Τα Εισόδια, τα ΕΙΣΟΔΙΑ (και τα εξόδια)

Τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου
Ὁμιλία τοῦ π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

ΤA ΠΕΡΙΤΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΑΓΚΑΙΟ
«Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42)

                            

Θὰ σᾶς παρακαλέσω, ἀγαπητοί μου, νὰ κάνετε ὑπομονὴ ν᾽ ἀκούσετε λίγα λόγια ἀ­πὸ ἕνα γέροντα ἐπίσκοπο σὲ πολὺ ἁπλῆ γλῶσ­σα, ἀλλ᾽ ἀπὸ μιὰ καρδιὰ ποὺ πιστεύει στὸ Θεό.
* * *
Ποιός ἑορτάζει; Δὲν ἑ­ορτάζει ἕνας ἅγιος ἀ­­πὸ τοὺς γνωστοὺς ἢ ἕνας ἀσκητὴς τοῦ Ἁ­γίου Ὄ­ρους ἢ ἕνας μάρτυρας καὶ ὁμολογη­τὴς τῆς πίστεώς μας, οὔτε ἕνας προ­φήτης ὅπως ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, οὔτε ἕνας πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε ἑορτάζουν ἄγγελοι καὶ ἀρ­χάγγελοι. Παραπάνω ἀπὸ ἀσκητάς, ὁμολογητάς, προφῆτες, ἀγγέλους καὶ ἀρ­χαγγέλους εἶ­νε ἕνα ἄλλο πρόσωπο. Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἁγία Τριάδα εἶνε ἡ Παναγία μας. Αὐ­τὴ εἶνε ἡ Παν­τάνασσα, ἡ Βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, αὐτὴ εἶνε ἡ γλυκειὰ μά­να μας. Ἂς μὴν πιστεύ­ουν οἱ χιλιασταὶ καὶ οἱ προτεστάντες· ἐ­μεῖς οἱ ὀρθόδοξοι ἀγαποῦ­με τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο ὡς μητέρα τοῦ κόσμου ὅλου, καὶ τὴν παρακα­λοῦμε μέρα – νύχτα νὰ ἐλεή­σῃ τὸ ἔθνος μας.
Ἑορτάζει σήμερα ἡ Παναγία μας. Καὶ ὅπως ὅταν ἑορτάζει ἡ μάνα μας χαιρόμεθα καὶ εὐ­χόμεθα ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρ­­διᾶς, ἔτσι σήμερα ποὺ ἑορτάζει ἡ Μάνα ὅ­λου τοῦ κόσμου, καὶ ἰ­διαιτέρως τῆς πονεμένης καὶ μαρ­τυρικῆς μας πατρίδος, ὑψώνουμε τὰ βλέμμα­τα στὸν οὐρα­νὸ καὶ παρακαλοῦμε τὴν Παναγία μας, γιὰ ἄλ­λη μιὰ φο­ρά, νὰ κάνῃ τὸ θαῦμα στὸν ταλαίπωρο κόσμο καὶ ἰδιαιτέρα στὴν πατρίδα μας.
Ἑορτάζει ἡ Παναγία μας. Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ λέγεται Εἰσόδια. Τί θὰ πῇ Εἰσόδια;

Σύμ­φωνα μὲ τὴν παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅταν ἡ Παν­αγία μας ἔγινε τριῶν ἐτῶν, ἡ μη­τέρα της ἡ ἁγία Ἄννα τὴν πῆρε ἀπὸ τὸ χέρι, τὴν πῆγε στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος, καὶ τὴν ἀ­φιέρωσε πιὰ στὸ Θεό. Ἐκεῖ λοιπόν, μέσα στὸ ἱερὸ κλίμα τῆς προσευχῆς, τῆς νηστείας, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς μελέτης τῶν Γραφῶν, τὸ ἄν­θος αὐτὸ τὸ ὡραιό­­τατο, τὸ κρίνο τοῦ οὐρανοῦ, μεγάλωσε, γιὰ νὰ γίνῃ ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ἔμει­νε ἐκεῖ δώδεκα περίπου χρόνια ἕως ὅτου μνηστεύθηκε τὸν δίκαιο Ἰωσήφ· καὶ τότε στὴ Να­ζαρὲτ «Ἄγ­γε­λος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐ­πέμφθη εἰ­πεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε…» (Ἀκάθ. ὕμν. Α).
