Οφειλόμενη απάντηση στον κο Νικόλαο Πρίντεζη περί της κακοδοξίας του αλαθήτου αρειανού,νεστοριάζοντος και σαβελλιανού Ρωμαίου επισκόπου.

Οφειλόμενη απάντηση στον κο Νικόλαο Πρίντεζη περί της κακοδοξίας
 του αλαθήτου αρειανού,νεστοριάζοντος και σαβελλιανού Ρωμαίου επισκόπου.

Γεώργιος Δέδες

Κε Νικόλαε Πρίντεζη,

εγγράψατε προσφάτως, «Δε γνώριζα, ότι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και όλοι οι άλλοι Άγιοι Πατέρες σας που επικαλείστε κατείχαν το αλάθητο που εσείς το αρνείστε για τον Επίσκοπο Ρώμης!».

Αρείου η πίστη εις αυτοθελώς αφ΄ εαυτού εγχρόνως  υπάρξαντα είδωλο του Θεού Πατρός,“Ἀδύνατα γὰρ αὐτῷ τὸν Πατέρα τε ἐξιχνιάσαι, ὅς ἐστιν ἐφ’ ἑαυτοῦ” [1]

“Ὁ Πατὴρ αὐτὸς, βουλευσάμενος πρότερον, εἶτα θελήσας, οὕτως ὑπάρχει, ἢ καὶ πρὸ τοῦ βουλεύσασθαι; Χρὴ γὰρ, καὶ περὶ τοῦ Λόγου τοιαῦτα τολμῶντας αὐτοὺς, τοιαῦτα καὶ ἀκούειν, ἵνα γνῶσιν, ὅτι ἡ τοι αύτη αὐτῶν προπέτεια καὶ εἰς αὐτὸν τὸν Πατέρα φθάνει.”[2]
Ρωμαίου προθιερέως σαβελλιανού τριαδικού τέρατος,
«κοινοποιηθέντος ἤδη τoῦ χαρακτηρίζοντος αὐτὸν ἰδιώματος,  καὶ εἰς ἐν πρόσωπον τῶν δύο συναλειφομένων θεαρχικῶν ὑποστάσεων, καὶ ἀναβλαστήσει πάλιν ἠμῖν ὁ Σαβέλλιος, μᾶλλον δέ τι τέρας ἕτερον ἡμισαβέλλειον»[3],

«Τοῦτ᾿ αὐτό κατασκευάζει καί φανερῶς ἀπαγορεύων κοινάς ἀκτίστους ἐνεργείας εἶναι τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἐξ ὧν ἁπάντων, διπρόσωπόν τι καί δυσξύμβολον τέρας, Ἀρείου καί Σαβελλίου φέρον εἶδος, ἐφ᾿ ἡμῶν ἀναπέφηνε.» Γρηγορίου Παλαμά Συγγράματα Β΄ σ. 373 
η αρειανικώς λατινική πίστη σε ηθελημένη αυθυπαρξία ειδώλου του Θεού Πατέρα,
«pater est a se, quia non est ab alio», « Ὁ Πατέρας εἶναι ἀφ’ ἑαυτοῦ , ἐπειδὴ δὲν εἶναι ἐξ ἑτέρου.»[4],
«Sic igitur vult et se esse, et alia.», «Ἔτσι , λοιπόν, θέλει τόσο τόν ἑαυτό τοῦ , ὅσο καί ἄλλα ὅντα νά ὑπάρχουν.»[5] 
«Respondeo dicendum quod Deus non solum se vult, sed etiam alia a se.»,
«Ἀπαντῶ οὕτως, ὁ Θεὸς δὲν θέλει  μόνο τὸν ἑαυτὸ τοῦ , ἀλλὰ καὶ  ἄλλα ὅντα ἐκτὸς ἀπὸ τὸν  Ἑαυτὸ του»[6] του Ρωμαίου ψευδοὐς επισκόπου κατακρεουργούντος την θεία παράδοση και την αποστολική πίστη των Πατέρων, ενώ τούτοι οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας τηρούν αλώβητη αυτήν την θεία παράδοση και την Αποστολική  πίστη.

Τίνος ακούσομε εις πορεία μετανοίας προς την αιώνιον ζωή του ανάρχου Θεού Πατρός, βαδίζοντες επι των βημάτων του Σωτήρος;



Του Κυρίου ειπόντος διά παντός αναλλοίωτον λόγον, «ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται.  ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ' ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.»[7] o αρειανός[8] και ευνομιανός[9] Ρωμαίος μέγιστος πρωθιερέας σαβελλιανού τριαδικού τέρατος[10] διά της υπερηφάνου αναγνωρίσεως του ως τού ανώτερου πάσης κτίσεως,
“Imo Romani Pontificis excellentia, et potestas, nedum est circa coelestia, terrestria et infernalia, set etiam super angelos, quorum ipse major est.” «Επιπλέον, η ανωτερότητα και η δύναμη του Ρωμαίου Ποντίφικα σε καμία περίπτωση δεν αφορά μόνο τα ουράνια πράγματα, αλλά και τα γήινα πράγματα, και τα πράγματα κάτω από τη γη, ακόμη και πάνω από τους αγγέλους, από τους οποίους είναι μεγαλύτερος.»
θέτει αυθαιρέτως εις το πρόσωπο αυτού το δικαίωμα αλλαγής του λόγου του Θεού,
"Papa tantae est auctoritatis et potestatis, ut possit quoque leges divinas modificare, declarare, vel interpretari, ad num.» «Ο Πάπας έχει τόσο μεγάλη εξουσία και δύναμη, που είναι σε θέση να τροποποιεί, να διακηρύσσει ή να ερμηνεύει ακόμη και θεϊκούς νόμους.»[11] προς απαιτήση αποδοχής  του ως κατόχου δυνάμεως Θεού,

 «Papa jus divinum potest modificare, cum ejus potestas non sit ex homine, sed ex Deo, et in terris Dei vices fungitur com amplissima potestateoves suas ligandi, et solvendi», «Ο Πάπας μπορεί να τροποποιήσει τον θεϊκό νόμο, αφού η δύναμή του δεν είναι του ανθρώπου αλλά του Θεού, και ενεργεί ως αντιπρόεδρος του Θεού στη γη με την πιο άφθονη δύναμη να δεσμεύει και να λύνει τα πρόβατά το.»[12].
και υπερέχοντος και αυτών των αγγέλων,
«Imo Romani Pontificis excellentia, et potestas, nedum est circa coelestia, terrestria et infernalia, set etiam super angelos, quorum ipse major est.», «Επιπλέον, η ανωτερότητα και η δύναμη του Ρωμαίου Ποντίφικα σε καμία περίπτωση δεν αφορά μόνο τα ουράνια πράγματα, αλλά και τα γήινα πράγματα, και τα πράγματα κάτω από τη γη, ακόμη και πάνω από τους αγγέλους, από τους οποίους είναι μεγαλύτερος.»[13].

Οι τούτες παπικές απαιτήσεις προφανώς τυγχάνουν  ισοδύναμες της εωσφορικής πτώσεως του αρχαικάκου απατεώνα,
«σὺ δὲ εἶπας ἐν τῇ διανοίᾳ σου· εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι, ἐπάνω τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ θήσω τὸν θρόνον μου, καθιῶ ἐν ὄρει ὑψηλῷ, ἐπὶ τὰ ὄρη τὰ ὑψηλὰ τὰ πρὸς Βορρᾶν, ἀναβήσομαι ἐπάνω τῶν νεφῶν, ἔσομαι ὅμοιος τῷ ῾Υψίστῳ.»[14]συμφώνως και του αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς.
Τούτο το ισοδύναμο του παπισμού μετά της εωσφορικής πτώσεως,  δεν κατανοείται εντός της εν προσχήματι χριστιανισμου[15] αρειανικώς λατινικής πολυθεΐας, και τούτο ενδεχομένως, ένεκα του αυτογέννητου σκοτασμού[16] , αυτής της πρωταρχικής πηγής αιρέσεων, του τούτου λατινικού σκοτασμού  απορρέοντος εκ της κακοδοξίας της αυτοθελούς,
«Sic igitur vult et se esse, et alia.» «Ἔτσι , λοιπόν, θέλει τόσο τόν ἑαυτό τοῦ , ὅσο καί ἄλλα ὅντα νά ὑπάρχουν.»[17]

  αυτογεννήτου αυθυπαρξίας του λατινικώς νοουμένου ειδώλου του Θεού Πατρός,
“pater est a se, quia non est ab alio” «ὁ Πατέρας εἶναι του ἑαυτοῦ του, ἐπειδή δέν εἶναι ἐξ ἑτέρου» Θωμάς Ακινάτης[18]

