Ο απόστολος αυτός της Άπω Δύσεως γεννήθηκε στην Βρετανία περί το 383, προερχόμενος από κελτική οικογένεια εκρωμαϊσμένη και χριστιανική από παλαιά.
Ό πατέρας του, Καλπούρνιος, ήταν διάκονος και έφερε το αξίωμα του δεκουρίωνος (1). Διέθετε πλούσια έπαυλη και άφησε τον γιό του να περάσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του επιπόλαια, χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα για τα θεία. Όταν ο Πατρίκιος ήταν δεκαέξι ετών αιχμαλωτίστηκε μαζί με πολλούς άλλους κατοίκους της περιοχής από πειρατές και πουλήθηκε στην Ιρλανδία σε έναν γαιοκτήμονα, ο όποιος του ανέθεσε να φυλάει τα κοπάδια του στο βουνό. Ή τραχύτητα της εξορίας σ’ εκείνον τον ξένο τόπο, ολότελα σχεδόν παραδομένο στην ειδωλολατρία, και η επαφή με την φύση, έστρεψαν την καρδιά του προς τον Θεό και άρχισε να ζει εν μετάνοια, περνώντας τις ημέρες του και το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας με προσευχή, γονατιστός πάνω στο παγωμένο ή μουσκεμένο από τις βροχές έδαφος, χωρίς να νιώθει καμιά ενόχληση· τόσο ή ψυχή του είχε γεμίσει από την θεία παρηγοριά.
Ύστερα από έξι χρόνια αιχμαλωσίας πού είχε γίνει παράδεισος τρυφής, μια νύκτα άκουσε φωνή να του λέει: «Έπραξες καλά με την νηστεία και την προσευχή, ό Θεός άκουσε την προσευχή, σου, άντε τώρα να επιστρέψεις στην πατρίδα σου, το πλοίο σε περιμένει!» Με πλήρη εμπιστοσύνη, δραπέτευσε και περπατώντας πάνω από τριακόσια είκοσι χιλιόμετρα, έφθασε σ’ ένα λιμάνι και ανέβηκε στο πλοίο κάποιων ειδωλολατρών εμπόρων. Μετά τρεις ημέρες αποβιβάστηκαν σε γη έρημη και άγνωστη (2) και ξεκίνησαν αναζήτηση τόπου διαμονής. Περιπλανιόνταν έτσι σχεδόν έναν μήνα και κινδυνεύοντας να πεθάνουν από πείνα ζήτησαν τελικά από τον Πατρίκιο να μεσολαβήσει στον Θεό του για να τους σώσει. Μόλις ο νεαρός χριστιανός σήκωσε τα χέρια του, ένα κοπάδι χοίρων παρουσιάστηκε και οι άντρες κατάφεραν να σκοτώσουν μερικούς για να χορτάσουν. Ύστερα από πολλές περιπέτειες ο Πατρίκιος έφθασε στην πατρίδα του, όπου και πάλι πιάστηκε από πειρατές άλλα απελευθερώθηκε σε δύο μήνες, σύμφωνα με πρόρρηση πού του είχε δοθεί.
Αφού επανήλθε στην πατρική οικία, του παρουσιάστηκε νέο όραμα: ένα ουράνιο πρόσωπο ονόματι Βικτώριος εμφανίσθηκε μπροστά του δείχνοντας του μια στοίβα, επιστολές. Ανοίγοντας την πρώτη διάβασε: «Φωνή της Ιρλανδίας! Άγιε νεανία, σε ικετεύουμε να έλθεις ξανά να περπατήσεις ανάμεσα μας». Κάι του φάνηκε σαν να άκουγε την φωνή των ανθρώπων πού έμεναν στο δάσος του Φόκλουτ, εκεί πού είχε περάσει τα χρόνια της αιχμαλωσίας του. Αισθανόμενος μέσα του την κλήση του Θεού, αποφάσισε να ετοιμαστεί για την διδασκαλία του Ευαγγελίου στους βάρβαρους, αφού προηγουμένως ολοκλήρωσε την εκκλησιαστική του κατάρτιση πού είχε παραμελήσει νεώτερος. Πήγε τότε στην Γαλατία και έγκαταβίωσε σε διάφορα μοναστικά κέντρα, προπαντός στο Λερίνο, και παρέμεινε πάνω από δεκαπέντε χρόνια στην Ωξέρ παρακολουθώντας την διδασκαλία του αγίου Γερμανού [31 Ίουλ.], ό όποιος τον χειροτόνησε διάκονο.
