Πρὸς τοὺς ἐφαρμόζοντες μία ἀτέρμονη Οἰκονομία μὲ ὀλέθρια ἀποτελέσματα: Ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔχει ἐπιτίμιο; Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μιλάει γιὰ δυνητικότητα ἐφαρμογῆς της;
Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Β΄ Κορ. Στ΄ 14-18 καί ζ΄ 1
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [:Β΄ Κορ. 6,16-7,1]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Β΄ Κορ. Στ΄14-18 καὶ ζ΄ 1
«Μὴ γίνεσθε ἐτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; Τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; (:Μὴ συνάπτετε στενὸ σύνδεσμο πρὸς τοὺς ἀπίστους, μὲ τοὺς ὁποίους δὲν μπορεῖτε νὰ ἀποτελέσετε ταιριαστὸ ζευγάρι, ὥστε νὰ μπαίνετε στὸν ἴδιο ζυγὸ μαζί τους· διότι ποιά συνάφεια καὶ ἀνάμειξη μπορεῖ νὰ ὑπάρχει μεταξὺ τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς παρανομίας; Καὶ ποιά ἐπικοινωνία μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους; Καὶ ποιά συμφωνία μπορεῖ νὰ γίνει μεταξὺ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Σατανᾶ; Ἢ ποιό μερίδιο δύναται νὰ ἔχει ἕνας πιστὸς μὲ ἕναν ἄπιστο;)» [Β΄ Κορ. 6,14-15].
Εἶδες πῶς χρησιμοποιεῖ τίς λέξεις αὐτὲς καθ᾿ ἑαυτὲς καὶ ποὺ εἶναι ἱκανὲς νὰ ἀποτρέψουν ἀπὸ σφάλματα; Δὲν εἶπε δηλαδή: «παρανομία», ποὺ εἶναι πιὸ ἔντονη, οὔτε εἶπε: «μὲ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ σκότους καὶ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ φωτός», ἀλλὰ χρησιμοποιεῖ τίς ἀκριβῶς ἀντιφατικὲς ἔννοιες, τὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι. Οὔτε εἶπε: «ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους τοῦ Χριστοῦ καὶ στοὺς ἀνθρώπους τοῦ διαβόλου», ἀλλὰ λέξεις ποὺ εἶναι πολὺ πιὸ ἀντίθετες, «τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Βελίαρ», μὲ τὴν ἑβραϊκὴ αὐτὴ λέξη ὀνομάζοντας τὸν ἀποστάτη.
«Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; (:Ἢ ποιό μερίδιο δύναται νὰ ἔχει ἕνας πιστὸς μὲ ἕναν ἄπιστο;)» [Β΄ Κορ. 6,15]. Ἐδῶ λοιπόν, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὅτι κατηγορεῖ ἀόριστα τὴν κακία καὶ ἐπαινεῖ τὴν ἀρετή, ἀναφέρει καὶ πρόσωπα χωρὶς νὰ τὰ ὀνομάζει. Καὶ δὲν εἶπε: «κοινωνία», ἀλλὰ ἀνέφερε τὰ ἔπαθλα, λέγοντας: «μερίδα». «Τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; Ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἔστε ζῶντος (:Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ βρίσκονται μαζὶ στὸν ἴδιο τόπο ὁ ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ εἴδωλα; Ναί· δὲν ἔχουν καμία θέση τὰ εἴδωλα σὲ σᾶς. Διότι ἐσεῖς εἶστε ναὸς τοῦ ζῶντος Θεοῦ)» [Β΄ Κορ. 6,16]. Μὲ αὐτὰ ἐννοεῖ τὸ ἑξῆς: «Οὔτε ὁ βασιλιᾶς σας ἔχει τίποτα τὸ κοινὸ μὲ τὸν διάβολο (γιατί "ποιά συμφωνία ὑπάρχει μεταξὺ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Βελίαρ;"), οὔτε τὰ ἴδια τὰ πράγματα· γιατί "τί κοινὸ μπορεῖ νὰ ἔχει τὸ φῶς μὲ τὸ σκοτάδι;". Ἑπομένως οὔτε ἐσεῖς δὲν πρέπει νὰ ἔχετε». Πρῶτα ἀναφέρει τὸν βασιλιᾶ καὶ ἔπειτα αὐτούς, πρᾶγμα μὲ τὸ ὁποῖο προπάντων τοὺς ξεχωρίζει.
