ΚΥΡΙΑΚΗ ΛΟΥΚΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ

 [:Κολ. 4,5-11]

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

 

      «ν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρὸς τοὺς ἔξω, τὸν καιρὸν ἐξαγοραζόμενοι. ὁ λόγος ὑμῶν πάντοτε ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος, εἰδέναι πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι (:Να συμπεριφέρεστε με σύνεση στους ανθρώπους που είναι έξω απ’ την Εκκλησία, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που σας παρουσιάζονται για να κάνετε το καλό. Ο λόγος σας να είναι πάντοτε χαριτωμένος, αρτυμένος με το αλάτι της συνέσεως, ώστε να είναι βέβαια ευχάριστος, όχι όμως και βρώμικος· να ξέρετε πώς πρέπει να αποκρίνεστε στον καθένα)» [Κολ.4,5-6].

 Αυτό που ο Χριστός έλεγε προς τους μαθητές Του, αυτό και ο Παύλος συμβουλεύει τώρα. Και τι έλεγε ο Χριστός; «δοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί (:Να λοιπόν, Εγώ ο Κύριός σας σάς αποστέλλω για να είστε σαν πρόβατα ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους, με τους οποίους μοιάζουν οι εχθροί του ευαγγελίου, οι οποίοι είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της σάρκας.

     Αφού λοιπόν τόσο δεινή θα είναι η θέση σας, φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι και απλοί σαν τα περιστέρια)» [Mατθ. 10,16]. Δηλαδή, «να είστε προσεκτικοί και προφυλακτικοί για τον εαυτό σας, χωρίς να δίνετε σε αυτούς καμία αφορμή εναντίον σας». Γι' αυτό λοιπόν επιμένει, «προς τους έξω της Εκκλησίας», για να μάθουμε ότι δεν μας χρειάζεται τόση ασφάλεια προς της Εκκλησίας τα μέλη, όση προς τους έξω. Γιατί όπου υπάρχουν αδελφοί, υπάρχει και συγνώμη πολλή και αγάπη. Πρέπει βέβαια να υπάρχει και εδώ ασφάλεια, πολύ περισσότερο όμως έξω, γιατί δεν είναι το ίδιο να βρισκόμαστε ανάμεσα σε εχθρούς και αντιπάλους, και ανάμεσα σε φίλους. 

    Έπειτα, επειδή τους φόβισε, πρόσεχε πάλι πώς τους δίνει θάρρος: «Επωφελούμενοι», λέγει, «από τις περιστάσεις», δηλαδή είναι μικρή η παρούσα ζωή. Και έλεγε αυτά χωρίς να θέλει να γίνουν αυτοί πολυμήχανοι, ούτε υποκριτές, γιατί αυτό δεν είναι απόδειξη σοφίας, αλλά ανοησίας· αλλά τι; «Σε εκείνους που δεν σας βλάπτουν», λέγει, «μην τους δίνετε καμία αφορμή». Αυτό και όταν έγραφε προς τους Ρωμαίους, το λέγει: «πόδοτε οὖν πᾶσι τὰς ὀφειλάς, τῷ τὸν φόρον τὸν φόρον, τῷ τὸ τέλος τὸ τέλος, τῷ τὸν φόβον τὸν φόβον, τῷ τὴν τιμὴν τὴν τιμήν(: Αποδώστε λοιπόν σε όλους όσους κατέχουν εξουσία ό,τι τους οφείλετε ως χρέος και καθήκον. Σε εκείνον που εισπράττει τον φόρο για τα εισοδήματα και τον κεφαλικό φόρο, αποδώστε τον φόρο. Σε εκείνον που εισπράττει τους τελωνειακούς δασμούς, αποδώστε τον τελωνειακό δασμό. Σε εκείνον που ανήκει ο βαθύς σεβασμός, αποδώστε τον βαθύ σεβασμό. Σε εκείνον που ανήκει η τιμή, αποδώστε την τιμή)» [Ρωμ.13,7].

     «Ο πόλεμός σου ας είναι μόνο για το κήρυγμα», λέγει· από καμία άλλη αφορμή ας μην αρχίζει αυτός ο πόλεμος. Γιατί εάν πρόκειται να τους αποστρεφόμαστε και για άλλα πράγματα, ούτε αμοιβή θα λάβουμε, και αυτοί θα είναι χειρότεροι και θα φανούν ότι μας κατηγορούν δίκαια· όπως για παράδειγμα, αν δεν πληρώνουμε τους φόρους, αν δεν αποδίδουμε τις πρέπουσες τιμές, αν δεν είμαστε ταπεινοί. Δεν βλέπεις τον Παύλο, όπου τίποτε δεν έβλαπτε το κήρυγμα, πώς υποχωρούσε; Άκουε λοιπόν αυτόν να λέγει στον Αγρίππα[: πρόκειται για τον Ηρώδη Αγρίππα Β΄, ενώπιον του οποίου απολογήθηκε ο Παύλος· βλ. Πράξ. 25,13-26,32]: «Περὶ πάντων ὧν ἐγκαλοῦμαι ὑπὸ Ἰουδαίων, βασιλεῦ Ἀγρίππα, ἥγημαι ἐμαυτὸν μακάριον ἐπὶ σοῦ μέλλων ἀπολογεῖσθαι σήμερον, μάλιστα γνώστην ὄντα σε πάντων τῶν κατὰ Ἰουδαίους ἐθῶν τε καὶ ζητημάτων· διὸ δέομαί σου μακροθύμως ἀκοῦσαί μου(:Θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχή, βασιλιά Αγρίππα, διότι πρόκειται να απολογηθώ σήμερα ενώπιόν σου για όλα όσα με κατηγορούν οι Ιουδαίοι. Είμαι ευτυχής γι’ αυτό, διότι εσύ  κατεξοχήν γνωρίζεις όλα τα έθιμα που επικρατούν στους Ιουδαίους και όλα τα θρησκευτικά ζητήματα που συζητούνται απ’ αυτούς. Γι’ αυτό σε παρακαλώ να με ακούσεις με υπομονή, εάν αναγκαστώ να μακρηγορήσω)» [Πράξ. 26,2-3]. Εάν όμως νόμιζε ότι έπρεπε να υβρίζει τον άρχοντα, θα ανέτρεπε τα πάντα.