Αὐτὸ εἶνε σύντομα τὸ ἱστορικὸ τῆς σημερι­νῆς ἡμέρας, ἡ εἴσοδος τῆς Παναγίας στὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Ἐμεῖς τί διδασκόμεθα ἀπ᾽ ἐδῶ;
* * *
Ἔχουμε κ᾽ ἐμεῖς εἰσόδια, ἀγαπητοί μου. Ὅ­σοι μ᾽ ἀκοῦτε, ὅλοι ἔχετε εἰσόδια. Ὅπως ἑορτάζουμε τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτό­κου, ἔτσι καὶ ὅ­λοι, ἀπ᾽ τὸ μικρὸ παιδὶ μέχρι τὸ γέροντα, ἔχου­με τὰ εἰσόδιά μας, καὶ περιμένουμε τὰ ἐξόδια.
Ποιά εἶνε τὰ εἰσόδια; Ἡ εἴσοδος στὴν παροῦσα ζωή, ἡ εὐλογημένη ἡ­μέρα κατὰ τὴν ὁ­ποία οἱ γονεῖς μας μᾶς ἔφεραν στὸν κόσμο, ἡ ἡμέρα τῶν γενεθλίων μας.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ εἰσόδια αὐτὰ ὑπάρχουν καὶ ἄλ­­λα ἀνώτερα, κι ἀλλοίμονο σὲ ὅποιον δὲν τὰ αἰσθάνεται. Εἶνε ἡ εἴσοδός μας στὴν Ἐκκλη­σία καὶ στὴ ζωὴ τῆς χάριτος. Τὸ νὰ γεννηθῇς εἶνε σπουδαῖο, ἀλλὰ πολὺ μεγαλύτερο εἶνε ἄλ­λο· ἡ ἡμέρα τοῦ βαπτίσματος. Ὅταν ἤμασταν βρέφη μᾶς πῆραν χέρια στοργικά, μᾶς πῆ­γαν στὴν ἐκ­κλησία καὶ μέσα στὸν Ἰορδάνη –διότι Ἰορδάνης εἶνε τὸ ἱερὸ βάπτισμα– «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁ­γίου Πνεύματος» πήραμε ὄνομα χριστιανικὸ καὶ ἀπὸ παιδιὰ τοῦ Ἄλφα καὶ τοῦ Βῆτα γίναμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ.
Ἔχουμε λοιπὸν εἰσόδια φυσικὰ καὶ εἰσόδια πνευματικά. Γι᾽ αὐτὸ ἀπ᾽ τὴν ὥρα ποὺ γεννη­θή­καμε καὶ βαπτιστήκαμε μέχρις ὅτου κλείσουμε τὰ μάτια στὸ μάταιο κόσμο, πρέπει κα­τὰ τὸ διάστημα αὐτὸ νὰ ζήσουμε κ᾽ ἐμεῖς ὅ­πως ἡ Παναγία καὶ οἱ ἅγιοι· νὰ ζήσουμε μιὰ ζωὴ ἀ­φιερωμένη στὸ Θεό. Τί θὰ πῇ αὐτό; τί θὰ πῇ ἀ­φιέρωμα; Ἔχεις στὸ σπίτι ἕνα ποτήρι χρυ­σὸ καὶ τὸ χρησιμοποιεῖς ὅπως θέλεις. Ἀλλ᾽ ἐ­ὰν τὸ πάρῃς, τὸ πᾷς στὸ ναὸ καὶ τὸ δωρίσῃς γιὰ νὰ χρησιμοποιῆται στὴν ἁγία τράπεζα, τελείωσε· ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη δὲν μπορεῖ πιὰ καν­εὶς νὰ τὸ μεταχειριστῇ διαφορετικά.
Γιά φανταστῆτε, νὰ ᾽ρθῇ μέσα στὴν ἐκκλησία ἕνας ἄπιστος – ἄθεος, νὰ πάρῃ ἀπὸ τὴν ἁ­γία τράπεζα τὸ δισκοπότηρο ποὺ κοινωνοῦ­με τὰ φρικτὰ μυστήρια καὶ νὰ τὸ κάνῃ κρασοπότη­ρο· νὰ πάρῃ τὴν κολυμβήθρα καὶ νὰ τὴν κάνῃ κοινὸ σκεῦος, ὅπως ἔγινε στὴν Κύπρο τὸ 1974 μὲ τὴν ἐπιδρομὴ τοῦ Ἀττίλα – Θεέ μου, πόσο μᾶς τιμωρεῖς! Ἀνατριχιάζεις καὶ νὰ τ᾽ ἀκοῦς.
