ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
Ἡ λειτουργικὴ πράξη τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων
Ὁ ἑορτασμὸς τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων ξεκινᾶ στὴν οὐσία ἀπὸ τὴν «Κυριακὴ πρὸ τῶν Χριστουγέννων». Εἶναι ἡ Κυριακὴ κατὰ τὴν ὁποία, καθὼς ἀναφέρει τὸ Συναξάρι τῆς μέρας: «μνήμην ἄγειν ἐτάχθημεν παρὰ τῶν Ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, ἀπὸ Ἀδὰμ ἄχρι καὶ Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, κατὰ γενεαλογίαν, καθὼς ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκάς ἱστορικῶς ἠριθμήσατο· ὁμοίως καὶ τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Προφητίδων». Ἐξυμνεῖται στοὺς ὕμνους τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἡ σειρὰ τῶν προσώπων, ποὺ διαφύλαξαν τὴ λαχτάρα τῆς σωτηρίας καὶ ἔζησαν, μεταφέροντας τὴν προσμονὴ τοῦ Μεσσία ὡς λυτρωτῆ ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ ἁμαρτήματος τῶν πρωτοπλάστων. Εἶναι ἡμέρα μνήμης τῶν Πατέρων αὐτῶν καὶ δοξολογία πρὸς τὸν Χριστό: «Τὰ τῶν Πατέρων σήμερον πιστοί, τελοῦντες μνημόσυνα, ἀνυμνήσωμεν Χριστὸν τὸν Λυτρωτήν». Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἡμέρα, στὶς ἀκολουθίες προστίθενται ὕμνοι, ποὺ μᾶς προϊδεάζουν καὶ μᾶς προτρέπουν στὴν συμμετοχὴ στὸ μυστήριο τῆς Σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Τὰ ἀναγνώσματα τοῦ Ἑσπερινοῦ, ἀπὸ τὴ Γένεση καὶ τὸ Δευτερονόμιο, ὑπενθυμίζουν τὴ συμβολὴ τῶν πατέρων στὴν προσμονὴ τοῦ γεγονότος καὶ κυρίως τὴν σταθερή τους προσήλωση στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς γι᾿ αὐτοὺς ἦταν: «ὁ Θεὸς τῶν Θεῶν καὶ Κύριος τῶν Κυρίων ὁ μέγας, καὶ ἰσχυρός, καὶ φοβερός, ὅστις οὐ θαυμάζει πρόσωπον, οὐδ᾿ οὐ μὴ λάβῃ δῶρον· ποιῶν κρίσιν προσηλύτῳ καὶ ὀρφανῷ καὶ χήρᾳ, καὶ ἀγαπᾷ τὸν προσήλυτον, δοῦναι αὐτῷ ἄρτον καὶ ἱμάτιον». Ἰδιαίτερα, ὑμνοῦνται οἱ προφῆτες, ἐπειδὴ «τὰ ἔπη τοῦ Πνεύματος καρπούμενοι, τὴν ἀνερμήνευτον λοχείαν Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ πᾶσιν ἐκήρυξαν· νομίμως δὲ τὸ τέλος διήνυσαν, ζήσαντες ζωὴν ὑπερθαύμαστον».
«Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον»
«Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον»
Τὸ χριστόψωμο
«Ψηλαφητὸν σκότος»1 οἱ αἱρετικὲς θέσεις τοῦ Μητροπολίτου Περιστερίου καὶ τῶν ὁμοϊδεατῶν του.
Ἅγιον Ὄρος 11 Νοεμβρίου 2024.
Ὑπὸ Ἰωσὴφ Μοναχοῦ Βιγλιώτου.
Τὸ κείμενο τῶν ἀπαντήσεων ξεπέρασε τὸ ἐπιστολικὸ ὅριο.
«Τὸ σύντομο ἀπαιτεῖ νὰ παραλειφθοῦν πολλὰ ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα, ἐνῷ τό νὰ θέλει ὁ λόγος νὰ εἶναι ὁλοκληρωμένος, σημαίνει ἡ γραφή μας νὰ φθάση σὲ μῆκος»2 λέγει ὁ Ἅγιος Φώτιος. Σὲ προϊδεάζω, π. Γιγάντιε, καταγράφοντας, ὑπὸ μορφὴν περιεχομένων, ποιά εἶναι τὰ θέματα ποὺ θὰ προσεγγιστοῦν.
