Να πάλι εορτή
Να πάλι πανηγύρι.
Να πάλι χαρούμενο αναψοκέρι για την μητέρα του Κυρίου.
Να η προπόρευσις της αψεγάδιαστης νύμφης.
Να το πρώτο ξεπροβόδισμα της βασιλίσσης.
Να το σίγουρο σημάδι για την δόξα που την περιμένει.
Να προάγγελος της χάριτος που πρόκειται να την επισκιάση.
Να γνώρισμα, που φαίνεται από μακρυά, της υπερβολικής της καθαρότητος.
Διότι εκεί που ο ιερέας εισερχόμενος όχι πολλές φορές, αλλά μόνον μία φορά τον χρόνο, τελεί τις μυστικές λατρείες, εκεί για να παραμένη μόνιμα οδηγείται από τους γονείς της οι οποίοι αναδεικνύονται έτσι λειτουργοί της χάριτος.
Ποιος γνώρισε παρόμοια περίπτωσι στο παρελθόν;
Ποιος είδε ή άκουσε τώρα ή από παληά κορίτσι να οδηγείται βαθειά στα Άγια των αγίων, αυτά που, παρά λίγο θα ήταν απλησίαστα και για τους άνδρες, και σ᾽ αυτά να μένη και να τρέφεται;
Άραγε δεν είναι αυτό τρανή απόδειξις των ασυνήθιστα μεγάλων θαυμασίων που θα της γίνουν μελλοντικά;
Άραγε δεν είναι σημάδι ξεκάθαρο; Άραγε δεν είναι σίγουρη απόδειξις;
Ας μας δείξουν όσοι κακολογούν εναντίον της, και ενώ βλέπουν είναι σαν να μη βλέπουν: Πού τα είδαν αυτά, δηλ. κόρη και μάλιστα μόλις τριών ετών, που γεννήθηκε με θεία υπόσχεσι, να προσφέρεται ως δώρο τέλειο και για να ζήση εκεί, και να συνοδεύεται από τους πλουσίους του λαού, να οδηγείται με λαμπάδες, και να παραλαμβάνεται από τα γνώριμα χέρια των ιερέων και των προφητών;
Γιατί δεν θέλησαν να έρθουν στα καλά τους;
Γιατί, ενώ έβλεπαν τα πρώτα σημάδια, δεν πίστεψαν στα κατοπινά;
Γιατί ενώ προϊδεάσθηκαν από τα παράξενα και διαφορετικά, δεν αποδέχθηκαν τα όσα έγιναν μετά;
Διότι, όσα έγιναν στην αρχή γύρω από αυτήν, δεν ήσαν συμπτωματικά και τυχαία, αλλ᾽ όλα ήταν προμηνύματα για όσα θα γίνονταν στη συνέχεια.
Επί τέλους ας μας πουν τις ματαιοπονίες τους αυτοί που θεωρούνται σοφοί.
Γιατί η θυγατέρα καμιάς από τις στείρες που γέννησαν δεν οδηγήθηκε στα άγια των αγίων και δεν παραλήφθηκε από τους προφήτας;
Σίγουρα, αυτοί που λεπτολογούν πάνω σ᾽ αυτά, τίποτα δεν είχαν να πουν, όπως (δεν είχαν να πουν τίποτα) και οι μεταγενέστεροι ομόφρονές τους για τον υιό εκείνης, αλλ᾽ απλώς σήκωναν τους ώμους με την απορία· «Άραγε τι θα γίνη αυτό το παιδί;» Τίποτε απολύτως δεν είχαν να πουν.
Σίγουρα μπορούν να πορεύωνται τον δρόμο της απωλείας όσοι έχουν πλανεμένη πίστι, και είναι ελεύθεροι να πέφτουν στον λάκκο που μόνοι τους έσκαψαν.
Όμως εμείς, ο περιούσιος λαός του Θεού, ιερείς και άρχοντες, δούλοι και ελεύθεροι, τεχνίτες και γεωργοί, άνδρες και γυναίκες, ελάτε να συγκεντρωθούμε προς τιμήν της Θεοτόκου και, κατ᾽ οικονομίαν, να παρακολουθήσωμε όσα θαυμαστά της έγιναν.
Πώς δηλ. προσφέρεται σήμερα από τους γονείς της, η καθ᾽ όλα ιερή, στο ναό του Θεού, και από τους ιερείς του Θεού οδηγείται.
