Τὸ παράδειγμα τῶν χριστιανῶν λεγεωνάριων ὡς ἀναίρεση τῆς θέσεως ὅτι τὸ ἐμβόλιο ἀποτελεῖ σφράγισμα καὶ τσιπάρισμα.


τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου

Ἔχει πολλάκις εἰπωθεῖ καὶ ἐπιβεβαιωθεῖ, ὅτι ζοῦμε καιροὺς τρομερῆς συγχύσεως. Τὴν σύγχυση αὐτὴ τώρα τὴν αὔξησαν δραματικὰ ἡ κατάσταση ποὺ ἐπέφερε ὁ ἰὸς Covid-19 καὶ τὰ μέτρα «καταπολέμησής» του. 

Ἔτσι ἐκτὸς τῆς σύγχυσης ποὺ ἐπικρατεῖ στὸ θέμα τῆς καταπάτησης τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας, τῆς κατάργησης τῆς ἐπιστημονικῆς λογικῆς, τῆς θεοποίησης τῆς ἐπιστήμης, τῆς μετωνυμίας τῆς τυραννίας σὲ δημοκρατία, τῆς διχόνοιας, τῆς ἀντιπαλότητας, τῆς ἀκρότητας, σύγχυση ἐπικρατεῖ καὶ στὴν Ἐκκλησία καὶ δυστυχὼς καὶ στὴν μερίδα τῶν ποιμένων ποὺ ἀντιστέκονται. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς κηρύττουν ἄνευ ἀποδείξεων καὶ ἁγιοπατερικῆς κατοχύρωσης, ὅτι ἦρθε ὁ Ἀντίχριστος καὶ ὅτι τὸ ἐμβόλιο ἀποτελεῖ σφράγισμα, ὄχι τύπο σφραγίσματος ἀλλὰ σφράγισμα καὶ τσιπάρισμα ἢ ὅτι εἶναι προσφράγισμα μὲ χαρακτηριστικὰ σφραγίσματος.

Μὲ αὐτὰ τὰ ἐπιχειρήματα οἱ ποιμένες αὐτοὶ καταδικάζουν ὅσους ἔχουν ἐμβολιαστεῖ, παραβλέποντας ὅτι πολλοὶ δὲν τὸ ἤθελαν (εἰδικὰ οἱ πρῶτοι ἐμβολιασθέντες δὲν γνώριζαν τὶς μετέπειτα ἀποκαλύψεις γιὰ τὸ ἐμβόλιο), ἀλλὰ ἀναγκάστηκαν καὶ μάλιστα ὅτι πολλοὶ ὑπάκουσαν στὶς διαταγὲς τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία οἱ ἀντιδροῦντες ἢ μνημονεύουν ἢ μνημόνευαν μέχρι τώρα. Ἔτσι προκαλεῖται τὸ τρομερὸ παράδοξο. Αὐτοὶ ποὺ μᾶς λένε νὰ ὑπακοῦμε στοὺς πνευματικοὺς καὶ νὰ τοὺς μνημονεύουμε παρὰ τὰ ὅσα ἀντορθόδοξα λένε, καταδικάζουν στὸ θέμα τοῦ ἐμβολίου αὐτοὺς ποὺ ὑπάκουσαν καὶ μνημονεύουν. Καὶ αὐτοὶ ποὺ μᾶς λένε νὰ μὴν ὑπακοῦμε σὲ τέτοιους ποιμένες, δὲν δέχονται τοὺς πιστοὺς ποὺ τὸ ἔπραξαν, ἐπειδὴ δὲν ἀκολουθοῦν τυφλὰ αὐτὰ ποὺ αὐτοὶ λένε.

Γιὰ τὸ θέμα τοῦ Ἀντιχρίστου δὲν θὰ ἀσχοληθῶ στὴν παροῦσα μελέτη. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ξεκάθαρη στὸ τί πρόκειται νὰ προηγηθεῖ πρὶν ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος, πράγμα ποὺ δὲν ἔχει γίνει. 

Στὸ θέμα τοῦ τσιπαρίσματος πρέπει νὰ τονιστεῖ τὸ ἑξῆς: Τὰ πρωτοφανῆ μακροπρόθεσμα ἢ βραχυπρόθεσμα βλαβερὰ αὐτὰ ἐμβόλια περιέχουν μεταλλικὰ νανοσωματίδια μὲν (ἐδῶ κι ἐδῶ) ὅπως παραδέχονται καὶ οἱ ἴδιοι οἱ κατασκευαστὲς τῶν ἐμβολίων, ἀλλὰ τὸ τσὶπ εἶναι σὲ ἐπίπεδο πειράματος ἢ πιλοτικοῦ προγράμματος σὲ κάποιες χῶρες, π.χ. Σουηδία (ἐδῶ) καὶ ὄχι ὁ κανόνας. Τὸ ὅτι μπορεῖ αὐτὸ νὰ συμβεῖ κάποτε στὸ μέλλον, δὲν σημαίνει ὅτι συμβαίνει καὶ τώρα, ὥστε νὰ καταδικάζουμε ὡς τσιπαρισμένους ὅσους ἐμβολιάστηκαν. Αυτὸ μόνο διχόνοια καὶ ἀντιπαλότητα ἐπιφέρει, ποὺ δὲν χρειάζεται στὸν ἀγώνα ποὺ κάνουμε καὶ στερεῖται ἁγιοπατερικῆς ἀντιμετώπισης τοῦ συνανθρώπου, ποὺ ἔχει κάνει τὸ ὅποιο λάθος.

