Μᾶς ἔκανε δὲ ἐντύπωση ὅτι (ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ τὰ 5 ὑβριστικὰ βίντεο)
ὑπάρχουν καὶ ἄλλα πρόσφατα βίντεο ποὺ παρουσιάζουν συνεντεύξεις ποὺ ἔδωσαν στὸν
διαχειριστὴ τοῦ ἱστολογίου «Ἡ ἀγκαλιὰ τῆς Παναγίας» καὶ δύο ὀρθόδοξοι
ἀποτειχισμένοι ρασοφόροι (ὁ π. Σάββας καὶ ὁ π. Γεώργιος). Σὲ αὐτὰ ἐκφράζονται
ἐπιφυλάξεις γιὰ τοὺς προαναφερθέντας ἁγίους μας καὶ ἀφήνουν νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι
γνωρίζουν πράγματα γι’ αὐτούς, ποὺ ὅμως δὲν τὰ λένε! Αὐτὸ δὲν θεωροῦμε ὅτι εἶναι
σωστό. Δὲν εἶναι ἔντιμο νὰ ἀφήνεις ὑπόνοιες γιὰ κάποιους Ἁγίους (καὶ μάλιστα
συγχρόνους ποὺ μπορεῖ εὔκολα νὰ ἐλεγχθεῖ ἡ ἀλήθεια γιὰ τὴ ζωή τους) καὶ νὰ μὴν
ἀναφέρεις τί ἀκριβῶς ἐννοεῖς, τάχα γιὰ νὰ μήν …σκανδαλίσεις!!! Γιατὶ ἔτσι …σιγοντάρεις
τοὺς Γ.Ο.Χ. στὴν μανία τους ἐναντίον τῶν Ἁγίων μας!
Τὰ ἐπιχειρήματα τῶν ὑβριστῶν τῶν Ἁγίων μας εἶναι ἕωλα. Κατηγοροῦν π.χ. τοὺς
Ἁγίους, γιατὶ τὴν δεκαετία τοῦ 1990 δὲν κατήγγειλαν τὸν πατρ. Βαρθολομαῖο,
ἀντίθετα τὸν ὑποδέχτηκαν καὶ εἶπαν καλὰ λόγια γι’ αὐτόν. Ξεχνοῦν ὅμως ὅτι τότε,
οὔτε τὸ Πόρτο Ἀλέγκρε ὑπῆρχε, οὔτε τὸ Πουσάν, οὔτε ἡ κακοσύνοδος τοῦ
Κολυμπαρίου. Ξεχνοῦν ὅτι ὁ ἅγιος Παΐσιος πρωτοστάτησε στὴν διακοπὴ μνημοσύνου
τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ εἶναι βέβαια ὅτι τὸ ἴδιο θὰ ἔκανε σήμερα, ἂν ζοῦσε.
Παραπέμπει ἐπίσης π.χ. ὁ Ἡγούμενος τῆς Ἐσφιγμένου Μεθόδιος στὸν λόγο
τοῦ Κυρίου «πολλοὶ
ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν,
καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν;
καὶ τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν» (Ματθ. 7, 22-23) καὶ τὸν ἐφαρμόζει βλάσφημα στόν …ἅγιο Παΐσιο!!! Δὲν πρόσεξε ὅμως ὅτι ὁ ἅγιος Παΐσιος δὲν ἔκανε
θαύματα μόνο ζῶν, ἀλλὰ γίνονται θαύματα καὶ μετὰ τὸν θάνατό του. Αὐτὰ τὰ
θαύματα μὲ ποιοῦ τὴν δύναμη γίνονται; Δὲν γίνονται μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ; Καὶ
ὁ Θεὸς κάνει θαύματα μὲ κάποιον ποὺ θὰ τὸν στείλει στήν …κόλαση, ὅπως ἀφήνει νὰ
ἐννοηθεῖ ὁ ἡγούμενος τῆς Ἐσφιγμένου;
Στὴ συνέχεια, μετὰ τὴν διεύθυνση τῶν βίντεο, ἀναρτοῦμε σὲ ἐπανάληψη πρόσφατη ἀνάρτηση μὲ τίτλο «Ἅγιοι καὶ ἁγιοκατάταξη», στὴν ὁποία ἀποδεικνύεται -μὲ ἀναφορὰ στὴν πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας- ὅτι δὲν εἶναι ἀναγκαῖο νὰ περιμένουμε 80 καὶ 100 χρόνια γιὰ τὴν ἁγιοκατάταξη, ὅπως πάλι ἰσχυρίζεται ὁ Ἡγούμενος τῆς Ἐσφιγμένου, ἀλλὰ καὶ ὅλα τὰ σχετικὰ μὲ μιὰ ἁγιοκατάταξη.
