κοινότητες ἀκολουθοῦν τὸ Ὀρθόδοξον Κανόνιον διὰ τὸν προσδιορισμὸν τοῦ Πάσχα, προκειμένου νὰ τὸ ἑορτάζουν ἀπὸ κοινοῦ μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους ἀδελφούς τους, ὅπως εἰς Φιλλανδίαν ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν ἡ ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα εἶναι κοινὴ δι’ ὅλους τούς Χριστιανοὺς τῆς χώρας, τὸ αὐτὸ προτείνουμε νὰ θεσμοθετηθῆ εἰς παγχριστιανικὸν ἐπίπεδον καὶ δὴ ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ τρόπου καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα ὑπὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».

Γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές, θὰ θέλαμε στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι ὁ καθορισμὸς τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύεται αὐθαίρετα καὶ κατὰ τὴν προσωπικὴ κρίση τοῦ καθενός, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἂν πρόκειται γιὰ οἰκουμενιστικά, παπικά, πολιτικὰ ἢ γεωπολιτικὰ κίνητρα, ἀλλὰ εἶναι καθορισμένος καὶ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀπόφαση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325), τοῦ ἑβδόμου ἀποστολικοῦ κανόνα καὶ πολλὲς ἑρμηνεῖες τῶν ἁγίων πατέρων, σύμφωνα μὲ τὶς ὁποῖ­ες: Τὸ Πάσχα ἑορτάζεται τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν πρώτη πανσέληνο ποὺ ἔρχεται μετὰ τὴν ἐαρινὴ ἰσημερία. Μὲ βάση αὐτὸν τὸν κανόνα, ὅλες οἱ τοπικὲς ὀρθόδοξες ἐκκλησίες εἶναι εὐθυγραμμισμένες (βλ: Lazar Mirkovic, Ἑορτολόγιο, Βελιγράδι 1961, σ. 207).

Τὸ χριστόψωμο




Παπαδιαμάντης Ἀλέξανδρος

Μεταξὺ τῶν πολλῶν δημωδῶν τύπων, τοὺς ὁποίους θὰ ἔχωσι νὰ ἐκμεταλλευθῶσιν οἱ μέλλοντες διηγηματογράφοι μας, διαπρεπῆ κατέχει θέσιν ἡ κακὴ πενθερά, ὡς καὶ ἡ κακὴ μητρυιά. Περὶ μητρυιᾶς ἄλλωστε θὰ ἀποπειραθῶ νὰ διαλάβω τινά, πρὸς ἐποικοδόμησιν τῶν ἀναγνωστῶν μου. Περὶ μιᾶς κακῆς πενθερᾶς σήμερον ὁ λόγος.

Εἰς τί ἔπταιεν ἡ ἀτυχὴς νέα Διαλεχτή, οὕτως ὠνομάζετο, θυγάτηρ τοῦ Κασσανδρέως μπάρμπα Μανώλη, μεταναστεύσαντος κατὰ τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπανάστασιν εἰς μίαν τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου; Εἰς τί ἔπταιεν ἂν ἦτο στείρα καὶ ἄτεκνος; Εἶχε νυμφευθῆ πρὸ ἑπταετίας, ἔκτοτε δὶς μετέβη εἰς τὰ λουτρὰ τῆς Αἰδηψοῦ, πεντάκις τῆς ἔδωκαν νὰ πίη διάφορα τελεσιουργὰ βότανα, εἰς μάτην, ἡ γῆ ἔμενεν ἄγονος. Δυὸ ἢ τρεῖς γύφτισσαι τῆς ἔδωκαν νὰ φορέση περίαπτα θαυματουργὰ περὶ τὰς μασχάλας, εἰπούσαι αὐτῇ, ὅτι τοῦτο ἦτο τὸ μόνον μέσον, ὅπως γεννήσῃ, καὶ μάλιστα υἱόν. Τέλος καλόγηρός τις Σιναΐτης τῇ ἐδώρησεν ἡγιασμένον κομβολόγιον, εἰπῶν αὐτῇ νὰ τὸ βαπτίζῃ καὶ νὰ πίνῃ τὸ ὕδωρ. Τὰ πάντα μάταια.