«Unumquodque est per suum esse. Quod igitur non est suum esse, non est per se necesse-esse. Deus autem est per se necesse-esse. Ergo Deus est suum esse.» «Κάθε πράγμα υπάρχει από τη δική του ύπαρξη. Επομένως, αυτό που δεν είναι η δικη του ύπαρξή  δεν υπάρχει κατ 'ανάγκη. Αλλά ο Θεός υπάρχει δι΄εαυτου αναγκαστικά. Επομένως ο Θεός είναι η δική Του ύπαρξη ». Θωμἀς Ακινάτης[19]
“Deus vero, qui semper est, nec habet aliunde principium, 
et ipse sui origo est suaeque causa substantiae, non potest intelligi aliunde habere quod subsistit” «Ἀλλά ὁ Θεός, ὁ ὅποιος πάντα ὑπάρχει, καί δέν ἔχει τήν ἀρχὴ ἀπό κάποια ἄλλη πηγή, ἄλλα εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος ἡ πηγή τοῦ ἑαυτοῦ τοῦ, καί ἡ αἴτια τῆς δικῆς τοῦ οὐσίας- δέν εἶναι δυνατό νά κατανοηθεῖ τό νά ἔχει κάτι τό ὁποῖο ἔχει τήν ὕπαρξη τοῦ ἀπό ἄλλη πηγή.»άγιος Ιερώνυμος[20]
«Et ideo non amplius quam tria sunt: unus diligens eum qui de illo est, et unus diligens eum de quo est, et ipsa dilectio. Quae si nihil est, quomodo deus dilectio est? Si non est substantia, quomodo deus substantia est?» «Καὶ γιὰ αὐτὸ δὲν ὑπάρχουν περισσότεροι ἀπὸ τρεῖς:  Ὁ ἕνας ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ αὐτὸν ἀπὸ τὸν ὁποῖον ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτὸς τοῦ, καὶ ὁ ἕνας ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ αὐτὸν ἀπὸ τὸν ὁποῖον αὐτὸς ὑπάρχει, καὶ ἡ ἀγάπη ὁ ἑαυτὸς τῆς. Καὶ ἐὰν αὐτὸ τὸ τελευταῖο εἶναι τίποτα, πῶς ὁ θεὸς εἶναι ἀγάπη; Ἐὰν δὲν εἶναι οὐσία, πῶς εἶναι οὐσία ὁ Θεός;» άγιος Αυγουστίνος Ιππώνος 21]

μετά μη αγενήτου, μη τρισυποστάτου,  μη ατρέπτου ως λαβούσης την ιδίαν αυτής αυθυπαρξία δι΄ ευατής συμφώνως του Θωμά Ακινάτου,
«Sed divina essentia est per se singulariter existens et in seipsa individuata: cum non sit in aliqua materia, ut ostensum est. Divina igitur essentia praedicatur de Deo, ut dicatur: Deus est sua essentia.” «Ἀλλὰ ἡ θεία οὐσία ὑπάρχει δι ἑαυτῆς ὡς μία μοναδικῶς ὑπάρχουσα ἐξατομικευμένη  μέσα ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ τῆς,  γιατί, ὅπως ἔχουμε δείξει, δὲν εἶναι σὲ καμία περίπτωση κάποια ὕλη. Ἡ θεία οὐσία εἶναι κατηγόρημα  τοῦ Θεοῦ, ἑπομένως,  μποροῦμε νὰ ποῦμε: ὁ Θεὸς εἶναι ἡ οὐσία Του. »[22],  και πάλιν της μη-αγενήτου ως γεννητής εξ αυτογεννήτου πατρός συμφώνως του αγίου Αυγοστίνου Ιππώνος,
«Patris essentia est Filius, sicut Patris virtus et sapientia, sicut Verbum Patris et Imago Patris . Aut si essentia dicitur ad se Filius, Pater autem non est essentia, sed genitor essentiae, non est autem ad se ipsum, sed hac ipsa essentia quam genuit, sicut hac ipsa magnitudine magnus quam genuit.», «ἀλλὰ ὁ Πατέρας δὲν εἶναι ἡ οὐσία , ἀλλὰ ὁ γεννήτωρ  τῆς οὐσίας , καὶ δὲν εἶναι σὲ σχέση μὲ τὸν ἑαυτὸ τοῦ, ἀλλὰ εἶναι  ἀπὸ τὴν ἐν λόγῳ οὐσία πού ἐκεῖνος γέννησε ὅπως ἐκεῖνος εἶναι μείζων ἀπὸ  τοῦ μεγαλείου πού ἐκεῖνος γέννησε.»[23]

 και του αγίου Ιερωνύμου,

“Deus vero, qui semper est, nec habet aliunde principium, et ipse sui origo est suaeque causa substantiae, non potest intelligi aliunde habere quod subsistit” «Ἀλλά ὁ Θεός, ὁ ὅποιος πάντα ὑπάρχει, καί δέν ἔχει τήν ἀρχὴ ἀπό κάποια ἄλλη πηγή, ἄλλα εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος ἡ πηγή τοῦ ἑαυτοῦ τοῦ, καί ἡ αἴτια τῆς δικῆς τοῦ οὐσίας- δέν εἶναι δυνατό νά κατανοηθεῖ τό νά ἔχει κάτι τό ὁποῖο ἔχει τήν ὕπαρξη τοῦ ἀπό ἄλλη πηγή.»άγιος Ιερώνυμος[24] των αμφοτέρων τιμωμένων επ΄ αγιότητι βίου[25] μεθ΄ απορρίψεως των εκείνων επιμέρους κακοδοξιών αυτών[26].

Αν και οι άγιος Αυγουστίνος Ιππὠνος καταθέτει αριστοτελικό συλλογισμό απόρριψεως της αυτογεννησίας,
«Qui autem putant eius esse potentiae deum ut seipsum ipse genuerit, eo plus errant quod non solum deus ita non est sed nec spiritalis nec corporalis creatura. Nulla enim omnino res est quae se ipsam gignat ut sit.», « Ἀλλὰ αὐτὸς πού σκέφτεται ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει τέτοια δύναμη ὥστε νὰ δημιουργήσει τὸν ἑαυτὸ Του, εἶναι τόσο πολὺ λάθος, γιατὶ ὄχι μόνο ὁ Θεὸς δὲν ὑπάρχει, ἀλλὰ οὔτε  πνευματικὸ οὔτε σωματικὸ πλάσμα γιατὶ δὲν ὑπάρχει τίποτα πού νὰ δημιουργεῖ τὴ δικὴ τοῦ ὕπαρξη.»[27]  όπως και ο  Θωμάς Ακινάτης τουλάχιστον δια της καταθέσεως της κατανοήσεως του περί του αδυνάτου του αυταιτίου,
«Si igitur compositus esset Deus, haberet componentem: non enim ipse seipsum componere posset, quia nihil est causa sui ipsius; esset enim prius seipso, quod est impossibile.», «Αν τότε ο Θεός ήταν σύνθετος, θα είχε έναν συνθέτη: γιατί δεν θα μπορούσε να συνθέσει τον εαυτό του, αφού τίποτα δεν είναι  αίτιο αυτού του ιδίου, γιατί θα προηγούνταν του εαυτού του, κάτι που είναι αδύνατο.»[28] εις από κοινού  λεκτικής απορρίψεως της αυτογεννησίας, εντούτοις, ως αντιφάσκοντες προς εαυτούς, την διδάσκουν εν τοις κατ΄ αυτών θεολογικοίς πράγμασι ως τίθεται ανωτέρω.

Η λατινική ειδωλολατρική αυτογεννησία του κατ΄ αυτούς νοουμένου Θεού Πατρός, ακραδάντως επιβεβαιούται διά της πανθομολογουμένης λατινικής κακοδοξίας εις μη αγέννητο θεία ουσία, της ούσης μετά κτιστών  ενεργειών.
Ουκ αν έσται εν Χριστιανισμώ αναιτίως αγέννητο, άναρχο, άτρεπτο θείο ον μη-αγενήτου θείας ουσίας, της ενεχούσης κτιστότητα εκ των κτιστών ενεργείων αυτής, ως μη θεος το τοιούτον.

Του Κυρίου ειπόντος,

«Οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν.  οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ' ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος,  καὶ ὃς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος· 
ὥσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.»[29], και της Αποστολικής πίστεως αφενός ομολογούσης το απολύτως απαραβίαστον εκάστου λόγου του Κυρίου, «Πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος»[30] και αφετέρου διδασκούσης το ψεύδους των πάντων ανθρώπων συμπεριλανβανομένου του τίνος εν Ρώμη επισκόπου, «πᾶς δὲ ἄνθρωπος ψεύστης»[31], οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας,  ομοπίστως προς τον Κύριον εν Αποστολική πίστει και ομοπίστως αλλήλων αυτών, θεολογούν δια της απαραβάτου θείας αποκαλύψεως[32].

Οι αντικρούοντες πάντα λατινισμό Πατέρες της μίας αγίας καθολικής Εκκλησίας, οι ομολογούντες αγένητο και άναρχο Θεό Πατέρα και τρισυπόστατη θεία ουσία κατά τον μητ΄ αφ΄ εαυτού και μηδ΄ εξ ετερου αγένητον τρόπον του ΕΙΝΑΙ, και πάλιν ομολογούντες άκτιστη θέωση Δεσποτικού προσλήμματος και άγιον Πνεύμα μόνον εκ Πατρός αποκλειομένης κάθε αναφοράς εις ενδοτριαδικάς υποστατικάς ενεργείας αυτοί, ουδέποτε αντιλέγουν προς τον Κύριον ως μη απαρνούμενοι την απαράβατον πίστη των Αποστόλων Αυτού,
«Αὕτη ἡ πίστις τῶν ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν οἰκουμένην ἐστήριξεν»[33].