     Άκου και τους αποστόλους που ήσαν μαζί με τον μακάριο Πέτρο, πώς αποκρίνονται με επιείκεια στους Ιουδαίους, λέγοντας: «Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις (:Υποχρέωση και καθήκον έχουμε να πειθαρχούμε πιο πολύ στον Θεό, που μας διέταξε με τον άγγελό Του να εξακολουθήσουμε το δημόσιο κήρυγμά μας, παρά σε σας τους ανθρώπους, που μας διατάξατε να σιωπούμε)» [Πράξ. 5,29]. Αν και άνθρωποι απελπισμένοι από τη ζωή τους, μπορούσαν και να υβρίζουν και οτιδήποτε να κάνουν. Γι΄ αυτό όμως απελπίστηκαν από τη ζωή, για να μην είναι ματαιόδοξοι, γιατί αυτό είναι αποτέλεσμα ματαιοδοξίας, αλλά για να κηρύττουν και να λέγουν με παρρησία τα πάντα· εκείνο όμως αποδεικνύει την έλλειψη μέτρου.

     « λόγος ὑμῶν πάντοτε ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος (:Ο λόγος σας να είναι πάντοτε χαριτωμένος, αρτυμένος με το αλάτι της συνέσεως, ώστε να είναι βέβαια ευχάριστος, όχι όμως και βρώμικος)» [Κολ. 4,6], δηλαδή, να μη μεταβάλλεται το ευχάριστο σε αδιαφορία. Γιατί επιτρέπεται και να αστειεύεστε, επιτρέπεται όμως με την πρέπουσα ευπρέπεια· «εἰδέναι πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι (:να ξέρετε πως πρέπει να αποκρίνεστε στον καθένα)». «Ώστε δεν πρέπει να συζητάτε όμοια με όλους, εννοώ με τους Έλληνες και τους αδελφούς. Καθόλου δεν πρέπει να γίνεται αυτό, γιατί είναι απόδειξη της πιο μεγάλης ανοησίας». 

    «Τὰ κατ' ἐμὲ πάντα γνωρίσει ὑμῖν Τυχικὸς ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος καὶ σύνδουλος ἐν Κυρίῳ (:Τις ειδήσεις για μένα θα σας τις γνωστοποιήσει όλες ο Τυχικός, ο αγαπητός αδελφός και πιστός διάκονος και σύνδουλός μου εν Κυρίω)» [Κολ. 4,7]. Πόση είναι η σοφία του Παύλου; Πώς δεν θέτει τα πάντα μέσα στις επιστολές, αλλά τα απαραίτητα και τα κατεπείγοντα; Πρώτο, γιατί δεν θέλει να τις επεκτείνει σε μήκος· δεύτερο, για να καταστήσει και αυτόν που φεύγει περισσότερο σεβαστό, ώστε να έχει να διηγείται κάτι· τρίτο, για να αποδείξει πώς διάκειται ο Τυχικός προς αυτόν, γιατί δεν θα του ανέθετε αυτά. Έπειτα, υπήρχαν εκείνα που δεν έπρεπε να φανερωθούν με τα γράμματα. «Ο αγαπητός», λέγει, «αδελφός». Εάν είναι αγαπητός, τα πάντα γνωρίζει και τίποτε δεν του έκρυπτε. «Και πιστός διάκονος και σύνδουλός μου στον Κύριο». Εάν είναι πιστός, δεν θα πει κανένα ψέμα· εάν είναι σύνδουλος, έχει γίνει μέτοχος των πειρασμών. Συνεπώς από παντού συγκέντρωσε το αξιόπιστο.

      «ὃν ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο, ἵνα γνῷ τὰ περὶ ὑμῶν καὶ παρακαλέσῃ τὰς καρδίας ὑμῶν (:Σας τον έστειλα ακριβώς γι΄ αυτό, για να μάθει πώς είστε και να παρηγορήσει τις καρδιές σας)» [Κολ. 4,8]. Εδώ αποδεικνύει τη μεγάλη αγάπη του, αφού βέβαια γι΄αυτό τον έχει στείλει και αυτή υπήρξε η αιτία της μεταβάσεώς του εκεί. Αυτό και όταν έγραφε στους Θεσσαλονικείς έλεγε: «Διὸ μηκέτι στέγοντες εὐδοκήσαμεν καταλειφθῆναι ἐν Ἀθήναις μόνοι, καὶ ἐπέμψαμεν Τιμόθεον, τὸν ἀδελφὸν ἡμῶν καὶ διάκονον τοῦ Θεοῦ καὶ συνεργὸν ἡμῶν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὸ στηρίξαι ὑμᾶς καὶ παρακαλέσαι ὑμᾶς περὶ τῆς πίστεως ὑμῶν(:και σας στείλαμε τον Τιμόθεο τον αδελφό μας και διάκονο του Θεού και συνεργάτη μας στο κήρυγμα του Ευαγγελίου του Χριστού, για να σας στηρίξει, να σας παρηγορήσει και να σας ενισχύσει στην πίστη σας)» [Α΄Θεσ. 3,1-2]. Και στους Εφεσίους ακόμη τον ίδιο στέλνει και για την ίδια αιτία: «ὃν ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο (:Σας τον έστειλα γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό)», λέγει, «ἵνα γνῶτε τὰ περὶ ἡμῶν καὶ παρακαλέσῃ τὰς καρδίας ὑμῶν(:για να μάθετε όλα τα δικά μας νέα και για να παρηγορήσει τις καρδιές σας)» [Εφ. 6,22]. Πρόσεχε τι λέγει: όχι για να μάθετε εσείς τα δικά μου, αλλά για να μάθω εγώ τα δικά σας· έτσι πουθενά δεν θέτει την δική του κατάσταση. Παρουσιάζει αυτούς να βρίσκονται και σε πειρασμούς με το να πει «για να παρηγορήσει τις καρδιές σας».

