Μὴ μετὰ Ἰουδαίων συνεορτάζειν – Μὴ μετὰ Λατίνων συνεορτάζειν

«Μὴ μετὰ Ἰουδαίων συνεορτάζειν»

(τὸ πνεῦμα τοῦ κανόνος τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου γιὰ τὸ Πάσχα)

«Μὴ μετὰ Λατίνων συνεορτάζειν»

(τὸ κατὰ συνέπειαν χρέος μας ἔναντι τῶν Παπικῶν σήμερα)

Ἑορτὴ θὰ πῇ χαρά, ἑορτάζω θὰ πῇ χαίρομαι. Συνεορτάζω σημαίνει εὐφραίνομαι γιὰ ἕνα γεγονὸς μαζὶ μὲ τοὺς δικούς μου ἀνθρώπους. Γι᾽ αὐτὸ ὅταν θέλουμε νὰ ἑορτάσουμε μαζὶ μὲ ἄλλους (π.χ. σὲ γάμο, βάπτισι, πτυχίο κ.ἄ.), διαλέγουμε ποιούς θὰ καλέσουμε.

Στὴ γιορτή σου σὲ ἐπισκέπτονται συγγενεῖς καὶ φίλοι, τὸ κλίμα στὸ σπίτι εἶνε οἰκεῖο, ἀκούγεται εὐχάριστη μουσική, ἀντηχοῦν φωνὲς χαρᾶς. Ἂν ὑποτεθῇ ὅτι τὴν ὥρα ἐκείνη χτυπάει ξαφνικὰ ἡ πόρτα καὶ μπαίνει ἀπρόσκλητος ἕνας ξένος, ἡ χαρὰ καὶ τὸ γέλιο μειώνονται καὶ συστέλλονται, ἡ οἰκειότητα παγώνει· χάλασε ἡ γιορτή.

Συμπέρασμα. Δὲν μπορεῖ νὰ χαρῇ κανεὶς ὅπως θὰ ἐπιθυμοῦσε καὶ νὰ πανηγυρίσῃ μὲ τὴν καρδιά του μαζὶ μὲ κάποιους ποὺ ἔχουν ἄλλο φρόνημα, ποὺ οἱ ἰδέες καὶ πεποιθήσεις τους ἀπέχουν ἀπὸ τὶς δικές του.

Ὡς Ἕλληνες, ἂς ποῦμε, δὲν ἔχουμε κοινὲς ἑ­ορτὲς μὲ τοὺς ἀνατολικοὺς γείτονές μας. Οἱ δικές τους ἑορτὲς σ᾽ ἐμᾶς φέρνουν θλιβερὲς ἀναμνήσεις. Στὶς 29 Μαΐου π.χ. ἐμεῖς πενθοῦμε, αὐτοὶ πανηγυρίζουν· στὶς 25 Μαρτίου ἐμεῖς πανηγυρίζουμε, ἐκεῖνοι πενθοῦν.

Τὸ ἴδιο κι ἀκόμη πιὸ ξεκάθαρα ἰσχύει γιὰ τὶς θρησκευτικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς ἑορτές. Ὁ ἀλλόθρησκος ἢ ὁ ἀλλόδοξος αἱρετικὸς γίνεται δεκτὸς σὲ χριστιανικὸ κλίμα μόνο ὡς προσήλυτος καὶ κατηχούμενος· ὅσο ἐμμένει στὸ θρήσκευμα ἢ τὸ δό­γμα του, δὲν πλησιάζει. Μὲ τὸ πλῆθος μάλιστα τῶν μουσουλμάνων, ποὺ πλημμυρίζει τὴ χώρα μας καὶ ὅλη τὴν Εὐρώπη, σημειώνονται ἀπὸ μέρους των ἕνα πλῆθος περιστατικὰ βίας καὶ καταστροφικῶν ἐπιθέσεων σὲ χριστιανικὰ μνημεῖα καὶ ναούς (Παναγία τῶν Παρισίων). Οἱ χριστιανοὶ ναὶ μὲν δὲν τοὺς προσ­­βάλλουμε, δὲν τοὺς παρενοχλοῦμε, τοὺς ἀφήνουμε ἢ καὶ τοὺς διευκολύνουμε νὰ τελοῦν τὰ τῆς λατρείας των· ποτέ ὅμως ὁ Χριστιανὸς καὶ μάλιστα ὁ Ὀρθόδοξος δὲν συνεορτάζει καὶ συγχαίρει μαζί τους.

Λέει θεοπνεύστως ἡ Γραφὴ καὶ ἰσχύει ἀπὸ τὰ ἀποστολικὰ ἤδη χρόνια· «Ἔχομεν θυσιαστήριον, ἐξ οὗ φαγεῖν οὐκ ἔχουσιν ἐξουσίαν οἱ τῇ σκηνῇ λατρεύοντες» (Ἑβρ. 13,10). «Οἱ τῇ σκηνῇ λατρεύοντες», δηλαδὴ οἱ ἰουδαῖοι, δὲν ἔχουν ἐξουσία νὰ μεταλάβουν τὰ ἄχραντα μυστήρια ποὺ τελοῦνται στὴν ἁγία τράπεζά μας. Γιατί αὐτὴ ἡ ἀπαγόρευσις; Διότι ὁ Ἰουδαϊσμὸς ἔχει ἀλλοιώσει τὴν Πίστι καὶ γι᾽ αὐτὸ ἔχει πλέον διαχωριστῆ ἀπὸ τὴν Ἐκ­κλησία· δὲν ὑπάρχει μὲ τοὺς Ἰουδαίους ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία. Γι᾽ αὐτὸ τὸ 325 μ.Χ. ὁ κανόνας τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ποὺ ὁρίζει τὰ τῆς    ἑορτῆς τοῦ Πάσχα συνοψίζεται στὴν ἐπιταγή· «Μὴ μετὰ Ἰουδαίων συνεορτάζειν».

Σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα αὐτὸ καὶ πολλοὶ συνοδικοὶ ἱεροὶ κανόνες ἀπαγορεύουν καὶ αὐτὴ τὴν ἁπλῆ συμπροσ­ευχὴ μὲ αἱρετικούς, πολὺ δὲ περισσότερο τὴν συμπροσ­ευχὴ μαζί τους ἐν ὥρᾳ λατρείας.

Ἔτσι, μὲ ὁδηγὸ τὰ θεόπνευστα λόγια καὶ τὶς συνοδικὲς ἀποφάνσεις, τὸ «Μὴ μετὰ Ἰουδαίων συνεορτάζειν» μεταγράφεται γενικῶς μὲν «Μὴ μετὰ αἱρετικῶν συνεορτάζειν», εἰδικῶς δὲ ἐν προκειμένῳ «Μὴ μετὰ Λατίνων συνεορτάζειν». Ὁ Παπισμὸς ὅπως ἔχει ἐξελιχθῆ σήμερα, δὲν εἶνε ὁ Παπισμὸς τοῦ 1054 μ.Χ.. Τότε ὁ Παπισμὸς ἦταν σχίσμα – καὶ γι᾽ αὐτὸ ἀπεκόπη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα, ὅ­πως ἐγράφη, «δὲν εἶνε πλέον σχίσμα, εἶνε αἵρεσις καὶ ὄχι μόνο. Δὲν ἔμεινε σ᾽ ἐκείνη τὴν κατάστασι. Ἀποτινάσσοντας τὴν κηδεμονία τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολῆς προχώρησε ἀσυγκράτητος στὴν εἰσαγωγὴ ἑνὸς πλήθους νέων καινοτομιῶν καὶ πεπλανημένων δογμάτων, ποὺ τὸν καθιστοῦν πλέον μιὰ ἄλλη θρησκεία, καθόλου χριστιανική, ἕνα ἐγκόσμιο κράτος, ἕνα σχολαστικίζον κοσμικὸ σύστημα».

Νά γιατί ἡ κοινὴ συνείδησις τῶν Ὀρθοδόξων θεαρέστως ἀπεχθάνεται καὶ βδελύσσεται τὸν Παπισμό. Ὄχι τὸν παπικὸ κόσμο ὡς λαοὺς τῆς Δύσεως, ἀλλὰ τὸν Παπισμὸ ὡς δόγμα καὶ σύστημα, ὡς πνεῦμα καὶ νοοτροπία, ὡς θρησκεία καὶ λατρεία.

Καὶ ἐδῶ γεννᾶται μεγάλη ἀπορία. Ἐφ᾽ ὅσον συνεορτάζω σημαίνει εὐφραίνομαι γιὰ ἕνα γεγονὸς μαζὶ μὲ τοὺς ὁμόφρονές μου, πῶς ὁ παναγ. οἰκουμενικὸς πατριάρχης κκ. Βαρθολομαῖος ἀπέκτησε τόση συμ­πάθεια καὶ ἀγάπη μὲ τὸν πάπα Φραγκῖσκο; Δὲν ἔχουμε διαφορὰ στὴ Πίστι; Πῶς αἰσθάνεται τόση ἐγγύτητα μὲ τὸν Παπισμό, ὥστε ἑτοιμάζεται νὰ συν­εορτάσῃ τὸ Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸ Λατίνων Πάσχα; Δὲν ἔχουν μεσολαβήσει γεγονότα ποὺ ἄνοιξαν χάσμα μεταξύ μας; Ἐν λόγοις μόνον εὐλαβεῖται τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας; ἡ ζωὴ καὶ ἡ στάσι των δὲν ἀποτελοῦν πρότυπο γι᾽ αὐτόν;

Μία εἶνε ἡ ἀπάντησι στὴν ἀπορία. Ἐὰν ἡ Παναγιότης του εὐφραίνεται καὶ ἀγάλλεται μὲ τοὺς Παπικοὺς τόσο πολύ· ἐὰν δὲν συστέλλεται ἀπέναντι στὶς ἀλλοιώσεις τῆς πίστεως, τοῦ ἤθους καὶ τῆς λατρείας ποὺ ἔχει ἐπιφέρει ὁ Παπισμός, τότε αὐτὰ σημαίνουν ὅτι δογματικῶς καὶ πνευματικῶς ἔχει μετατοπισθῆ· πλησίασε καὶ ἔχει ταυ­τισθῆ στὴν πίστι μαζί τους. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ διακηρυγμένη γυμνῇ τῇ κεφαλῇ πρόθεσίς του γιὰ συνεορτασμὸ τοῦ Πάσχα σταθερῶς ἐφ᾽ ἑξῆς.

Λοιπόν, τὸν ἀκολουθοῦμε; Ἐὰν τὸν ἀκολουθήσουμε, συμμετατοπιζόμεθα μαζί του καὶ τί κάνουμε· …ἕνα βῆμα στὸ χάος.

xristianikispitha