Καῦσις τῶν νεκρῶν καὶ ἁγιασμός

                              

ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ

Καῦσις τῶν νεκρῶν καὶ ἁγιασμός

  Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εὔχεται στοὺς Θεσσαλονικεῖς:

  «Αὐτὸς δὲ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἁγιάσαι ὑµᾶς ὁλοτελεῖς, καὶ ὁλόκληρον ὑµῶν τὸ πνεῦµα καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶµα ἀµέµπτως ἐν τῇ παρουσίᾳ τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τηρηθείη» (Α΄ Θεσ. ε΄, 23). (Δηλ.: Ὁ ἴδιος ὁ Θεός,  ἀπὸ τὸν  ὁποῖον  πηγάζει  ἡ πρα­γµατικὴ εἰρήνη, νὰ σᾶς ἁγιάσῃ ὁλοκλήρους· καὶ ὁλόκληρος ὁ νοῦς σας καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶµα σας νὰ διαφυλαχθοῦν ἄµεµπτα κατὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ).

  Καὶ στὴν πρὸς Κορινθίους (Α΄ ιε΄, 50-55): «Μὲ αὐτὸ δὲ τὸ τελευταῖον, ποὺ σᾶς εἶπα, ἀδελφοί, ἐννοῶ τοῦτο ὅτι ὀργανισµός, ποὺ σύγκειται ἀπὸ σάρκα καὶ αἷµα, εἶναι φυσικῶς ἀδύνατον νὰ κληρονοµήσῃ τὴν πνευµατικὴν καὶ ἀθάνατον βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἡ φθορὰ κληρονοµεῖ τὴν ἀφθαρσίαν.

  Ἰδοὺ σᾶς λέγω ἀλήθειαν, ποὺ ἦτο ἄγνωστος καὶ µὲ θείαν ἀποκάλυψιν µᾶς ἐφανερώθη. Καὶ ἡ ἀλήθεια αὐτὴ εἶναι ἡ ἑξῆς· Ὅλοι µὲν δὲν θὰ ἀποθάνωµεν. Διότι ὅταν θὰ ἔλθῃ ὁ Κύριος κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν του, θὰ προλάβῃ εἰς τὴν ζωὴν τὴν γενεὰν ἐκείνην τῶν ἀνθρώπων ποὺ θὰ ζοῦν τότε. Αὐτοὶ λοιπὸν δὲν θὰ ἀποθάνουν. Πλὴν ὅµως ὅλοι, καὶ αὐτοὶ δηλαδὴ ποὺ θὰ ζοῦν τότε καὶ ὅσοι θὰ ἔχωµεν ἀποθάνει, θὰ ἀλλάξωµεν σῶµα καὶ θὰ πάρωµεν ἀντὶ τοῦ φθαρτοῦ τὸ ἄφθαρτον.

  Καὶ θὰ γίνῃ ἡ ἀλλαγὴ αὐτή, ὅταν θὰ ἀκουσθῇ ἡ ἐσχάτη ὑπερφυσικὴ σάλπιγγα, εἰς µίαν στιγµήν, ὅσον χρειάζεται κανένας νὰ ἀνοιγοκλείσῃ τὸ βλέφαρόν του. Διότι θὰ σαλπίσῃ ὁ ἄγγελος καὶ οἱ νεκροὶ θὰ ἀναστηθοῦν ἄφθαρτοι, καὶ ὅσοι θὰ ζῶµεν κατὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου θὰ ἀλλάξωµεν. Καὶ θὰ ἀλλάξωµεν, διότι πρέπει τὸ φθαρτὸν αὐτὸ σῶµα νὰ ἐνδυθῇ ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν αὐτὸ σῶµα νὰ ἐνδυθῇ ἀθανασίαν. Ὅταν δὲ ἡ φθαρτὴ αὐτὴ φύσις µας ἐνδυθῇ τὴν ἀφθαρσίαν καὶ ἡ θνητὴ αὐτὴ φύσις µας ἐνδυθῇ τὴν ἀθανασίαν, τότε θὰ πραγµατοποιηθῇ ὁ λόγος τοῦ Ἡσαΐου, ποὺ περιέχεται εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν: Ἐξηφανίσθη ὁλότελα ὁ θάνατος καὶ κατενικήθη, ὥστε δὲν φαίνεται πλέον πουθενά».