Ἐπὶ τέλους μὲ τὴν ἀπελπισίαν ᾖλθε καὶ ἡ ἀνάπαυσις τῆς συνειδήσεως, καὶ δὲν ἐνόμιζεν ἐαυτὴν ἔνοχον. Τὸ αὐτὸ ὅμως δὲν ἐφρόνει καὶ ἡ γραῖα Καντάκαινα, ἡ πενθερά της, ἥτις ἐπέρριπτεν εἰς τὴν νύμφην αὐτῆς τὸ σφάλμα τῆς μὴ ἀποκτήσεως ἐγγόνου διὰ τὸ γῆρας της.

Εἶναι ἀληθές, ὅτι ὁ σύζυγος τῆς Διαλεχτῆς ἦτο τὸ μόνον τέκνον τῆς γραίας ταύτης, καὶ οὖτος δὲ συνεμερίζετο τὴν πρόληψιν τῆς μητρός του ἐναντίον τῆς συμβίας αὐτοῦ. Ἂν δὲν τῷ ἐγέννᾳ ἡ σύζυγός του, ἡ γενεὰ ἐχάνετο. Περίεργον, δέ, ὅτι πᾶς Ἕλλην τῆς ἐποχῆς μας ἱερώτατον θεωρεῖ χρέος καὶ ὑπερτάτην ἀνάγκην τὴν διαιώνισιν τοῦ γένους του.

Ἑκάστοτε, ὁσάκις ὁ υἱός της ἐπέστρεφεν ἐκ τοῦ ταξιδίου του, διότι εἶχε βρατσέραν, καὶ ἦτο τολμηρότατος εἰς τὴν ἀκτοπλοΐαν, ἡ γραῖα Καντάκαινα ἤρχετο εἰς προϋπάντησιν αὐτοῦ, τὸν ὡδήγει εἰς τὸν οἰκίσκον της, τὸν ἐδιάβαζε, τὸν ἐκατήχει, τοῦ ἔβαζε μαναφούκια, καὶ οὕτω τὸν προέπεμπε παρὰ τῇ γυναικὶ αὐτοῦ. Καὶ δὲν ἔλεγε τὰ ἐλαττώματά της, ἀλλὰ τὰ αὐγάτιζε, δὲν ἦτο μόνο «μαρμάρα», τουτέστι στείρα ἡ νύμφη της, τοῦτο δὲν ἤρκει, ἀλλ᾿ ἦτο ἄπαστρη, ἀπασσάλωτη, ξετσίπωτη κλπ. Ὅλα τὰ εἶχεν, «ἡ ποίσα, ἡ δείξα, ἡ ἄκληρη».

«Ψηλαφητὸν σκότος»1 οἱ αἱρετικὲς θέσεις τοῦ Μητροπολίτου Περιστερίου καὶ τῶν ὁμοϊδεατῶν του.

Ἅγιον Ὄρος  11 Νοεμβρίου 2024.


Ὑπὸ Ἰωσὴφ Μοναχοῦ Βιγλιώτου.

Η Θεολογική ταυτότητα του Προτεσταντισμού

 Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΥ

Δημήτριος Τσελεγγίδης, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
Γένεση - Προσδοκίες - Διαψεύσεις

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΛΕΤΩΝ Α.Π.Θ. 20-24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2004

