Η Ομολογία του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή και η μάχη υπέρ της Ορθοδοξίας του Επισκόπου Αρτεμίου της σεπτής μνήμης


Χωρεπίσκοπος Μάξιμος (Νοβάκοβιτς)- Επαρχίας Ράσκας και Πριζρένης στην εξόρια

Χριστός Ανέστη!

     Πρώτα απ’όλα, η ευχαριστία ανήκει στον Θεό, αλλά έχω και την τιμή και την χαρά να χαιρετίσω την ιερά αυτή σύναξη του λαού του Θεού (γένος ἐκλεκτόν, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον, λαὸς εἰς περιποίησιν – ο Νέος Ισραήλ, Α Πε. 2,9) με αυτόν τον παντο-νικηφόρο χαιρετισμό (Χριστός Ανέστη!). Όπως είπε κι ο Κύριος εκ του στόματος του Μωυσή: « λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· αἱ ἑορταὶ Κυρίου, ἃς καλέσετε αὐτὰς κλητὰς ἁγίας, αὗταί εἰσιν αἱ ἑορταί μου » (Λευ. 23,2). Κι ο άλλος σοφός της Παλαιάς Διαθήκης, μας διδάσκει τι πρέπει να κάνουμε στις ιερές μας συνάξεις: « Ἀκούσατε, παῖδες, παιδείαν πατρὸς καὶ προσέχετε γνῶναι ἔννοιαν… ἐπιλαβοῦ ἐμῆς παιδείας, μὴ ἀφῇς, ἀλλὰ φύλαξον αὐτὴν σεαυτῷ εἰς ζωήν σου » (Παρ. 4,1-13). Επομένως, σ’ αυτές τις χριστιανικές μας συνάξεις, ο κύριος σκοπός μας είναι η διατήρηση της παιδείας πατρὸς, διότι εντός τέτοιας παιδείας βρίσκεται η ζωή μας. Και δόξα τω Θεώ, έχουμε τη συγκεκριμένη διδασκαλία να τηρήσουμε. Επομένως, ακολουθώντας τέτοια επιστήμη και σοφία της Αγίας Γραφής, φέτος βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μεγάλο έργο, το οποίο είναι δύσκολο κατά μέγεθος, αλλά εύκολο κατά περιεχόμενο. Ο σκοπός μας είναι, τουλάχιστον, να σκιαγραφήσουμε ολόκληρο εκείνο τον ιστορικό δρόμο της προστασίας της Ορθόδοξης Πίστεως (και ταυτόχρονα της Εκκλησίας) από τον παλιό Αββά, τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή της Χρυσουπόλεως και του Ελλήσποντου – μέχρι τον νεοφανή Αββά της μονής Τσέρνα Ρέκα (και μετέπειτα τον Επίσκοπο Ράσκας και Πριζρένης Αρτέμιο). Με έμφαση στην συμμόρφωση και την συνέχεια του ίδιου δρόμου αυτών των δύο.

« Εάν παρὰ Κυρίου τὰ διαβήματα ἀνθρώπου κατευθύνεται, καὶ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ θελήσει σφόδρα » (Ψαλ. 37,23), όπως λέει βασιλιάς-προφήτης, πόσο μάλλον κατοχυρώνει ο Κύριος τα βήματα του ιστορικού δρόμου και της ζωής της Εκκλησίας Του; Και τα βήματα της Εκκλησίας αποτελούνται από τα βήματα των Αγίων του Θεού εντός της Εκκλησίας. Γι’ αυτόν το λόγο, κι εμείς θέλουμε να έχουμε τον ίδιο δρόμο και τα ανάλογα βήματα και να βαδίζουμε μαζί μ’ αυτούς, σύμφωνα με τη Πατερική Διαθήκη του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς – μετὰ Πάντων τῶν Ἁγίων. Επειδή αυτό είναι ο μόνος δρόμος της Εκκλησίας και του Χριστού, στον οποίο είχαν περπατήσει αυτοί, οι οποίοι ανήκουν στον Χριστό – οι αγιασμένοι και ευλογημένοι άνθρωποι, ειδικά οι Ομολογητές και οι Διδάσκαλοι της Ορθόδοξης Πίστεως.

Επομένως, ο σκοπός αυτός είναι δύσκολος κατά το μέγεθος, αλλά εύκολος κατά την ουσία, διότι είναι εύκολο και μάλλον εξαιρετικά εύκολο να δειχτεί η Αγιοπνευματική αντιστοιχία ή η Αγιοπατερική αρμονία του πρώτου δρόμου (στον οποίο είχε περπατήσει ο Άγιος Αββάς Μάξιμος ο Ομολογητής) και του δεύτερου δρόμου (στον οποίο είχε περπατήσει ο Άγιος Αββάς και Επίσκοπος μας Αρτέμιος της σεπτής μνήμης). Στην πραγματικότητα, αυτοί οι δύο δρόμοι είναι ένας δρόμος, ο μόνος δρόμος της Αλήθειας του Χριστού, ο Αγιοπατερικός δρόμος της Εκκλησίας – κι εμείς δεν έχουμε παρά να τον διατηρήσουμε.

Δεν θέλουμε να εισάγουμε εδώ κάτι καινούριο, απομακρύνοντας ούτως τους εαυτούς μας απ’ αυτούς που εισάγουν καινοτομίες (από τις οποίες τώρα και πάντα υποφέρει η Εκκλησία). Μόνο θα υπενθυμίσουμε για όλη την Αγιοπατερική κατοχύρωση και την δικαιολογία της γνώμης της Επαρχίας μας. Καθώς και των δογματικών και κανονικών της θεμελίων, τα οποία κατοχυρώθηκαν χάρη στον αείμνηστο Αββά μας Αρτέμιο. Όπως και ομολογώντας στην εποχή του ο Ίδιος ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής είχε πει: « Ἐγώ δόγμα ἴδιον οὐκ ἔχω, ἀλλά τό κοινόν τῆς Ἐκκλησίας τῆς καθολικῆς. Οὐ γάρ ἐκίνησα φωνήν τήν οἱανοῦν, ἵνα ἴδιόν μου λέγηται δόγμα ».1