Στὴ συνέχεια, λέγοντας: «ὁ ναὸς τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ναὸ τῶν εἰδώλων», καὶ διακηρύσσοντας ὅτι «ἐσεῖς εἶστε ναὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ», κατ᾿ ἀνάγκη προσθέτει καὶ τὴ μαρτυρία, δείχνοντας ὅτι τὸ πρᾶγμα δὲν εἶναι κολακεία. Ποιά εἶναι λοιπὸν ἡ μαρτυρία; «Ἐνοικήσω (:Θὰ κατοικήσω)», λέγει, «ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω (:μέσα τους καὶ θὰ περιπατήσω ἀνάμεσά τους)», δείχνοντας τὸν μεγάλο Του δεσμὸ μαζί τους· «καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός (:καὶ θὰ εἶμαι Ἐγὼ ὁ δικός τους Θεὸς καὶ αὐτοὶ θὰ εἶναι λαὸς μου)» [Β΄ Κορ. 6,16· βλ. καὶ Λευιτικὸν 26,11-12: «Καὶ θήσω τὴν σκηνήν μου ἐν ὑμῖν, καὶ οὐ βδελύξεται ἡ ψυχή μου ὑμᾶς, καὶ ἐμπεριπατήσω ἐν ὑμῖν· καὶ ἔσομαι ὑμῶν Θεός, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι λαός (:Θὰ ἐγκαταστήσω ἐπίσης τὴν ἱερὴ σκηνὴ τῆς κατοικίας μου μέσα στὸν τόπο, ὅπου θὰ διαμένετε καὶ δὲν θὰ σᾶς σιχαθεῖ ἡ ψυχὴ μου παρ᾿ ὅλες τίς ἀδυναμίες σας. Καὶ θὰ περιπατῶ ἀνάμεσά σας καὶ θὰ εἶμαι ὁ Θεός σας καὶ ἐσεῖς θὰ εἶστε ὁ λαός μου)»]. «Τί;», λέγει, «Ἔχεις τὸν Θεὸ μέσα σου καὶ τρέχεις πρὸς τοὺς ἀπίστους; Τὸν Θεὸ ποὺ δὲν ἔχει τίποτα τὸ κοινὸ μὲ αὐτούς; Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ σοῦ συγχωρεθεῖ αὐτό; Σκέψου καλὰ Ποιός περιπατεῖ, Ποιός κατοικεῖ μέσα σου».
«Διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς (:Γι᾿ αὐτὸ ἐξέλθετε ἀνάμεσα ἀπὸ τοὺς ἀπίστους καὶ ξεχωριστεῖτε ἀπὸ αὐτούς, λέγει ὁ Κύριος, καὶ μὴν ἐγγίζετε ὁτιδήποτε ἀκάθαρτο. Καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς δεχθῶ μὲ στοργὴ πατρική)» [Β΄ Κορ. 6,17]. Καὶ δὲν εἶπε: «μὴν κάνετε ἁμαρτίες», ἀλλὰ θέλοντας νὰ μιλήσει μὲ περισσότερη ἀκρίβεια, «οὔτε νὰ τοὺς ἐγγίζετε», λέγει, «οὔτε νὰ τοὺς πλησιάζετε». Ἀλλὰ ποιός εἶναι ὁ μολυσμὸς τοῦ σώματος; Εἶναι ἡ μοιχεία, ἡ πορνεία, ἡ ἀσέλγεια. Καὶ ποιός εἶναι ὁ μολυσμὸς τῆς ψυχῆς; Οἱ ἀκάθαρτες σκέψεις, ὅπως τὰ αἰσχρὰ κοιτάγματα, ἡ μνησικακία, ὁ δόλος καὶ ὅλα τὰ παρόμοια. Θέλει λοιπὸν νὰ εἴμαστε καθαροὶ καὶ στὰ δύο. Εἶδες πόσο μεγάλη θὰ εἶναι ἡ ἀμοιβή; Θὰ ἀπαλλαχθοῦμε ἀπὸ τὰ κακά, θὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. Ἄκουσε καὶ τὴν συνέχεια: «καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθὲ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ (:«καὶ θὰ εἶμαι γιά σᾶς πατέρας καὶ ἐσεῖς θὰ εἶστε γιὰ μένα γιοὶ καὶ θυγατέρες», λέγει ὁ Κύριος ὁ Παντοκράτωρ)» [Β΄ Κορ. 6,18]. Εἶδες ὁ προφήτης προαναγγέλλει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὴν τωρινὴ εὐγένεια, τὴν ἀναγέννησή μας μέ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ;
«Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί (:Ἀφοῦ λοιπὸν ἔχουμε τίς ὑποσχέσεις αὐτές, ἀγαπητοί)». Ποιὲς ὑποσχέσεις; Ὅτι εἴμαστε ναοὶ τοῦ Θεοῦ, υἱοί Του καὶ θυγατέρες Του, ὅτι κατοικεῖ μέσα μας καὶ περιπατεῖ μεταξύ μας, ὅτι εἴμαστε λαός Του, ὅτι Τὸν ἔχουμε Θεὸ καὶ Πατέρα μας, «καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ (:ἂς καθαρίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ καθετί, ποὺ μολύνει τὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα μας καὶ ἂς τελειοποιούμαστε σὲ ἁγιοσύνη μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ)» [Β΄ Κορ. 7,1]. Ἄς μὴν ἐγγίζουμε ἀκάθαρτους, γιατί ἔτσι μολύνουμε τὸ πνεῦμα μας. Καὶ δὲν σταματάει σὲ αὐτὰ μόνο, ἀλλὰ προσθέτει, «τελειοποιηθεῖτε στὴν ἁγνότητα μὲ φόβο Θεοῦ». Γιατί δὲν ἀρκεῖ νὰ μὴν ἐγγίζουμε ἀκάθαρτο γιὰ νὰ εἴμαστε καθαροί, ἀλλὰ μᾶς χρειάζεται καὶ κάτι ἄλλο, προσπάθεια, προσοχή, εὐλάβεια, γιὰ νὰ γίνουμε ἁγνοί.
Καὶ σωστὰ εἶπε: «μὲ φόβο Θεοῦ». Γιατί εἶναι δυνατὸ νὰ ἐνεργεῖ κανεὶς φρόνιμα ὄχι ἀπὸ φόβο Θεοῦ, ἀλλὰ ἀπὸ ματαιοδοξία. Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸ καὶ ἄλλο ὑπαινίσσεται, λέγοντας τὴ φράση: «μὲ φόβο Θεοῦ», τὸν τρόπο δηλαδὴ μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἐπιτύχουμε τὴν ἁγνότητα. Γιατί, ἂν καὶ εἶναι τυραννικὴ ἡ δύναμη τῆς ἐπιθυμίας, θὰ ἐξαφανίσεις τὴ μανία της, ἂν περιτειχιστεῖς μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ ὀνομάζει «ἁγιοσύνη» ὄχι μόνο τὴ σωφροσύνη, ἀλλὰ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Γιατί «ἅγιος» εἶναι ὁ καθαρός. Καθαρὸς θὰ μποροῦσε νὰ γίνει κανεὶς ὄχι ἂν ἀποφύγει μόνο τὴν πορνεῖα, ἀλλὰ καὶ τὴν πλεονεξία καὶ τὸν φθόνο καὶ τὸν παραλογισμὸ καὶ τὴ ματαιοδοξία, καὶ προπάντων τὴ ματαιοδοξία, ποὺ πρέπει νὰ τὴν ἀποφεύγουμε πάντοτε βέβαια, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο ὅταν δίνουμε ἐλεημοσύνη. Γιατί, ἂν ἔχει αὐτὴν τὴν ἀρρώστια, δὲν εἶναι ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ ἐπίδειξη καὶ σκληρότητα. Πραγματικά, ὅταν δὲν ἐλεεῖς, ἀλλὰ ἐξευτελίζεις, αὐτὸ ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ εἶναι καὶ προσβολή· γιατί διέσυρες τὸν ἀδελφό.
Δὲν εἶναι λοιπὸν ἐλεημοσύνη τὸ νὰ δίνεις χρήματα, ἀλλὰ τὸ νὰ τὰ δίνεις ἀπὸ συμπόνια. Γιατί καὶ στὰ θέατρα δίνουν καὶ στὰ παιδιὰ ποὺ χρησιμοποιοῦν γιὰ πορνεία καὶ σὲ ὅσους βγαίνουν στὴ σκηνή, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶναι ἐλεημοσύνη. Καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀσχημονοῦν στὰ σώματα τῶν γυναικῶν ποὺ πορνεύουν δίνουν, αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι φιλανθρωπία, ἀλλὰ αἰσχρότητα. Μὲ αὐτὸν μοιάζει καὶ ὁ ματαιόδοξος. Ὅπως δηλαδὴ ἐκεῖνος μεταχειρίζεται αἰσχρὰ τὸ σῶμα της πόρνης καὶ γι᾿ αὐτὸ τὴν πληρώνει, ἔτσι καὶ ἐσὺ ζητᾷς νὰ πληρωθεῖς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἐξευτελίζεις καὶ νὰ περιβάλλεις μὲ κακὴ φήμη καὶ τὸν ἑαυτό σου καὶ ἐκεῖνον.