Ἔτσι εἶνε ἁμαρτία καὶ κάτι ἄλλο. Διότι ὑ­πάρχει καὶ κάτι ἀνώτερο ἀπὸ τὸ δισκοπότηρο· εἶνε ἡ ὕπαρξί μας, ὡς ψυχὴ καὶ ὡς σῶμα. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ βαπτίστηκες, δὲν ἔχεις πιὰ δικαίωμα νὰ διαθέτῃς τὸν ἑαυτό σου ὅπως θέλεις. Ποιός τὸ εἶπε; Δὲν μπορεῖς νὰ ζῇς κα­τὰ τὰ κέφια σου. Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη τὰ μάτια σου, τὰ αὐτιά σου, τὰ χέρια σου, τὰ πόδια σου, ὁλόκληρος, εἶσαι ἱερὸ δισκοπότηρο, εἶ­σαι ἱερὸ κειμήλιο, ἀφιέρωμα, ναὸς τοῦ Θεοῦ· καὶ ἀλλοίμονο σ᾽ ἐκεῖνον ποὺ θὰ φθείρῃ τὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ (βλ. Α΄ Κορ. 3,17). Αὐτὸ θὰ πῇ ζωὴ ἀφιερωμένη στὸ Θεό. Ποιός ἔχει τέτοια ζωή; Σήμερα δυστυχῶς πρέπει κ᾽ ἐμεῖς νὰ πενθήσουμε καὶ νὰ ποῦμε μαζὶ μὲ τὸ Δαυΐδ· «Σῶσόν με, Κύριε, ὅτι ἐκλέλοιπεν ὅσιος»· «οὐκ ἔστι ποι­ῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ψαλμ. 11,2· 13,1. ῾Ρωμ. 3,12).
–Μὰ πολὺ ὑπερβολικὰ τὰ λές. Δὲν βλέπεις ὅτι οἱ ἐκκλησίες γεμίζουν; Τόσοι ἐκκλησιάζον­ται, ἀκοῦνε λόγο Θεοῦ, κοινωνοῦν τὰ ἄχραν­τα μυστήρια. Πῶς λὲς «ἐκλέλοιπεν ὅσιος», «οὐκ ἔ­στι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός»;
Ἀπαντῶ. Εἴμαστε Χριστιανοὶ μέσα στὴν ἐκ­κλησία· μόλις βγοῦμε ἀπὸ τὴν πόρτα, τὰ λησμο­νοῦμε ὅλα, γινόμαστε ἀγνώ­ριστοι, παύουμε νὰ ἔχουμε σχέσι μὲ τὸ Χριστό· παπᾶδες καὶ δεσπο­τάδες, λαὸς μικροὶ – μεγάλοι, ὅλοι μας ἔχουμε τὸ Χριστὸ στὸ στόμα ἀλλὰ τὸ διάβολο στὴν καρδιά. Εἴμαστε ὑ­ποκριταὶ καὶ φαρισαῖοι.
Ἀκόμη καὶ οἱ λεγόμενοι θρησκευτικοὶ ἄν­θρωποι μπλέξαμε σ᾿ ἕνα δίχτυ τοῦ διαβόλου· καὶ τὸ μεγάλο αὐτὸ δίχτυ εἶνε ὁ ψεύτικος πολιτισμὸς τοῦ αἰῶνος μας, ποὺ ὀνομάζεται κατα­ναλωτικὴ κοινωνία· σύμφωνα μ᾽ αὐτήν, ὅποιος λαὸς ξοδεύει περισσότερα, αὐτὸς θεωρεῖ­ται πιὸ προηγμένος. Δὲν ζοῦμε πιὰ μιὰ ἁπλῆ ζωή.
Χθὲς τὸ βράδυ ἄνοιξα κάποιο βιβλίο· διάβαζα τὴ νύχτα καὶ ἔκλαψα. Τὸ 1829 – 30, ποὺ ἐλευ­θε­­ρώ­θηκε ὁ τόπος μας, μόλις ποὺ εἶχε ἔρθει ὁ Καπποδίστριας καὶ ὑψώθηκε ἡ ἑλληνικὴ σημαία, τὸ Ναύπλιο εἶχε μόνο τέσσερις χιλιάδες, ἀλλὰ πραγματικοὺς Χριστιανούς. Γινόταν λοι­πὸν ὁ γάμος δύο ὀρφανῶν· ὁ πατέρας τῆς νύφης εἶχε σκοτωθῆ στὸ Μανιάκι κι ὁ πατέρας τοῦ γαμπροῦ στὰ Δερβενάκια. Χαρὰ ἄδολη. Καὶ μέσ᾽ στὸ σπίτι τί; ἔπιπλα, καθρέφτες, πολυτέλεια; Τίποτα, οὔτε καρέκλα· μιὰ ψάθα, ψω­μὶ κρίθινο, λίγες ἐλιές, καὶ ἀγάπη ἀπέραν­τη! Ὦ Ἑλλάδα!