Ο εμπράκτως παραβάτης του λόγου του Κυρίου και της  Αποστολικής πίστεως, ο εκείνος λατινικώς  αρειανός[34], ευνομιανός[35], νεστοριάζων δια της προσθήκης κτιστής χάριτος εις αχαρίτωτο άγαλμα[36],  αλλόκοτος[37],  αλάθητος[38] καν ex Cathedra,  Ρωμαίος πρωθιερέας σαβελλιανού τριαδικού τέρατος[39],  αντιλέγει προς τον Κύριον δι΄ αντίχριστου λόγου και ενεργείας[40] ως αυθαιρέτως επιφέρων επ΄ αυτού παγκοσμίο θρησκευτικό και κοσμικό  πρωτείο εκ θείου δικαίου,
«If, then, anyone shall say that it is not by the institution of Christ the Lord, or by divine right, that Blessed Peter has a perpetual line of successors in the primacy over the universal Church; or that the Roman Pontiff is not the successor of Blessed Peter in this primacy; let him be anathema” «Εάν, λοιπόν, κάποιος πει ότι δεν είναι πει ότι δεν είναι  θεσμοθετημένο από του Χριστού του Κυρίου, ή από θεϊκό δικαίωμα, ότι ο μακάριος Πέτρος έχει μια αέναη σειρά διαδόχων στην πρωτοκαθεδρία της παγκόσμιας Εκκλησίας, ή ότι ο Ρωμαίος Ποντίφικας δεν είναι ο διάδοχος του μακαριστού Πέτρου σε αυτό το πρωτείο, ας είναι αναθεματισμένος»[41]
«72.Primatus Ecclesiæ universalis, seu Papatus est annexus Romano episcopatui de jure divino»

«Η πρωτοκαθεδρία της καθολικής Εκκλησίας, ή του Παπισμού, προσαρτάται στη ρωμαϊκή επισκοπή εκ θείου δικαιώματος.»[42]
μεθ΄ αντιχρίστου εξουσίας  εν εκκλησία, ως του πρωτείου εξουσίας των αρχόντων του κόσμου,
«Εάν, λοιπόν, κάποιος πει ότι δεν είναι  θεσμοθετημένο από του Χριστού του Κυρίου, ή από θείο δικαίωμα, ότι ο μακάριος Πέτρος έχει μια αέναη σειρά διαδόχων στην πρωτοκαθεδρία της παγκόσμιας Εκκλησίας, ή ότι ο Ρωμαίος Ποντίφικας δεν είναι ο διάδοχος του μακαριστού Πέτρου σε αυτό το πρωτείο, ας είναι αναθεματισμένος»[43]
“Item divinus monarcha, ac imperator supremus et rex regum.” «Επίσης είναι θείος μονάρχης, υπέρτατος αυτοκράτορας και βασιλεύς βασιλέων.»[44]
«Ως εκ τούτου, οι άπιστοι πρίγκιπες και βασιλείς, με απόφαση του Πάπα, μπορεί να στερηθούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, της κυριαρχίας που έχουν πάνω στους πιστούς»[45].

Του Κυρίου ειπόντος,

«Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι’ ἐμοῦ.»
“ego sum via et veritas et vita nemo venit ad Patrem nisi per me”[46], και της αποστολικής πίστεως απαραβάτως εν Εκκλησία διδασκούσης, «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα»[47], ο πολυθέως εν προσχήματι χριστιανισμού[48] αβάπτιστος[49] Ρωμαίος πρωθιερέας σαβελλιανού τριαδικού τέρατος ως ειδώλου της Αγίας Τριάδος, και πάλιν, ως πρωθιερέας ετέρου νεστοριάζοντος τέρατος κτιστής θεώσεως δεσποτικού προσλήμματος εκ μητρός διαφόρου του φυράματος του Αδάμ[50] ως ειδώλου του Κυρίου Ιησού Χριστού, με το αυθαιρέτως εκ της ιδίας αυτού υπερηφάνειας  πονηρόν δικαίωμα προς απόδοσιν εις εαυτόν την δυνατότητα της αλλοιώσεως και αλλαγής του λόγου του Θεού κατά την ιδίαν αυτού αρέσκεια,

"Papa jus divinum potest modificare, cum ejus potestas non sit ex homine, sed ex Deo, et in terris Dei vices fungitur com amplissima potestateoves suas ligandi, et solvendi" «Ο Πάπας μπορεί να τροποποιήσει τον θεΐο νόμο, αφού η δύναμή του δεν είναι του ανθρώπου αλλά του Θεού, και ενεργεί ως αντιπρόεδρος του Θεού στη γη με την πιο άφθονη δύναμη να δεσμεύει και να λύνει τα πρόβατά του»[51],
αντιχρίστως διακηρύτει διά παπικής εωσφορικής υπερηφάνειας,
«Pontifex errare non potest in approbatione religionum»,
«Ο Ποντίφηξ δεν μπορεί να κάνει λάθος στην επιδοκιμασία της θρησκείας»[52]  
την αρνησίχριστο πολλαπλότητα οδών προς τον όποιο τυχόντα θεό στην Σιγκαπούρη την  13 Σεπτεμβρίου 2024,  
“ […]C’è un solo Dio, e noi, le nostre religioni sono lingue, cammini per arrivare a Dio. Qualcuno sikh, qualcuno musulmano, qualcuno indù, qualcuno cristiano, ma sono diversi cammini. […]”
“Όλες οι θρησκείες είναι ένα μονοπάτι για να φτάσετε στον Θεό. Αλλά ο Θεός είναι Θεός για όλους. Και αφού ο Θεός είναι Θεός για όλους, είμαστε όλοι παιδιά του Θεού «Αλλά ο Θεός μου είναι πιο σημαντικός από τον δικό σου!». Είναι αλήθεια αυτό; Υπάρχει μόνο ένας Θεός, και εμείς, οι θρησκείες μας είμαστε γλώσσες, μονοπάτια για να φτάσουμε στον Θεό. Κάποιος Σιχ, κάποιος Μουσουλμάνος, κάποιος Ινδουιστής, κάποιος Χριστιανός, αλλά είναι διαφορετικοί δρόμοι. Καταλαβαίνετε;” [53]
αποδεχόμενος σατανολατρικώς τους δαιμονικούς θεούς των εθνών,
«ὅτι πάντες οἱ θεοὶ τῶν ἐθνῶν δαιμόνια»[54].
Ο αλαθήτως δια  ποντιφικής ισχύος διδάσκων την εξύβρισιν του Κυρίου Ιησού Χριστού[55],  εντέλλεται την άρνηση υπακοής στον Θεό Πᾳτέρα[56], και την άρνηση υπακοής εις τον Κύριο Ιησού Χριστόν τον παραδώσαντα εαυτόν την μία και μόνην οδό προς τον Θεό Πατέρα ως αυτού του ιδίου του Σωτήρος όντος η αλήθεια και η ζωή,
«Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι’ ἐμοῦ.»
[57]

εις προφανώς εωσφορικώς διδακτή απαίτηση της αρνήσεως της παραδόσεως υπό του Κυρίου την μοναχική  εκ του του Θεού Πατρός εκπόρευση του αγίου Πνεύματος, ως του μη αναφερομένου εις όποια δικήν του υποστατική ενέργεια προς ύπαρξη του αγίου Πνεύματος,
«ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ»[58],
και ούτως ο αρειομανής Ρωμαίος πρωθιερέας σαβελλιανού τέρατος  διδάσκει προς ομολογία ετερουσίου εξ ενδοτριαδικών υποστατικών ενεργειών πολυθέου ειδώλου της Αγίας Τριάδας[59] από της συνόδου της Φλωρεντίας,
«Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ἠμεῖς συγχωροῦμεν, ὅτι ὁσάκις λέγομεν εἶναι παρὰ τοῦ πατρός, λέγομεν ἐκ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ· καὶ ὁσάκις λέγομεν ἐκ τοῦ υἱοῦ, νοοῦμεν ἐκ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ· ἐπειδὴ ἡ αὐτή ἐστιν οὐσία πατρὸς καὶ υἱοῦ, έτι δύε τα προβάλει το πατρός, έστιν καδί τοι υιού, πώς ἀφ΄ἑνὸς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον προβάλλεσθαι»[60],
προς εγχρόνως[61] ηθελημένη παραγωγή[62] του λατινικού σαβελλιανού ειδώλου του αγίου Πνεύματος.

Πως αποδεκτός υπό  των Ορθοδόξων  ως αλάθητου, εκείνου του αμετανοήτως εσφαλμένως λανθάνοντος εν σωρεία πατερικώς και συνοδικώς κατεγνωσμένων αιρέσεων του Ρωμαίου επισκόπου επ΄ ενοχή παραβάσεως του λόγου και των εντολών του Κυρίου Ιησού Χριστού, και πως ο τοιούτος συγκρίσιμος μετά των Πατέρων της Εκκλησίας των ουδέποτε παραβαινόντων την θεία αποκάλυψη, ως  απλανώς θεολογούντων εν Πνεύματι αγίω;

Η σωρεία των τούτων παπικών διαστρεβλώσεων του ευαγγελίου, προσδίδει εις τον λόγον του Ρωμαίου επισκόπου την κήρυξη ετέρου ευαγγελίου[63] του αποστολικώς αναθεματιζομένου[64], και ούτως πως τούτος αλάθητος και σεβαστός υπό των Ορθοδόξων;

Τούτος ο αρειανισμός των Λατίνων και του Ρωμαίου επισκόπου εις αυτογέννητο βύθιο κτήνος επ’ ονόματι του αναιτίως αγενήτου Θεού Πατρός μη τρισυποστάτου θείας ουσίας εν τοις πράγμασι παρά λατίνοις φέρει το θεμέλιο του filioque ήδη από του 4ου αιώνος· μετά της κακοδοξίας των κτιστών ενεργειών της ουσίας του Λατίνου θεού, τα επακόλουθα της λατινικής συγχύσεως ουσίας και υποστάσεως της αρχεγόνως παραγούσης τον λατινικό αρειανισμό και σαβελλιανισμό, το θεολογηθέν ορθοδόξως υπό του αγίου Γρηγορίου του θεολόγου[65].
Της κακοδοξίας του παπικού πρωτείου εξουσίας εκ θείου δικαίου προφανώς ούσης εκείνου του τίνος σμικρού  του προστιθεμένου επι του λατινικου αρειανισμού και σαβελλιανισμού προς λατινικόν κατασπαραγμόν των περάτων της  Εκκλησίας.