Καὶ μαζὶ μὲ αὐτὰ καὶ ἡ ζημία εἶναι ἀπερίγραπτη. Γιατί ἡ ὕπουλη αὐτὴ ἀρρώστια καὶ αὐτὴ ἡ ἀπανθρωπιὰ ἁρπάζει τίς ἀρετὲς μας σὰν θηρίο καὶ σὰν ὁρμητικὸ καὶ λυσσασμένο σκυλί. Γιατί ἡ πλεονεξία εἶναι ἀπανθρωπιὰ καὶ σκληρότητα ἢ καλύτερα χειρότερη κι ἀπ᾿ αὐτό. Γιατί ὁ σκληρὸς δὲν ἐλεεῖ τὸν φτωχό, ἐνῶ ἐσὺ κάνεις κάτι χειρότερο· ἐμποδίζεις νὰ ἐλεήσουν ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν. Πραγματικά, ὅταν διαπομπεύεις τὴν ἐλεημοσύνη, καὶ τὴν ὑπόληψη τοῦ φτωχοῦ καταστρέφεις καὶ ἀποτρέπεις ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ ἐλεήσει, ἂν εἶναι ἀδιάφορος. Γιατί ὄχι μόνο δὲν πρόκειται νὰ τὸν ξαναελεήσει, ἐπειδὴ θὰ πιστεύει ὅτι ἐλεήθηκε καὶ δὲν ἔχει ἀνάγκη, ἀλλὰ καὶ θὰ τὸν ἐπικρίνει πολύ, ἂν ξαναπάει νὰ ζητήσει καὶ θὰ τὸν θεωρήσει ἀδιάντροπο.
Τί ἐλεημοσύνη εἶναι λοιπὸν αὐτή, ὅταν καὶ τὸν ἑαυτό σου προσβάλλεις καὶ ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἔλαβε κι ἐκεῖνον ποὺ τὴν ὅρισε καὶ μάλιστα διπλά· γιατί, ἂν καὶ ἔχεις αὐτὸν θεατὴ τῆς ἐλεημοσύνης, ἐπιζητᾶς μετὰ ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὰ βλέμματα τῶν συνανθρώπων σου καὶ ἀκόμα παραβαίνεις τὸν νόμο ποὺ ἀπαγορεύει αὐτό, ἂν καὶ νομοθετήθηκε ἀπὸ αὐτόν. Εἶχα σκοπὸ νὰ ἐξετάσω καὶ τὰ ἄλλα, τὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, καὶ νὰ δείξω πόση ζημιὰ κάνει καὶ ἐκεῖ ἡ ματαιοδοξία, ἀλλὰ θυμήθηκα, ὅτι δὲν ὁλοκλήρωσα κάτι σπουδαῖο στὴν προηγούμενη ὁμιλία μου [βλ. ὁμιλία ΙΒ΄, παράγραφος 4]. Ποιό ἦταν αὐτό; Ὅταν μιλοῦσα γιὰ τὴν ὑγεία καὶ τίς ἀπολαύσεις, ἔλεγα πὼς ὡς πρὸς τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ οἱ φτωχοὶ βρίσκονται σὲ πλεονεκτικότερη θέση ἀπὸ τοὺς πλούσιους, καὶ τὸ ἀπέδειξα καθαρά. Ἐμπρὸς λοιπόν, σήμερα ἂς δείξουμε καὶ κάτι ἄλλο, ὅτι ὄχι μόνο στὰ ἐπίγεια, ἀλλὰ καὶ στὰ οὐράνια ἀγαθὰ πλεονεκτοῦν αὐτοί.