Ἡ θέση ποὺ ἐπιφέρει τρομερὴ σύγχυση καὶ γι’ αὐτὸ χρειάζεται μεγαλύτερη ἀνάλυση καὶ προσοχὴ εἶναι ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ ἐμβολίου ὡς σφράγισμα.

Αὐτοὶ ποὺ κηρύττουν αὐτὴ τὴν θέση δὲν ἔχουν νὰ ἐπιδείξουν ἁγιοπατερικὲς ἀποδείξεις γιὰ τὰ λεγόμενά τους. Τὸ μόνο ποὺ λένε καὶ ξαναλένε εἶναι τὸ γνωστὸ χωρίο ἀπὸ τὴν Ἀποκάλυψη, ὅτι τὸ σφράγισμα ἔχει τὸ 666 καὶ ὅτι χωρὶς τὸ σφράγισμα (γι’ αὐτοὺς ἐμβόλιο) δὲν θὰ μπορεῖς νὰ ἀγοράζεις, νὰ κινεῖσαι κλπ. («ἵνα μή τις δύνηται ἀγοράσαι ἢ πωλῆσαι εἰ μὴ ὁ ἔχων τὸ χάραγμα» Ἀποκ. 13, 17). Χωρὶς τσιπάκι ὅμως, νούμερο 666 δὲν ὑπάρχει (γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρουμε τὸ ζήτημα καρτῶν, κινητοῦ, κομπιοῦτερ ποὺ ἂν καὶ φέρουν σύμβολα τοῦ Ἀντιχρίστου παραδόξως οἱ ὑποστηρικτὲς τῆς θέσεως αὐτῆς χρησιμοποιοῦν). Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ μέτρα: Τὸ ὅτι ὁδηγοῦν σὲ αὐτὴ τὴν κατεύθυνση δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι τὸ σφράγισμα. Ἡ Ἐκκλησία ὀνόμασε ὅλα αὐτὰ τὰ φαινόμενα προετοιμασίας τοῦ πιστοῦ γιὰ τὰ γεγονότα τῆς Ἀποκαλύψεως «τύπους».

Γιὰ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Χριστιανοὺς τῶν πρώτων αἰώνων Ἀντίχριστος ἦταν ὁ Καλίγουλας, ὁ Νέρων, ὁ Δέκιος, ὁ Διοκλητιανός κλπ. καὶ τὰ σύμβολά τους ἀκόμα καὶ τὸ ὄνομά τους ἔφεραν ἢ ἦταν τὸ 666:

«Όσοι εφαρμόζουν το εβραϊκό αλφάβητο, και αυτοί είναι οι περισσότεροι, χρησιμοποιώντας τα εβραϊκά σύμφωνα της λέξεως Nero Caesar, με την αντίστοιχη παραδοσιακή αρίθμηση, μετρούν N = 50, R = 200, W = 6, N = 50, Q = 100, S = 60, R = 200, Σύνολο 6661.

   Όσοι πάλι εφαρμόζουν το λατινικό αλφάβητο θεωρούν ότι το 666 αποδίδει το όνομα «Διοκλητιανός» ή «Τίτος». Κατ’ άλλους, οι οποίοι δέχονται τη λανθασμένη γραφή 616 [αντί 666], που υπάρχει σε χειρόγραφα των χρόνων του Ειρηναίου, και η οποία γραφή «φαίνεται ως προϊόν μάλλον ερμηνευτικής αμηχανίας και αποδίδει το όνομα Γάιος Καίσαρ», θεωρείται ότι υπό το όνομα αυτό νοείται ο αυτοκράτωρ Καλιγούλας»2.

Ἄλλοι γνωστοὶ χαρακτηρισμένοι ὡς Ἀντίχριστοι −στὴν ἐποχὴ τῶν ὁποίων δὲν μποροῦσες νὰ κινεῖσαι καὶ νὰ ἀγοράζεις ἐλεύθερα, ἡ πίστη διώχθηκε, ὑπῆρχε ὁ ἀγκυλωτὸς σταυρὸς καὶ ἄνθρωποι ἔφεραν νούμερα στὸ χέρι− ἦταν οἱ Χίτλερ, Στάλιν Μάο Τσε Τούνκ π.χ. ὁ ἅγ. Ἀλέξανδρος Σμορέλ χαρακτήρισε τὸν Χίτλερ ως τὸν Ἀντίχριστο, ἄλλοι ὑπολόγισαν ἀριθμητικὰ καὶ μὲ βάση τὸ λατινικὸ ἀλφάβητο τὸ ὄνομα HITLER καὶ κατέληξαν στὸ 666: HITLER (H = 107, I = 108, T= 119, L  =111, E = 104, R = 117)3. Καὶ ὅμως τὸ Ἅγιον Ὄρος τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἀναγνώρισε τὸν Χίτλερ ὡς τὸν προστάτη του γιὰ νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὴν λεηλασία καὶ τὴν βουλγαρικὴ ἀπειλή4. Ἔγιναν οἱ πατέρες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, μεταξὺ αὐτῶν καὶ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὄργανα τοὺ Ἀντιχρίστου; Ὁ ἑκάστοτε τύπος δὲν εἶναι ὁ Ἀντίχριστος.