Κε Πρίντεζη,

Ο Ρωμαίος επίσκοπος ως αλάθητος μετά δικαιώματος αλλαγής του θείου λόγου, παραχαράσσει την Ρωμαίους η΄, 11 διδάσκων μη αυτενεργή ετεροκίνητο ανάσταση,
«[…] καὶ εἶναι το Πνεῦμα τὸ ὁποῖον ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν (βλ. Ρωμ. η΄, 11)» «Τό "προϊέναι" τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τήν Ἑλληνικήν καί τήν Λατινικήν παράδοσιν» Typis Vaticanis, σελ. 21

«[…] and by the Spirit he was raised from the dead» (cf. Rom 8:11) The Greek And Latin Traditions Regarding The Procession Of The Holy Spirit, Pontificial Council For Promoting Christian Unity, L'osservatore Romano, Weekly Edition In English, 20 September 1995, Page 3.

Πως ο τοιούτος χριστιανός ως αθετών τον λόγον του Κυρίου περί της υπ΄ αυτού αυτενεργουμένης αναστάσεως του, «Λύσατε τὸν ναόν τοῦτον καί ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν»[66] και «  διὰ τοῦτο ὁ πατήρ με ἀγαπᾷ, ὅτι ἐγὼ τίθημι τὴν ψυχήν μου, ἵνα πάλιν λάβω αὐτήν.οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἀλλ᾿ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου.»[67], ομοπίστως των εκ Φαναρίου[68] εις κοινόν εορτασμόν ψευδούς αναστάσεως;

Αν και λατινικώς δηλούται το χριστιανικώς απαράδεκτο του ότι ο πάπας της Ρώμης ακόμη και ως ιδιώτης μάλλον δεν είναι πυθανό να υποπέσει σε αίρεση,
«62. Papa probabilius etiam ut persona privata non potest in hæresim incidere et in fide deficere.» «Πιό πιθανό ο Πάπας ακόμη και ως ιδιώτης δεν μπορεί να πέσει σε αίρεσηκαι να αποτύχει στην πίστη.» [69]
η θεολογική υπόδειξη των παπικών θεολογικών παρεκκλίσεων αφορούν τον φορέα  του θεσμού του παπισμού, και όχι  αυτόν  τον ίδιον πάπα Ρώμης ως πρόσωπο ενός των συνανθρώπων, καθώς ως άνθρωπος τούτος, καθηκόντως ακολουθεί και τηρεί την παράδοση του θρησκείας των προγόνων του, και είναι ἐνας από εμάς υπέρ των οποίων ενανθρώπισε ο Κύριος και εσταυρώθει.

Κε Πρίντεζη,

Ο Ρωμαίος επίσκοπος  ομολογεί  ιδιοπίστως ίδιον θεόν δίκην της Αγίας Τριάδος δι΄ αρειανικώς αυτογγενηθέντος μη-ανάρχου ειδώλου του Θεού Πατρός, και πάλιν αρειανικώς ηθελημένης γεννήσεως υιού του νεστοριανώς κτιστώς θεώσαντος δεσποτικό πρόσλημμα και του σαβελλιανού ειδώλου του αγίου Πνεύματος, προς  προεδρίαν πρωτείου εξουσίας ιδιοτρόπου εκκλησίας πονηρευομένων.
Πως αλάθητος ο τοιούτος των ανθρώπων;

Οι Πατέρες της Εκκλησίας ουδέποτε έσφαλλαν επι της θείας παραδόσεως, εκτός των εκείνων ελαχίστων λανθανόντων επί μέρους κατά την πίστη αυτων, ως των αγίων Αμβροσίου Μεδιολάνων, Αυγουστίνου Ιππώνος και Ιερωνύμου, τυχόντων την επ΄ αγιότητι τιμή διά του αγίου βίου αυτών υπό της Εκκλησίας ως μη αποσχιζόντων τον χιτώνα του Κυρίου ως επί του αντιχρίστως ποιούντος αιρετικού Ρωμαίου επισκόπου.

Καλή μετάνοια να έχωμεν  κε Πρίντεζη.

Γεώργιος Δέδες
Ushuaia,Tierra del fuego.

Κοιν.
Ιστοσελίδα «Ακτίνες» aktinesblogspot@gmail.com

Σεβασμιότατον Μητροπολίτην Κυθήρων κον Σεραφείμ, imkythiron@imkythiron.gr

Σεβασμιότατον Μητροπολίτην Πειραιώς κον Σεραφείμ, info@imp.gr

Σεβασμιότατον Μητροπολίτην Ναυπάκτου κον Ιερώθεον, info@parembasis.gr



[1] Θάλια Ἀρείου, The Historical Writings of St. Athanasius according to the Benedictine Text, Oxford, 1881, pp. 260

[2] Μέγας Αθανάσιος PG 26 456AB

[3] μέγας Φώτιος PG 102, 289AB  

[4] S. Thomae Aquinatis Summa Theologica, Tomus Primus,  Bloud, Tomus Primus, 1880 ,  part Ιa , Q. 16 A. 5, Reply to Objection 2 , σελ 147

[5] S. Thomae Aquinatis Summa Theologica, Tomus Primus,  Bloud, 1880 ,  part Ιa , Q. 19 A. 2,  σελ 165

[6] Summa Theologica part Ia,  q19,  art2,  answer, Bloud, 1880 ,  part Ιa , Q. 19 A. 2,  σελ 165

[7] Ματθε΄, 18-19 

[8] «Τῆς γὰρ μιᾶς οὐσίαςκαὶ τῶν τριῶν ὑποστάσεων λεγομένων μὲν ὑφ᾿ ἡμῶν εὐσεβῶς (τὸ μὲν γὰρ τὴν φύσιν δηλοῖ τῆς θεότητοςτὸ δὲ τὰς τῶν τριῶν ἰδιότητας), νοουμένων δὲ καὶ παρὰ τοῖς Ἰταλοῖς ὁμοίωςἀλλ᾿ οὐ δυναμένοις διὰ στενότητα τῆς παρ᾿ αὐτοῖς γλώττηςκαὶ ὀνομάτων πενίανδιελεῖν ἀπὸ τῆς οὐσίας τὴν ὑπόστασινκαὶ διὰ τοῦτο ἀντεισαγούσης τὰ πρόσωπαἵνα μὴ τρεῖς οὐσίαι παραδεχθῶσιτί γίνεταιὩς λίαν γελοῖονἢ ἐλεινόνΠίστεως ἔδοξε διαφορὰ ἡ περὶ τὸν ἦχον σμικρολογίαΕἶτα Σαβελλισμὸς ἐνταῦθα ἐπενοήθη τοῖς τρισὶ προσώποιςκαὶ Ἀρειανισμὸς ταῖς τρισὶν ὑποστάσεσιτὰ τῆς φιλονεικίας ἀναπλάσματαΕἶτα τίΠροστιθεμένου μικροῦ τινος ἀεὶ τοῦ λυποῦντος (ὃ λυπηρὸν ἡ φιλονεικία ποιεῖ), κινδυνεύει συναποῤῥαγῆναι ταῖς συλλαβαῖς τὰ πέρατα.» άγιος Γρηγόριος θεολόγος PG 35, 1124C-1125A

[9] «Σοφίας καὶ τέχνης καὶ δυνάμεωςἀλλ᾽ οὐχὶ τῆς οὐσίας ἐνδεικτικά ἐστι τὰ ποιήματαφησὶν ὁ μέγας Βασίλειος τῷ Εὐνομίῳ ἀντιφθεγγόμενος ἐκ τῶν κτισμάτων δείκνυσθαι λέγοντι τὴν οὐσίαν τοῦ θεοῦτοιγαροῦν καὶ ἄκτιστός ἐστιν ἡ ἀπὸ τῶν ποιημάτων δεικνυμένη τοῦ θεοῦ ἐνέργεια καὶ οὐσία οὐκ ἔστι· καὶ οἱ κατὰ τὸν Βαρλαὰμ καὶ τὸν Ἀκίνδυνον μηδὲν διαφέρειν λέγοντες τῆς θείας οὐσίας τὴν θείαν ἐνέργειαν Εὐνομιανοί εἰσι σαφῶς.» άγιος Γρηγόριος ΠαλαμάςΕΠΕ τμ. 121, σελ. 178

[10] «κοινοποιηθέντος ἤδη τo χαρακτηρίζοντος αὐτὸν ἰδιώματος,  καὶ εἰς ἐν πρόσωπον τῶν δύο συναλειφομένων θεαρχικῶν ὑποστάσεωνκαὶ ἀναβλαστήσει πάλιν ἠμῖν  Σαβέλλιοςμᾶλλον δέ τι τέρας ἕτερον ἡμισαβέλλειον»   μέγας Φώτιος PG 102, 289AB  

«
Τοῦτ᾿ αὐτό κατασκευάζει καί φανερῶς ἀπαγορεύων κοινάς ἀκτίστους ἐνεργείας εἶναι τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματοςἐξ ὧν ἁπάντωνδιπρόσωπόν τι καί δυσξύμβολον τέραςἈρείου καί Σαβελλίου φέρον εἶδοςἐφ᾿ ἡμῶν ἀναπέφηνε.» Γρηγορίου Παλαμά Συγγράματα Β΄ σελ. 373 

[11] Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858, Column 1826

[12] Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858, Column 1826

[13] Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858, Column 1824

[14] Ησαϊας ιδ΄΄ , 13-14

[15] «Χωρὶς δέ τῶν εἰρημένωνεἰ δύο αἴτια ἐν τῇ θεαρχικῇ καί ὑπερουσίῳ Τριάδι καθορᾶταιποῦ τὸ τῆς μοναρχίας πολυΰμνητον καὶ θεοπρεπές κράτοςΠῶς οὐχί τὸ τῆς πολυθεΐας ἄθεον νῦν  ἐπικωμάσειΠῶς δ’ οῦκ ἐν προσχήματι Χριστιανισμοῦ ἡ δεισιδαιμονία τῆς ἑλληνικῆς πλάνης τοῖς ταῦτα λέγειν τολμῶσιν οὐ συνεισελάσει;»   Μέγας Φώτιος ΕΠΕ 133, 346