  Ἡ Ἐκκλησία μας διακηρύσσει τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν ζωοποίηση αὐτῶν τῶν ξηρῶν ὀστῶν!

  • Δυστυχῶς μία ἄλλη φοβερὴ πτώση ὁρισμένων ἀνθρώπων εἶναι, ὅταν ζητοῦν τὴν καύση τοῦ σώματός τους. Τί σημαίνει αὐτό; Ἄρνηση τῆς πίστεώς μας. Διαγράφεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μόνος του, χωρὶς νὰ ἔχη τὴν δυνατότητα νὰ διαβασθῆ καὶ νὰ ἐνταφιασθῆ, ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Καταδικάζεται μόνος του.

  Τί θὰ εἶχε συμβῆ ἄν εἶχε ἐπικρατήσει ἡ ἀποτρόπαιη καύση τῶν νεκρῶν; Ἐκτὸς τῶν ἄλλων συνεπειῶν, θὰ ὑπῆρχαν τὰ χαριτόβρυτα λείψανα τῶν Ἁγίων μας;

  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει:

  «Ἂς γονατίσουμε μπροστὰ στὰ λείψανά τους, ἂς ἀγκαλιάσουμε τὶς λειψανοθῆκες τους, διότι καὶ αὐτὲς μποροῦν νὰ ἔχουν μεγάλη δύναμη, ὅπως βέβαια καὶ τὰ ὀστᾶ τῶν μαρτύρων ἔχουν μεγάλη δύναμη. Κι ἄς μὴ ἐρχόμαστε ἐδῶ μόνο κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τους, ἀλλὰ καὶ τὶς ἄλλες ἡμέρες».

  •  Πολλὰ θαύματα ἔχουν γίνει ἀπὸ τὰ ἅγια Λείψανα. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι καὶ τὸ ἀκόλουθο μὲ τὸ ἄφθαρτο σῶμα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου:

  «Εἶχε περάσει ἕνα ἑξάμηνο ἀπὸ τὴν κοίμησή του καὶ τὴν ταφή του. Καὶ ἐτέθη τὸ ζήτημα: Νὰ τοῦ φτιάξουν τὸν τάφο, «ὅπως ἔπρεπε». Μὲ μάρμαρα. Ἀλλὰ ἡ Ἡγουμένη τοῦ μοναστηριοῦ, ἡ Γερόντισσα Ξένη, δὲν δεχόταν. Ἔκανε τὴν σκέψη:

— Ἕξι μῆνες μετὰ τὴν ταφή; Ὄχι. Θὰ βρωμάει! Καὶ εἶχε δίκιο. Αὐτὸ ἦταν φυσικό. Καὶ γι’ αὐτὸ ἐπέμενε. Χωρίς νὰ λέγη τὸ «γιατί». Καὶ νά, ἐμφανίζεται ὁ Ἅγιος Νεκταριος σὲ μία μοναχή, ἀδελφὴ τῆς Μονῆς, καὶ ἀρχίζει ἡ συζήτηση:

— Τί κάνεις, τέκνον; — Δι’ εὐχῶν Σας, καλά, πάτερ!

— Σκῦψε νὰ σὲ σταυρώσω. Καὶ τὴν ἐσταύρωσε.

— Τί κατάλαβες; Μυρίζω; — Ὄχι, πάτερ. — Μήπως βρωμάω;  — Πῶς μπορεῖ νὰ βρωμᾶτε, πάτερ; Ποιός λέγει τέτοιο πρᾶγμα; — Ἡ Γερόντισσα τὸ λέει. — Ποιὰ Γερόντισσα; — Ἡ Γερόντισσα Ξένη, ἡ Ἡγουμένη. — Κοίτταξέ με, τέκνον. Μοῦ λείπει τίποτε; Δεν εἶμαι ὁλόκληρος; — Ὁλόκληρος εἶσαι, πάτερ.