Πραγματικὰ τί μᾶς ὁδηγεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ὁ πλοῦτος ἢ ἡ φτώχεια; Ἄς ἀκούσουμε τὰ λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου τῶν οὐρανῶν, ποὺ λέγει γιὰ τοὺς πλουσίους: «Εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν (:εἶναι νὰ περάσει μιὰ καμήλα ἀπὸ τὴν τρῦπα ποὺ ἀνοίγει ἡ βελόνα, παρὰ ὁ πλούσιος νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ)» [Ματθ. 19,24], ἐνῶ γιὰ τοὺς φτωχοὺς τὸ ἀντίθετο: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλήσόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἔξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Ἐὰν θέλεις νὰ εἶσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχούς, καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς. Κι ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις)» [Ματθ. 19,21].
Ἄν θέλετε, ἂς ἐξετάσουμε τὸ λεγόμενο καὶ ἀπὸ τίς δύο πλευρές. «Στενὸς εἶναι», λέει, «καὶ γεμᾶτος πίκρες ὁ δρόμος ἐκεῖνος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ ζωή». Ποιός βαδίζει λοιπὸν στὸν στενὸ δρόμο, ἐκεῖνος ποὺ ζεῖ στὶς ἀπολαύσεις ἢ ἐκεῖνος ποὺ ζεῖ μὲ στερήσεις; Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἀπερίσπαστος ἢ ἐκεῖνος ποὺ σηκώνει χίλια φορτία; Ὁ τεμπέλης καὶ ὁ ἀδιάφορος ἢ ὁ γεμᾶτος φροντίδες καὶ ἐνδιαφέροντα; Ἀλλὰ τί χρειάζονται οἱ συλλογισμοί μας, τὴ στιγμὴ ποὺ μποροῦμε νὰ μεταφέρουμε τὸν λόγο μας στὰ ἴδια τὰ πρόσωπα; Φτωχὸς ἦταν ὁ Λάζαρος καὶ μάλιστα πάρα πολὺ φτωχός. Πλούσιος ἦταν ἐκεῖνος ποὺ τὸν περιφρονοῦσε, ὅταν ἦταν ξαπλωμένος στὴν εἴσοδο τοῦ σπιτιοῦ του. Ποιός μπῆκε ὅμως στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ χαιρόταν στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ; Ποιός ψηνόταν στὸ τηγάνι καὶ δὲν εἶχε οὔτε σταγόνα νεροῦ; Μὰ καὶ πολλοὶ φτωχοὶ θὰ πᾶνε στὴν κόλαση καὶ πολλοὶ πλούσιοι θὰ ἀπολαύσουν τὰ ἀπερίγραπτα ἐκεῖνα ἀγαθά. Εἶναι ὅμως φανερὸ ὅτι γίνεται τὸ ἀντίθετο. Οἱ πλούσιοι ποὺ σώζονται εἶναι λίγοι, ἐνῶ οἱ φτωχοὶ εἶναι πολὺ περισσότεροι.
Σκέψου μὲ ἀκρίβεια, ἐξετάζοντας τὰ ἐμπόδια τοῦ πλούτου καὶ τὰ ἀρνητικὰ στοιχεῖα τῆς φτώχειας. Ἢ καλύτερα οὔτε τοῦ πλούτου οὔτε τῆς φτώχειας, ἀλλὰ καὶ τὰ δύο ἔχουν τὰ κακά τους. Ἄς δοῦμε λοιπὸν ποιό ἀπὸ τὰ δύο ἀντιμετωπίζεται καλύτερα. Τί μειονεκτήματα λοιπὸν πιστεύετε ὅτι ἔχει ἡ φτώχεια; Τὸ ψεῦδος. Καὶ τί ὁ πλοῦτος; Τὸν ἐγωισμό, τὴ μητέρα τῶν κακῶν, ποὺ καὶ τὸν διάβολο ἔκαμε διάβολο, ἐνῶ πιὸ μπροστὰ δὲν ἦταν. Πάλι «Ρίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία (:ὅλων τῶν κακῶν ρίζα εἶναι ἡ φιλαργυρία)» [Α΄ Τιμ. 6,10]. Ποιός βρίσκεται λοιπὸν κοντὰ σὲ αὐτὴν τὴ ρίζα, ὁ πλούσιος ἢ ὁ φτωχός; Δὲν εἶναι ὁλοφάνερο πὼς βρίσκεται ὁ πλούσιος; Γιατί, ὅσο πιὸ πολλὰ ἀποκτᾷ κανείς, τόσο πιὸ πολλὰ θέλει.