Όταν ο άγιος Γερμανός επέστρεψε από την ιεραποστολή του στην Αγγλία, όπου είχε αγωνισθεί εναντίον των αιρετικών πελαγιανών (429), μίλησε για την μεγάλη ανάγκη ιεραποστολών με προορισμό την γη της Ιρλανδίας. Ό άγιος Παλλάδιος, διάκονος στην Ρώμη, χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον πάπα Κελεστίνο Α’ (431) με σκοπό να ποιμάνει τους διάσπαρτους χριστιανούς της Ιρλανδίας. Αυτός όμως ευθύς αμέσως βρέθηκε αντιμέτωπος με μεγάλες δυσκολίες, ίδρυσε μόνον τρεις ναούς και πέθανε αιφνίδια ύστερα από μερικούς μήνες. Ο άγιος Πατρίκιος χειροτονήθηκε τότε επίσκοπος από τον άγιο Γερμανό με αποστολή να φέρει το Ευαγγέλιο στους βαρβάρους της Ιρλανδίας. Ήταν καλά προετοιμασμένος για αυτό το έργο. Όχι μόνο λόγω της θείας κλήσης, άλλα και διότι γνώριζε καλά την γλώσσα και τα έθιμα αυτών των αγροίκων. Αναθυμούμενος τα αμαρτήματα της νεότητος του, δίστασε να αποδεχθεί την εκλογή, άλλα ένα νέο δράμα ήλθε να του επιβεβαιώσει ότι αυτό ήταν τό θέλημα του Κυρίου.
Επικεφαλής μικρής ομάδας κληρικών, αποβιβάστηκε στο νησί, στο σημείο που είχε φθάσει πρωτύτερα και ό άγιος Παλλάδιος (3) , και χωρίς χρονοτριβή πήγε σε μια μεγάλη συγκέντρωση πού συγκαλούσαν περιοδικά οι φύλαρχοι. Κήρυξε τον Χριστό θαρραλέα μπροστά σε αυτούς τους άγριους πολεμιστές και κατάφερε να μεταστρέψει μερικούς, μεταστρέφοντας έτσι και τον λαό τους και αποκτώντας εκτάσεις για να οικοδομήσει ναούς και μοναστήρια. Διέτρεξε όλη την Ιρλανδία, κυρίως το βορειότερο τμήμα της, κηρύττοντας ακούραστα τον θειο Λόγο, απευθυνόμενος κατά προτίμηση στους φυλάρχους και τους τοπικούς βασιλείς. Με τον τρόπο αυτό μετέστρεψε τον βασιλέα του Δουβλίνου, του Μάυνστερ, και τους επτά γιους του βασιλέα του Κοννύγτ. Συνάντησε όμως την αντίσταση των Δρυίδων που χρησιμοποιούσαν εναντίον του την μαγική τους τέχνη. Ό Πατρίκιος όμως με την δύναμη του Θεού την καθιστούσε ανενεργό και μάλιστα μετέστρεψε ορισμένους δρυΐδες πού έγιναν ευλαβείς ιερείς, γεμάτοι ζήλο για τον εκχριστιανισμό των αδελφών τους. Αφού κήρυξε και στο βασίλειο του Οριέλ, ίδρυσε μονή στο Αρμά, πού κατέστη κέντρο των ιεραποστολικών του εξορμήσεων και αργότερα αρχιεπισκοπική έδρα της Ιρλανδίας. Αντιμέτωπος με βία, απειλές και κάθε λογής κινδύνους, μη λαμβάνοντας καμιά μέριμνα για τον ίδιο, και χωρίς καμία πεποίθηση στις ίδιες του δυνάμεις, ο άγιος Πατρίκιος διέσχισε τις αφιλόξενες αυτές εκτάσεις αφήνοντας τον Θεό να μιλά με την μεσολάβηση του. Μολονότι περιφρονούσε την ρητορική τέχνη, ο λόγος του, διαποτισμένος με αναφορές στην Αγία Γραφή, είχε δύναμη θεϊκή και οδηγούσε στον Χριστό όχι μόνον τον λαό άλλα ακόμη και τους βάρδους, πού γίνονταν μοναχοί και έθεταν στην υπηρεσία του Ευαγγελίου τα ποιητικά τους χαρίσματα, συνθέτοντας ύμνους τόσο ωραίους πού λέγεται οτι οι άγγελοι έσκυβαν από ψηλά για να τους ακούσουν. Χειροτονώντας ιερείς και επισκόπους ο άγιος Πατρίκιος οργάνωσε την νέα Εκκλησία, σεβόμενος με σοφία τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ιρλανδικού λαού. Οι επίσκοποι του δεν είχαν γενικά την έδρα τους στις πόλεις αλλά στα μοναστήρια, τα οποία γνώρισαν τις επόμενες γενεές σημαντική άνθιση και μετέτρεψαν την Ιρλανδία σε νέα Θηβαΐδα, απ’ όπου εξήλθαν πολλοί μοναχοί, τολμηροί και ακαταπόνητοι ιεραπόστολοι, που συνέβαλαν τα μέγιστα στον έπανευαγγελισμό της Ευρώπης μετά τις βαρβαρικές επιδρομές (4).