Η ιστορία της Εκκλησίας είναι η ιστορία της Ομολογίας της Ορθόδοξης Πίστεως. Πότε πότε μπροστά από το ειρηνικό και ευσεβές ποίμνιο, αλλά μερικές φορές μπροστά από τους άθεους βασανιστές και τους θεομπαίχτες αιρετικούς – οι οποίοι εναλλάσσονταν, ενώ η Αλήθεια του Χριστού στην Εκκλησία και μέσω της Εκκλησίας παρέμεινε για πάντα ίδια, μία και μόνη, ολόκληρη και αλώβητη, αν και Ομολογούμενη μέσα από το στόμα και το αίμα πολλών μαρτύρων του Χριστού. Αλλά όλοι αυτοί οι μάρτυρες ομολόγησαν την Πίστη σαν ένας άνθρωπος, με ένα στόμα και μια καρδιά. Δεν θέλουμε αυτή η διάλεξή μας να είναι κάποια πολύ βαθιά θεολογική εξήγηση. Αντίθετα, θέλουμε αυτή να είναι απλή και εύκολα κατανοητή για κάθε μορφωμένο και για κάθε αμόρφωτο άνθρωπο, με την προϋπόθεση ότι αυτός ζει στην Αλήθεια και είναι ευσεβής δούλος του Χριστού. Και με έμφαση στην θεολογική και ομολογητική Παράδοση του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, την οποία δέχτηκε ο αείμνηστος μας γέροντας και πάνω στην Οποία βασίστηκε η ομολογητική του μάχη.

Υπάρχουν σήμερα πολλοί δηκτικοί επιτιθέμενοι και συκοφάντες που ασκούν κριτική στο δρόμο, στον οποίο περπατάμε. Εμφανίζονται πολλές κυνικές ερωτήσεις και προκλήσεις, απευθυνόμενες στην Επαρχία μας και την ομολογητική στάση μας. Αυτοί οι ερωτώντες-πειραστές και οι ερωτήσεις τους, για τον σκοπό δεν έχουν την γνώση της Αλήθειας, αλλά μόνο την άρνηση της δογματικής και κανονικής μας στάσεως, δηλαδή της στάσεως του αείμνηστου μας γέροντα και της Επαρχίας μας. Με απλά λόγια – την άρνηση της μάχης μας υπέρ της Πατερικής Πίστεως. Πιστεύουμε ότι ακριβώς εξαιτίας αυτού, ο Θεός κανόνισε όλα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ο δρόμος του γέροντα μας (στον οποίο τώρα στηριζόμενη από Θεό πορεύεται η Επαρχία μας) να είναι σχεδόν ίδιος – όχι μόνο κατά την ουσία, αλλά και κατά τη μορφή – με εκείνο τον δρόμο του άθλου και της Ομολογίας του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή. Κατά συνέπεια, θα απαντήσουμε με Αγιοπατερικά και θεόπνευστα λόγια σε όλες αυτές τις δηκτικές, μην Αγιοπατερικές και μη θεόπνευστες ερωτήσεις που απευθύνονται σε εμάς. Ήτοι, όχι όπως το βλέπουμε εμείς, αλλά χρησιμοποιώντας τις απαντήσεις του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, τις οποίες Αυτός ο Ίδιος είχε χρησιμοποιήσει, ώστε να απαντήσει στις ίδιες αιρετικές ερωτήσεις που τότε είχαν απευθυνθεί σ’Αυτόν, καθώς και σε εμάς σήμερα. Με αυτόν τον τρόπο, μέσω μίας διαλογικής και ιστορικής σύγκρισης, θα δείξουμε ότι ο άγιος μας Αββάς και γέροντας Αρτέμιος (όπως και εμείς μαζί του) ήταν και επέμεινε στον Αγιοπατερικό δρόμο του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή.

Ας αρχίσουμε αυτή την Αγιοπατερική και ιστορική μας διάλεξη.

Καθώς και τον άγιο μας γέροντα, οι παραπλανημένοι οικουμενιστές πάντοτε ούτω (προκλητικά) και μας ρωτάνε: « Ποιος σας αναγνωρίζει; Ποια Τοπική Εκκλησία; Σε ποια Τοπική Εκκλησία εσείς ανήκετε; ». Ακριβώς τα ίδια τότε ρώτησαν οι δηκτικοί αιρετικοί τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή: « Ποίας Ἐκκλησίας εἶ; Βυζαντίου; Ῥώμης; Ἀντιοχείας Ἀλεξανδρείας; Ἱεροσολύμων; ». Και απάντησε ο Άγιος Μάξιμος: « Καθολικὴν Ἐκκλησίαν, τὴν ὀρθὴν καὶ σωτήριον τῆς εἰς αὐτὸν πίστεως ὁμολογίαν, Πέτρον μακαρίσας ἐφ᾿ οἷς αὐτὸν καλῶς ὡμολόγησεν, ὁ τῶν ὅλων εἶναι Θεὸς ἀπεφήνατο ». Επομένως, η Εκκλησία σημαίνει την Ορθόδοξη Ομολογία της Πίστεως, και σ’αυτήν την Εκκλησία ανήκουμε κι εμείς, επαναλαμβάνοντας τη θεόπνευστη και ευαγγελική απάντηση του Άγιο Μαξίμου και ταυτόχρονα – κατα την θεολογική έννοια και το περιεχόμενο – την ίδια απάντηση του αγίου μας γέροντα Αρτέμιο που έγραφε στην εποχή του: « Παραμένουμε στη Διαχρονική Εκκλησία, στην κοινότητα μετά Πάντων των Αγίων, στην υπηρεσία του Θεού και του λαού μας ».2 Αυτό αποτελεί τον κρίσιμο τόπο της εκκλησιολογίας του Άγιο Μαξίμου του Ομολογητή, η οποία είναι το πιο μεγάλο μας προπύργιο και το στήριγμα εναντίον της σημερινής επίθεσης της οικουμενιστικής αιρέσεως. Η αίρεση αυτή είναι πράγματι εκκλησιολογική, επειδή διαστρεβλώνει την Ορθόδοξη και Αγιοπατερική κατανόηση, το Αγιοπνευματικό συναίσθημα, την ευλογημένη εμπειρία και τη θεόπνευστη διδασκαλία για την Εκκλησία. Είναι παρά πολύ σημαντικό να αναφέρουμε εδώ και την αίρεση του σεργιανισμού, την οποία ακολουθούν και πολλοί σημερινοί οπαδοί « της παγκοσμιοποιητικής Ορθοδοξίας » που λέγεται οικουμενισμός. Η πλάνη του σεργιανισμού και του οικουμενισμού – όπως και όλων των αιρέσεων στην Εκκλησία – αποτελείται από την πεποίθηση ότι πρέπει να « προστατευτεί » η Εκκλησία μόνο στην εξωτερική, φαινομενική και μην ουσιαστική έννοια, μέσω διατήρησης μόνο της διοικητικής και θεσμικής μορφής της Εκκλησίας, απολύτως εις βάρος της δογματικής και της Ορθόδοξης Ομολογίας της Πίστεως. Ενώ ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής επιμένει ακριβώς σ’αυτήν την Ορθόδοξη Ομολογία της Πίστεως, διότι Αυτή είναι το ουσιαστικό θεμέλιο της Εκκλησίας. Συνεπώς, σήμερα οι οικουμενιστές έχουν ως στόχο « την διατήρηση » της εξωτερικής μορφής της Εκκλησίας του Χριστού, καταστρέφοντας ταυτόχρονα τον δογματικό της πυρήνα, δηλαδή την ίδια την Εκκλησία. Γι’αυτό το λόγο κι εμείς – διδασκόμενοι από την Πατερική και ευσεβή κατανόηση της Εκκλησίας που σημαίνει την Ορθόδοξη Ομολογία της Πίστεως – θα διατηρήσουμε ακριβώς αυτήν την δογματική ουσία της Εκκλησίας, δίνοντας προτεραιότητα σ’ αυτήν την κατανόηση και όχι στη θεσμική, διοικητική και γραφειοκρατική μορφή της Εκκλησίας. Προφανώς, πρέπει να διατηρήσουμε τη μορφή αυτή (στο μέτρο που είναι δυνατόν υπό τις δεδομένες συνθήκες), αλλά ποτέ εις βάρος της δογματικής ορθότητας και της καθαρότητας της Εκκλησίας.