Τὰ 5 βίντεο στὶς παρακάτω διευθύνσεις:
1. https://www.youtube.com/watch?v=pmscJJ9Mq1A&feature=emb_logo
2. https://www.youtube.com/watch?v=1eHXlBjgxlQ&feature=emb_logo
3. https://www.youtube.com/watch?v=GFkDtyfk0xk&feature=emb_logo
4. https://www.youtube.com/watch?v=27TbX5WnTjg&feature=emb_logo
5. https://www.youtube.com/watch?v=aTJTTYert7U&feature=emb_logo
ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ Ἐπειδὴ πολλὰ λέγονται καὶ γράφονται γιὰ τὸ θέμα τῆς ἁγιοκατατάξεως ‒ἐν πολλοῖς ἄστοχα– παρουσιάζουμε μερικὰ σημεῖα ποὺ πήραμε ἀπὸ 5 θεολόγους-συγγραφεῖς ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ θέμα (ὡς ἐκ τούτου ὑπάρχουν καὶ κάποιες ἐπαναλήψεις) γιὰ καλύτερη ἐνημέρωση. Πως γίνεται η αγιοκατάταξη; Η αγιότητα γίνεται αντιληπτή από την συνείδηση του σώματος της Εκκλησίας.(1) Ἡ ἀναγνώριση ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας ἦταν μιά αὐθόρμητη πράξη… Γι’ αυτό και η αναγνώριση της αγιότητας ενός μάρτυρα (στην περίοδο των διωγμών) ήταν άμεση και αυθόρμητη εφόσον με τον θάνατό του αναδείχθηκε άξιος μιμητής του «αρχιμάρτυρος» Χριστού. Η καταξίωση ενός αγίου στη συλλογική συνείδηση του πληρώματος επιβεβαιωνόταν απλώς με την εγγραφή του ονόματός του στα Δίπτυχα χωρίς να χρειάζεται η κανονιστική σφραγίδα μιας επίσημης αρχής. Ἀρχικά ἡ ἀναγνώριση τοῦ μάρτυρα καί ἡ τιμή του γινόταν στά ὅρια τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας πού ἀνῆκε. Ὅταν ἡ φήμη του ξεπερνοῦσε τά ὅρια αὐτά, γραφόταν στά Δίπτυχα ἤ τά Μαρτυρολόγια γειτονικῶν Ἐκκλησιῶν… ὑπῆρξαν περιπτώσεις Ἁγίων πού ἐτιμῶντο πρό τῆς ἐπισήμου ἀναγνωρίσεώς τους. Παράδειγμα τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ὁ φιλόθεος Κόκκινος Πατριάρχης Κων/λεως παρατηρεῖ: «Οὐ Συνόδους μεγίστας καί κοινάς τινας ἀναμένοντας ψήφους ὥστ’ ἐκεῖνον ἀνακηρῦξαι, οἷς καί χρόνος καί ὄκνος καί μέλλησις καί πλεῖστα τινα τῶν ἀνθρωπίνων ἔστιν ὅτε προσίσταται, ἀλλά τῆ ἄνωθεν ψήφῳ τε καί ἀνακηρύξει καί τῆ λαμπρᾶ καί ἀναμφιβόλῳ τῶν πραγμάτων ὄψει καί πίστει καλῶς ἀρκεσθέντες». ΕΧΕΙ ἤδη τεκμηριωμένα ἀποσαφηνισθεῖ, ὅτι στὴν ὀρθόδοξη παράδοση «ἡ ἀναγνώρισις