Α΄. Ἀποδεικνύεται ὅτι ὅ,που κι ἂν τοποθετηθεῖ ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστός, δὲν εἶναι «στατικός, ἀκίνητος καὶ αἰώνια νεκρὸς» πού θέλει ὁ Μητροπολίτης. Διαφορετικὰ θὰ πιστεύαμε σὲ ἕναν πεθαμένο, νεκρό, ἄρα ἀνύπαρκτο Θεό.
Β΄. Κονιορτοποιεῖται ἡ βλάσφημη θέση τοῦ Μητροπολίτη, ὅτι τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ ἔχουμε σῶμα «πεθαμένου Θεοῦ», γιατί ἂν ἦταν ἔτσι θὰ εἴχαμε Θεοεγκατάλειψη γιὰ τρεῖς ἡμέρες. Αὐτὸ συνιστᾶ Ἀρειοθεοπασχίτικη αἵρεση.
Γ΄. Ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Μητροπολίτης ὑποστηρίζει ἀναληθῶς ὅτι ἡ προσκύνηση τοῦ Ἐσταυρωμένου εἶναι συνήθεια μόνο τῶν Λατίνων, ἐνῷ, δυστυχῶς γι’ αὐτὸν, ἡ προσκύνηση τοῦ Ἐσταυρωμένου εἶναι βασικὴ προϋπόθεση στὸ νὰ εἶναι ἢ νὰ γίνει κάποιος Χριστιανός. Ἐπίσης ἡ ἐκ μέρους του… «βάπτιση» τοῦ Ἐσταυρωμένου σὲ Τίμιο Σταυρὸ εἶναι πρωτάκουστη. Ἀποδεικνύεται τὸ βλάσφημο τῶν συλλογισμῶν αὐτῶν.
Δ΄. Ἀποδεικνύεται ἀνακριβὲς ὅτι τὶς Παρασκευὲς δὲν ὑπάρχει ἀναφορὰ σὲ Ἐσταυρωμένο.
Ε΄. Παράθεση ὕμνων ποὺ καταρρίπτουν τὸν ἰσχυρισμό τοῦ Μητροπολίτη ὅτι «δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ὕμνος, ἕνα τροπάριο ποὺ νὰ ἀναφέρεται σὲ ‘’Ἐσταυρωμένο’’ καί σέ λατρεία Ἐσταυρωμένου». Ἀποδεικνύεται, ἐπίσης, ὅτι ἡ ἄστοχη εἰρωνικὴ προσηγορία ἐκ μέρους τοῦ Μητροπολίτη «Ἐσταυρωμενολάτρες» περιποιεῖ ὑψίστην τιμὴν γιὰ τοὺς εὐσεβεῖς Χριστιανούς, ἐνῷ προσιδιάζει εὔστοχα, ἡ ἀπὸ μέρους τῶν εὐσεβῶν στοὺς ἐχθροὺς τῆς λατρείας τοῦ Ἐσταυρωμένου ἡ ἐπωνυμία, «Ἐσταυρωμενομάχοι».
ΣΤ΄. Ἰσχυρίστηκε ὅτι μετὰ τὴν Ἀνάσταση – Ἀνάληψη δὲν ἐπανερχόμαστε ποτὲ στὴν Σταύρωση. Τὰ ἐπιχειρήματα ἀποδεικνύουν τὸ ἀντίθετο.
Ζ΄. Ἀβάσιμος ὁ ἰσχυρισμός του ὅτι ἡ ἐπικέντρωση στὸν Ἐσταυρωμένο Χριστὸ ἐξαφάνισε τὴν Ἀνάσταση. Τὰ ἐπιχειρήματα ἀποδεικνύουν τό ἀντίθετο.
Η΄. Κατάρριψη τοῦ πρωτοφανοῦς …«ἐπιχειρήματος» ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὑπάρχει ἡ Ἁγία Τριάδα καὶ ὅτι δὲν ἔχει θέση τίποτε ἄλλο ἐκεῖ.