Εισαγωγή

       Για να κατανοήσουμε σωστά την θεολογική ταυτότητα του Προ­τεσταντισμού, θα πρέπει να αναφερθούμε απαραιτήτως στις θεολογι­κές προϋποθέσεις, στις «ρίζες» δηλαδή της Προτεσταντικής θεολογι­κής σκέψεως. Γνωρίζοντας τις «ρίζες», με άλλα λόγια το θεολογικό υπόβαθρο του Προτεσταντισμού, θα μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε σε βάθος τις δογματικές και θεσμικές αποκλίσεις του από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Έτσι, θα μπορέσουμε στα στενά πλαίσια αυτής της εισηγήσεως να σκιαγραφήσουμε επιστημονικά και χωρίς προκαταλή­ψεις την θεολογική ιδιοπροσωπία του.
        Όπως είναι ευρύτερα γνωστό, ο Προτεσταντισμός απέρριψε την αυθεντία και το αλάθητο των Οικουμενικών Συνόδων. Αυτό σημαίνει ότι απέρριψε την εν Αγίω Πνεύματι αυθεντική ζωή της Εκκλησίας, η οποία αποτελεί και το αντίκρισμα της θεολογίας της. Οι αλήθειες των Οικουμενικών Συνόδων διασφαλίζουν αλαθήτως αυτήν ακριβώς την πνευματική εμπειρία του πληρώματος της Εκκλησίας. Εύλογα, λοιπόν, οι ρίζες της Προτεσταντικής θεολογικής σκέψεως θα πρέπει να αναζητηθούν πρωτίστως στην έλλειψη εκ μέρους των Προτεσταντών της αγιοπνευματικής εμπειρίας της Εκκλησίας. Ο Προτεσταντισμός απέδειξε στην πράξη ότι στερείται την ζώσα και ενεργό παρουσία του Αγίου Πνεύματος στη ζωή των θρησκευτικών κοινοτήτων του.

Αγία Μεγαλομάρτυς Αναστασία η Φαρμακολύτρια

                           


ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΦΑΡΜΑΚΟΛΥΤΡΙΑ

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

      Η Εκκλησία της Ρώμης, στα πρωτοχριστιανικά χρόνια, όταν ακόμα ήταν ορθόδοξη και δεν είχε εκπέσει στην αίρεση (1054) παύοντας να είναι Εκκλησία, υπήρξε κοιτίδα ανάδειξης μεγάλων αγίων. Μεταξύ αυτών αναφέρεται η Μεγαλομάρτυς Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια.

     Γεννήθηκε και  έζησε στη Ρώμη, τον 3ο μ. Χ. αιώνα, στην εποχή που αυτοκράτορας της απέραντης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν ο χριστιανομάχος Διοκλητιανός (284-305). Σε μια εποχή δύσκολη για τους χριστιανούς, τους οποίους καταδίωκε μέχρι εξοντώσεως το διεφθαρμένο ρωμαϊκό κράτος. Χιλιάδες πιστοί του Χριστού συλλαμβάνονταν, ανακρίνονταν, βασανίζονταν και θανατώνονταν με τους πλέον φρικτούς τρόπους.

       Καταγόταν από ευγενή, ξακουστή και πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας της ονομαζόταν Πραιτεξτάτος και ήταν ειδωλολάτρης ρωμαίος πατρίκιος και η μητέρα της ονομαζόταν Φούστα και ήταν θερμή χριστιανή. Η Αναστασία ανατράφηκε χριστιανικά από τη μητέρα της, με τη βοήθεια του θεόπνευστου και ευσεβούς διδασκάλου της Χρυσόγονου. Είχε ασυνήθιστο σωματικό κάλλος και από μικρή διακρινόταν για την σεμνότητά της, τη σωφροσύνη της και το άμεμπτο ήθος της. Έχοντας την οικονομική δυνατότητα οι γονείς της της έδωσαν σοβαρή παιδεία, ώστε έφηβη πια να αποκτήσει τη φήμη μιας σπουδαίας προσωπικότητας και να καταστεί περιζήτητη νύφη για τους ευγενείς νέους της ρωμαϊκής αριστοκρατίας.