     «Σὺν ᾿Ονησίμῳ τῷ πιστῷ καὶ ἀγαπητῷ ἀδελφῷ, ὅς ἐστιν ἐξ ὑμῶν· πάντα ὑμῖν γνωριοῦσι τὰ ᾧδε(:Σας τον έστειλα μαζί με τον Ονήσιμο, τον πιστό και αγαπητό αδελφό, ο οποίος είναι συμπολίτης σας, απ’ τις Κολασσές κι αυτός. Αυτοί θα σας δώσουν πληροφορίες για όλα όσα συμβαίνουν εδώ)» [Κολ. 4,9]. Ο Ονήσιμος είναι αυτός, για τον οποίο γράφοντας στον Φιλήμονα έλεγε: «ὃν ἐγὼ ἐβουλόμην πρὸς ἐμαυτὸν κατέχειν, ἵνα ὑπὲρ σοῦ διακονῇ μοι ἐν τοῖς δεσμοῖς τοῦ εὐαγγελίου χωρὶς δὲ τῆς σῆς γνώμης οὐδὲν ἠθέλησα ποιῆσαι, ἵνα μὴ ὡς κατὰ ἀνάγκην τὸ ἀγαθόν σου ᾖ, ἀλλὰ κατὰ ἑκούσιον (:Ήθελα να τον κρατήσω κοντά μου, για να με διακονεί αντί για σένα τώρα που είμαι φυλακισμένος εξαιτίας του ευαγγελικού κηρύγματος. Αλλά χωρίς τη δική σου γνώμη και συγκατάθεση δεν θέλησα να κάνω τίποτε, για να μην είναι σαν αναγκαστική η ευεργετική εξυπηρέτηση που θα μου έκανες προσφέροντάς μου τον Ονήσιμο, αλλά να προέρχεται από την καρδιά σου και από την πρόθυμη θέλησή σου)» [Φιλημ. 1,13-14]. Προσθέτει και το εγκώμιο της πόλεως, για να καυχώνται επιπλέον και να μην ντρέπονται μόνο. «Ο οποίος είναι συμπολίτης σας», λέγει· «πάντα ὑμῖν γνωριοῦσι τὰ ᾧδε (:Αυτοί θα σας δώσουν πληροφορίες για όλα όσα συμβαίνουν εδώ)».

     «σπάζεται ὑμᾶς ᾿Αρίσταρχος ὁ συναιχμάλωτός μου (:Σας ασπάζεται ο Αρίσταρχος, ο οποίος με συντροφεύει και με υπηρετεί κι έγινε έτσι αιχμάλωτος μαζί μου στη φυλακή)» [Κολ. 4,10]. Τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο από το εγκώμιο αυτό . Ο Αρίσταρχος αυτός απέπλευσε από τα Ιεροσόλυμα μαζί με τον Παύλο[Αρίσταρχος: συνεργάτης του Παύλου από τη Θεσσαλονίκη, Χριστιανός από τους Ιουδαίους. Συνόδευσε τον Παύλο στην τρίτη περιοδεία του. Στην Έφεσο κινδύνευσε η ζωή του, έπειτα πήγε μαζί με τον Παύλο στα Ιεροσόλυμα και στη συνέχεια στη Ρώμη, όπου και ήταν συναιχμάλωτός του. Τα σχετικά χωρία: Πράξ. 19,29· 20,4· Φιλ. 23]. Μεγαλύτερα από τους προφήτες είπε αυτός, γιατί εκείνοι ονομάζουν τους εαυτούς τους ξένους και προσωρινούς, αυτός όμως και αιχμάλωτο. Σαν αιχμάλωτο, έτσι τον πήγαιναν εδώ και εκεί, και ήταν εκτεθειμένος στην κακή μεταχείριση όλων, καλύτερα όμως χειρότερα και από τους αιχμαλώτους. Γιατί εκείνους, όταν τους συλλάβουν οι αντίπαλοι, τους περιποιούνται στη συνέχεια πολύ, επειδή τους φροντίζουν όλοι σαν εχθρό και αντίπαλο, δέρνοντας, μαστιγώνοντας, υβρίζοντας, συκοφαντώντας. Αυτό ήταν και σε εκείνους παρηγοριά, όταν και ο διδάσκαλος ήταν στην αυτή κατάσταση.

     «Καὶ Μᾶρκος ὁ ἀνεψιὸς Βαρνάβα (:σας χαιρετά και ο Μάρκος, ο ανεψιός του Βαρνάβα)». Και αυτόν επαίνεσε τότε από τη συγγένεια, γιατί ο Βαρνάβας ήταν σπουδαίος άντρας «περὶ οὗ ἐλάβετε ἐντολάς ἐὰν ἔλθῃ πρὸς ὑμᾶς, δέξασθε αὐτόν (:για τον οποίο πήρατε οδηγίες˙ εάν έλθει σε σας, φιλοξενήστε τον)». Τι λοιπόν; Δεν τον δέχονταν; «Ναι, αλλά με μεγάλη φροντίδα», λέγει και αυτό αποδεικνύει σπουδαίο τον άντρα. Από πού έλαβαν τις εντολές, δεν λέγει.

     «Καὶ ᾿Ιησοῦς ὁ λεγόμενος ᾿Ιοῦστος (:Σας ασπάζεται και ο Ιησούς που λέγεται και Ιούστος)». Ίσως ήταν από την Κόρινθο αυτός. Έπειτα, αποδίδει το κοινό εγκώμιο, λέγοντας αυτό που ανήκει στον καθένα· «οἱ ὄντες ἐκ περιτομῆς, οὗτοι μόνοι συνεργοὶ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, οἵτινες ἐγενήθησάν μοι παρηγορία (:Είναι και οι τρεις Χριστιανοί από τους περιτμημένους. Κι αυτοί είναι οι μόνοι απ’ τους Ιουδαίους Χριστιανούς που είναι εδώ συνεργάτες μου για τη διάδοση της βασιλείας του Θεού, οι οποίοι έγιναν και η παρηγοριά μου)» [Κολ. 4,11]. Επειδή είπε: «συναιχμάλωτός μου», για να μην υποβιβάσει την ψυχή αυτών που τον ακούουν, πρόσεχε πώς θέτει αυτό και τους εξυψώνει. «Συνεργάτες», λέγει, «στη βασιλεία του Θεού». Ώστε όταν μετέχουν στους πειρασμούς, μετέχουν στη βασιλεία. «Οι οποίοι μου έγιναν παρηγοριά» Αποδεικνύει αυτούς μεγάλους, επειδή βέβαια έχουν γίνει παρηγοριά στον Παύλο.