[16] Τὸ γὰρ σκότος οὐχ ὡς πέφυκεν ἐξηγοῦνται ἀέρα τινὰ ἀφώτιστονἢ τόπον ἐξ ἀντιφράξεως σώματος σκιαζόμενονἢ ὅλως καθ᾿ ὁποιανοῦν αἰτίαν τόπον φωτὸς ἐστερημένονἀλλὰ δύναμιν κακήνμᾶλλον δὲ αὐτὸ τὸ κακόνπαρ᾿ ἑαυτοῦ τὴν ἀρχὴν ἔχονἀντικείμενον καὶ ἐναντίον τῇ ἀγαθότητι τοῦ Θεοῦ ἐξηγοῦνται τὸ σκότοςΕἰ γὰρ ὁ Θεὸς φῶς ἐστιδηλονότι ἡ ἀντιστρατευομένη αὐτῷ δύναμις σκότος ἂν εἴηφησὶκατὰ τὸ τῆς διανοίας ἀκόλουθονΣκότοςοὐ παρ´ ἑτέρου τὸ εἶναι ἔχονἀλλὰ κακὸν αὐτογέννητον.  Σκότοςπολέμιον ψυχῶνθανάτου ποιητικὸνἀρετῆς ἐναντίωσις· ὅπερ καὶ ὑφεστάναικαὶ μὴ παρὰ Θεοῦ γεγενῆσθαιὑπ´ αὐτῶν μηνύεσθαι τῶν τοῦ προφήτου λόγων ἐξαπατῶνταιἘκ δὴ τούτου τί οὐχὶ συνεπλάσθη τῶν πονηρῶν καὶ ἀθέων δογμάτων; Ποῖοι λύκοι βαρεῖς διασπῶντες τὸ ποίμνιον τοῦ Θεοῦοὐχὶ ἀπὸ τῆς μικρᾶς ταύτης φωνῆς τὴν ἀρχὴν λαβόντες ἐπεπόλασαν ταῖς ψυχαῖς; Οὐχὶ Μαρκιῶνες; οὐχὶ Οὐαλεντῖνοι ἐντεῦθεν; οὐχ ἡ βδελυκτὴ τῶν Μανιχαίων αἵρεσιςἣν σηπεδόνα τις τῶν Ἐκκλησιῶν προσειπὼν οὐχ ἁμαρτήσεται τοῦ προσήκοντος;  Τί μακρὰν ἀποτρέχεις τῆς ἀληθείαςἄνθρωπεἀφορμὰς σεαυτῷ τῆς ἀπωλείας ἐπινοῶν; Ἁπλοῦς ὁ λόγοςκαὶ πᾶσιν εὔληπτος.». μέγας Βασείλιος PG 29,36CD

[17] S. Thomae Aquinatis Summa Theologica, Tomus Primus,  Bloud, 1880 ,  part Ιa , Q. 19 A. 2,  σελ 165

[18] Summa Theologica part Ιa , Question 16,  Article 5, Reply to Objection 2, Bloud et Barral, Parisiis, 1880, Tomus Primus,  σελ 147

[19] The Summa Contra Gentiles Of Saint Thomas Aquinas, Fisrt Book London Burns Oates & Washbourne Ltd. 1924 κεφ 22, σελ 54

[20] PL 26, 489A

[21] Άγιος Αυγουστίνος Ιππώνος PL 42, 92

[22] SANCTI ΤΗΟΜΑΕ AQUΙNATIS DOCTORIS ANGELICI, OPERA OMNIA, IUSSU EDITA LEONIS XIII P. M. TOMUS DECIMUS TERTIUS SUMMA CONTRA GENTILES, ROMAE, TYPIS RICCARDI GARRONI,MCMXVIII, σελ 64

[23] PL 42, 934

[24] PL 26, 489A

[25] «προφασίζονται δε, ότι Αμβρόσιος ούτως είρηκεν εν τοις περί αυτού λόγοις, έτι δ' Αυγουστίνος και Ιερωνυμος - υπέρ ων απολογητέον, ως η νενοθεύκασιν οι Πνευματομάχοι τας τούτων συγγραφάς, η κατ' οικονομίαν ίσως ειρήκασιν, η και ο Μέγας Βασίλειος εχρήσατο, παρ' εαυτώ φυλάττων απόρρητον μέχρι τινός του παναγίου Πνεύματος την θεολογίαν ή και της ακρίβειας ως άνθρωποι παρεσύρησαν, ο πολλοί πεπόνθασι των μεγάλων εν τισιν, ως ο Αλεξάνδρειάς Διονύσιος, και Μεθόδιος ο Πατάρων, και Πιέριος, και Πάμφιλος, και Θεόγνωστος, και Ειρηναίος ο Λουγδούνων, και Ιππόλυτος ο αυτού μαθητής. Τινά γαρ αυτών ρήσεις ουκ αποδεχόμεθα, καίτοι τάλλα σφόδρα θαυμάζοντες PG 102, 393AB

[26] «την μεν καινοτομίαν, ως την δεσποτικήν φωνήν κιβδηλεύουσαν καὶ παραχαράσσουσαν αποστρεφόμεθα· τον πατέρα δε αυτής, σιγώντα μάλιστα καὶ μη παρόντα, μη δ᾽ αντιλέγοντα, ου μεν ουν, ου καταδικάζομεν» PG102,816Β

[27] Nicene and Post-Nicene Fathers, First Series, Volume III, St. Augustine: On the Holy Trinity,Doctrinal Treatises, Moral Treatises, Edited by Philip Schaff,Cosimo,Inc. New York σελ 17-18

[28] Θωμἀς Ακινάτης, The Summa Contra Gentiles Of Saint Thomas Aquinas, Fisrt Book London Burns Oates & Washbourne Ltd. 1924 κεφ 18, σελ 40

[29] Ματθ κ΄, 25-28

[30] Α’ Τιμ. Α΄ 15

[31] Ρωμ. γ΄,4

[32] «Πού εὖρες ἐν τῇ Παλαιᾷ ἤ ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ ὄνομα Τριάδος ἤ ὀμοούσιον ἤ μίαν φύσιν θεότητος τρανῶς ἤ τρεῖς ὑποστάσεις αὐτολεξεί ἤ μίαν ὑπόστασιν τοῦ Χριστοῦ ἤ δύο φύσεις αὐτολεξεί; Ἀλλ’ ὄμως ἐπειδή ἐκ τῶν ἰσοδυναμουσῶν λέξεων τῶν ἐν τῇ γραφῇ κειμένων ὤρισαν ταῦτα οἱ ἅγιοι πατέρες, δεχόμεθα καί τούς μή δεχόμενους ἀναθεματίζομεν». PG 94, 1333BC

[33] «Οἱ δὲ ἐξεβόησαν· οὕτω πιστεύομεν· 
πάντες οὕτω φρονοῦμεν· 
πάντες συναινέσαντες ὑπεγράψαμεν​·
αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πα­τέ­ρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν οἰ­κου­μένην ἐστήριξεν.
Πιστεύοντες εἰς ἕνα Θεὸν ἐν Τριάδι ἀνυμνούμενον, τὰς τιμίας αὐτοῦ εἰκόνας ἀσπαζόμεθα. Οἱ μὴ οὕτως ἔχοντες, ἀνάθεμα ἔστωσαν· οἱ μὴ οὕτω φρονοῦντες ἐκ τῆς Ἐκκλησίας ἐκδιωχθήτωσαν.» Ἰωάννου Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καὶ Συμβολικά Μνημεία τῆς Ὁρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμος Ι, Ἐν Ἀθήναις 1960, Πρακτικά ζ΄ ἁγίας καὶ οἱκουμενικῆς συνόδου η΄ συνεδρεια, σελ 241

[34] «Τῆς γὰρ μιᾶς οὐσίας, καὶ τῶν τριῶν ὑποστάσεων λεγομένων μὲν ὑφ᾿ ἡμῶν εὐσεβῶς (τὸ μὲν γὰρ τὴν φύσιν δηλοῖ τῆς θεότητος, τὸ δὲ τὰς τῶν τριῶν ἰδιότητας), νοουμένων δὲ καὶ παρὰ τοῖς Ἰταλοῖς ὁμοίως, ἀλλ᾿ οὐ δυναμένοις διὰ στενότητα τῆς παρ᾿ αὐτοῖς γλώττης, καὶ ὀνομάτων πενίαν, διελεῖν ἀπὸ τῆς οὐσίας τὴν ὑπόστασιν, καὶ διὰ τοῦτο ἀντεισαγούσης τὰ πρόσωπα, ἵνα μὴ τρεῖς οὐσίαι παραδεχθῶσι, τί γίνεται; Ὡς λίαν γελοῖον, ἢ ἐλεινόν. Πίστεως ἔδοξε διαφορὰ ἡ περὶ τὸν ἦχον σμικρολογία. Εἶτα Σαβελλισμὸς ἐνταῦθα ἐπενοήθη τοῖς τρισὶ προσώποις, καὶ Ἀρειανισμὸς ταῖς τρισὶν ὑποστάσεσι, τὰ τῆς φιλονεικίας ἀναπλάσματα. Εἶτα τί; Προστιθεμένου μικροῦ τινος ἀεὶ τοῦ λυποῦντος (ὃ λυπηρὸν ἡ φιλονεικία ποιεῖ), κινδυνεύει συναποῤῥαγῆναι ταῖς συλλαβαῖς τὰ πέρατα.» άγιος Γρηγόριος θεολόγος PG 35, 1124C-1125A