Όλα αυτά μπορούμε να δούμε μέσω της απάντησης του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή στον διάλογο με τους αιρετικούς στην εποχή του (που μοιάζουν με τους σημερινούς οικουμενιστές), όταν αυτοί τον κατήγγειλαν ότι δεν βρίσκεται στην κοινωνία με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και τα άλλα Πατριαρχεία που είχαν πέσει στην αίρεση του μονοθελητισμού: « Τότε λέγει πρός αὐτόν ὁ ἔπαρχος · Κοινωνεῖς τῇ Ἐκκλησίᾳ τῶν ὧδε, ἤ οὐ κοινωνεῖς; Ἀπεκρίθη καί εἶπεν · Οὐ κοινωνῶ. Λέγει αὐτῷ ὁ ἔπαρχος · Διά τί; Ἀπεκρίθη · Ὅτι ἔξω ἔβαλε τάς συνόδους. Καί εἶπεν ὁ ἔπαρχος · Ἐάν ἔξω ἔβαλε τάς συνόδους, πῶς εἰς τά δίπτυχα ἀναφέρονται; Καί λέγει · Καί τίς ὄνησις ὀνομάτων, τῶν δογμάτων ἐκβεβλημένων; ». Εδώ ο Άγιος Αββάς Μάξιμος εξηγεί ότι δεν υπάρχει κανένα όφελος για τους πατριάρχες και τον κλήρο, εάν αυτοί αποδέχονται τις Οικουμενικές Συνόδους κατ’ όνομα μόνο, ενώ (μέσω της αιρέσεως τους) απορρίπτουν την Πίστη των Συνόδων Αυτών. Το ίδιο συμβαίνει με τους σημερινούς αιρετικούς (οικουμενιστές), οι οποίοι γιορτάζουν το Θρίαμβο της Ορθοδοξίας, τη μνήμη των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των Αγίων Ομολογητών της Πίστεως, κατατάσσουν μεταξύ των Αγίων τον Ιουστίνο Πόποβιτς που είναι ο πιο μεγάλος αντι-οικουμενιστής μεταξύ των Αγίων Πατέρων, αλλά στην πραγματικότητα ακολουθούν τον δρόμο της οικουμενιστικής αιρέσεως. Τοιουτοτροπώς, οι οικουμενιστές προδίδουν το ίδιο το ουσιαστικό μήνυμα και την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, το ουσιαστικό περιεχόμενο των Αγίων Συνόδων της Εκκλησίας – δηλαδή την ίδια την ουσία της Εκκλησίας, η οποία βρίσκεται στην αμετάβλητη Ορθόδοξη Πίστη. Εξαιτίας αυτού, τέτιος φλοιός αποκλειστικά της εξωτερικής εκκλησιαστικότητας των οικουμενιστών και των μοντερνιστών, στερείται της ζωοδοτικής δύναμης της Αληθινής Ορθόδοξης Πίστεως και είναι μία φρικτή προσομοίωση ή μία απόρριψη της Εκκλησίας και της εκκλησιαστικής ζωής. Διότι, χωρίς την ορθή Αγιοπατερική Πίστη, δεν μπορούν να φανταστούν η ορθή Ορθόδοξη πνευματικότητα κι η ζωή στην Εκκλησία. Με λίγα λόγια – χωρίς την Ορθόδοξη Δογματική δεν υπάρχει η Ορθόδοξη Ηθική.