Θ΄. Κατάρριψη τῆς βλάσφημης θέσης ὅτι δὲν σώζει ἡ Σταύρωση παρὰ μόνο ἡ Ἀνάσταση.
Ι΄. Κατάρριψη τῆς χλευαστικῆς τοποθέτησής του ἀπέναντι στὸν κλαυθμό καὶ ἰδιαίτερα τήν Μεγάλη Παρασκευή.
ΙΑ΄. Ἐσταυρωμένοι στὸ Ἅγιον Ὅρος. Γιατί στὸν Νάρθηκα τριῶν Μονῶν. Τί ἐπικρατοῦσε παλαιότερα καὶ τί ἐπικρατεῖ σήμερα.
Τὰ εὔστοχα ἐρωτήματα ποὺ μοῦ ἀπηύθυνες ἐσὺ καὶ ἄλλοι σεβαστὲ μου ἐν Χριστῷ π. Γιγάντιε, μὲ ἀνάγκασαν νὰ πάρω εὐλογία, καὶ μὲ θερμὴ δέηση γιὰ θεία φώτιση, ἔλευσης ἐπ’ ἐμέ, τοῦ εὐτελοῦς καὶ νάνου, ἂν καὶ παντελῶς ἀνάξιος, μικρᾶς ἀκτῖνας θείου φωτὸς ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νὰ σοῦ γράψω γιὰ τὸ φλέγον ζήτημα τῆς ἀποπομπῆς τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Βῆμα Ναῶν.
Ἐπειδὴ κατὰ τὸν Σολομῶντα «παγίς (: παγίδα) ἰσχυρά ἀνδρὶ τὰ ἴδια χείλη»3 ὡς ἀφετηρία καὶ πρώτη πηγὴ ἄντλησης γιὰ τὴν χάραξη αὐτῶν τῶν γραμμῶν θὰ χρησιμοποιηθεῖ τὸ 25σέλιδο κείμενο4, τευχίδιο ποὺ συνέγραψε ὁ ἐπίσκοπος, μὲ τίτλο «Ἡ λανθασμένη θεολογικά…»5 «εἰ δὴ Ὁμήρου (ἐδῶ : μητροπολίτου) ταῦτα»6, ( : ἐὰν βέβαια εἶναι τοῦ Μητροπολίτου αὐτά τά γραπτά ).
«Σκάβοντας ἐκεῖ μὲ τὸν λόγο, ἂς ἀνακαλύψωμε τὴν εὐρισκόμενην στὸ βάθος ἀπάτη»7 ὅπως ἔλεγε καὶ συνήθιζε νὰ κάνει ὁ Ἁγιορείτης Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς.
Η Θεολογική ταυτότητα του Προτεσταντισμού
Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΥ
Δημήτριος Τσελεγγίδης, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
Γένεση - Προσδοκίες - Διαψεύσεις
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΛΕΤΩΝ Α.Π.Θ. 20-24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2004
Εισαγωγή
Αγία Μεγαλομάρτυς Αναστασία η Φαρμακολύτρια
ΑΓΙΑ
ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΦΑΡΜΑΚΟΛΥΤΡΙΑ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου –
Καθηγητού
Η
Εκκλησία της Ρώμης, στα πρωτοχριστιανικά χρόνια, όταν ακόμα ήταν ορθόδοξη και
δεν είχε εκπέσει στην αίρεση (1054) παύοντας να είναι Εκκλησία, υπήρξε κοιτίδα
ανάδειξης μεγάλων αγίων. Μεταξύ αυτών αναφέρεται η Μεγαλομάρτυς Αγία
Αναστασία η Φαρμακολύτρια.
Γεννήθηκε
και έζησε στη Ρώμη, τον 3ο μ. Χ.
αιώνα, στην εποχή που αυτοκράτορας της απέραντης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
ήταν ο χριστιανομάχος Διοκλητιανός (284-305). Σε μια εποχή
δύσκολη για τους χριστιανούς, τους οποίους καταδίωκε μέχρι εξοντώσεως το
διεφθαρμένο ρωμαϊκό κράτος. Χιλιάδες πιστοί του Χριστού συλλαμβάνονταν,
ανακρίνονταν, βασανίζονταν και θανατώνονταν με τους πλέον φρικτούς τρόπους.