       Ο πατέρας της, παρά τη θέλησή της, την πάντρεψε  με έναν αριστοκράτη νέο, ονόματι Πούπλιο, άσωτο, βάναυσο, ασεβή, φανατικό ειδωλολάτρη και ορκισμένο εχθρό των χριστιανών. Αγνοώντας τα θελήματά του, η Αναστασία δέχτηκε το Άγιο Βάπτισμα. Ας μη λησμονούμε ότι την εποχή εκείνη πολλοί χριστιανοί βαπτίζονταν όταν ενηλικιώνονταν. 

Το παράξενο γενεαλογικό δέντρο του Εμμανουήλ

Κυριακή προ της Χριστού γεννήσεως (Μτ. 1, 1-17): Το παράξενο γενεαλογικό δέντρο του Εμμανουήλ


                                     

Τη στιγμή που όλοι στολίζουν το χριστουγεννιάτικο δέντρο, στην Εκκλησία προβάλλεται το γενεαλογικό δέντρο του Ιησού, όπως αυτό καταγράφεται από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο. Τα 42 ονόματα των πατριαρχών, των βασιλέων και αρχιερέων που ακούγονται σε κατιούσα σειρά να διαδέχονται το ένα το άλλο τους μέσω της σταθερής επανάληψης του «εγέννησεν», καθιστούν την περικοπή άχαρη, ιδίως για όλους εκείνους που αποφεύγουν να μελετήσουν την Π.Δ. θεωρώντας την ως εθνική ιστορία του εβραϊκού λαού. 

Ο κατάλογος που εισάγει ολόκληρη την Καινή Διαθήκη εκπέμπει πολλά μηνύματα. πρώτον ότι τα πάντα υπακούουν σε ένα αρμονικό θεϊκό σχέδιο. Τίποτε δεν αποτελεί προϊόν τύχης και σύμπτωσης. Η ίδια η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται κυκλικά, αέναα, ατέρμονα, όπως πίστευαν οι Έλληνες, αλλά έχει ένα τέλος, κι αυτό δεν είναι το σημείο-μηδέν, αλλά το πρόσωπο του Χριστού. Δεύτερον με τη γενεαλογία υπογραμμίζεται η συνέχεια μεταξύ των δύο Διαθηκών. Παρ’ όλη την αποτυχία του ανθρώπου να ειρηνεύσει με τον Θεό, τον κόσμο και τον αδελφό του, ο Θεός με τις υποσχέσεις του έδινε την ελπίδα στο κουρασμένο πλάσμα του. Όλες οι επαγγελίες που δόθηκαν στον πατριάρχη Αβραάμ και το ‘βασιλέα’ (όπως με έμφαση τονίζεται από τον ευαγγελιστή) Δαβίδ (Γεν. 12, 2-3.18,18. 22,18 B’ Bασ. 12-14), και φάνηκαν ότι μένουν φρούδες και ανεκπλήρωτες την περίοδο της βαβυλώνιας αιχμαλωσίας με τη γέννηση του Ιησού Χριστού εκπληρώνονται. Με την έλευση του Εμμανουήλ αποδεικνύεται ότι ο Θεός, δεν είναι το κινούν ακίνητο των Φιλοσόφων, αλλά παραμένει μαζί με τον άνθρωπο όντας απόλυτα πιστός στις διαθήκες Του. Ο Ιησούς είναι ο αληθινός Μεσσίας της Ιστορίας, ο γιος, «η ρίζα», ο βλαστός του Δαβίδ, τον οποίο αναμένουν οι Ιουδαίοι και τα έθνη, τα οποία στα πρόσωπα των μάγων σπεύδουν να τον προσκυνήσουν.