«Ἀρειανοί μέν οὖν τόν Υἱόν ἔλεγον θελήσει τοῦ Πατρός εἰς τό εἶναι προελθεῖν ἐκ τοῦ μή ἀθελήτως ἐκ Πατρός τό εἶναι λαβεῖν τοῦτο δῆθεν κατασκευάζοντες. Λατῖνοι δέ θελήσει τοῦ Πατρός ἤ καί τοῦ Υἱοῦ προελθεῖν εἰς τό εἶναι δεικνύουσι τό Πνεῦμα τό ἅγιον τοῦ τήν ἐκπόρευσιν εἶναι νομίζειν ἀποστολήν κατ᾿ εὐδοκίαν καί θέλησιν. Ἐροῦμεν οὖν καί ἡμεῖς πρός αὐτούς, ὅπερ καί ὁ μέγας Ἀθανάσιος πρός τούς Ἀρειανούς, ὅτι «τοῦ βούλεσθαι τό κατά φύσιν ὑπέρκειται˙ καί ἡ φύσις οὐχ ὑπόκειται βουλήσει». Ὡς οὖν ἡ γέννησις εὐδοκία καί θέλησις οὐκ ἔστιν, ἀλλ᾿ ὑπέρ εὐδοκίαν καί θέλησιν (φύσει γάρ δείκνυσιν ἐκ Πατρός ὄντα τόν Υἱόν ὡς αὐτῷ γνήσιον καί ὁμοούσιον, ἀλλ᾿ οὐ θελήσει καθά τά κτίσματα) οὕτως οὐδέ τοῦ Πνεύματος ἡ ἐκπόρευσις ἀποστολή καί εὐδοκία καί θέλησίς ἐστι˙ φύσει γάρ ἡ ἐκπόρευσις δείκνυσι τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἐκ τοῦ Πατρός, ὡς αὐτῷ γνήσιον καί ὁμοούσιον, ἀλλ᾿ οὐ θελήσει κατά τά κτίσματα.» άγιος Γρηγόριος Παλαμάς ΕΠΕ 51, 224

[35] «Σοφίας καὶ τέχνης καὶ δυνάμεως, ἀλλ᾽ οὐχὶ τῆς οὐσίας ἐνδεικτικά ἐστι τὰ ποιήματα, φησὶν ὁ μέγας Βασίλειος τῷ Εὐνομίῳ ἀντιφθεγγόμενος ἐκ τῶν κτισμάτων δείκνυσθαι λέγοντι τὴν οὐσίαν τοῦ θεοῦ. τοιγαροῦν καὶ ἄκτιστός ἐστιν ἡ ἀπὸ τῶν ποιημάτων δεικνυμένη τοῦ θεοῦ ἐνέργεια καὶ οὐσία οὐκ ἔστι· καὶ οἱ κατὰ τὸν Βαρλαὰμ καὶ τὸν Ἀκίνδυνον μηδὲν διαφέρειν λέγοντες τῆς θείας οὐσίας τὴν θείαν ἐνέργειαν Εὐνομιανοί εἰσι σαφῶς.» άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ΕΠΕ τμ. 121, σελ. 178

[36] «Oportet igitur supra naturam animae Christi aliquid sibi addi, per quod ordinetur ad praedictam beatitudinem; et hoc dicimus gratiam. Unde necesse est in anima Christi gratiam creatam ponere» «Θα πρέπει λοιπόν να προστεθεί κάτι στη φύση της ψυχής του Χριστού με το οποίο ορίζεται στον εν λόγω μακαρισμό. Αυτό το λέμε χάρη. Είναι λοιπόν απαραίτητο να υποστηρίξουμε ότι υπήρχε κτιστή χάρη στην ψυχή του Χριστού». S. Tommaso D΄ Aquino , Le questioni disputate, Volume Terzo, La Verita (Questioni 21-29) Edizioni Studio Domenicano, σελ 848

[37] «ὁ Δίκερως Γίγας τῆς Ρώμηςὁ Πάπας φημίὁ ὁποῖος κοντὰ ὁποὺ εἶναι ἐσωτερικὸς καὶ κατὰ πνεῦμα Ἀρχιερεύςθέλει νὰ εἶναι καὶ ἐξωτερικόςκαὶ κατὰ σῶμα βασιλεύς· νὰ εὐλογῇ καὶ νὰ θανατοῖνὰ κρατῇ τὴν ποιμαντικὴν βακτηρίαν καὶ μάχαιραν τὴν φονεύτριανΜίξις ἄμικτοςκαὶ τέρας ἀλλόκοτον» Πηδάλιονεκδοσις 1886 σελ 97-98

[38] Thereforefaithfully adhering to the tradition received from the beginning of the Christian faithfor the glory of God our Saviourthe exaltation of the Catholic religionand the salvation of Christian peoplewith the approval of the Sacred CouncilWe teach and define that it is a dogma divinely revealedthat the Roman Pontiffwhen he speaks ex cathedrathat iswhen in discharge of the office of Pastor and Teacher of all Christiansby virtue of his supreme Apostolic authorityhe defines a doctrine regarding faith or morals to be held by the universal Churchisby the divine assistance promised to him in Blessed Peterpossessed of that infallibility with which the divine Redeemer willed that His Church should be endowed in defining doctrine regarding faith or moralsand thatthereforesuch definitions of the Roman Pontiff are of themselvesand not from the consent of the Churchirreformable Pastor aeternus” «Επομένωςτηρώντας πιστά την παράδοση που έλαβε από την αρχή της χριστιανικής πίστηςπρος δόξα του Σωτήρα μας Θεούτην ανάταση της Καθολικής θρησκείας και τη σωτηρία των χριστιανικών λαώνμε την έγκριση της Ιεράς Συνόδουδιδάσκουμε και ορίζουμε ότι είναι ένα δόγμα θεϊκά αποκαλυπτόμενοότι ο Ρωμαίος Ποντίφικαςόταν μιλάει ex cathedra, δηλαδή όταν εκτελεί το αξίωμα του Ποιμένα και Δασκάλου όλων των Χριστιανώνδυνάμει της ανώτατης Αποστολικής του εξουσίαςορίζει ένα δόγμα σχετικά με την πίστη ή την ηθική που πρέπει να έχει η καθολική Εκκλησίαμε τη θεία βοήθεια που του υποσχέθηκε στον Μακάριο Πέτροκατέχει εκείνο το αλάθητο με το οποίο ο θείος Λυτρωτής θέλησε να προικιστεί η Εκκλησία Του στον καθορισμό της διδασκαλίας σχετικά με την πίστη ή τα ήθηκαι ότιως εκ τούτουτέτοιος ορισμός του Ρωμαίου Ποντίφικα είναι από μόνος τουςκαι όχι από τη συναίνεση της Εκκλησίαςμη αναμορφώσιμος Pastor aeternus». The Decrees of the  First Vatican “Pastor aeternus”  ,Chapter 4 Concerning the Infallible Teaching of the Roman Pontiff

[39] «κοινοποιηθέντος ἤδη τo χαρακτηρίζοντος αὐτὸν ἰδιώματος,  καὶ εἰς ἐν πρόσωπον τῶν δύο συναλειφομένων θεαρχικῶν ὑποστάσεωνκαὶ ἀναβλαστήσει πάλιν ἠμῖν  Σαβέλλιοςμᾶλλον δέ τι τέρας ἕτερον ἡμισαβέλλειον»   μέγας Φώτιος PG 102, 289AB  

«
Τοῦτ᾿ αὐτό κατασκευάζει καί φανερῶς ἀπαγορεύων κοινάς ἀκτίστους ἐνεργείας εἶναι τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματοςἐξ ὧν ἁπάντωνδιπρόσωπόν τι καί δυσξύμβολον τέραςἈρείου καί Σαβελλίου φέρον εἶδοςἐφ᾿ ἡμῶν ἀναπέφηνε.» Γρηγορίου Παλαμά Συγγράματα Β΄ σελ. 373 

[40] «Ἂς μάθῃ ὁ δίκερως πάπας τῆς ῾Ρώμης πόσον ἀντίχριστα ποιεῖ» άγιος Νικόδημος Αγιορείτης (Πηδάλιονογ΄ κανων της ς΄ αγιας καὶ οικουμενικης , ὑποσ. 1, σελ 195 εκδΛειψίας 1800)

[41] The Decrees of the  First Vatican “Pastor aeternus”  Chapter 2, On the Perpetuity of the Primacy of Blessed Peter in the Roman Pontiffs

[42] F. Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858 Column 1824

[43] «If, then, anyone shall say that it is not by the institution of Christ the Lord, or by divine right, that Blessed Peter has a perpetual line of successors in the primacy over the universal Church; or that the Roman Pontiff is not the successor of Blessed Peter in this primacy; let him be anathema” The Decrees of the  First Vatican “Pastor aeternus”  Chapter 2, On the Perpetuity of the Primacy of Blessed Peter in the Roman Pontiffs

[44] F. Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858 Column 1826

[45] «Unde principes et reges, infideles possunt per sententiam Papae privari in certis casibus Dominio, quod habent super fideles.» «Ως εκ τούτου, οι άπιστοι πρίγκιπες και βασιλείς, με απόφαση του Πάπα, μπορεί να στερηθούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, της κυριαρχίας που έχουν πάνω στους πιστούς» Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858, Column 1829

[46] Ιωαν. ιδ΄, 6

[47] Ἐφεσ. δ΄, 5

[49] «Καὶ τοὺς ἐξ αὐτῶν ἠμὶν  προσερχομένους ὡς ἀνιέρους καὶ ἀβαπτίστους δεχόμεθα, ἑπόμενοι τῷ Κυρίω ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ, τῷ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ἐντειλαμένω βαπτίζειν «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» τοῖς τὲ ἱεροῖς καὶ θείοις Ἀποστόλοις, διαταττομένοις ἐν τρισὶ καταδύσεσι καὶ ἀναδύσεσι τοὺς προσερχομένους βαπτίζειν καὶ ἐν ἑκάστη τῶν καταδύσεων ἐν ὄνομα ἐπιλέγειν τῆς ἁγίας Τριάδος» Συνοδος πατριαρχων  Ἀνατολῆς 1755 μ.Χ, Ι. Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καὶ Συμβολικά Μνημεία τῆς Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμος Β΄ 1953, σελ. 989-991

[50] Ineffabilis Deus,The Immaculate Conception,Pope BI. Pius IX – 1854, https://www.papalencyclicals.net/pius09/p9ineff.htm

[51] F. Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858 Column 1826

[53] “Tutte le religioni sono un cammino per arrivare a Dio. Sono – faccio un paragone – come diverse lingue, diversi idiomi, per arrivare lì. Ma Dio è Dio per tutti. E poiché Dio è Dio per tutti, noi siamo tutti figli di Dio. “Ma il mio Dio è più importante del tuo!”. È vero questo? C’è un solo Dio, e noi, le nostre religioni sono lingue, cammini per arrivare a Dio. Qualcuno sikh, qualcuno musulmano, qualcuno indù, qualcuno cristiano, ma sono diversi cammini. Understood?”