Ἡ Μοναχὴ διηγήθηκε τὸ ὅραμά της στὴν Ἡγουμένη. Καὶ ἐκείνη κατάλαβε. Καὶ ὁ τάφος ἄνοιξε. Καὶ ὄχι μόνον τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου ΔΕΝ βρωμοῦσε, ἀλλά ἀντίθετα ΜΟΣΧΟΒΟΛΟΥΣΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ. Ἡ ἁγιωσύνη τῆς ψυχῆς του, εἶχε πλημμυρίσει καὶ τὸ χοϊκό του σῶμα. Ἔτσι δοξάζει ὁ Θεὸς τοὺς δούλους Του. Καὶ ἀπὸ τότε, (ποιὸς δὲν τὸ ξέρει;), ὁ Θεὸς δοξάζει τὸν Δοῦλο Του Ἅγιο Νεκτάριο ὅλο καὶ πιὸ πολύ. Κάνοντας ΔΙ’ ΑΥΤΟΥ ἄπειρα θαύματα». Κρῖμα, τὰ λείψανα νὰ εὐωδιάζουν καὶ ὁρισμένοι δυσ­τυχῶς νὰ τὰ καῖνε.

  • Στὸ Γεροντικὸ Ἁγίου Ὄρους διαβάζουμε: «Οἱ Πατέρες τῆς Νέας Σκήτης μοῦ διηγήθηκαν τὸ ἀκόλουθο θαῦμα, ποὺ ἔγινε στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παύλου.

  Ἐπὶ ἡγουμενίας τοῦ ἀρχιμανδρίτη Σεραφείμ, κατὰ τὸ ἔτος 1935 μὲ 36 ὅταν, τὸ ἅγιο Πάσχα ὅλοι οἱ Πατέρες καὶ ἀδελφοὶ τῆς Μονῆς, 60 τὸν ἀριθμόν, κατὰ τὴν Παράδοση βγῆκαν ἔξω στὸ προαύλιο νὰ κάνουν τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μετὰ τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», ὁ Καθηγούμενος Σεραφείμ, σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἀγαθά, ἁπλᾶ, ἀλλὰ καὶ πιστὰ γεροντάκια, τὸν ἀδελφὸ τῆς Μονῆς καὶ πρόθυμο ἐργάτη τῆς ὑπακοῆς Γερο – Θωμᾶ εἶπε: «Γερο – Θωμᾶ, πήγαινε σὲ παρακαλῶ κάτω στὸ ὀστεοφυλάκιο νὰ εἰπῆς στὰ κόκκαλα ἐκεῖ τῶν Πατέρων τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη».

  Ὁ Γερο – Θωμᾶς πρόθυμος, εἶπε «Νὰ εἶναι εὐλογημένο Γέροντα» ἀμέσως ξεκίνησε καὶ πῆγε στὰ ὀστᾶ καὶ εἶπε μεγαλοφώνως: «Ὁ ἡγούμενος μ’ ἔστειλε νὰ σᾶς εἰπῶ τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» Πατέρες καὶ Ἀδελφοί». Ἀμέσως ὅλα τὰ ὀστᾶ ἔτριξαν, χόρεψαν κι ἀναπήδησαν, μία νεκροκεφαλὴ μάλιστα σηκώθηκε ὥς ἕνα μέτρο ψηλὰ κι ἀπήντησε στὸ χαιρετισμὸ τοῦ Γέροντα καὶ εἶπε: «Ἀληθῶς ἀνέστη ὁ Κύριος» καὶ ἀμέσως ἔγινε καὶ πάλι νεκρικὴ σιγὴ στὰ ὀστᾶ.

  Ὁ Γερο – Θωμᾶς γύρισε καὶ σὲ ἐρώτηση τοῦ ἡγουμένου, τοῦ εἶπε ὅσα εἶδε καὶ ἄκουσε. Ἔφριξαν ὅλοι οἱ Πατέρες, ποὺ τὸ ἄκουσαν καὶ ὅλοι μ’ ἕνα στόμα δόξασαν τὸν Θεό, ποὺ ἡ Πίστη μας εἶναι ζωντανή, ἀληθινὴ καὶ παναγία!».

  Κρῖμα αἰώνιο λοιπὸν ἡ μακάβρια καύση τῶν νεκρῶν. Ἄλλη μία παγίδα τοῦ σατανᾶ.

  Ἄς φροντίσουμε κανεὶς νὰ μὴ καύση τὸ σῶμα του.

orthodoxostypos