Πώς ο προφήτης αυτήν την δέχεται μέσα στο ναό και την εισάγει στα άδυτα, χωρίς αντίρρησι, χωρίς να πη στους γονείς της;
Δεν το κάνω αυτό το πρωτόφαντο τόλμημα και να φέρω ένα κορίτσι να ζη συνέχεια στα άγια των αγίων, όπου μόνον σε εμένα μία φορά το χρόνο μου δόθηκε η εντολή να μπαίνω. Ο προφήτης εκείνος τίποτε από αυτά δεν είπε, αλλά τη δέχεται με προθυμία, ωσάν να προγνώριζε αυτό που θα γινόταν, εξ άλλου προφήτης ήταν, σίγουρα επειδή την περίμενε και την ανέμενε, όπως τον υιό της μετά από αυτήν ο Συμεών.
Έπειτα, αφού χαιρέτησε βιαστικά την μητέρα, και κρατώντας από τα χέρια την κόρη την προσφώνησε με αυτά τα λόγια·
Από που και πώς ήρθες εδώ, γυναίκα, και ποιος ο σκοπός της πράξεώς σου;
Και πώς, ενώ δεν έχεις προηγούμενο παράδειγμα, έφερες και ζητάς να γίνη τούτο το νέο δράμα, που δεν ακούσθηκε άλλη φορά, δηλ. να οδηγείται κόρη και να ζη κάτω από την σκέπη του ναού στα άγια;
Πες μας ποιο είναι το επιχείρημά σου, η δικαιολογία σου, και τι έχεις στο μυαλό σου;
Εγώ, είπε στον προφήτη η συνώνυμη με τη χάρι γυναίκα, προέρχομαι από ιερατική γενηά, από την φυλή του Ααρών, έχω ρίζα προφητική και βασιλική. Και έγινα ένα κλαδί από Δαβίδ, τον Σολομώντα τους διαδόχους τους, και, επί πλέον, είμαι συγγενής της γυναίκας σου Ελισάβετ. Μετά, στον κατάληλο καιρό, συνδέθηκα με άνδρα κατά το θέλημα του Δεσπότου. Βρέθηκα όμως στείρα και άγονος για αρκετό καιρό και επειδή δεν μπόρεσα να βρω κανένα φάρμακο, που θα με απάλλασε από τη συμφορά, κατέφυγα προς το Θεό το μόνο κυρίαρχο, που μπορεί να δίνη διέξοδο στις δυσκολίες, και σ᾽ αυτόν άνοιξα με σοβαρότητα το στόμα μου, σ᾽ αυτόν που είναι ο μόνος φιλάνθρωπος, και με πόνο καρδίας και με δάκρυα στα μάτια έκραξα και αυτά του είπα·
Ω Κύριε, Κύριέ μου, απευθύνομαι σε σένα που ακούς αμέσως την φωνή των πονεμένων ψυχών.
Γιατί με διαφοροποίησες από τη φύσι των προγόνων μου;
Γιατί με θεατρίνισες στην γενιά μου, και έκανες τα μέλη της φυλής μου να κινούν το κεφάλι τους με νόημα;
Γιατί με έκανες συμμέτοχο της κατάρας των προφητών, δίνοντάς μου μήτρα άτεκνη και μαστούς στερημένους από γάλα;
Γιατί απέρριψες τις προσφορές μου ως άτεκνης;
Γιατί με άφησες να γίνω περίγελως στους γνωστούς γείτονές μου;
Ρίξε το βλέμμα σου πάνω μου Κύριε, άκουσε την προσευχή μου Δέσποτα, λυπήσου με Άγιε, κάνε με όμοια με τα πουλιά του ουρανού, με τα θηρία της ξηράς, με τα ψάρια της θαλάσσης, διότι και αυτά είναι γόνιμα μπροστά σου. Να μη φανώ, Ύψιστε, εγώ, που από σένα έγινα σύμφωνα με την δική σου εικόνα, χειρότερη από τα άλογα ζώα.
Κοντά σε αυτά που είπα πρόσθεσα και τούτο·
Διότι δικό σου Δέσποτα, θα είναι δώρο ευχαριστήριο, σαν ιερό τάμα, και δώρο πολύτιμο αυτό, που μου δωρήθηκε από σένα τον πλουσιότατο δωρητή των τελείων χαρισμάτων.
Αυτά εγώ (έλεγα) όσο βρισκόμουν υπαίθρια στον δικό μου κήπο, ρίχνοντας το βλέμμα μου στους ουρανούς και κτυπώντας το στήθος μου με τα χέρια μου έκραζα προς τους ουρανούς. Ο δε σύζυγός μου ενώ βρισκόταν ολομόναχος στο βουνό και για σαράντα μερόνυχτα νήστευε, και για τόσα εκλιπαρούσε τον Θεό.
Έτσι λοιπόν ο φιλάνθρωπος Κύριος που είναι πάντα πρόθυμος να δείξη τον οίκτο του, αφού κάμφθηκε από τις προσευχές και των δυο μας, έστειλε τον άγγελό του να μας αναγγείλη τη σύλληψι της θυγατρός μας.