Κατὰ τὴν γνώμη μου ὅμως τὸ πιὸ τρανὸ παράδειγμα τῆς λανθασμένης, συγχυσμένης διδασκαλίας τῶν σημερινῶν ποιμένων ποὺ μιλοῦν γιὰ σφράγισμα καὶ τσιπάρισμα εἶναι ἡ περίπτωση τῶν Χριστιανῶν λεγεωνάριων, μεταξὺ τῶν ὁποίων συγκαταλέγονται μεγάλοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἐκτὸς τοῦ γεγονότος ὅτι Χριστιανοὶ ὑπηρετοῦσαν στὸν στρατὸ ποὺ ὑπάκουγε καὶ πολεμοῦσε ὑπὲρ τῶν τότε θεωρουμένων Ἀντίχριστων, γιὰ νὰ ὑπηρετήσουν ὡς λεγεωνάριοι οἱ Χριστιανοὶ ἔπρεπε νὰ τηροῦν κάποια καθήκοντα:

«Ένας Ρωμαίος στρατιώτης ήταν υποχρεωμένος να ορκίζεται στους ειδωλολάτρες αυτοκράτορες, να υπακούει εντολές ειδωλολατρών αξιωματικών, να συναναστρέφεται ειδωλολάτρες, να παρευρίσκεται (ως απλός στρατιώτης) ή να διεξάγει (ως υψηλόβαθμος αξιωματούχος) θυσίες προς τιμήν των παραδοσιακών θεών, να ζει μακριά από το σπίτι του αντιμέτωπος με πειρασμούς, να καταφεύγει στη χρήση βίας (πιθανότατα και στην ανθρωποκτονία). Ταυτόχρονα, είχε κατορθώσει να υπερβεί τα στενά όρια της αγροτικής ζωής και είχε τη δυνατότητα να μορφωθεί και να ανέλθει στην κοινωνική ιεραρχία. Απολάμβανε έναν ικανοποιητικό και σταθερό μισθό, αναπάντεχα δώρα από τους αυτοκράτορες, πλούσια διατροφή, ρουχισμό, ιατρική περίθαλψη, ευκαιρίες για λεηλασίες, προνομιακή θέση απέναντι στον κόσμο, φοροαπαλλαγές, αποδέσμευση από την πατρική κυριαρχία και άπλετο ελεύθερο χρόνο»5.

Κάθε λεγεωνάριος ἀνεξαρτήτου βαθμίδος ἔπρεπε μετὰ τὴν ἐκλογή του ὡς λεγεωνάριος «probatio» καὶ τὴν ἔγγραφή του στὶς λίστες τῶν λεγεώνων νὰ φέρει στὸν λαιμό του ἕνα «signaculum», δηλ. μία σφραγίδα ἀπὸ μόλυβδο. πὸ τότε χαρακτηριζόταν «signatus», δηλ. σφραγισμένος. Μετὰ ἔδινε τὸν στρατιωτικό του ὅρκο «sacramentum militare» ὁρκιζόμενος πίστη στὴν Ρώμη καὶ στὸν ἑκάστοτε αὐτοκράτορα6. Τὸν ὅρκο αὐτὸν τὸν ἔδινε ἕνας λεγεωνάριος καὶ στὴ συνέχεια ὅλοι οἱ ἄλλοι ἔκαναν ἐπίσης ἕνα βῆμα μπροστὰ καὶ ὁρκίζονταν νὰ κάνουν τὸ ἴδιο «Idem in me»7.

Κάθε νέος αὐτοκράτορας ἀπαιτοῦσε ἀνανέωση τοῦ ὅρκου καὶ ἐπέβαλε δικά του ἔθιμα στὸ στράτευμα7 γιὰ νὰ ταυτοποιήσει τὸ πρόσωπό του μὲ τὸ στράτευμα8. Κάθε λεγεωνάριος ἔπρεπε στὰ γενέθλια τοῦ αὐτοκράτορα καθὼς καὶ σὲ κάθε σημαντικὸ γεγονὸς τῆς ζωῆς του νὰ παρουσιάζεται μὲ τὴν στολή παρελάσεως καὶ νὰ ἀνανεώνει τὸν ὅρκο του «nuncupatio votorum». Ἐὰν αὐτὸ γιὰ ὑπηρεσιακοὺς λόγους δὲν ἦταν δυνατὸν τότε παρουσιάζοντας ὁ τριβοῦνος «tribunus militum» (χιλίαρχος) ὡς ἀντιπρόσωπος τῆς ἑκάστοτε μονάδος. Τὸ ἴδιο γινόταν καὶ  «rosaliae signorum» τὴν θρησκευτικοῦ χαρακτῆρος στεφάνωση τῶν συμβόλων τῆς Λεγεώνας «signa» μετὰ ἀπὸ μία νίκη9.