”  VIAGGIO APOSTOLICO DI SUA SANTITÀ FRANCESCO IN INDONESIA, PAPUA NUOVA GUINEA, TIMOR-LESTE, SINGAPORE (2-13 settembre 2024) INCONTRO INTERRELIGIOSO CON I GIOVANI DISCORSO DEL SANTO PADRE      “Catholic Junior College” (Singapore) Venerdì, 13 settembre 2024. https://www.vatican.va/content/francesco/it/speeches/2024/september/documents/20240913-singapore-giovani.html

[54]  Ψαλ, 95. 5

[55] «Ναίφησίν· ἀλλ΄ Άμβρόσιος ὁ μέγας καί Αὐγουστῖνος καί  Ἱερώνυμοςκαί τινες ἄλλοι τούτοις ὁμοταγεῖς καί ἰσοστάσιοιμέγα ὄνομα λαχόντες ἐπ’ ἀρετῇ καί βίου λαμπρότητιτό Πνεῦμα ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐν πολλοῖς αὐτῶν λόγοις συνέταξαν ἐκπορεύεσθαιΚαί δὴ τούτοις πειθόμεθα, οὕτω καί λέγειν καί φρονεῖν· καί μή ἀτιμάζειν πατέρας εἰς αἱρετικήν δόξαν διαβάλλοντες. Ἐστί δέ πρωτον μέν τὸ πᾶσι πρόδηλον πρὸς αὐτούς εἰπεῖν, ὡς εἰ δέκα , ἢ καί εἴκοσι τινὲς τῶν Πατέρων ταύτην εἶπον τὴν φωνήν, μύριοι δέ οὐκ ἐφθέγξατο, τίνες οἱ Πατέρας ἐξυβρίζοντες·  οἱ το πᾶν αὐτῶν τῆς εὐσέβειας ἐν ὀλίγοις περιγράφοντες, καί τούτους ἀντιφθεγγομένους καὶ ἀντιτασσομένους οἰκουμενικαῖς συνοδοις, καί ἀναριθμήτῳ πλήθει θεοφόρων ἀνδρῶν προβαλλόμμενοι,  ἤ οἱ τοὺς πολλαπλασίους συνηγόρους παραλαμβάνοντες.  Ὑβρίζει τις Πατέρας, ὡς φὴς, μή λέγων τὸ Πνεῦμα ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπορεύεσθαι· καί γὰρ οὕτως ἐκεῖνοι ἐφθέγξαντο· καί πῶς οὐχ ὑβρίζει πολλαπασίους ὁ τοῦτο λέγων;  Οὐ γάρ οὐμενοῦν οὐδαμοῦ τοῦτο φθέγξασθαι κατεδέξαντο. Ἀλλ ὑβρίζει Πατέρας ὁ παρὰ  τὴν ἐκείνων φωνὴν λέγων; πῶς οὐχ ὑβρίζει τὸν κοινόν Δεσπότην ὁ τὴν ἐκείνου παραχαράττων φωνήν, καί διδάσκαλον ἀντ΄ἐκείνου ἄλλον τῆς θεολογίας προβαλλόμενος.  Ἀλλὰ τίς λέγει τοῦτο, Τίς ἐστίν ὁ ὑβριστής τῶν περί Αὐγουστίνον τὸν ἱερόν καί Ἱερώνυμον καί Ἀμβρώσιον. Ὁ τούτους ἀντιτιθεὶς τῷ κοινῷ Δεσπότῃ καί διδασκάλῳ ἀντιφθεγγομένους· ἤ ὁ  μηδέν μέν τοιοῦτον ποιῶν, κοινοῦ δὲ Δεσπότου κατακολουθεῖν ἀξιῶν πάντας τῷ θεσπίσματι.» μέγας Φώτιος, PG 102, 809Β

[56] "οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε" Ματθ. ιζ’,5

[57] Ιωαν. ιδ΄, 6

[58] Ιωαν. ιε΄ 26

[59] «Ὧν γὰρ ἡ οὐσία ἡ αὐτή, τούτων καὶ ἡ θέλησις  καὶ ἡ ἐνέργεια ἡ αὐτή· ὧν δὲ διάφορος ἡ οὐσία, τούτων διάφορος καὶ ἡ θέλησις καὶ ἡ ἐνέργεια. Καὶ τὸ ἀνάπαλιν, ὧν ἡ θέλησις καὶ  ἡ ἐνέργεια ἡ αὐτή, τούτων καὶ ἡ οὐσία ἡ αὐτή· ὧν δὲ διάφορος  ἡ θέλησις καὶ ἡ ἐνέργεια, τούτων καὶ ἡ οὐσία διάφορος.»  PG 94, 1033C

[60] Πρακτικά της σύνοδου της Φλωρεντίας  MANSI 31,929D

[61] «Εἰ ἀπαύγασμα καὶ χαρακτήρ ἐστι τοῦ Πατρὸς ὁ Υἱὸς, γέγονε δὲ θελήσει, καθ´ ὑμᾶς, ἦν ἄρα χρόνος ὅτε οὐκ ἦν, καθ´ ὃν ἡ περὶ αὐτοῦ θέλησις ἐκινεῖτο παρὰ τῷ Πατρί.»  ΕΠΕΚυρίλλου ΑλεξανδρείαςΆπαντα τα έργατόμος 6, σελ 142

[62] «The pastor should also accurately explain to the faithful that the Holy Ghost is  God,so as to be the Third Person in the divine nature, distinct from the Father and the Son, and produced by their will. ” (The Cathehism of the Council of Trent published by command of pope pius the fitft” , Dublin: Printed for the translator  by W. Folds and Son, Great Strand-Street. Published by Richard Coyne, Capel-Street, Dublin; and by Keating and Browne, London. 1829 ,  σελις 87

[63] «Θαυμάζω ὅτι οὕτω ταχέως μετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑμᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον» Γαλα΄, 6

[64] "ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖνἀνάθεμα ἔστω.  ὡς προειρήκαμενκαὶ ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρὃ παρελάβετεἀνάθεμα ἔστω." Γαλα΄, 8-9

[65] «Τῆς γὰρ μιᾶς οὐσίαςκαὶ τῶν τριῶν ὑποστάσεων λεγομένων μὲν ὑφ᾿ ἡμῶν εὐσεβῶς (τὸ μὲν γὰρ τὴν φύσιν δηλοῖ τῆς θεότητοςτὸ δὲ τὰς τῶν τριῶν ἰδιότητας), νοουμένων δὲ καὶ παρὰ τοῖς Ἰταλοῖς ὁμοίωςἀλλ᾿ οὐ δυναμένοις διὰ στενότητα τῆς παρ᾿ αὐτοῖς γλώττηςκαὶ ὀνομάτων πενίανδιελεῖν ἀπὸ τῆς οὐσίας τὴν ὑπόστασινκαὶ διὰ τοῦτο ἀντεισαγούσης τὰ πρόσωπαἵνα μὴ τρεῖς οὐσίαι παραδεχθῶσιτί γίνεταιὩς λίαν γελοῖονἢ ἐλεινόνΠίστεως ἔδοξε διαφορὰ ἡ περὶ τὸν ἦχον σμικρολογίαΕἶτα Σαβελλισμὸς ἐνταῦθα ἐπενοήθη τοῖς τρισὶ προσώποιςκαὶ Ἀρειανισμὸς ταῖς τρισὶν ὑποστάσεσιτὰ τῆς φιλονεικίας ἀναπλάσματαΕἶτα τίΠροστιθεμένου μικροῦ τινος ἀεὶ τοῦ λυποῦντος (ὃ λυπηρὸν ἡ φιλονεικία ποιεῖ), κινδυνεύει συναποῤῥαγῆναι ταῖς συλλαβαῖς τὰ πέρατα.» άγιος Γρηγόριος θεολόγος PG 35, 1124C-1125A

[66] ΙωανΒ΄, 19

[67] Ιωαν.Ι΄, 17-18

[68] «Why is it the Holy Spirit who raises Christ from the dead? Christ is God. so death could never have held him, so why is there this need for the Spirit? The Ηoly Spirit makes the whole incarnation an expression of the freedom in which, because of Christ, man now participates.» «Γιατί είναι το Άγιο Πνεύμα που ανασταίνει τόν Χριστό από τους νεκρούς;  Ο Χριστός είναι ο Θεός. Ππότε ο θάνατος δεν θα μπορούσε ποτέ να τόν κρατήσει, γιατί γιατί υπάρχει αυτή ανάγκη για το Πνεύμα; Το Αγιο Πνεύμα  κάνει ολόκληρη τήν ενσάρκωση μια έκφραση  ελευθερίας στην οποία, λόγω τοῦ Χριστού, ο άνθρωπος συμμετέχει τώρα.» John D. Zizioulas, Lectures in Christian Dogmatics,t&t Clark, London, 2008, σελ 107