π. Αθανάσιος Μυτιληναίος, Οι ήρωες της πίστεως (Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως)

               «ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ»


                

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ [:Εβρ. 11, 9-10 και 32-40]

    Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου  με θέμα:

 [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 22-12-1991]  (Β 256, έκδοσις Β΄)

    Όταν ο Θεός παρήγγειλε, σεβασμιώτατε και αγαπητοί μου αδελφοί, εις τους πρωτοπλάστους να μη δοκιμάσουν από τον καρπόν ορισμένου δένδρου, ήθελε να εισαγάγει εις την ζωήν των την πίστιν εις τον Θεόν. «Πίστις» εδώ σημαίνει εξάρτησις. Και η πίστις θα ήτο ν λευθερί. Γιατί αλλιώτικα η εξάρτησις χωρίς ελευθερίαν, παύει να είναι ελευθερία και έτσι εισάγεται ο καταναγκασμός. Έτσι η πίστις εισάγεται από τον Θεό εις τους πρωτοπλάστους, δυστυχώς όμως ηθετήθη. 

Ηθετήθη γιατί ακριβώς υπήρχε η ελευθερία. Είπα όμως «δυστυχώς», διότι δεν είναι –και προσέξατέ το αυτό- η επιλογή μεταξύ καλού και κακού η ελευθερία αλλά η δυνατότητα του καλού και του κακού, μένοντας όμως εις το αγαθόν. Αυτή είναι η έννοια της ελευθερίας. Παντού. Όχι μόνο στις σχέσεις μας με τον Θεό, αλλά και στις σχέσεις μας μεταξύ μας και στους πολίτες ανάμεσα μιας πολιτείας, μεταξύ πολιτών και πολιτείας κ.ο.κ. Επειδή δε είναι ακριβώς μεταξύ επιλογής καλού ή κακού, γι΄αυτό έχομε πάσαν κακοδαιμονίαν, που απορρέει από μία κακώς νοουμένη ελευθερίαν.

    Τι είναι ελευθερία; Η δυνατότητα να διαλέξεις ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Η δυνατότητα. Και όχι να διαλέξεις γιατί θέλεις το κακό. Γιατί αλλιώτικα, γιατί να τιμωρείσαι; Αμέσως εδώ φαίνεται καθαρά ότι δεν είναι η επιλογή, αλλά είναι η δυνατότης. Όταν λοιπόν οι πρωτόπλαστοι ηθέτησαν τον Θεόν, πώς Τον ηθέτησαν; Ηθέτησαν την πίστιν. Δεν εδέχθησαν εκείνο το οποίο ο Θεός τους είπε, τώρα ο Θεός έρχεται πάλι, εν ευδοκία να σώσει τους ανθρώπους και επανεισάγει την πίστιν σαν μέθοδο προσεγγίσεως του Θεού. Βλέπετε, δεν παραιτείται ο Θεός από τας μεθόδους Του. Την μέθοδον την πρώτην, δηλαδή την πίστιν, αυτήν επανεισάγει πάλι, δια να σώσει τους ανθρώπους. Και η πίστις αυτή, δεν θα ήταν απλώς εις τον λόγον του Θεού, όπως τότε, αλλά θα ήτο εις το Θεανθρώπινον πρόσωπο του Χριστού. Δηλαδή κάτι βαθύτερο. Εκεί πάλι το ίδιο πρόσωπο μίλησε. Ο Θεός Λόγος. Αλλά εδώ είναι κάτι βαθύτερο. Εκεί ήταν η πίστις απλώς σε έναν λόγον. Βέβαια λόγος του Θεού. Εδώ είναι σε ένα πρόσωπον Το οποίον πρόσωπον ομιλεί και η πίστις πρέπει να αποταθεί εις αυτό το πρόσωπο και όχι απλώς σε έναν λόγο. Έτσι η πίστις γίνεται η μεγαλυτέρα αρετή και η βασικοτέρα προϋπόθεσις της σωτηρίας.

Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως - Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.1,1-25 από τον άγιο Ιωάννη, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, τον Χρυσόστομο

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ [:Ματθ. 1,1-25

                        

Aς εγερθούμε  και ας μην κοιμόμαστε πλέον, διότι βλέπω τις πύλες να ανοίγονται για χάρη μας. Όμως ας εισέλθουμε με μεγάλη τάξη και φόβο, αμέσως μόλις πατήσουμε τα πρόθυρα της πόλεως. Ποια είναι αυτά τα πρόθυρα; «Βίβλος γενέσεως  ησο Χριστο, υο Δαυδ, υο  βραάμ (:κατάλογος γενεαλογικός του Ιησού  Χριστού, του υιού του Δαυίδ, του υιού του Αβραάμ)» [Ματθ. 1,1].