Επομένως, ήδη μπορεί να ριχτεί μία ματιά στο αδιαμφισβήτητο γεγονός οτι το πιο σημαντικό εργαλείο του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή στην μάχη για την διατήρηση της Ορθόδοξης Πίστεως είναι – πάνω από όλα – αδιαμφισβήτητη, ένθερμη, λεπτομερής, ευσυνείδητη, ακριβής και μέχρι κεραίας επιμελής Ομολογία της Ορθόδοξης Πίστεως, μαζί με τη διακοπή μνημοσύνου των αιρετικών. Μάλιστα, καθώς και σήμερα οι οικουμενιστές και οι μοντερνιστές – ως οπαδοί της φιλελεύθερης και σχετικιστικής προσέγγισης στα θέματα της Πίστεως – υποστηρίζουν ότι εμείς λεπτολογούμε όλα σχετικά με την Πίστη, ούτω οι ίδιες καταγγελίες είχαν απευθυνθεί και τότε στον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, στις οποίες απάντησε ότι είναι απαραίτητο να σεβόμαστε την ευσέβεια μέσω της Αλήθειας. Ιδού πώς εξελίχθηκε η μάχη του αυτή με τους αιρετικούς. Αυτοί με κάθε τρόπο προσπάθησαν να τον πείσουν να αποδεχτεί τον λεγόμενον « Τύπον » και την « Έκθεση » του αυτοκράτορα, όπου είχε γεννηθεί η αίρεση του μονοθελητισμού, η οποία λανθασμένα τότε διακήρυξε ότι ο Χριστός έχει μόνο μια θέληση, σε αντίθεση με τον Άγιο Μάξιμο: « Τὸ δι᾿ οἰκονομίαν γενόμενον, μὴ λάβῃς ὡς κύριον δόγμα. Δι᾿ οἰκονομίαν τοῦτο γέγονεν, ἵνα μὴ βλαβῶσιν οἱ λαοὶ ταῖς τοιαῦταις λεπτομερέσι φωναῖς. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἀββᾶς Μάξιμος, εἶπε· Τοὐναντίον πᾶς ἄνθρωπος ἁγιάζεται διὰ τῆς ἀκριβοῦς ὁμολογίας τῆς πίστεως. Καὶ εἶπε Τρώϊλος· Οὐκ (ο Τύπος) ἀνεῖλεν (τις δύο θελήσεις στο Χριστο), ἀλλὰ κατασιγασθῆναι ἐκέλευσεν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἀββᾶς Μάξιμος εἶπεν· Ἡ σιγὴ τῶν λόγων, ἀναίρεσις τῶν λόγων ἐστί. Διὰ γὰρ τοῦ Προφήτου λέγει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον· Οὐκ εἰσὶ λαλιαί, οὐδὲ λόγοι, ὧν οὐχὶ ἀκούονται αἱ φωναὶ αὐτῶν. Οὐκοῦν ὁ μὴ λαλούμενος λόγος, οὐδὲ λόγος ἐστί ».

Τι μπορούμε να δούμε από αυτά τα λόγια; Και οι παλαιοί και οι σημερινοί αιρετικοί θεωρούν ότι η Ακριβής Ομολογία της Πίστεως είναι κάτι περιττό, επειδή, αλίμονο, Αυτή βλάπτει τους ανθρώπους με τα δικά Της εκλεπτυσμένα λόγια! Εντελώς αντίθετα. Για να το πούμε πιο σωστά – Αυτή βλάπτει μόνο τα ανθρώπινα και γήινα συμφέροντα, εκείνη την περίοδο την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή την λεγόμενη Βυζαντινή Κοινοπολιτεία, και σήμερα την Παγκοσμιοποιητική αντι-Αυτοκρατορία, η οποία απαγορεύει να πιστεύεται ότι ο η Ορθόδοξη Πίστη είναι η μόνη Αληθινή Πίστη εις όλους τους κόσμους. Διότι ούτω, δήθεν, η ειρήνη και η συνύπαρξη καταστρέφονται. Αλλά, αυτές είναι ψεύτικες και χτισμένες πάνω από το φιλελεύθερο ψέμα που ονομάζεται « ανεκτικότητα », η οποία αποδέχεται το αμάρτημα, το διάβολο και την απάτη. Αποδέχεται όλα, μόνο δεν αποδέχεται την Αλήθεια του Χριστού.

Γι’αυτό το λόγο, αιρετικοί τότε και σήμερα προσφεύγουν στη διαβολική λύση – αυτοί ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να υπάρχει καμία συζήτηση για το τι είναι η Ακριβής Πίστη, ότι δεν πρέπει να έχουμε κανένα ενδιαφέρον για τα λεπτομέρεια των δογμάτων και δεν πρέπει να επισημάνουμε τις διαφορές μεταξύ της Ορθοδοξίας και των αιρέσεων, μεταξύ των Ορθοδόξων και των αιρετικών. Ισχυρίζονται ότι πρέπει να προσευχόμαστε μαζί με αυτούς και να κηρύττουμε « αγάπη » χωρίς την Αλήθεια, ώστε να μην βρίζουμε τους αιρετικούς ανθρώπους. Αλλά, για την υποχρέωση να μην βρίζουμε το Θεό, αυτοί δεν λένε τίποτα και δεν δίνουν καμία προσοχή. Έχουμε ήδη δει τι είχε σκεφτεί ο Άγιος Μάξιμος για όλα αυτά – η ανείπωτη λέξη είναι απορριπτόμενη και ανύπαρκτη. Επομένως, ακούστε τον Άγιο Μάξιμο εσείς « οι ορθόδοξοι » σιωπηλοί που σιωπάτε κατά τη διάρκεια της μάχης υπέρ της Πίστεως και της καταιγίδας εντός της Εκκλησίας (τάχα διατηρώντας την εκκλησιαστική ειρήνη). Αλλά, στην πραγματικότητα, διατηρείτε τη δική σας υλική άνεση. Διότι είναι ασεβές να σκεφτεί πως εσείς εκτιμάτε την ειρήνη στην Εκκλησία περισσότερο από τον Άγιο Αββά Μάξιμο τον Ομολογητή, ο οποίος θεωρεί ότι η σιωπή στα θέματα της Ορθόδοξης Πίστεως αποτελεί την απόρριψη της Ίδιας της Πίστεως και ότι η κάθε ειρήνη χωρίς την Αληθινή Πατερική Πίστη είναι φοβερή ζημιά – όχι όφελος – για την Εκκλησία. Μεταξύ άλλων, ιδού τα λόγια του με τα οποία ξεβρακώνει την ψεύτικη ειρήνη στην Εκκλησία, την ειρήνη που στερείται της Αληθινής Ορθόδοξης Πίστεως: « Καί λέγουσιν (αιρετικοί) αὐτῷ… πλήν µή λυπήσῃς τόν βασιλέα, διά τήν εἰρήνην καί µόνον ποιήσαντα τόν τύπον, οὐκ ἐπ’ ἀναιρέσει τινός τῶν ἐπί Χριστοῦ νοουµένων· ἀλλ’ ἐπί εἰρήνῃ τήν σιωπήν τῶν ποιουσῶν τήν διάστασιν φωνῶν οἰκονοµοῦντα. Καί ῥίψας ὁ τοῦ Θεοῦ δοῦλος ἑαυτόν εἰς τήν γῆν µετά δακρύων· Οὔκ ὤφειλε λυπηθῆναι ὁ ἀγαθός καί εὐσεβής δεσπότης κατά τῆς ἐµῆς ταπεινώσεως. Οὐ γάρ δύναµαι λυπῆσαι τόν Θεόν σιωπῶν, ἅπερ αὐτός λαλεῖσθαι καί ὁµολογεῖσθαι προσέταξεν ». Κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, εάν δεν ομολογούμε δημοσίως την Ορθόδοξη Πίστη – δηλαδή εάν δεν καταδικάζουμε σήμερα δημοσίως τον οικουμενισμό ως αίρεση – τότε αυτό είναι το ίδιο με το να απορρίψουμε την Ορθόδοξη Πίστη, επειδή στις καρδιές των σιωπηλών η Πίστη είναι ανύπαρκτη. Δεν φτάνει μόνο να ομολογούμε την Ορθόδοξη Πίστη και να αποφεύγουμε την αίρεση του οικουμενισμού στις καρδιές και κρυφά, αλλά δημοσίως, σαφές και ανοιχτά. Ακριβώς αυτό υπογραμμίζει ο Άγιος Ομολογητής και Αββάς Μάξιμος, το οποίο μπορούμε να δούμε στην συνέχεια της συνομιλίας του με τους αιρετικούς: « Καί εἶπε Τρώϊλος (αιρετικός)· Ἔχε ἐν καρδίᾳ σου, ὡς θέλεις· οὐδείς σε κωλύει. Ὁ ἀββᾶς Μάξιμος εἶπεν. Ἀλλ᾿ οὐ περιώρισεν ὁ Θεός τῇ καρδίᾳ τήν ὅλην σωτηρίαν, εἰπών· Ὁ ὁμολογῶν με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω αὐτόν ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. Καί ὁ θεῖος Ἀπόστολος διδάσκει, λέγων· Καρδίᾳ μέν πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην· στόματι δέ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν. Εἰ οὖν ὁ Θεός, καί οἱ τοῦ Θεοῦ προφῆται καί ἀπόστολοι κελεύουσιν ὀμολογεῖσθαι τό μυστήριον φωναῖς ἁγίων, τό μέγα καί φρικτόν, καί παντός τοῦ κόσμου σωτήριον, οὐκ ἔστι χρεία οἱῳδήποτε τρόπῳ κατασιγασθῆναι τήν τοῦτο κηρύττουσαν φωνήν, ἵνα μή μειωθῇ τῶν σιγώντων ἡ σωτηρία ».