«Ιn taking on human flesh, the Son took on death and suffered the pain of the cross and death. However, death did not succeed in holding on to him so he was not finally overcome by it. He was raised from the dead by the Holy Spirit. The biblical witness is clear that it was the Father who raised the Son through the Holy Spirit. Whatever occurs in Christology is a matter of persons, not of natures, so the Spirit is crucial to all Christology.  It is not enough to say it was Christs divine nature that overcame death. The idea that it was by his divine nature that Christ overcame death was introduced by Pope Leo I in the council of Chalcedon, against Cyrils insistence that agency can be attributed only to persons, not to natures.» «Λαμβάνοντας ανθρώπινη σάρκα, ο Υιός πέθανε καὶ υπέφερε τόν πόνο τοῦ σταυρού καὶ τοῦ θανάτου. Ωστόσο, ο θάνατος δεν κατάφερε να επικρατήσει επ’ αυτου, οπότε αυτος  τελικά κατανικηθηκε απ΄ αυτόν. Ανασταθηκε εκ νεκρων  από το Άγιο Πνεύμα. Η βιβλική μαρτυρία είναι σαφης ότι ήταν ο Πατέρας  εκεινος ο οποίος ανεστησε τόν Υιό δια τοῦ Αγίου Πνεύματος.  Οτι συμβαινει στην Χριστολογια είναι θεμα προσωπων, όχι φυσεων, ετσι το Πνευμα είναι κρισιμο στην ολη Χριστολογια. Δεν είναι αρκετό να πω ότι ήταν θεία φύση τοῦ Χριστού που νίκησε το θάνατο . Η ιδέα ότι ήταν από τη θεϊκή τοῦ ότι ο Χριστός νίκησε το θάνατο εισήχθη από τόν Πάπα Λέοντα Ι στην Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνας , ενάντια επιμονή τοῦ Κυρίλλου  η αιτιοτητα μπορεί να αποδοθεί μόνο σε πρόσωπα , όχι σε  φύσεις» John DZizioulasLectures in Christian Dogmatics,t&t ClarkLondon, 2008, σελ 148-149

«The resurection and defeat of death is the Spirit’s act in transcending all limits, and all dissolution of death. Through Christian dogmatics have not always been very clear about this, the Bible tell us that it was “the Spirit who raised Jesus from the Dead. (Romans 8.11) Just like the conception and birth  and the ministry, passion and resurrection take place by the Holy Spirit. . Why is it the Holy Spirit who raises Christ from the dead? Christ is God, so death could never have held him, so why is there this need for the Spirit? The Holy Spirit makes the whole incarnation an expression of the freedom in which, because of Christ, man now participates.”  « Η ανάσταση και την ήττα του θανάτου είναι πράξη του Πνεύματος να ξεπεράσει όλα τα όρια , και όλη την διαλυση του θανάτου . Δια μέσου της Χριστιανικής Δογματικής δεν υπήρξε πάντοτε πολύ σαφες  το σχετικο με αυτό , η Αγία Γραφή μας λέει ότι ήταν « το Πνεύμα  ηταν που ανέστησε τον Ιησού από τους νεκρούς. ( Ρωμαίους 8.11 ). Ακριβώς όπως τη σύλληψη και τη γέννηση και το υπουργείμα , το πάθος και η ανάσταση ελάβαν χώρα από το Άγιο Πνεύμα .. Γιατί είναι το Άγιο Πνεύμα που ανεστησε τον Χριστό από τους νεκρούς ; Ο Χριστός είναι ο Θεός , εστι ο θάνατος δεν θα μπορούσε ποτέ να τον κρατούσε , οπότε γιατί να υπάρχει αυτή η ανάγκη για το Πνεύμα ; Το Άγιο Πνεύμα κάνει όλη την ενσάρκωση μια έκφραση της ελευθερίας στην οποία , εξαιτίας του Χριστού , ο άνθρωπος συμμετέχει τώρα .  " John D. Zizioulas, Lectures in Christian Dogmatics,t&t Clark, London, 2008, σελ 107

Και όταν πάμε στην Ανάσταση, που είναι πλέον η υπέρβαση τῆς φθοράς και τοῦ θανάτου, πάλι δεν πρέπει να λησμονούμε αυτό που δυστυχώς λησμονούμε και δεν μας το λέει η Δογματική αλλά η Γραφή στην Κ. Διαθήκη, ότι ο Θεός ήγειρε τόν Χριστόν δια τοῦ ΠνεύματοςΤο θαύμα τῆς Αναστάσεως όμως, το θαύμα τῆς συλλήψεως, τῆς γεννήσεως, τῆς ενσαρκώσεως, δεν είναι θαύμα που πραγματοποιείται χωρίς τήν παρέμβαση τοῦ Αγίου Πνεύματος.  Θα μπορούσε ν' αναστηθεί ο Χριστός και μόνο λόγω τοῦ ότι ήταν Θεός, είχε θεία φύση. Τι χρειάζεται η αναφορά στο Άγιο Πνεύμα; Γιατί ανίσταται ο Χριστός δια τοῦ Αγίου Πνεύματος; Μια λεπτομέρεια, που σχεδόν αποσιωπάται. Ποιος από τους πιστούς, ποιος από μας ακούει αυτήν τήν αλήθεια; Για όλους μας η Ανάσταση είναι ένα θαύμα, που γίνεται λόγω τοῦ ότι ο Χριστός ήταν Θεός και είχε θεϊκή δύναμη και νίκησε τόν θάνατοΤότε το εν Πνεύματι, το δια τοῦ Πνεύματος, που λέει ο Παύλος, είναι άνευ σημασίας. Αλλά τίποτε δεν είναι άνευ σημασίας. Η Χριστολογία δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς αναφορά στον ρόλο τοῦ Πατρός και στον ρόλο τοῦ Πνεύματος. Το Πνεύμα λοιπόν, όχι μόνον ενοικεί στον Χριστό και τόν κάνει Χριστό, αλλά περνώντας από αυτά τα κρίσιμα σημεία τῆς πορείας τῆς Χριστολογίας, που είναι οι μεγάλες αποφάσεις, τα μεγάλα βήματα που γίνονται, όπως η σύλληψη, οι πειρασμοί, ο Σταυρός, η Ανάσταση, καθιστά τήν Χριστολογία ένα γεγονός ελευθερίας, στο οποίο μετέχει πλέον ο άνθρωπος ελεύθερα, διότι ο Χριστός ως άνθρωπος και όχι μόνον ως Θεός παίρνει αυτές τις ελεύθερες αποφάσεις, για να εφαρμόσει το σχέδιο τοῦ Θεού με όλες τις συνέπειες που είχε. Αποτέλεσμα αυτού τοῦ πράγματος είναι ότι το Πνεύμα, το οποίο απελευθερώνει από τους πειρασμούς τοῦ κτιστού, που είναι η φθορά και ο θάνατος, αυτό το Πνεύμα, περνάει πλέον στην ανθρώπινη φύση δια τοῦ Χριστού. Και αφού στο πρόσωπο τοῦ Χριστού με τήν ενέργεια τοῦ Αγίου Πνεύματος, υπερβαίνεται η φθορά, υπερβαίνεται ο θάνατος, αφού συμβαίνουν αυτά στον Χριστό, το πρόσωπο τοῦ Χριστού καθίσταται πλέον ένα σώμα, επάνω στο οποίο η όλη ανθρωπότητα γίνεται μέτοχος τοῦ Αγίου Πνεύματος. Και έτσι ο Χριστός παύει να είναι ένα άτομο, γίνεται μια καθολική ύπαρξη, η οποία πήρε πάνω τη μοίρα τοῦ πεσμένου κτιστού, και έτσι τώρα παίρνει επάνω τῆς τήν μοίρα τοῦ λυτρωμένου κτιστού, τοῦ απελευθερωμένου κτιστού από τα όριά του, γιατί αυτή είναι η λύτρωση από τα όρια τοῦ κτιστού. Αυτή η λύτρωση, αυτή η απελευθέρωση από τα όρια τοῦ κτιστού είναι έργο τοῦ Αγίου Πνεύματος, που συντελείται πρώτα στο πρόσωπο τοῦ Χριστού, διότι το Πνεύμα ανιστά τόν Χριστό, και εν συνεχεία περνάει στους ανθρώπους πάλι ως δωρεά και ενέργεια τοῦ Αγίου Πνεύματος. Γι' αυτό και ο Χριστός ως το καθολικό αυτό ον, στο οποίο υπερβαίνονται τα όρια τοῦ κτιστού, αυτός ο Χριστός μεταδίδει ή πραγματοποιεί τήν υπέρβαση των ορίων τοῦ κτιστού για όλη τήν ανθρωπότητα, όχι σαν άτομο Χριστός αλλά δια τοῦ Αγίου Πνεύματος, δίνοντας το Άγιο Πνεύμα.»  Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννου Ζηζιούλα,Περί Δογματικής καὶ Δογμάτων, Μαθήματα των ετών 1984 – 85, Σάββας Παυλίδης

[69] «62. Papa probabilius etiam ut persona privata non potest in hæresim incidere et in fide deficere.» «Πιο πιθανό ο Πάπας ακόμη και ως ιδιώτης δεν μπορεί να πέσει σε αίρεσηκαι να αποτύχει στην πίστη.» Lucii Ferraris Prompta bibliotheca canonica, 1858, Column 1824

Πηγή