     Αλλά ας εξετάσουμε τη σύνεση του Παύλου. «Με φρόνηση», λέγει, «να συμπεριφέρεστε προς τους έξω της Εκκλησίας, εξαγοράζοντας τον καιρό». Δηλαδή, δεν είναι δικός σας ο καιρός, αλλά ανήκει σε εκείνους· να μη θέλετε λοιπόν να φέρεστε ως απόλυτοι κύριοι, αλλά να εξαγοράζετε τον καιρό. Και δεν είπε μόνο: «να αγοράζετε», αλλά, «να εξαγοράζετε», κάνοντας διαφορετικά δικό σας τον καιρό. Γιατί είναι έργο της περιττής μωρίας, να επινοούμε προφάσεις για πολέμους και αποστροφή. Γιατί εκτός που υπομένουμε περιττούς κινδύνους και δεν έχουμε όφελος, γίνεται και άλλη ζημία, το να μην μας πλησιάζουν οι Έλληνες. Όταν λοιπόν είσαι ανάμεσα στους αδελφούς φυσικά έχεις θάρρος· έξω όμως δεν πρέπει έτσι.

     Βλέπεις πως παντού λέγοντας τους έξω, εννοεί τους Έλληνες; Γι΄αυτό και στον Τιμόθεο γράφοντας, έλεγε: «Δεῖ δὲ αὐτόν καὶ μαρτυρίαν καλὴν ἔχειν ἀπὸ τῶν ἔξωθεν, ἵνα μὴ εἰς ὀνειδισμὸν ἐμπέσῃ καὶ παγίδα τοῦ διαβόλου (:Πρέπει να έχει επίσης και καλή μαρτυρία από τους ανθρώπους που βρίσκονται έξω από την Εκκλησία, για να μην του στήσει παγίδα ο διάβολος με τις κατηγορίες και τη διαπόμπευση των απίστων και πέσει στην παγίδα αυτή είτε με το να θυμώσει και μισήσει τους κατηγόρους του, είτε με το να χάσει το κύρος του και απογοητευθεί, είτε και με το να παρασυρθεί πάλι στα παλιά)» [Α΄Τιμ. 3,7]. Και αλλού έλεγε: «Τί γάρ μοι καὶ τοὺς ἔξω κρίνειν; (:Δεν σας έγραψα για τους μη χριστιανούς. Διότι τι δουλειά έχω εγώ να κρίνω και αυτούς που είναι έξω από την εκκλησία, τους μη χριστιανούς δηλαδή;)» [Α΄Κορ. 5,12]. Είναι πραγματικά έξω, αν και κατοικούν τον ίδιο με μας κόσμο, είναι έξω από τη βασιλεία και το πατρικό σπίτι.

     Συγχρόνως και παρηγορεί αυτούς, αποκαλώντας έξω εκείνους, πράγμα που έλεγε παραπάνω, ότι «ἀπεθάνετε γάρ, καὶ ἡ ζωὴ ὑμῶν κέκρυπται σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ (:Μη σας ελκύουν τα γήινα· διότι με το άγιο βάπτισμα πεθάνατε μυστηριακώς μαζί με τα παλαιά και γήινα φρονήματά σας. Και η θεία χάρις σας έδωσε νέα ζωή, η οποία είναι κρυμμένη μαζί με τον Χριστό μέσα στους κόλπους του Θεού και δεν φανερώθηκε ακόμη η δόξα της και η μακαριότητά της)» [Κολ. 3,3]. «Τότε», λέγει, «να ζητείτε τη δόξα, τότε τις τιμές, τότε όλα τα άλλα, τώρα όμως όχι, αλλά να τα παρέχετε σε εκείνους».

      Έπειτα, για να μη νομίσεις ότι εννοεί χρήματα, προσθέτει: «Ο λόγος σας να είναι πάντοτε χαριτωμένος, αρτυμένος με το αλάτι, ώστε να γνωρίζετε πώς πρέπει να αποκρίνεστε στον καθένα χωριστά». Για να μη γεμίσει υποκρισία, γιατί αυτό δεν είναι ευχάριστο, ούτε είναι αρτυμένο με αλάτι. Όπως για παράδειγμα, εάν είναι ανάγκη να περιποιηθείς χωρίς κινδύνους, να μη σταματήσεις· αν είναι ευκαιρία να συζητήσεις με φιλοφροσύνη, να μη θεωρήσεις το πράγμα κολακεία· να κάνεις τα πάντα που ανήκουν στην εξουσία, χωρίς να βλάπτεται η ευσέβεια. Δεν βλέπεις πως ο Δανιήλ υπηρετεί άνθρωπο ασεβή; Δεν βλέπεις τους τρεις παίδες, πώς συμπεριφέρονταν με σύνεση, επιδεικνύοντας και ανδρεία και παρρησία, και τίποτε αναιδές ούτε δυσάρεστο; Γιατί αυτό δεν είναι απόδειξη παρρησίας, αλλά ματαιοδοξίας. «Ώστε να γνωρίζετε», λέγει, «πώς πρέπει εσείς να αποκρίνεστε στον καθένα χωριστά». Διαφορετικά βέβαια στον άρχοντα, διαφορετικά στον απλό πολίτη· διαφορετικά στον πλούσιο, διαφορετικά στον πτωχό. Γιατί; Διότι οι ψυχές των πλουσίων και των αρχόντων είναι ασθενέστερες, περισσότερο ερεθίζονται, περισσότερο υποπίπτουν σε παραπτώματα. Συνεπώς εκεί πρέπει να είσαι συγκαταβατικός. Οι ψυχές των πτωχών και των απλών πολιτών είναι σταθερότερες και συνετότερες. Συνεπώς εδώ πρέπει να μεταχειρίζεσαι και πιο μεγάλη παρρησία, αποβλέποντας σε ένα μόνο, την οικοδομή.