    Τι λέγεις, λοιπόν, Ματθαίε; Μας υποσχέθηκες ότι θα μας ομιλήσεις για τον μονογενή Υιό του Θεού και εσύ μας μνημονεύεις τον Δαβίδ, έναν άνθρωπο που γεννήθηκε ύστερα από αναρίθμητες γενεές και υποστηρίζεις  ότι αυτός είναι και πατέρας και πρόγονος του Ιησού; Περίμενε, αγαπητέ αδελφέ, και μη ζητείς να τα μάθεις όλα μεμιάς αλλά σιγά και κατ’ ολίγον. Στα πρόθυρα στέκεσαι ακόμη, στα προπύλαια. Γιατί λοιπόν βιάζεσαι να εισέλθεις στα άδυτα; Ακόμη δεν παρατήρησες καλά όλα τα εξωτερικά πράγματα. Διότι δεν σου διηγούμαι ακόμη εκείνη την προαιώνια γέννηση —αλλά ούτε και αυτήν που επακολούθησε— διότι είναι ανέκφραστη και απόρρητη. Άλλωστε πριν από εμένα, σου το είπε αυτό και ο Ησαΐας, ο οποίος προφητεύοντας το Πάθος και το μεγάλο ενδιαφέρον Του για ολόκληρη την ανθρωπότητα, γεμάτος κατάπληξη για το ποιος ήταν ο Ιησούς, τι έγινε και πού κατέβηκε, αναφώνησε με δυνατή και ισχυρή φωνή, λέγοντας τα εξής: «τήν γενεάν ατο τίς διηγήσεται;(:ποιος δύναται να εκθέσει με λεπτομέρειες την καταγωγή Του;)» [Ησ.53,8].

    Ώστε τώρα δεν κάνω λόγο για εκείνη την ουράνια γέννηση, αλλά για την κάτω, αυτήν που συνέβη στη γη και συνοδεύτηκε από πολλούς μάρτυρες. Μα και τα αναφερόμενα σε αυτήν γεγονότα έτσι θα σας τα διηγηθώ, όπως δηλαδή, είναι δυνατό να ομιλήσω περί αυτών με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Πραγματικά ούτε την επίγεια Γέννηση του Ιησού είναι δυνατόν να παρουσιάσει κανείς με σαφήνεια, εφόσον και αυτή προκαλεί μεγάλη φρίκη. Λοιπόν,να μη νομίσεις ότι ακούς ασήμαντα πράγματα, όταν ακούς να γίνεται λόγος για τη Γέννηση αυτήν. Αντίθετα, να έχεις το μυαλό σου σε ετοιμότητα και να αισθανθείς αμέσως φρίκη, όταν ακούσεις ότι ο Θεός ήλθε στη γη. Διότι το γεγονός αυτό ήταν τόσο απροσδόκητο, ώστε και οι άγγελοι έστησαν χορό γι’ αυτό και έψαλαν το καλό που απέρρευσε απ΄αυτό για την οικουμένη. Επίσης, και οι προφήτες παλαιότερα δοκίμασαν κατάπληξη, διότι ο ίδιος ο Θεός «π τς γς φθη, κα τος νθρποις συνανεστρφη»(:εμφανίστηκε στη γη και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους [Βαρούχ,3,8].