Καταγόταν
από ευγενή, ξακουστή και πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας της ονομαζόταν Πραιτεξτάτος και
ήταν ειδωλολάτρης ρωμαίος πατρίκιος και η μητέρα της ονομαζόταν Φούστα και
ήταν θερμή χριστιανή. Η Αναστασία ανατράφηκε χριστιανικά από τη μητέρα της, με
τη βοήθεια του θεόπνευστου και ευσεβούς διδασκάλου της Χρυσόγονου.
Είχε ασυνήθιστο σωματικό κάλλος και από μικρή διακρινόταν για την σεμνότητά
της, τη σωφροσύνη της και το άμεμπτο ήθος της. Έχοντας την οικονομική
δυνατότητα οι γονείς της της έδωσαν σοβαρή παιδεία, ώστε έφηβη πια να αποκτήσει
τη φήμη μιας σπουδαίας προσωπικότητας και να καταστεί περιζήτητη νύφη για τους
ευγενείς νέους της ρωμαϊκής αριστοκρατίας.
Το παράξενο γενεαλογικό δέντρο του Εμμανουήλ
Τη στιγμή που όλοι στολίζουν το χριστουγεννιάτικο
δέντρο, στην Εκκλησία προβάλλεται το γενεαλογικό δέντρο του Ιησού, όπως αυτό
καταγράφεται από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο. Τα 42 ονόματα των πατριαρχών, των
βασιλέων και αρχιερέων που ακούγονται σε κατιούσα σειρά να διαδέχονται το ένα
το άλλο τους μέσω της σταθερής επανάληψης του «εγέννησεν», καθιστούν την
περικοπή άχαρη, ιδίως για όλους εκείνους που αποφεύγουν να μελετήσουν την Π.Δ.
θεωρώντας την ως εθνική ιστορία του εβραϊκού λαού.
Ο κατάλογος που εισάγει ολόκληρη την Καινή Διαθήκη εκπέμπει πολλά μηνύματα. πρώτον ότι τα πάντα υπακούουν σε ένα αρμονικό θεϊκό σχέδιο. Τίποτε δεν αποτελεί προϊόν τύχης και σύμπτωσης. Η ίδια η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται κυκλικά, αέναα, ατέρμονα, όπως πίστευαν οι Έλληνες, αλλά έχει ένα τέλος, κι αυτό δεν είναι το σημείο-μηδέν, αλλά το πρόσωπο του Χριστού. Δεύτερον με τη γενεαλογία υπογραμμίζεται η συνέχεια μεταξύ των δύο Διαθηκών. Παρ’ όλη την αποτυχία του ανθρώπου να ειρηνεύσει με τον Θεό, τον κόσμο και τον αδελφό του, ο Θεός με τις υποσχέσεις του έδινε την ελπίδα στο κουρασμένο πλάσμα του. Όλες οι επαγγελίες που δόθηκαν στον πατριάρχη Αβραάμ και το ‘βασιλέα’ (όπως με έμφαση τονίζεται από τον ευαγγελιστή) Δαβίδ (Γεν. 12, 2-3.18,18. 22,18 B’ Bασ. 12-14), και φάνηκαν ότι μένουν φρούδες και ανεκπλήρωτες την περίοδο της βαβυλώνιας αιχμαλωσίας με τη γέννηση του Ιησού Χριστού εκπληρώνονται. Με την έλευση του Εμμανουήλ αποδεικνύεται ότι ο Θεός, δεν είναι το κινούν ακίνητο των Φιλοσόφων, αλλά παραμένει μαζί με τον άνθρωπο όντας απόλυτα πιστός στις διαθήκες Του. Ο Ιησούς είναι ο αληθινός Μεσσίας της Ιστορίας, ο γιος, «η ρίζα», ο βλαστός του Δαβίδ, τον οποίο αναμένουν οι Ιουδαίοι και τα έθνη, τα οποία στα πρόσωπα των μάγων σπεύδουν να τον προσκυνήσουν.