Είναι σαφές ότι – κατά τον Άγιο Μάξιμο – η σιωπή στα θέματα της Ορθόδοξης Πίστεως σημαίνει την άρνηση του Θεού. Επομένως, ο Άγιος ρωτάει τον εαυτό του στη συνέχεια: « τί γάρ ἀπολογήσομαι, οὐ τῷ Θεῷ λέγω, ἀλλά τῷ ἐμῷ συνειδότι, εἴ γε διά δόξαν ἀνθρώπων τήν οὐδέν πρός ὕπαρξιν ἔχουσαν, τήν σώζουσάν με πίστιν ἐξομόσομαι ἤδη; ». Ταυτόχρονα, είναι παρά πολύ ωραίο να δούμε πως πάνω από τέτοια πνευματικά θεμέλια της Ομολογίας της Ορθόδοξης Πίστεως ο Μέγας Αββάς Μάξιμος χτίζει το θάρρος του, τη δύναμή του και την αφοβία του στον ομολογητικό άθλο, μιλώντας στους διώκτες του: « Θεόν σέβων, οὐκ ἀδικοῦμαι ». Ξέροντας ότι η Ομολογία της Πατερικής Πίστεως τον ενώνει με το Θεό.

Επίσης, ένα ακόμα θανατηφόρο εργαλείο που είχε χρησιμοποιήσει ο Άγιος Αββάς Μάξιμος εναντίον της αιρέσεως είναι η διακοπή της λειτουργικής κοινωνίας (του συλλείτουργου και και της Θείας Κοινωνίας) και των διοικητικών δεσμών (της υποτακτικότητας) – ως παραδοσιακός τρόπος της αντίστασης κατά των αιρέσεων και των αιρετικών. Ειδικά όταν ο λόγος γίνεται για τα ανώτατα εκκλησιαστικά αξιώματα. Αυτό ήταν πολύ πριν από τον ένατο αιώνα όταν τέτοια διακοπή της κοινωνίας επιβεβαιώθηκε ως κανόνας στην Πρωτοδευτέρα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως. Αυτό είναι το μόνο πράγμα που οι αιρετικοί καταλαβαίνουν, όπως τότε ούτω και τώρα. Διοτι, το να παραθέτουμε το Ευαγγέλιο και τους Αγίους Πατέρες σε αυτούς, είναι το ίδιο με το να ψιθυρίζουμε στον κουφό. Μετά από αποδοχή της αιρέσεως, οι αιρετικοί ποδοπάτησαν και το Ευαγγέλιο και τους Αγίους Πατέρες – όλα αυτά δεν αποτελούν πια το κύρος για τους αιρετικούς. Αυτοί, πνευματικά μαραμένοι, δεν έχουν πια το ευαγγελικό και Αγιοπατερικό φρόνημα και κωφεύουν σαν έχιδνες. Εξαιτίας αυτού, το μοναδικό και αποτελεσματικό μέτρο που καταλαβαίνουν καλά είναι η διακοπή της κοινωνίας με αυτούς. Αυτό έκανε ο Μέγας Αββάς Μάξιμος και για εμάς έκανε ο Μέγας Αββάς Αρτέμιος. Κι εμείς συνεχίζουμε να το κάνουμε, ακολουθώντας το ύψιστο τους παράδειγμα της Ομολογίας. Πόσο δύσκολο ήταν για τους αιρετικούς το γεγονός ότι ο Άγιος Μάξιμος δεν ήθελε την κοινωνία με αυτούς, ότι δεν ήθελε να κοινωνήσει στην κοινή Θεία Λειτουργία μαζί με αυτούς, μπορούμε να δούμε από τα παρακάτω λόγια, με τα οποία οι αιρετικοί και διώκτες ούτω μιλάνε στον Άγιο: « Ἐπειδή πᾶσα ἡ Δύσις, καί οἱ ἐν τῇ Ἀνατολῇ διαστρέφοντες εἰς σέ θεωροῦσι· καί ἅπαντες διά σέ στασιάζουσι, μή θέλοντες συμβιβασθῆναι ἡμῖν διά τήν πίστιν· κατανύξοι σε ὁ Θεός κοινωνῆσαι ἡμῖν ἐπί τῷ παρ᾿ ἡμῖν ἐκτεθέντι Τύπῳ… Οἴδαμεν γάρ ἀσφαλῶς, ὅτι σοῦ κοινωνοῦντος τῷ ἁγίῳ τῶν ἐνταῦθα θρόνῳ, πάντες ἑνοῦνται ἡμῖν, οἱ διά σέ καί τήν σήν διδακαλίαν ἀποσχίσαντες τῆς κοινωνίας ἡμῶν ».