    Πραγματικά, ήταν πολύ παράδοξο να πληροφορηθείς ότι ο Θεός ο απόρρητος, ο ανέκφραστος, ο απερινόητος και ίσος με τον Πατέρα, διήλθε από τη μήτρα της Παρθένου, καταδέχτηκε να γεννηθεί από γυναίκα και να έχει προγόνους τον Δαβίδ και τον Αβραάμ και το ακόμα φρικτότερο, τις γυναίκες εκείνες ήταν τόσο αμαρτωλές. Άκουσέ τα αυτά και σήκω χωρίς καμία ταπεινή υποψία, αλλά γι’ αυτό ακριβώς να αισθανθείς θαυμασμό, ότι δηλαδή ενώ είναι Υιός του ανάρχου Θεού, και μάλιστα γνήσιος Υιός, εντούτοις ανέχθηκε να ακούσει ότι είναι υιός και του Δαβίδ, για να σου δώσει τη δυνατότητα να γίνεις υιός του Θεού. Ανέχθηκε να γίνει πατέρας Του ένας δούλος (:ο Δαβίδ),για να σου δώσει ως πατέρα τον Κύριο, μολονότι είσαι δούλος.

   Είδες ποια είναι αμέσως από τα προοίμια η καλή αγγελία; Αν αμφιβάλλεις για ό,τι σε αφορά, πίστεψέ το από ό,τι αφορά Εκείνον. Διότι είναι βέβαια πολύ δυσκολότερο για τον ανθρώπινο λογισμό να γίνει ο Θεός άνθρωπος, παρά να υπάρξει ο άνθρωπος υιός του Θεού. Όταν ακούσεις λοιπόν ότι ο Υιός του Θεού είναι υιός του Δαβίδ και του Αβραάμ, να μην αμφιβάλεις τότε, ότι και εσύ, ο υιός του Αδάμ, θα γίνεις υιός του Θεού· διότι δεν ταπείνωσε βέβαια τόσο πολύ τον εαυτό του άδικα και παράλογα, αν δεν σκόπευε να μας ανυψώσει. Γεννήθηκε κατά σάρκα, για να γεννηθείς εσύ πνευματικά· γεννήθηκε από γυναίκα, για να πάψεις εσύ να είσαι υιός γυναίκας.

   Για τον λόγο αυτόν η γέννηση έγινε δύο ειδών· όμοια με τη δική μας, αλλά και υπερβαίνουσα τη δική μας. Το να γεννηθούμε όμως όχι από αίμα, μήτε από θέλημα σαρκός και ανδρός αλλά από Πνεύμα άγιο, προμήνυε τη μελλοντική γέννησή μας που μας υπερβαίνει και που σκόπευε να μας χαρίσει μέσω του Πνεύματος. Το ίδιο νόημα είχαν και όλα τα άλλα. Τέτοιο ήταν το βάπτισμα· είχε κάτι από το παλαιό και κάτι από το νέο. Το παλαιό το φανέρωνε το ότι βαπτίστηκε από τον προφήτη, η κάθοδος του Πνεύματος υπογράμμισε το νέο. Και όπως κάποιος που στέκεται στο μεταίχμιο δύο πραγμάτων που απέχουν το ένα από το άλλο, τα ενώνει, αν απλώσει τις χείρες του από το ένα και το άλλο μέρος, έτσι έκανε και αυτός· ένωσε την παλαιά με τη νέα, τη θεία με την ανθρώπινη, τα δικά Του με τα δικά μας.

   Είδες την αστραπή της πόλεως, με πόση φεγγοβολή σε περιέλαμψε από την αρχή; Πώς σου έδειξε αμέσως τον βασιλιά στη δική σου μορφή, σαν να είστε σε στρατόπεδο; Διότι εκεί ο βασιλέας δεν επιδεικνύει φανερά πάντοτε το αξίωμά του, αλλά αφήνει την πορφύρα και το στέμμα, και ενδύεται συχνά τη στολή του στρατιώτη. Και εκεί μεν για να μην αναγνωριστεί και προσελκύσει προς τον εαυτό του τους εχθρούς, ενώ εδώ το αντίθετο, για να μην αναγνωριστεί και κάνει τον εχθρό να αποφύγει τη συμπλοκή μαζί του και προκαλέσει την ταραχή όλων των δικών του· διότι αποβλέπει στη σωτηρία και όχι στον τρόμο.