π. Αθανάσιος Μυτιληναίος, Οι ήρωες της πίστεως (Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ [:Εβρ. 11, 9-10 και 32-40]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος
Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις
22-12-1991] (Β 256, έκδοσις Β΄)
Όταν ο Θεός παρήγγειλε, σεβασμιώτατε και αγαπητοί
μου αδελφοί, εις τους πρωτοπλάστους να μη δοκιμάσουν από τον καρπόν ορισμένου
δένδρου, ήθελε να εισαγάγει εις την ζωήν των την πίστιν εις τον Θεόν. «Πίστις» εδώ σημαίνει εξάρτησις. Και η πίστις θα ήτο ἐν ἐλευθερίᾳ. Γιατί αλλιώτικα η εξάρτησις χωρίς ελευθερίαν, παύει να είναι ελευθερία και έτσι εισάγεται ο
καταναγκασμός. Έτσι η πίστις εισάγεται από τον Θεό εις τους πρωτοπλάστους, δυστυχώς όμως
ηθετήθη.
Ηθετήθη γιατί ακριβώς υπήρχε η ελευθερία. Είπα όμως
«δυστυχώς», διότι δεν είναι –και προσέξατέ το αυτό- η επιλογή μεταξύ καλού και κακού η ελευθερία αλλά η
δυνατότητα του καλού και του κακού, μένοντας όμως εις το αγαθόν. Αυτή είναι η
έννοια της ελευθερίας. Παντού. Όχι μόνο στις σχέσεις μας με τον Θεό, αλλά και
στις σχέσεις μας μεταξύ μας και στους πολίτες ανάμεσα μιας πολιτείας, μεταξύ
πολιτών και πολιτείας κ.ο.κ. Επειδή δε είναι ακριβώς μεταξύ επιλογής καλού ή
κακού, γι΄αυτό έχομε πάσαν κακοδαιμονίαν, που απορρέει από μία κακώς νοουμένη
ελευθερίαν.
Τι είναι ελευθερία; Η δυνατότητα να διαλέξεις ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Η δυνατότητα. Και όχι να διαλέξεις γιατί θέλεις το κακό. Γιατί αλλιώτικα, γιατί να τιμωρείσαι; Αμέσως εδώ φαίνεται καθαρά ότι δεν είναι η επιλογή, αλλά είναι η δυνατότης. Όταν λοιπόν οι πρωτόπλαστοι ηθέτησαν τον Θεόν, πώς Τον ηθέτησαν; Ηθέτησαν την πίστιν. Δεν εδέχθησαν εκείνο το οποίο ο Θεός τους είπε, τώρα ο Θεός έρχεται πάλι, εν ευδοκία να σώσει τους ανθρώπους και επανεισάγει την πίστιν σαν μέθοδο προσεγγίσεως του Θεού. Βλέπετε, δεν παραιτείται ο Θεός από τας μεθόδους Του. Την μέθοδον την πρώτην, δηλαδή την πίστιν, αυτήν επανεισάγει πάλι, δια να σώσει τους ανθρώπους. Και η πίστις αυτή, δεν θα ήταν απλώς εις τον λόγον του Θεού, όπως τότε, αλλά θα ήτο εις το Θεανθρώπινον πρόσωπο του Χριστού. Δηλαδή κάτι βαθύτερο. Εκεί πάλι το ίδιο πρόσωπο μίλησε. Ο Θεός Λόγος. Αλλά εδώ είναι κάτι βαθύτερο. Εκεί ήταν η πίστις απλώς σε έναν λόγον. Βέβαια λόγος του Θεού. Εδώ είναι σε ένα πρόσωπον Το οποίον πρόσωπον ομιλεί και η πίστις πρέπει να αποταθεί εις αυτό το πρόσωπο και όχι απλώς σε έναν λόγο. Έτσι η πίστις γίνεται η μεγαλυτέρα αρετή και η βασικοτέρα προϋπόθεσις της σωτηρίας.