Είτε παρέμενε σε ένα από αυτά τα μοναστήρια-έπισκοπεΐα είτε βρισκόταν σε περιοδεία, ο άγιος Πατρίκιος δεν παρέλειπε τον καθημερινό του κανόνα προσευχής και αποστήθιζε όλο το Ψαλτήριο, με όλες τις Ωδές της Παλαιάς Διαθήκης και άλλα θεόπνευστα κείμενα όπως ή Αποκάλυψη του αγίου Ιωάννου. Έκανε εκατό φορές το σημείο του Σταύρου κάθε μία ώρα της ημέρας, και όταν συναντούσε σταυρό στο δρόμο του, κατέβαινε από το αμάξι του για να τον προσκυνήσει. Στις ιεραποστολικές του εξορμήσεις κινδύνευσε πάνω από μια φορά να δολοφονηθεί από τους αντιπάλους, άλλα ο άγγελος της Εκκλησίας του τον διαφύλαγε από τον κίνδυνο προς ωφέλεια των πιστών. Έχοντας προσωπική πείρα της αιχμαλωσίας, υπερασπιζόταν τους πληθυσμούς τους εκτεθειμένους στις επιδρομές των πειρατών, και αφόρισε τον Κορότικο, αρχηγό μιας ορδής Βρετόνων, πού αποβιβάστηκε εν μέσω νεοφώτιστων πού είχαν βαπτισθεί την προηγούμενη ημέρα και κατέσφαξε πολλούς απ’ αυτούς, ενώ πολλούς άλλους τους αιχμαλώτισε για να τους πουλήσει σκλάβους. Μερικούς μήνες αργότερα, ο Κορότικος πού είχε αρνηθεί να μετανοήσει, υπέστη διανοητική διαταραχή και πέθανε σε απόγνωση.
Φθάνοντας σε ηλικία ογδόντα ετών και ύστερα από τριάντα χρόνια επισκοπείας, ο άγιος Πατρίκιος αποτραβήχτηκε σε τόπο ήσυχο και έγραφε στην Εξομολόγηση του:
«Το εξομολογούμαι στον Κύριο μου και δεν ντρέπομαι στην παρουσία του: από τότε πού τον γνώρισα στην νεότητα μου,η αγάπη του Θεού μεγάλωσε εντός μου, και μέχρι σήμερα, με την χάρη του Κυρίου, φύλαξα την πίστη… Εκείνος πού τόσο συχνά συγχώρησε την ανοησία μου και την αμέλεια για να ανταποκριθώ σε ότι μου ενέπνεε το Πνεύμα, με λυπήθηκε προς όφελος χιλιάδων ανθρώπων, επειδή έβλεπε ότι είμαι στην διάθεση Του. Είθε ο Θεός να θελήσει τα πνευματικά μου τέκνα να με ξεπεράσουν σε έργα ανώτερα και σε καρπούς σωτηρίας! Θα είναι η δόξα μου, γιατί υιός σοφός ευφραίνει πατέρα (Παρ. 10, 1). Αγαπημένοι μου, εσάς αναζήτησα και όχι τα αγαθά σας. Ότι μου δόθηκε, δωρεάν κι αυτό το μοίρασα. Για σας τα αγαθά σας, για μένα οι κόποι και οι κίνδυνοι, και ήρθα προς εσάς και πήγα παντού για χάρη σας, ακόμη και σε περιοχές πού κανένας ποτέ δεν είχε έλθει να βαπτίσει. Με την χάρη του Θεού περάτωσα το έργο με εγρήγορση και μεγαλοκαρδία για την σωτηρία σας… Ό Χριστός ο Κύριος μας κατέστη πτωχός χάριν ημών, και εγώ, πτωχός και ταλαίπωρος, καθημερινά