     Μη, επειδή ο ένας είναι πλούσιος και ο άλλος πτωχός, τιμάς τον πρώτο περισσότερο και τον δεύτερο λιγότερο, αλλά εξαιτίας της αδυναμίας ο ένας ας υποστηρίζεται και ο άλλος όχι έτσι. Όπως αν δεν υπάρχει αιτία, να μην αποκαλείς τον Έλληνα μιαρό, ούτε να είσαι υβριστής· αλλά εάν ερωτηθείς για τη θρησκεία τους, απάντησε ότι είναι μιαρή και ασεβής· όταν όμως δεν σε ερωτά κανείς ούτε σε αναγκάζει να ομιλήσεις, δεν αρμόζει να απεχθάνεσαι απλώς· γιατί ποια ανάγκη υπάρχει για να δημιουργείς περιττές έχθρες; Πάλι, εάν κατηχείς κάποιον, να ομιλείς από δεδομένη πρόφαση, ύστερα να σιωπάς. Εάν είναι αρτυμένος με αλάτι ο λόγος, και αν ακόμη πέσει μέσα σε παραπαίουσα ψυχή, θα περισφίξει τη νωθρότητα· και αν πέσει σε σκληρή, θα μαλακώσει το σκληρό μέρος της, επειδή είναι ευχάριστος. Ούτε δυσάρεστος να είναι, ούτε πάλι χαλαρός, αλλά ας είναι και στυφός και ευχάριστος. Γιατί και εάν ψέξει χωρίς μέτρο, περισσότερο έβλαψε παρά ωφέλησε, και εάν αστειευτεί χωρίς μέτρο, περισσότερο λύπησε παρά ωφέλησε. Ώστε παντού πρέπει να είναι τα μέτρα. Να μην είσαι κατηφής και σκυθρωπός, γιατί  είναι αηδές αυτό· ούτε να είσαι διαχυτικός, γιατί εύκολα περιφρονείσαι και καταπατείσαι. Αλλά αφού λάβεις την αρετή από το καθένα να αποφύγεις την κακία, όπως η μέλισσα, από το ένα τη φαιδρότητα και από το άλλο τη σεμνότητα. Γιατί εάν ο ιατρός δεν μεταχειρίζεται με όμοιο τρόπο όλα τα σώματα, πολύ περισσότερο ο διδάσκαλος. Αν και θα μπορούσαν να υποφέρουν τα ακατάλληλα φάρμακα περισσότερο τα σώματα, παρά η ψυχή τον λόγο. Όπως, πλησιάζει Έλληνας και γίνεται φίλος σου; Να μη συζητήσεις μαζί του τίποτε γι΄αυτό, μέχρις ότου θα γίνει πολύ φίλος· και όταν γίνει, να το κάνεις με ήρεμο τρόπο.

     Πρόσεχε και ο Παύλος όταν ήλθε στην Αθήνα, πώς μίλησε σε αυτούς. Δεν είπε «μιαροί και παμμίαροι», αλλά τι; «ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ(:Άνδρες Αθηναίοι, σαν πιο ευλαβείς σε όλα και πιο θρήσκους από πολλούς άλλους σας βλέπω)» [Πράξ. 17,22]. Πάλι όταν έπρεπε να υβρίσει, δεν απέφυγε, αλλά με πολλή επιθετικότητα έλεγε στον Έλυμα: «ὦ πλήρης παντὸς δόλου καὶ πάσης ῥαδιουργίας, υἱὲ διαβόλου, ἐχθρὲ πάσης δικαιοσύνης, οὐ παύσῃ διαστρέφων τὰς ὁδοὺς Κυρίου τὰς εὐθείας;(:Γιε του διαβόλου, που είσαι γεμάτος από κάθε είδους δόλο και απάτη, κάθε πονηριά και ραδιουργία˙ εσύ που είσαι εχθρός κάθε αρετής, δεν θα σταματήσεις να διαστρέφεις και να παρουσιάζεις πλανεμένους και στραβούς τους ευθείς και ίσιους δρόμους του Θεού; (δηλαδή το φωτιστικό και αληθινό κήρυγμα της θείας διδασκαλίας, με το οποίο ο Κύριος θέλει να οδηγήσει τους ανθρώπους στη σωτηρία)» [Πράξ. 13,10]. Όπως λοιπόν ήταν χαρακτηριστικό μωρίας το να υβρίσουν εκείνοι, έτσι ήταν χαρακτηριστικό μαλθακότητας το να μην υβρίσει αυτός. 

     Πάλι, προσήχθηκες για υπόθεση σε άρχοντα; Να απονείμεις τις προσήκουσες τιμές. «Θα σας γνωστοποιήσουν», λέγει, «όλα τα εδώ συμβαίνοντα». Γιατί δεν συμφιλιώθηκες, λέγει; Και τι σημαίνει, «θα σας γνωστοποιήσουν τα πάντα»; Δηλαδή, τα δεσμά και όλα τα άλλα που με πιέζουν. «Δεν θα υστερούσα εγώ, ο οποίος προσεύχομαι να δω αυτούς και στέλνω άλλους, εάν δεν με πίεζε μεγάλη ανάγκη». Και βέβαια αυτό δεν ήταν στο χέρι των κατηγόρων. Και μάλιστα ισχυρών κατηγόρων. Γιατί το να μάθουν ότι και σε πειρασμούς περιέπεσε και τους υπέμεινε γενναία, τούτο το πράγμα έδινε πεποίθηση και στήριζε τις ψυχές εκείνων.