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως - Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.1,1-25 από τον άγιο Ιωάννη, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, τον Χρυσόστομο
Aς εγερθούμε και ας μην κοιμόμαστε πλέον, διότι βλέπω τις πύλες να ανοίγονται για χάρη
μας. Όμως ας εισέλθουμε με μεγάλη τάξη και φόβο, αμέσως μόλις πατήσουμε τα
πρόθυρα της πόλεως. Ποια είναι αυτά τα πρόθυρα; «Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ Ἀβραάμ (:κατάλογος γενεαλογικός του Ιησού Χριστού, του υιού του Δαυίδ, του υιού του Αβραάμ)» [Ματθ. 1,1].
Τι λέγεις,
λοιπόν, Ματθαίε; Μας υποσχέθηκες ότι θα μας ομιλήσεις για τον μονογενή Υιό του
Θεού και εσύ μας μνημονεύεις τον Δαβίδ, έναν άνθρωπο που γεννήθηκε ύστερα από
αναρίθμητες γενεές και υποστηρίζεις ότι αυτός είναι και πατέρας και πρόγονος του Ιησού; Περίμενε, αγαπητέ αδελφέ, και μη ζητείς να τα μάθεις όλα μεμιάς αλλά σιγά
και κατ’ ολίγον. Στα πρόθυρα στέκεσαι ακόμη, στα προπύλαια. Γιατί λοιπόν βιάζεσαι να εισέλθεις στα άδυτα; Ακόμη δεν παρατήρησες καλά όλα τα εξωτερικά πράγματα. Διότι δεν σου διηγούμαι ακόμη εκείνη την προαιώνια γέννηση —αλλά ούτε και
αυτήν που επακολούθησε— διότι είναι ανέκφραστη και απόρρητη. Άλλωστε πριν από εμένα, σου το είπε αυτό και ο Ησαΐας, ο οποίος
προφητεύοντας το Πάθος και το μεγάλο ενδιαφέρον Του για ολόκληρη την
ανθρωπότητα, γεμάτος κατάπληξη για το ποιος ήταν ο Ιησούς, τι έγινε και
πού κατέβηκε, αναφώνησε με δυνατή και ισχυρή φωνή, λέγοντας τα εξής: «τήν γενεάν αὐτοῦ τίς διηγήσεται;(:ποιος δύναται να εκθέσει με λεπτομέρειες την καταγωγή Του;)» [Ησ.53,8].
Ώστε τώρα δεν κάνω λόγο για εκείνη την ουράνια γέννηση, αλλά για την κάτω,
αυτήν που συνέβη στη γη και συνοδεύτηκε από πολλούς μάρτυρες. Μα και τα
αναφερόμενα σε αυτήν γεγονότα έτσι θα σας τα διηγηθώ, όπως δηλαδή, είναι δυνατό
να ομιλήσω περί αυτών με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Πραγματικά ούτε την
επίγεια Γέννηση του Ιησού είναι δυνατόν να παρουσιάσει κανείς με σαφήνεια,
εφόσον και αυτή προκαλεί μεγάλη φρίκη. Λοιπόν,να μη νομίσεις ότι ακούς
ασήμαντα πράγματα, όταν ακούς να γίνεται λόγος για τη Γέννηση αυτήν. Αντίθετα, να έχεις το μυαλό σου σε ετοιμότητα και να αισθανθείς αμέσως
φρίκη, όταν ακούσεις ότι ο Θεός ήλθε στη γη. Διότι το γεγονός αυτό ήταν
τόσο απροσδόκητο, ώστε και οι άγγελοι έστησαν χορό γι’ αυτό και έψαλαν το καλό
που απέρρευσε απ΄αυτό για την οικουμένη. Επίσης, και οι προφήτες παλαιότερα
δοκίμασαν κατάπληξη, διότι ο ίδιος ο Θεός «Ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη, καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη»(:εμφανίστηκε στη γη και
συναναστράφηκε με τους ανθρώπους)» [Βαρούχ,3,8].