Στὴν ὕστερη ἀρχαιότητα δηλ. στοὺς μετὰ Χριστὸν αἰῶνες, δηλ. τοὺς αἱῶνες ποὺ ὑπῆρχαν πολλοὶ Χριστιανοὶ λεγεωνάριοι κάθε ἀνωτέρου καὶ κατωτέρου βαθμοῦ, εἰσήχθηκε τὸ ἔθιμο τοῦ τατουάζ «punktum». Punktum σημαίνει τὸ χάραγμα μὲ μία αἰχμή. «Sed non statim punctis signorum inscribendus est tiro delectus verum ante exercitio pertemptandus, ut utrum vere tanto operi aptus sit possit agnosci. [...] Signatis itaque tironibus per cotidiana exercitia armorum est demonstranda doctrina»10. Δηλ.: Τὸ τατουὰζ αὐτὸ χαράζονταν στὸ χέρι εἴτε μὲ αἰχμηρὸ ἀντικείμενο εἴτε μὲ καυτὸ σίδερο καὶ μ’ αὐτὸ οἱ λεγεωνάριοι ἔφεραν στὸ σῶμα τους τὸ ὄνομα τοῦ στρατηγοῦ τους ἢ τὸ ὄνομα τῆς Λεγεώνας τους11

Βλέπουμε λοιπόν, ὅτι ἂν κάποιος Χριστιανὸς ἤθελε νὰ ὑπηρετήσει ὡς λεγεωνάριος ἔπρεπε νὰ πράξει τὰ παραπάνω, τὰ ὁποῖα ἂν ἴσχυαν σήμερα, οἱ γνωστοὶ σήμερα κηρύττοντες πατέρες θὰ τὰ ὀνόμαζαν ἀντίχριστα καὶ τοὺς Χριστιανοὺς αὐτοὺς, μεταξύ τους μάλιστα πολλοὺς Ἁγίους, θὰ τοὺς καταδίκαζαν ὡς προδότες τῆς Πίστεως.

Ἂς δοῦμε ὅμως, ποιά ἦταν  ἱστορικὰ ἀποδεδειγμένη στάση τῶν Χριστιανῶν λεγεωνάριων σχετικὰ μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς ὑποχρεώσεις τους.

Ὰς ἀρχίσουμε μὲ τὴν ἀρνητικὴ στάση. Κάποιοι Χριστιανοὶ τὰ ἀπέρριψαν ἀμέσως καὶ γι’ αὐτὸ θανατώθηκαν/μαρτύρησαν. Παράδειγμα μίας τέτοιας στάσης ἀποτελεῖ ὁ Μάρτυρας Μαξιμιλιανὸς ἀπὸ τὴν Νουμιδία ὁ ὁποῖος μαρτύρησε στὶς 12 Μαρτίου τοῦ ἔτους 295 μ.Χ. Ὁ Μάρτυρας αὐτὸς ἀρνήθηκε νὰ φορέσει τὸ «signaculum», δηλ. τὴν σφραγίδα ἀπὸ μόλυβδο. Διαβάζουμε στὴν «Acta Maximiliani»12 τὰ λόγια του: 

«Non accipio signaculum saeculi; et si signaveris, rumpo illud, quia nihil valet. Ego Christianus sum, non licet mihi plumbum collo portare, post signum salutare Domini mei Jesu Christi...».

Δηλ. «δὲν θὰ πάρω τὸ signaculum saeculi καὶ ἂν μοῦ τὸ δώσετε θὰ τὸ σπάσω, διότι εἶμαι Χριστιανὸς καὶ δὲν μοῦ ἐπιτρέπεται νὰ φέρω τέτοια σύμβολα, ἀφοῦ βαπτίστηκα».

Ὅμως ὅλοι οἱ ἱστορικοὶ συμφωνοῦν ὅτι τέτοιες περιπτώσεις ἦταν μεμονωμένες καὶ μᾶλλον ἐπρόκειτο γιὰ ἐξαναγκασμένες στρατολογήσεις. Διότι ὁ Μαξιμιλιανὸς θὰ ἔπρεπε νὰ γνώριζε −ἂν πῆγε ἐθελοντικὰ στὴν Λεγεώνα− ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ δεχθεῖ ἕνα τέτοιο σύμβολο.