Ἡ ματαιοδοξία ἐπίσης καταστρέφει χιλιάδες κατορθώματα. Ἀλλὰ καὶ κοντὰ σὲ αὐτὴν ἔχει στήσει τὴ σκηνή του ὁ πλούσιος. «Ἀλλά», λέγει ἴσως κάποιος, «τὰ μειονεκτήματα τῆς φτώχειας, τίς θλίψεις καὶ τίς δυσκολίες, δὲν τὰ λές;». Μὰ αὐτὰ τὰ ἔχουν καὶ οἱ πλούσιοι καὶ μάλιστα πιὸ πολὺ ἀπὸ τοὺς φτωχούς. Τὰ κακὰ ἑπομένως, ποὺ νομίζουμε ὅτι ἔχει μόνο ἡ φτώχεια, τὰ ἔχουν καὶ οἱ δύο. Ἐκεῖνα ὅμως ποὺ ἔχει ὁ πλοῦτος, εἶναι μόνο δικά του. Μὰ τί νὰ ποῦμε, ὅταν ὁ φτωχὸς κάνει μεγάλα κακὰ ἀπὸ ἔλλειψη τῶν ἀπαραιτήτων; Ἀλλὰ κανένας φτωχός, κανένας δὲν κάνει τόσα κακὰ ἀπὸ τὴ φτώχεια του, ὅσα οἱ πλούσιοι γιὰ νὰ ἀποκτήσουν περισσότερα καὶ νὰ μὴ χάσουν ὅσα ἔχουν· γιατί ὁ φτωχὸς δὲν ἐπιθυμεῖ τόσο τὰ ἀναγκαῖα, ὅσο ὁ πλούσιος τὰ περίσσια. Ἀφοῦ λοιπὸν καὶ θέλει καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀποκτήσει περισσότερα εἶναι φανερὸ ὅτι θὰ κάνει περισσότερα.
Οὔτε βέβαια ὁ φτωχὸς φοβᾷται τόσο πολὺ τὴν πεῖνα, ὅσο ὁ πλούσιος τρέμει καὶ στενοχωριέται νὰ μὴ χάσει τὴν περιουσία του καὶ δὲν μπορέσει νὰ πάρει ὅλα τὰ ὑπάρχοντα τῶν ἄλλων. Ὅταν λοιπὸν τὸν κυβερνᾷ καὶ ἡ ματαιοδοξία καὶ ὁ ἐγωισμὸς καὶ ἡ φιλαργυρία, αὐτὴ ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν, ποιά ἐλπίδα σωτηρίας θὰ ἔχει, ἂν δὲν τὸν χαρακτηρίζει βαθιὰ πίστη; Πῶς θὰ βαδίσει στὸ στενὸ δρόμο; Ἄς μὴν ἀναμασοῦμε λοιπὸν τίς ἀπόψεις τῶν πολλῶν, ἀλλὰ ἂς μελετᾶμε τὰ πράγματα. Γιατί, πῶς δὲν εἶναι παράλογο νὰ μὴν πιστεύουμε σὲ ἄλλους ὅταν πρόκειται γιὰ χρήματα, ἀλλὰ νὰ τὰ μετροῦμε καὶ νὰ τὰ λογαριάζουμε καὶ ὅταν παίρνουμε ἀποφάσεις γιὰ οὐσιαστικὰ θέματα νὰ παρασυρόμαστε εὔκολα ἀπὸ τίς γνῶμες τῶν ἄλλων, ἂν καὶ ἔχουμε ἀλάνθαστη ζυγαριὰ καὶ γνώμονα καὶ κανόνα τίς παραγγελίες τῶν θείων νόμων;
Γι᾿ αὐτὸ σᾶς παρακαλῶ ὅλους καὶ σᾶς ἱκετεύω, ἀδιαφορῶντας γιὰ τίς γνῶμες τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου, νὰ ἀντλεῖτε γιὰ ὅλα αὐτὰ πληροφορίες ἀπὸ τίς Γραφὲς καὶ ἀφοῦ μάθουμε ποιός εἶναι ὁ ἀληθινὸς πλοῦτος, αὐτὸν ἂς ἐπιδιώκουμε, γιὰ νὰ κερδίσουμε ὅλοι μας, μέ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμη καὶ ἡ τιμὴ τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ii-ad-corinthios.pdf
• Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὑπόμνημα στὴ δευτέρα πρὸς Κορινθίους ἐπιστολήν, ὁμιλία ΙΓ΄, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 19, σελίδες
369-381.
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ Συντόμου Ἑρμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθήνα, 1985.
• https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
• https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
• Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016.
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»