     «Μαζί με τον Ονήσιμο», λέγει, «τον αγαπητό και πιστό αδελφό». Ο Παύλος ονομάζει αδελφό τον δούλο· είναι φυσικό, αφού βέβαια και τον εαυτό του ονομάζει «δούλο των πιστών». Ας καταστρέψουμε όλοι την έπαρση, ας περιφρονήσουμε την αλαζονεία. Ο Παύλος ονομάζει τον εαυτό του δούλο, αυτός που είναι ισάξιος της οικουμένης και απείρων ουρανών, και εσύ υπερηφανεύεσαι; Αυτός που ρύθμιζε τα πάντα όπως ήθελε, αυτός που έχει τα πρωτεία στη βασιλεία των ουρανών, ο στεφανωμένος, αυτός που ανέβηκε στον τρίτο ουρανό, τους δούλους ονομάζει αδελφούς και συνδούλους. Πού είναι η τρέλα; Πού είναι η αλαζονεία; Τόσο αξιόπιστος έχει γίνει ο Ονήσιμος, ώστε να του εμπιστεύεται αυτά. «Και ο Μάρκος», λέγει, «ο ανεψιός του Βαρνάβα, για τον οποίο λάβατε εντολές. Να δεχτείτε αυτόν». Ίσως από τον Βαρνάβα έλαβαν εντολές. «Οι οποίοι προέρχονται από περιτομή». Συγκρατεί την έπαρση των Ιουδαίων, εξυψώνει τις ψυχές αυτών, διότι λίγοι είναι από περιτομή και οι περισσότεροι από τους εθνικούς. «Οι οποίοι μου έγιναν», λέει, «παρηγοριά». Παρουσιάζει τον εαυτό του να ήταν σε μεγάλους πειρασμούς. 

Ώστε ούτε τούτο είναι μικρό, όταν παρηγορούμε τους αγίους και με την παρουσία μας και με τον λόγο και με την περιποίηση, όταν υποφέρουμε μαζί τους, «Μιμνήσκεσθε τῶν δεσμίων ὡς συνδεδεμένοι, τῶν κακουχουμένων ὡς καὶ αὐτοὶ ὄντες ἐν σώματι(:Να θυμάστε τους φυλακισμένους, σαν να είστε και σεις μαζί τους δεμένοι με τις αλυσίδες της φυλακής. Να θυμάστε όσους υποφέρουν και κακοπαθούν, διότι και σεις έχετε σώμα φθαρτό και μπορεί να βρεθείτε αύριο στη θέση τους και να υποφέρετε αυτά που υποφέρουν αυτοί σήμερα)», λέγει [Εβρ.13,3]· όταν τα πάθη εκείνων κάνουμε δικά μας, και θα συμμετάσχουμε στα βραβεία.

Δεν σύρθηκες στο στάδιο; Δεν κατήλθες στον αγώνα; Άλλος αγωνίζεται; Άλλος παλεύει; Αλλά, εάν θέλεις, θα συμμετάσχεις και εσύ· ετοίμασε εκείνον, να γίνεις θαυμαστής και οπαδός του, να φωνάζεις δυνατά από έξω, να εξάπτεις τη δύναμή του, να τονώνεις την ψυχή του. Είναι επόμενο να γίνονται αυτά σε όλους τους άλλους. Ο Παύλος βέβαια δεν τα είχε ανάγκη, αλλά έλεγε αυτά για να εξυψώνει εκείνους. Εσύ λοιπόν σε όλους τους άλλους να αποστομώνεις εκείνους που θέλουν να κακολογούν, να κάνεις σε αυτόν θαυμαστές, να τον υποδεχτείς όταν εξέρχεται με μεγάλη περιποίηση· έτσι θα συμμετάσχεις στα βραβεία και στη δόξα. Και αν ακόμη δεν κάμεις τίποτε άλλο, θα ευχαριστηθείς για τα συμβάντα, και έτσι έλαβες μέρος όχι τυχαία, γιατί πρόσφερες αγάπη, τη βάση όλων των αγαθών.

     Εάν λοιπόν αυτοί που κλαίνε νομίζουν ότι συμμετέχουν στο πένθος και προσφέρουν στους πενθούντες μεγάλη χάρη και εξαλείφουν το περισσότερο μέρος της οδύνης, πολύ περισσότερο και αυτοί που χαίρουν κάνουν πιο μεγάλη την ηδονή. Γιατί πόσο μεγάλο καλό είναι το να μην έχει κανείς αυτούς που μετέχουν στη λύπη του άκουε τον προφήτη που λέγει: «Καὶ ὑπέμεινα συλλυπούμενον, καὶ οὐχ ὑπῆρξε, καὶ παρακαλοῦντας, καὶ οὐχ εὗρον (:Και περίμενα κάποιον να μετέχει στη λύπη μου, και δεν υπήρξε κανείς· και αναζήτησα κάποιους να με παρηγορήσουν και δεν βρήκα κανένα)» [Ψαλμ. 68,21]. Γι΄αυτό και ο Παύλος λέγει: «Χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων (:Να χαίρεστε μαζί με εκείνους που χαίρονται και να κλαίτε μαζί με εκείνους που κλαίνε)» [Ρωμ.12,15]. 

     Να μεγαλώνεις τη χαρά· εάν δεις ότι ο αδελφός προκόπτει, μην πεις: «Η επιτυχία είναι εκείνου, εγώ για ποιον λόγο να χαίρομαι;». Δεν είναι αδελφού αυτά τα λόγια, αλλά εχθρού. Εάν θέλεις, δεν είναι εκείνου η επιτυχία, αλλά δική σου· μπορείς εσύ να κάνεις αυτήν πιο μεγάλη, αν δεν γίνεις σκυθρωπός, αλλά αν ευχαριστηθείς, αν γίνεις εύθυμος, αν γίνεις χαρούμενος. Και ότι έτσι έχει το πράγμα, είναι φανερό από εκείνο· όσοι φθονούν, δεν φθονούν μόνο εκείνους που ευημερούν, αλλά και εκείνους που χαίρονται για τις επιτυχίες εκείνων· έτσι γνωρίζουν ότι και αυτοί ευημερούν και αυτοί είναι κυρίως που υπερηφανεύονται· γιατί εκείνος κοκκινίζει πολύ όταν επαινείται, αυτός όμως με πολλή ευχαρίστηση υπερηφανεύεται.