Τὴν παραπάνω ἱστορικὴ θέση ἀποδεικνύουν τὰ −ἂς τὰ ὀνομάσουμε− θετικὰ παραδείγματα Χριστιανῶν. διαβάζουμε σχετικὰ μὲ τὴν «κεραυνοβόλο Λεγεώνα»13:

«Ένα τέτοιο θαυμάσιο γεγονός αναφέρεται στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου επισκόπου Καισαρείας (Βιβλ. Ε' 5, 1-7) και το οποίο παραθέτουμε σε ελεύθερη απόδοση για διευκόλυνση των αναγνωστών. Οι μαρτυρίες των συγχρόνων εκκλησιαστικών συγγραφέων, όχι μόνον δεν αμφισβητήθηκαν από τους ειδωλολάτρες αλλά επιβεβαιώθηκαν με σχετικές μαρτυρίες, το οποίο όντως αποτελεί αναμφισβήτητη απόδειξη της αληθείας. Όσοι και πάλι δεν θέλουν να πιστέψουν μπορούν να σφραγίσουν τα μάτια και τ' αυτιά τους...

                                                     ***

Βρισκόμαστε στα 172 μ.Χ. Οι Λεγεώνες του Ρωμαίου Καίσαρος Μάρκου Αυρηλίου είναι παρατεταγμένες σε μάχη εναντίων των Γερμανικών και Σαρματινών ορδών. Όμως το στράτευμά του πιέζεται σφοδρά από δίψα και ο ίδιος από βασανιστικότερη αμηχανία. Τότε οι στρατιώτες της Μελιτηνής Λεγεώνας (οι λεγεωνάριοι αυτοί δεν ήταν ειδωλολάτρες αλλά Χριστιανοί), των οποίων η συνοχή και ανδρεία στις μάχες ήταν ξακουστή εξ αιτίας της κοινής τους πίστης, γονάτισαν- κατά την χριστιανική συνήθεια- και επιδόθηκαν σε θερμή ικεσία προς τον Θεόν.

Αυτό το θέαμα φάνηκε παράδοξο προς τους εχθρούς όμως αμέσως πρόβαλε ένα ακόμη παραδοξότερο συμβάν. Μία σφοδρή ανεμοθύελλα κατέστρεψε τα στρατεύματά τους και τους ανάγκασε σε άτακτη φυγή. Αντίθετα μία ευεργετική βροχή έπεσε στον τόπο της Ρωμαϊκής στρατιάς- στην οποίαν ανήκαν οι ικετεύσαντες τον Κύριον- και την αναζωογόνησε την στιγμή που επρόκειτο να υποκύψει από την δίψα, όπως προαναφέραμε.

Η ιστορία αυτή καταγράφεται και από τους θύραθεν (=εκτός Εκκλησίας) ιστορικούς αλλά και από τους δικούς μας. Οι μεν πρώτοι αναφέρονται στο παράδοξο γεγονός χωρίς να ομολογούν πως αυτό συνέβη εξ αιτίας των δικών μας προσευχών. Από την άλλοι πλευρά, οι Χριστιανοί συγγραφείς, επειδή είναι φίλοι της Αληθείας, διηγούνται το γεγονός με απλότητα και ειλικρίνεια.

Ο Απολλινάριος μας παραδίδει και ακόμη μία πληροφορία σχετικά με το εν λόγω συμβάν. Λέγει πως από τότε και εξ αιτίας αυτής της θαυμαστής νίκης, ο βασιλιάς έδωσε στην Λεγεώνα αυτήν την προσηγορία «Κεραυνοβόλος». Ακόμη ένας αξιόπιστος μάρτυς είναι ο Τερτυλλιανός, ο οποίος στην προς την σύγκλητο Απολογία του (υπέρ των Χριστιανών) αναφέρει το θαύμα αυτό με μεγαλύτερες και εναργέστερες αποδείξεις».

Ἐδῶ βλέπουμε ὄχι ἕναν λεγεωνάριο ἀλλὰ μία ὁλόκληρη Λεγεώνα νὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ Χριστιανοὺς καὶ μάλιστα ἦταν ξακουστὴ γιὰ τὴν πολεμική της δράση. Οἱ χριστιανοὶ λεγεωνάριοι συνέχισαν νὰ εἶναι Χριστιανοί, προσευχήθηκαν μάλιστα πρὶν τὴν μάχη στὸν Θεό, εἶχαν ὅμως ἀποδεχθεῖ καὶ ἔφεραν μὲ τιμὴ ὅλα τὰ προαναφερθέντα σύμβολα τῆς Λεγεώνας καὶ μάλιστα πολεμοῦσαν γιὰ ἕναν αὐτοκράτορα ποὺ ἦταν διώκτης τῶν Χριστιανῶν. Οἱ δὲ Χριστιανοὶ Ἀπολογητὲς ὑπεράσπισαν καὶ ἐπαίνεσαν τὴν στάση τους καὶ τὴν ὑποστήριξή τους στὸν Αὐτοκράτορα.

