Ο Λόγος του Θεού εισχωρεί στο εσώτερο
«είναι» του ανθρώπου και αναγεννά ολόκληρη την προσωπικότητά του
Του Αρχιμανδρίτη Κυρίλλου Κωστοπούλου
Με το άρθρο μου αυτό δεν σκοπεύω να κινδυνολογήσω ούτε να προφητεύσω και πολύ περισσότερο να απολυτοποιήσω τις διαπιστώσεις ειδικών ότι, δυστυχώς, ο τόπος μας πορεύεται προς την ολοκληρωτική κατάρρευση των αξιών. Και τούτο γιατί επεκράτησε -κατά κοινή ομολογία- ο απόλυτος ατομισμός.
Εξέλειπε το πρόσωπο και ως
εκ τούτου εξέλειπε η διαπροσωπική κοινωνία. Η ύπαρξη του Δημιουργού Θεού είναι
έξω από τα ενδιαφέροντά μας. Συνεπώς δεν μας ενδιαφέρει και ο λόγος Του. Ο
πλησίον, ο συνάνθρωπος βρίσκεται έξω από την ακτίνα των καθημερινών ενεργειών
και επιθυμιών μας.
Καταντήσαμε μια κοινωνία ακοινωνήτων προσώπων. Ποιος θα λυτρώση τον τόπο μας; Ποιος θα λυτρώση τον Ορθόδοξο Έλληνα;
Δεν υπάρχει κανείς άλλος
παρά μόνον ο αιώνιος Ευαγγελικός και Πατερικός Λόγος. Ο αιώνιος Λόγος του Θεού.
Ο Μ. Βασίλειος μας λέγει: «Επειδήπερ ο λόγος πλείων εστί του έργου, οιονεί
κροσσός τις εστίν από του προς την πράξιν υφάσματος περισσεύων». Επειδή, μας
λέγει ο Αγιος Πατήρ, ο λόγος βεβαίως είναι ανώτερος από το έργο, είναι σαν ένας
κροσσός που περισσεύει από το ύφασμα που παριστά την πράξη.
Ο αιώνιος Ευαγγελικός λόγος
του Θεού είναι μυστήριο, επειδή το θεϊκό στοιχείο, δηλαδή ο Θείος Λόγος,
εισέρχεται στον δικό μας ανθρώπινο λόγο και με αυτόν τον τρόπο έχουμε σαν
αποτέλεσμα την ύφανση της ανθρωπίνης Ιστορίας. Αυτή η διεργασία, η οποία
συμβαίνει με την κοινωνία του Θείου Λόγου και του ανθρωπίνου δεν συλλαμβάνεται
από τους επιστημονικούς μηχανισμούς.
Και τούτο γιατί είναι μία
συνομιλία του ουρανού και της γης, η οποία δεν αναλύεται με την ανθρώπινη
διαλεκτική. Όταν μελετάμε την Αγία Γραφή και την Πατερική διδασκαλία, φέρνουμε
τους προβληματισμούς μας, τους προσωπικούς και τους συλλογικούς, εμπρός στην
αιώνια και αναλλοίωτη Θεανθρώπινη αγάπη. Εμπρός στην αιώνια πηγή, που είναι η
αποκαλυφθεῖσα Ευαγγελική αλήθεια, ο Λόγος του Θεού.
Υπάρχει και ο ανθρώπινος
λόγος, που κινείται, όμως, μέσα στα πλαίσια του «πεπερασμένου». Για τον λόγο
αυτό δεν είναι ικανός να καλύψη ολόκληρη την περιοχή της αληθείας. Δεν έχει την
δυνατότητα να συλλάβη και να ερμηνεύση τα μυστήρια του κόσμου τούτου και της
υπερκόσμιας πραγματικότητας.
Δεν ημπορεί να προσεγγίση τα
βάθη της ανθρωπίνης καρδίας και να αναπλάσση τον πεπτωκότα άνθρωπο. Η πέτρινη
και γεμάτη πάθη καρδία μας δεν μεταλλάσσεται ούτε μεταπλάθεται, πολύ
περισσότερο δεν μεταμορφώνεται με σκέτο τον ανθρώπινο λόγο και τις γνώσεις τις
πεπερασμένες.
Ο ευρισκόμενος στον χώρο της
αγνωσίας άνθρωπος έχει ανάγκη από τον Θείο Λόγο. Ο απόστολος Παύλος μας λέγει:
«Ζών γαρ ο λόγος του θεού και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν
δίστομον [...] και κριτικός ενθυμήσεων και εννοιών καρδίας» (Ἑβρ. 4, 12).
Ο Λόγος του Θεού εισχωρεί
στο εσώτερο «είναι» του ανθρώπου και αναγεννά ολόκληρη την προσωπικότητά του,
αρκεί ο άνθρωπος τον αποδεχθῆ. Και τούτο, γιατί το Ευαγγέλιο, πριν να είναι
διδαχή, είναι φανέρωση του γεγονότος ότι ο απρόσιτος Θεός έγινε άνθρωπος, έγινε
«ο μεθ᾽ ημών Θεός», έγινε Εκκλησία.
Ο Θεός Λόγος προσφέρεται
στον άνθρωπο και αναμένει την θετική ανταπόκριση απ᾽ αυτόν, αναζητεί να εύρη
δηλαδή «την γην την αγαθήν» (Λουκ. 8, 8). Για να βλαστήση ο θείος Λόγος και να
φέρη λυτρωτικούς καρπούς πρέπει ο άνθρωπος να τον αποδεχθή «εν τη καρδία αυτού»
με ταπείνωση, σεβασμό και λαχτάρα. Και επειδή η καρποφορία δεν είναι αυτόματη,
χρειάζεται υπομονή. «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς ημών» (Λουκ. 21,
19).
Η Ορθόδοξη Θεολογία είναι
εκείνη, η οποία πάντοτε με τον Λόγο του Θεού πλούτιζε την Εκκλησία του Χριστού
με Οσίους και Μάρτυρες. Και τούτο γιατί πάντοτε μετέδιδε και μετάγγιζε
πνευματική εμπειρία και όχι απλώς κάποιες ιδέες ή πεποιθήσεις. Πάντοτε
πυράκτωνε τους φορείς της με αλήθεια και αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο.
Πάντοτε βρισκόταν στον χώρο της αληθείας.
Ας αφήσουμε τον αιώνιο Λόγο
του Θεού να εισέλθη στο βαθύτερο «είναι» μας, για να ζωογονήση την ύπαρξή μας
και να την κάμη να καρποφορήση. Και οι καρποί θα είναι η σωτηρία, η λύτρωση και
η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον.
Πηγή.