τῶν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ δεδοξασμένων προσώπων, τῶν εὐαρεστησάντων αὐτῷ καὶ ἡ κατάταξις αὐτῶν εἰς τὸν χορὸν τῶν Ἁγίων ἐγίνετο, γίνεται καὶ ὀφείλει νὰ γίνεται [...] ὑπὸ τῆς γενικῆς ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως ποιμένων τε καὶ ποιμαινομένων ἄνευ ἄλλης πρωτοβουλίας καὶ ἐπισήμου ἐπεμβάσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς»… ΑΓΙΟΠΑΤΕΡΙΚΗ, συνεχὴς καὶ ἀμετάβλητη, συνείδηση εἶναι, ὅτι ἡ ἁγιότητα ἀναγνωρίζεται μὲ βάση τὴ φανέρωσή της ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, μέσῳ τῆς διενεργείας (αὐθεντικῶν) θαυμάτων. Αὐτὸ τὸ κριτήριο εἶναι ἐκκλησιαστικὰ τὸ ἀσφαλέστερο καὶ ἐπικρατέστερο στὸν χῶρο τῆς ὀρθόδοξης Ἁγιολογίας. Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Νεκτάριος (1660-1669) παραδίδει συνοπτικὰ τὴ σχετικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία. «Τρία θεωροῦνται -γράφει- μαρτυροῦντα τὴν ἐν ἀνθρώποις ἁγιότητα· πρῶτον ὀρθοδοξία ἄμωμος· ἀρετῶν κατόρθωσις ἁπασῶν, ἐν αἶς ἕπεται ἡ περὶ τὴν πίστιν μέχρις αἵματος πρὸς τὴν ἁμαρτίαν ἀντικατάστασις καί, τέλος, ἡ παρὰ Θεοῦ ἐπίδειξις σημείων ὑπερφυῶν καὶ θαυμάτων. Τὸ πρῶτόν ἐστι καὶ εἰς σωτηρίαν ἀναγκαιότατον. Τὸ δεύτερον εἰς ἁγιωσύνης χαρακτῆρα. Ἀλλὰ καὶ τὸ τρίτον ἀναγκαιότατον καυτὸν εἰς ἀπόδειξιν». «Εἶναι γνώμη τῶν διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι τῶν μὲν Ὁσίων τὰ λείψανα δὲν προσκυνοῦνται ὡς ἅγια, ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἀποδείξῃ δι᾿ αὐτῶν θαύματα, ἢ τὸ ὀλιγώτερον τὰ τιμήσῃ διὰ τῆς εὐωδίας μὲ τὸ νὰ μὴν εἶναι ἀποδεδειγμένα εἰς τοὺς ἀνθρώπους ἡ ἐν κρυπτῷ πίστις καὶ ἀγάπη αὐτῶν εἰς τὸν Θεόν». Εἶναι ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἁγίου στὸ παραπάνω κριτήριο τοῦ «ἁγίου κατὰ πάντα βίου». Συνεχίζει ὅμως: «Τῶν δὲ Μαρτύρων τὰ λείψανα προσκυνοῦνται ὡς ἅγια καὶ χωρὶς θαυμάτων καὶ εὐωδίας, μὲ τὸ νὰ γίνεται φανερὰ εἰς ὅλους διὰ τῆς ἐμπράκτου ἀποδείξεως τοῦ μαρτυρίου ἡ εἰς Θεὸν τελεία ἀγάπη αὐτῶν· τῶν ὁποίων τούτων προηγουμένως, καὶ φανερῶς εὑρισκομένων εἰς τοὺς Μάρτυρας, ὡς παρακολουθήματα εἶναι πλέον τὰ θαύματα, καὶ σχεδὸν λογίζονται, ὅσον εἰς ἀπόδειξιν, περιττά»(2).