     Δεν βλέπετε στους αθλητές πως ο ένας λαμβάνει στεφάνι για βραβείο και ο άλλος όχι; Η στενοχώρια όμως και η χαρά ανήκει στους οπαδούς και τους αντιπάλους· εκείνοι πηδούν, εκείνοι σκιρτούν. Πρόσεχε πόσο αγαθό είναι το να μη φθονεί κανείς. Άλλος κοπιάζει και εσύ ευχαριστείσαι, άλλος φορεί το στεφάνι και εσύ σκιρτάς, εσύ υπερηφανεύεσαι. Πες μου λοιπόν, άλλος έχει νικήσει, εσύ γιατί πηδάς; Αλλά γνωρίζουν και εκείνοι καλά, ότι είναι κοινό το αποτέλεσμα. Γι'αυτό εκείνοι που φθονούν δεν κατηγορούν αυτό, αλλά προσπαθούν να καταβάλλουν τη νίκη· και ακούς αυτούς να λέγουν τέτοια λόγια: «σε εξαφάνισα, και σε νίκησα»· αν και βέβαια το έργο είναι άλλου, ο έπαινος όμως είναι δικός σου. 

     Εάν όμως στους έξω της Εκκλησίας είναι μεγάλο αγαθό το να μη φθονεί κανείς, αλλά να κάνει δικά του τα αγαθά του άλλου, πολύ περισσότερο στη νίκη του διαβόλου που έχει συμβεί σε εμάς εμπνέει πιο πολύ, προφανώς επειδή χαιρόμαστε περισσότερο. Αν και βέβαια είναι ασεβής και εχθρικός, γνωρίζει καλά ότι είναι μεγάλη αυτή η χαρά. Θέλεις να στενοχωρήσεις αυτόν; Να ευχαριστηθείς και να χαρείς. Θέλεις να τον ευχαριστήσεις; Να γίνεις σκυθρωπός· ανακουφίζεις τη λύπη που έγινε σε αυτόν από τη νίκη του αδελφού με τη δική σου δυσθυμία· στέκεσαι μαζί με εκείνον που αποχωρίστηκες από τον αδελφό· κάνεις μεγαλύτερο κακό, παρά εκείνος.

     Δεν είναι λοιπόν το ίδιο το να κάνει κανείς, ενώ είναι εχθρός, εκείνα που κάνουν οι εχθροί, και το να στέκεται με τους εχθρούς, ενώ είναι φίλος· αυτός είναι πιο αχρείος από τους εχθρούς. Εάν διακρίθηκε σε κάτι ο αδελφός ή λέγοντας ή επιδεικνύοντας ικανότητες, ή κατορθώνοντας κάτι, να γίνεις συμμέτοχος στην επιτυχία του, να αποδείξεις ότι είναι δικό σου μέλος. «Και πώς να το κάνω αυτό;», λέγει ίσως κάποιος, «γιατί εγώ δεν προκόπτω». Να μην πεις ποτέ τον λόγο αυτόν· συγκράτησε τα χείλη σου. Εάν βέβαια ήσουν πλησίον μου εσύ που λέγεις αυτά, θα έθετα και το χέρι στα χείλη σου, για να μην ακούσει ο εχθρός. Πολλές φορές έχουμε έχθρες μεταξύ μας και δεν τις φανερώνουμε στους εχθρούς· στον διάβολο λοιπόν τις φανερώνεις εσύ; Μην πεις αυτό, μην το σκεφτείς· αλλά και το αντίθετο να πεις, είναι δικό μου μέλος, στο σώμα μεταβαίνει η δόξα. «Τι λοιπόν», λέγει, «ότι οι έξω δεν συμπεριφέρονται έτσι;». Γιατί εσύ είσαι ο υπεύθυνος. Όταν σε δουν να στερείς τη χαρά αυτού και αυτοί τη στερούν· όπως εάν σε δουν να την ιδιοποιείσαι, δεν ανέχονται· αλλά όμοια και εσύ λάμπεις από χαρά. Δεν διακρίθηκες λέγοντας, αλλά διακρίθηκες γιατί μαζί με αυτόν χαίρεσαι εσύ πιο πολύ, παρά εκείνος.

     Εάν λοιπόν η αγάπη είναι μεγάλο αγαθό και η βάση όλων, εσύ έλαβες από αυτήν το στεφάνι· εκείνος το στεφάνι από τη ρητορεία, εσύ από την υπερβολική αγάπη· εκείνος έδειξε ικανότητα στα λόγια, εσύ με τα έργα νίκησες τον φθόνο, καταπάτησες τη βασκανία. Ώστε είναι φυσικό που θα στεφανωθείς εσύ περισσότερο από εκείνον· είναι ενδοξότερος ο δικός σου αγώνας. Δεν καταπάτησες μόνο τη βασκανία, αλλά και κάτι άλλο έχεις κάνει. Εκείνος έχει ένα μόνο στεφάνι, και εσύ δύο, και τα δύο είναι λαμπρότερα από το ένα. Ποια είναι αυτά; Το πρώτο που νίκησες τον φθόνο και το δεύτερο που στολίζει το κεφάλι σου από την αγάπη. Γιατί το να χαίρεται κανείς μαζί με άλλους δεν είναι απόδειξη του ότι είναι καθαρός από τον φθόνο μόνο, αλλά και του ότι έχει ριζωμένη μέσα του την αγάπη. Πολλές φορές εκείνον τον ενοχλεί πολύ και κάποιο ανθρώπινο πάθος, γιατί βέβαια δεν χαίρεσαι για τα καλά του άλλου όταν είσαι ματαιόδοξος. Πες μου, δόξασε την εκκλησία εκείνος; Αύξησε τη σύναξη; Να τον επαινέσεις πάλι· έχεις διπλά τα στεφάνια· νίκησες τον φθόνο, στεφανώθηκες την αγάπη. Ναι, παρακαλώ και ικετεύω..