Ἦταν αὐτοὶ προδότες ἢ σφραγισμένοι ἢ τσιπαρισμένοι;

Ἕνα ἄλλο παράδειγμα ἀποτελεῖ ἡ περίπτωση τοῦ Γαλάτη λεγεωνάριου Αὐρηλίου Γάϊου ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 3ου αιώνα. Στὴν διασωθεῖσα ἐπιτύμβια στήλη του. Βρίσκουμε τὴν ἔκφραση "ἕως τῆς ἀναστάσεως", ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι πρόκειται περὶ Χριστιανοῦ. Στὴν ἴδια στήλη ἀναφέρεται ὅτι ὁ Αὐρέλιος εἶχε πολυετὴ στρατιωτικὴ ὑπηρεσία σὲ τρεῖς διαφορετικὲς Λεγεῶνες «πρόκοψε» στὴ στρατιωτικὴ ἱεραρχία14. Ὁ Χριστιανὸς αὐτὸς ὑπηρέτησε ἐπὶ τοῦ «Ἀντιχρίστου» Διοκλητιανοῦ καὶ φυσικά, ἐπαναλαμβάνω, δὲν θὰ πρόκοβε στὴν στρατιωτικὴ ἱεραρχία ἂν εἶχε ἀρνηθεῖ τὰ προαναφερθέντα σύμβολα καὶ τὶς σφραγίδες.

Ἂς δοῦμε ὅμως καὶ τὴν περίπτωση κάποιων μεγάλων Ἁγίων: 

Ὁ ἅγιος Εὐστάθιος ὑπῆρξε πρὶν βαπτισθεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον ἐπιφανεῖς καὶ ἔνδοξους στρατηγοὺς τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους καὶ ἔζησε στοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98-117 μ.Χ.). Ὅταν βαπτίσθηκε Χριστιανὸς ὁ Τραϊανὸς τὸν ἔδιωξε ἀπὸ τὸ στράτευμα. Ὅταν ὅμως βάρβαροι εἰσέβαλαν στὸν Δούναβη ὁ αὐτοκράτορας Τραϊανός θυμήθηκε τὸν στρατηγὸ Πλακίδα (ἔτσι ὀνομαζόταν πρὶν τὴν βάπτισή του), ἐφ’ ὅσον καὶ ὅλοι οἱ στρατιῶτες ἐκεῖνον ζητοῦσαν ὡς ἡγέτη καὶ τὸν ἀνεκήρυξε στρατηλάτη. Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὡς ἀρχηγός πλέον τοῦ ρωμαϊκοῦ στρατεύματος κατόρθωσε νὰ κατατροπώσει τοὺς ἐχθροὺς τοῦ κράτους καὶ τοῦ αὐτοκράτορα. Μετὰ ἀκολούθησε τὸ μαρτύριο του, διότι ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στοὺς Θεοὺς καὶ διακήρυξε τὴν πίστη του.

Ἐδῶ τίθονται τὰ ἑξῆς εὔλογα ἐρωτήματα: 

Θὰ ἀνακήρυττε ὁ Τραϊανὸς τὸν ἅγιο Εὐστάθιο στρατηλάτη, ἂν δεν εἶχε πρῶτα ἀνανεώσει τὸν ὅρκο του, λάβει τὴν σφραγίδα του καὶ ὁρκιστεῖ πίστη στὸν αὐτοκράτορα; Ὅποιος γνωρίζει τὴν ρωμαϊκὴ ἱστορία θὰ ἀπαντήσει φυσικὰ μὲ ἕνα ὄχι. 

Θὰ ὁδηγοῦσε ὁ Ἅγιος τὰ στρατεύματα χωρὶς πρῶτα νὰ τηρήσει τὸ τυπικὸ τῆς Λεγεώνας (ὅρκο ἀφοσίωσης, τιμὴ στὰ σύμβολα τῆς Λεγὼνας κλπ.) μετὰ ἀπ’ ὅσα ἔχουμε πεῖ μέχρι τώρα; Φυσικὰ ὄχι.

Ὁ Ἅγιος καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι μαρτύρησαν, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα καὶ γιατὶ ἀρνήθηκαν νὰ ἀπαρνηθοῦν τὴν πίστη τους καὶ ὄχι γιατὶ δὲν δέχθηκαν τὰ σύμβολα τῆς Λεγεώνας. Τὰ ἴδια ίσχύουν π.χ καὶ γιὰ τὸν ἅγ. Γεώργιο, δοῦκα στὸν ρωμαϊκὸ στρατὸ ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, γιὰ τὸν ἅγ. Ἀνδρέα τὸν Στρατηλάτη, ἀρχιστράτηγο ἐπὶ Μαξιμιανοῦ, τὸν ἅγ. Θεόδωρο τὸν Στρατηλάτη, ἀρχιστράτηγο ἐπὶ Λικινίου καὶ τόσους ἄλλους. Πολλοὶ μάλιστα Χριστιανοὶ ἦταν καὶ πραιτωριανοί, δηλ. Σωματοφύλακες τῶν ἄθεων καὶ ἀντίχριστων αὐτοκρατόρων: «In sacro comitatu dominorum nostrorum Diocletiani et Maximiani, Constantinii et Maximi, milites Christiani sunt et militant» (Act. Max. 2, 9).

Πρέπει νὰ ξανατονιστεῖ, διότι ἀλλιῶς κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ ὑπηρετήσει: Ὅλοι αὐτοὶ ὀρκίστηκαν τοὺς ὅρκους τῆς Λεγεώνας, ἔφεραν πάνω τους τὰ σύμβολα/σφραγίδες τῆς Λεγεώνας, πολέμησαν γιὰ «Ἀντίχριστους» αὐτοκράτορες τιμώντας τὸν ὅρκο καὶ τὸ ἀξίωμα τους. Δὲν πρόδωσαν ὅμως, ἀντιθέτως μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τους καὶ ἁγίασαν.