Η αναγνώριση, ή διαπίστωση της αγιότητας και η εγγραφή των αγίων στο εορτολόγιο ούτε παγιώθηκαν σε ένα ενιαίο σχήμα, ούτε ήταν απαραίτητη μια επίσημη πράξη έγκρισης ή ανακήρυξης εκ μέρους της εκκλησιαστικής αρχής, παρά τις επιχειρούμενες και σποραδικές εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις… Βαθμιαία και σιωπηρά διαμορφώθηκε και ακολουθείται μέχρι σήμερα η εξής διαδικασία, που εκκινεί όπως πάντα από την φωνή του λαού μιας τοπικής εκκλησίας, η οποία μαρτυρεί τη φήμη της αγιότητας (fama sanctitatis) ενός μέλους της. Στη συνέχεια, ο οικείος επίσκοπος αναλαμβάνει τη συγκρότηση ενός φακέλου…(3) Η Ορθόδοξη Εκκλησία, δια της ανακηρύξεως ή -κατά το πιο ορθό- αναγνωρίσεως των αγίων, δεν αγιοποιεί αλλά αναγνωρίζει την αγιότητα που υπάρχει και μαρτυρείται από την εν γένει Εκκλησία. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο, δεν έχουμε επίσημες και γραπτές πράξεις ανακηρύξεως των αγίων από την αρχαία Εκκλησία, διότι δεν χρειαζόταν σε καμμιά περίπτωση επίσημη πράξη για την αγιοποίηση. Οι πρώτοι, που έτυχαν στην Εκκλησία της τιμής της αναγνωρίσεως της αγιότητάς τους, ήταν οι μάρτυρες, τους οποίους τιμούσαν αμέσως μετά τον θάνατό τους. Και αυτό γινόταν, διότι το μαρτύριο είναι βάπτισμα «όπερ δευτέροις ρύποις ού μολύνεται», κατά τον άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Ομοίως τιμούσαν και τους ομολογητές, οι οποίοι άνευ θανάτου μεν αλλά «εν μέσω πολλών βασάνων και καταπιέσεως», ομολογούσαν την πίστη τους. Φυσικά οι μάρτυρες και οι ομολογητές δημιουργούνταν στους διωγμούς, κατά την διάρκεια των οποίων η Εκκλησία στερείται την εξωτερική ειρήνη. Από αυτό όμως δεν έπεται ότι οι άγιοι του Θεού ανήκουν μόνο σ’ αυτές τις δυο τάξεις. Σε κάθε εποχή, είτε με διωγμούς είτε με ειρήνη, εμφανίζονται οι αναντίρρητα δοκιμασμένοι και αγιασμένοι, οι όσιοι πατέρες, οι ποιμένες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, «οι των ομολογητών και μαρτύρων αναίμακτοι ζηλωταί και στεφανίται και λόγοις και πράγμασι» κατά την έκφραση του πατριάρχου Φιλοθέου Κοκκίνου (P.G. 151,755). Η αναγνώριση αυτή όλων των ανωτέρω αγίων, ακόμη και των τελευταίων, ήταν πάντοτε αυθόρμητη και σε καμμιά τυπική μορφή δεν υπαγόταν. Καμμιά δηλαδή πράξη της εκκλησιαστικής αρχής δεν χρειαζόταν, αλλά αυθόρμητα κλήρος και λαός έδειχναν την τιμή τους προς αυτόν που αναγνωριζόταν άγιος από την συνείδηση της Εκκλησίας. Σε περιπτώσεις μάλιστα, στις οποίες ο επίσκοπος ή ο κλήρος έσπευδε στην ανακήρυξη κάποιου αγίου, χωρίς να συνεπιμαρτυρεί όλη η συνείδηση της Εκκλησίας, τότε η ανακήρυξη έμενε πράξη κενή περιεχομένου. Η αναγνώριση στην αρχή είχε τοπικό χαρακτήρα. Αντί άλλων πράξεων ενεγράφοντο απλώς τα ονόματα των αγίων εις τα Μαρτυρολόγια –Αγιολόγια, Συναξάρια, Μηνολόγια ή Δίπτυχα. Ανάλογα δε με την φήμη και σημασία του τιμωμένου αγίου, η τιμή ελάμβανε γενικώτερο χαρακτήρα, μέχρις ότου υιοθετείτο αυτή σιγά-σιγά απ’ ολόκληρη την Εκκλησία. Αναγνώριση γινόταν μερικές φορές και με επίσημη συνοδική πράξη της Εκκλησίας, όχι όμως πάντοτε, και μάλιστα όταν επρόκειτο να γενικευθεί η τιμή τους, να εισαχθεί δε αυτή και στην Μεγάλη Εκκλησία, όπως μας πληροφορεί ο Πατριάρχης Φιλόθεος σε όσα γράφει για τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά (P.G. 151, 693-716). Έτσι ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Γεράσιμος ο νέος ο ασκητής της Κεφαλληνίας, ο άγιος Διονύσιος ο εν Ζακύνθω, η αγία Φιλοθέη η Αθηναία, ο Γρηγόριος ο Ε΄, ο Άγιος Νικόδημος και άλλοι αναγνωρίσθηκαν ως άγιοι δια Συνοδικής Πράξεως. Παρ’ όλα αυτά όμως, η πράξη αυτή δεν καθιερώθηκε ως κανόνας πλέον δια την επίσημη αναγνώριση των αγίων, ούτε τηρήθηκε μεταγενέστερα ως απαραίτητη. Αντίθετα οι διάφοροι νεομάρτυρες, (οι οποίοι δεν είναι και λίγοι) αναγνωρίστηκαν χωρίς καμμιά επίσημη αναγνώριση. Εκτός απ’ αυτό όμως και όσοι αναγνωρίστηκαν άγιοι με επίσημη Συνοδική Πράξη, είχαν ήδη τιμηθεί ως άγιοι υπό του λαού. Έτσι ο Γρηγόριος Παλαμάς, πριν την αγιοποίησή του, είχε τιμηθεί ως άγιος στην Θεσσαλονίκη, στο Άγιο Όρος και στη Καστοριά, όπου κτίστηκε και ναός προς τιμή του. Ο Αθανάσιος ο Πάριος, που έζησε τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, συνέγραψε πραγματεία υπό τον τίτλο «ότι οι νεομάρτυρες είναι άγιοι και πρέπει να τιμώνται ως τοιούτοι και άνευ κανονικής διαγνώσεως της Μεγάλης Εκκλησίας». Επίσης είναι γνωστό ότι ο περίφημος Κοσμάς ο Αιτωλός αναγνωρίσθηκε άγιος άνευ επεμβάσεως του Πατριαρχείου, περιληφθείς στα συναξάρια το 1819. Σε περιπτώσεις επίσημης αναγνωρίσεως αγίων παρατηρούμε, όπως και σε πολλά άλλα, μάλιστα δε στους μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως χρόνους, την επίδραση της πράξεως της Λατινικής «εκκλησίας», η οποία από του 11ου αιώνος ακολουθεί ιδιότυπη διαδικασία αγιοποιήσεως. Η πράξη αυτή της Λατινικής «εκκλησίας» επέδρασε περισσότερο στην ρωσική Εκκλησία, όπου έχουμε αντίστοιχη διαδικασία με την Λατινική και η οποία απαιτεί -εκτός των άλλων- και την άδεια του Τσάρου (sic) για να αναγνωρισθεί κανείς ως άγιος.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΑΓΙΩΝ ΣΗΜΕΡΑ Οι αρχές που ακολουθούνται δια την αναγνώριση ενός αγίου κατά την απάντηση είναι οι εξής· 1) Εξέλεγξις στοιχείων αγιότητος υπό Συνόδου. 2) Αύτη περιττεύει περί προσώπων ήδη αναγνωρισμένων ως αγίων. 3) Κατά την ανακήρυξιν γίνεται σχετική εκκλησιαστική πράξη. 4) Η πράξις της ανακηρύξεως υπογράφεται πανηγυρικώς εν τω ναώ, γενομένης και της προσηκούσης εκκλησιαστικής τελετής ως εξής· Κατερχομένης δηλαδή απάσης της Συνόδου εις τον ναόν και τιθεμένου εν τω μέσω του ευαγγελίου, ψάλλονται τα τροπάρια «Ευλογητός εί Χριστέ ο Θεός ημών…», «΄Οτε καταβάς τας γλώσσας συνέχεε…» κ.τ.λ.. Είτα αναγιγνώσκεται και υπογράφεται υπό πάντων των της γενικής Συνόδου μελών, άτινα παρίστανται, η πράξις της αγιοποιήσεως κ.λ.π.. 5) Επί των αξιολογοτέρων αγίων συντάσσεται και ιδιαιτέρα ακολουθία. 6) Αναγκαία εστί η ανακομιδή των λειψάνων αν σώζονται και το χρίσμα αυτών δια του αγίου Μύρου. Από τα ανωτέρω σημεία το σπουδαιότερο είναι το δεύτερο από το οποίο φαίνεται σαφώς ποια ήταν η πράξη και παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Τα υπόλοιπα στοιχεία, τα οποία υποδεικνύει η πατριαρχική σύνοδος, είναι είτε μεταγενέστερα είτε πρόχειρα συνταχθέντα δια την ανάγκη της απαντήσεως, μερικά δε εξ αυτών, όπως περί ανάγκης ανακομιδής λειψάνων, χρίσεως δι’ αγίου Μύρου (πράγμα το οποίο απαγορεύει ο μζ΄ αποστολικός και ιη΄ Καρθαγένης κανών) είναι ερανισμένα από το άρθρο της Encyclopedie catholique στο οποίο περιγράφεται η πράξη της ρωσικής Εκκλησίας. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ. Η αναγνώριση «των υπό του Θεού δεδοξασμένων προσώπων των ευαρεστούντων Αυτώ και της κατατάξεως αυτών εις τον χορόν των Αγίων εγίνετο, γίνεται και οφείλει να γίνεται κατά αδιάκοπον και εν τουτω παράδοσιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας υπό της γενικής εκκλησιαστικής συνειδήσεως ποιμένων τε και ποιμαινομένων άνευ άλλης ετέρας πρωτοβουλίας και επισήμου επεμβάσεως της εκκλησιαστικής αρχής». Βεβαίως η εκκλησιαστική αρχή δύναται και πρέπει δι’ ειδικής πράξεως να καθορίζει μερικές λεπτομέρειες που ακολουθούν την αγιοποίηση κάποιου, μάλιστα τελετουργικής φύσεως (ως η διάταξη εορτής αγίου)· επ’ ουδενί όμως λόγω η εκκλησιαστική αρχή δύναται να προβαίνει εξ αποκλειστικής της πρωτοβουλίας εις την ανακήρυξη αγίου, διότι αυτό δεν είναι έργο αποκλειστικά αυτής, αλλά της εν γένει συνειδήσεως της Εκκλησίας. Ὅσον ἀφορᾶ στό χρόνο πού πρέπει νά παρέλθει γιά τήν ἀναγνώριση ἑνός Ἁγίου, ἔχομε περιπτώσεις ἀναγνώρισης Ἁγίου ἀμέσως μετά τό θάνατο ἤ κατόπιν ἀπό ὀλίγα ἔτη. (π.χ. Πολύκαρπος Σμύρνης, Μέγας Φώτιος). Ἐσχάτως γίνεται λόγος γιά παρέλευση πενήντα ἤ ἑκατό ἐτῶν, ἄποψη πού δέν μαρτυρεῖται ἀπό τήν παράδοση, διότι «ἡ ἁγιότητα κάποιου δέν εἶναι θέμα χρόνου, ἀλλά πίστεως καί θείας χάριτος».
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΥΠΙΚΟΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΣ Οι προϋποθέσεις οι οποίες απαιτούνται δια να γίνει κάποιος άγιος ή κατά την έκφραση του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Νεκταρίου «τα μαρτύρια της αληθούς εν ανθρώποις αγιότητος» είναι, κατά το ίδιο πατριάρχη, τέσσερα. «Ορθοδοξία άμωμος, αρετών κατόρθωσις απασών, εν αίς έπεται η περί την πίστιν μέχρις αίματος αντικατάστασις και τέλος η παρά Θεού επίδειξις σημείων υπερφυών τε και θαυμάτων». Στις ανωτέρω προϋποθέσεις ο καθηγητής κ. Α. Αλιβιζάτος προσθέτει και τις εξέχουσες υπηρεσίες προς τον Χριστιανισμό, που προσέφεραν ορισμένοι άγιοι, όπως ο Μ. Κων/νος, η Αυτοκράτειρα Θεοδώρα και άλλοι. Η προϋπόθεση όμως αυτή, κατά τη γνώμη μας, δεν μπορεί να αποτελέσει τεκμήριο αγιότητας, αν χωρισθεί από την καθόλου ζωή και δράση του αγίου. Η διατήρηση ακεραίου και αλύτου του σώματος των μαρτύρων ή των αγίων δεν είναι απαραίτητος, ούτε είναι και πάντοτε δείγμα αγιότητας (Κ. Δεληκάνη, Μητροπολίτου Κυζίκου, Πατριαρχικά έγγραφα, τόμος Γ΄, Κων/πολις 1905, σ. 136,7). Η Εκκλησία δε τιμά και τα λείψανα των αγίων που δεν διατηρούνται ακέραια, όπως επίσης και τους αγίους των οποίων δεν σώζονται λείψανα.(4)
______________________ (1) Ειρ. Κασάπη, Οι ανακηρύξεις Αγίων στη Ρώσικη Εκκλησία κατά την τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, εκδ. Ουρανός, Αθήνα 2009, όπ. π., σσ. 20-21. (2) http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/gewrgios_metallhnos/saintdom_witness.htm (3) http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/liturgical/yfantis_agiokatataxi.pdf 4) ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ, https://orthodoxanswers.gr/pws-ginetai-h-agiokatataksi/ |