Πραγματικά, ήταν πολύ παράδοξο να
πληροφορηθείς ότι ο Θεός ο απόρρητος, ο ανέκφραστος, ο απερινόητος και ίσος με
τον Πατέρα, διήλθε από τη μήτρα της Παρθένου, καταδέχτηκε να γεννηθεί από
γυναίκα και να έχει προγόνους τον Δαβίδ και τον Αβραάμ και το ακόμα φρικτότερο,
τις γυναίκες εκείνες ήταν τόσο αμαρτωλές. Άκουσέ τα αυτά και σήκω χωρίς καμία
ταπεινή υποψία, αλλά γι’ αυτό ακριβώς να αισθανθείς θαυμασμό, ότι δηλαδή ενώ είναι Υιός του
ανάρχου Θεού, και μάλιστα γνήσιος Υιός, εντούτοις ανέχθηκε να ακούσει ότι είναι
υιός και του Δαβίδ, για να σου δώσει τη δυνατότητα να γίνεις υιός του Θεού. Ανέχθηκε να γίνει πατέρας Του ένας δούλος (:ο Δαβίδ),για να σου δώσει ως
πατέρα τον Κύριο, μολονότι είσαι δούλος.
Είδες ποια
είναι αμέσως από τα προοίμια η καλή αγγελία; Αν αμφιβάλλεις για ό,τι σε αφορά,
πίστεψέ το από ό,τι αφορά Εκείνον. Διότι είναι βέβαια πολύ δυσκολότερο για τον ανθρώπινο λογισμό να γίνει ο
Θεός άνθρωπος, παρά να υπάρξει ο άνθρωπος υιός του Θεού. Όταν ακούσεις λοιπόν ότι ο Υιός του Θεού είναι υιός του Δαβίδ και του Αβραάμ, να μην αμφιβάλεις τότε, ότι και εσύ, ο υιός του Αδάμ, θα γίνεις υιός του
Θεού· διότι δεν ταπείνωσε βέβαια τόσο πολύ τον εαυτό του άδικα και παράλογα, αν
δεν σκόπευε να μας ανυψώσει. Γεννήθηκε κατά
σάρκα, για να γεννηθείς εσύ πνευματικά· γεννήθηκε από γυναίκα, για να πάψεις εσύ να είσαι υιός γυναίκας.
Για τον λόγο αυτόν η γέννηση
έγινε δύο ειδών· όμοια με τη δική μας, αλλά και υπερβαίνουσα τη δική μας. Το να γεννηθούμε όμως όχι από αίμα, μήτε από θέλημα σαρκός και ανδρός αλλά
από Πνεύμα άγιο, προμήνυε τη μελλοντική γέννησή μας που μας υπερβαίνει και που
σκόπευε να μας χαρίσει μέσω του Πνεύματος. Το ίδιο νόημα είχαν και όλα τα άλλα. Τέτοιο ήταν το βάπτισμα· είχε κάτι
από το παλαιό και κάτι από το νέο. Το παλαιό το φανέρωνε το ότι βαπτίστηκε από
τον προφήτη, η κάθοδος του Πνεύματος υπογράμμισε το νέο. Και όπως κάποιος που
στέκεται στο μεταίχμιο δύο πραγμάτων που απέχουν το ένα από το άλλο, τα ενώνει,
αν απλώσει τις χείρες του από το ένα και το άλλο μέρος, έτσι έκανε και αυτός·
ένωσε την παλαιά με τη νέα, τη θεία με την ανθρώπινη, τα δικά Του με τα δικά
μας.
Είδες την αστραπή της πόλεως, με πόση φεγγοβολή σε περιέλαμψε από την αρχή; Πώς σου έδειξε αμέσως τον βασιλιά στη δική σου μορφή, σαν να είστε σε στρατόπεδο; Διότι εκεί ο βασιλέας δεν επιδεικνύει φανερά πάντοτε το αξίωμά του, αλλά αφήνει την πορφύρα και το στέμμα, και ενδύεται συχνά τη στολή του στρατιώτη. Και εκεί μεν για να μην αναγνωριστεί και προσελκύσει προς τον εαυτό του τους εχθρούς, ενώ εδώ το αντίθετο, για να μην αναγνωριστεί και κάνει τον εχθρό να αποφύγει τη συμπλοκή μαζί του και προκαλέσει την ταραχή όλων των δικών του· διότι αποβλέπει στη σωτηρία και όχι στον τρόμο.