Ὁ Ὠριγένης ἔλεγε ὅτι οἱ Ἅγιοι πολεμώντας γιὰ τὴν Ρώμη καὶ παρὰ τὰ σύμβολά της πολεμοῦσαν γιὰ τὴν κάθαρσή της καὶ ἐνάντια στοὺς δαίμονες: 

«[...]Εἰ οὖν τοῦτ' εὐλόγως γίνεται, πόσῳ μᾶλλον ἄλλων στρατευομένων καὶ οὗτοι στρατεύονται ὡς ἱερεῖς τοῦ θεοῦ καὶ θεραπευταί, καθαρὰς μὲν τηροῦντες τὰς δεξιὰς ἀγωνιζόμενοι δὲ διὰ τῶν πρὸς θεὸν εὐχῶν ὑπὲρ τῶν δικαίως στρατευομένων καὶ ὑπὲρ τοῦ δικαίως βασιλεύοντος, ἵνα τὰ ἐναντία πάντα καὶ ἐχθρὰ τοῖς δικαίως πράττουσι καθαιρεθῇ; Ἡμεῖς δὲ καὶ ταῖς εὐχαῖς πάντας δαίμονας, τοὺς ἐγείροντας τὰ πολεμικὰ καὶ ὅρκους συγχέοντας καὶ τὴν εἰρήνην ταράσσοντας, καθαιροῦντες μᾶλλον βοηθοῦμεν τοῖς βασιλεύουσιν ἤπερ οἱ δοκοῦντες στρατεύεσθαι»15.

Ἀκόμα καὶ οἱ αὐστηροὶ Ἀπολογητὲς ὅπως ὁ Τερτυλλιανὸς κατάλαβαν, ὅτι δὲν μποροῦσαν νὰ ἀρνηθοῦν, ὅτι Χριστιανοὶ δεχόντουσαν τὰ σύμβολα καὶ τὰ καθήκοντα τῆς Λεγεώνας, γι’ αυτὸ καὶ προσπαθοῦσαν νὰ τὰ δικαιολογήσουν λέγοντας ὅτι ἦταν ἁπλῶς σιωπῶντες καὶ παρόντες καὶ ὄχι συμμετέχοντες, πρᾶγμα ποὺ φυσικὰ δὲν στέκει ὡς ἐπιχείρημα: «Nam aequae quiescendo confirmas maiestatem eorum, cuius causa videberis obligatus. Quid refert, deos nationum dicendo deos an audiendo confirmes, iures per idola an ab alio adiuratus adquiescas?»16.

Σὲ ὅλα τὰ παραπάνω περὶ χριστιανῶν λεγεωνάριων παρακαλῶ τὸν ἀναγνώστη νὰ προσθέσει τὰ σύγχρονα παραδείγματα χριστιανῶν  κρυπτοχριστιανῶν ποὺ ὑπηρέτησαν  ἀκόμα ὑπηρετοῦν σὲ κομμουνιστικὰ  ἰσλαμικὰ στρατεύματα, φέροντας τὰ ἄθεα σύμβολά τους, κρατώντας ὅμως τὴν πίστη τους.

Βλέπουμε λοιπόν, ὅτι τὰ ὅποια σύμβολα  «σφραγίσματα»  στοὺς ἀνὰ τοὺς αἰῶνες τύπους τοῦ «Ἀντιχρίστου» δὲν ἀποτελοῦν τὸ σφράγισμα τῆς Ἀποκαλύψεως οὔτε συνεπάγονται προδοσία τῆς Πίστεως, διότι τότε θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποκηρύξουμε τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Μὴν ξεχνοῦμε μάλιστα τὸ Λογγῖνο, τὸν ἐκατόνταρχο ποὺ παρὰ τὰ σύμβολα ποὺ ἔφερε, πίστεψε καὶ ἔδειξε μεγαλύτερη πίστη στὸν Κύριο ἀπὸ ὅτι  ἐκλεκτὸς λαός Του. Θὰ μποροῦσε νὰ τὸ κάνει αὐτὸ ἂν ἦταν τσιπαρισμένος καὶ σφραγισμένος; Αὐτὸ καὶ ὡς ἀπάντηση σὲ αὐτοὺς ποὺ λένε ὅτι ὁ ἐμβολιασμένος εἶνια πνευματικὰ καταδικασμένος.

 ἀγώνας ἐναντίων τῆς σημερινῆς τραγικῆς κατάστασης εἰς βάρος τῆς ἐλευθερίας καὶ τῶν δημοκρατικῶν μας δικαιωμάτων καὶ φυσικὰ ἐναντίον τῶν ἀντεκκλησιαστικῶν μέτρων καὶ τῆς ἀλλαγῆς τῆς Πίστεως εἶναι δίκαιος καὶ πρέπει νὰ συνεχιστεῖ, ἀλλὰ χωρὶς ἀβάσιμες προσωπικὲς γνῶμες καὶ ἀκρότητες.