     Θέλεις να ακούσεις και τρίτο στεφάνι; Αυτόν χειροκροτούν οι άνθρωποι στη γη, εσένα οι άγγελοι στον ουρανό. Γιατί δεν είναι ίσο το να επιδεικνύουμε ευγλωττία και να εξουσιάζουμε τα πάθη. Αυτός ο έπαινος είναι προσωρινός, εκείνος αιώνιος· αυτός προέρχεται από ανθρώπους, εκείνος από τον Θεό· αυτός φαίνεται στεφανωμένος, εσύ όμως στεφανώνεσαι στα κρυφά, όπου βλέπει ο πατέρας σου. Εάν είναι δυνατό, αφού σχίσουμε το σώμα, να δούμε την ψυχή του καθενός, θα σου έδειχνα αυτόν ενδοξότερο από εκείνον, περισσότερο χαρούμενο. Ας καταπατήσουμε τα καρφιά της βασκανίας, ωφελούμε τον εαυτό μας, αγαπητοί, εμείς οι ίδιοι θα φορέσουμε το στεφάνι.

     Όποιος φθονεί, τον Θεό μάχεται, όχι εκείνον. Γιατί όταν δει κάποιον να έχει χαρά και στενοχωρείται και θέλει να καταστρέφει την εκκλησία, δεν μάχεται εκείνον, αλλά τον Θεό. Πες μου λοιπόν, εάν κάποιος καλλώπιζε κόρη βασιλέως και ήταν ευτυχισμένος καλλωπίζοντας αυτήν και καθιστώντας την σεμνή, κάποιος άλλος όμως ήθελε να την κάνει άσχημη, και δεν κατόρθωσε να την καλλωπίσει, ποιον θα επιβουλευόταν, αυτόν ή εκείνη και τον πατέρα της; Έτσι και τώρα εσύ που φθονείς μάχεσαι την εκκλησία, πολεμείς τον Θεό.

     Επειδή λοιπόν με την ευτυχία του αδελφού συνδέεται και η ωφέλεια της εκκλησίας, αναγκαστικά, όταν διαλύεται αυτή, και εκείνη διαλύεται. Ώστε και κατά τούτο κάνεις σατανικό έργο, όταν επιβουλεύεσαι το σώμα του Χριστού. Θλίβεσαι προς αυτόν; Κακώς βέβαια, αφού δεν έχει κάμει καμία αδικία, πολύ περισσότερο όμως προς τον Χριστό. Τι σου έκαμε, επειδή δεν αφήνεις το σώμα του να καλλωπιστεί με ομορφιά; Επειδή δεν αφήνεις τη νύφη να στολιστεί; Πρόσεχε, σε παρακαλώ, πόση είναι η τιμωρία. Ευχαριστείς τους εχθρούς σου, και τον ίδιο εκείνον που ευτυχεί, τον οποίο θέλεις να λυπήσεις με το να τον φθονείς, τον ευχαριστείς περισσότερο, αποδεικνύεις περισσότερο, ότι ευτύχησε αν και τον φθονείς· γιατί δεν θα συνέβαινε αυτό αν τον φθονούσες· αποδεικνύεις περισσότερο ότι τιμωρείσαι.

     Ντρέπομαι λοιπόν συμβουλεύοντας από αυτά. Αλλά όμως, επειδή συμπεριφερόμαστε με τόση αδυναμία, αφού διδαχτούμε και από αυτά, ας απαλλαγούμε από το ολέθριο αυτό πάθος. Θλίβεσαι γιατί πρόκοψε; Γιατί λοιπόν εξυψώνεις την επιτυχία του, φθονώντας; Θέλεις να τιμωρηθεί αυτός; Γιατί λοιπόν φανερώνεις ότι στενοχωρείσαι; Γιατί αξιώνεις για τον εαυτό σου τιμωρία ενώπιον αυτού, τον οποίο θέλεις να μην ευτυχεί; Διπλή θα είναι στη συνέχεια η ευχαρίστηση γι’ αυτόν, και για σένα η τιμωρία, όχι μόνο γιατί αποδεικνύεις αυτόν μεγάλο, αλλά γιατί προκαλείς και άλλη ευχαρίστηση σε αυτόν, επειδή τιμωρείς τον εαυτό σου. Και πάλι για εκείνα που εσύ στενοχωρείσαι, εκείνος ευχαριστείται, ενώ εσύ τον φθονείς. Πρόσεξε πως έχουμε δώσει στον εαυτό μας φοβερά κτυπήματα και δεν τα αισθανόμαστε. Εχθρός είναι; Αν και βέβαια γιατί είναι εχθρός; Ποια αδικία έκανε; Αλλά όμως τον εχθρό κάνουμε πιο ένδοξο και τον εαυτό μας περισσότερο τιμωρούμε. Με αυτό πάλι τιμωρούμε τον εαυτό μας, εάν αντιληφθούμε ότι έμαθε εκείνος. Γιατί είναι πιθανό ότι εκείνος δεν ευχαριστείται, εμείς όμως νομίζοντας ότι ευχαριστείται, πάλι γι΄αυτό στενοχωρούμαστε. Συνεπώς σταμάτησε να φθονείς. Γιατί παρέχεις τραύματα στον εαυτό σου;

     Αυτά ας σκεφτούμε, αγαπητοί, τα διπλά στεφάνια εκείνων που δεν φθονούν, τους επαίνους από τους ανθρώπους, τους επαίνους από τον Θεό, τα κακά που προέρχονται από τη βασκανία. Και έτσι θα μπορέσουμε να εξαφανίσουμε το θηρίο και να ευτυχήσουμε ενώπιον του Θεού και να επιτύχουμε τα ίδια με αυτούς που ευτυχούν. Γιατί ίσως να επιτύχουμε, αλλά και αν δεν επιτύχουμε, θα είναι για το συμφέρον μας. Και έτσι θα μπορέσουμε, αφού ζήσαμε για τη δόξα του Θεού, να επιτύχουμε τα αγαθά που έχει υποσχεθεί σε αυτούς που τον αγαπούν, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η δύναμη, η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

Πηγή.