Τι βλέπουμε από αυτά τα λόγια; Ούτε τότε ούτε τώρα, δεν ενοχλεί τους αιρετικούς τόσο η προφορική Ομολογία της Πίστεως, το γράψιμο και το κήρυγμα του Αγίου Μαξίμου, όσο η διακοπή της λειτουργικής του κοινωνίας με αυτούς. Επειδή, καθώς οι ίδιοι οι αιρετικοί-διώκτες εκείνη την περίοδο αναγνωρίζουν, ακολουθώντας το παράδειγμά του Αγίου Μαξίμου (ως μεγάλης θεολογικής αυθεντίας) πολλοί Ορθόδοξοι διέκοψαν τότε την κοινωνία με τους πατριαρχικούς θρόνους που έπεσαν στην αίρεση του μονοθελητισμού. Επίσης, οι αιρετικοί τότε είχαν ονομάσει τους Ορθόδοξους που διέκοψαν την κοινωνία με αυτούς (λόγω της αιρέσεως) – « σχισματικοί ». Η ίδια κατάσταση υπάρχει και σήμερα. Το γράψιμό μας και η ομιλία μας δεν έχουν καμία επιρροή στους αιρετικούς οικουμενιστές, δεν τους ενδιαφέρει τίποτα. Αυτοί δεν φοβούνται το Θεό, δεν ντροπιάζονται μπροστά στους ανθρώπους. Το μόνο που καταλαβαίνουν, η μόνη σοβαρή απόφαση που θα μπορούσε να τους σώσει από την πνευματική λάσπη και την άβυσσο – είναι η διακοπή της κάθε κοινωνίας με αυτούς. Σ’αυτό, οι αιρετικοί τότε, καθώς και οι αιρετικοί σήμερα, απαντάνε με τον ίδιο τρόπο. Εμάς τους Ορθόδοξους, διότι εξαιτίας της αιρέσεως τους δεν θέλουμε την κοινωνία με αυτούς, αυτοί θεωρούν σχισματικούς. Δηλαδή, για τους αιρετικούς εκείνης της εποχής και – παρακολουθώντας την ίδια λογική – για τους σημερινούς αιρετικούς, ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής και οι οπαδοί του ήταν σχισματικοί. Αλλά εμείς μαζί με τον Άγιο Μάξιμο, επαναλαμβάνουμε τα λόγια του Αγίου Αποστόλου Παύλου: « κόπτοντες και ημείς κάθε δεσμόν προς τας παλαιάς αυτάς και συμβολικάς διατάξεις… και ας πάρωμεν επάνω μας τον χλευασμόν και τον εμπαιγμόν » (Εβρ. 13,13).

Εξάλλου, άδικα καταδικάζοντας τον Άγιο Μάξιμο, οι αιρετικοί τον ρώτησαν και πάλι: « Οὐ κοινωνεῖς τῷ θρόνῳ Κωνσταντινουπόλεως; Καί εἶπεν· Οὐ κοινωνῶ. Διά ποίαν οὐ κοινωνεῖς αἰτίαν, εἶπον; Ἀπεκρίθη· Ὅτι τάς ἁγίας τέσσαρας συνόδους3 ἐξέβαλον διά τῶν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ γενομένων ἐννέα κεφαλαίων· καί διά τῆς ἐν ταύτῃ τῇ πόλει γενομένης παρά Σεργίου ἐκθέσεως, καί διά τοῦτο προσεχῶς ἐπί τῆς ἕκτης ἰνδικτιῶνος ἐκτεθέντος τύπου· » – δηλαδή μέσω της αποδοχής των αιρετικών τους κειμένων – « καί ἅπερ ἐδογμάτισαν διά τῆς ἐκθέσεως, διά τοῦ τύπου ἠκύρωσαν· καί καθεῖλαν ἑαυτούς τοσαυτάκις. Οἱ τοίνυν ὑφ’ ἑαυτῶν κατακριθέντες καί ὑπό τῶν ῾Ρωμαίων, καί τῆς μετά ταῦτα ἐπί τῆς ὀγδόης ἰνδικτιῶνος γενομένης συνόδου καθαιρεθέντες, ποίαν ἐπιτελέσουσι μυσταγωγίαν· ἤ ποῖον πνεῦμα τοῖς παρά τῶν τοιούτων ἐπιτελουμένοις ἐπιφοιτᾷ; ».