Ἂν ἀποφύγουμε αὐτὲς τὶς ἀκρότητες ποὺ δυστυχῶς διὰ στόματος ρασοφόρων σήμερα προκαλοῦν τρομερὴ σύγχυση καὶ ἀντιπαλότητα, θὰ ἐπιτύχουμε τὴν ἑνότητα ποὺ τόσο λείπει στὸν ὁμολογιακὸ χῶρο, θὰ ἀποφύγουμε τὴν διχόνοια καὶ τὴν καταδίκη τῶν ἀδελφῶν μας, ποὺ τώρα καταδικάζονται χωρὶς λόγο καὶ θὰ μπορέσουμε καλύτερα καὶ θεάρεστα νὰ πολεμήσουμε γιὰ τὰ Θεῖα καὶ τὰ δίκαια.

Χριστὸς ἐτέχθη!

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

 

Ὑποσημειώσεις

1.  Τὰ σχετικὰ παραδείγματα εἶναι ἀπὸ Νικολάου Βασιλειάδη: «ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Ἰωάννου», ἐκδόσεις «ο Σωτήρ» σελ. 420-437: ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Απόδειξις περί Χριστού και περί Αντιχρίστου, κεφ. 1 ΒΕΠΕΣ 6, 214 [35] – 215 [3]. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, Έλεγχος και Ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως [ ή Κατά αιρέσεων], βιβλ. V, κεφ. 30, 1 PG 7, 1203 – 1205.

2.  Εἰρηναίου, ὅ. π., PG 7, 1203 – 1205.

3. https://www.sueddeutsche.de/wissen/verschwoerungstheorien-alles-koennte-anders-sein-1.834645-5.

4. https://www.mixanitouxronou.gr/i-epistoli-ton-monachon-toy-agioy-oroys-ston-chitler-toy-zitoysan-na-prostatepsei-tis-mones-apo-ti-voylgariki-apeili-giati-kremasan-portraito-toy-stin-moni-agioy-panteleimonos/.

5.  Δρ. Δέσποινα Ιωσήφ, «Ένα ηθικό δίλημμα των πρωτοχριστιανικών κοινοτήτων». Περιοδικό «Ιστορικά Θέματα» Νο 30, Ιούνιος 2004 σελ. 8-19.

6. Yann Le Bohec: Die römische Armee. Von Augustus zu Konstantin d. Gr. Franz Steiner, Stuttgart 1993, σελ. 80.

7. Manfred Clauss: „Gebt dem Kaiser, was des Kaisers ist!“ Bemerkungen zur Rolle der Christen im römischen Heer, in: Peter Kneissl (Hrsg.): Imperium Romanum: Studien zur Geschichte und Rezeption. Festschrift für Karl Christ zum 75. Geburtstag. Stuttgart, 1998, S. 94; Stoll, Integration 2001 S. 162; Heinz Lothar Barth: Die Haltung des Christentums zum Krieg. Antike Stimmen und spätere Entwicklung, in: Civitas 17/18 (2013) S. 23.

8. Manfred Clauss: RAC XIII 1986 Sp. 1087; Oliver Stoll: Offizier und Gentleman. Der römische Offizier als Kultfunktionär, in: Oliver Stoll(Hrsg.): Römisches Heer und Gesellschaft: gesammelte Beiträge 1991 – 1999, Stuttgart, 2001, S. 96.; Stoll, Integration 2001 S. 162.

9. Stoll, Gentleman 2001 S. 94.; Stoll, Integration 2001 S. 197; 233; Yann Le Bohec: Die römische Armee. Stuttgart, 2016 S. 275.

10. Vegetius: Epitoma Rei Militaris, hrsg. von M. D. Reeve (Scriptorum Classicorum Bibliotheca Oxoniensis). Claredon Press, Oxford 2004, σελ. 12.

11.  Saglio Daremberg, Dictionnaire des Antiquités grecques et romains V, t. 1, Paris 1905, 105.

12.  Konrad Stauner: Das offizielle Schriftwesen des römischen Heeres von Augustus bis Gallienus (27 v. Chr.–268 n. Chr.). Eine Untersuchung zu Struktur, Funktion und Bedeutung der offiziellen militärischen Verwaltungsdokumentation und zu deren Schreibern. Dr. Rudolf Habelt, Bonn 2004, σελ. 37 ὑποσ. 90.

13. https://www.impantokratoros.gr/837BDDD5.print.el.aspx?__cf_chl_tk=K6qMi_GtPPnb6mcfCR0z_7dVGmXhRCo4f.D_95qfghI-1640686842-0-gaNycGzNCH0.

14. Thomas Drew-Bear, “Les voyages d’ Aurelius Gaius, soldat de Diocletien”. La geographie administrative e politique d’ Alexandre a. Mahomet: Actes du Colloque de Strasbourg 1981, σελ. 97-98.

15.  Origenes contra Celsum. VIII 73, 2

16.  Tertullianus. De idololatria. 21, 1-2