Πλούσιοι εἰς τούς λόγους καί πτωχοί εἰς τάς πράξεις
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Πάντα οἱ πιστοὶ ἐπιθυμοῦν οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ κήρυκες τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ νὰ εἶναι ἄξιοι τῆς μεγάλης τους ἀποστολῆς καὶ καθαροὶ ἀπὸ τὸ φοβερὸ πάθος τῆς ὑποκρισίας. Τοὺς θέλουν νὰ εἶναι εὐθεῖς ἀπέναντί τους καὶ νὰ μὴ τοὺς ἀπογοητεύουν μὲ τὶς πράξεις τους.
Ὅμως συχνὰ αὐτὸ δὲν συμβαίνει καὶ οἱ πιστοὶ βρίσκονται ἐνώπιον ἑνὸς ἀδιεξόδου τοῦ τί πρέπει νὰ κάνουν. Δὲν μποροῦν νὰ τοὺς ἀνέχονται διαρκῶς καὶ νὰ σκανδαλίζονται ἀπὸ τὸ ἀρνητικὸ καὶ ἁμαρτωλὸ παράδειγμά τους. Οὔτε εἶναι στὴν ἁρμοδιότητά τους νὰ τοὺς ἀλλάξουν. Ἡ εὔκολη συμβουλὴ εἶναι νὰ κάνουν ὑπακοὴ καὶ νὰ ἔχουν ὑπομονή. Ἀλλὰ μέχρι πότε; Τὸ πρόβλημα αὐτὸ τὸ γνώριζε ὁ Χριστὸς καὶ γι’ αὐτὸ ἔλεγε στὰ πλήθη τοῦ λαοῦ καὶ τοὺς μαθητές του: «Τὴ θέση τοῦ Μωυσῆ ὡς δασκάλου τὴν πῆραν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι. Ὅσα λοιπὸν σᾶς λένε νὰ τὰ τηρεῖτε καὶ νὰ τὰ πράττετε· νὰ μὴ κάνετε ὅμως κατὰ τὰ ἔργα τους, γιατί λένε μόνο καὶ δὲν πράττουν. Φτιάχνουν φορτία βαριά, ποὺ δύσκολα σηκώνονται, καὶ τὰ φορτώνουν στοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δὲν θέλουν οὔτε μὲ τὸ δάκτυλό τους νὰ τὰ κινήσουν. Ὅλα τὰ ἔργα τους τὰ πράττουν, γιὰ νὰ κάνουν καλὴ ἐντύπωση στοὺς ἀνθρώπους».
Οἱ ὑποκριτὲς ἀποφεύγουν τὴ δημόσια διαστρέβλωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μὴ προκαλοῦν ἀντιδράσεις εἰς βάρος τους. Στὴν πράξη ὅμως ἀρνοῦνται νὰ τηρήσουν τὶς ἐντολές, ἐνῶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους διδάσκουν μὲ αὐστηρότητα τὴν ἀκρίβεια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ!
Μὲ τὸ λόγο του ὁ Χριστὸς βγάζει ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο τούς πιστοὺς ἀνθρώπους. Ἡ ἀπόδειξή του ἔχει διαχρονικὴ ἰσχύ. Σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς ἐμφανίζονται στὴν Ἐκκλησία κληρικοί, ποὺ ὑποκρίνονται καὶ διδάσκουν τοὺς ἀνθρώπους μὲ θρασύτητα. Ὅσοι τοὺς ἀκοῦν ὅμως καταλαβαίνουν τί συμβαίνει καὶ δέχονται τὰ λόγια τους, ὄχι ὅμως καὶ τὶς πράξεις τους.
Τὸ ἰδανικὸ βέβαια εἶναι οἱ κληρικοὶ νὰ διδάσκουν ὀρθά τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ πρῶτοι αὐτοὶ νὰ τὸν τηροῦν. Τότε τὸ κήρυγμά τους θὰ εἶναι βιωματικό, θὰ πείθει καὶ θὰ προκαλεῖ τὴν καλὴ ἀλλοίωση στὶς καρδιὲς τῶν ἀκροατῶν τους.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς ἔλεγε ὅτι «οἱ ἐπίσκοποι ὀφείλουν τὴν ὑπακοή τους στὸ Θεό. Οἱ ἱερεῖς ὀφείλουν τὴν ὑπακοή τους στοὺς ἐπισκόπους. Οἱ πιστοὶ ὀφείλουν ὑπακοὴ καὶ στοὺς μὲν καὶ στοὺς δέ». Ὅταν οἱ ἐπίσκοποι εἶναι ἄξιοι καὶ ἀκολουθοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅλοι ὑπακούουν σ’ αὐτοὺς μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ σεβασμό. Δὲν ὑπάρχει ἴχνος ὑποκρισίας. Οἱ ἱερεῖς ἐπίσης διακονοῦν μὲ τὴν εὐλογία ἐκείνων τὸ ποίμνιό τους. Εἶναι τὸ φῶς τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐκδηλώνουν τὴν ἀγάπη τους πρὸς αὐτοὺς καὶ κατ’ ἐπέκταση καὶ πρὸς τοὺς ἐπισκόπους.
Στὴν ἀντίθετη περίπτωση, ὅταν δηλαδὴ οἱ ἐπίσκοποι δὲν εἶναι στὸ ὕψος τοῦ ἀξιώματός τους καὶ ἐμφανίζονται στὸ λαὸ μὲ ὑποκρισία, ἀνοίγεται ἕνα χάσμα καὶ οἱ ἱερεῖς περιορίζονται στὰ τυπικὰ τους καθήκοντα. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς ἀνάξιους ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴ συμπεριφορά τους ἀπομακρύνουν τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος ἔλεγε ὅτι θὰ δικαιωθοῦν ὅσοι ἔχουν τὸ κλειδὶ τοῦ παραδείσου καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ ὄχι ἡ θεωρία γιὰ τὶς ἐντολές.