περιμένω να με σκοτώσουν ή να με παγιδεύσουν ή να αιχμαλωτισθώ. Προσδοκώντας όμως τις ουράνιες ανταμοιβές δεν φοβάμαι τίποτα από αυτά, και ρίχνομαι ο ίδιος στα χέρια του παντοδύναμου Θεού πού με διάλεξε για αυτή την αποστολή… Πώς να του ανταποδώσω όλες του τις ευεργεσίες προς έμενα; Και αν κατάφερα να πραγματοποιήσω κανένα αγαθό έργο από αγάπη στον Θεό μου, κανείς να μη πει ότι εγώ το κατόρθωσα, ο απαίδευτος, άλλα ότι πρόκειται για θείο δώρο. Του ζητώ να μου επιτρέψει να χύσω το αίμα μου για το Όνομα Του, να στερηθώ ταφής και το πτώμα μου, κατακομματιασμένο να εγκαταλειφθεί βορά στα αρπακτικά όρνεα και στα θηρία» (5) .
Πριν την κοίμηση του, πού του είχε αναγγελθεί από τον Θεό, ό Πατρίκιος έκανε μια τελευταία περιοδεία για να επιθεωρήσει τις ενορίες. Προσέχοντας στην άκρη του δρόμου μια φλεγόμενη και μη καιόμενη βάτο, πλησίασε και άκουσε άγγελο να του ανακοινώνει, μεταξύ άλλων, ότι θα έκρινε τον ιρλανδικό λαό την ημέρα της Κρίσεως. Επέστρεψε στο Σώλ, στην περιοχή Ουλιδία, και εκοιμήθει εν ειρήνη συνοδεία ύμνων των επουρανίων δυνάμεων, στις 17 Μαρτίου 461. Τοποθέτησαν έπειτα το τίμιο σκήνωμα πάνω σε άμαξα πού έσερναν δύο άγρια βόδια και εκεί πού τα ζώα σταμάτησαν, έσκαψαν τον τάφο του και το μέρος ονομάστηκε κατόπιν Λόφος Πατρικίου (Donw- Patric) (6) .
Η Ιρλανδία απέβη, χάρις στους κόπους τον άγιου Πατρικίου, η Νήσος των άγιων, και τον τίμα με θέρμη ως τον κύριο πολιούχο της ενώ του έχει αφιερώσει πάνω από διακόσιους ναούς. Ή τιμή του διαδόθηκε ευρύτατα σε ολόκληρη την Δύση.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
1. Μέλος της τοπικές διοίκησης επιφορτισμένο με την είσπραξη των φόρων.
2. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για περιοχή της Γαλατίας που είχαν πρόσφατα λεηλατήσει οι βάρβαροι, ενώ κατ’ άλλους, το πιθανότερο είναι να ήταν στην Μεγάλη Βρετανία.3. Μνήμη στις 6 “Ιουλίου στην λατινική Εκκλησία.4. Πρβλ. ιδιαίτερα τους Βίους του οσίου Κολούμβα της Ιόνας [9 Ίουν.] και του αγίου Κολομβανού Λουξέιγ [23 Νοεμ.].5. Αγίου Πατρικίου, Εξομολόγησης 44-59, 50 249, 118-128.
6. Μια ιρλανδική παράδοση αναφέρει ότι λίγο πριν την κοίμησή του επισκέφθηκε την αγία Βριγίδα [1 Φεβρ.] και της ζήτησε να του υφάνει το σάβανο με το οποίο ενταφιάστηκε.
——————————————–
ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΤΟΜΟΣ ΕΒΔΟΜΟΣ – ΜΑΡΤΙΟΣ
ΙΝΔΙΚΤΟΣ