Αλλά, οι αιρετικοί συνεχίζουν με τις επιθέσεις στον Άγιο Μάξιμο και λένε: « Εἰς ἕν δέ μόνον λυπεῖς πάντας, ὅτι πολλούς ποιεῖς χωρισθῆναι τῆς κοινωνίας τῆς ἐνταῦθα Ἐκκλησίας. Ἔστι τις ὁ λέγων, εἶπεν ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ὅτι εἶπον· Μή κοινωνήσῃ τῇ Ἐκκλησίᾳ τῶν Βυζαντίων; Ἀπεκρίθη ὁ κῦρις Σέργιος· αὐτό τοῦτο, τό σε μή κοινωνεῖν, μεγάλη πρός πάντας ἐστί φωνή, μή κοινωνῆσαι. Καί εἶπεν ὁ τοῦ Θεοῦ δοῦλος· οὐδέν βιαιότερον συνειδότος κατηγοροῦντος, καί οὐδέν τούτου συνηγοροῦντος παῤῥησιαστικώτερον… Γινώσκετε τάς γενομένας καινοτομίας ἀπό τῆς ἕκτης ἐπινεμήσεως τοῦ διελθόντος κύκλου ἀρξαμένας ἀπό Ἀλεξανδρείας διά τῶν ἐκτεθέντων ἐννέα κεφαλαίων παρά Κύρου, τοῦ οὐκ οἶδα πῶς γεγονότος ἐκεῖσε προέδρου, τῶν βεβαιωθένων ὑπό τοῦ θρόνου Κωνσταντινουπόλεως· καί τάς ἄλλας ἀλλοιώσεις, προσθήκας τε καί μειώσεις, τάς γενομένας συνοδικῶς ὑπό τῶν προεδρευσάντων τῆς τῶν Βυζαντίων Ἐκκλησίας, Σεργίου λέγω, καί Πύῤῥου, καί Παύλου· ἅστινας καινοτομίας πᾶσα γινώσκει ἡ οἰκουμένη. Διά ταύτην τήν αἰτίαν οὐ κοινωνῶ, ὁ δοῦλος ὑμῶν, τῇ Ἐκκλησίᾳ Κωνσταντινουπόλεως ».

Αυτό σημαίνει ότι ο Άγιος Μάξιμος μόνο επαναλαμβάνει και συνεχίζει τη στάση του, η οποία λέει πως δεν πρέπει να έχουμε κοινωνία με αυτούς που ομολογούν κάποια αίρεση, αν και πρόκειται για πατριάρχες και αυτοκράτορες. Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο δεν βλάπτεται ή ανησυχεί η συνείδηση του Ορθοδόξου Χριστιανού, αλλά όπως σκέφτεται ο Μέγας Αββάς, η χριστιανική συνείδηση ούτω προστατεύεται. Επιπλέον, κατηγορήθηκε ο Άγιος Μάξιμος ότι δεν είναι ούτε Χριστιανός, αλλά αυτός απάντησε: « Σύ λέγεις. ἀλλ’ ὁ Θεός λέγει εἶναί με, καί διαμένειν Χριστιανόν ».

Και η τελευταία, ίσως η πιο δηλητηριώδης ερώτηση που απευθύνθηκε τότε από τους αιρετικούς δηκτικά στον Άγιο Μάξιμο, και η οποία απευθύνεται σε εμάς από τους σημερινούς αιρετικούς ακόμα πιο δηκτικά: « Σύ μόνος σώζῃ, καί πάντες ἀπόλλυνται; Καί εἶπεν· Οὔδένα κατέκριναν οἱ τρεῖς παῖδες μή προσκυνήσαντες τῇ εἰκόνι, πάντων ἀνθρώπων προσκυνούντων. Οὐ γάρ ἐσκόπουν τά τῶν ἄλλων, ἀλλ’ ἐσκόπουν ὅπως ἄν αὐτοί μή ἐκπέσωσι τῆς ἀληθοῦς εὐσεβείας. Οὕτω καί Δανιήλ βληθείς εἰς τόν λάκκον τῶν λεόντων, οὐ κατέκρινέ τινα τῶν μή προσευξαμένων τῷ Θεῷ κατά τό θέσπισμα Δαρείου, ἀλλά τό ἴδιον ἐσκόπησε· καί εἵλετο ἀποθανεῖν, καί μή παραπεσεῖν τῷ Θεῷ, καί ὑπό τῆς ἰδίας μαστιγωθῆναι συνειδήσεως, ἐπί τῇ παραβάσει τῶν φύσει νομίμων. Κἀμοί οὖν μή δῷ ὁ Θεός κατακρῖναί τινα, ἤ εἰπεῖν, ὅτι ἐγώ μόνος σώζομαι. Αἱροῦμαι δέ ἀποθανεῖν, ἤ θρόησιν ἔχειν κατά τό συνειδός, ὅτι περί τήν εἰς Θεός πίστιν παρεσφάλην καθ’ οἱονδήποτε τρόπον. Λέγουσιν αὐτῷ· Καί τί ἔχεις ποιῆσαι, τῶν ῾Ρωμαίων ἑνουμένων τοῖς Βυζαντίοις; Ἰδού γάρ χθές ἦλθον οἱ ἀποκρισιάριοι ῾Ρώμης, καί αὔριον τῇ Κυριακῇ κοινωνοῦσι τῷ πατριάρχη· Καί λέγουσιν· Εἰ δέ συμβιβασθῶσι τοῖς ἐνταῦθα οἱ ῾Ρωμαῖοι, τί ποιεῖς; Καί εἶπε· Τό Πνεῦμα τό ἅγιον διά τοῦ Ἀποστόλου, καί ἀγγέλους ἀναθεματίζει παρά τό κήρυγμά τι νομοθετοῦντας ».

Είναι φανερό ότι τέτοια ερώτηση – μόνο Αυτός τότε και εμείς σήμερα που κάνουμε αποτείχιση θα σιωθούμε; – προέρχεται από τον Ανθρωπισμό. Τέτοια ερώτηση περιλαμβάνει την ανθρωπιστική, βουλευτική και προτεσταντική αντίληψη της Εκκλησίας, όπου επιτακτική είναι η ανθρώπινη μάζα, η πλειοψηφία ή « πελατειακές σχέσεις » και όχι η Αλήθεια του Χριστού της Ορθόδοξης Πίστεως. Τέτοια ερώτηση που απευθύνεται σήμερα και σε εμάς από τους αιρετικούς οικουμενιστές και τους οπαδούς τους, δείχνει την έλλειψη της υγιούς εκκλησιαστικής συνείδησης, όπως και της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας, η οποία θεωρεί την Εκκλησία ως την κοινώντιτα στο Χριστό μετά Πάντων των Αγίων από αμνημονεύτων χρόνων, και όχι με τους ανίερους που ζουν σήμερα και δεν έχουν την ορθή Πίστη. Η ερώτηση αυτή υπονοεί αξιολύπητα πως η γνώμη του Αγίου Μαξίμου (και ταυτόχρονα η δική μας) δεν είναι τίποτα άλλο από την ιδιόμορφη αποκλειστικότητα που έρχεται σε αντίθεση με την χριστιανική ησυχία. Αλλά, ο Άγιος Μάξιμος ξεκάθαρα κατακρίνει την αξιολύπητη και ψεύτικη ησυχία, η οποία είναι πράγματι η μελαγχολική απάρνηση της γενναίας, Ομολογητικής και Αγιοπατερικής Επιμονής στην Πίστη και το άθλιο περπάτημα στο φαρδύ δρόμο της πλειοψηφίας, όπου δεν υπάρχουν ούτε διωγμοί ούτε εμπόδια. Επαινούμε το δρόμο της Ομολογίας και ανάλογα με τις μικρές μας δυνάμεις βαδίζουμε σε αυτόν τον δρόμο. Δεν κατακρίνουμε και δεν καταδικάζουμε κανένα, αλλά καταδικάζουμε την αίρεση και δεν επιτρέπουμε την σιωπή και το συμβιβασμό στα θέματα της συνειδήσεως και της Πίστεως (ακολουθώντας το παράδειγμα του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή).