Τώρα; Μᾶς ἔφαγε ὁ καταναλωτισμός. Γέμι­σε ὁ τόπος κέντρα, καταστήματα, ἔπιπλα, καθρέφτες, ῥαδιόφωνα, τηλεοράσεις…· πράγμα­τα περιττά. Φύγαμε ἀπὸ τὶς λίγες πραγματι­κὲς ἀ­νάγκες καὶ πήγαμε στὰ περιττά. Στὴ γενεά μας, ποὺ πνίγεται στὸ ἄγχος τῶν περιτ­τῶν καὶ ἀχρή­στων πραγμάτων, ἁρμόζει νὰ λεχθῇ αὐτὸ ποὺ ἀ­κούσαμε σήμερα στὸ εὐαγγέλιο· «Μάρθα Μάρ­θα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41). Σβῆστε τὸ «Μάρθα» καὶ γράψτε «κόσμε»· «Κόσμε κόσμε, μεριμνᾷς καὶ τυρβά­ζ­ῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία». Σβῆστε τὸ «Μάρθα» καὶ γράψτε «Ἑλλάς». «Ἑλ­­­λὰς Ἑλλάς, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία». Σβῆστε τὸ «Μάρθα» καὶ γράψτε τὸν ἑαυτό σας· «Ψυχή μου ψυχή μου, με­ριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
Ὁ χρόνος σπαταλᾶται σὲ διασκεδάσεις. Κά­ποτε τὰ νυχτερινὰ κέντρα ἦταν ἐλάχιστα. Τώρα, ὅπως πάνω στὴν κοπριὰ φυτρώνουν μανιτάρια, ἔτσι στὴ νέα Βαβυλῶνα φυτρώνουν χιλιάδες κέντρα διασκεδάσεως. Ἄλ­λος στὸ χαρτοπαίγνιο, ἄλλος στὴ μπάλλα, ἄλ­λος στὸν κινηματο­γράφο, ἄλλος στὴν τηλεόρασι. Χρόνος ὑπάρχει μόνο γιὰ τὸ διάβολο, γιὰ τὸ Χριστὸ τίποτα.
* * *
Ξέρετε πῶς μοιάζουμε; Κάποτε σὲ μιὰ πόλι τῆς Μακεδονίας εἶδα σ᾿ ἕνα κοττέτσι ἕναν ἀετό. Μοῦ φάνηκε σὰν μιὰ μεγάλη κόττα καὶ τρόμαξα· τόσο μεγάλη κόττα; Πλησιάζω, τί νὰ δῶ· ἦταν ἀετός. Στὸ κοττέτσι ἀετός; Τὸν εἶ­χαν πιάσει στὰ ψηλὰ βουνὰ τῆς Πίνδου, τοῦ ἔ­­κοψαν τὶς μεγάλες φτεροῦγες, καὶ τὸν ἔκαναν ὄρνιθα! Καὶ στενοχωριόταν ὁ ἀετός.
Ἡ Ἑλλὰς ἦταν ἀετὸς καὶ οἱ Ἕλληνες παιδιὰ τοῦ ἀετοῦ. Τώρα ἄπιστοι πολιτικοὶ τῆς ἔ­κοψαν τὰ φτερά· μασονία καὶ ἀπιστία ἔκαναν τὸν ἀετὸ τῆς Ἑλλάδος ἀξιολύπητο.
Δὲν σᾶς λέω περισσότερα. Σταματῶ. Εἶστε Ἕλληνες; εἶστε Χριστιανοί; εἶστε πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας; Δὲν θ᾽ ἀφήσουμε τὴν Ἑλλάδα αὐτὴ νὰ γίνῃ οὔτε Δανία, οὔτε Νορβηγία, οὔ­τε Χόλλυγουντ. Θὰ μείνῃ Ἑλλάς, μὲ πίστι στὸ Θεό, μὲ οἰκογένεια, μὲ ὅλα τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια.
«Ὅσοι πιστοί», κοντὰ στὸ Θεὸ καὶ κοντὰ στὴν πατρίδα μας· μέχρι τέλους ἀφωσιωμένοι εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Πευκακίων Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 21-11-1976