Αμέσως λοιπόν, αφού διατάχθηκε η φύσις από το Θεό, αποδέχθηκε το σπέρμα. Διότι αυτή δεν είχε τολμήσει να το δεχθή, πριν από τη θεία χάρι, παρά μόνον αφού εκείνη πρώτη εισήλθε, και αφού έτσι πέρασε, άνοιξε η μήτρα τις δικές της πύλες, και αφού δέχθηκε αυτό που της εμπιστεύθηκε ο Θεός, το κράτησε μέσα της μέχρι που, με τη χάρι του Θεού, το σπέρμα που τοποθετήθηκε μέσα της, βγήκε στο φως.
Ευχαριστώ το Θεό μου με όσες ευχαριστίες συνέθεσαν τα χείλη μου και εκφώνησε το στόμα μου μέσα στη θλίψι μου. Και γι᾽ αυτό το λόγο συγκέντρωσα το χορό των παρθένων, συγκάλεσα τους ιερείς, ξεσήκωσα τους συγγενείς, και σε όλους έλεγα τα παρακάτω·
Χαρείτε όλοι μαζί μου, διότι σήμερα αναδείχθηκα και μητέρα και αφιερώτρια, που πρόσφερα το δικό μου τέκνο όχι σε επίγειο βασιλέα, ούτε ήταν πρέπον, αλλά που το αφιέρωσα στον επουράνιο βασιλέα, αφού ήταν και δικό του δώρο.
Να δεχθής λοιπόν, ω προφήτα τη δική μου θυγατέρα, να τη δεχθής και να την εισαγάγης και να τη ριζώσης σε τόπο αγιασμού, και να ετοιμασθή για να γίνη κατοικητήριο του Θεού, χωρίς να περιεργάζεσαι τίποτε, μέχρις ότου επιτρέψει να πραγματοποιηθούν τα σχετικά με αυτήν, αυτός που προτρέπει να μείνει αυτή εδώ.
Αυτά τα λόγια αφού τα άκουσε ο Ζαχαρίας, αμέσως απάντησε στη γυναίκα και είπε·
Ευλογημένη η ρίζα σου πάντιμε, δοξασμένη η μήτρα σου φίλανδρε και πιο δοξασμένη η αφιέρωσί σου φιλόθεε.
Μετά, όλος χαρά και έχοντας στα χέρια του την κόρη, πρόθυμα την προσφέρει στα άγια των αγίων, λέγοντας περίπου αυτά τα λόγια προς αυτήν·
Έλα εκπλήρωσις της προφητείας μου.
Έλα έργο των εδώ συζύγων.
Έλα επισφράγισμα της διαθήκης του.
Έλα το τέλος των θελημάτων του.
Έλα φανέρωσις των μυστηρίων του.
Έλα όραμα όλων των προφητών.
Έλα ένωσις των παλιά χωρισμένων.
Έλα στήριγμα των ταπεινωμένων.
Έλα ανανέωσις των παλιωμένων.
Έλα φως των όσων βρίσκονται στο σκοτάδι.
Έλα το πιο κανούριο και θείο δώρημα.
Έλα Δέσποινα όλων των θνητών, μπες στη δόξα του Κυρίου σου, τώρα μεν στην κάτω και που πατείται, μετά από λίγο δε στην άνω και άβατη στους ανθρώπους.
Έτσι, όπως ήταν φυσικό, αφού μίλησε προς την κόρη ο ιερέας, την οδήγησε και την άφησε εκεί που της ταίριαζε στο ναό του Θεού, σαν σε νυφικό δωμάτιο, καταχαρούμενη και πολύ ευχαριστημένη, τρίχρονη ως προς την ηλικία, αλλ᾽ ως προς το Θεό των όλων καθ᾽ όλα τελεία.
Έμεινε λοιπόν αυτή στα εσώτερα άγια των αγίων, τρεφομένη από άγγελο με τροφή αμβροσίας και ποτιζομένη με θείο νέκταρ, μέχρι την είσοδό της στην εφηβεία. Και τότε, με θείο νεύμα και με τη γνώμη των ιερέων δίνεται γι᾽ αυτήν κλήρος, και με κλήρο παίρνει την αγία αυτή Παρθένο ο Ιωσήφ ο δίκαιος και κατ᾽ οικονομίαν την παραλαμβάνει από το ναό του Θεού και των ιερέων του, για να ξεγελασθή ο αρχέκακος όφις, για να μην προσβάλη την καθαρή κόρη ως παρθένο, αλλά να την προσπεράση ως μνηστευμένη.
Λόγος στα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου του αγίου Πρόκλου Κωνσταντινουπόλεως,