Οι προκαθήμενοι των Τοπικών Εκκλησιών είναι σαν άγγελοι, αλλά εδώ διαβάσαμε τα φοβερά λόγια του Αγίου Μαξίμου – το Άγιο Πνεύμα αναθεματίζει και τους αγγέλους, εάν αυτοί διδάσκουν διαφορετικά από το Ευαγγέλιο και τους Αγίους Πατέρες. Απολύτως ακολουθώντας το παράδειγμα, το δρόμο και τον τρόπο της μάχης υπέρ της Πίστεως του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, ταυτόχρονα ακολουθούμε και τον γέροντα μας της σεπτής μνήμης – τον Επίσκοπο Αρτέμιο. Όλα αυτά κάνουμε σύμφωνα με την Παράδοση του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, ο οποίος αληθώς είναι πνευματικός μας παππούς, επειδή η Παράδοσή του ειλικρινά και αμετάβλητα έχει διατηρηθεί μόνο στην Επαρχία μας. Και Αυτός ο Άγιος λέει ότι πρέπει να έχουμε το Αγιοπατερικό και Ομολογητικό θάρρος, ειδικά σ’ αυτές τις μέρες που είναι τόσο δύσκολες για την Ορθοδοξία και την Εκκλησία του Χριστού. Μάταια στολίζουν τον εαυτό τους με τον Άγιο Ιουστίνο αυτοί που παραβιάζουν την Παράδοσή του. Αυτός που δεν διατηρεί την Παράδοση του Αγίου Ιουστίνου, δεν σέβεται τον Ίδιο τον Άγιο Ιουστίνο.

Η σημερινή αυτή μεγαλοπρεπής σύναξη, η διάλεξη αυτή την οποία ακούετε, δείχνει τον σκοπό μας να μη μιλήσουμε εμείς, αλλά να δώσουμε την ευκαιρία να μιλήσουν εδώ τα ίδια τα λεχθέντα και πραχθέντα του Μεγάλου Θεολόγου της Εκκλησίας του Χριστού, του Αγίου Μάρτυρα Μαξίμου του Ομολογητή, τον οποίο ο γέροντας μας της σεπτής μνήμης από τα βάθη της καρδιάς του αγάπησε, εκτίμησε και ακολούθησε σ’ αυτές τις μέρες όταν εξαιτίας της αιρετικής επίθεσης πρέπει να θριαμβεύσει όχι η σιωπή, όχι η δειλία, όχι ο μαρασμός ή η μελαγχολία στα θέματα της Πίστεως, αλλά το Αγιοπατερικό και Ομολογητικό θάρρος. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής είχε αυτό το θάρρος και ακριβώς σε αυτό είχε επιμείνει ο Αείμνηστος μας Αββάς Αρτέμιος. Σ’αυτό επιμένουμε κι εμείς με τη βοήθεια του Θεού, ανάλογα με τις μικρές μας δυνάμεις. Λόγω αυτού, θα τελειώσουμε την διάλεξη μας αυτή όχι με τα δικά μας λόγια, αλλά με τα λόγια του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, τα οποία αποτελούν το δικό του και το δικό μας συμπέρασμα: « Ἀρθῶσι τά προσκόμματα τά τεθέντα ὑπό τῶν εἰρημένων ἀνδρῶν (των αιρετικών), μετ’ αὐτῶν ἐκείνων τῶν θεμένων αὐτά, καθώς εἶπεν ὁ Θεός· Καί τούς λίθους ἐκ τῆς ὁδοῦ διαῤῥίψατε (εσείς οι αιρετικοί), καί τήν λείαν καί τετριμμένην, καί πάσης ἀκανθώδους αἱρετικῆς κακίας ἐλευθέραν ὁδόν τοῦ Εὔαγγελίου, καθάπερ καί ἦν εὑρίσκων, ὁδεύω πάσης δίχα προτροπῆς ἀνθρωπίνης. Ἕως δέ ἄν τοῖς τεθεῖσι προσκόμμασι, καί τοῖς τεθεικόσιν αὐτά σεμνύνωνται οἱ πρόεδροι Κωνσταντινουπόλεως, οὐδείς ἐστιν ὁ πείθων με λόγος ἤ τρόπος κοινωνεῖν αὐτοῖς ».

Κι εμείς, συναθροισμένοι εδώ, σ’αυτά τα ομολογητικά του λόγια λέμε – Αμήν!

————————–

1 Τα αποσπάσματα από τον διάλογο του Αγίου Μαξίμου με τους αιρετικούς είναι παρμένα από: Житија светих за јануар, архим. Јустин Поповић, Београд, 1972, σσ. 651-672.

2 Ο Επίσκοπος Αρτέμιος, ανακοινώσεις: „Нек се зна“ – https://www.eparhija-prizren.org/neka-se-zna/

3 Στην εποχή του Αγίου Μαξίμου είχαν υπάρξει οι τέσσερις Οικουμενικές Σύνοδοι. Η αποδοχή Αυτών των Συνόδων ήταν το κριτήριο της Ορθοδοξίας. Εξαιτίας αυτού, ο Άγιος αναφέρει Αυτές τις Συνόδους.

Светомаксимовско исповедништво и светоартемијевска борба за православље“.

(μετέφρασε στα ελληνικά ο Μάρκο Πεϊκοβιτς)

Πηγή